Honda CRF450R (2015)

Έχει το κουμπί της
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

20/10/2017

Για την CRF450 του 2015 η Honda μπήκε για τα καλά στο σχεδιαστήριο κάνοντας πολλές αλλαγές και βελτιώσεις με γνώμονα την βελτίωση της δύναμης αλλά και του χειρισμού

Το συγκεκριμένο άρθρο γράφτηκε το 2015 και δημοσιεύθηκε στο τεύχος 544 του ΜΟΤΟ, και αφορά την πληρέστερη και πιο ολοκληρωμένη δοκιμή του Honda CRF 450R, έτσι όπως μόνο το ΜΟΤΟ έχει τη δυνατότητα να κάνει

Η πορεία της CRF450 από την παρουσίασή της για πρώτη φορά το 2002 μέχρι και σήμερα έχει να επιδείξει μια αξιοζήλευτη πορεία, αλλά και σκαμπανεβάσματα που έφεραν προβληματισμό.
Αν μπορούσαμε να οριοθετήσουμε τις περιόδους που είναι τρεις αυτά τα 13 χρόνια που υπάρχει η CRF450, θα λέγαμε ότι η πρώτη περίοδος από το 2002 έως το 2008 ήταν η ένδοξη, αφού σε αυτή την εξαετία η CRF έγινε το σημείο αναφοράς σαν η καλύτερη τετράχρονη μοτοσυκλέτα ΜΧ που υπήρχε εκείνη την εποχή, όπως και μεγάλη εμπορική επιτυχία παγκοσμίως. Η Honda είχε βρει την χρυσή τομή φτιάχνοντας μια μοτοσυκλέτα που ήταν που ήταν το ευχάριστο παιχνίδι για τον αρχάριο και αργό αναβάτη, αλλά και το σούπερ όπλο για τον γρήγορο που ήταν έτοιμος να κερδίσει αγώνες.


Από την γέννησή της το 2002 μέχρι το 2008 η CRF άλλαζε χρόνο με τον χρόνο με μικρές και όχι ανατρεπτικές αλλαγές. Έφτασε μέχρι το 2008 και στην ουσία βασιζόταν στην αρχική έκδοση του 2002, κι αυτό κάπου είχε κουράσει τον κόσμο. Έπρεπε να έρθει κάτι πραγματικά νέο, κι έτσι το 2009 η CRF μπαίνει στην δεύτερη περίοδο της ζωής της. Επανασχεδιάστηκε πλήρως, απέκτησε ψεκασμό στην τροφοδοσία και ήταν πραγματικά μια νέα μοτοσυκλέτα που ουδεμία σχέση είχε με την προηγούμενη έκδοση. Εδώ κάπου αρχίζει να χαλάει η συνταγή της επιτυχίας, αφού η μοτοσυκλέτα δεν ήταν το ίδιο καλή με το παρελθόν και έδειχνε μάλλον ημιτελής. Αυτή η έκδοση διατηρήθηκε μέχρι το 2012 και μπορούμε να πούμε ότι το 2012 είχε φτάσει σε ένα πολύ ικανοποιητικό επίπεδο, αλλά είχε έρθει η στιγμή η CRF να ανανεωθεί και πάλι ολοκληρωτικά κι έτσι για το 2013 είδαμε μια εντελώς νέα μοτοσυκλέτα που ουδεμία σχέση είχε με την προηγούμενη.
Μπαίνοντας στην τρίτη φάση της ζωής της η CRF το 2013 είχε δεχτεί και καλές αλλά και κακές κριτικές, ιδιαίτερα για τον χειρισμό που έδειχνε να έχει μια ασάφεια λόγω του πιρουνιού. Το 2014 έδειξε ότι βελτιώνεται συνολικά και για την φετινή χρονιά έρχεται με πλήθος βελτιώσεων, αλλαγών αλλά και καινοτομιών, όπως είναι ο προγραμματισμός του χάρτη της ηλεκτρονικής εύκολα από ένα κουμπί στο τιμόνι. Δείχνει αισθητά βελτιωμένη κι αν δούμε μέχρι τώρα την πορεία του Trey Canard στο Αμερικάνικο Supercross όπου έχει πετύχει δυο νίκες και διεκδικεί τον τίτλο, μάλλον η μοτοσυκλέτα έχει γίνει αρκετά καλή πλέον. Στο πρωτάθλημα ΑΜΑ Supercross αγωνίζονται μοτοσυκλέτες παραγωγής βελτιωμένες, οπότε για να είναι ανταγωνιστικό κάτι σε αυτό το υψηλό επίπεδο θα πρέπει να είναι πραγματικά καλό στην αρχική του σχεδίαση όπως βγαίνει στην παραγωγή.

