Shark Raw/Drak: Μακρόχρονη δοκιμή κράνους!

2 κράνη - Τέσσερα συν ένα χρόνια!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

5/9/2018

Λίγα είναι τα κράνη που τα περιμένω πριν ακόμη βγουν στην παραγωγή, και το Shark Raw ήταν τότε μία από τις σπάνιες περιπτώσεις. Ιδιαίτερα σπάνια, καθώς δεν χρησιμοποιώ ποτέ Jet κράνη, όχι ότι δεν τα συνιστώ ή ότι δεν είναι σωστό να τα χρησιμοποιεί κάποιος, απλά δεν τα χρησιμοποιώ ο ίδιος. Διανύοντας κατ’ ελάχιστο εκατό χιλιόμετρα διαδρομών την ημέρα κι αρκετά ακόμη αργά την νύκτα σε αυτοκινητόδρομους, καθίσταται περισσότερο από απαραίτητο να υπάρχει πλήρη κάλυψη, αλλά κι αντοχή σε μεγάλες ταχύτητες. Παρόλο αυτά, το Raw –πλέον Drak- το περίμενα καιρό, από την ημέρα που ήταν πρωτότυπο, με την ελπίδα πως είχε βρεθεί η χρυσή τομή.

Φανταστείτε λοιπόν την απογοήτευση τότε το 2013, όταν ανακάλυψα πως η ελληνική αντιπροσωπεία ήταν σκεπτική στο να το εισάγει, κι αυτό γιατί ήταν κράνος μεσαίας - και προς τα επάνω τιμής, ενώ ταυτόχρονα ήταν ιδιαίτερο, ξεφεύγοντας πλήρως από τα υπόλοιπα. Εκ των υστέρων, κι έχοντας υπάρξει επιχειρηματίας, αναγνωρίζω πολύ καλά την αγωνία τους και ήταν εύλογη και δικαιολογημένη. Εκείνη την στιγμή βέβαια αντιδρούσα όπως κάθε άλλος καταναλωτής, το ήθελα την πρώτη ημέρα της παρουσίασής του, κι αν γινόταν από την γραμμή παραγωγής να πετάξει με μαγικό τρόπο κατευθείαν στην πόρτα μου. Βλέπετε είχα την πεποίθηση πως πρώτα θα έκανε την δουλειά του σαν ένα κανονικό κράνος κι έπειτα ήταν φυσικά η εμφάνισή του. Ας μην γελιόμαστε, με αυτό στο κεφάλι φαντάζεσαι τον εαυτό σου λίγο πιο κοντά με πιλότο σε F-16 που είναι ίσως το μοναδικό πιο όμορφο πράγμα στον κόσμο (να κάνεις βόλτα και μόνο) από την οδήγηση μοτοσυκλέτας!

Από εδώ και πέρα η ιστορία της έλευσης του πρώτου Raw στην Ελλάδα παρουσιάζει διακλαδώσεις, δεν υπάρχει μονάχα μία εκδοχή. Το μόνο σίγουρο είναι πως υπήρχαν κι άλλοι που πίεζαν την ελληνική αντιπροσωπεία να το εισάγει, σε μία όμως πολύ δύσκολη οικονομικά περίοδο που οι περισσότεροι από εμάς μπορούσαμε απλά να καλύψουμε το κόστος ενός πλαστικού κουβά για το κεφάλι μας, πόσο μάλλον για καινούριο κράνος, κι άρα τέτοιες αποφάσεις περιείχαν τεράστιο ρίσκο. Και ίσχυε το ίδιο, αν και σε μικρότερο βαθμό και για την υπόλοιπη Ευρώπη. Κι όμως τελικά το “Drak” όπως είναι πλέον το όνομά του, ήρθε στην Ελλάδα κι από τότε πέρασαν διάφορα στα χέρια του περιοδικού, ενώ ξεπέρασε τις προσδοκίες εμπορικά, καθώς έτυχε καθολικής αποδοχής σε ολόκληρο τον κόσμο και φυσικά εμφανίστηκαν κλώνοι του, όπως συμβαίνει με όλα τα πετυχημένα προϊόντα, ενώ η Shark έφτασε να φτιάχνει μία ολόκληρη οικογένεια γύρω από αυτό…

