Οδηγούμε το πρωτότυπο MV Agusta Lucky Explorer 9.5 – Αποκλειστική συνέντευξη με τον σχεδιαστή!

Ο Brian Gillen αποκαλύπτει την πορεία της δημιουργίας της Adventure MV Agusta!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

5/8/2022

Ο διευθυντής του τμήματος σχεδιασμού και εξέλιξης, ο 47χρονος Brian Gillen γεννημένος στις ΗΠΑ, εκτός από επιστήμονας είναι και ένας ιδιαίτερα ικανός αναβάτης στο χώμα κι αυτό τον καθιστά διπλά ικανό να ηγηθεί της ομάδας μηχανολόγων που εξελίσσουν την οικογένεια των Lucky Explorer. Έχουμε δει από κοντά το ολοκληρωμένο σχεδιαστικά στατικό μοντέλο στην EICMA όπου και το ανακηρύξαμε στο ΜΟΤΟ ως την ομορφότερη της μεγάλης Έκθεσης και πριν από λίγο καιρό οδηγήσαμε το πρωτότυπο και στον δρόμο.

Σε αναμονή της δοκιμής που θα έρθει στο περιοδικό, μεταφέρουμε εδώ τις πρώτες μας εντυπώσεις και αποκαλύπτουμε όλες τις λεπτομέρειες του μοντέλου συγκεντρώνοντας τα λόγια του κ.Gillen, αποτυπώνοντας γραπτώς μία προφορική λεπτομερής παρουσίαση και μία μακρά συζήτηση μαζί του που συνεχίστηκε εμπρός στις λυμένες πρωτότυπες μοτοσυκλέτες! Πρόσθετο bonus, πως θα επεκταθούμε και σε ολόκληρη την πορεία της δημιουργίας του Lucky Explorer 9.5 από την στιγμή της σύλληψης της ιδέας. Μία δυνατή αποκλειστικότητα για μία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα μοτοσυκλέτα. Πάμε:

«Το Lucky Explorer 9.5 μπορεί να ξάφνιασε το κοινό στην EICMA αλλά στην πράξη δουλεύουμε σε αυτό πολύ καιρό. Φανταστείτε πως θέλουμε να μπούμε στην κατηγορία των on-off και των μεγάλων Adventure από το 2009, ναι τόσο πίσω, όταν ο Claudio Castiglioni ήταν ακόμη μαζί μας. Εκείνη την εποχή ήταν ένα V-90 καθώς δουλεύαμε σε μία ολόκληρη σειρά δικύλινδρων MV Agusta που θα εμπεριείχε και εκπρόσωπο για αυτή την κατηγορία. Ο σχεδιασμός μας ανατράπηκε όταν χάσαμε τον Claudio και τελικά όλο το πρόγραμμα των δικύλινδρων εγκαταλείφθηκε.

Περνάει ο καιρός και φτάνουμε στο 2016 πλέον όταν ξεκινάμε να εργαζόμαστε στην σχεδίαση ενός τρικύλινδρου πολλών κυβικών και σηκώνοντας το κεφάλι βλέπουμε πως η αγορά έχει πλέον αλλάξει και το ενδιαφέρον του κόσμου έχει μετακινηθεί ακόμη περισσότερο από τις hypersport μοτοσυκλέτες όπως η σειρά F που έχουμε, κι έχει μεταφερθεί στις Adventure. Σε σημείο που εξαφανίζονται ολόκληρες κατηγορίες πλέον, καμία σχέση με το 2009 όταν σχεδιάζαμε να προσεγγίσουμε την κατηγορία για πρώτη φορά. Έτσι φτάσαμε να αποφασίσουμε ποια θα είναι η βάση για την νέα μοτοσυκλέτα. Το πρώτο πράγμα από εκεί και πέρα, ήταν να προσπαθήσουμε ώστε αυτός ο κινητήρας θα έχει την ευελιξία για να χρησιμοποιηθεί σε μία Adventure μοτοσυκλέτα».

ο κ.Brian Gillen:

«Όταν λοιπόν ολοκληρώναμε την έκδοση των 800ων κυβικών του παλαιότερου 675 κινητήρα, που θα μπορούσε να τοποθετηθεί στα υπάρχοντα μοντέλα, το 2016 ξεκινήσαμε την εξέλιξη ενός νέου κινητήρα που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί στην γκάμα, έτσι όπως αυτή υπήρχε εκείνη την περίοδο. Έπρεπε λοιπόν να είναι εξαιρετικά μαζεμένος σε εξωτερικές διαστάσεις παρόλο που θα ήταν 50% μεγαλύτερος σε χωρητικότητα συγκρινόμενος με τον 675 που στην ουσία αποτελεί την αρχική βάση από την στιγμή που ο σχεδιασμός του νέου κινητήρα ξεκίνησε από τον 800άρη. Φανταστείτε όμως πως για να το πετύχουμε αυτό, για να έχουμε τις εξωτερικές διαστάσεις και να πάρουμε την μέγιστη δυνατή χωρητικότητα, δεν κρατήσαμε παρά μόνο δύο κωδικούς ανταλλακτικών από τον τρικύλινδρο 800άρη! Μιλάμε λοιπόν μόνο για τις βαλβίδες και τα έδρανα, όλα τα υπόλοιπα είναι εντελώς καινούρια και για αυτό μπορούμε να μιλάμε για έναν κινητήρα σχεδιασμένο από την αρχή».

 

 

Για να βοηθήσουμε τον αναγνώστη που δεν θα έχει στην άκρη του μυαλού την γκάμα της MV Agusta, στην πράξη εδώ ο κος Gillen μιλά για τον τρικύλινδρο εν σειρά των 800ων κυβικών που υπάρχει στις F3 RR, Brutale 800, Dragster 800, Turismo Veloce και Superveloce. Αυτός είναι που προέρχεται από το προηγούμενο, μικρότερο σε κυβισμό μοντέλο και αποτέλεσε και την αρχή του σχεδιασμού για τον νέο κινητήρα των 931 κυβικών που θα χρησιμοποιηθεί σε μία μεγάλη σειρά μοτοσυκλετών, όχι μόνο του Lucky Explorer 9.5.