Έγινε δουλειά
Η νέα CRF με την πρώτη ματιά δεν δείχνει διαφορετική από αυτή του 2014, όμως αν ρίξεις μια πιο σχολαστική ματιά θα διαπιστώσεις ότι υπάρχουν πολλές διαφορές.
Ξεκινώντας από τον κινητήρα έχουμε νέα κεφαλή, νέα εξάτμιση με μεγαλύτερη διάμετρο και νέα ρύθμιση στην διαχείριση της ανάφλεξης-καυσίμου PGM-FI, για καλύτερη απόδοση του κινητήρα, με ομαλότερη επιτάχυνση και αυξημένη δύναμη στις υψηλές στροφές.
Νέο είναι και το πιστόνι με επεξεργασία για μεγαλύτερη αντοχή και νέο είναι επίσης και το βολάν AGG με μεγαλύτερη μάζα για ομαλότερη λειτουργία και καλύτερη συμπεριφορά στις χαμηλές στροφές λειτουργίας του κινητήρα, κάτι που μειώνει την πιθανότητα σβησίματος.
Για ευκολία στον χειρισμό έχουμε νέο μαλακότερο ελατήριο στην γκαζιέρα και νέα ντίζα αμπραγιάζ για πιο μαλακή αίσθηση.


Η μεγάλη καινοτομία έρχεται από την Honda στο γεγονός ότι έχει τοποθετήσει ένα σύστημα που ενεργοποιείται από ένα κουμπί στο τιμόνι και δίνει την δυνατότητα στον αναβάτη να κάνει πολύ εύκολα επιλογή χαρτογράφησης. Έχει επιλογή τριών χαρτών ανάλογα με τις συνθήκες που επικρατούν στην πίστα, ενώ υπάρχει και διαγνωστικό για περαιτέρω ρυθμίσεις, που δίνεται ως έξτρα.


Στις αναρτήσεις έχουμε για εμπρός πιρούνι PSK της Kayaba με πέντε διαφορετικές ρυθμίσεις λειτουργίας, που έχει αργή και γρήγορη απόσβεση επαναφοράς και συμπίεσης και προφόρτιση, ενώ νέο είναι το cartridge με αλλαγές στο εσωτερικό του για μειωμένο βάρος.
Νέο είναι και το αμορτισέρ, επίσης της Kayaba, με νέο ρυθμιστή επαναφοράς και συμπίεσης για καλύτερη ισορροπία. Επέμβαση έχει γίνει και στο εμπρός φρένο όπου τώρα ένας μεγαλύτερος δίσκος 260mm έχει αναλάβει να σταματάει την γρήγορη CRF. Μια πινελιά αλλαγής δείχνουν τα νέα γραφικά στα πλαστικά του ρεζερβουάρ, καθώς και το μαύρο προστατευτικό του δισκοφρένου κι οι επίσης  μαύρες γρίλιες του ψυγείου.  

 

ινητήρας όλα τα λεφτά
Όταν ανεβαίνεις στην σέλα της νέας CRF δεν καταλαβαίνεις και καμιά ιδιαίτερη διαφορά από αυτή του 2014, αλλά όταν κατεβάσεις την μανιβέλα και ακούσεις τον θόρυβο από την εξάτμιση όσο παίζεις με το γκάζι για να ζεστάνεις τον κινητήρα πριν μπεις στην πίστα, σου κάνει εντύπωση η ευστροφία και ο άμεσος τρόπος που ανεβάζει στροφές στο παραμικρό άνοιγμα του γκαζιού.
Μπαίνοντας στην πίστα η αρχική εντύπωση που είχες όταν τον ζέσταινες ότι πρόκειται να είναι δυνατός αυτός ο κινητήρας, παύει να είναι εντύπωση και γίνεται πραγματικότητα. Έχει πολλή δύναμη από πολύ χαμηλά, ανεβάζει γρήγορα στροφές μέχρι πολύ ψηλά με απόλυτα γραμμικό τρόπο θυμίζοντας ηλεκτρικό κινητήρα στην αμεσότητα της απόδοσης.
Οι αλλαγές που έγιναν στον κινητήρα έχουν φέρει συνολική και αισθητή βελτίωση από το προηγούμενο μοντέλο του 2014, κι αυτό το βλέπεις στις μεγάλες ευθείες ή στις ανηφόρες, όπου η πολλή δύναμη κάνει τις αποστάσεις να τελειώνουν γρήγορα. Όταν επέμβεις στην χαρτογράφηση και αλλάξεις συνολικά την απόδοση πατώντας το μαγικό κουμπάκι, επιλέγοντας να βάλεις τον άγριο χάρτη για πίστες γρήγορες ή στην άμμο όπου χρειάζεται πολλή δύναμη, ο κινητήρας γίνεται πιο επιθετικός και δίνει πολλή δύναμη χαμηλά, προσθέτοντας και υπερστροφία ψηλά. Η δεύτερη επιλογή είναι μια πιο μαλακή χαρτογράφηση και συνιστάται για πίστες που γλιστράνε. Η στάνταρ χαρτογράφηση είναι κάτι ανάμεσα στις δυο προηγούμενες χαρτογραφήσεις.
Στην πίστα που οδηγήσαμε την CRF μου άρεσε πολύ με την επιθετική χαρτογράφηση, λόγω δύναμης και ευστροφίας. Παρ’ ότι πλέον είμαι χοντρός και όχι τόσο γρήγορος, την ευχαριστήθηκα πολύ με αυτή την ρύθμιση.