Τώρα μπορεί να είναι ένα γνωστό πλέον κράνος, κάπως συνηθισμένο να το βλέπει κανείς στους δρόμους, τότε όμως σε κοιτούσαν καλά-καλά για να καταλάβουν αν συμβαίνει κάτι με εσένα ή σε σχέση με εσένα κι εκείνους. Έμοιαζες ύποπτος ή πως θα τους σταματήσεις για έλεγχο… Στα φανάρια οι ερωτήσεις έπεφταν βροχή, πού θα το βρουν, πόσο κάνει και κάπου στο τέλος αν είναι και καλό. Όλα για την εμφάνιση λοιπόν, το αν είναι καλό ή όχι, ερχόταν τελευταίο. Μετά από δύο κράνη, πολυφορεμένα και τα δύο, ένα σε καθημερινή και φυσιολογική χρήση και το άλλο στην πιο σκληρή που υπάρχει, ας δούμε αυτό ακριβώς, αν είναι καλό!

Οι φωτογραφίες που βλέπετε είναι από ένα κράνος που επί τέσσερα χρόνια έκανε πολλά καθημερινά χιλιόμετρα, με πληθώρα διαφορετικών μοτοσυκλετών, από γυμνές και streetfighters του λίτρου, μέχρι on-off κι όλα όσα θα βρεις στο ενδιάμεσο αλλά και έξω από αυτά τα πλαίσια! Από ταξίδια λοιπόν, μέχρι ταχύτητες πολύ πάνω από αυτό που είχε η Shark στο μυαλό της όταν το σχεδίαζε, το κράνος συγκέντρωσε μία χρήση που ήταν εξαιρετικά εντατική, όχι όμως αδέξια, απερίσκεπτη ή απρόσεχτη. Η φθορά που έχει υποστεί είναι από υπερβολική χρήση, και όχι από αμέλεια.

Συγκεντρώνοντας όλα αυτά τα χιλιόμετρα μαζί του και σε τόσες πολλές διαφορετικές μοτοσυκλέτες, το Drak αποδείχτηκε τελικά περισσότερο σκληροτράχηλο από εκείνο που στην αρχή υποψιαζόμουν. Ο πρώτος φόβος σχετικά με την αντοχή, ήταν για τους ελαστικούς ιμάντες της μάσκας, καθώς θεώρησα πως θα χαλαρώσουν γρήγορα. Για αυτό το λόγο δεν άφηνα ποτέ το κράνος στην άκρη έχοντας την μάσκα τραβηγμένη επάνω, αποφεύγοντας γενικά να αφήνω την μάσκα σε αυτή την θέση. Το δεύτερο κράνος του παραδείγματος δεν είχε αυτή την τύχη, η μάσκα περνούσε ώρες ατελείωτες πάνω στο κράνος με τους ιμάντες τεντωμένους, κι αυτό γιατί είναι πιο εύκολο να το τοποθετείς στο κεφάλι σου ή να το αφαιρείς αν πρώτα την σηκώσεις. Αποδείχτηκε με τον καιρό πως η διαφορά ήταν μικρή ανάμεσα στις δύο περιπτώσεις: Στον ενάμισι χρόνο οι ιμάντες είχαν χαλαρώσει δίχως όμως να υπάρχει λειτουργικό πρόβλημα καθώς μπορείς να τους σφίξεις και στα δύο χρόνια είχαν χάσει αρκετή από την ελαστικότητά τους. Όταν αρχίζουν να χάνουν ελαστικότητα το συνεχές σφίξιμο σταδιακά παύει να είναι λύση, γιατί ο στόχος είναι να προσαρμόζεται η μάσκα στο πρόσωπο και όχι απλά να στηρίζεται, επίσης τότε είναι που όλη η δύναμη πηγαίνει στους συνδέσμους της μάσκας κι έτσι στο τέλος μπορεί να αρχίσουν να κόβονται.

