Οδηγούμε Yamaha Tenere 700 – Πρώτες εντυπώσεις! [VIDEO]

«Υπόσχεση που τηρήθηκε»
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

21/5/2019

Ζωντανά από την Ισπανία παρακολουθείτε την εξέλιξη της παρουσίασης του Yamaha Tenere 700, που τόσο πολύ περιμένατε να δείτε, κρίνοντας από τα μηνύματα που έχουμε πάρει αυτές τις ημέρες, τα οποία μάλιστα ξεκίνησαν πριν την αποστολή εκδηλώνοντας ανυπομονησία, κάτι που είχαμε καιρό να δούμε για νέο μοντέλο! Λίγο το όνομα, λίγο η ταυτότητα χρήσης που ταιριάζει απόλυτα στο δικά μας δεδομένα, λίγο και η υπόσχεση της Yamaha πως θα φτιάξει εκείνο που θέλει ο κόσμος, και όχι αυτό που αρχικά είχε βάλει στόχο, και το ενδιαφέρον για το Tenere 700 έχει αρχίσει να κυμαίνεται στα επίπεδα του πρώτου Tracer… Το πρόβλημα για μια μερίδα Ελλήνων είναι πως δεν έρχεται σε τιμή που να θυμίζει MT-07. Τους έξω από εδώ δεν τους απασχολούν τέτοια θέματα. Οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι, και μιλήσαμε με πολλούς, το βρίσκει εξαιρετικά φθηνό. Για το ποιος έχει δίκιο και άδικο, ο κόσμος έχει απαντήσει ήδη μόνος του. Η πλειοψηφία χρόνια τώρα έχει αποφανθεί. Διότι να θυμηθούμε πως έτσι ξεκίνησε το Tenere, ως μία πολύ φθηνή λύση για την δημιουργία ενός Adventure μοντέλου βασισμένο σε μία γυμνή μοτοσυκλέτα. Μόλις βγήκε στον δρόμο για δοκιμές και αποθανατίστηκε σε κατασκοπευτικές φωτογραφίες, ο κόσμος αντέδρασε. Συλλογικά τελείως, από εκείνες τις φορές που το κοινό έχει ταυτόχρονα την ίδια ιδέα, όπως το σμήνος πουλιών που αλλάζει ταυτόχρονα κατεύθυνση δίχως κανείς να δώσει το πρόσταγμα, ζήτησαν από την Yamaha να το πάρει πίσω και να τους δώσει ένα καινούριο. Ένα που δεν θα έχει μόνο το όνομα, ένα Tenere που να είναι όσο φθηνό γίνεται χωρίς όμως να προσφέρει κάτι λιγότερο από αυτό που υπόσχεται το όνομά του. Κι ας μην κάνει όσο ένα MT-07. Ο κόσμος λοιπόν μίλησε, η πλειοψηφία είχε μία συγκεκριμένη στάση και η Yamaha αποφάσισε να ακούσει την πλειοψηφία. Το πήρε πίσω και ξεκίνησε την ανάπτυξη ενός νέου μοντέλο. Κάπου στην πορεία, κι αρκετά νωρίς είναι η αλήθεια, επέλεξαν να ολοκληρώσουν πρώτα την εξέλιξη ενός πρωτότυπου το οποίο θα ξέφευγε από την πεπατημένη οδό και θα ήταν ένα λειτουργικό concept που θα σήκωνε ολόκληρο το βάρος της εξέλιξης για την μοτοσυκλέτα παραγωγής. Έτσι γεννήθηκε το Τ7.

Η Yamaha είναι πολύ μπλε και καθόλου πορτοκαλί, κι αυτό σημαίνει πολύ απλά πως δεν ασχολούνται όλοι με το Enduro, τα Rally και γενικότερα το χώμα… Έχει μία μικρή και πολύ δεμένη ομάδα που μάλιστα έχει βάλει στόχο να σπάσει το σερί της KTM στο Dakar, αλλά μέχρι εκεί. Αυτό σημαίνει πως υπήρχε μία μικρή έλλειψη προσωπικού που θα ήταν ικανό να φέρει εις πέρας την δημιουργία ενός τόσο σοβαρού εμπορικά μοντέλου. Για αυτό και επιστρατεύτηκε ο Project Leader των WR / YZ να αναλάβει την εξέλιξη του Tenere από την αρχή και δοκιμαστές – αναβάτες έγιναν η αφρόκρεμα των Rally!