Ανεβάζει γρήγορα στροφές μέχρι πολύ ψηλά με απόλυτα γραμμικό τρόπο

Το ολοκαίνουργιο πιρούνι δυστυχώς είναι πάρα πολύ σκληρό και χαλάει την υπεροχή που δείχνει να έχει η μοτοσυκλέτα σε όλους τους άλλους τομείς. Εκτός του ότι είναι κυριολεκτικά τσιμέντο, έχει μια βαριά αίσθηση και αυτή η ακαμψία που παρουσιάζει σε δυσκολεύει στις εισόδους των στροφών. Σε αντίθεση, το αμορτισέρ διαβάζει πολύ καλά, απορροφά θετικά της ανωμαλίες του εδάφους και είναι πολύ ενδοτικό. Καμία σχέση με το πιρούνι που ξαναλέω ότι έχει πολύ μεγάλη αντίσταση και όχι μόνο δεν τερματίζει ποτέ όσο μεγάλα άλματα και να κάνεις, δεν φτάνει ούτε μέχρι την μέση της διαδρομής του. Στις ευθείες με τα μικρά παρατεταμένα σαμάρια δεν δουλεύει και δεν αφήνει την CRF να βουτήξει μέσα στην στροφή στην είσοδο. Μετά την είσοδο στρίβει καλά, όπως έχουμε συνηθίσει να είναι το στρίψιμο με τις κόκκινες μοτοσυκλέτες, ακολουθώντας την τροχιά που θέλεις.
Η CRF επειδή είναι πολύ λεπτή και με γρήγορη γεωμετρία έχει καλό χειρισμό, ειδικά στα άλματα όπου παρουσιάζει πολύ προβλέψιμη συμπεριφορά. Σε συνδυασμό με τον φοβερό κινητήρα αρκεί μια δυνατή γκαζιά με μόλις πέντε μέτρα φόρα για να κάνει είκοσι μέτρα άλμα. Τα φρένα είναι άριστα, ιδιαίτερα το εμπρός που τώρα με το νέο δίσκο είναι πολύ δυνατό χωρίς να μπλοκάρει. Όσο δυνατά κι αν το πατήσεις έχει προοδευτική απόδοση και στο ίδιο επίπεδο κινείται και το πίσω φρένο.

Από αυτόν το διακόπτη μπορείς να αλλάζεις την χαρτογράφηση κατά την διάρκεια της οδήγησης χωρίς να χρειάζεται να σταματήσεις

 

Τεράστια βελτίωση
Για το 2015, τη χρονιά που ήδη διανύουμε, η CRF έχει τεράστια βελτίωση με ένα θεϊκό κινητήρα που γίνεται ακόμα καλύτερος με την ευκολία που μπορείς να αλλάζεις την χαρτογράφηση για να τον φέρεις όσο πιο κοντά γίνεται στις οδηγικές σου ικανότητες ή στις συνθήκες που επικρατούν στην πίστα που οδηγείς. Έχει ευελιξία και ελαφριά αίσθηση και ο χειρισμός παίρνει άριστα. Είναι πολύ προβλέψιμο στα άλματα, έχει κορυφαία ποιότητα κατασκευής και κορυφαία φρένα. Το μόνο που δεν μας άρεσε ήταν το πιρούνι, που θέλει άμεση επέμβαση για να συμβαδίζει με το πραγματικά κορυφαίο υπόλοιπο σύνολο.

