Honda CRF1000L Africa Twin DCT [τ.557-2016]

Κόντρα στην Euro-τρόικα!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

26/10/2018

Μετά την ανανέωση του On-off μοντέλου της Honda για το 2018, δυό χρόνια μόλις μετά την επιστροφή του θρυλικού Africa, αναδημοσιεύουμε το αναλυτικό άρθρο με το τεστ του αυτόματου DCT μοντέλου, που ίσως να αποτελεί για αρκετούς μια ενδιαφέρουσα επιλογή ως μεταχειρισμένο. Ακολουθεί το τεστ όπως δημοσιεύτηκε στο τεύχος 557 του Απριλίου του 2016, και με την ευκαιρία μία μικρή ιστορία που ακολούθησε μετά την δημοσίευση αυτή. Η Dunlop Europe μας ζήτησε την παραπάνω φωτογραφία, με στόχο να την επιδεικνύει στους αντιπροσώπους της ανά την Ευρώπη, ως μία μικρή επιβεβαίωση πως το ελαστικό Trailsmart τα καταφέρνει πολύ καλά στο να αγγίζει αλλά και να ξεπερνά το όριο των 45ο σε φυσιολογική χρήση. Φυσικά εμείς δεν είχαμε κανένα τέτοιο στόχο, και ήταν θέμα συγκυρίας που η φωτογράφηση έγινε με τα συγκεκριμένα ελαστικά. Για εμάς ήταν μία ακόμη δοκιμή, όπως πάντα:

Μέχρι στιγμής έχουμε οδηγήσει το Africa Twin κάτω από όλες τις συνθήκες, με βροχή, με ήλιο, σε πέτρες και σε άμμο, έχοντας γράψει περισσότερα χιλιόμετρα από κάθε άλλον στην Ελλάδα, συνυπολογίζοντας και την αποκλειστική παρουσίασή του στην Ν. Αφρική. Το προνόμιο αυτής εδώ της μεγάλης παρέας των αναγνωστών του περιοδικού, είναι πως έχει παρακολουθήσει μαζί μας όλα όσα ανακαλύψαμε για την νέα Africa, κι έτσι μπορούμε να ξεκινήσουμε από αυτό που έχουμε νεότερο, την λειτουργία του DCT στις ελληνικές συνθήκες… και συνήθειες!

Έχουμε γράψει ότι το συγκεκριμένο DCT αποτελεί εξέλιξη αυτού του NC 750, και όχι του Crosstourer όπως ίσως θα περίμενε κανείς, όμως οι διαφορές τους είναι τόσες, που πρέπει να το δεις συνολικά από την αρχή, ξεχνώντας όσα θεωρούσες δεδομένα αν γνώριζες ήδη το NC. Πρώτη ειδοποιός διαφορά, είναι ότι μπορείς ν’ ανοίγεις το γκάζι από ελάχιστα χιλιόμετρα, χωρίς το Africa να σκορτσάρει ή να έχει απότομη συμπεριφορά. Αυτό συμβαίνει σε όλες τις διαφορετικές καταστάσεις λειτουργίας, αν και η “D” παραμένει εκείνη που είναι πιο κοντά στην προγενέστερη συμπεριφορά, σε ότι έχει να κάνει με την εκκίνηση και τον έλεγχο του γκαζιού στις πολύ χαμηλές στροφές.

Θυμίζουμε ότι το DCT έχει πλέον τρεις συνολικά διαφορετικές καταστάσεις λειτουργίας, αν υπολογίσεις και την “G” για το χώμα, ενώ και η σπορ ρυθμίζεται πλέον σε επίσης τρεις θέσεις. Η τρίτη θέση πραγματοποιεί τις αλλαγές βαθιά μέσα στο κόκκινο, ελάχιστα πριν επέμβει ο κόφτης που την παρουσία του αντιλαμβάνεσαι μονάχα όταν έχεις γυρίσει στην manual λειτουργία.

Αυτή η κατάσταση λειτουργίας είναι ιδανική όταν θέλεις να πας τέρμα γκάζι σε ανηφορικό επαρχιακό δρόμο γεμάτο στροφές και φουρκέτες, ενώ για μέσα στην πόλη η χρήση της ανταποκρίνεται σ’ ένα πολύ συγκεκριμένο στιλ, πολύ μακριά από τον μέσο όρο των υποψήφιων αγοραστών. Θα επανέλθω σ’ αυτό, ωστόσο η πραγματικότητα είναι ότι για όλες τις υπόλοιπες ανάγκες η S1 περισσότερο, και η S2 λιγότερο, είναι αυτό που χρειάζεσαι αν θες να κινηθείς γρήγορα μέσα στην πόλη.