«Την πρώτη φορά που είχαμε λειτουργικό πρωτότυπο του κινητήρα ήταν τον Φεβρουάριο του 2021, κατευθείαν στην έκδοση υψηλής ροπής για το Lucky Explorer. Ταυτόχρονα δουλεύαμε σε άλλες του εκδόσεις με μεγαλύτερη απόδοση ιπποδύναμης για την υπόλοιπη γκάμα, γνωρίζοντας πως στην κατηγορία των Adventure δεν είναι τόσο η μέγιστη ιπποδύναμη που κάνει την διαφορά, αλλά η απόκριση και η ροπή του κινητήρα. Ιδιαίτερα η γραμμική απόκριση είναι το πιο σημαντικό όλων και κατά την γνώμη μου έχουμε πετύχει διάνα στον στόχο μας».

Στο σημείο αυτό λοιπόν ο άνθρωπος πίσω από την εξέλιξη της γκάμας της MV Agusta μας εξηγεί πως ακολούθησαν το πλάνο ανάπτυξης που κάνουν όλες οι εταιρείες στην Adventure σειρά αυτή την στιγμή. Έναν κινητήρα με διαφορετικές εκδόσεις απόδοσης για τελείως διαφορετικά μεταξύ τους μοντέλα.

«Οι εκδόσεις μεταξύ τους διαφέρουν επίσης σημαντικά, φυσικά οι διαστάσεις 81x60,2mm θα είναι κοινές αλλά στην πράξη τα περισσότερα από εκεί και πέρα αλλάζουν για τους κινητήρες που θα μπουν στις πιο sport μοτοσυκλέτες που θα δείτε να έρχονται. Στην αρχή, όταν ξεκινούσαμε τον σχεδιασμό, καταλήξαμε σε επτά συνδυασμούς διαμέτρου και διαδρομής για την χωρητικότητα του κινητήρα πριν τελικά καταλήξουμε στα νούμερα αυτά που μας δίνουν τις περισσότερες δυνατότητες και μπορούν να συνδυάσουν τους τελείως διαφορετικούς κόσμους των F-Sport μοτοσυκλετών και των Adventure μοντέλων.

«Από την αρχή όμως ο στόχος ήταν ένας σε ότι αφορά τον στρόφαλο των 120ο όπως έχουμε τώρα και δεν θέλαμε έναν big bang 180ο μοιρών σαν τα παλιά Laverda Jota. Γιατί για να κάνεις ταξίδι στον αυτοκινητόδρομο και να ευχαριστηθείς διαδρομή είναι καλύτερα να έχεις έναν στρόφαλο 120ο με λιγότερους κραδασμούς. Ο κόφτης σε αυτή την μοτοσυκλέτα θα είναι στις 10.500 στροφές με μία πολύ γραμμική απόδοση και με την γραμμικότητα αυτή να υπάρχει και στο διάγραμμα της ροπής».

«Στο στάδιο που βρίσκεται η μοτοσυκλέτα που τώρα οδηγείτε, τα μηχανικά μέρη έχουν σχεδιαστεί και εξελιχθεί στο 100% δηλαδή δεν θα υπάρχει καμία απολύτως αλλαγή στις μοτοσυκλέτες παραγωγής. Αν θέλουμε όμως να δώσουμε ένα ποσοστό εξέλιξης για την διαχείριση του κινητήρα και τα ηλεκτρονικά ως σύνολο, τότε μπορούμε να πούμε πως είμαστε στο 30% της εργασίας. Η χαρτογράφηση που έχει ο κινητήρας στην μοτοσυκλέτα που οδήγησες σήμερα είναι αυτός που φτιάχτηκε στο τραπέζι του δυναμόμετρου.

Αυτό σημαίνει πως έχουμε κάνει μόνο το πρώτο βήμα και έχουμε δρόμο μπροστά μας. Η μοτοσυκλέτα που δοκίμασες θα είδες πως δεν έχει προοδευτική απόκριση της γκαζιέρας καθώς το μερικό άνοιγμα του γκαζιού είναι πρακτικά αχαρτογράφητο στην κυριολεξία δεν έχουμε κάνει καθόλου δουλειά από τις 3.500 στροφές και κάτω για αυτό και θέλει προσοχή στην εκκίνηση. Ο λόγος είναι πως στο δυναμόμετρο δεν δουλεύουμε κάτω από τις 3.500 στροφές ενώ το κύριο μέλημα σε αυτό το στάδιο είναι να οριστικοποιήσεις τα μηχανικά μέρη και την βέλτιστη λειτουργία στο όριό του, όπως και να μετρήσεις όλες τις ανοχές. Τα υπόλοιπα είναι διαδικασία της εξέλιξης από την στιγμή που η μοτοσυκλέτα ξεκινά τις δοκιμές στον δρόμο. Τώρα εργαζόμαστε για την ρύθμιση των χαμηλών στροφών πριν συνεχίσουμε σε όλα τα υπόλοιπα».

«Η μηχανική αρχιτεκτονική του συστήματος μετάδοσης σε αυτό τον κινητήρα είναι αρκετά διαφορετική από τον προκάτοχό του. Τόσο στον 800άρη όσο και στον αρχικό 675, οι περόνες αποσύμπλεξης είναι τύπου κοκοράκι ενώ τώρα πατούν στον δικό τους πείρο μειώνοντας έτσι την αδράνεια μιας και δεν είναι πάνω στον άξονα μετάδοσης και μαζί και την τριβή με τις αλλαγές να γίνονται πιο ομαλά. Ο συμπλέκτης είναι μονόδρομος και στην μοτοσυκλέτα παραγωγής θα υπάρχει κάτι που δεν δοκίμασες τώρα, ένα quickshifter δύο κατευθύνσεων, μέρος του βασικού εξοπλισμού».

