Ducati Scrambler 800: Ελληνική μετατροπή σε Café Racer!
Το αριστούργημα του Πέτρου Χατζηροδέλη της Jigsaw Customs
Από τον
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
21/12/2018
Ολοκληρώθηκε πλέον το Ducati Café Racer που προέρχεται από ένα Scrambler 800, και αποκλειστικά παρακολουθήσατε κομμάτι-κομμάτι την κατασκευή του. Μία custom φτιαγμένη από τον άνθρωπο που έχει φέρει την μία διάκριση μετά την άλλη σε διεθνείς διαγωνισμούς, κύλισε σήμερα για πρώτη φορά τους τροχούς της –δεκαεπτάρηδες και οι δύο πια- καθώς κάναμε μαζί της, την πρώτη δοκιμαστική της βόλτα!
Ο Πέτρος είναι άνθρωπος που τρέφει ένα μεγάλο πάθος για τις μοτοσυκλέτες γενικά, και τις λεπτομέρειες της κατασκευής τους ειδικά. Είναι λοιπόν αδύνατο να μην συνδυάζει αυτά τα δύο σε κάθε customizing ή ανακατασκευή που αναλαμβάνει! Η ελληνική αντιπροσωπεία της Ducati, Kosmocar AE, ήθελε να διαθέτει στην συλλογή της ένα custom Scrambler με ελληνική υπογραφή και απευθυνόμενη στον Πέτρο Χατζηροδέλη και την Jigsaw Customs, ήξερε από την αρχή πως θα μπορούσε να έχει ένα πολυφωτογραφημένο αποτέλεσμα! Ας μην κάνουμε για ακόμη μία φορά τις συστάσεις, καθώς έως τώρα θα έχετε ακολουθήσει τουλάχιστον κάποια από τις περιπέτειες που έχει ζήσει το MOTO με τον Πέτρο, από την πανευρωπαϊκή νίκη του Yamaha Yardbuilt το 2016, έως την επανάληψη το 2017 και το ταξίδι στο Wheels & Waves! Από ένα μικρό κατάστημα στην Νέα Μάκρη, ο Πέτρος έχει ήδη χτίσει μία καριέρα στην Ευρώπη, καθώς οι μοτοσυκλέτες που customάρει και ανακατασκευάζει, πωλούνται σε ιδιωτικές συλλογές σε άλλες χώρες!
Είμασταν παρόντες στην παραλαβή του ολοκαίνουριου Ducati Scrambler 800, όπου ο Πέτρος κρατούσε ήδη στα χέρια του τα σχέδια για ένα γνήσιο Café Racer, πιστό σε μία άλλη εποχή, δηλώνοντας βέβαιος πως το τελικό αποτέλεσμα δεν θα αποκλίνει ούτε στο ελάχιστο. Η πορεία έμελλε να μην είναι φυσικά δίχως την παραμικρή δυσκολία, όπως άλλωστε συμβαίνει πάντα σε κάθε customizing οπουδήποτε στον κόσμο, και είναι εκείνο το στοιχείο που καθιστά κάθε μοτοσυκλέτα ξεχωριστή από όλες τις υπόλοιπες! Μπορεί ο περισσότερος κόσμος να θεωρεί την διαφορετικότητα στην εμφάνιση ως την πηγή της ανάγκης για customizing, όμως είναι τελικά η πορεία προς την ολοκλήρωση εκείνη που πραγματικά εξατομικεύει κάθε μοτοσυκλέτα και την καθιστά μία και μοναδική…
Το τελικό αποτέλεσμα του νέου Café Racer είναι ωστόσο απόλυτα συνυφασμένο με τα σχέδια που είχαμε αντικρύσει τότε, έχοντας πετύχει πλήρως την ταύτιση με το αρχικό όραμα. Ο Πέτρος θέλησε να κρατήσει τον κινητήρα ανέπαφο πέρα από την τοποθέτηση των τελικών της hpcorse με τους custom λαιμούς που φτιάχτηκαν εδώ. Θυμηθείτε τι λέγαμε για την hpcorse εδώ. Η κλειδαριά μεταφέρθηκε στο πλάι, η τιμονόπλακα κατασκευάστηκε από τον άλλο φοβερό και τρομερό Έλληνα customizer, τον «Vass Works» που έχει την τάση να φτιάχνει τα πάντα μόνος του, είτε είναι αξεσουάρ για την μοτοσυκλέτα του που θα δείτε ξανά να παρουσιάζεται στο MOTO, ακόμη πιο αναλυτικά, είτε πρόκειται για… ψησταριές και όσα μπαίνουν πάνω σε αυτές!
Τα πάντα για τον “Vass Works” πρέπει να γίνονται από τον ίδιο όταν θέλει να τα απολαύσει… Δικοί του είναι και οι μαρσπιέδες, στους οποίους το πόδι κάθεται εξαιρετικά άνετα, την στιγμή που σε αρκετές custom αναρωτιέσαι γιατί δεν μπορείς να βολευτείς μέχρι να ανακαλύψεις πως είναι απλά μερικά χιλιοστά διαφορετικοί, ο ένας μαρσπιές από τον άλλο. Στην περίπτωση τους, αν σου έλεγαν πως αγοράστηκαν ακριβά από ένα εργοστάσιο στην Γερμανία, δεν θα προέβαλες καμία αντίδραση, μοιάζουν πως βγήκαν πράγματι από εργοστάσιο με πανάκριβα μηχανήματα, όταν στην πράξη είναι ελληνικής – και υπερήφανης- κατασκευής.
