Peugeot Speedfight 4 125: Διαστημικό!

Σήμα κατατεθέν της γαλλικής εταιρείας
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

3/3/2022

Το Speedfight αποτελεί χωρίς αμφιβολία ένα από τα πιο χαρακτηριστικά μοντέλα που έχει σχεδιάσει ποτέ η Peugeot και δικαιολογημένα έχει την μακροβιότερη παρουσία στη γκάμα της, με φανατικούς οπαδούς στις αγορές της Ευρώπης και όχι μόνο. Οδηγήσαμε την τελευταία του έκδοση με τετράχρονο κινητήρα 125 κυβικών το 2018 και αναδημοσιεύουμε την πλήρη δοκιμή του από το τεύχος 590 του περιοδικού ΜΟΤΟ:

 

Η σειρά Speedfight της Peugeot μετράει πάνω από δύο δεκαετίες στην παγκόσμια αγορά, προσφέροντας μια οικονομική λύση στην αστική μετακίνηση. Η οικογένεια πάντοτε χαρακτηριζόταν απ’ τον διαστημικό σχεδιασμό που η εταιρεία φρόντιζε να ανανεώνει με την πάροδο των χρόνων, ενώ το Speedfight 4 125 μετρά ήδη τέσσερα χρόνια απ’ την τελευταία του ανανέωση, κάτι το οποίο ακόμα και σήμερα παραμένει δυσδιάκριτο με μια γρήγορη ματιά.

 

Αυτό το γεγονός οφείλεται κυρίως στον χρόνο που επένδυσε η Peugeot στο σχεδιασμό του μικρού scooter, ανανεώνοντας το "μούτρο" του Speedfight δίνοντας έτσι μια πιο φρέσκια εικόνα. Παράλληλα φρόντισε να διατηρήσει τις βασικές γραμμές, ώστε να μένει κοντά στα πρότυπα της οικογένειας, ενώ αντικατέστησε τα φωτιστικά σώματα με νεότερα τεχνολογίας LED. Το αποτέλεσμα που προέκυψε είναι διαμετρικά αντίθετο απ’ την μόδα με τα neoretro scooter και βρίσκεται εδώ για να προσφέρει μια διέξοδο σε όσους πιτσιρικάδες -αλλά και μεγαλύτερους- που θέλουν ένα scooter με επιθετική σχεδίαση. Το μεγαλύτερο ατού του Speedfight όμως, είναι οι τεχνολογίες που υιοθετεί ο υδρόψυκτος κινητήρας του.

Για να τα βάλουμε όμως όλα σε μια σειρά ας ξεκινήσουμε απ’ το γεγονός ότι ο κινητήρας κατασκευάζεται απ’ τη SYM και διατίθεται αποκλειστικά για την Peugeot. Η ιπποδύναμή του δεν βρίσκεται στην κορυφή της κατηγορίας, καθώς ανέρχεται στους 11 ίππους, όμως δεν υπολείπεται σημαντικά. Αυτό οφείλεται στο γεγονός πως η εταιρεία δεν στόχευσε στις απόλυτες επιδόσεις αλλά στη χαμηλή κατανάλωση και στη μέγιστη επιτάχυνση, έτσι η ροπή του βρίσκεται στα 1,1 χιλιογραμμόμετρα με τη μέγιστη τιμή της να επιτυγχάνεται στις 5.400 στροφές. Παράλληλα όμως, για να ενισχύσει την αίσθηση της γρήγορης επιτάχυνσης η Peugeot εφοδίασε τον κινητήρα με το σύστημα ACG. Η λειτουργία του συστήματος επιτρέπει στον κινητήρα τόσο κατά την επιτάχυνση όσο και την επιβράδυνση να απενεργοποιήσει τη λειτουργία της γεννήτριες, με αποτέλεσμα αφενός μεν να μειώνονται οι απώλειες του κινητήρα. Η γεννήτρια από την άλλη, μπαίνει σε λειτουργία μόλις η ταχύτητα του scooter σταθεροποιηθεί, φορτίζοντας έτσι την μπαταρία αποτελεσματικά. Παράλληλα για την εξοικονόμηση του συνολικού βάρους -που πάντοτε έχει μεγάλη σημασία ανεξαρτήτου κατηγορίας-  η Peugeot εγκατέστησε το ψυγείο του ψυκτικού υγρού στη δεξιά πλευρά του κινητήρα, περιορίζοντας την έκταση του κυκλώματος χρησιμοποιώντας μικρότερου μήκους σωλήνες. Με αυτό τον τρόπο κατάφερε να δημιουργήσει ένα ελαφρύτερο κύκλωμα και για την ψύξη του ψυγείου χρησιμοποίησε αεροδυναμικά πτερύγια που κατευθύνουν τον αέρα πάνω του, ενώ απ’ την πίσω πλευρά είναι εφοδιασμένο με βεντιλατέρ. Επιτυγχάνοντας έτσι τις ιδανικές συνθήκες ψύξης του κινητήρα, η εταιρεία υπόσχεται και χαμηλότερη κατανάλωση.