Το νέο πιρούνι της KYB, PSF δεύτερης γενιάς, έχει μεγάλο εύρος ρυθμίσεων για αργή και γρήγορη απόσβεση επαναφοράς και συμπίεσης, όπως και για την προφόρτιση, όμως στις στάνταρ ρυθμίσεις είναι πολύ σκληρό και χρίζει άμεσης βελτίωσης
 
ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
Αντιπρόσωπος:
ΑΦΟΙ ΣΑΡΑΚΑΚΗ ΑΕΒΜΕ
 
 
 
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ
Μήκος (mm):
2181
Μεταξόνιο (mm):
1490
Απόσταση από το έδαφος (mm):
330
Ύψος σέλας (mm):
952
Ίχνος (mm):
116
Γωνία κάστερ (˚):
27ο 04’
Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):
570
Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):
540
Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):
900
 
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος:
Αλουμινένιο δυο δοκών με αφαιρούμενο υποπλαίσιο
Πλάτος (mm):
 
Βάρος κατασκευαστή, γεμάτη (kg):
110,5
Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):
6,2
 
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος:
Τετράχρονος μονοκύλιδρος, υγρόψυκτος με 4 βαλβίδες και 1ΕΕΚ
Διάμετρος επί διαδρομή (mm):
96,0 x 62,1
Χωρητικότητα (cc):
449
Σχέση συμπίεσης:
12,5:1
Τροφοδοσία:
Ηλεκτρονικός ψεκασμός διπλού χρονισμού PGM-FI με 46mm σώμα ψεκασμού
Σύστημα εξαγωγής:
1 σε 1
Σύστημα λίπανσης:
Ξηρό κάρτερ με δυο αντλίες λαδιού
Σύστημα εκκίνησης:
Μανιβέλα
 
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Συμπλέκτης:
Υγρός πολύδισκος με ντίζα
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:
Με γρανάζια / 1,444
Τελική μετάδοση / σχέση:
Με αλυσίδα / 3,692
 
ΠΙΣΩ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Ένα αμορτισέρ Showa με μοχλικό prolink
Διαδρομή (mm):
312
Ρυθμίσεις:
Απόσβεση επαναφοράς και συμπίεσης, προφόρτιση ελατηρίου
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
Αλουμινίου 2,15Χ19’
Ελαστικό:
120/90-19
ΦΡΕΝΟ
Ένας δίσκος 240mm με δαγκάνα ενός εμβόλου
 
ΕΜΠΡΟΣ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Αντεστραμμένο πιρούνι της Kayaba PSF
Διαδρομή/Διάμετρος (mm):
310/48
Ρυθμίσεις:
Προφόρτιση με αέρα και ρυθμίσεις επαναφοράς και συμπίεσης
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
Αλουμινίου 1,60Χ21
Ελαστικό:
80/100-21
Πίεση:
 
ΦΡΕΝΟ
Ένας δίσκος 260mm με δαγκάνα δυο εμβόλων

 

 

 

Ετικέτες

Δοκιμή μεταχειρισμένου: Yamaha YZF-R6 ABS (2017)

Το τελευταίο τετρακύλινδρο Supersport της Yamaha που μπορούσε να βγάλει πινακίδα
Yamaha R6 minitest μεταχειρισμένου
Κώστα Γκαζή
Από τον

Κώστα Γκαζή

19/12/2022

Του Μπάμπη Μέντη

Φωτό: Γιώργος Νιαουνάκης

To 2017 και μετά από πολλά χρόνια στασιμότητας, η Yamaha επανήλθε δυναμικά στην κατηγορία των supersport 600, κάνοντας μια γενναία και στοχευμένη αναβάθμιση στο R6. Αυτή έμελλε να είναι και η τελευταία τετρακύλινδρη Supersport πρόταση με δυνατότητα έκδοσης πινακίδας της ιαπωνικής εταιρείας.

Κάποτε τα supersport 600 ήταν μοτοσυκλέτες για όλες τις δουλειές. Μετά δημιουργήθηκε η κατηγορία SS 600 στο παγκόσμιο πρωτάθλημα WSBK με συνέπεια την εξειδίκευση και τον μονοδιάστατο χαρακτήρα. Έως το 2008 η κατηγορία αυτή ήταν η καλύτερη επιλογή για όποιους αγαπούσαν τα track days ή συμμετείχαν σε τοπικούς και εθνικούς αγώνες.

Όμως η “ηλεκτρονική επανάσταση” που έφεραν τα νέας γενιάς Superbike 1000, επανάσταση που τα έκανε πιο εύκολα, πιο ασφαλή και τελικώς πιο γρήγορα μέσα στην πίστα για όλους, έσπρωξε τα SS600 στο εμπορικό παρασκήνιο και τον μαρασμό. Όπου δεν υπάρχουν πελάτες, τα μεγάλα εργοστάσια δεν επενδύουν, και αυτό έγινε στην περίπτωσή μας, όπου επί μια δεκαετία (1998-2008) στην κατηγορία δεν άλλαξε ούτε βίδα. Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ήρθαν οι προδιαγραφές Euro 4 το 2017, και η πρόθεση της Dorna να καταργήσει τα SS600 από το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα, δίνοντας τη χαριστική βολή. Οπότε ήταν τεράστια έκπληξη για όλους, που στην έκθεση της Κολωνίας το 17, η Yamaha πήγε κόντρα στην εμπορική λογική και παρουσίασε την τρίτη ουσιαστικά γενιά του R6. Μπορούμε να διαφωνούμε για ώρες σχετικά με το αν είναι καινούριο ή αναβαθμισμένο μοντέλο, όμως δεν έχει καμία σημασία.

