Οδηγούμε το νέο Yamaha TMAX TechMAX 2020

Η έβδομη γενιά μιας δυναστείας!
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

27/11/2019

Τα νούμερα από τις πωλήσεις και όσα έχουν καταφέρει οι έξι –μέχρι τώρα- γενιές των ΤΜΑΧ αντικατοπτρίζουν παραστατικά αυτό που είναι βαθιά ριζωμένο στη συνείδηση ολόκληρου του μοτοσυκλετιστικού κοινού και όχι μόνο των φανατικών των σκούτερ: Το ΤΜΑΧ ήταν ανέκαθεν το σημείο αναφοράς της κατηγορίας των mega scooter. Ακόμη και τις περιόδους που δεν ήταν το τεχνολογικά πιο προηγμένο, το μεγαλύτερο ή το δυνατότερο της κατηγορίας του, πάντα ήταν αυτό που βρισκόταν στο στόχαστρο των ανταγωνιστών του. Αν αυτό δεν είναι επιτυχία για μια εταιρεία, τότε τι;

Από την άλλη, το αυτί των ανθρώπων που βρίσκονται πίσω από το ΤΜΑΧ, δεν ιδρώνει καθόλου από όλα αυτά. Όπως μας δήλωσαν ξεκάθαρα στην κουβέντα που είχαμε με όλο το ιαπωνικό Team που σχεδίασε και υλοποίησε το νέο ΤΜΑΧ, ο μοναδικός ανταγωνισμός που αναγνωρίζουν είναι από το ΤΜΑΧ 530, δηλαδή τον προκάτοχό του…

Ήδη από την EICMA, όταν είδαμε για πρώτη φορά το νέο ΤΜΑΧ από κοντά, οι άνθρωποι της Yamaha φρόντισαν να μας το καταστήσουν σαφές ότι πρόκειται για ένα από τα σημαντικότερα μοντέλα τους για το 2020, έχοντας επενδύσει πάνω του πολλά. Στο Cascais της Πορτογαλίας, την "Ριβιέρα" της χώρας λίγο έξω από την Λισαβώνα όπου ταξιδέψαμε για την παγκόσμια παρουσίαση του ΤΜΑΧ 560 (και για την οποία θα διαβάσετε αναλυτικότατα στο τεύχος 602 του ΜΟΤΟ που θα κυκλοφορήσει στις 31 Δεκεμβρίου), έγιναν πιο συγκεκριμένοι, αποκαλύπτοντας τους τρεις άξονες πάνω στους οποίους κινήθηκαν: Απόδοση, σχεδιασμός και κορυφαίος εξοπλισμός. Με λίγα λόγια, είχαμε μπροστά μας το γρηγορότερο (και μεγαλύτερο από άποψη κυβικών) ΤΜΑΧ που έχει κατασκευαστεί ποτέ, το πιο δυναμικό από πλευράς εμφάνισης και την πλέον εξοπλισμένη έκδοση, το TechMAX, πάνω στη σέλα του οποίου θα περνούσαμε μια ολόκληρη μέρα.

Ξεκινώντας από το σημαντικότερο, την απόδοση δηλαδή, οι αλλαγές στο δικύλινδρο εν σειρά κινητήρα με τον στρόφαλο των 360° και τον οριζόντια τοποθετημένο αντικραδασμικό άξονα (μιας και αυτός ο χρονισμός του στροφάλου παράγει ισχυρούς κραδασμούς πρώτης τάξεως), επικεντρώνονται κυρίως στην αύξηση του κυβισμού και σε πολλές επιμέρους βελτιώσεις των κινούμενων μερών. Τα 32 επιπλέον κυβικά (από 530 σε 562cc) προήλθαν από την αύξηση της διαμέτρου του εμβόλου από τα 68mm στα 70mm, ενώ αυξήθηκε κατά ένα χιλιοστό και η διάμετρος των βαλβίδων εισαγωγής, προκειμένου να γίνεται καλύτερη πλήρωση του μεγαλύτερου πλέον θαλάμου καύσης. Έμβολα, μπιέλες, και εκκεντροφόροι είναι καινούργια, με τον στρόφαλο να είναι κι αυτός νέο αλλά και ελαφρύτερος. Αρκετή δουλειά έγινε και στο κύκλωμα ψύξης, που έγινε πιο αποδοτικό αλλά με μειωμένη διαδρομή σωληνώσεων και μεγαλύτερης χωρητικότητας ψυγείο.