Σε πραγματικές συνθήκες

Στη θεωρία το Speedfight δείχνει πως έχει όλα τα φόντα ώστε να εκπληρώσει το σκοπό του, προσφέροντας μια γρήγορη και οικονομική μετακίνηση. Έχοντας το μικρό scooter μια βδομάδα στην κατοχή μας, είχε αρκετό χρόνο για να μας αποδείξει έμπρακτα την αξία του και αν κατακτά τον στόχο του. Στην πραγματικότητα το ACG σύστημα σε συνάρτηση με το ανακοινωμένο χαμηλό βάρος του scooter που βρίσκεται στα 121 κιλά (δυστυχώς δεν καταφέραμε να το ζυγίσουμε καθώς οι ζυγαριές εκείνο το διάστημα βρίσκονταν στις εγκαταστάσεις της DNA για να μετρήσουν το “Billet Sting”, το άρθρο του οποίου διαβάσατε νωρίτερα) κάνουν το Speedfight να ξεχωρίζει στον τομέα τον επιταχύνσεων, προσδίδοντάς του μια πιο ζωντανή επιτάχυνση με αποτέλεσμα να φτάνει γρήγορα την τελική του. Χάρη στις μικρές του διαστάσεις ελίσσεται σαν αίλουρος μέσα στους πνιγμένους δρόμους του κέντρου και σπάνια θα βρεθεί στριμωγμένο ανάμεσα στα αυτοκίνητα, αλλά ακόμη και τότε που μπορεί να μην επαρκεί το μεγάλο κόψιμο του τιμονιού, μπορείτε εύκολα να σηκώσετε το μπροστινό τροχό στον αέρα χάρη στη πισώβαρη κατανομή και να το μανουβράρετε επιτόπου. Η συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται απ’ την ευελιξία, με την αλλαγή κατεύθυνσης να έρχεται αβίαστα και άμεσα όπως σε όλα τα scooter που είναι εφοδιασμένα με μικρούς τροχούς.

Οι σκληρές αναρτήσεις ενδείκνυνται για γρήγορους ρυθμούς οδήγησης, όμως αν το πιρούνι είχε μια πιο προοδευτική επαναφορά θα φιλτράριζε πιο άνετα τις ανωμαλίες του δρόμου χωρίς να κοπανάει τόσο έντονα. Εδώ είναι καλό να αναφέρουμε πως αυτό είναι γνώριμο χαρακτηριστικό των περισσότερο scooter της κατηγορίας. Τα συνδυασμένα φρένα απ’ την πλευρά τους έχουν καλό αρχικό δάγκωμα και προσφέρουν δυνατή επιβράδυνση που εφιστά την προσοχή σας σε γλιστερούς δρόμους, καθώς το τιμόνι έχει την τάση να διπλώνει στα φρένα πανικού. Στον τομέα της κατανάλωσης η εταιρεία αναφέρει πως η ελάχιστη ανέρχεται στα 2,1 λίτρα για κάθε 100 χιλιόμετρα, όμως σε πραγματικές συνθήκες η μέγιστη τιμή είναι διπλάσια, ενώ όπως είχαμε αναφερθεί και παλιότερα η ελάχιστη για αυτή τη κατηγορία αποτελεί ουτοπία καθώς είναι σχεδόν ακατόρθωτο να οδηγηθούν νωχελικά με μισόκλειστο γκάζι.