Yamaha R6 2017

Εξωτερικά είναι εντελώς διαφορετικό από πριν και ίσως η πιο όμορφη σπορ μοτοσυκλέτα της Yamaha. Για κάποιους είναι πιο όμορφη κι από την R1! Η αλήθεια είναι ότι από πίσω και από το πλάι μοιάζουν ολόιδιες, αλλά στην πραγματικότητα όλα τα κομμάτια του φαίρινγκ είναι εντελώς διαφορετικά. Το 2017 η Yamaha υποστήριζε ότι το νέο R6 ήταν η πιο αεροδυναμική μοτοσυκλέτα που έχει φτιάξει ποτέ. Δεν κάναμε δικές μας δοκιμές σε αεροσήραγγα, αλλά μπορούμε να πούμε ότι στη μεγάλη πίσω ευθεία των Μεγάρων η αεροδυναμική κάλυψη ήταν φανταστική. Σκύβοντας πίσω από τη ζελατίνα επικρατεί απόλυτη ησυχία και δεν υπάρχει ίχνος στροβιλισμών, σε κανένα σημείο του σώματος. Νοιώθεις σαν να αποτελείς ενιαίο τμήμα της μοτοσυκλέτας και το R6 αποδεικνύει ότι η αεροδυναμική μπορεί να συνυπάρξει με την ομορφιά.

Yamaha R6

Η θέση οδήγησης έχει μικρές διαφορές στην εργονομία, αλλά θα τις αντιληφθεί μόνο όποιος έχει το παλιότερο μοντέλο. Ουσιαστικά η διαφορά είναι στη στενότερη και πιο επίπεδη σέλα. Εγώ που είχα μερικά χρόνια να ανέβω σε R6, μου φάνηκε ίδια με του προηγούμενου. Αυτό σημαίνει ότι εξακολουθεί να είναι άψογη για οδήγηση μέσα στην πίστα, με αρκετό χώρο για τα πόδια και εξίσου αρκετό χώρο για να μετακινείς ανεμπόδιστα το σώμα σου. Στα μεγάλα superbike δεν μου αρέσουν ιδιαίτερα οι ευρύχωρες θέσεις οδήγησης, διότι με 200 ίππους στον πίσω τροχό αναγκάζομαι να καταβάλω μεγάλη σωματική προσπάθεια στις εξόδους των στροφών για να κρατηθώ πάνω τους και το ίδιο ισχύει στα δυνατά φρένα από τις πολύ υψηλές ταχύτητες που καταφέρνουν να πιάσουν σε κάθε ευθεία. Αυτό μετά από μερικούς γύρους με κουράζει, ρίχνοντας τον ρυθμό και προκαλώντας οδηγικά λάθη. Όμως στα SS600 οι επιταχύνσεις είναι πιο ανθρώπινες και χρειάζεσαι την εύκολη μετακίνηση του σώματος πάνω τους, καθώς δεν τα οδηγείς σαν dragster και η μετατόπιση του βάρους πάνω τους είναι βασικό στοιχείο του τρόπου οδήγησής τους. Οι σημαντικές αλλαγές του νέου R6 βρίσκονται στο πιρούνι και τα φρένα, αλλά σίγουρα οι πιο “πιασάρικη” εμπορικά είναι η προσθήκη των ηλεκτρονικών βοηθημάτων.

Με 120 Hp, ηλεκτρονικά βοηθήματα και δυνατότητα έκδοσης πινακίδας

Yamaha R6 2017

Το R6 του 2007 ήταν η πρώτη μοτοσυκλέτα με ride by wire ψεκασμό και το 2017 έγινε η πρώτη μοτοσυκλέτα της κατηγορίας της που εκμεταλλεύτηκε αυτή την τεχνολογία για να αποκτήσει ένα ολοκληρωμένο σύστημα σύγχρονων ηλεκτρονικών βοηθημάτων. Το hardware του traction control δεν είναι τόσο προηγμένο όσο του R1, αφού δεν διαθέτει αισθητήρες επιτάχυνσης προς όλες τις κατευθύνσεις. Τα δεδομένα που παίρνει σε πραγματικό χρόνο είναι από την περιστροφή των τροχών, σε συνδυασμό με τις στροφές του κινητήρα και τη θέση του γκαζιού. Αυτά τα στοιχεία επεξεργάζονται μέσω αλγόριθμων και αναλόγως δίνεται ή όχι εντολή στην ECU να κόψει την παροχή ρεύματος στον κινητήρα. Με άλλα λόγια δεν έχουμε εδώ επέμβαση πρώτα στην τροφοδοσία και μετά στο ρεύμα όπως στα καινούρια superbikes. Παρ’ όλα αυτά μπορεί να ρυθμιστεί η ευαισθησία του σε έξι θέσεις (ουσιαστικά επιλέγεις το πρωτόκολλο των αλγόριθμων).