Στον συμπλέκτη της CVT μετάδοσης –για την οποία οι Ιάπωνες τόνισαν δεόντως ότι την θεωρούν ως την καλύτερη γι' αυτή την κατηγορία, αφήνοντας αιχμές για το DCT της Honda- ρύθμισαν το πατινάρισμα να τελειώνει 300 στροφές νωρίτερα (στις 4.000) ενώ μάκρυναν την σχέση της μετάδοσης για να συμβαδίζει με την αυξημένη ιπποδύναμη και ροπή. Και μιας και μιλάμε για τα συγκεκριμένα μεγέθη, πρέπει να αναφέρουμε ότι το νέο ΤΜΑΧ αποδίδει πλέον 47,6 ίππους (από 46) 750 στροφές ψηλότερα (στις 7.500) και 5,7kgm (από 5,4kgm) στις ίδιες ακριβώς στροφές με πριν (στις 5.200). Αλλαγές έγιναν και στην εξάτμιση με τον καταλύτη –ελέω Euro5 προδιαγραφών- οι οποίες εκτός από την "καθαρότερη" λειτουργία, επέφεραν και μια πιο μπάσα χροιά στον ήχο που απελευθερώνει. Το πλαίσιο παρέμεινε ως είχε, όχι όμως και οι αναρτήσεις που έχουν νέα settings και νέα ελατήρια.

Σε ό,τι αφορά τον σχεδιασμό, οι άνθρωποι από το Iwata προσπάθησαν να συνδυάσουν το στιλ με την εργονομία, διατηρώντας το κλασσικό πλέον σχήμα "boomerang" αλλά με πιο λεπτές διαστάσεις για να έχουν εύκολη πρόσβαση τα πόδια του αναβάτη στο έδαφος. Η ουρά απέκτησε πιο επιθετικό σχήμα και τα δύο πίσω φώτα αντικαταστάθηκαν από φανάρι LED σε σχήμα "Τ" με σαφή παραπομπή στο όνομα του ΤΜΑΧ. Το εμπρός μέρος απέκτησε κι αυτό πιο επιθετικές γραμμές, με τα ενσωματωμένα LED φλας να έχουν τώρα εντελώς διαφορετικό σχήμα, τονίζοντας κι αυτά την αιχμηρή σχεδίαση του νέου ΤΜΑΧ.

Στον τομέα του εξοπλισμού, τον τρίτο άξονα πάνω στον οποίο κινήθηκαν οι άνθρωποι της Yamaha, έχουμε μια διαφορετική προσέγγιση σε σχέση με το τι γινόταν μέχρι σήμερα. Είχαμε γράψει πολλές φορές κι εμείς, ότι οι τρεις εκδόσεις της απερχόμενης γενιάς είχαν μια δόση υπερβολής που περισσότερο εξυπηρετούσαν το μάρκετινγκ παρά την ουσία. Η αλληλοκάλυψη ήταν αναπόφευκτη και η σύγχυση στους υποψήφιους ιδιοκτήτες δεδομένη. Ορθώς λοιπόν τώρα σκέφτηκαν ότι θα πρέπει να υπάρχει η επιλογή δύο μόνο εκδόσεων, της στάνταρ και της TechMAX. Οι διαφορές έχουν να κάνουν καθαρά με το επίπεδο του εξοπλισμού τους, ο οποίος ακόμη και στην περίπτωση της στάνταρ έκδοσης είναι αρκετά πλούσιος. Το ΤΜΑΧ διαθέτει τους δύο χάρτες για την απόδοση, Keyless τεχνολογία, αλουμινένια διακοσμητικά στο εσωτερικό της ποδιάς, κλείδωμα κεντρικού σταντ και traction control, ενώ το TechMAX διαθέτει επιπλέον ηλεκτρικά ρυθμιζόμενη ζελατίνα, θερμαινόμενα γκριπ και σέλα, cruise control, ρυθμιζόμενη πίσω ανάρτηση και το σύστημα My TMAX connect για διασύνδεση με το smartphone του αναβάτη του. Ιδιαίτερη προσοχή δόθηκε και στις χρωματικές επιλογές, με το επίπεδο της βαφής να είναι κι αυτό σημαντικά αναβαθμισμένο, ενώ είναι ιδιαίτερες εντυπωσιακές οι επιλογές του Icon Grey για το στάνταρ ΤΜΑΧ και Tech Kamo για το TechMAX. Φυσικά η Yamaha δεν θα μπορούσε να μην συνοδεύει και τις δύο εκδόσεις με έναν μακρύ κατάλογο από αξεσουάρ που διατίθενται μεμονωμένα ή μέσα από τα τρία πακέτα (Sport, Urban και Winter) που έχει δημιουργήσει το εργοστάσιο.