Το Café Racer έχει ένα ρεζερβουάρ που κρύβεται κάτω από το ενιαίο πολυεστερικό του κουστούμι, που επίσης φιλοξενεί την νέα διαδρομή των ηλεκτρικών που όλα έχουν επιμελώς κρυφτεί, όπως περιγράφουμε εδώ. Πίσω τα φώτα είναι ταυτόχρονα και φλας, μέσα σε σωλήνα πλέξιγκλας που ο Πέτρος της έδωσε κι ένα σχήμα που ακολουθεί την σιλουέτα της μοτοσυκλέτας. Περισσότερες όμως τεχνικές λεπτομέρειες σε επόμενο τεύχος του ΜΟΤΟ, όπως επίσης και διάφορες λύσεις που ο Πέτρος ακολούθησε απέναντι σε όσα συνάντησε κατά το συγκεκριμένο customizing. Εκτός από το πρόσθετο βάρος, απλά και μόνο η αλλαγή του εμπρός τροχού σε 17’ ήταν αρκετή για να μεταμορφώσει πλήρως την μοτοσυκλέτα, ενώ μαζί με τα slick ελαστικά και την νέα εργονομία που σε αναγκάζει να ξαπλώσεις μπροστά, το πρώην Scrambler συμπεριφέρεται τώρα σαν superbike εποχής. Ψάχνεις δηλαδή πού θα στηρίξεις γόνατα καθώς μπορείς απότομα να το κατευθύνεις μέσα στην στροφή, κι απαλλαγμένος από τον όγκο των σημερινών μοτοσυκλετών, βρίσκεσαι στην αναζήτηση του μινιμαλιστικού φαίρινγκ. Αγνοώντας την γνώριμη οδό, το συγκεκριμένο Café Racer σε μεταφέρει αρκετά πίσω αναπαράγοντας με πιστότητα μία άλλη εποχή, απλά και μόνο με την αλλαγή στην γεωμετρία και την εργονομία, και την περαιτέρω μείωση του ήδη μικρού της όγκου. Μόλις χαμηλώσει λίγο ακόμη το τιμόνι εμπρός, όπως θα κάνει ο Πέτρος ως την επόμενη δοκιμή, και σκυμμένος αρχίσεις να γεμίζεις τις σχέσεις την μία μετά την άλλη, η πεμπτουσία των Café Racer θα λάμψει πλήρως, με τον Πέτρο να καταφέρνει για άλλη μία φορά κάτι μοναδικό: Την απλή εμφάνιση που φαντάζει εύκολη υπόθεση να επιτύχεις, αλλά προδίδουν την πολυπλοκότητά της η προσοχή στις λεπτομέρειες και το τελικό αποτέλεσμα μόλις την οδηγήσεις.
Εξαιρετικά πρόθυμη να βουτήξει στην στροφή, χωρίς όμως απότομες αντιδράσεις, δίχως αναταράξεις από τον πίσω τροχό που δεν έχει ανάρτηση εξ αρχής προσανατολισμένη στην γρήγορη οδήγηση, κι ένα σύνολο εξαιρετικά σταθερό στο άνοιγμα του γκαζιού. Θέλοντας να διατηρήσει την πιστότητα στις Café Racer αλλά και να είναι πάντα μία μοτοσυκλέτα που οδηγείς καθημερινά, ο Πέτρος έκρυψε το πλαϊνό σταντ πίσω από τον αριστερό λαιμό της εξάτμισης και του αφαίρεσε κάθε «αυτί» για να μην το βλέπεις ποτέ, παρά μονάχα όταν με το χέρι το κατεβάσεις για να παρκάρεις την μοτοσυκλέτα. Οι Café Racer, όπως και οι Flat Track, αυτές που οδηγούνταν κάθε ημέρα και αγωνιζόντουσαν τις Κυριακές ταξιδεύοντας οδικώς στις πίστες και όχι σε van, δεν είχαν πλαϊνά σταντ, αλλά έβρισκαν πάντα έναν φιλικό τοίχο. Στην συγκεκριμένη περίπτωση που μπορεί να είναι μία custom που κρύβει πολλές ώρες δουλειάς, αλλά παραμένει και μία καθημερινή μοτοσυκλέτα, το πλαϊνό σταντ δεν μπορούσε να λείπει. Αν βέβαια πιέσεις την μοτοσυκλέτα στις αριστερές στροφές, τότε αρκετά γρήγορα θα αρχίσει να σε εγκαταλείπει γραμμάριο-γραμμάριο, όσο ξύνει δυνατά στην άσφαλτο.