Επίσης, για μοτοσυκλέτα με ψεκασμό ride by wire προκαλεί εντύπωση που το quick shifter είναι παλαιού τύπου, μόνο για τα ανεβάσματα. Η αιτιολογία που δίνει η Yamaha για αυτή την επιλογή της είναι εντελώς παιδική. Λένε ότι είναι για θέμα ασφάλειας του αναβάτη (τυχαίο κατέβασμα!) και για λόγους μακροζωίας του κιβωτίου. Τίποτα από αυτά δεν ισχύει φυσικά και είναι απλώς θέμα κόστους. Πάντως το 2017 το R6 έγινε το μοναδικό ιαπωνικό 600 με quick-shifter στο βασικό εξοπλισμό του και ο σχεδιασμός του μοχλικού στο λεβιέ ταχυτήτων επιτρέπει να γυρίσεις “ανάποδα” το κιβώτιο, χωρίς επιπτώσεις στη λειτουργία του.

Yamaha R6

Ο κινητήρας εξακολουθεί να είναι από τους δυνατότερους στην κατηγορία του με 120 ονομαστικούς ίππους στον στρόφαλο, παρά το γεγονός ότι έχει τους περιορισμούς των προδιαγραφών Euro 4. Αυτό το κατάφεραν χρησιμοποιώντας νέας τεχνολογίας καταλύτες και εμπλουτίζοντας με οξυγόνο τα καυσαέρια στους αυλούς εξαγωγής. Η χαρτογράφηση της ηλεκτρονικής είναι επίσης νέα και έχει τρεις επιλογές (D-mode) για την απόκριση του γκαζιού, την STD, την πιο άμεση Α και την πιο ήπια Β. Στην πίστα των Μεγάρων η επιλογή Α ήταν μονόδρομος, αφού η ιδιαίτερη χάραξη της συγκεκριμένης πίστας απαιτεί άμεσες επιταχύνσεις στις εξόδους όλων των στροφών και δεν έχει ροή που θα χρειαζόταν κάποιου είδους έλεγχο του γκαζιού. Σε σύγκριση με το παρελθόν, ο κινητήρας του 2017 μοιάζει πιο πρόθυμος κάτω από τις 9.000 στροφές και δεν έχει εκείνη την εκνευριστική καθυστέρηση στην απόκριση του γκαζιού. Όμως το σκαλοπάτι απόδοσης στις 9.000 στροφές εξακολουθεί να υπάρχει και αν θέλεις να πας γρήγορα με αυτόν τον κινητήρα, τότε δεν πρέπει η βελόνα να δείχνει κάτω από αυτό το σημείο. Το καλό είναι ότι από τις 9.000 έως τις 16.000 (14.600 στην πραγματικότητα) που επεμβαίνει ο κόφτης, έχεις πάνω από 5.500 στροφές ισχυρής επιτάχυνσης. Οδηγήσαμε δύο διαφορετικά R6, το ένα εντελώς normal και το άλλο με πιο κοντή τελική μετάδοση και σλικ ελαστικά. Στην περίπτωση του νορμάλ χρειαζόταν να βάλω 1η στην Κ1 και στην “πλατεία”, καθώς η πρόσφυση των ελαστικών δρόμου δεν επέτρεπε να κουβαλήσω μεγάλη ταχύτητα μέσα στη στροφή, οπότε και οι στροφές του κινητήρα έπεφταν πολύ αν είχα δευτέρα. Αντίθετα στη μοτοσυκλέτα με τα σλικ και την πιο κοντή τελική μετάδοση μπορούσα να έχω 2α στις κλειστές στροφές και αξιοπρεπή επιτάχυνση στις εξόδους. Πάντως ο πρωταθλητής Αλέξης Παπαγεωργίου που μας έκανε την τιμή να είναι μαζί μας εκείνη την ημέρα και γύριζε κάτω από 1:07, μου είπε ότι στις ανοιχτές στροφές η 2α έσκαγε και έπρεπε να βάλει κούφια 3η και ότι το στάνταρ γρανάζι της νορμάλ μοτοσυκλέτας ταιριάζει καλύτερα σε αυτή την πίστα. Οπότε αν το γυρολόγιό σας είναι κάτω από 1:10 κρατήστε το νορμάλ γρανάζωμα. Μία άλλη σημαντική διαφορά που είχαν τα ελαστικά δρόμου (Dunlop 214) σε σχέση με τα slick (Dunlop επίσης) ήταν η επίπτωση στη λειτουργία του traction control, αλλά και στη συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας στις στροφές, λόγω πρόσφυσης και διαφορετικής κορώνας. Τα ελαστικά δρόμου έκαναν τη μοτοσυκλέτα να πλαγιάζει πιο ήρεμα (και αργά) στις εισόδους των στροφών και έδιναν μια αίσθηση ομαλότητας, αλλά ταυτόχρονα πρόσθεταν βάρος στο τιμόνι. Επίσης μετά από τρεις γύρους εμφάνιζαν σημάδια υπερθέρμανσης, αναγκάζοντας το traction control να βάλει ένα χεράκι βοήθειας. Το αποτέλεσμα όλων αυτών των στοιχείων ήταν να οδηγείς το R6 σαν να ήταν ένα μεγάλο superbike, προσπαθώντας να είσαι όση λιγότερη ώρα γίνεται πλαγιασμένος μέσα στη στροφή. Μόνο που εδώ δεν έχεις τα κυβικά και τους 200 ίππους να σε βγάλουν από τη στροφή… Όμως με τα slick που έχουν επιθετική κορώνα και υψηλά επίπεδα πρόσφυσης, το R6 έδειχνε πολύ πιο πρόθυμο να πλαγιάσει στην είσοδο της στροφής και διατηρούσε την ταχύτητά του (οπότε και τις στροφές του κινητήρα) ψηλότερα.