Συνολικά στα τρία χρόνια είναι δύσκολο να μην χρειαστεί να αλλάξεις μάσκα, αν είναι καθημερινή η χρήση του κράνους. Πράγμα που δεν είναι καθόλου κακή επίτευξη, το αντίθετο. Η Shark λέει πως η ζελατίνα της είναι αντιχαρακτική και λέει λίγα, θα μπορούσε να την πει διαμαντένια και να πέσει μέσα γιατί είναι πραγματικά δύσκολο να αποκτήσει γρατζουνιές, ούτε θαμπώνει με τον καιρό. Καταστρέφεται το αφρώδες όπως φαίνεται στις φωτογραφίες, αλλά αυτό θα γίνει περίπου μαζί με το διάστημα που θα πρέπει να αλλάξεις τους ιμάντες. Κρατάς λοιπόν την ζελατίνα ως ανταλλακτικό και αλλάζεις την μάσκα μετά από δύο έως τρία χρόνια, καθώς θα έχει χάσει την ελαστικότητά της, μία ικανοποιητική διάρκεια ζωής, που ταιριάζει και με τον χρυσό κανόνα που έχουμε στο MOTO για τα κράνη - τα 3/5/7 χρόνια και που έχουμε εξηγήσει πολύ αναλυτικά εδώ, για να μην επαναλαμβανόμαστε.

Κάτω από την μάσκα υπάρχει το χαρακτηριστικό αφαιρούμενο προστατευτικό του πηγουνιού, που προσωπικά δεν αφαίρεσα ποτέ, όπως και οι περισσότεροι που το έχουν στην κατοχή τους. Οι βασικοί λόγοι είναι αυτοί: Το προστατευτικό μπαίνει δύσκολα αλλά ασφαλίζει πολύ όμορφα χωρίς να δημιουργεί πρόβλημα με κενά ανάμεσα στην μάσκα, σφυρίγματα από τον αέρα κτλ. Είναι βασικό στοιχείο της εμφάνισης του Raw και ο κύριος λόγος που το αντιμετωπίζεις σαν ένα full face κράνος, πράγμα που σημαίνει πως χωρίς αυτό έχεις έναν λιγότερο λόγο να πάρεις το συγκεκριμένο κράνος. Η λογική της Shark είναι πως εύκολα προσαρμόζεις το κράνος σου ανάμεσα σε πλήρως Jet και αυτό το… υβρίδιο που σου δίνει μία κάπως μεγαλύτερη αίσθηση ασφάλειας. Κι αυτό είναι έξυπνο και θα αρέσει σε πολύ κόσμο, αλλά εγώ έτσι κι αλλιώς δεν αισθάνομαι άνετα με κράνη τύπου jet, οπότε και δεν μπήκα ποτέ στην διαδικασία να το αφαιρέσω. Ας μην γελιόμαστε η προστασία που προσφέρει είναι για να μην σου σπάσει τα δόντια μία πέτρα από τα ελαστικά προπορευόμενου οχήματος και μέχρι εκεί. Ευτυχώς δεν μπορώ να διανθίσω το συγκεκριμένο άρθρο με μία εμπειρική ανάλυση σε περίπτωση πτώσης, όμως βάση γενικότερης εμπειρίας ήξερα από την πρώτη στιγμή της επιλογής μου πως η προστασία δεν θα ήταν εφάμιλλη με οποιοδήποτε κράνος κλειστού τύπου. Φέρω στο πηγούνι ένα πολύ παλιό σημάδι από σκίσιμο που έχει συμβεί με full face κράνος, μία άλλη εμπειρία που μου τόνισε νωρίς πως η σωστή επιλογή κράνους και –αναπόφευκτα- τιμής αγοράς, είναι εξίσου σημαντική με την απόκτησή του και την χρήση του, αυτή καθ’ αυτή!

Δεν είναι όμως μονάχα η πτώση, δεν φοράμε το κράνος μόνο για αυτή την αποφράδα μέρα κι ας είναι αυτή η απολύτως πιο διευρυμένη άποψη. Από τα έντομα μέχρι την σκόνη και μετά τον ίδιο τον αέρα και τον ήλιο, η προστασία πρέπει να είναι συνεχής. Ένα από τα βασικά πλεονεκτήματα του Drak είναι πως ασφαλίζει πλήρως χωρίς να αφήνει κενά. Σε όλο αυτό το διάστημα και πάντα με δεδομένο την πληθώρα χιλιομέτρων, έχει αποτρέψει τριψήφιο αριθμό μελισσών κι άλλων εντόμων από το να σφηνωθούν μέσα στο κράνος, την ίδια στιγμή που αισθάνεσαι λιγότερο εγκλωβισμένος από ένα full face. Θα πρέπει να έρθει ο χειμώνας και να είναι βαρύς, ώστε να ανακαλύψεις πως περνά περισσότερος αέρας στο μέτωπο, από αυτό που θα ήθελες εκείνη την στιγμή. Όσο μάλιστα χαλαρώνουν οι ιμάντες τόσο περισσότερος αέρας θα φτάνει ακριβώς εκεί που θα ενοχλεί τα ιγμόρεια, με την λύση να είναι να τους ρυθμίσεις πιο σφιχτά μέχρι να την αλλάξεις, όπως αναλύουμε πιο πάνω. Η βροχή δεν πρόκειται να ενοχλήσει, αλλά σε εξαιρετικά χαμηλή θερμοκρασία αρχίζει και μετατρέπεται σε πράξη γενναιότητας να οδηγείς γρήγορα.