Τα δύο πανέμορφα τελικά παράγουν έναν δυνατό μπάσο ήχο και τον συνοδεύουν με χορταστικά σκασίματα αν κλείσεις το γκάζι ενώ έχεις στροφές, λειτουργώντας ως καμουτσίκι για να το ανοίξεις ξανά και μάλιστα πιο απότομα αυτή την φορά…
Η πρώτη μας οδηγική γνωριμία, κρύβει όλα τα στοιχεία ενός εφηβικού έρωτα που περίμενε μήνες να πετύχει το «ψηστήρι» μέχρι να έρθει πολυπόθητη στιγμή. Το γνωρίσαμε σαν Scrambler που ακόμη δεν είχε βάλει μπροστά ούτε στατικά και ζήσαμε την πρώτη στιγμή που οι νέοι, -διαφορετικοί- λαιμοί εξατμίσεων άλλαζαν χρώμα. Συγχαρητήρια στον Πέτρο Χατζηροδέλη και την Jigsaw Customs, για το…. Χριστουγεννιάτικο αυτό δώρο στην Ducati. Σ’ έναν ιδανικά ουτοπικό κόσμο, ο Άι Βασίλης θα ερχόταν καβάλα με ένα τέτοιο Café Racer, με το συγκεκριμένο vintage λογότυπο της Ducati, και θα μοίραζε σε όλους μας κλειδιά, και στα καλά, και στα κακά παιδιά…
Το γιγαντιαίο σε κυβισμό, ιπποδύναμη και μέγεθος KTM 1290 Adventure δέχτηκε μια γεναία αναβάθμιση το 2021, τόσο στην έκδοση S, όσο και στην R, ξεκαθαρίζοντας πως είναι το πιο... "άγριο" Mega On-Off της αγοράς.
Αναδημοσιεύουμε την πλήρη δοκιμή των KTM 1290 Adventure S και 1290 Adventure R όπως δημοσιεύτηκε στο τεύχος 622 του περιοδικού ΜΟΤΟ τον Σεπτέμβριο του 2021:
του Θάνου Αμβροσιάδη-Φελούκα
φωτό: Γιώργος Νιαουνάκης
Το βασίλειο στην Adventure γκάμα της KTM μοιράστηκε σε δύο αδέρφια που αντίθετα με δυσοίωνες προβλέψεις δεν μαλώνουν μεταξύ τους για την μοιρασιά, αλλά με ενωμένες δυνάμεις τα βάζουν με όλους τους άλλους. Η μάχη για την κορυφή της κατηγορίας είναι φέτος πιο σκληρή από ποτέ και η παράταξη της KTM την έχει αναγάγει σε οικογενειακή υπόθεση
Έχω κάνει πλέον μερικές χιλιάδες χιλιόμετρα με τα νέα Adventure της KTM φτάνοντας από τα βουνά της Βοσνίας και το Σαράγιεβο στα Αστερούσια Όρη, τέρμα κάτω στην Κρήτη και δεν γίνεται να μην αναλογιστώ πόσο μακριά έχουμε φτάσει από το 2015, μέσα σε μόλις έξι χρόνια! Οι γερές βάσεις που τοποθέτησε το 1190 το 2013, μία από τις καλύτερες μοτοσυκλέτες που έχει φτιάξει η KTM γενικά, κλονίστηκαν για λίγο με το πρώτο Super Adventure το 2015 που φορτώθηκε με τεχνολογία αλλά προσπάθησε να κάνει πολλά πράγματα μαζί. Πολύ γρήγορα η KTM ενίσχυσε τα θεμέλια του οικοδομήματος όμως ταυτόχρονα έχτισε και ψηλότερα από πριν. Το 2017 ήρθαν οι εκδόσεις S και R παίρνοντας την απόφαση πως δύο ξεχωριστά μοντέλα είναι ο μόνος τρόπος να καλύψουν όλο το μέτωπο των on-off μιας και το μέτωπο αυτό για την KTM είναι πολύ μεγαλύτερο απ’ ότι στους υπόλοιπους. Το πρόβλημα είναι οι εσωτερικές ανησυχίες εκείνων που σχεδιάζουν μοτοσυκλέτες στο Mattighofen κι όταν λέω εσωτερικές δεν εννοώ τις ενδόμυχες σκέψεις κάθε μηχανικού αλλά της ομάδας ολόκληρης που έχει σε αυτές τις θέσεις ανθρώπους με παγκόσμια πρωταθλήματα στις πλάτες τους, που οδηγούν όρθιοι στα μαρσπιέ κάθε τρεις και λίγο κόβοντας βόλτες στα βουνά της Ευρώπης. Καμία άλλη εταιρεία δεν μπορεί να ανοίξει τις πόρτες των γραφείων και να βγάλει από μέσα καμιά διακοσαριά άντρες και γυναίκες έτοιμους να καβαλήσουν στο χώμα. Στο Piaggio Group απαγορεύεται να οδηγήσεις μοτοσυκλέτα της εταιρείας αν δεν έχεις περάσει ειδικό σχολείο, ώστε να είναι καλυμμένοι σε περίπτωση που σκεφτείς να τους μηνύσεις αν πέσεις.