«Συγκριτικά με άλλους τρικύλινδρους κινητήρες που υπάρχουν στην αγορά αυτή την στιγμή, ο 931 κυβικών του Lucky Explorer έχει πιο μαζεμένες διαστάσεις μιας και ακολουθεί τον προκάτοχο, δηλαδή τον 800/675. Βασικά είναι τόσο ίδιες οι εξωτερικές διαστάσεις που θα μπορούσες να τοποθετήσεις τον κινητήρα αυτό απευθείας σε πλαίσιο μίας MV Agusta 800ων κυβικών από την στιγμή που ακόμη και η έδραση είναι η ίδια. Στο πιο φαρδύ του σημείο μιλάμε για 369,9mm ακριβώς ενώ το ύψος του μετρώντας από το κατώτερο σημείο του κάρτερ μέχρι το ψηλότερο της κεφαλής είναι 493,8mm. Θεωρώ πως αυτές οι διαστάσεις συνθέτουν έναν μικρό σε μέγεθος κινητήρα για 931 κυβικά χωρητικότητας! Χωρίς τα σώματα ψεκασμού ζυγίζει 54 κιλά, δηλαδή μόλις 1,2 κιλά πάνω από τον προκάτοχό του και η διαφορά αυτή προκύπτει σχεδόν εξολοκλήρου από τον μεγαλύτερο ατσάλινο στρόφαλο. Παρά την μεγαλύτερη χωρητικότητα και την μπόλικη ροπή, χρησιμοποιούμε τα ίδια 50mm σώματα ψεκασμού, όπως και στο 800».

 

 

 

«Είναι πολύπλοκες διαδικασίες αυτές, ήταν πάντα δηλαδή αλλά έχουν γίνει ακόμη περισσότερο τώρα. Έχουμε πολλούς διαφορετικούς προμηθευτές στα ηλεκτρονικά τα οποία έχουν γίνει εξαιρετικά πολύπλοκα τόσο κάθε σύστημα αυτό καθ’ αυτό αλλά ακόμη περισσότερο ο συνδυασμός τους. Μέχρι τώρα είχες μία ECU με βασικούς αλγόριθμους έτοιμους, η οποία αναλάμβανε τον ψεκασμό και αυτό ήταν, τέλος. Τώρα είναι εξαιρετικά πολύπλοκη διαδικασία να ρυθμίσεις την λειτουργία ενός κινητήρα με όλα τα διαφορετικά συστήματα και τα ηλεκτρονικά βοηθήματα. Για αυτή την διαδικασία λοιπόν συνεργαζόμαστε με την εταιρεία Eldor που έχει αναθέσει σε έναν εξειδικευμένο μηχανικό να βρίσκεται εδώ στο δικό μας R&D και συντροφεύει τους δικούς μας μηχανικούς στο αντίστοιχο δικό μας τμήμα και μαζί εργάζονται ώστε να ολοκληρώνονται όλες οι ρυθμίσεις μέσα στην MV. Όλες οι δοκιμές και η εξέλιξη γίνονται εντός, είναι εσωτερική διαδικασία. Από εκεί και πέρα έχουμε εξωτερικούς συνεργάτες στον τομέα των ηλεκτρονικών όπως η e-Novia στο Μιλάνο που έχουν αναπτύξει το σωστό λογισμικό προσομοίωσης της αδράνειας και του φρένου κινητήρα, που τροφοδοτείται απευθείας από την ECU κι αυτό μας γλιτώνει αμέτρητο χρόνο δοκιμών. Όχι για να τελειώσουμε μία δεδομένη δουλειά πιο γρήγορα, αλλά αντίθετα για να δοκιμάσουμε περισσότερα στο δεδομένο χρόνο που έχουμε ώστε να καταλήξουμε στην ιδανικότερη απόδοση.

 

Από εκεί και πέρα έχουμε άλλον έναν συνεργάτη, την Continental που αναλαμβάνει με την αντίστοιχη μονάδα της, την λειτουργεία του Cornering ABS και τροφοδοτείται με πληροφορίες από όλα τα παραπάνω ηλεκτρονικά μέσα από το πρότυπο CANBUS που ακολουθεί η πλεξούδα των ηλεκτρονικών και παράλληλα αποτελεί τμήμα του MCU, της ομπρέλας ηλεκτρονικών βοηθημάτων της μοτοσυκλέτας. Η τεχνολογία CANBUS ήταν μονόδρομος από την στιγμή που υπάρχουν συνολικά επτά μονάδες ελέγχου πάνω στην μοτοσυκλέτα και έτσι ο συντονισμός μεταξύ τους θα ήθελε δεκαπλάσιο αριθμό καλωδίωσης και άρα δεκαπλάσιο πρόβλημα αξιοπιστίας στο μέλλον, αν δεν ακολουθούσαμε το πρότυπο CANBUS».

«Η σημασία των ηλεκτρονικών βοηθημάτων σε μία μοτοσυκλέτα όπως η Lucky Explorer καθιστά την προμήθεια των μικρο-επεξεργαστών και των ολοκληρωμένων συστημάτων γενικά, μία από τις πλέον σημαντικές διαδικασίες. Αντιλαμβάνεστε λοιπόν πως επηρεαστήκαμε σφοδρά από την επικρατούσε κατάσταση πέρσι τέτοια εποχή περίπου, όταν ξεκινούσαν τα μεγαλύτερα προβλήματα στις γραμμές παραγωγής. Είναι ένα πρόβλημα που υπάρχει ακόμη, αλλά βαίνει ολοένα και μειούμενο. Αυτό δεν σημαίνει πως έχουν λυθεί τα προβλήματα τροφοδοσίας της γραμμής παραγωγής σε αγαθά για τα οποία δεν φανταζόμασταν ποτέ πως θα μπορούσαμε να έχουμε έλλειψη, όπως το αλουμίνιο ή το ατσάλι για χύτευση. Είναι πραγματικά αδιανόητη κατάσταση. Ταυτόχρονα η ρευστότητα αυτή μας κρατά σε εγρήγορση, όχι πως χρειαζόταν κάτι τέτοιο όταν έχεις στα χέρια σου ένα τόσο πολύπλοκο πράγμα να ολοκληρώσεις, αλλά σε κάθε περίπτωση είναι ευπρόσδεκτη».