Ohlins

Η συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα (με τα slick ελαστικά) είχε επιπλέον αμορτισέρ της Ohlins και ένα τελικό τιτανίου της Akrapovic. Από τιτάνιο πάντως είναι και το στάνταρ τελικό. Το τελικό της Akrapovic κάνει λίγο περισσότερο θόρυβο αλλά δεν προσθέτει κάτι στην απόδοση του κινητήρα. Όσο για το αμορτισέρ της Ohlins, ήταν ρυθμισμένο για αναβάτη 80+ κιλών, οπότε μου έπεφτε κάπως σκληρό για τα δικά μου 67 κιλά. Το σκληρό αμορτισέρ φαινόταν κυρίως στα δυνατά φρεναρίσματα, όπου ο πίσω τροχός έχανε εύκολα την επαφή του με την άσφαλτο, αλλά και στο χούφτωμα του γκαζιού στην έξοδο της στροφή, όπου ακόμα και με τα slick εμφάνιζε ένα αρχικό γλίστρημα.

Το traction control που έχει το R6 δεν είναι τόσο προηγμένο όσο του R1 και βρίσκεται εκεί για να σε σώσει αν το παρακάνεις, όχι για να σε βοηθήσει να πας πιο γρήγορα. Έβγαλε τίμια το ψωμί του με τα ελαστικά δρόμου όταν υπερθερμαίνονταν, όμως με τα slick θα ήθελα να επεμβαίνει στην τροφοδοσία μειώνοντας την ταχύτητα ανόδου των στροφών και όχι στο ρεύμα, κόβοντας εντελώς την παροχή δύναμης. Για το τέλος άφησα τα φρένα, που ήταν το μεγάλο πρόβλημα στα προηγούμενα μοντέλα σε ότι αφορά τη δύναμη πέδησης.

R6

Για το 2017 το R6 απέκτησε τα φρένα της R1-S και μαζί τη δύναμη και το αρχικό δάγκωμα που χρειάζεσαι μέσα στην πίστα. Μαζί με το νέο 43mm upside down πιρούνι (αντί για 41mm) η αίσθηση και η αποτελεσματικότητα στο φρενάρισμα έφτασαν στο επίπεδο που άξιζε αυτή η μοτοσυκλέτα. Το μόνο πρόβλημα είναι ότι το ABS δεν ρυθμίζεται και κυρίως δεν απενεργοποιείται! Αυτή είναι εντελώς λάθος επιλογή από μέρους της Yamaha. Λένε ότι έχουν ρυθμίσει το ABS να επεμβαίνει καθυστερημένα ώστε να μην ενοχλεί μέσα στην πίστα, όμως σε μια μοτοσυκλέτα που ο πίσω τροχός ελαφραίνει τόσο εύκολα στα δυνατά φρεναρίσματα, θα έπρεπε τουλάχιστον να υπάρχει δυνατότητα απενεργοποίησης για το πίσω φρένο. Ο λόγος φυσικά είναι το κόστος και ο προμηθευτής. Η Yamaha δεν συνεργάζεται πλήρως με την Bosch για την προμήθεια των ηλεκτρονικών και προτιμά να φτιάχνει τα δικά της, αγοράζοντας μόνο το hardware. Καθώς το κόστος του συστήματος της R1 είναι μεγάλο, εδώ έχουμε ουσιαστικά το hardware του ΜΤ-10 προσαρμοσμένο (όσο γίνεται…) για οδήγηση στην πίστα. Από την άλλη μεριά, η Yamaha παρουσίασε δίπλα στη μοτοσυκλέτα μια ολόκληρη σειρά αγωνιστικών εξαρτημάτων για το R6 με ιδιαίτερα προσιτές τιμές, ακόμα κι από ιδιώτες που θέλουν απλώς να κάνουν track day.