Η απώλεια

Ορισμένα πράγματα πρέπει να τα χάσεις ώστε να τα εκτιμήσεις. Έτσι συνέβη και με το πλαϊνό σταντ του Speedfight, που με την απουσία του κάνει τη διαδικασία της στάθμευσης περισσότερο χρονοβόρα και λιγότερο πρακτική, αποτελώντας έτσι το μεγαλύτερο μειονέκτημά του. Ούτε τα όργανα που είναι τελείως σπαρτιάτικα, αποτελούμενα από μια μικροσκοπική LCD οθόνη, δεν είναι αρκετά για να ξεπεράσουν σε βαθμό το παράπτωμα της Peugeot. Στην προκείμενη περίπτωση όμως, η εταιρεία ίσως να έπραξε σωστά που επέλεξε αυτό τον τύπο οργάνων, καθώς μια έγχρωμη οθόνη θα ανέβαζε το κοστολόγιο ενώ η χρήση των αναλογικών ενδείξεων θα το έκανε να δείχνει ξεπερασμένο. Ανάμεσα στο χάος που επικρατεί στην κατηγορία των scooter των 125 κυβικών από την πληθώρα των μοντέλων, το να θέσετε ως κριτήριο μόνο το κόστος απόκτησης δεν θα βοηθήσει, καθώς με ελάχιστη διαφορά στα χρήματα μπορείτε να αγοράσετε διάφορα scooter που στοχεύουν στην εκπλήρωση των ίδιων στόχων. Συνεπώς θα πρέπει να επιλέξετε πιο συνειδητοποιημένα και αν θέσετε ως κριτήρια την μοντέρνα σχεδίαση και το χαμηλό βάρος τότε το Speedfight αποτελεί μια καλή επιλογή.

 

 

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ                              Speedfight 4 125

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

Μήκος (mm):

1.895

Ύψος (mm):

1.150

Μεταξόνιο (mm):

1.296

Απόσταση από το έδαφος (mm):

-

Ύψος σέλας (mm):

800

Ίχνος (mm):

-

Γωνία κάστερ (˚):

-

Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):

600

Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):

590

Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):

720

Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):

530

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Ατσάλινο σωληνωτό

Πλάτος (mm):

700

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

113/121

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τετράχρονος, υδρόψυκτος, μονοκύλινδρος με 2 Β/Κ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

52,4 x 57,8

Χωρητικότητα (cc):

125

Σχέση συμπίεσης:

-

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

11/7.400

Ροπή (kg.m/rpm):

1,1/5.600

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

44

Τροφοδοσία:

Ηλεκτρονικός ψεκασμός

Σύστημα εξαγωγής:

1 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Φυγοκεντρικός

Μετάδοση / σχέση:

Διαρκώς μεταβαλλόμενη με ιμάντα (CVT)

 

ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ

Ρύθμιση βαλβίδων (km):

-

Αλλαγή λαδιού (km):

Κάθε 5.000

Ποσότητα λαδιού με/χωρίς φίλτρο (l):

1/-

Φίλτρο λαδιού / αλλαγή (km):

-/-

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Ένα αμορτισέρ

Διαδρομή (mm):

68

Ρυθμίσεις:

Προφόρτισης

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

Αλουμινίου

Ελαστικό:

130/60-13

Πίεση (psi):

29/ 31 με συνεπιβάτη

ΦΡΕΝΟ

Ένας δίσκος 196mm με δαγκάνα δύο εμβόλων

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Μια οθόνη υγρών κρυστάλλων με ενδείξεις ταχύμετρου, ενός μερικού και ενός ολικού χιλιομετρητή, ώρας και συντήρησης. Ενδεικτικές λυχνίες για φλας, θερμοκρασία κινητήρα, μεγάλη σκάλα και βλάβης κινητήρα. Δυνατότητα ρύθμισης της έντασης της φωτεινότητας και της αντίθεσης της οθόνης. Συνδυασμένη λειτουργία φρένων και Full LED.