Στην KTM μάλλον θα σε κοιτάξουν στραβά, αν πας να φύγεις χωρίς να καβαλήσεις, είναι ζήτημα φιλοσοφίας. Ταυτόχρονα έχουν χτίσει ήδη και ένα αντίστοιχο κοινό που είχε -και έχει- οργώσει τα χώματα με το 990. Αν η BMW είναι υπεύθυνη για την δημιουργία των μεγάλων Adventure με το G/S πολύ πιο πριν από το GS, τότε η KTM είναι εξίσου υπεύθυνη για την εξειδίκευση των μεγάλων on-off. Πώς να πεις σε όλους αυτούς τους ιδιοκτήτες να μείνουν στον 19άρη μπροστινό τροχό; Τα 1090 Adventure που διαδέχτηκαν το 1050 υπήρξαν στην γκάμα μονάχα για να κάμψουν τις αντιδράσεις εκείνων που δεν ήθελαν 1.301 κυβικά μοτοσυκλέτα και που με την σειρά τους περισσότερο εννοούσαν την τιμή ως πρόβλημα παρά οτιδήποτε άλλο. Εξυπηρέτησαν τον σκοπό μέχρι να εξελιχθεί το 790, πλέον 890 που είναι ουσιαστικά το νέο 990 και μοιράζει καλύτερο την γκάμα των Adventure πάνω στην λεωφόρο των κυβικών. Τι μας δείχνουν όλα αυτά; Την τεράστια ζύμωση που έχει συμβεί σε αυτή την οικογένεια μέχρι να φτάσουμε στο 2021 και να έχουμε ένα ρεζερβουάρ 23 λίτρων σε μία μοτοσυκλέτα που στρίβει σαν street, πατάει στο χώμα με ασφάλεια και έχει και έναν αδερφό που πετάει, κυριολεκτικά, στην εκτός δρόμου οδήγηση με σχεδόν 135 άλογα στον τροχό και ηλεκτρονικά που δεν φανταζόταν κανείς πως θα έχει ποτέ στην διάθεσή του.
Πλατύσκαλο 2021
Φτάσαμε στο σήμερα ανεβαίνοντας τα σκαλιά δυο-δυο και να ξέρετε πως πλέον πιάσαμε πλατύσκαλο. Θα μείνουμε εδώ για λίγο καιρό. Είναι καλά εδώ που πατάμε, γερό κομμάτι της σκάλας, φυσάει και λίγο παρότι αρκετά ψηλά και είναι τριγύρω και οι άλλοι να κοιτιούνται όλοι στα μάτια ώστε κανείς να μην βιάζεται να πάει στο επόμενο. Με τα προηγούμενα Super Adventure οι ομοιότητες σταματούν στο όνομα, στους τροχούς και σε κοινές λέξεις στον πλούσιο εξοπλισμό που πάντα είχαν, βάλε και κανένα σετ βίδες να φαίνονται περισσότερα τα κοινά σημεία αν το θέλεις, αλλά στην πράξη μιλάμε για τελείως νέες μοτοσυκλέτες. Επειδή το ταξίδι στην εθνική οδό με 140 στο κοντέρ, άντε κλεφτά από τον ΚΟΚ και στα 150 είναι κάτι πολύ συγκεκριμένο και απλό αλλά περιλαμβάνει μεγάλο κομμάτι της περιγραφής του μοντέλου S, να ξέρετε πως αν μείνετε σε αυτό δεν θα βρείτε διαφορές σε επίπεδο κοσμοθεωρίας ξεκινώντας την σύγκριση από το 2015 ακόμη. Μόλις δοκιμάσεις Αθήνα-Πάτρα ή Αλεξανδρούπολη-Θεσσαλονίκη κι ακόμη καλύτερα Αθήνα-Θεσσαλονίκη που οι καλές στροφές είναι σημαντικά λιγότερες από τις υπόλοιπες κεντρικές Εθνικές Οδούς, θα σου λείπει μετά το Adaptive Cruise Control που έχει στον βασικό εξοπλισμό η έκδοση S. Δεν μπορείς να αντιληφθείς την ευκολία αυτή αν δεν κάνεις το ταξίδι συχνά και στην σκέψη πως την επόμενη ημέρα θα βρεθείς στον ίδιο ακριβώς δρόμο, με τις ίδιες ακριβώς ευθείες, θα είσαι με μοτοσυκλέτα χωρίς έλεγχο μουσικής στους διακόπτες και χωρίς να ρυθμίζει μόνη της την ταχύτητα με βάση το όχημα μπροστά σου, επιβραδύνοντας μόνη της όταν τον πλησιάζει και επιταχύνοντας επίσης μόνη της όταν βγάζει φλας και κάνει δεξιά όταν κοιτάξει τον καθρέφτη του. Η ευτυχία κρύβεται στην άγνοια. Αν δεν το δοκιμάσεις δεν το λαχταράς, σου ακούγεται περιττό, αν το έχεις όμως δεν το σβήνεις, δεν είναι σαν το traction control της περασμένης δεκαετίας που απλά πρόσθετε βήματα στην εκκίνηση της μοτοσυκλέτας. Καβαλάς, γυρνάς κλειδί, απενεργοποιείς traction control, ξεκινάς.
