Οδηγούμε BMW F900GS μετατροπή Rally από τον Βασίλη Μπούδρο [VIDEO]
Όπως είχαμε υποσχεθεί, βλέπουμε όλες τις αλλαγές στο F900GS που έγινε Rally
Από τον
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
1/11/2024
Η νέα BMW F900GS σχεδιάστηκε να είναι μία από τις πιο Off, ανάμεσα στις On-Off μοτοσυκλέτες της BMW, μία κίνηση που η BMW την έκανε για να ξεχωρίσει τα όρια της γκάμας στα μεσαία και μεγαλο-μεσαία κυβικά καθώς η σειρά F έχει και το ξεκάθαρα street προσανατολισμένο F900XR.
Από την στιγμή της πρώτης του παρουσίασης, το νέο BMW F900 GS μας έδειξε πως είναι πολύ κοντά στο παλιό και καλό BMW F800 GS που επίσης είχε αυξημένες δυνατότητες στην εκτός δρόμου χρήση, έχοντας περάσει πολλά χρόνια μέχρι να ξεπεραστεί. Παρόλο που ακόμη και σήμερα εξακολουθεί ως μεταχειρισμένη μοτοσυκλέτα να είναι μία καλή επιλογή, συγκεκριμένα για εκείνον που μετρά περισσότερο την χρήση στο χώμα, είναι η σταθερότητα στα πολλά χιλιόμετρα και η απόκριση του κινητήρα που δείχνουν την ηλικία, περισσότερο από όλα. Υπήρχε λοιπόν ήδη ένα κενό στην γκάμα της BMW που καλύφθηκε με το F900GS, ενώ παράλληλα υπήρχε και ένα κενό στον τρόπο που η BMW αντιμετωπίζει τον ανταγωνισμό, που δεν έχει σταματήσει να αγωνίζεται με αυτές τις μοτοσυκλέτες, επαναφέροντας έτσι και τις Rally σε μία παλαιότερη εποχή, όταν ήταν πιο κοντά σε αυτό που ο ιδιοκτήτης μπορούσε να αποκτήσει.
Η μία μετά την άλλη, οι διοργανώσεις Rally έχουν κατηγορίες στις οποίες αυτές οι μοτοσυκλέτες μπορούν να συμμετάσχουν με το Dakar να είναι το βασικό Rally που ακόμη αντιστέκεται στην αλλαγή των κανονισμών. Μετά από το 2025 που θα αποχωρήσουν και οι δύο τελευταίοι μεγάλοι κατασκευαστές που το υποστήριζαν, ίσως να αλλάξουν γνώμη στην διοργάνωση. Προς το παρόν όμως, υπάρχουν ήδη πολλά Rally στα οποία μπορούν να πάρουν μέρος οι μοτοσυκλέτες αυτές και ήδη το F900GS είχε την πρώτη του ευκαιρία, όπως θα παρακολουθήσατε από τα ρεπορτάζ του Greece Rally.
Πριν πάρει τον δρόμο για την δεύτερη προγραμματισμένη διοργάνωση για φέτος, η μοτοσυκλέτα του Βασίλη Μπούδρου ήρθε στα χέρια μας ώστε τόσο εγών όσο και ο «χωμάτινος» συντάκτης του MOTO, ο πολυπρωταθλητής Κίμων Καράμπελας, να την οδηγήσουμε για να δούμε τις διαφορές με την απλή έκδοση.
Η αίσθηση της μοτοσυκλέτες τσουλώντας την είναι πιο βαριά από την κανονική αλλά αυτό οφείλεται στα mousse που έχουν τοποθετηθεί στα ελαστικά και στην κατανομή βάρους που έχει αλλάξει και έχει έρθει ψηλότερα. Στην πράξη υπάρχει ένα κέρδος σχεδόν 4 κιλών με την κανονική έκδοση.
Οδηγώντας την η έκπληξη ξεκινά από τον μεθυστικό ήχο που αποτυπώνεται και στο VIDEO της δοκιμής καθώς έχει μία αγωνιστική εξάτμιση της Akrapovic που μόνο μέσα στα βουνά πρέπει να την ακούει κανείς να δουλεύει και αποφύγαμε να την οδηγήσουμε σε δημόσιους δρόμους, αντιθέτως την φορτώσαμε για να την μεταφέρουμε εκτός.