Ναι

Το τελευταίο Yamaha R6 που έβγαζε αριθμό κυκλοφορίας

Όχι

ABS που δεν απενεργοποιείται και πρωτόλεια ηλεκτρονικά

Γιατί

Άκρως αποτελεσματικό στην πίστα χωρίς να σου κόβει τα χέρια

Εύρος τιμών

Ψάξτε, ψάξτε… δεν θα το βρείτε. Ελάχιστα πωλήθηκαν -τα περισσότερα για αγωνιστική χρήση, που ήταν και η σωστή επιλογή για την αγορά τους- και αυτή τη στιγμή θα είστε τυχεροί αν βρείτε έστω και ένα μεταχειρισμένο να πωλείται. Εμείς δεν ήμασταν -υπάρχει όμως ακόμα καινούργιο Κ.Π. χωρίς τη δυνατότητα έκδοσης αριθμού κυκλοφορίας, για 14.500 ευρώ.

Τι πρέπει να προσέξετε

Τα κλασικά όσον αφορά σε μοτοσυκλέτα που προορίζεται για χρήση πίστας. Προσοχή σε σημάδια που υποδηλώνουν πτώση ή αγωνιστική χρήση.

r6
Το ρεζερβουάρ είναι αλουμινένιο και το πλαστικό κάλυμμα εμπρός του έχει τα βράγχια του M1
R6
Επιτέλους τα φρένα ήρθαν στο επίπεδο της υπόλοιπης μοτοσυκλέτας
r6
Το όνομα δεν αρκεί, αφού το Ohlins που είχε η μία από τις δύο μοτοσυκλέτες ήταν υπερβολικά σκληρό και μείωνε την πρόσφυση του πίσω τροχού

ΥΓ. Οι φωτογραφίες κίνησης είναι από βελτιωμένο R6.

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ           

Αντιπρόσωπος:

ΜΟΤΟΔΥΝΑΜΙΚΗ Α.Ε.Ε.

Τιμή:

14.900 το 2017

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

Μήκος (mm):

2.040

Ύψος (mm):

1.150

Μεταξόνιο (mm):

1.375

Απόσταση από το έδαφος (mm):

130

Ύψος σέλας (mm):

850

Ίχνος (mm):

97

Γωνία κάστερ (˚):

24

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Δύο δοκών αλουμινίου

Πλάτος (mm):

 

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

-/190

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Υγρόψυκτος, τετρακύλινδρος σε σειρά με 4Β/Κ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

67 x 42,5

Χωρητικότητα (cc):

599

Σχέση συμπίεσης:

13,1:1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

120/14.500

Ροπή (kg.m/rpm):

6,3/10.500

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

200

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός ride by wire με μεταβλητού μήκους αυλούς εισαγωγής

Σύστημα εξαγωγής:

4 - 2 – 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Υγρός, πολύδισκος, μονόδρομος

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Γρανάζια/-

Τελική μετάδοση / σχέση:

Αλυσίδα / -

 

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

Κενή

Γεμάτη

Θεωρητικά

1,47

1,58

Πραγματικά

-

-

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Μοχλισμού με μονό αμορτισέρ

Διαδρομή (mm):

-

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς/συμπίεσης

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

5,5 x 17

Ελαστικό:

180/55-17

Πίεση:

-

ΦΡΕΝΟ

Δίσκος 220mm με δαγκάνα δύο εμβόλων και ABS

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Μονόχρωμη ψηφιακή οθόνη TFT με ενδείξεις για ταχύτητα, στροφές κινητήρα, σχέση ταχυτήτων, ρυθμίσεις απόκρισης γκαζιού σε τρεις θέσεις, ρυθμίσεις επέμβασης traction control σε 6 θέσεις με δυνατότητα απενεργοποίησης, quickshifter, δύο μερικοί χιλιομετρητές, ενδείξεις βενζίνης/ρεζέρβας

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Τηλεσκοπικό πιρούνι upside down

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

43/120

Ρυθμίσεις:

Πλήρως ρυθμιζόμενο

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

3,5 Χ 17

Ελαστικό:

120/70-17

Πίεση:

-

ΦΡΕΝΟ

Δύο δίσκοι 320mm με δαγκάνα τεσσάρων εμβόλων και ABS