«Η μοτοσυκλέτα προ-παραγωγής, θα είναι έτοιμη για την EICMA, θα την δείτε από κοντά τον Νοέμβριο δηλαδή και το πρώτο τρίμηνο 2023 θα ξεκινήσει και η γραμμή παραγωγής με τις πρώτες παραδόσεις να προγραμματίζονται για τον Απρίλιο του 2023. Ωστόσο πριν από αυτό θα κυκλοφορήσει το 5.5 πρώτο, καθώς η παραγωγή του από τους συνεργάτες μας στην Κίνα θα ξεκινήσει στα τέλη Ιανουαρίου 2023».

 

 

«Στόχος μας είναι οι ιδιοκτήτες να χρησιμοποιήσουν την Lucky Explorer σε απαιτητικές εκτός δρόμου διαδρομές και θα προσπαθήσουμε να σας δώσουμε μία και για το δικό σας Mega Test. Έχουμε ξοδέψει απίστευτα πολύ χρόνο για να εξελίξουμε την μοτοσυκλέτα και να την καταστήσουμε ικανή για την κορυφή της κατηγορίας, στοχεύοντας απευθείας τις Honda Africa Twin και Ducati Desert X και αυτή η διαφορά πρέπει να φανεί. Αυτές είναι άλλωστε και οι μοτοσυκλέτες αναφοράς που χρησιμοποιήσαμε για την εξέλιξη της Lucky Explorer καθώς είναι οι πιο ισορροπημένες και οι πιο εύκολες να χρησιμοποιήσει κανείς σε εκτός δρόμου διαδρομές, αφήνοντας στην άκρη το Yamaha Tenere που είναι μοτοσυκλέτα άλλης κατηγορίας. Η πρόταση της Triumph είναι προφανώς η άλλη τρικύλινδρη μοτοσυκλέτα και παρόλο που δεν κάνει κάτι κακό, δεν είναι υστερεί, δεν πιστεύω πως υπερτερεί και σε κάποια περιοχή».

«Προφανώς και η είσοδος της MV Agusta στην Adventure κατηγορία γίνεται για να δούμε το σύνολο πωλήσεων να ανεβαίνει, αυτή την ευκαιρία αναζητάμε βλέποντας τις Sport και τις Street να συρρικνώνονται ολοένα και περισσότερο».

«Πολύ σωστά, όπως το έθεσες και εσύ, οι διάφορες υποκατηγορίες κυβισμού έχουν αρχίσει να μπλέκονται μεταξύ τους και να μην ξεχωρίζουν πλέον. Εμείς επιλέξαμε πολύ συγκεκριμένα τον κυβισμό αυτό, ώστε να μπορούμε να πάρουμε κατάταξη τόσο στην μεσαία κατηγορία όσο και στην αμέσως επόμενη. Μπορείς να πεις πως η μία κατηγορία έχει σύνορα τα 800 με 1.000 κυβικά και η άλλη φτάνει μέχρι τα 1.200 και εκτείνεται μέχρι τα 1.301 της KTM. Ο στόχος μας με την Lucky Explorer είναι να είμαστε στην κορυφή της μεσαία κατηγορίας από πλευράς βάρους, ευελιξίας και συμπεριφοράς αναρτήσεων και την ίδια στιγμή να αποτελούμε μία καλή εναλλακτική πρόταση απέναντι στις μεγαλύτερου κυβισμού μοτοσυκλέτες από πλευράς επιδόσεων, ροπής και ιπποδύναμης σε συνάρτηση με το συνολικό βάρος. Άρα όποιος θέλει μία μεγάλου κυβισμού Adventure από πλευράς δύναμης αλλά δεν θέλει και τον όγκο που αυτή έχει, τότε σύντομα θα υπάρχει στην αγορά μία εναλλακτική πρόταση. Με λίγα λόγια θέλουμε να είμαστε το καλύτερο δύο κόσμων με καλές επιδόσεις αλλά ευκολία και ευελιξία μεσαίας μοτοσυκλέτας».

Με αυτά τα λόγια ο κύριος Gillen δίνει ορισμένες μεγάλες υποσχέσεις για το Lucky Explorer αλλά δεν παύουν να είναι τα λόγια του δημιουργού της μοσυκλέτας, που σαν κάθε περήφανος πατέρας έχει πάντα το ομορφότερο παιδί. Ειδικά η τελευταία παράγραφος, που αποτελεί κομμάτι της ερώτησης για το που κατατάσσει την Lucky Explorer τώρα που δεν υπάρχουν πρακτικά σύνορα στις κατηγορίες, θα μπορούσε κάλλιστα να περιγράφει την Ducati DesertX μιας και είναι αντίστοιχα λόγια με όλα όσα μας είπαν πριν λίγο καιρό στην Σαρδηνία όταν την οδηγήσαμε για πρώτη φορά. Αντίστοιχα περιγράφουν και την Africa Twin αλλά και την Tiger900 έως και την V-Strom και μαζί και την Norden και την 890 Adventure, με λίγα λόγια όλοι σε αυτά τα κυβικά το ίδιο προσπαθούν να κάνουν.

 

το αφεντικό της MV Agusta, Timur Sardarov

 

Με συμπίεση 12,5:1 αντί για 13,3:1 που ήταν ο προηγούμενος κινητήρας και με απόδοση 123 ίππων στις 10.000 στροφές, πλησιάζει το σημείο αναφοράς της μεγαλύτερης κατηγορίας, όπως το θέλει, το GS δηλαδή. Τώρα όμως, κρυμμένο καλά μέσα στο κείμενο εδώ που λίγοι από τους χιλιάδες που θα διαβάσουν το κείμενο θα το θυμόνται, σας λέω πως και το GS θα έχει τεράστιες αλλαγές που σε λίγο καιρό θα εμφανιστούν στην επιφάνεια των νέων.