Οι αλλαγές της έβδομης γενιάς ΤΜΑΧ όμως, όπως διαπιστώσαμε κι εμείς, δεν περιορίζονται στην θεωρία αλλά αποτυπώνονται στην πράξη, στις πραγματικές συνθήκες για τις οποίες σχεδιάστηκε το ΤΜΑΧ και που στην Πορτογαλία όπου ταξιδέψαμε για να το οδηγήσουμε, αυτές οι συνθήκες ήταν όχι απλώς ρεαλιστικές αλλά… υπερρεαλιστικές, αφού καταφέραμε μέσα σε μια μέρα να αλλάξουμε τρεις εποχές ! (ας είναι καλά το κλίμα του Ατλαντικού…). Στο τεύχος 602 του ΜΟΤΟ θα μπορέσετε να διαβάσετε πώς όλα τα παραπάνω μεταφράζονται, όταν βρίσκεσαι πάνω στη σέλα του νέου TMAX ΤechMAX!

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ                  Yamaha TΜΑΧ 560 (ΤΜΑΧ 560 Tech Max)
Αντιπρόσωπος:
Μοτοδυναμική Α.Ε.
Τιμή:
Αναμένεται
 
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ
Μήκος (mm):
2.200
Ύψος (mm):
1.420 (1.555 με τη ζελατίνα στη ψηλότερη θέση)
Μεταξόνιο (mm):
1.575
Απόσταση από το έδαφος (mm):
125
Ύψος σέλας (mm):
800
Ίχνος (mm):
-
Γωνία κάστερ (˚):
-
 
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος:
Αλουμινένιο περιμετρικό δύο δοκών
Πλάτος (mm):
765
Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):
206,75/218 (208,75/220)
Ρεζερβουάρ (l):
15
 
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος:
Τετράχρονος, υγρόψυκτος, δικύλινδρος εν σειρά με δύο επικεφαλής εκκεντροφόρους και 4Β/Κ
Διάμετρος επί διαδρομή (mm):
70 x 73
Χωρητικότητα (cc):
562
Σχέση συμπίεσης:
10.9:1
Ισχύς (ΗΡ/rpm):
47,6/7.500
Ροπή (kg.m/rpm):
5,6/5.250
Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):
84,6
Τροφοδοσία:
Ηλεκτρονικός έλεγχος ψεκασμού
Σύστημα εξαγωγής:
2 σε 1
Σύστημα λίπανσης:
Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης:
Μίζα
 
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Συμπλέκτης:
Αυτόματος φυγοκεντρικός
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:
Με ιμάντα
Τελική μετάδοση / σχέση:
Με ιμάντα
 
ΠΙΣΩ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Ένα αμορτισέρ με μοχλισμό
Διαδρομή (mm):
117
Ρυθμίσεις:
  • (ρυθμιζόμενη στην Tech Max)
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
Αλουμινίου
Ελαστικό:
160/60-15
ΦΡΕΝΟ
Ένας δίσκος 282mm με δαγκάνα ενός εμβόλου και ABS
 
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Μονόχρωμη TFT οθόνη με όλες τις ενδείξεις. LED φωτιστικά σώματα, keyless τεχνολογία, traction control (TCS), δύο riding modes, σύστημα κλειδώματος κεντρικού σταντ. Η Tech Max διαθέτει επιπλέον ηλεκτρικά ρυθμιζόμενη ζελατίνα, σύστημα συνδεσιμότητας με smartphone, cruise control και θερμαινόμενα γκριπ και σέλα.
 