Η Akrapovic υπόσχεται αύξηση ιπποδύναμης που δεν την πιστοποιούμε με νούμερα γιατί δεν έχει γίνει νέα δυναμομέτρηση, ωστόσο από την μεγάλη εμπειρία οδήγησης του κανονικού μοντέλου, υπάρχει σημαντική διαφορά, ιδιαίτερα στις χαμηλο-μεσαίες στροφές.
Οι αναρτήσεις από μόνες τους δεν θα κάνουν την διαφορά, αν δεν ρυθμιστούν σωστά, κάτι που θα διαπιστώσετε και στο VIDEO δεν είναι μία απλή υπόθεση και ακόμη και μετά από ένα ολόκληρο Rally, ο Βασίλης έχει ακόμη πράγματα να δει και ρυθμίσεις να δοκιμάσει.
Η ποδιά που αν την είχαμε στο Mega Test δεν θα είχαμε πληγώσει το κάρτερ του BMW F900GS, προσφέρει την απαραίτητη προστασία και είναι καλαίσθητη με σωστές κολλήσεις χωρίς να δείχνει παράταιρη πάνω στην μοτοσυκλέτα, όταν αυτή δεν κινείται.
Η μεγάλη αλλαγή εμπρός θα δείξει αν άξιζε τον κόπο όταν θα έρθει η ώρα του 24ωρου αγώνα που αναφέρει και ο Βασίλης στο VIDEO καθώς τα φώτα θα πρέπει να ξημερώσουν πολλά μέτρα μπροστά από τον εμπρός τροχό για να κινηθεί ο αναβάτης σε ρυθμό αγώνα, με την δέσμη να μην δημιουργεί κενά και σκιάσεις.
Το ηλεκτρονικό roadbook θα κάνει και αυτό την διαφορά του στο σκοτάδι καθώς διαβάζεται πολύ πιο εύκολα, ιδιαίτερα στην γρήγορη ματιά οδηγώντας και όχι απλά συγκρίνοντας στατικά την λειτουργία του, δίπλα σε μία παραδοσιακή λύση. Επιπρόσθετα η τεχνολογία εδώ δεν δυσκολεύει διότι είναι δουλεύει ταχύτητα και έως τώρα απροβλημάτιστα. Αναμένεται η DNA Filters να του φτιάξει και την βάση του, καθώς η ικανότητά τους να ψηφιοποιούν, να σχεδιάζουν και έπειτα να κατασκευάζουν κιόλας ακόμη και ολόκληρες μοτοσυκλέτες (όπως έχουμε δείξει 3 φορές) πρέπει να θεωρείται δεδομένη, ως μία από τις καλύτερες ομάδες που έχει να επιδείξει η χώρα μας και σε κορυφαίο επίπεδο ώστε να πρωτοπορούν στον τομέα τους, παγκοσμίως.
Ακριβώς εκεί, και για αυτό τον λόγο λοιπόν, πετύχαμε τον Βασίλη, όπου μας παρουσίασε την νέα του Rally μοτοσυκλέτα.