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Τηλεσκοπικό πιρούνι

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

85/32

Ρυθμίσεις:

-

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

Αλουμινίου

Ελαστικό:

130/60-13

Πίεση (psi):

26

ΦΡΕΝΟ

Ένας δίσκος 215mm με δαγκάνα ενός εμβόλου

 

Μέση

3,5

Ελάχιστη

3

Μέγιστη

4

Αυτονομία (km):

246,6

Αυτονομία ρεζέρβας (km):

-

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

7,4/-

    

 

 


 

BMW M 1000 RR Competition και M 1000 R Competition 2024 - Τις οδηγούμε στις Σέρρες

Με διαστημική αεροδυναμική και υλικά
1
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

29/9/2023

Έως το 2021 η BMW Motorrad χρησιμοποιούσε τα γράμματα “HP” (High Performance) για τις μοτοσυκλέτες και τα εξαρτήματα που σχεδίαζε το αγωνιστικό τμήμα της. Οι πρώτες μοτοσυκλέτες “HP2” χρησιμοποιούσαν το αερόψυκτο boxer των 1200 κυβικών του R1200GS του 2005, με διαφορετικούς εκκεντροφόρους και τροφοδοσία, ξεπερνώντας τους 110 ονομαστικούς ίππους. Αυτοί οι κινητήρες χρησιμοποιήθηκαν αργότερα σε όλα τα μοντέλα με τον αερόψυκτο boxer κινητήρα, έως την εμφάνιση του υγρόψυκτου. Λίγα χρόνια αργότερα, η BMW παρουσίασε την HP4, την πρώτη και μοναδική έως σήμερα μοτοσυκλέτα παραγωγής (έστω και περιορισμένης) με carbon πλαίσιο. Έκτοτε, τα γράμματα “HP” αφορούσαν τα αξεσουάρ, τα εξαρτήματα και κάποια σπορ πακέτα εξοπλισμού για τις μοτοσυκλέτες της γερμανικής εταιρείας, χάνοντας την αίγλη που είχαν οι μοτοσυκλέτες HP2/HP4 ως μοναδικά δημιουργήματα.

Όμως από το 2022 με την παρουσίαση της M1000RR, η BMW επαναπροσδιορίζει τη θέση του αγωνιστικού της τμήματος, δίνοντάς του ξανά έναν πιο ουσιαστικό ρόλο στην εξέλιξη των μοντέλων της.

2

Το γράμμα “M” (Motosport) προέρχεται από το αγωνιστικό τμήμα των αυτοκινήτων της BMW και εμφανίστηκε πρώτη φορά στο αυτοκίνητο Μ1 το 1972, που σχεδιάστηκε για αγώνες GT και πρωταθλήματα ενιαίου τύπου. Ο εξακύλινδρος εν σειρά κινητήρας του ήταν αποκλειστικά σχεδιασμένος από το αγωνιστικό τμήμα της γερμανικής εταιρείας και η έκδοση παραγωγής του αυτοκινήτου κατασκευαζόταν στο εργοστάσιο της Lamborgini στην Ιταλία. Στο ευρύ κοινό, το γράμμα “M” απέκτησε μυθικές διαστάσεις το 1984 όταν παρουσιάστηκε η πρώτη M3, που ήταν ειδικά σχεδιασμένη για το γερμανικό πρωτάθλημα τουρισμού DTM και ακολούθησε η M5 που τρόμαζε τις Porsche στις γερμανικές Autobahn.

Έκτοτε το γράμμα “M” θα το βρεις στις πιο σπορ και πιο ισχυρές εκδόσεις αυτοκινήτων στη γκάμα της BMW, με ειδικά σχεδιασμένους κινητήρες που δεν βρίσκεις σε κανένα άλλο μοντέλο της.

Το ίδιο πλέον ισχύει και για τις μοτοσυκλέτες, με τα μοντέλα M1000RR και M1000R να είναι τα πρώτα δείγματα, ενώ ήδη έχουν ετοιμάσει το M 1000 XR και θα έρθει σίγουρα M 1300 GS, αλλά και M 900 GS/XR/R με “πειραγμένους” boxer και δικύλινδρους εν σειρά κινητήρες.

Πέρα όμως από τις εκδόσεις “M”, επιλεκτικά θα υπάρξουν και εκδόσεις “M Competition”, που στα αυτοκίνητα αφορούν ειδικά μοντέλα “M” σχεδιασμένα για Trackday και το ίδιο ισχύει μέχρι στιγμής για της μοτοσυκλέτες.