Η ταχύτητα πάντως δεν έχει όριο μαζί του, το όριο είναι καθαρά προσωπική υπόθεση. Το Drak βγαίνει σε δύο μεγέθη εξωτερικού κελύφους και είναι και τα δύο σχεδιασμένα με στενή γραμμή, για να αγκαλιάζουν το κεφάλι καλά. Δένοντας το σωστά, κολλά στο μέτωπο όσο τα χιλιόμετρα ανεβαίνουν, με μικρή μετατώπιση προς τα πίσω. Είναι εκείνη η στιγμή που πιέζει τους λοβούς των αυτιών, που μέχρι πριν απολάμβαναν των χώρο τους χωρίς πίεση. Και πιέζοντας τα αυτιά, εκεί πάνω από τα διακόσια χιλιόμετρα, δεν ακούς τίποτα και ξαφνικά γίνεται ένα από τα πιο ήσυχα κράνη… προφανώς παίζουμε με τις λέξεις και τα νοήματα τώρα. Σημασία εδώ έχει η προσεκτική ανάγνωση, γιατί σε καμία περίπτωση δεν υπάρχει ο ισχυρισμός πως είναι το καλύτερο κράνος για αυτές τις ταχύτητες. Απλά πάντα υπάρχει και η θετική πλευρά, ακόμα και στα μειονεκτήματα. Για να ζήσεις βέβαια την εμπειρία της ησυχίας μέσα από την επίδραση των χιλιομέτρων, πρέπει σαφώς να το παρακάνεις, καθώς κινείσαι με τέτοιες ταχύτητες με ένα κατά βάση jet κράνος σε γυμνή, για παράδειγμα μοτοσυκλέτα. Το πόσο θα μείνεις σε αυτά τα χιλιόμετρα είναι ζήτημα αντοχής και διαφέρει από τον καθένα. Αυτές όμως είναι οι ειδικές περιπτώσεις και η καθημερινότητα με το Drak είναι αυτή που μετράει πραγματικά.

Ανάμεσα στις πρωτιές του, είναι και το γεγονός πως είναι το πρώτο που με έκανε να σπάσω τον χρυσό κανόνα, χωρίς να το αλλάξω στα τρία χρόνια. Συνηθίζεις να έχεις ένα κράνος που κλείνει τελείως αλλά μπορείς να μπεις σε κάποιο κατάστημα χωρίς να σε κοιτάνε καχύποπτα, κάνοντας μονάχα με μία κίνηση χωρίς να το βγάλεις. Οι συχνές στάσεις με αυτό στο κεφάλι είναι το πιο εύκολο πράγμα του κόσμου, ενώ δύο φορές μπήκα μαζί του και σε τράπεζα, τρίτη δεν το δοκίμασα – είναι το μόνο μέρος που ό,τι κι αν φοράς στο κεφάλι κινείς υποψίες.