Μονάχα η βελτίωση της εκκίνησης με το DCT, είναι αρκετή πρόοδος για το πιο προηγμένο σύστημα αυτόματου κιβωτίου στην παραγωγή αυτή την στιγμή, ωστόσο μην περιμένεις ότι δεν θα χρειαστείς κάποια προσαρμογή, πριν αρχίσεις να το συνηθίζεις. Ένα παράδειγμα στην νευρική, γρήγορη οδήγηση, θα εξηγήσει ακριβώς αυτό που εννοώ: Αλλάζοντας λωρίδες απότομα ανάμεσα στα αυτοκίνητα, κοιτώντας αστραπιαία πίσω πριν περάσεις στην επόμενη, ισορροπείς μία μοτοσυκλέτα με κανονικό κιβώτιο τσιμπώντας λίγο το συμπλέκτη, κρατώντας ένα δάχτυλο στην μανέτα του φρένου, έτοιμος να μπεις στην επόμενη λωρίδα, μόλις βεβαιωθείς ότι είναι ελεύθερη.

Ο λόγος για τον οποίο οδηγείς νευρικά, γιατί βιάζεσαι ή δεν θέλεις να συλληφθείς - δεν έχει καμία σημασία αυτή τη στιγμή. Ούτε αν είναι σωστό ή λάθος. Παραμένει δεδομένο ότι συμβαίνει στους ελληνικούς δρόμους και πρέπει να ξέρουμε τι κάνει το νέο DCT και σε αυτή την περίπτωση.

Δεν έχεις μανέτα συμπλέκτη, για να πραγματοποιήσεις χειρουργικό έλεγχο του γκαζιού. Κρατάς ένα δάχτυλο στο εμπρός φρένο και πρέπει να κάνεις κάτι καινούριο, να ελέγξεις το γκάζι με ακρίβεια περιστρέφοντας το γκριπ τόσο ακριβώς όσο χρειάζεται στην λεπτή ισορροπία που είσαι εκείνη την στιγμή. Κάποιοι παραπονιούνται ότι το DCT "κάνει ότι θέλει" την στιγμή που παρατηρώ ότι συμπεριφέρονται στο γκάζι όπως θα έκαναν σε οποιαδήποτε μοτοσυκλέτα. Δηλαδή χωρίς χειρουργική ακρίβεια, γιατί διορθώνουν με την μανέτα του συμπλέκτη. Το παρατήρησα γιατί το ίδιο κάνω κι εγώ την πρώτη μέρα με το DCT σε όλες τις Honda μέχρι τώρα, μέχρι να επαναπρογραμματίσω την σκέψη μου και να συνηθίσω την έλλειψη μανέτας, που πρακτικά μιλώντας, σε απασχολεί πλέον μονάχα σε πολύ συγκεκριμένες συνθήκες οδήγησης.

Δώσ’ του λίγο χρόνο

Όταν δοκιμάζεις ένα νέο σύστημα, τόσο διαφορετικό από κάθε τι άλλο, οφείλεις να αφιερώσεις λίγο χρόνο για να το κατανοήσεις και να το συνηθίσεις, δεν γίνεται να έχεις απαίτηση να γίνουν όλα ακριβώς όπως τα έχεις συνηθίσει. Πρέπει να αφήνεις ένα μικρό περιθώριο στην τεχνολογία να σου συστηθεί, και να δεις από και έπειτα, αν μπορείς να της κάνεις μία μικρή παραχώρηση. Έχω αναρωτηθεί πολλές φορές, πού ακριβώς βρίσκεται το όριο που μία παραχώρηση παραγίνεται μεγάλη, αλλά στην περίπτωση του DCT στο νέο Africa Twin δεν βρήκα τίποτα που να μην μπορείς να συνηθίσεις αν του αφιερώσεις λίγη προσοχή.