Στις Σέρρες βρεθήκαμε για να πάρουμε μια πρώτη γεύση από τις κορυφαίες εκδόσεις M 1000 RR Competition και M 1000 R Competition, στα πλαίσιο της πανελλήνιας παρουσίασης αυτοκινήτων και μοτοσυκλετών “M”.

Παρά τον περιορισμένο χρόνο που είχαμε στη διάθεσή μας λόγω της παρουσίας και των αυτοκινήτων μέσα στην πίστα, δεν ήταν τόσο δύσκολο να πάρεις μια ιδέα για την προσωπικότητα των δύο μοτοσυκλετών και τις διαφορές που έχουν από τα S 1000 RR και S 1000 R.

4

Θα ξεκινήσουμε από το M 1000 RR Competition, όχι μόνο γιατί η εμφάνισή του είναι από ταινία επιστημονικής φαντασίας, αλλά και γιατί έχει την πιο μεγάλη διαφορά από τις S 1000 RR και M1000RR.

Όλη αυτή η carbon πανοπλία που φοράει δεν είναι για να εντυπωσιάζει στις καφετέριες, αν και μπορεί να το κάνει και αυτό με απόλυτη επιτυχία!

Ό,τι φτερό και αεροτομή βλέπετε πάνω του είναι μελετημένο σε επίπεδο αεροδυναμικής Formula 1. Κι αυτό το αποδεικνύουν με εμφατικό τρόπο οι αριθμοί, όπου έχουμε 22,6 κιλά κάθετης δύναμης στα 300km/h ενώ την ίδια στιγμή μειώνουν την αεροδυναμική αντίσταση, ανεβάζοντας την τελική ταχύτητα στα 314km/h από 306km/h που έχει το “απλό” M 1000 RR.

Συνήθως τα φτερά που αυξάνουν το downforce δημιουργούν και μεγαλύτερη αεροδυναμική αντίσταση, μειώνοντας την τελική. Εδώ έχουμε ταυτόχρονη αύξηση του downforce και μείωση της αεροδυναμικής αντίστασης! Μάλιστα η BMW λέει πως το M1000RR χωρίς τα φτερά του Competition Pack θα χρειαζόταν να έχει 10 ίππους περισσότερους για φτάσει τα 314km/h.

6

Βλέπουμε δηλαδή πως η πρόοδος στην αεροδυναμική δεν βελτιώνει μόνο τη συμπεριφορά μιας μοτοσυκλέτας, αλλά ταυτόχρονα βελτιώνει και τις επιδόσεις της χωρίς να χρειάζεται να βγάλει περισσότερους ίππους ο κινητήρας της. Αν φυσικά τα έχεις σχεδιάσει όλα σωστά… Ακόμα και τα carbon καλύμματα στα φρένα μειώνουν την θερμοκρασία τους κατά 10⁰ όταν φρενάρεις από ταχύτητες άνω των 200km/h.  

Βέβαια ο κινητήρας της M1000RR έχει θεμελιώδεις διαφορές σε σχέση με τον κινητήρα της S1000RR. Η πιο εντυπωσιακή (και πανάκριβη) είναι οι μπιέλες τιτανίου της Pankl. Ακολουθούν το ελαφρύτερο κατά 220 γραμμάρια ψαλίδι, το built-in σύστημα GPS για καταγραφή δεδομένων μέσα στην πίστα και η νέα αλυσίδα της Regina που ονομάζεται M Endurance και έχει λιγότερη ανάγκη για λίπανση.

Εννοείται πως το Competition Pack περιλαμβάνει δεκάδες εξαρτήματα από ενιαία κομμάτια αλουμινίου σκαλισμένα σε CNC, όπως είναι οι μανέτες, τα μαρσπιέ, οι λεβιέδες και πολλές βάσεις. Επίσης η πλεξούδα είναι διαφορετική, ώστε να αποσυνδέονται εύκολα τα φώτα και τα φλας χωρίς να “τρελαίνεται” το σύστημα Can Bus και φυσικά είναι έτοιμη να συνδεθεί με τα αγωνιστικά ηλεκτρονικά.