ΕΜΠΡΟΣ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Ανεστραμμένο πιρούνι
Διαδρομή/Διάμετρος (mm):
120/41
Ρυθμίσεις:
 
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
Αλουμινίου
Ελαστικό:
120/70-15
ΦΡΕΝΟ
Δύο δίσκοι 267mm με δαγκάνα με ακτινικά τοποθετημένες δαγκάνες δύο εμβόλων και ABS

 

 

BMW M 1000 RR Competition και M 1000 R Competition 2024 - Τις οδηγούμε στις Σέρρες

Με διαστημική αεροδυναμική και υλικά
1
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

29/9/2023

Έως το 2021 η BMW Motorrad χρησιμοποιούσε τα γράμματα “HP” (High Performance) για τις μοτοσυκλέτες και τα εξαρτήματα που σχεδίαζε το αγωνιστικό τμήμα της. Οι πρώτες μοτοσυκλέτες “HP2” χρησιμοποιούσαν το αερόψυκτο boxer των 1200 κυβικών του R1200GS του 2005, με διαφορετικούς εκκεντροφόρους και τροφοδοσία, ξεπερνώντας τους 110 ονομαστικούς ίππους. Αυτοί οι κινητήρες χρησιμοποιήθηκαν αργότερα σε όλα τα μοντέλα με τον αερόψυκτο boxer κινητήρα, έως την εμφάνιση του υγρόψυκτου. Λίγα χρόνια αργότερα, η BMW παρουσίασε την HP4, την πρώτη και μοναδική έως σήμερα μοτοσυκλέτα παραγωγής (έστω και περιορισμένης) με carbon πλαίσιο. Έκτοτε, τα γράμματα “HP” αφορούσαν τα αξεσουάρ, τα εξαρτήματα και κάποια σπορ πακέτα εξοπλισμού για τις μοτοσυκλέτες της γερμανικής εταιρείας, χάνοντας την αίγλη που είχαν οι μοτοσυκλέτες HP2/HP4 ως μοναδικά δημιουργήματα.

Όμως από το 2022 με την παρουσίαση της M1000RR, η BMW επαναπροσδιορίζει τη θέση του αγωνιστικού της τμήματος, δίνοντάς του ξανά έναν πιο ουσιαστικό ρόλο στην εξέλιξη των μοντέλων της.

2

Το γράμμα “M” (Motosport) προέρχεται από το αγωνιστικό τμήμα των αυτοκινήτων της BMW και εμφανίστηκε πρώτη φορά στο αυτοκίνητο Μ1 το 1972, που σχεδιάστηκε για αγώνες GT και πρωταθλήματα ενιαίου τύπου. Ο εξακύλινδρος εν σειρά κινητήρας του ήταν αποκλειστικά σχεδιασμένος από το αγωνιστικό τμήμα της γερμανικής εταιρείας και η έκδοση παραγωγής του αυτοκινήτου κατασκευαζόταν στο εργοστάσιο της Lamborgini στην Ιταλία. Στο ευρύ κοινό, το γράμμα “M” απέκτησε μυθικές διαστάσεις το 1984 όταν παρουσιάστηκε η πρώτη M3, που ήταν ειδικά σχεδιασμένη για το γερμανικό πρωτάθλημα τουρισμού DTM και ακολούθησε η M5 που τρόμαζε τις Porsche στις γερμανικές Autobahn.

Έκτοτε το γράμμα “M” θα το βρεις στις πιο σπορ και πιο ισχυρές εκδόσεις αυτοκινήτων στη γκάμα της BMW, με ειδικά σχεδιασμένους κινητήρες που δεν βρίσκεις σε κανένα άλλο μοντέλο της.

Το ίδιο πλέον ισχύει και για τις μοτοσυκλέτες, με τα μοντέλα M1000RR και M1000R να είναι τα πρώτα δείγματα, ενώ ήδη έχουν ετοιμάσει το M 1000 XR και θα έρθει σίγουρα M 1300 GS, αλλά και M 900 GS/XR/R με “πειραγμένους” boxer και δικύλινδρους εν σειρά κινητήρες.

Πέρα όμως από τις εκδόσεις “M”, επιλεκτικά θα υπάρξουν και εκδόσεις “M Competition”, που στα αυτοκίνητα αφορούν ειδικά μοντέλα “M” σχεδιασμένα για Trackday και το ίδιο ισχύει μέχρι στιγμής για της μοτοσυκλέτες.