Αρχικά λοιπόν με ξένισε στην πολύ γρήγορη οδήγηση, μέσα στο κέντρο της Αθήνας, αλλά αποφάσισα να του δώσω λίγο χρόνο προσαρμογής. Κι όσο περισσότερο το χρησιμοποιούσα, τόσο λιγότερο μικρές μου φαινόντουσαν οι λεπτομέρειες, όπως αυτή που περιγράφω παραπάνω. Το μόνο που δεν του συγχωρώ, είναι η συνέπεια στην σούζα.

Μέχρι στιγμής οι σούζες στις DCT μοτοσυκλέτες ήταν τουλάχιστον μία αστεία διαδικασία. Το NC ήθελε τράβηγμα από τα αυτιά, εξαιτίας της μικρής του ροπής, και το Crosstourer σηκωνόταν πρώτα ολόκληρο σαν καμήλα εξαιτίας του άξονα, και μετά απότομα τιναζόταν ολόκληρο μπροστά, σε σημείο που απλά το δοκίμαζες μία φορά και δεν ασχολιόσουν ξανά. Τώρα όμως έχουμε και ροπή και σωστή κατανομή βάρους, όλα τα στοιχεία για μία καλή σούζα. Με το κανονικό κιβώτιο η Africa σηκώνεται πανεύκολα με την αλλαγή σε δευτέρα, ή με συμπλεκτάρισμα της δευτέρας πριν αλλάξεις σε τρίτη άνετα. Με το DCT μπορεί να σηκωθεί λίγο ο τροχός ακόμα και με δευτέρα, πριν προλάβει να αλλάξει σε τρίτη.

Αν όμως γυρίσεις σε χειροκίνητη αλλαγή, τότε μπορείς να την σηκώσεις με πρώτη και πατώντας αμέσως το αντίστοιχο κουμπί να βάλεις δευτέρα, κάνοντας μία μεγαλοπρεπή σούζα που δεν περιμένει κανείς, από αυτόματη μοτοσυκλέτα.

Το πρόβλημα είναι ότι σπάνια θα σε αφήσει να ανεβάσεις μία σχέση. Για να την ακρίβεια δεν το έκανε ποτέ σε διαδοχικές σούζες και τελικά είναι ανάλογο της ορμής με την οποία σηκώνεις τον εμπρός τροχό: Αν δεν γίνει πολύ απότομα θα προλάβεις να βάλεις και δευτέρα, αλλιώς είτε πατάς το κουμπί είτε όχι, το DCT δεν θα αλλάξει και θα σε οδηγήσει στο κόκκινο. Όλα τα παραπάνω, συνοψίζονται σε ένα μικρό και σημαντικό πλεονέκτημα, όταν είσαι εκτός δρόμου και μπροστά σου βρεθεί μία μεγάλη πέτρα ή νεροφάγωμα. Μπορείς να εκμεταλλευτείς την ροπή και να περάσεις τον εμπρός τροχό από πάνω, με ευκολία.

Με το νέο Africa είχα σχεδόν πάντοτε την σπορ λειτουργία του DCT στην τρίτη θέση, και τις ώρες που ήθελα να πάω σε πιο χαλαρό ρυθμό, απλά ανέβαζα από το αντίστοιχο κουμπί, χωρίς να αλλάξω στην “D”, το βρήκα πολύ πιο ξεκούραστο. Στην παρούσα φάση της δοκιμής, χωρίς τρακτερωτά ελαστικά, το κιβώτιο με τους δύο συμπλέκτες δεν έπασχε πουθενά σε όσους βατούς χωματόδρομους περάσαμε, ενώ βοηθά τον μέσο αναβάτη όταν οδηγεί όρθιος, να ξεχάσει τις αλλαγές που κουράζουν γιατί πρέπει να μετακινηθεί στα μαρσπιέ.