Στην παρουσίαση του ολοκαίνουριου AK 550 Premium στο Πόρτο της Πορτογαλίας, η Kymco μας έδωσε άλλη μια ευκαιρία να οδηγήσουμε ξανά το CV3, το πρώτο της “τρίροδο” που ταυτόχρονα είναι και το μοναδικό δικύλινδρο scooter αυτής της κατηγορίας, κάτι που του δίνει μοναδική προσωπικότητα και δυνατότητες. Το CV3 το έχουμε ήδη δοκιμάσει επί ελληνικού εδάφους και ακολουθεί η πλήρης δοκιμή του, όπως αυτή δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση του ΜΟΤΟ:
Με το πλεονέκτημα του δικύλινδρου
Η είσοδος της Kymco στην ιδιόμορφη κατηγορία των τρίροδων scooter, αλλάζει τις ισορροπίες και ο δικύλινδρος κινητήρας του CV3 δημιουργήσει νέα δεδομένα
Μέχρι σήμερα η Piaggio έχει καταφέρει με τα MP3 να καθιερώσει τα τρίροδα scooter ως ξεχωριστή κατηγορία και να δημιουργήσει ένα σταθερό αγοραστικό κοινό, διατηρώντας την παραγωγή και την εξέλιξη των μοντέλων της για πάνω από μια δεκαετία. Λίγα χρόνια αργότερα ακολούθησε η Quadro, κατασκευάζοντας αποκλειστικά τρίροδα και τετράροδα scooter και στον χορό μπήκε και η Peugeot, με την οποία μάλιστα η Piaggio είχε μακρά δικαστική διαμάχη για τα δικαιώματα της πατέντας του εμπρός συστήματος. Όμως εκείνη που ανέδειξε ακόμα περισσότερο αυτή την κατηγορία στο ευρύ κοινό ήταν η Yamaha, η οποία όχι μόνο δήλωσε πως θα αντικαταστήσει με τρίροδα όλη την γκάμα των scooter της με τροχούς άνω των 15”, αλλά παρουσίασε και το Niken, μια υψηλών επιδόσεων τρίροδη μοτοσυκλέτα. Το Niken άλλαξε ολοκληρωτικά το image που είχαν τα τρίροδα έως τότε, φέρνοντας για πρώτη φορά στην κουβέντα την απόλαυση της οδήγησης και όχι μόνο την ασφάλεια.
Αν λοιπόν μια από τις μεγαλύτερες ιαπωνικές εταιρείες ποντάρει στα τρίροδα, απόλυτα λογικό είναι να θέλει η Kymco να πάρει μια καλή θέση σε αυτό το βαγόνι, πριν αρχίσουν να μαζεύονται και όλοι οι άλλοι. Το μόνο πρόβλημα που υπάρχει εδώ είναι πως το αγοραστικό κοινό δεν έχει την πληροφόρηση που απαιτείται για να καταλάβει πως όλα αυτά τα τρίκυκλα δεν μοιάζουν σε τίποτα μεταξύ τους! Αντιθέτως, χάρη στο internet και τους τόνους φτηνιάρικης παραπληροφόρησης, υπάρχει η γενική πεποίθηση πως το σύστημα της Piaggio, της Quadro, της Yamaha και της Kymco δουλεύουν με τον ίδιο τρόπο. Καμία σχέση!
Το πιο σπορ απ’ όλα
Η φιλοσοφία και ο σχεδιασμός του CV3 είναι πολύ πιο κοντά στο Niken της Yamaha παρά στα Piaggio MP3 ή τα Quadro. Αυτό σημαίνει πως έχει τονισμένο τον σπορ χαρακτήρα και λιγότερο την τυπική πρακτικότητα ενός mega-scooter. Το σύστημα της εμπρός ανάρτησης δεν έχει ψαλίδια όπως της Piaggio, αλλά είναι με διπλά πιρούνια όπως της Yamaha και δεν υπάρχει υδραυλικό σύστημα κλειδώματος για να κρατάει όρθιο το CV3, αλλά στη θέση του έχει ένα μηχανικό σύστημα, όπως αυτό που χρησιμοποιεί η Quadro. Η Yamaha δεν έχει κανένα σύστημα κλειδώματος και υπάρχει λόγος που οι Ιάπωνες δεν έβαλαν σε αυτού του τύπου ανάρτηση όπως θα δούμε παρακάτω. Πρώτα όμως πρέπει να πούμε ποιες είναι οι διαφορές στην οδήγηση. Τόσο το σύστημα με τα ψαλίδια της Piaggio, όσο και της Quardro έχουν ένα συγκεκριμένο όριο κλίσης στις στροφές. Οπότε αν εκμεταλλευτείς την άφθονη πρόσφυση που προσφέρουν οι τρεις τροχοί, τα scooter τους δεν μπορούν να πλαγιάσουν περισσότερο με αποτέλεσμα να πρέπει να κόψεις ρυθμό.