Yamaha T7: Το έκαναν βίδες! Και μας πείραξε προσωπικά…

Σβήνοντας όσα είχαν κάνει, έστω κι αυτά τα λίγα, και ξεκινώντας την διαδικασία της εξέλιξης από την αρχή, έδιναν μία υπόσχεση στον κόσμο: «Σας ακούσαμε, θα φτιάξουμε αυτό που θέλετε». Δεν είναι εύκολο να υποστηρίξεις κάτι τέτοιο, πρώτα γιατί ο κόσμος τα θέλει όλα και μάλιστα και πολύ φθηνά και πολύ γρήγορα και δεύτερον γιατί η κατηγορία αυτή που καλείται «να κάνει τα πάντα» πρέπει να συνδυάσει άψογη συμπεριφορά στην άσφαλτο και εξίσου καλή στο χώμα. Με παρονομαστή σε όλα τα παραπάνω την πολύ καλή τιμή. Παλιότερα αυτός ο συνδυασμός δεν μπορούσε να γίνει σε μοτοσυκλέτες μαζικής παραγωγής, πρακτικά τουλάχιστον δεν μπορούσε να γίνει. Σήμερα όμως τα ασυμβίβαστα μπορούν να πραγματοποιηθούν καθώς η τεχνολογία και η εμπειρία έχουν κάνει άλματα. Η διαδικασία που ακολουθήσε η Yamaha στο Tenere ήταν να πραγματοποιεί συνεχώς ολοένα και περισσότερες δοκιμές απορρίπτοντας συνέχεια ό,τι δεν άρεσε, ή δεν δούλευε μέχρι να φτάσουν τον υψηλά τοποθετημένο στόχο που ο κόσμος και όχι οι ίδιοι, είχε θέσει ξεκάθαρα κι απόλυτα.

Τα κατάφεραν και μάλιστα τόσο καλά, που θα πρέπει να αποτελούν πλέον παράδειγμα και για άλλους κατασκευαστές που θα κληθούν κι εκείνοι στο μέλλον να ακούσουν το δικό τους κοινό! Περισσότερα από 250 χιλιόμετρα σε χώμα και σχεδόν πεντακόσια στο σύνολο έχει το πρόγραμμα της παρουσίασης, που πρέπει να θεωρείται από το πιο σφιχτά σε χρόνους, καθώς η φωτογράφιση περίπου 40 διαφορετικών αναβατών είναι εξαιρετικά χρονοβόρα διαδικασία. Από τα πρώτα χιλιόμετρα αφήσαμε πίσω άσφαλτο και μπήκαμε σε χώμα τριμμένο στο επίπεδο της άμμου, πασπαλισμένο με χαλίκι που έδωσε για λίγο την θέση του σε κοτρώνες πριν συνεχίσει με αμμοπαγίδες. Για τα Pirelli Scorpion που φορούν τα Tenere η πρόκληση ήταν μεγάλη, ιδίως για το μπροστινό που πάσχιζε να προσφέρει πρόσφυση και δεν τα κατάφερνε συχνά. Οδηγώντας σε ένα ικανοποιητικό ρυθμό το Tenere πολύ γρήγορα αποκαλύπτει τις καταβολές του, την αιτία που η εξέλιξή του κράτησε τόσο καιρό και που σίγουρα δεν πήγε χαμένη. Τόσους γύρους ανά την υφήλιο πήγε το Τ7, τόσοι αγωνιζόμενοι πήραν μέρος στην εξέλιξή του και υπάρχει τώρα ένα αποτέλεσμα που η Yamaha είχε πολύ καιρό να μας δώσει σε Adventure μοτοσυκλέτα!