Οι περισσότεροι που έχουν να πουν κάτι για τα ηλεκτρονικά βοηθήματα γενικά, εννοούν κάτι τέτοιο. Μονάχα που δεν γίνεται στην εποχή μας να μιλήσεις για τα ηλεκτρονικά βοηθήματα γενικά, παρά μόνο ειδικά από μοτοσυκλέτα σε μοτοσυκλέτα και με πολύ ρηχό βάθος χρόνου, το πολύ διετίας. Μόλις τελειώσεις με τον εξοπλισμό που δεν φαίνεται γιατί κρύβεται σε κουμπάκια, θυμήσου πως έχεις και 23 λίτρα ρεζερβουάρ που τα περισσότερα από αυτά είναι χαμηλά μπροστά στα πόδια σου και είναι μονάχα ένας από τους λόγους που αυτή η μοτοσυκλέτα έχει λιγότερες ταλαντώσεις από την αμαξοστοιχία όταν περνά από την Αλίαρτο και ταξιδεύει στο χαλί του κάμπου. Θα πρέπει λοιπόν να προσπεράσεις όλα τα παραπάνω για να πεις πως ναι, ταξιδεύοντας στην εθνική με 140-150 δεν υπάρχουν σημαντικές διαφορές με τα προηγούμενα μοντέλα. Ωστόσο στην περίπτωση της έκδοσης R η αφαιρετική αυτή επιλογή να βλέπει κανείς τα πράγματα είναι αδύνατο να δουλέψει. Ένας εξαιρετικά ικανός αναβάτης στο χώμα θα κάνει τα ίδια ακριβώς πράγματα ό,τι κι αν του δώσεις θα πάει το ίδιο γρήγορα όσο παλιά ή καινούρια είναι η μοτοσυκλέτα κάνοντας τα πάντα να φαίνονται εύκολα και -φαινομενικά- ίδια. Θα έλεγε κανείς λοιπόν πως η γνώμη του δεν μετράει και πολύ, ακριβώς γιατί είναι σε άλλο πλανήτη από τον μέσο αναβάτη και υπόκειται σε άλλους κανόνες βαρύτητας. Τι γίνεται όμως όταν σου λέει πως η έκδοση R είναι τώρα υπερβολική και “too much” την ίδια στιγμή που ο μέσος αναβάτης θα την βρει δύο φορές πιο ευκολοδήγητη από το μοντέλο που πρώτη φορά κυκλοφόρησε το 2017; Πώς μπερδεύονται έτσι τα πράγματα. Κι όμως η εξήγηση είναι απλή και πηγάζει μέσα από μερικές χιλιάδες χιλιόμετρα στην σέλα της R οδηγώντας με μερικούς από τους καλύτερους αναβάτες της χώρας μας στα βουνά της Βοσνίας, μέχρι την Κρήτη παρέα με διάφορες μοτοσυκλέτες και μάλιστα πολλαπλάσια φθηνότερες. Από την μία σούζες, μπάντες και μερόνυχτα όρθιος στην σέλα και από την άλλη χωρίς να γεμίζει ούτε δευτέρα σε βατούς χωματόδρομους απολαμβάνοντας την διαδρομή με διαφορετικό τρόπο, οδηγώντας παρέα με ένα τσούρμο μέσων αναβατών. Το πρώτο είναι πιο κοντά στους λόγους που φτιάχτηκε αυτή η μοτοσυκλέτα, το δεύτερο όμως συμβαδίζει απόλυτα με την πραγματικότητα που θα αντιμετωπίσει στην ζωή της.
Και το συμπέρασμα είναι πως το R είναι πλέον πολύ πιο ήπιο, πολύ πιο φιλικό από πριν κι αυτό επεκτείνει τα όριά του στην γρήγορη οδήγηση. Γιατί το προηγούμενο σου τέντωνε τα χέρια στο πρώτο δεκάλεπτο και έλεγες ΟΚ, αυτό ήταν το πήγα τέρμα και τώρα μπορώ να φρενάρω. Στο νέο R αυτό το τέντωμα των χεριών έρχεται πιο ομαλά. Διαχειρίζεσαι την ροπή του πιο εύκολα από πριν και το ξέσπασμα στο άνοιγμα του γκαζιού είναι μικρότερο χωρίς ποτέ να του λείπει η δύναμη. Οι αναρτήσεις δουλεύουν χωρίς να χρειαστεί να το πιέσεις διαβάζοντας πέτρες και κοτρόνες με το τιμόνι να μένει στα χέρια σου δίχως να προσπαθεί να τα τινάξει δεξιά και αριστερά λες και έχεις πιάσει τον ταύρο από τα κέρατα μέσα στην αρένα και ο όγκος αυτής της μοτοσυκλέτας σε απασχολεί λιγότερο από κάθε άλλη της ευρύτερης κατηγορίας. Η νέα θέση οδήγησης που έχει δημιουργηθεί από το μόνο ρεζερβουάρ με τόση επένδυση στην εξέλιξή του, σου δίνει απεριόριστη στήριξη στα γόνατα και η στενότερη σέλα που με το μικρότερο ύψος σε αφήνει να πατήσεις γερά τα πόδια στο έδαφος αν κι όταν χρειαστεί. Αυτό δεν σημαίνει πως είναι μια μοτοσυκλέτα άνετη για άπειρους αναβάτες με ύψος κάτω από 1,80. Η εμπειρία και οι ικανότητες προσθέτουν πολλούς πάτους στα παπούτσια και από εκεί και πέρα κάνει ο καθένας τα δικά του μαθηματικά. Διότι αν θυμάστε το παράδειγμα του ιδιώτη Iker, ενός Ισπανού με ύψος 1,67 που πηγαίνει το 1290 Super