 

Για αγωνιστική χρήση η BMW προσφέρει τα ακόλουθα:

  Kit motors (type 5 -7) (είναι ολόκληροι blueprint κινητήρες)

- Kit electronics (STK & SBK)

- Race exhaust system

- Tank-seat configuration

- Race body kit

  

Μάλιστα όλα αυτά μπορείς να τα παραγγείλεις από το τοπικό κατάστημα της γειτονιάς σου και δεν χρειάζεται να έχεις “γνωστούς” στην εργοστασιακή ομάδα της BMW για να τα προμηθευτείς.   

Μπαίνοντας στην πίστα με M1000RR Competition αισθάνεσαι αμέσως πως αυτή η μοτοσυκλέτα έχει σχεδιαστεί για να έχει φιλικές σχέσεις με τα χρονόμετρα. Η παραδοσιακή φιλικότητα των S 1000 RR παραμένει, όμως εδώ τα πράγματα έχουν πολύ πιο απόλυτο χαρακτήρα. Ειδικά στους αργούς γύρους για ζέσταμα, το M 1000 RR Competition σου φωνάζει να ανοίξεις το γκάζι και να πάρεις φόρα. Η θέση οδήγησης μεταφέρει περισσότερο βάρος στον εμπρός τροχό και το ίδιο κάνουν τα αεροδυναμικά βοηθήματα, επιβάλλοντας ένα στιλ οδήγησης που απαιτεί το γκάζι να είναι σταθερά ανοιχτό.

11

Ο κινητήρας σε παρακαλεί να κρατάς τις στροφές πάνω από τις 11.000 και οι συμβατικές αναρτήσεις (επιβάλλονται από τους κανονισμούς του WSBK) χρειάζονται πίεση για να δείξουν τις δυνατότητές τους. Τα φρένα και τα ηλεκτρονικά χασμουριούνται από βαρεμάρα μέχρι να πάρεις πραγματικά φόρα και γενικά όλη η μοτοσυκλέτα δυσανασχετεί και δεν έχει την υπομονή που έχει η S 1000 RR με όσους ψάχνουν τον βηματισμό τους μέσα στην πίστα. Μόλις όμως αρχίσεις να στύβεις το γκάζι, αρχίζει να ηρεμεί, όπως αρμόζει σε μια μοτοσυκλέτα υπερεπιδόσεων που έχει σχεδιαστεί για να την πιέζεις στα όριά της.

7

Η αλλαγή σέλας από την “καθαρόαιμη” M 1000 RR Competition στην γυμνή M1000R Competition, χρειάζεται ολοκληρωτικό reset του μυαλού σου. Μπορεί η μόνη διαφορά τους στα χαρτιά να είναι η απουσία φαίρινγκ και η εργονομία της θέσης οδήγησης, όμως στην πράξη το M1000R Competition έχει τεράστια διαφορά, τόσο από την superbike αδερφή της, όσο και από την S 1000 R στην οποία βασίζεται. Ήδη από τον πρώτο γύρο καταλαβαίνεις πως έχει σχεδιαστεί για πίστα, αλλά όχι για να σπάσει τα χρονόμετρα. Είναι πολύ πιο hardcore και άμεση στις αντιδράσεις της από την S 1000 R, αλλά ταυτόχρονα δεν συγχωρεί λάθη, ούτε συμπαθεί τους τεμπέληδες αναβάτες που ζητάνε από την μοτοσυκλέτα τους να κάνει εκείνη τον χρόνο για πάρτη τους. Εδώ θα πρέπει να κοπιάσεις για να δεις το αποτέλεσμα και κυρίως θα πρέπει να είσαι συγκεντρωμένος από το πρώτο δευτερόλεπτο. Πρόκειται για μια έκδοση που ακολουθεί το πνεύμα των καιρών, το οποίο θέλει τα Streetfighter να είναι θηρία μέσα στην πίστα και να χορταίνει ο αναβάτης τους με ωμή βία.    

Στο μόνο που μοιάζει με την M 1000 RR Competition είναι στον εξοπλισμό, με τα εντυπωσιακά αεροδυναμικά φτερά και επιπλέον έχει ζάντες carbon, ημί-ενεργητικές αναρτήσεις και σύστημα key-less.

9

 

Ετικέτες