Αν δεν το κάνεις, τότε η πιθανότητα να βρεθείς στο αντίθετο ρεύμα είναι πολύ μεγάλη. Ευτυχώς οι ιδιοκτήτες αυτού του είδους των scooter δεν εκμεταλλεύονται ποτέ το πλεονέκτημα της πρόσφυσης για να πάνε γρήγορα και σπανίως πλαγιάζουν περισσότερο από τα συμβατικά scooter… Αντιθέτως το σύστημα της Yamaha και της Kymco προσφέρει πολύ μεγαλύτερα περιθώρια κλίσης στις 40⁰ και μπορείς να εκμεταλλευτείς στο έπακρο την πρόσφυση των τριών τροχών. Επίσης αυτό το σύστημα με τα διπλά πιρούνια, έχει πολύ πιο φυσική και ελαφριά αίσθηση μόλις ξεκινήσεις και η οδήγηση του CV3 δεν διαφέρει σε κάτι από την οδήγηση ενός συμβατικού mega-scooter με δύο τροχούς. Το μυστικό είναι να πείσεις τον εαυτό σου πως στους γλιστερούς δρόμους το CV3 κρατάει όπως ένα superbike με slick σε πίστα. Αν το οδηγείς συντηρητικά σαν τα συμβατικά scooter δεν υπάρχει λόγος να το αγοράσεις. Πάρε το AK 550 που είναι ελαφρύτερο, γρηγορότερο, οικονομικότερο και πολύ πιο πρακτικό.
Το CV3 δείχνει τα πλεονεκτήματά του μόνο όταν αρχίσεις να εκμεταλλεύεσαι την άφθονη πρόσφυση των δύο εμπρός τροχών του, αλλά και την ανώτερη σταθερότητα που έχει όταν περνάς πάνω από διαμήκεις ανωμαλίες (π.χ. γραμμές τραμ). Επίσης η άνεση που προσφέρει είναι κορυφαία και καταπίνει τις ανωμαλίες των δρόμων σαν Rolls Royce. Η κάθετη και φαρδιά ποδιά που έχουν σχεδόν όλα τα τρίροδα scooter για να χωρέσει το εμπρός σύστημα αρθρώσεων, προσφέρει εξαιρετική προστασία από τα νερά και το κρύο και το ίδιο ισχύει για το CV3. Σαφώς καλύτερο σε προστασία από οποιοδήποτε άλλο συμβατικό mega-scooter. Προσθέστε τα θερμαινόμενα γκριπ σε τρεις θέσεις και το cruise control και έχετε ένα από τα καλύτερα scooter για να κάνεις μεγάλες αποστάσεις κάθε μέρα σε συνθήκες βροχής και κρύου. Εκεί όμως που η Kymco κάνει την διαφορά είναι στον κινητήρα. Όλοι οι ανταγωνιστές του έχουν μονοκύλινδρους κινητήρες, οι οποίοι δεν συγκρίνονται σε ποιότητα λειτουργίας και σε δύναμη με τον δικύλινδρο του AK 550 που έχει το CV3. Ειδικά στα τρίροδα που ζυγίζουν πολλά κιλά παραπάνω και έχουν μεγαλύτερη μετωπική επιφάνεια από τα συμβατικά mega-scooter, ο κινητήρας έχει πολύ πιο δύσκολο έργο.
Η Kymco υπόσχεται 51 ίππους στις 7.500 στροφές και μια θεωρητική αναλογία κιλών/ίππο στα 5,53κιλά/ίππο, που είναι κοντά στις μεσαίου κυβισμού μοτοσυκλέτες. Στην πράξη βέβαια τα 265 κιλά έχουν τις επιπτώσεις τους. Οι επιδόσεις από στάση, εν κινήσει και η τελική ταχύτητα είναι πολύ υποδεέστερες από του AK 550, όμως σε σύγκριση με το MP3 530 είναι σαφώς πιο γρήγορο και με πολύ καλύτερη ποιότητα λειτουργίας. Επιπρόσθετα, η τελική μετάδοση γίνεται με ιμάντα, κάτι που έχει τεράστια σημασία για αυτά τα υπέρβαρα scooter σε ό,τι αφορά την αντοχή στο χρόνο και το κόστος συντήρησης, διότι οι φθορά και η υπερθέρμανση του συστήματος μετάδοσης περιορίζονται στο ελάχιστο στην περίπτωση του CV3. Το μεγάλο βάρος επηρεάζει βέβαια και την μέση κατανάλωση, η οποία σπανίως θα πέσει κάτω από τα 6,5-7 λίτρα για κάθε 100 χιλιόμετρα. Ευτυχώς το ρεζερβουάρ είναι μεγάλο στα 15 λίτρα, οπότε η πραγματική αυτονομία πλησιάζει τα 180-200 χιλιόμετρα. Το μόνο σημείο που το CV3 υστερεί αδικαιολόγητα είναι στη δύναμη και αίσθηση των φρένων. Αντί για τις ακτινικές δαγκάνες της Brembo του AK 550, εδώ έχουμε δύο συμβατικές δαγκάνες δύο εμβόλων με γλίστρα. Ως αποτέλεσμα αυτής της επιλογής, η δύναμη πέδησης είναι πάντα μικρότερη από τα μεγάλα περιθώρια πρόσφυσης που έχουν οι δύο εμπρός τροχοί και το επιπλέον βάρος κάνει τα πράγματα ακόμα πιο δύσκολα.