Africa για όλες τις δουλειές

Σε συνθήκες καθημερινής μετακίνησης η νέα Africa Twin αποδεικνύεται ιδιαίτερα ευέλικτη ανάμεσα στα αυτοκίνητα με μία θέση οδήγησης που είναι ταυτόχρονα ξεκούραστη και αρκετά όρθια για να είσαι πάντα σε εγρήγορση. Τα πάντα πάνω της είναι στο σημείο που θέλεις, περνάς το πόδι σου πάνω από τη σέλα και δεν κοπανάς σε χειρολαβές, το κατεβάζεις και δεν σε ενοχλούν τα μαρσπιέ, που είναι ωστόσο υπερβολικά μικρά για μοτοσυκλέτα. Σε λακκούβες και σαμαράκια, θα ήθελες ίσως πιο προοδευτική συμπίεση από το αμορτισέρ, αλλά αποζημιώνεσαι από το πιρούνι που λειτουργεί ιδανικά, αποσβένοντας όλες τις κακοτεχνίες. Από τα φρένα απουσιάζει η αρχική δύναμη ενώ είναι και πάρα πολύ προοδευτικά. Αυτός ο συνδυασμός σε κάνει να πιστεύεις ότι αν χρειαστεί να σταματήσεις απότομα θα δεινοπαθήσεις, αλλά στο τελευταίο στάδιο της διαδρομής της, η μανέτα σου δίνει την δύναμη που θέλεις.

Το καλό είναι ότι το ABS εργάζεται όπως ακριβώς θα ήθελες κυρίως όμως στον εμπρός τροχό. Είναι απροβλημάτιστο ακόμα και στο χώμα, σε κατηφόρες χωρίς πρόσφυση, σε βρεγμένο δρόμο, πρακτικά παντού κάτω από σε όλες τις συνθήκες, αν και στον πίσω τροχό η ανάδραση είναι έντονη στον λεβιέ, αν όμως το παρακάνεις.

Οι προβολείς είναι πανέμορφοι και θα ήταν ακόμα περισσότερο αν άναβαν μαζί, έστω και με λιγότερη ένταση ο αριστερός, για να είναι πιο ευχάριστο για όσους έρχονται αντίθετα. Τα φώτα χρειάζονται έτσι κι αλλιώς μία μικρή βελτίωση, καθώς το βράδυ δημιουργούν σκιάσεις, αλλά από την άλλη το εύρος της δέσμης είναι ικανοποιητικό και καλύπτει όλο το πλάτος του δρόμου.

Επιβεβαιώσαμε επίσης και εδώ στην Ελλάδα, αυτό που είχαμε γράψει στο πρώτο φετινό τεύχος, ότι το Africa Twin είναι πολύ σταθερό στην ευθεία και ότι το κοντέρ κλέβει αρκετά. Ξεκινά με απόκλιση έντεκα χιλιομέτρων στα εκατό χιλιόμετρα και ανεβαίνει ακόμα και τριάντα μετά τα διακόσια. Η τελική μετάδοση και η μακριά έκτη, περιορίζουν την τελική ταχύτητα περίπου στα διακόσια, που είναι και το όριο για τα ελαστικά με σαμπρέλα. Για την επιλογή της σαμπρέλας θα συμφωνήσουμε με την Honda ότι είναι καταλληλότερη για το χώμα, και το παράδειγμα το είχαμε γράψει επίσης, αυτό με τις ζάντες που στράβωσαν στην Ν. Αφρική χωρίς να χάσουν πίεση τα ελαστικά. Εκεί που έχουμε ενστάσεις, είναι για το πόσους από τους πιθανούς ιδιοκτήτες, αυτή η λεπτομέρεια παίζει ρόλο… Όπως και να έχει όμως, με αυτή την επιλογή, οτιδήποτε μετά τα διακόσια είναι ένα μικρό ρίσκο, και έτσι το κοντέρ διαλέγει να σε ξεγελάσει. Στο δυναμόμετρο που δεν υπάρχει αντίσταση από τον αέρα και οι τριβές στο σύνολό τους ελαχιστοποιούνται, η Africa μας έδειξε κοντά στα 230 χιλιόμετρα με την ένδειξη όμως στο κοντέρ να ξεπερνά τα 250…

Μιας και είμαστε στα όργανα, η επίστρωση των ενδείξεων είναι από υλικό που εφαρμόζει τελευταία η Honda στα οχήματά της, κι απορροφά το φως του ήλιου. Σε συνδυασμό με το σκούρο φόντο, όσο κάθετα κι αν πέσει επάνω στα όργανα ο ήλιος, αυτά παραμένουν ευανάγνωστα, χωρίς να στέλνουν αντανακλάσεις στον αναβάτη. Είναι αξιοπρόσεκτη αντίθεση με τις υπόλοιπες μοτοσυκλέτες του συγκριτικού, ενώ και το μενού είναι από τα πλέον εύχρηστα που υπάρχουν, γενικά στις νέες μοτοσυκλέτες.