Με δεδομένο πως όλοι όσοι ενεπλάκησαν, σχημάτισαν μία ομάδα που δεν δούλευε πάντα μαζί, πως άρπαξαν κόσμο κυριολεκτικά από διάφορα τμήματα του ομίλου, το αποτέλεσμα τους δικαιώνει. Πρόκειται για μία μοτοσυκλέτα που στο επίπεδό της τιμής της προσφέρει μία συμπεριφορά που ανταποκρίνεται σε πολύ ακριβότερες μοτοσυκλέτες. Οι ικανότητές της στο χώμα ξεπερνούν κατά πολύ τις ανάγκες του μέσου αναβάτη, ενώ με καίριες επεμβάσεις τα πράγματα μπορούν να φτάσουν σε επίπεδο Rally, τόσο απλά. Καλεσμένος βρίσκεται εδώ και ο Franco Caimi, ο αναβάτης των Rally και πρωταθλητής Enduro, που επίσης έχει εντυπωσιαστεί από το Tenere και μου έλεγε πόσα πολλά πράγματα της αγωνιστικής του μοτοσυκλέτας θα μπορούσαν να μπουν αυτούσια. Του φαίνεται εξαιρετικά κοντινή στην αγωνιστική. Αυτό δεν σημαίνει πως είναι “Ready to Race”, δεν ήταν κι αυτός ο στόχος της Yamaha άλλωστε. Το κοινό του Tenere είναι πολύ πιο μεγάλο, πολύ πιο γενικό, για να μπει σε μία και μόνο ταμπέλα. Το γεγονός πως υπερπληρώνει τις ανάγκες του μέσου αναβάτη, έχει να κάνει και με το γεγονός πως οι ανάγκες αυτές δεν είναι ιδιαίτερα υψηλές σε ότι αφορά το χώμα. Την πρώτη ημέρα της οδήγησης περάσαμε από πολλές φλαταδούρες με χαλίκι, από εκείνες που περνάς καθιστός στην σέλα, όμως υπήρχαν γερές δόσεις απαιτητικής οδήγησης στο χώμα, με ανηφόρες, κατηφόρες, άλματα, γκρεμούς και κοτρώνες. Αυτό έφτιαξε ένα σκηνικό που θυμίζει παλιές εποχές παρουσιάσεων, τότε που δεν χρειαζόσουν δέκα στάσεις για να αλλάξεις κάμερες και να αποθανατίσεις την στιγμή στα social media. Τότε που οι παρουσιάσεις είχαν πραγματική περιπέτεια. Η Yamaha έφτιαξε μία τέτοια για το Tenere κι ακόμη ζούμε την εξέλιξή της. Την τελευταία δεκαετία πάντως, κανείς δεν έχει σχεδιάσει μία πρώτη επαφή μοτοσυκλέτας με δημοσιογράφους που να έχει τόσο χώμα και απαιτητικά κομμάτια.

Οι αναρτήσεις της Kayaba κάνουν την δουλειά που πρέπει, με γραμμικότητα στην λειτουργία τους και διαβάζοντας σωστά τα εμπόδια. Πίσω δεν χοροπηδά σαν κατσίκι και μπροστά πρέπει να χτυπήσεις πέτρες με μεγάλη ταχύτητα για να διώξει το τιμόνι. Οι ρυθμίσεις που είναι κοινές και για τα δύο καλάμια, έχουν σχετικά καλό βήμα όπου με τρία κλικ έχεις τελείως διαφορετική συμπεριφορά. Αυτή είναι ανάλυση για την επιστροφή και το τεύχος βέβαια. Ο κινητήρας είναι ο γνωστός μας με τον crossplane στρόφαλο δίχως καμία αλλαγή πέραν της τροφοδοσίας και της αναπνοής του. Η ECU που αναλαμβάνει την διαχείριση έρχεται από την ανατολή και είναι από το πάνω ράφι, η καλύτερη μονάδα που μπορεί κανείς να προμηθευτεί εκτός Ευρώπης. Οι διαφορές στην απόκριση είναι εμφανείς και χρειάζεται κι εδώ αρκετή ανάλυση για την πλήρη παρουσίαση στην επιστροφή.