Adventure πιο γρήγορα και από τον δίμετρο, επαγγελματία Chris Birch, τότε όλα είναι εφικτά και δικαιολογίες δεν υπάρχουν. Με τον αναβάτη να κάθεται στο γεωμετρικό κέντρο της μοτοσυκλέτας, το κέντρο βάρος δεν το βρίσκει ψηλά μπροστά του, αλλά χαμηλά στο πόδια του. Ο κινητήρας αυτός είναι εξαιρετικά ελαφρύς για τα κυβικά του και κυρίως για την ιπποδύναμη που βγάζει και με τα λίτρα της βενζίνης μοιρασμένα δεξιά και αριστερά το μεγάλο R είναι απόλυτα ισορροπημένο στα χέρια σου και δεν ζητά έξτρα δύναμη για να το κατευθύνεις. Πάγια τακτική της KTM να φτάνει το τιμόνι όσο πιο κοντά γίνεται στο λαιμό και να απουσιάζουν πρόσθετες στρεβλώσεις χωρίς μεγάλους αποστάτες, πράγμα που το πετυχαίνει κανείς σχεδιάζοντας κατάλληλα την μοτοσυκλέτα από την αρχή. Η έκδοση R είναι λοιπόν σχεδιαστικά βελτιωμένη για να ταξιδεύει από χώμα πολύ καλύτερα από κάθε άλλη μεγάλη Adventure που έχει βγάλει η KTM, ωστόσο αυτή είναι μονάχα η μισή εικόνα για το πώς το καταφέρνει. Το παζλ συμπληρώνεται από τα ηλεκτρονικά και συγκεκριμένα το Rally Mode με τον έλεγχο ντριφταρίσματος, την βελτιωμένη απόκριση και το off road ABS. Από τον ίδιο διακόπτη που αυξομειώνεις χιλιόμετρα όταν ενεργοποιείς το cruise control που δεν δουλεύει με off road ABS κτλ, μπορείς να ρυθμίσεις το “slide control” όπως αντίστοιχα έχει και το 890 επίσης με την Rally ρύθμιση.
Οι διακόπτες αυτοί χρειάζονται συνήθεια στην αρχή, για να μην φτάσεις να ανεβάζεις μανιωδώς αριθμούς στην ρύθμιση ντριφταρίσματος αντί να κορνάρεις, αλλά αυτό είναι κάτι που θα το ξεπεράσεις στον δεύτερο, τρίτο το πολύ που θα σου πεταχτεί μπροστά στις ρόδες σου. Από εκεί και πέρα το slide control κόβει την πλαγιολίσθηση του πίσω τροχού από τελείως στην θέση εννιά, μέχρι το πολύ εντυπωσιακό της θέσης τρία και στο σχεδόν καθόλου της θέσης ένα. Εκεί το R θα κάνει και μεγαλοπρεπείς σούζες ακόμη και με τρίτη στο κιβώτιο χωρίς να σε κόψει το traction control και υπό προϋποθέσεις θα σε αφήσει να αλλάξεις και τετάρτη στον αέρα. Η βασική προϋπόθεση είναι ο ρυθμός ανύψωσης του εμπρός τροχού, όσο πιο απότομα γίνεται τόσο περισσότερο θεωρεί πως πηγαίνεις για καπάκι και σε προσγειώνει. Δεν χρειάζεται ωστόσο να απενεργοποιήσεις τελείως το traction control για να σηκώσεις μία σούζα καθαρίζοντας κάποιο εμπόδιο μπροστά σου, ένα αλματάκι ή απλά καθώς χαίρεσαι την μοτοσυκλέτα σου στο βουνό. Τα ηλεκτρονικά είναι ένα τεράστιο βοήθημα του νέου Adventure για να πηγαίνεις παντού γρήγορα μειώνοντας το ρίσκο. Δεν τα έχει βάλει η KTM για να σε περιορίσουν ή για να σε προστατέψει, μία χαρά θα πέσεις και με όλα αυτά ενεργοποιημένα καθώς με περίπου 135 άλογα στον τροχό και πάνω στον χωματόδρομο, οι φυσικοί νόμοι υπερισχύουν. Τα ηλεκτρονικά είναι εκεί για να πας γρήγορα ρισκάροντας λιγότερο, που είναι συνθήκη απείρως πιο δύσκολη να προσφέρει ένας κατασκευαστής, από το να ρυθμίσει ένα traction control που σε κόβει απότομα και να τελειώνει. Όλοι έχουν μπει πλέον σε αυτό τον δρόμο όταν φτιάχνουν τα ηλεκτρονικά της μοτοσυκλέτας τους, λίγοι το καταφέρνουν και ακόμη λιγότεροι μπορούν να το κάνουν και στο χώμα. Το quickshifter δουλεύει υποδειγματικά μέσα στους χωματόδρομους, από τους γρήγορους ανοικτούς, μέχρι τους γεμάτους πέτρα που είσαι συνέχεια πρώτη-δευτέρα. Κι αν τα καταφέρνει εκεί μέσα, τότε λογικό και επόμενο να τα βγάζει πέρα πολύ εύκολα και στην ζούγκλα της πόλης, όπως και πράγματι το κάνει πάρα πολύ καλά. Είναι δύσκολο να δουλεύει το quickshifter και στις χαμηλές στροφές, όπως ακριβώς και στις ψηλές, σε κάθε συνθήκη αλλά σε αυτό ακριβώς το επίπεδο έχουμε φτάσει πλέον και πραγματικά σπάνια θα χρειαστεί να πιάσεις την μανέτα του συμπλέκτη.