Στις Σέρρες βρεθήκαμε για να πάρουμε μια πρώτη γεύση από τις κορυφαίες εκδόσεις M 1000 RR Competition και M 1000 R Competition, στα πλαίσιο της πανελλήνιας παρουσίασης αυτοκινήτων και μοτοσυκλετών “M”.

Παρά τον περιορισμένο χρόνο που είχαμε στη διάθεσή μας λόγω της παρουσίας και των αυτοκινήτων μέσα στην πίστα, δεν ήταν τόσο δύσκολο να πάρεις μια ιδέα για την προσωπικότητα των δύο μοτοσυκλετών και τις διαφορές που έχουν από τα S 1000 RR και S 1000 R.

4

Θα ξεκινήσουμε από το M 1000 RR Competition, όχι μόνο γιατί η εμφάνισή του είναι από ταινία επιστημονικής φαντασίας, αλλά και γιατί έχει την πιο μεγάλη διαφορά από τις S 1000 RR και M1000RR.

Όλη αυτή η carbon πανοπλία που φοράει δεν είναι για να εντυπωσιάζει στις καφετέριες, αν και μπορεί να το κάνει και αυτό με απόλυτη επιτυχία!

Ό,τι φτερό και αεροτομή βλέπετε πάνω του είναι μελετημένο σε επίπεδο αεροδυναμικής Formula 1. Κι αυτό το αποδεικνύουν με εμφατικό τρόπο οι αριθμοί, όπου έχουμε 22,6 κιλά κάθετης δύναμης στα 300km/h ενώ την ίδια στιγμή μειώνουν την αεροδυναμική αντίσταση, ανεβάζοντας την τελική ταχύτητα στα 314km/h από 306km/h που έχει το “απλό” M 1000 RR.

Συνήθως τα φτερά που αυξάνουν το downforce δημιουργούν και μεγαλύτερη αεροδυναμική αντίσταση, μειώνοντας την τελική. Εδώ έχουμε ταυτόχρονη αύξηση του downforce και μείωση της αεροδυναμικής αντίστασης! Μάλιστα η BMW λέει πως το M1000RR χωρίς τα φτερά του Competition Pack θα χρειαζόταν να έχει 10 ίππους περισσότερους για φτάσει τα 314km/h.

6

Βλέπουμε δηλαδή πως η πρόοδος στην αεροδυναμική δεν βελτιώνει μόνο τη συμπεριφορά μιας μοτοσυκλέτας, αλλά ταυτόχρονα βελτιώνει και τις επιδόσεις της χωρίς να χρειάζεται να βγάλει περισσότερους ίππους ο κινητήρας της. Αν φυσικά τα έχεις σχεδιάσει όλα σωστά… Ακόμα και τα carbon καλύμματα στα φρένα μειώνουν την θερμοκρασία τους κατά 10⁰ όταν φρενάρεις από ταχύτητες άνω των 200km/h.  

Βέβαια ο κινητήρας της M1000RR έχει θεμελιώδεις διαφορές σε σχέση με τον κινητήρα της S1000RR. Η πιο εντυπωσιακή (και πανάκριβη) είναι οι μπιέλες τιτανίου της Pankl. Ακολουθούν το ελαφρύτερο κατά 220 γραμμάρια ψαλίδι, το built-in σύστημα GPS για καταγραφή δεδομένων μέσα στην πίστα και η νέα αλυσίδα της Regina που ονομάζεται M Endurance και έχει λιγότερη ανάγκη για λίπανση.

Εννοείται πως το Competition Pack περιλαμβάνει δεκάδες εξαρτήματα από ενιαία κομμάτια αλουμινίου σκαλισμένα σε CNC, όπως είναι οι μανέτες, τα μαρσπιέ, οι λεβιέδες και πολλές βάσεις. Επίσης η πλεξούδα είναι διαφορετική, ώστε να αποσυνδέονται εύκολα τα φώτα και τα φλας χωρίς να “τρελαίνεται” το σύστημα Can Bus και φυσικά είναι έτοιμη να συνδεθεί με τα αγωνιστικά ηλεκτρονικά.