Τόσο στην DCT έκδοση, όσο και σ’ εκείνη με το κανονικό κιβώτιο, σου κάνουν θετική εντύπωση η διαθέσιμη ροπή σε όλες τις στροφές και η πολύ γραμμική απόκριση του κινητήρα, που ελαχιστοποιούν τις αλλαγές σχέσεων. Μέχρι και πάνω από τις 7.000 στροφές ο κινητήρας αποδίδει με σταθερή αύξηση, δίνοντας σου την εντύπωση ότι το πραγματικό του όριο δεν είναι λίγο πιο πάνω που επεμβαίνει ο απότομος κόφτης…  Ιδιαίτερα με δευτέρα και τρίτη, δύο σχέσεις που εναλλάσσεις σε κλειστό επαρχιακό δίκτυο, η δύναμη του κινητήρα είναι παραπάνω από ικανοποιητικό και σου επιτρέπει να κρατήσει πολύ γρήγορο ρυθμό, παράλληλα με την συνδρομή των καλών αναρτήσεων. 

Γράφοντας χιλιόμετρα με την νέα Africa, τόσο με τη DCT έκδοση, όσο και με αυτή με το κανονικό κιβώτιο, οι αναρτήσεις άφησαν πολύ καλές εντυπώσεις, ιδιαίτερα από το πιρούνι όταν οδηγείς στο όριο. Το πιρούνι έχει προοδευτική λειτουργία μοιρασμένη ορθά σε στάδια, αποσβένοντας στην αρχή περισσότερο και σκληραίνοντας αργότερα περισσότερο, ενώ και η επαναφορά είναι σε σωστό ρυθμό, οπότε οδηγώντας γρήγορα στο χώμα, δεν τινάζεται από τα χέρια σου, όταν θα περάσεις με φόρα, πάνω από κάποια πέτρα. Το αμορτισέρ από την άλλη είναι λιγότερο προοδευτικό σε σύγκριση με το πιρούνι, όμως αυτό σου δίνει εμπιστοσύνη όταν οδηγείς γρήγορα στην άσφαλτο και μπορείς να επιταχύνεις δυνατά μέσα στην στροφή. Η σύγκριση με τις υπόλοιπες μοτοσυκλέτες της – ευρύτερης – κατηγορίας, θα δώσει περισσότερο φως σε όσα έχει να προσφέρει το νέο, πολυαναμενόμενο Africa Twin!

 

Στο τέλος ακολουθεί gallery με όλες τις λεπτομέρειες

HONDA CRF1000 Africa Twin / DCT  

Αντιπρόσωπος:

Αφοι Σαρακάκη ΑΕΒΜΕ

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΣΚΙΤΣΟ

Μήκος (mm):

2.335

Ύψος (mm):

1.475

Μεταξόνιο (mm):

1.575

Απόσταση από το έδαφος (mm):

250

Ύψος σέλας (mm):

850 / 870

Ίχνος (mm):

 

Γωνία κάστερ (˚):

 

Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):

780

Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):

620

Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):

900

Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):

570

 

ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ

 

229,5 (DCT: 239,5) (χωρίς καύσιμο: 215,4 – 225,4)

Πίσω

49,7%

Εμπρός

50,3%

Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:

+0,01%

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Ατσάλινο δύο δοκών, ενιαίο υποπλαίσιο

Πλάτος (mm):

875 (930)

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

208/228 (212/232 με ABS) (222/242 με ABS και DCT)

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Υγρόψυκτος, δικύλινδρος σε σειρά με unicam και 4Β/Κ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

92Χ75,1

Χωρητικότητα (cc):

998

Σχέση συμπίεσης:

-

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

95,2/7.500

Ροπή (kg.m/rpm):

10/6.000

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

95,4

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός

Σύστημα εξαγωγής:

2 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Υγρός πολύδισκος μονόδρομος (DCT: δύο υγροί πολύδισκοι)

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Γρανάζια/-

Τελική μετάδοση / σχέση:

Αλυσίδα/-

 

 

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Km/h

Sec

Μέτρα

0-50

1,20

10,00

0-100

3,20

52,00

0-150

7,20

196,00

0-200

 

 

0-250

 

 

 

ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Μέτρα

Sec

km/h

0-400

11,60

174,86

0-1.000

23,20

193,90

 