Και μέσα σε αυτές θα είναι και η μεγαλύτερη ιπποδύναμη οπότε το πρώτο σημείο αναφοράς ήδη απομακρύνεται. Σε επόμενο τεύχος του ΜΟΤΟ θα επεκταθούμε με την οδηγική εμπειρία του Lucky Explorer πάντως ο πρώτος στόχος που είναι να έχει πραγματικές εκτός δρόμου δυνατότητες δεν φαίνεται να είναι μακριά, το ακριβώς αντίθετο.

Οι αναρτήσεις της Sacs και ιδιαίτερα το ανεστραμμένο πιρούνι με διάμετρο 50mm είναι το βασικό θετικό συστατικό και με θέση οδήγησης στα 850 που γίνονται 870mm σημαίνει πως έχει γίνει προσπάθεια να μπει στην μέση των δύο κόσμων, όπως επίσης και η εργονομία θέσης οδήγησης που επηρεάζεται από το ρεζερβουάρ των 20 λίτρων, που δεν το λες και μεγάλο, έχει ακολουθήσει την μέση οδό και σε αυτό τον τομέα πλησιάζει ή καλύτερα ταυτίζεται με την Africa Twin θυμίζοντας αρκετά την θέση οδήγησης της Honda.

 

Ο εμπρός τροχός των ’21 ιντσών συνδυάζεται με το μεγάλο κόψιμο του τιμονιού και οι μανούβρες με χαμηλή ταχύτητα, παρκάροντας – ξεπαρκάρωντας ή ακόμη καλύτερα παλεύοντας σε κάποιο κακοτράχαλο κομμάτι, γίνονται πολύ εύκολα. Η κατανομή βάρους είναι 51/49% για τα σχεδόν 230 κιλά του, αν και αυτά είναι νούμερα που πρέπει να επαληθευτούν στην δική μας ζυγαριά, ο Gillen κάνει λόγο για 212 κιλά άδειο που μόνο άσχημα δεν είναι.

Εκείνο που πρέπει να κρατήσει κανείς από την πρώτη αυτή εμπειρία, την οποία πολύ αναλυτικά θα περιγράψουμε στο έντυπο και θα τεκμειριώσουμε τα συμπεράσματα, είναι πως έχουμε μπροστά μας μία πολύ μεγάλη πιθανότητα να δούμε την ιστορία να επαναλαμβάνεται, όταν η MV Agusta δηλαδή κατάφερε πριν από χρόνια με έναν αντίστοιχο κινητήρα να πάρει πελάτες από τους μεγαλύτερους κατασκευαστές καθώς ήταν άκρως ανταγωνιστικές οι προτάσεις της. Είχε και τότε, όπως και τώρα, ξεκινήσει βάζοντας τον κινητήρα στο επίκεντρο.

Τα υπόλοιπα σε επόμενο τεύχος του ΜΟΤΟ, έχουμε άλλωστε πολύ καιρό μπροστά μας μέχρι αυτή η μοτοσυκλέτα να γίνει διαθέσιμη…

 

Δοκιμή μεταχειρισμένου: Yamaha YZF-R6 ABS (2017)

Το τελευταίο τετρακύλινδρο Supersport της Yamaha που μπορούσε να βγάλει πινακίδα
Yamaha R6 minitest μεταχειρισμένου
Κώστα Γκαζή
Από τον

Κώστα Γκαζή

19/12/2022

Του Μπάμπη Μέντη

Φωτό: Γιώργος Νιαουνάκης

To 2017 και μετά από πολλά χρόνια στασιμότητας, η Yamaha επανήλθε δυναμικά στην κατηγορία των supersport 600, κάνοντας μια γενναία και στοχευμένη αναβάθμιση στο R6. Αυτή έμελλε να είναι και η τελευταία τετρακύλινδρη Supersport πρόταση με δυνατότητα έκδοσης πινακίδας της ιαπωνικής εταιρείας.

Κάποτε τα supersport 600 ήταν μοτοσυκλέτες για όλες τις δουλειές. Μετά δημιουργήθηκε η κατηγορία SS 600 στο παγκόσμιο πρωτάθλημα WSBK με συνέπεια την εξειδίκευση και τον μονοδιάστατο χαρακτήρα. Έως το 2008 η κατηγορία αυτή ήταν η καλύτερη επιλογή για όποιους αγαπούσαν τα track days ή συμμετείχαν σε τοπικούς και εθνικούς αγώνες.

Όμως η “ηλεκτρονική επανάσταση” που έφεραν τα νέας γενιάς Superbike 1000, επανάσταση που τα έκανε πιο εύκολα, πιο ασφαλή και τελικώς πιο γρήγορα μέσα στην πίστα για όλους, έσπρωξε τα SS600 στο εμπορικό παρασκήνιο και τον μαρασμό. Όπου δεν υπάρχουν πελάτες, τα μεγάλα εργοστάσια δεν επενδύουν, και αυτό έγινε στην περίπτωσή μας, όπου επί μια δεκαετία (1998-2008) στην κατηγορία δεν άλλαξε ούτε βίδα. Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ήρθαν οι προδιαγραφές Euro 4 το 2017, και η πρόθεση της Dorna να καταργήσει τα SS600 από το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα, δίνοντας τη χαριστική βολή. Οπότε ήταν τεράστια έκπληξη για όλους, που στην έκθεση της Κολωνίας το 17, η Yamaha πήγε κόντρα στην εμπορική λογική και παρουσίασε την τρίτη ουσιαστικά γενιά του R6. Μπορούμε να διαφωνούμε για ώρες σχετικά με το αν είναι καινούριο ή αναβαθμισμένο μοντέλο, όμως δεν έχει καμία σημασία.