Υπάρχει ένα για όλους
Η έκδοση S ακολουθεί στο χώμα πολύ πιο γρήγορα από εκείνο που πιστεύει ή καλύτερα θα περίμενε κανείς. Εξαιρούνται τα ιδιαίτερα σκληρά εδάφη με μεγάλα νεροφαγώματα, αλλά στις περισσότερες των περιπτώσεων η έκδοση S δεν δυσκολεύεται πουθενά. Η διαφορά με την R είναι κυρίως στον ρυθμό όταν μιλάμε για χωματόδρομους από βατή έως και μέτρια κατάσταση. Από εκεί και πάνω υπερτερεί το R και με βάση τις ικανότητές του να περνά τα εμπόδια, με τις WP Xplor να ισιώνουν τα πάντα και να μην παρουσιάσουν την έντονη τάση για συνεχή διόρθωση που έχουν οι ημι-ενεργητικές της έκδοσης S όταν περνάς από έντονες ανωμαλίες. Το ζήτημα είναι τώρα τι συμβαίνει στον δρόμο, εκεί που η R καλείται να πιάσει τις ταχύτητες των μεγάλων on-off αλλά έχοντας τον 21 ιντσών εμπρός τροχό να προσδίδει αναπόφευκτη νευρικότητα. Η διαφορά μεταξύ τους είναι ακόμη εντονότερη γιατί τώρα η S είναι από τις πλέον σταθερές μοτοσυκλέτες στα 250 χιλιόμετρα που εύκολα φτάνεις και σταθεροποιείται και το κοντέρ. Όσο τα ελαστικά στην R είναι καινούρια, τόσο πιο εύκολα μένεις πάνω από τα διακόσια χωρίς ταλαντώσεις στο τιμόνι, ιδιαίτερα αν επιταχύνεις ομαλά και δεν ανοίξεις τέρμα το γκάζι ελαφραίνοντας τον εμπρός τροχό. Η τεράστια οθόνη των 7 ιντσών αναβοσβήνει κατακόκκινη όταν περάσεις το όριο που εσύ έχεις ορίσει που το βράδυ λειτουργεί ως φωτορυθμικό στο πάρτι με δυνατή μουσική που διασκεδάζεις με DJ το τελικό της εξάτμισης.
Σε επίπεδα κοινωνικής υπευθυνότητας κυμαίνεται ο παραγόμενος ήχος, χωρίς να ξυπνάς βρέφη, παππούδες, ασθενείς και οποιονδήποτε είναι πολύ σημαντικότερο να παραμείνει ήρεμος, από την δική σου ευχαρίστηση. Την ίδια στιγμή που σε πιο ανοικτούς δρόμους, εκεί που άλλωστε μπορείς να ανοίξεις και το γκάζι τέρμα, σου έρχεται ένα μεθυστικό μπάσο που ολότελα θυμίζει σπορ μοτοσυκλέτα. Σε τέτοιο ρυθμό οδήγησης η S επιταχύνει σταθερά και άμεσα χωρίς να αδειάζει τον εμπρός τροχό από βάρος, την στιγμή που θα τον προσγειώσει και μετά γιατί τα ηλεκτρονικά θα δουλεύουν υπερωρίες για να τον επαναφέρουν. Θα πρέπει να μπεις σε κλειστό επαρχιακό και να αρχίσεις να πηγαίνεις γρήγορα για να διαπιστώσεις μία αντίσταση στο γυροσκοπικό από την λειτουργία των ημι-ενεργητικών ρυθμίσεων. Αυτή η αντίσταση εξαφανίζεται αν απενεργοποιήσεις το “anti-dive” που περισσότερο νόημα έχει στα ταξίδια και μάλιστα στα γρήγορα ταξίδια-αστραπή. Δεν θα ξεπεράσεις τα 250 στο κοντέρ παρά μονάχα με επιμονή σε μεγάλη ευθεία αλλά μέχρι εκεί θα φτάσεις πολύ γρήγορα και με την έκδοση R να ακολουθεί πολύ πιο πίσω κι αυτό όσο έχει καινούρια ελαστικά. Από εκεί και πέρα τον περιορισμό της τελικής τον θέτει ο καθένας με βάση τις ταλαντώσεις που θα αρχίσει να έχει και είναι συνάρτηση σωματότυπου, βάρους, καιρικών συνθηκών και κατάστασης ελαστικών. Πάντως αν στην έκδοση S θέλεις να δεις μία καταιγιστική απόκριση του γκαζιού στις χαμηλές στροφές, ώστε οι σούζες να έρχονται σαν την R, δεν έχεις παρά να επιλέξεις τον off road χάρτη και να νιώσεις την αλλαγή από την πρώτη κιόλας περιστροφή της γκαζιέρας και μέχρι την μέση της περίπου.