ΕΙΚΟΝΙΚΟ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

80-140

3,80

124,00

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ (sec/μέτρα)

Km/h

4η

5η

6η

40-80

-

-

6,6/111

80-120

-

-

2,8/78

120-160

-

-

4,4/176

160-200

 

 

 

200-240

 

 

 

 

ΦΡΕΝΑΡΙΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

120-40

2,60

58,00

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

Κενή

Γεμάτη

Θεωρητικά

2,22 (DCT: 2,33)

2,4 (DCT: 2,54)

Πραγματικά

2,49 (DCT: 2,60)

2,65 (DCT: 2,77)

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Μονού αμορτισέρ της WP

Διαδρομή (mm):

220

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου και απόσβεση επαναφοράς

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

4 Χ 18

Ελαστικό:

150/70-17

Πίεση:

-

ΦΡΕΝΟ

Μονός, wave, δίσκος 256mm με δαγκάνα ενός εμβόλων (DCT: δαγκάνα χειρόφρενου, με μανέτα αριστερά) (DCT: Δικάναλο ABS που μπορεί να απενεργοποιηθεί πίσω)

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Ψηφιακό πολυόργανο με ενδείξεις για ταχύτητα, σχέση κιβωτίου, κατανάλωση, ολικό και μερικό χιλιομετρητή, δείκτη βενζίνης, ABS, Led φώρα, πρόσθετος χώρος εργαλείων κάτω από το ρεζερβουάρ

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Ανεστραμμένο τηλέσκοπικό πιρούνι

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

230/41

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

2,15 x 21

Ελαστικό:

90/90-19

Πίεση:

-

ΦΡΕΝΟ

Δύο δίσκοι 310mm με ακτινική δαγκάνα τεσσάρων εμβόλων (DCT: Δικάναλο ABS)

 

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

Μέση

6,7

Ελάχιστη

6,5

Μέγιστη

8,9

Αυτονομία (km):

280,5

Αυτονομία ρεζέρβας (km):

 

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

18,8

 

 

 

Ετικέτες

Δοκιμή μεταχειρισμένου: Ducati Monster 796 (2010-2014)

Άκρως ερωτεύσιμο
Ducati Monster 797
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

9/12/2022

Οι καμπύλες του ρεζερβουάρ στο Monster, τα υπέρογκα τελικά και ο στρογγυλός προβολέας δένουν απόλυτα με το δυναμισμό που εκπέμπουν το μονόμπρατσο ψαλίδι, το κόκκινο χωροδικτύωμα και οι διακοσμητικές εισαγωγές του αέρα, δημιουργώντας μια άκρως ερωτεύσιμη μοτοσυκλέτα

 

Το γούστο και η ξεχωριστή αισθητική των Ιταλών περνά σε όλες τους τις δημιουργίες. Το Monster 796 είναι ένα από αυτά και παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 2010. Όπως τα περισσότερα μοντέλα της ιταλικής εταιρείας ήταν ένας διάττοντας αστέρας και διέγραψε μια λαμπρή πορεία μέχρι το 2014, που αντικαταστάθηκε απ’ το 797. Αποτελούσε τη μεσαία πρόταση της Ducati και συνδύαζε στοιχεία τόσο απ’ τον Βενιαμίν όσο και τον μεγαλύτερο αδερφό της οικογένειας, σε ένα σύνολο που προοριζόταν αμιγώς για αστική χρήση.

Μονόμπρατσο και δύο εξατμίσεις στην ουρά

Σε αντίθεση με τα ιαπωνικά naked της εποχής, που στόχευαν στο χαμηλό κόστος απόκτησης και τις ισχυρές επιδόσεις, η Ducati δημιούργησε το Monster 796 παραμένοντας πίστη στις αρχές της, εστιάζοντας κυρίως στο χαρακτήρα και την εμφάνιση. Τότε, διαβάζοντας τα τεχνικά του χαρακτηριστικά μπορεί να έδειχνε ακριβό για αυτά που προσέφερε, ωστόσο σήμερα, οι μεταχειρισμένες επιλογές που είναι σε εξαιρετική κατάσταση, επιβεβαιώνουν την ποιότητα κατασκευής του, καθώς το χρώμα τους παραμένει έντονο και ζωηρό. Ο κινητήρας μπορεί να μην έχει κορυφαίες επιδόσεις, όμως συνεργαζόταν άρτια με τον ψεκασμό της Siemens μετά τις βελτιώσεις που είχε δεχτεί, μεταφέροντας ομαλότατα την αυξημένη –συγκριτικά με το 696- απόδοση.