Yamaha R6 2017

Εξωτερικά είναι εντελώς διαφορετικό από πριν και ίσως η πιο όμορφη σπορ μοτοσυκλέτα της Yamaha. Για κάποιους είναι πιο όμορφη κι από την R1! Η αλήθεια είναι ότι από πίσω και από το πλάι μοιάζουν ολόιδιες, αλλά στην πραγματικότητα όλα τα κομμάτια του φαίρινγκ είναι εντελώς διαφορετικά. Το 2017 η Yamaha υποστήριζε ότι το νέο R6 ήταν η πιο αεροδυναμική μοτοσυκλέτα που έχει φτιάξει ποτέ. Δεν κάναμε δικές μας δοκιμές σε αεροσήραγγα, αλλά μπορούμε να πούμε ότι στη μεγάλη πίσω ευθεία των Μεγάρων η αεροδυναμική κάλυψη ήταν φανταστική. Σκύβοντας πίσω από τη ζελατίνα επικρατεί απόλυτη ησυχία και δεν υπάρχει ίχνος στροβιλισμών, σε κανένα σημείο του σώματος. Νοιώθεις σαν να αποτελείς ενιαίο τμήμα της μοτοσυκλέτας και το R6 αποδεικνύει ότι η αεροδυναμική μπορεί να συνυπάρξει με την ομορφιά.

Yamaha R6

Η θέση οδήγησης έχει μικρές διαφορές στην εργονομία, αλλά θα τις αντιληφθεί μόνο όποιος έχει το παλιότερο μοντέλο. Ουσιαστικά η διαφορά είναι στη στενότερη και πιο επίπεδη σέλα. Εγώ που είχα μερικά χρόνια να ανέβω σε R6, μου φάνηκε ίδια με του προηγούμενου. Αυτό σημαίνει ότι εξακολουθεί να είναι άψογη για οδήγηση μέσα στην πίστα, με αρκετό χώρο για τα πόδια και εξίσου αρκετό χώρο για να μετακινείς ανεμπόδιστα το σώμα σου. Στα μεγάλα superbike δεν μου αρέσουν ιδιαίτερα οι ευρύχωρες θέσεις οδήγησης, διότι με 200 ίππους στον πίσω τροχό αναγκάζομαι να καταβάλω μεγάλη σωματική προσπάθεια στις εξόδους των στροφών για να κρατηθώ πάνω τους και το ίδιο ισχύει στα δυνατά φρένα από τις πολύ υψηλές ταχύτητες που καταφέρνουν να πιάσουν σε κάθε ευθεία. Αυτό μετά από μερικούς γύρους με κουράζει, ρίχνοντας τον ρυθμό και προκαλώντας οδηγικά λάθη. Όμως στα SS600 οι επιταχύνσεις είναι πιο ανθρώπινες και χρειάζεσαι την εύκολη μετακίνηση του σώματος πάνω τους, καθώς δεν τα οδηγείς σαν dragster και η μετατόπιση του βάρους πάνω τους είναι βασικό στοιχείο του τρόπου οδήγησής τους. Οι σημαντικές αλλαγές του νέου R6 βρίσκονται στο πιρούνι και τα φρένα, αλλά σίγουρα οι πιο “πιασάρικη” εμπορικά είναι η προσθήκη των ηλεκτρονικών βοηθημάτων.

Με 120 Hp, ηλεκτρονικά βοηθήματα και δυνατότητα έκδοσης πινακίδας

Yamaha R6 2017

Το R6 του 2007 ήταν η πρώτη μοτοσυκλέτα με ride by wire ψεκασμό και το 2017 έγινε η πρώτη μοτοσυκλέτα της κατηγορίας της που εκμεταλλεύτηκε αυτή την τεχνολογία για να αποκτήσει ένα ολοκληρωμένο σύστημα σύγχρονων ηλεκτρονικών βοηθημάτων. Το hardware του traction control δεν είναι τόσο προηγμένο όσο του R1, αφού δεν διαθέτει αισθητήρες επιτάχυνσης προς όλες τις κατευθύνσεις. Τα δεδομένα που παίρνει σε πραγματικό χρόνο είναι από την περιστροφή των τροχών, σε συνδυασμό με τις στροφές του κινητήρα και τη θέση του γκαζιού. Αυτά τα στοιχεία επεξεργάζονται μέσω αλγόριθμων και αναλόγως δίνεται ή όχι εντολή στην ECU να κόψει την παροχή ρεύματος στον κινητήρα. Με άλλα λόγια δεν έχουμε εδώ επέμβαση πρώτα στην τροφοδοσία και μετά στο ρεύμα όπως στα καινούρια superbikes. Παρ’ όλα αυτά μπορεί να ρυθμιστεί η ευαισθησία του σε έξι θέσεις (ουσιαστικά επιλέγεις το πρωτόκολλο των αλγόριθμων).

Επίσης, για μοτοσυκλέτα με ψεκασμό ride by wire προκαλεί εντύπωση που το quick shifter είναι παλαιού τύπου, μόνο για τα ανεβάσματα. Η αιτιολογία που δίνει η Yamaha για αυτή την επιλογή της είναι εντελώς παιδική. Λένε ότι είναι για θέμα ασφάλειας του αναβάτη (τυχαίο κατέβασμα!) και για λόγους μακροζωίας του κιβωτίου. Τίποτα από αυτά δεν ισχύει φυσικά και είναι απλώς θέμα κόστους. Πάντως το 2017 το R6 έγινε το μοναδικό ιαπωνικό 600 με quick-shifter στο βασικό εξοπλισμό του και ο σχεδιασμός του μοχλικού στο λεβιέ ταχυτήτων επιτρέπει να γυρίσεις “ανάποδα” το κιβώτιο, χωρίς επιπτώσεις στη λειτουργία του.