Μόνο όταν πατάς το πεντάλ του φρένου που είναι στο πάτωμα της ποδιάς μπορείς να φρενάρεις πραγματικά δυνατά. Στα αρνητικά του CV3 είναι η απουσία όπισθεν και το σύστημα που κλειδώνει την εμπρός ανάρτηση. Την όπισθεν την χρειάζεσαι γιατί η στατική τριβή των τριών τροχών κάνει τα 265 κιλά να φαίνονται ακόμα περισσότερα όταν σπρώχνεις το CV3 με τα χέρια. Όσο για το σύστημα κλειδώματος, μπορεί να σε βάλει σε μπελάδες καθώς κλειδώνει μόνο την πάνω άρθρωση αλλά όχι τα δύο πιρούνια. Η ισχυρή στατική τριβή των δύο πιρουνιών σου δίνουν αρχικά την ψευδαίσθηση πως το CV3 στέκεται σταθερά όρθιο, όμως στην πραγματικότητα αρκεί μια μικρή κίνηση δεξιά-αριστερά για να αρχίσει να γέρνει. Το αποτέλεσμα είναι να πρέπει ξαφνικά να βάλεις δύναμη στο τιμόνι για να το κρατήσεις όρθιο, ειδικά όταν πατά το κουμπί για να ξεκλειδώσει. Το ίδιο ακριβώς πρόβλημα έχουν και τα Quadro. Γι΄αυτό η Yamaha απέφυγε εντελώς να βάλει σύστημα κλειδώματος της εμπρός ανάρτησης και πολύ καλά έκανε. Δυστυχώς η Kymco ακολούθησε το παράδειγμα της Quadro και μάλιστα δεν έβαλε καθόλου πλάγιο σταντ, οπότε είσαι αναγκασμένος κάθε φορά που παρκάρεις να σηκώνεις 265 κιλά στο κεντρικό σταντ και να χρησιμοποιείς το ασταθές σύστημα κλειδώματος της εμπρός ανάρτησης.
Ειδικών αποστολών
Όπως όλα τα τρίροδα scooter, το CV3 δεν είναι για όλους. Τα πλεονεκτήματά του φαίνονται όταν το χρησιμοποιείς για να κάνεις μεγάλες αποστάσεις σε δύσκολες καιρικές συνθήκες. Αν για παράδειγμα ζεις στα προάστια μιας πόλης και πηγαίνεις στο κέντρο καθημερινά για δουλειά ή το αντίστροφο, θα εκτιμήσεις αφάνταστα την άνεση, την προστασία και την ποιότητα λειτουργίας του CV3 που είναι ανώτερη των συμβατικών mega-scooter. Επιπλέον, το εξαιρετικό Noodoe της Kymco συνεχίζει να είναι το καλύτερο σύστημα του είδους του, προσφέροντας πλοήγηση και πολλές δυνατότητες σύνδεσης και χειρισμού των λειτουργιών ενός smartphone. Αν τα χρήματά σου δεν φτάνουν ή δεν θέλεις να δώσεις τα χρήματα που ζητάει η Yamaha για ένα Niken, τότε το CV3 είναι αυτή τη στιγμή η μόνη εναλλακτική πρόταση που υπάρχει στην αγορά. Τα υπόλοιπα τρίροδα δεν έχουν της σπορ προσωπικότητα αυτών των δύο, ούτε την ποιότητα λειτουργίας και τις επιδόσεις των πολυκύλινδρων κινητήρων τους.