Ο μηχανισμός που κρατά την μάσκα είναι έξυπνα φτιαγμένος, ώστε να μην προσθέτει όγκο στο πλάι. Κάτω από πλαϊνά πλαστικά που έχουν άψογη συναρμογή και δεν θα ξεκολλήσουν όσο περνούν τα χρόνια, υπάρχει ένας μεταλλικός γάτζος σε κάθε πλευρά, που ασφαλίζει στο κράνος συγκρατώντας τους ιμάντες. Όλα αυτά με πολύ χαμηλό προφίλ, χωρίς να μεγαλώνει ο όγκος, την στιγμή που εσωτερικά υπάρχει ειδική εγκοπή για εφαρμογή ακουστικών. Με κατασκευή από θερμοπλαστικό και πολύ προσεγμένη εσωτερική επένδυση, το Drak είναι ελαφρύ (1.243 γραμμάρια με μάσκα και σαγόνι) όχι βέβαια σε επίπεδο ενός carbon κράνους, αν και πραγματικά carbon κράνη είναι ελάχιστα. Όμως το σημαντικό εδώ είναι η ομοιογένεια και το σωστό σχήμα. Είναι το σχήμα που παίζει μεγαλύτερο ρόλο στο κράνος και όχι τόσο τα γραμμάρια. Διότι ένα σωστά μελετημένο σχήμα κατανέμει το βάρος ομοιόμορφα κι όχι πίσω στην βάση του αυχένα που είναι το πιο συνηθισμένο. Τότε είναι που με την επίδραση του αέρα ένα κράνος αρχίζει να σε κουράζει περισσότερο από κάποιο άλλο κι ας είναι ελαφρύτερό του κατά μερικά γραμμάρια. Το Drak είναι εξαιρετικά μελετημένο κι εξαφανίζει γραμμάρια όταν το φοράς, παρόλο που είναι κράνος ανοιχτού τύπου, κι αυτό μεταφράζεται σε αναπόφευκτα ανομοιόμορφη κατανομή. Όχι σε αυτή την περίπτωση όμως!

Ο αεραγωγός στο κέντρο δεν μεταφέρει ιδιαίτερα πολύ αέρα και κλείνει με μία λαστιχένια τάπα την οποία την αφαιρείς την πρώτη ημέρα και κάπου την ξεχνάς στο σπίτι κρατώντας το για πάντα έτσι. Δεν έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς ο αέρας δεν σου λείπει ποτέ. Επιπρόσθετα δεν επηρεάζει την καλή ηχομόνωση, που αντίστοιχη δεν θα βρει κάποιος σε ανοικτού τύπου κράνος, ακόμα και σε αντίστοιχο υβρίδιο. Όλες οι προδιαγραφές του κράνους και οι πιστοποιήσεις που έχει λάβει, είναι τύπου Jet, ωστόσο η Shark ήθελε την μάσκα και το σαγόνι να μπορούν να προσφέρουν στοιχειώδη ασφάλεια, εκτός από κάλυψη απέναντι στα στοιχεία της φύσης και τα έντομα. Διεξάγοντας την δική τους δοκιμασία, σχεδίασαν το Drak με τρόπο που μπορεί να βοηθήσει σε περίπτωση ατυχήματος, κάτι που –ευτυχώς όπως είπαμε- δεν μπορώ να επιβεβαιώσω.

Το αφαιρούμενο εσωτερικό άντεξε κι εκείνο αρκετά πλυσίματα, χωρίς να χάσει αρκετό από τον αρχικό του όγκο, ενώ στα τρία χρόνια η δερματίνη άρχισε να ξεφτίζει χαλώντας την εικόνα. Από την στιγμή που αφαιρείται, κι άρα αλλάζει, είναι κι αυτό ένα πρόβλημα που λύνεται.

Συνολικά το Drak άντεξε πολύ περισσότερο «ξύλο» από αυτό που αρχικά είχε προβλεφθεί για ένα σημαντικό ρόλο: Ολοένα και πιο συχνά το προτιμούσα έναντι ενός full face, ακόμη και για μεγάλες διαδρομές ή για περιπτώσεις που η ταχύτητα θα ήταν αυξημένη, καταλήγοντας σε μία σκληρή χρήση που το έφερε σε αυτή την κατάσταση μετά από τέσσερα χρόνια. Ανανεώνοντας τους αναλώσιμους ιμάντες και την επένδυση, έκανε τον ήρωα για ακόμη έναν χρόνο.

 

μονάχα στο ένα από τα δύο ξεκόλλησαν τα ανάγλυφα γράμματα.. σε εκείνο με την πολύ άγρια χρήση...