Στην σέλα της S πάντως παραμένεις με ευκολία για πολύ ώρα με υψηλή τελική και γενικότερα πολύ ώρα σε ταξίδι χωρίς να κουράζεσαι. Η KTM έχει πολλές επιλογές στην γκάμα της για την ρυθμιζόμενη σε ύψος σέλα, ώστε να βρει κανείς το αφρώδες που προτιμά ενώ το κλασικό ζήτημα της ζέστης που αποτελεί απορία για κάθε νέο Adventure γενικά εκεί έξω, η KTM έχει βρει την λύση. Με δύο ξεχωριστά ψυγεία που εκμεταλλεύονται την σχεδίαση του ρεζερβουάρ, ο ζεστός αέρας ανακατευθύνεται μακριά από τα πόδια του αναβάτη και οδηγείς το μεγάλο Adventure καλοκαιριάτικα με μικρές ταχύτητες στο χώμα, χωρίς κανένα ζήτημα.
Προφανώς και αν είσαι με κοντό παντελόνι ή τζιν, θα αισθάνεσαι περισσότερη ζέστη από τον κινητήρα, αλλά δεν υπάρχει καμία δικαιολογία τουλάχιστον για το κοντό παντελόνι, ή απλά δεν δικαιούσαι να μιλήσεις για την εκπεμπόμενη θερμότητα σε μία τέτοια περίπτωση. Η μεγάλη TFT οθόνη δημιουργεί αντανακλάσεις σε συγκεκριμένες γωνίες αλλά ανταμείβεσαι από το τεράστιο εύρος πληροφορίας και το εύχρηστο μενού που με χειρίζεσαι από ποιοτικούς διακόπτες που δεν τους μπερδεύεις χρησιμοποιώντας τους χωρίς να κοιτάς από την πρώτη στιγμή και φορώντας τα γάντια σου. Κορυφαία κάλυψη από τον αέρα, άνεση στο άνω άκρο της κατηγορίας και συμπεριφορά σε άσφαλτο και χώμα που εξυπηρετεί είτε την τουριστική, είτε την ενθουσιώδη οδήγηση και τα δύο Adventure καλύπτουν όλα τα γούστα. Ζυγίζεις που θέλεις να κάνεις παραχωρήσεις και ξέρεις πιο από τα δύο, κάνει για εσένα.
ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ KTM 1290 Super Adventure S/R
Αντιπρόσωπος:
K-MOTORS
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ
Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):
740
Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):
540
Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):
910
Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):
520
Μήκος
-
Ύψος
-
Μεταξόνιο
1.557 +-15
Απόσταση από το έδαφος
223/242
Ύψος σέλας
849/880
Ίχνος
109,2/-
Γωνία κάστερ
24,7 / 25,3
ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ
247,5/248
(χωρίς καύσιμο:229,4kg/229,9kg )
Πίσω
50,1%
Εμπρός
49,9%
Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:
4,09%
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος:
Χωροδικτύωμα από χρωμιομολυβδαινιούχο ατσάλι και ατσάλινο σωληνωτό υποπλαίσιο
Πλάτος (mm):
-
Βάρος κατασκευαστή, κενή (kg):
220/221
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος:
Υγρόψυκτος, δικύλινδρος "V" 75ο με 4 βαλβίδες ανά κύλινδρο και 2 επικεφαλής εκκεντροφόρους
Διάμετρος επί διαδρομή (mm):
108x71
Χωρητικότητα (cc):
1.301
Σχέση συμπίεσης:
13.1:1
Ισχύς (ΗΡ/rpm):
160/9.000
Ροπή (kg.m/rpm):
14,07
Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):
122,98
Τροφοδοσία:
Ηλεκτρονικός ψεκασμός Keihin
Σύστημα εξαγωγής:
2 σε 1
Σύστημα λίπανσης:
Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης:
Μίζα
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Συμπλέκτης:
Υγρός, πολύδισκος, μονόδρομος με υδραυλική οδήγηση
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:
Γρανάζια
Τελική μετάδοση / σχέση:
Αλυσίδα
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
ΠΙΣΩ
ΤΥΠΟΣ
WP SAT / WP Xplor PDS
Διαδρομή (mm):
200/220
Ρυθμίσεις:
Ημι-ενεργητική λειτουργία / Πλήρεις ρυθμίσεις
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
Χυτή αλουμινίου
Ελαστικό:
120/70-19 / 90/90-21
ΦΡΕΝΟ
Δίσκος 267mmτης Bremboμε δαγκάνα δύο εμβόλων και ρυθμιζόμενο / απενεργοποιήσιμο ABS που προσμετρά την κλίση, μονάδα Bosch10.3ME
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Έγχρωμη TFTμε πλήρεις ενδείξεις, σύνδεση με κινητό τηλέφωνο, πλοήγηση μέσω appέλεγχος τηλεφώνου από τα χειριστήρια. AdaptiveCruisecontrol (S) και Cruisecontrol, CorneringABS, ημι-ενεργητικές αναρτήσεις, LEDπαντού, ρυθμιζόμενη ζελατίνα, MTC, quickshifter, Slidecontrol (R)
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
ΕΜΠΡΟΣ
ΤΥΠΟΣ
Ανεστραμμένο πιρούνι της WPSAT / Xplor
Διαδρομή / Διάμετρος (mm):
200/220 / 48
Ρυθμίσεις:
Ημι-ενεργητική λειτουργία / Πλήρεις ρυθμίσεις
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
Χυτή αλουμινίου
Ελαστικό:
170/60-17 / 150/70-18
ΦΡΕΝΟ
Δύο δίσκοι 320mmμε ακτινικές δαγκάνες τεσσάρων εμβόλων της Bremboκαι ρυθμιζόμενο ABS