Διάγραμμα δυναμομέτρησης Ducati Monster 797

Ωστόσο η τελική μετάδοση ήταν αδικαιολόγητα μακριά και η πρώτη αρκεί για τα στενά της πόλης, ενώ η δευτέρα κάτω απ’ τα 30km/h θέλει τη βοήθεια του συμπλέκτη, ο οποίος έχει μαλακή αίσθηση χάρη στην υδραυλική του οδήγηση. Το καλό με τη συγκεκριμένη μετάδοση είναι πως κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, σου επιτρέπει να κρατάς τις στροφές του κινητήρα χαμηλά, ταξιδεύοντας με 120-150km/h. Επειδή όμως το Monster 796 θα περάσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του μέσα στη πόλη, το “κόντεμα” της μετάδοσης θα ήταν ιδανικό, ώστε η πέμπτη σχέση να μπορεί να γεμίσει με περισσότερη άνεση. Τα φρένα της Brembo επιτελούν άρτια το έργο τους, όμως το ABS της Bosch (για όσα ήταν εξοπλισμένα με αυτό) έχει απρόβλεπτη λειτουργία πίσω.

Ι Ιταλοί ξέρουν να φτιάχνουν μοτοσυκλέτες που ξεχωρίζουν στο δρόμο
Το 797 εφμανίστηκε την εποχή που το λευκό χρώμα ήταν της μόδας

Η θέση οδήγησης είναι αρκετά άνετη και θα βολέψει τους περισσότερους αναβάτες είτε ψηλούς είτε όχι και είναι ελαφρώς πιο σπορ συγκριτικά με το 696 λόγω της χαμηλότερης κατά 10mm σέλας. Το μόνο αρνητικό είναι πως φορώντας συνθετικό παντελόνι γλιστράς προς τα εμπρός λόγω της λείας υφής του ρεζερβουάρ, με αποτέλεσμα να επιφορτίζονται με βάρος τα χέρια και τα “ευαίσθητα σημεία” του αναβάτη κατά τις έντονες επιβραδύνσεις. Ο συνεπιβάτης απ’ την άλλη δεν θα αισθάνεται τόση σιγουριά, αν το Monster 796 δεν διαθέτει τις χειρολαβές απ’ τον κατάλογο των αξεσουάρ.

Δύο δίσκοι εμπρός και δαγκάνες της Brembo. Το ABS ήταν μέρος του έξτρα εξοπλισμού Safety Pack
Από τις πρώτες μοτοσυκλέτες που είχαν ακτινικές δαγκάνες

Στον επαρχιακό δρόμο με σβέλτο ρυθμό το Monster 796 αποδεικνύει τη γνώση που έχουν οι Ιταλοί να φτιάχνουν ομοιογενείς σε συμπεριφορά μοτοσυκλέτες και δεν προβληματίζει. Αλλά μόλις ανεβάσεις περισσότερο το ρυθμό σου, τότε το μαλακό πιρούνι της Showa με τη γρήγορη επαναφορά δεν συνεργάζεται τόσο καλά με το άκαμπτο πλαίσιο. Ωστόσο, είναι κάτι που διορθώνεται με revalving κατά τη διάρκεια της συντήρησης του πιρουνιού. Το Monster 796, ακόμη και σήμερα παραμένει μια μοτοσυκλέτα που ξεχειλίζει από στιλ κυρίως λόγω του μονόμπρατσου ψαλιδιού, κάτι που απουσιάζει απ’ το 797 όπως και οι 14 ίπποι λόγω των προδιαγραφών Euro4. Συνεπώς, για όσους θέλουν ένα μεσαίο Monster, το 796 αποτελεί σχεδόν μονόδρομο καθώς είναι απ’ τα πιο όμορφα της σειράς, έχει περισσότερη δύναμη απ’ το 797 και πλέον είναι αρκετά προσιτό ως μεταχειρισμένο.