Το δεύτερο κράνος της δοκιμής μας, έζησε την εμπειρία μίας πτώσης, όχι –ευτυχώς και πάλι- χτυπώντας στην μάσκα ώστε να μπορούμε να μιλήσουμε για την αντοχή της, αλλά σύρθηκε για κάποια μέτρα στην άσφαλτο και είχε ένα καλό χτύπημα στην πίσω μεριά του. Ούτε σπασμένα πλαϊνά καπάκια, ούτε συστροφή της επένδυσης και μετακίνηση του κράνους, τίποτα από τα μειονεκτήματα που θα περίμενε κανείς, προστατεύοντας απόλυτα σωστά.

Συνολικά η εμπειρία μας μαζί του ήταν απόλυτα θετική, βρίσκοντας εκείνο το κράνος ανοικτού τύπου που εξάλειφε πολλά από τα μειονεκτήματα που έχει η συγκεκριμένη κατηγορία, την στιγμή που ακόμα και τώρα μία πενταετία μετά, παραμένει απόλυτα μοντέρνο.

Μακρά δοκιμή HJC RPHA-10

Το HJC RPHA-10 πέντε χρόνια μετά!
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

21/12/2016

Το RPHA-10 της HJC ήταν μέχρι πρότινος η ναυαρχίδα της εταιρείας στα κράνη racing προδιαγραφών ως ένα κράνος, παράλληλα, ιδανικό και για το δρόμο. Ήμασταν από τους πρώτους που πήραμε στα χέρια μας το καινούργιο –τότε- μοντέλο της HJC πριν από μια πενταετία, στα χρώματα μάλιστα του Ben Spies, του αναβάτη που εξέλιξε το κράνος σε συνεργασία με το εργοστάσιο μέσα από τους αγώνες στα MotoGP.

 

Τα συστατικά

To RPHA-10 βασίστηκε σε πολύ μεγάλο βαθμό στο RPS 10, τον προκάτοχό του στην γκάμα των αγωνιστικών κρανών της HJC, διατηρώντας δύο από τα κύρια χαρακτηριστικά που το έκαναν ιδιαίτερα δημοφιλές μεταξύ των αγωνιζομένων: το μικρό βάρος και το υψηλό επίπεδο άνεσης στο εσωτερικό, κάτι που του έδινε έξτρα πόντους για χρήση στο δρόμο.

Το κέλυφος είναι σχεδιασμένο με τεχνολογία CAD με τη σύνθεση που ονομάζει το εργοστάσιο Advanced P.I.M (Premium Integrated Matrix). Πρόκειται ουσιαστικά για μια σύνθεση ανθρακονημάτων, εποξικού fiberglass, αραμίδιου (το περισσότερο γνωστό σε μας ως Kevlar, όπως είναι η εμπορική του ονομασία, το οποίο έχει μεγάλη αντοχή σε κρούσεις και καταπονήσεις ενισχύοντας τα χαρακτηριστικά του ανθρακονήματος) και οργανικών ινών. Αυτό το μίγμα προσφέρει τον ιδανικό συνδυασμό για ένα κράνος: αντοχή με μικρό βάρος.

Ένα από τα σημαντικά του πλεονεκτήματα είναι το σύστημα ACS (Advanced Channneling Ventilation System) που αποτελείται από ένα συνδυασμό αεραγωγών και αεροδυναμικού σχεδιασμού ώστε να προσφέρει έναν υψηλού επιπέδου εξαερισμό.
Το εσωτερικό του κράνους, η HJC το ονομάζει SilverCool Plus και είναι κατασκευασμένο από ένα αντι-βακτιριακό υλικό που απομακρύνει την υγρασία και δεν κατακρατά τις οσμές, ενώ μπορεί να αφαιρεθεί και να πλυθεί.