Yamaha R6

Ο κινητήρας εξακολουθεί να είναι από τους δυνατότερους στην κατηγορία του με 120 ονομαστικούς ίππους στον στρόφαλο, παρά το γεγονός ότι έχει τους περιορισμούς των προδιαγραφών Euro 4. Αυτό το κατάφεραν χρησιμοποιώντας νέας τεχνολογίας καταλύτες και εμπλουτίζοντας με οξυγόνο τα καυσαέρια στους αυλούς εξαγωγής. Η χαρτογράφηση της ηλεκτρονικής είναι επίσης νέα και έχει τρεις επιλογές (D-mode) για την απόκριση του γκαζιού, την STD, την πιο άμεση Α και την πιο ήπια Β. Στην πίστα των Μεγάρων η επιλογή Α ήταν μονόδρομος, αφού η ιδιαίτερη χάραξη της συγκεκριμένης πίστας απαιτεί άμεσες επιταχύνσεις στις εξόδους όλων των στροφών και δεν έχει ροή που θα χρειαζόταν κάποιου είδους έλεγχο του γκαζιού. Σε σύγκριση με το παρελθόν, ο κινητήρας του 2017 μοιάζει πιο πρόθυμος κάτω από τις 9.000 στροφές και δεν έχει εκείνη την εκνευριστική καθυστέρηση στην απόκριση του γκαζιού. Όμως το σκαλοπάτι απόδοσης στις 9.000 στροφές εξακολουθεί να υπάρχει και αν θέλεις να πας γρήγορα με αυτόν τον κινητήρα, τότε δεν πρέπει η βελόνα να δείχνει κάτω από αυτό το σημείο. Το καλό είναι ότι από τις 9.000 έως τις 16.000 (14.600 στην πραγματικότητα) που επεμβαίνει ο κόφτης, έχεις πάνω από 5.500 στροφές ισχυρής επιτάχυνσης. Οδηγήσαμε δύο διαφορετικά R6, το ένα εντελώς normal και το άλλο με πιο κοντή τελική μετάδοση και σλικ ελαστικά. Στην περίπτωση του νορμάλ χρειαζόταν να βάλω 1η στην Κ1 και στην “πλατεία”, καθώς η πρόσφυση των ελαστικών δρόμου δεν επέτρεπε να κουβαλήσω μεγάλη ταχύτητα μέσα στη στροφή, οπότε και οι στροφές του κινητήρα έπεφταν πολύ αν είχα δευτέρα. Αντίθετα στη μοτοσυκλέτα με τα σλικ και την πιο κοντή τελική μετάδοση μπορούσα να έχω 2α στις κλειστές στροφές και αξιοπρεπή επιτάχυνση στις εξόδους. Πάντως ο πρωταθλητής Αλέξης Παπαγεωργίου που μας έκανε την τιμή να είναι μαζί μας εκείνη την ημέρα και γύριζε κάτω από 1:07, μου είπε ότι στις ανοιχτές στροφές η 2α έσκαγε και έπρεπε να βάλει κούφια 3η και ότι το στάνταρ γρανάζι της νορμάλ μοτοσυκλέτας ταιριάζει καλύτερα σε αυτή την πίστα. Οπότε αν το γυρολόγιό σας είναι κάτω από 1:10 κρατήστε το νορμάλ γρανάζωμα. Μία άλλη σημαντική διαφορά που είχαν τα ελαστικά δρόμου (Dunlop 214) σε σχέση με τα slick (Dunlop επίσης) ήταν η επίπτωση στη λειτουργία του traction control, αλλά και στη συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας στις στροφές, λόγω πρόσφυσης και διαφορετικής κορώνας. Τα ελαστικά δρόμου έκαναν τη μοτοσυκλέτα να πλαγιάζει πιο ήρεμα (και αργά) στις εισόδους των στροφών και έδιναν μια αίσθηση ομαλότητας, αλλά ταυτόχρονα πρόσθεταν βάρος στο τιμόνι. Επίσης μετά από τρεις γύρους εμφάνιζαν σημάδια υπερθέρμανσης, αναγκάζοντας το traction control να βάλει ένα χεράκι βοήθειας. Το αποτέλεσμα όλων αυτών των στοιχείων ήταν να οδηγείς το R6 σαν να ήταν ένα μεγάλο superbike, προσπαθώντας να είσαι όση λιγότερη ώρα γίνεται πλαγιασμένος μέσα στη στροφή. Μόνο που εδώ δεν έχεις τα κυβικά και τους 200 ίππους να σε βγάλουν από τη στροφή… Όμως με τα slick που έχουν επιθετική κορώνα και υψηλά επίπεδα πρόσφυσης, το R6 έδειχνε πολύ πιο πρόθυμο να πλαγιάσει στην είσοδο της στροφής και διατηρούσε την ταχύτητά του (οπότε και τις στροφές του κινητήρα) ψηλότερα.

Ohlins

Η συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα (με τα slick ελαστικά) είχε επιπλέον αμορτισέρ της Ohlins και ένα τελικό τιτανίου της Akrapovic. Από τιτάνιο πάντως είναι και το στάνταρ τελικό. Το τελικό της Akrapovic κάνει λίγο περισσότερο θόρυβο αλλά δεν προσθέτει κάτι στην απόδοση του κινητήρα. Όσο για το αμορτισέρ της Ohlins, ήταν ρυθμισμένο για αναβάτη 80+ κιλών, οπότε μου έπεφτε κάπως σκληρό για τα δικά μου 67 κιλά. Το σκληρό αμορτισέρ φαινόταν κυρίως στα δυνατά φρεναρίσματα, όπου ο πίσω τροχός έχανε εύκολα την επαφή του με την άσφαλτο, αλλά και στο χούφτωμα του γκαζιού στην έξοδο της στροφή, όπου ακόμα και με τα slick εμφάνιζε ένα αρχικό γλίστρημα.

Το traction control που έχει το R6 δεν είναι τόσο προηγμένο όσο του R1 και βρίσκεται εκεί για να σε σώσει αν το παρακάνεις, όχι για να σε βοηθήσει να πας πιο γρήγορα. Έβγαλε τίμια το ψωμί του με τα ελαστικά δρόμου όταν υπερθερμαίνονταν, όμως με τα slick θα ήθελα να επεμβαίνει στην τροφοδοσία μειώνοντας την ταχύτητα ανόδου των στροφών και όχι στο ρεύμα, κόβοντας εντελώς την παροχή δύναμης. Για το τέλος άφησα τα φρένα, που ήταν το μεγάλο πρόβλημα στα προηγούμενα μοντέλα σε ότι αφορά τη δύναμη πέδησης.