 

Για αγωνιστική χρήση η BMW προσφέρει τα ακόλουθα:

  Kit motors (type 5 -7) (είναι ολόκληροι blueprint κινητήρες)

- Kit electronics (STK & SBK)

- Race exhaust system

- Tank-seat configuration

- Race body kit

  

Μάλιστα όλα αυτά μπορείς να τα παραγγείλεις από το τοπικό κατάστημα της γειτονιάς σου και δεν χρειάζεται να έχεις “γνωστούς” στην εργοστασιακή ομάδα της BMW για να τα προμηθευτείς.   

Μπαίνοντας στην πίστα με M1000RR Competition αισθάνεσαι αμέσως πως αυτή η μοτοσυκλέτα έχει σχεδιαστεί για να έχει φιλικές σχέσεις με τα χρονόμετρα. Η παραδοσιακή φιλικότητα των S 1000 RR παραμένει, όμως εδώ τα πράγματα έχουν πολύ πιο απόλυτο χαρακτήρα. Ειδικά στους αργούς γύρους για ζέσταμα, το M 1000 RR Competition σου φωνάζει να ανοίξεις το γκάζι και να πάρεις φόρα. Η θέση οδήγησης μεταφέρει περισσότερο βάρος στον εμπρός τροχό και το ίδιο κάνουν τα αεροδυναμικά βοηθήματα, επιβάλλοντας ένα στιλ οδήγησης που απαιτεί το γκάζι να είναι σταθερά ανοιχτό.

11

Ο κινητήρας σε παρακαλεί να κρατάς τις στροφές πάνω από τις 11.000 και οι συμβατικές αναρτήσεις (επιβάλλονται από τους κανονισμούς του WSBK) χρειάζονται πίεση για να δείξουν τις δυνατότητές τους. Τα φρένα και τα ηλεκτρονικά χασμουριούνται από βαρεμάρα μέχρι να πάρεις πραγματικά φόρα και γενικά όλη η μοτοσυκλέτα δυσανασχετεί και δεν έχει την υπομονή που έχει η S 1000 RR με όσους ψάχνουν τον βηματισμό τους μέσα στην πίστα. Μόλις όμως αρχίσεις να στύβεις το γκάζι, αρχίζει να ηρεμεί, όπως αρμόζει σε μια μοτοσυκλέτα υπερεπιδόσεων που έχει σχεδιαστεί για να την πιέζεις στα όριά της.

7

Η αλλαγή σέλας από την “καθαρόαιμη” M 1000 RR Competition στην γυμνή M1000R Competition, χρειάζεται ολοκληρωτικό reset του μυαλού σου. Μπορεί η μόνη διαφορά τους στα χαρτιά να είναι η απουσία φαίρινγκ και η εργονομία της θέσης οδήγησης, όμως στην πράξη το M1000R Competition έχει τεράστια διαφορά, τόσο από την superbike αδερφή της, όσο και από την S 1000 R στην οποία βασίζεται. Ήδη από τον πρώτο γύρο καταλαβαίνεις πως έχει σχεδιαστεί για πίστα, αλλά όχι για να σπάσει τα χρονόμετρα. Είναι πολύ πιο hardcore και άμεση στις αντιδράσεις της από την S 1000 R, αλλά ταυτόχρονα δεν συγχωρεί λάθη, ούτε συμπαθεί τους τεμπέληδες αναβάτες που ζητάνε από την μοτοσυκλέτα τους να κάνει εκείνη τον χρόνο για πάρτη τους. Εδώ θα πρέπει να κοπιάσεις για να δεις το αποτέλεσμα και κυρίως θα πρέπει να είσαι συγκεντρωμένος από το πρώτο δευτερόλεπτο. Πρόκειται για μια έκδοση που ακολουθεί το πνεύμα των καιρών, το οποίο θέλει τα Streetfighter να είναι θηρία μέσα στην πίστα και να χορταίνει ο αναβάτης τους με ωμή βία.    

Στο μόνο που μοιάζει με την M 1000 RR Competition είναι στον εξοπλισμό, με τα εντυπωσιακά αεροδυναμικά φτερά και επιπλέον έχει ζάντες carbon, ημί-ενεργητικές αναρτήσεις και σύστημα key-less.

9

 

Ετικέτες