Προσφέρει τον ιδανικό συνδυασμό για ένα κράνος: αντοχή με μικρό βάρος

Επί του πρακτέου…

Όπως αναφέραμε και πιο πάνω, ήμασταν από τους πρώτους που πήραμε στα χέρια μας το RPHA-10 και αμέσως έπεσε στα βαθιά. Το συγκεκριμένο κράνος έχει ταξιδέψει στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, αποτελώντας τον εξοπλισμό μας σε αποστολές για παρουσιάσεις, αλλά και σε άπειρες εγχώριες δοκιμές μοτοσυκλετών. Έχει φορεθεί σε όλες τις πιθανές καιρικές συνθήκες (μέχρι και χιόνι έχει 'φάει" μαζί μας το συγκεκριμένο κράνος), ενώ είναι βέβαιο ότι στο εξωτερικό κέλυφος έχουν αναπτυχθεί θερμοκρασίες κοντά στους 50°C, σε περιόδους καύσωνα στο κέντρο της Αθήνας. Μάλιστα, το συγκεκριμένο κράνος δεν ήταν από εκείνα που το φορούσαμε μόνο κατά τη διάρκεια των φωτογραφίσεων, αλλά ήταν ένα κράνος που χρησιμοποιούνταν καθημερινά ανελλιπώς, για περισσότερο από 1.800 ημέρες συνολικά!
Όλο αυτό το διάστημα, το RPHA-10 δεν κλήθηκε να προσφέρει το μέγιστο των υπηρεσιών του –ευτυχώς- καθώς δεν είχαμε κάποια πτώση φορώντας το, αλλά μπορέσαμε να διαπιστώσουμε όλο το υπόλοιπο φάσμα της λειτουργικότητας και της αποτελεσματικότητάς του διεξοδικά.

Τα αυτοκόλλητά του σε μερικά σημεία έχουν γδαρθεί

 

Σε ό,τι αφορά την εμφάνισή του, ο χρόνος έκανε αντιληπτό το πέρασμα από πάνω του, καθώς το πολύ ωραίο ματ μαύρο χρώμα του απέκτησε γρατζουνιές και σε μερικά σημεία τα αυτοκόλλητά του έχασαν μικρά κομμάτια τους, μια κληρονομιά κυρίως από απρόσεκτες τοποθετήσεις στις αποσκευές των αεροπλάνων που ταξίδεψε. Επίσης το τελευταίο διάστημα, το λουράκι που συγκρατεί τους δύο κρίκους για το κούμπωμα παρουσίασε μια σημαντική φθορά, ενώ είναι θέμα χρόνου να κοπεί τελείως.

Πέρα απ' αυτό όμως, το αξιοσημείωτο είναι ότι κανένας μηχανισμός, ούτε οι ροδέλες που ανοιγοκλείνουν τους αεραγωγούς, ούτε ο συρταρωτός αεραγωγός στο πηγούνι, ούτε το κεντρικό κλείδωμα της ζελατίνας, δεν παρουσίασε την παραμικρή φθορά ή δυσλειτουργία. Ούτε καν ο μηχανισμός αλλαγής της ζελατίνας, παρά το γεγονός ότι η εναλλαγή μεταξύ της διάφανης και της φιμέ ζελατίνας (που συνοδεύει την αγορά του κράνους μαζί με το pinlock) γινόταν πάρα πολύ συχνά για τις ανάγκες των φωτογραφίσεων, σε συχνότητα μεγαλύτερη απ' ό,τι θα έκανε ένας μέσος αναβάτης.

Και τα αυτοκόλλητα στο πάνω μέρος -όπως και το χρώμα- έχουν μικρές δθορές, ενώ η ζελατίνα απέκτησε κάποια μικρά σημάδια

 

Η ζελατίνα του απέκτησε κάποιες γρατζουνιές πιο γρήγορα απ' ό,τι υπόσχονται τα αντιχαρακτικά της χαρακτηριστικά, ενώ ένα από τα αρνητικά του υλικού της είναι η μη αποτελεσματική απομάκρυνση των σταγόνων της βροχής. Από την άλλη μεριά όμως, η εφαρμογή, η στεγανοποίησή και το πόσο αεροστεγής παρέμενε με το κλείδωμα κουμπωμένο, είναι υπεράνω κριτικής και προσδοκιών.

 