 

Ναι

Αποτελεί τη χρυσή τομή μεταξύ των Monster 696 και 1100

Όχι

Λόγω της μακριάς τελικής μετάδοσης

Γιατί

Έχει περισσότερη ιπποδύναμη απ’ το Monster 797, μονόμπρατσο ψαλίδι και είναι πιο φθηνό

Εύρος τιμών

Οι τιμές των μεταχειρισμένων ξεκινούν από €5.500 και φτάνουν τις €7.000 με τα περισσότερα να είναι σε εξαιρετική κατάσταση.

Τι πρέπει να προσέξετε

Στη χώρα μας έχουν υπάρξει μεμονωμένα περιστατικά, όπου κάποια Monster 796 παρουσίασαν αστάθεια στο ρελαντί, όπως συνέβαινε και στο Hypermotard 796. Η αντιπροσωπεία ανέφερε πως δεν έχει γίνει κάποια ανάκληση για τα Monster 796, ενώ για την επίλυση του θέματος μπορεί να χρειάζεται η αλλαγή της ECU όπως συνέβη και στο Hypermotard.

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος: Τετράχρονος, αερόψυκτος, δικύλινδρος V90ο, με 2 βαλβίδες ανά κύλινδρο και δεσμοδρομικό σύστημα κίνησής τους

Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 88 x 66       

Κυβικά (cc): 803

Σχέση συμπίεσης: 11:1

Ανάφλεξη: Ψηφιακή

Τροφοδοσία: Ηλεκτρονικός ψεκασμός

Σύστημα εκκίνησης:        Μίζα

Σύστημα εξαγωγής:        2 σε 1 σε 2

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Τύπος συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος, υδραυλικός, μονόδρομος με σύστημα ATPC

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος: Ατσάλινο χωροδικτύωμα με τον κινητήρα ως βασικό δομικό στοιχείο του, υποπλαίσιο αφαιρούμενο από αλουμίνιο

Γωνία κάστερ (o): 24

Ίχνος (mm): 89

Μεταξόνιο (mm): 1.450

Ύψος σέλας (mm): 800

Βάρος κατασκευαστή γεμάτη (kg): -

Πραγματικό βάρος γεμάτη, ζυγισμένη (Kg): 186

Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 15

 

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Εμπρός: Ανεστραμμένο πιρούνι

Διάμετρος (mm): 43

Διαδρομή (mm):    120

Ρυθμίσεις: Καμία

Πίσω: Ένα αμορτισέρ

Διαδρομή (mm): 148

Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου και απόσβεση επαναφοράς

 

ΦΡΕΝΑ

Εμπρός:       Δύο δίσκοι 320mm με δαγκάνες Brembo τεσσάρων εμβόλων ακτινικά τοποθετημένη, αντλία Brembo και επιλογή συστήματος ABS

Πίσω:           Ένας δίσκος 240mm με δαγκάνα δύο εμβόλων της Brembo και σύστημα ABS

 

ΤΡΟΧΟΙ

Εμπρός

Ελαστικό:     120/70-17

Πίσω

Ελαστικό:     180/55-17

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Ψηφιακός πίνακας με στροφόμετρο με μπάρες, ταχύμετρο, ολικό χιλιομετρητή, μερικό χιλιομετρητή, χιλιομετρητή ρεζέρβας, ρολόι, δείκτη θερμοκρασίας αέρα, χρονόμετρο, επιλογή απενεργοποίησης ABS, μπάρες ένδειξης θερμοκρασίας λαδιού, ενδεικτικές λυχνίες για φλας, μεγάλη σκάλα φώτων, ρεζέρβα, νεκρά, λειτουργία ABS, shift light, στάθμη λαδιού, διάγνωσης κινητήρα, immobilizer, βασικά εργαλεία κάτω από την σέλα

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)

Μέση: 5,6

Ελάχιστη: 5,1

Μέγιστη: 5,9

ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)

Μέση: 267,8

Ρεζέρβα: -

Αντ/κά

Προτεινόμενη Λιανική (με ΦΠΑ 24%, €)

Έμβολο πλήρες:

272,39

Μπιέλα:

245,45

Τελικό εξάτμισης:

988,24

Εμπρός φτερό: 

179,13

Εμπρός τροχός:

1.082,29

Προβολέας:

294,63

Μανέτα φρένου:

128,31

Σέλα αναβάτη /συνεπιβάτη:

141,82

Πλαίσιο:

1.170,93