R6

Για το 2017 το R6 απέκτησε τα φρένα της R1-S και μαζί τη δύναμη και το αρχικό δάγκωμα που χρειάζεσαι μέσα στην πίστα. Μαζί με το νέο 43mm upside down πιρούνι (αντί για 41mm) η αίσθηση και η αποτελεσματικότητα στο φρενάρισμα έφτασαν στο επίπεδο που άξιζε αυτή η μοτοσυκλέτα. Το μόνο πρόβλημα είναι ότι το ABS δεν ρυθμίζεται και κυρίως δεν απενεργοποιείται! Αυτή είναι εντελώς λάθος επιλογή από μέρους της Yamaha. Λένε ότι έχουν ρυθμίσει το ABS να επεμβαίνει καθυστερημένα ώστε να μην ενοχλεί μέσα στην πίστα, όμως σε μια μοτοσυκλέτα που ο πίσω τροχός ελαφραίνει τόσο εύκολα στα δυνατά φρεναρίσματα, θα έπρεπε τουλάχιστον να υπάρχει δυνατότητα απενεργοποίησης για το πίσω φρένο. Ο λόγος φυσικά είναι το κόστος και ο προμηθευτής. Η Yamaha δεν συνεργάζεται πλήρως με την Bosch για την προμήθεια των ηλεκτρονικών και προτιμά να φτιάχνει τα δικά της, αγοράζοντας μόνο το hardware. Καθώς το κόστος του συστήματος της R1 είναι μεγάλο, εδώ έχουμε ουσιαστικά το hardware του ΜΤ-10 προσαρμοσμένο (όσο γίνεται…) για οδήγηση στην πίστα. Από την άλλη μεριά, η Yamaha παρουσίασε δίπλα στη μοτοσυκλέτα μια ολόκληρη σειρά αγωνιστικών εξαρτημάτων για το R6 με ιδιαίτερα προσιτές τιμές, ακόμα κι από ιδιώτες που θέλουν απλώς να κάνουν track day.

Ναι

Το τελευταίο Yamaha R6 που έβγαζε αριθμό κυκλοφορίας

Όχι

ABS που δεν απενεργοποιείται και πρωτόλεια ηλεκτρονικά

Γιατί

Άκρως αποτελεσματικό στην πίστα χωρίς να σου κόβει τα χέρια

Εύρος τιμών

Ψάξτε, ψάξτε… δεν θα το βρείτε. Ελάχιστα πωλήθηκαν -τα περισσότερα για αγωνιστική χρήση, που ήταν και η σωστή επιλογή για την αγορά τους- και αυτή τη στιγμή θα είστε τυχεροί αν βρείτε έστω και ένα μεταχειρισμένο να πωλείται. Εμείς δεν ήμασταν -υπάρχει όμως ακόμα καινούργιο Κ.Π. χωρίς τη δυνατότητα έκδοσης αριθμού κυκλοφορίας, για 14.500 ευρώ.

Τι πρέπει να προσέξετε

Τα κλασικά όσον αφορά σε μοτοσυκλέτα που προορίζεται για χρήση πίστας. Προσοχή σε σημάδια που υποδηλώνουν πτώση ή αγωνιστική χρήση.

r6
Το ρεζερβουάρ είναι αλουμινένιο και το πλαστικό κάλυμμα εμπρός του έχει τα βράγχια του M1
R6
Επιτέλους τα φρένα ήρθαν στο επίπεδο της υπόλοιπης μοτοσυκλέτας
r6
Το όνομα δεν αρκεί, αφού το Ohlins που είχε η μία από τις δύο μοτοσυκλέτες ήταν υπερβολικά σκληρό και μείωνε την πρόσφυση του πίσω τροχού

ΥΓ. Οι φωτογραφίες κίνησης είναι από βελτιωμένο R6.

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ           

Αντιπρόσωπος:

ΜΟΤΟΔΥΝΑΜΙΚΗ Α.Ε.Ε.

Τιμή:

14.900 το 2017

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

Μήκος (mm):

2.040

Ύψος (mm):

1.150

Μεταξόνιο (mm):

1.375

Απόσταση από το έδαφος (mm):

130

Ύψος σέλας (mm):

850

Ίχνος (mm):

97

Γωνία κάστερ (˚):

24

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Δύο δοκών αλουμινίου

Πλάτος (mm):

 

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

-/190

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Υγρόψυκτος, τετρακύλινδρος σε σειρά με 4Β/Κ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

67 x 42,5

Χωρητικότητα (cc):

599

Σχέση συμπίεσης:

13,1:1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

120/14.500

Ροπή (kg.m/rpm):

6,3/10.500

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

200

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός ride by wire με μεταβλητού μήκους αυλούς εισαγωγής

Σύστημα εξαγωγής:

4 - 2 – 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Υγρός, πολύδισκος, μονόδρομος

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Γρανάζια/-

Τελική μετάδοση / σχέση:

Αλυσίδα / -

 

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

Κενή

Γεμάτη

Θεωρητικά

1,47

1,58

Πραγματικά

-

-

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Μοχλισμού με μονό αμορτισέρ

Διαδρομή (mm):

-

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς/συμπίεσης

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

5,5 x 17

Ελαστικό:

180/55-17

Πίεση:

-

ΦΡΕΝΟ

Δίσκος 220mm με δαγκάνα δύο εμβόλων και ABS

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Μονόχρωμη ψηφιακή οθόνη TFT με ενδείξεις για ταχύτητα, στροφές κινητήρα, σχέση ταχυτήτων, ρυθμίσεις απόκρισης γκαζιού σε τρεις θέσεις, ρυθμίσεις επέμβασης traction control σε 6 θέσεις με δυνατότητα απενεργοποίησης, quickshifter, δύο μερικοί χιλιομετρητές, ενδείξεις βενζίνης/ρεζέρβας

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Τηλεσκοπικό πιρούνι upside down

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

43/120

Ρυθμίσεις:

Πλήρως ρυθμιζόμενο

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

3,5 Χ 17

Ελαστικό:

120/70-17

Πίεση:

-

ΦΡΕΝΟ

Δύο δίσκοι 320mm με δαγκάνα τεσσάρων εμβόλων και ABS