Τα μεγέθη της HJC ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα

Η εφαρμογή της εσωτερικής επένδυσης ήταν εξαιρετική και μετά από περίπου δύο εβδομάδες συνεχούς χρήσης, τα μαξιλαράκια στα μάγουλα είχαν πάρει το σχήμα του προσώπου και διατήρησαν το αφρώδες τους σε αυτό το επίπεδο, σχεδόν μέχρι το τέλος. Εξαιρετική και η ποιότητα του υλικού καθώς μέχρι και σήμερα δεν παρουσίασε ξηλώματα στις ραφές και τις κολλήσεις ούτε κάποια αλλοίωση στην επιφάνειά του. Τα μόνα αρνητικά σημεία ήταν η ποιότητα του κουμπώματος του υποσιάγωνου (προσωπικά το αφαίρεσα σχεδόν αμέσως) με τα "αυτάκια" που σφηνώνουν στο κάτω μέρος του κράνους να είναι ιδιαίτερα εύθραυστα, ενώ και το κούμπωμα του επιρρίνου δεν ακολουθούσε τα ποιοτικά στάνταρ του υπόλοιπου κράνους, με το ίδιο το επιρρίνιο να καλύπτει αρκετά ψηλά την μύτη, χωρίς όμως ιδιαίτερα καλή εφαρμογή. Και μια σημαντική σημείωση: Τα μεγέθη της HJC –τουλάχιστον σε ότι αφορά τη σειρά RPHA- είναι αυτά ακριβώς που πρέπει. Το medium είναι medium και δεν χρειάζεται να πάτε σε άλλο νούμερο αν η περίμετρος του κεφαλιού σας είναι 57-58cm.

Το έτερο χαρακτηριστικό σε ένα κράνος που παίζει ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο για τους υποψήφιους κατόχους, πέρα από την προστασία που προσφέρει σε περίπτωση πτώσης φυσικά, είναι η διαχείριση του αέρα και η αεροδυναμική συμπεριφορά του. Το RPHA-10 όπως είπαμε και πιο πριν, προέρχεται από ένα ιδιαίτερα μελετημένο κράνος σ' αυτό τον τομέα και παρουσιάστηκε ως μια πρόταση με τις πιο αποτελεσματικές λύσεις γι' αυτό.

Η πραγματικότητα στην πράξη δεν απέχει και πολύ, καθώς ο εξαερισμός του RPHA-10 είναι από τους καλύτερους που έχουμε συναντήσει. Οι δύο εισαγωγές στο πάνω μέρος ανοίγουν με ροδέλες κι είναι πολύ εύκολο να τις ρυθμίσεις ακόμη και με χοντρά γάντια. Η έξοδος του αέρα στο πίσω μέρος δεν είναι βέβαια αντίστοιχα αποτελεσματική, αλλά η κυκλοφορία του αέρα είναι σε πολύ καλό επίπεδο και λειτουργεί λυτρωτικά ιδιαίτερα τις ζεστές μέρες. Ο αεραγωγός στο πηγούνι δεν στέλνει μεγάλη ροή και η συμβολή του στο συνολικό κύκλωμα δεν είναι σημαντική.

Βέβαια, ο καλός εξαερισμός –όπως συμβαίνει και στην πλειοψηφία των κρανών με αγωνιστικές προδιαγραφές- σημαίνει και αρκετά υψηλό επίπεδο θορύβου. Σ' αυτόν τον τομέα το RPHA-10 κατέχει μια καλή θέση, καθώς δεν είναι σίγουρα το πιο ήσυχο κράνος που έχουμε φορέσει, αλλά οι αεροδυναμικοί θόρυβοι δεν είναι εξαντλητικά ενοχλητικοί. Σε ταχύτητες πάνω από 140km/h ακούγεται ένα σφύριγμα που θα γίνει ενοχλητικό μετά από πολύ ώρα, ενώ και η ηχομόνωση –λόγω του σχεδιασμού που δίνει βάση στην άνεση για την περιοχή των αυτιών- δεν συγκαταλέγεται στα ατού του RPHA-10.

Ο εξαερισμός του RPHA-10 είναι από τους καλύτερους που έχουμε συναντήσει

Αεροδυναμικά όμως, τόσο οι αεραγωγοί όσο και ο σχεδιασμός των πίσω αεροτομών, είναι κάτι παραπάνω από εξαιρετικοί. Ακόμη και σε μετρήσεις επιδόσεων γυμνών μοτοσυκλετών, το κράνος παρουσίασε μια πολύ υψηλού επιπέδου σταθερότητα, δίχως να επιβαρύνει τον αυχένα, κάτι στο οποίο συμβάλλει και το μικρό βάρος στα 1.350gr.

Από το 2016, η HJC παρουσίασε την διάδοχη κατάσταση, το RPHA-11, που αποτελεί την εξέλιξη στη βάση του RPHA-10 /Plus. Το έχουμε ήδη στην κατοχή μας και πολύ σύντομα θα ακολουθήσουν οι πρώτες εντυπώσεις από τη χρήση του.