Από πλευράς ποιότητας το Tenere είναι πολύ πιο πάνω από το αρχικό επίπεδο των MT-07 με πρώτο και καλύτερο το γεγονός πως δεν χρειάζεται να αλλάξεις αναρτήσεις. Υπάρχουν παρατηρήσεις, όπως το άβαφο πλαστικό κάτω από την σέλα που θέλει κιόλας αλλαγή μετά από τέσσερις ημέρες χώμα, όμως αυτό είναι κάτι που κι εύκολα αλλάζει και κόστος δεν έχει. Η βαφή θα μπορούσε να είναι καλύτερη, όμως δεν σου δίνει την εντύπωση πως σε λίγο καιρό το Tenere θα είναι αγνώριστο. Περισσότερο αυτές οι παρατηρήσεις έχουν να δείξουν σε εσάς πως εμείς ψάξαμε την μοτοσυκλέτα που καβαλήσαμε και λιγότερο εκβιάζουν κάποιο αρχικό συμπέρασμα. Από την πλειοψηφία όσων είμαστε εδώ και μαζί με εμένα, το Tenere θα μπορούσε να γίνει η επόμενη προσωπική μας μοτοσυκλέτα. Κι όταν το λες αυτό για ένα «βασικό» μοντέλο, κι όχι για κάποια ακριβή και υπερ-εξοπλισμένη Adventure η βαρύτητα είναι πολλαπλάσια.

Στην άσφαλτο έχει μία σταθερότητα που φτάνει μέχρι και τα 190 χιλιόμετρα με την τελική στο κοντέρ να φτάνει το υψηλότερο νούμερό της λίγο πιο πάνω, στα 202-203, σε μία ημέρα μάλιστα με έντονο αέρα. Δεν θα έπρεπε να πάει και παραπάνω με δεδομένο πως φορά σαμπρέλες. Προς το παρόν δεν υπάρχει και κάποια πιθανότητα για να το παραγγείλει κανείς με διαφορετικές ζάντες, από τον εξαιρετικά πλούσιο κατάλογο με αξεσουάρ που έχει η Yamaha, ωστόσο για το χώμα οι σαμπρέλα είναι πάντοτε μία πρόσθετη ασφάλεια. Στον κατάλογο θα βρει κανείς και ψηλότερη και χαμηλότερη σέλα. Και είναι αυτή μία από τις πιο κοινές ερωτήσεις γιατί κοιτώντας το στις φωτογραφίες παίρνεις την εντύπωση πως το ρεζερβουάρ είναι πολύ ψηλά, πως η σέλα είναι πολύ χαμηλά συγκριτικά με αυτό και πως η θέση οδήγησης θα είναι μία τυπική «γιαπωνέζικη» και συνεπώς ακατάλληλη τόσο για γρήγορη οδήγηση στο χώμα, όσο και για μεγάλες αποστάσεις.

Καταρχήν το Tenere είναι πλήρως ευρωπαϊκή μοτοσυκλέτα, και θα το αναλύσουμε κι αυτό στο τεύχος. Από εκεί και πέρα η εικόνα αυτή που σχηματίζεις δεν αλλάζει ούτε όταν το βλέπεις από κοντά και συγκεκριμένα από το πλάι και χαμηλά. Η πραγματικότητα διαφέρει πλήρως! Στα 1.83 που είμαι εγώ τα γόνατα είναι σε άνετη θέση και κάθεσαι πάνω και όχι μέσα στην μοτοσυκλέτα, η πραγματικότητα είναι διαφορετική από την εικόνα. Στο πρώτο ταξίδι όταν έρθει Ελλάδα θα το δούμε καλύτερα, αν και μην περιμένετε να αλλάξει η άποψη. Ήδη συμπληρώσαμε 350 χιλιόμετρα και πάμε για τα 500, που σημαίνει πως η αρχική εικόνα μάλλον θα παραμείνει.

Η Yamaha είχε πολλά χρόνια να μας δώσει μία πραγματική Adventure μοτοσυκλέτα, μία μοτοσυκλέτα που να πηγαίνει γρήγορα στην άσφαλτο και εξαιρετικά στο χώμα και να μην κοστίζει μία περιουσία. Το επίπεδο του Tenere είναι πραγματική έκπληξη, είναι πολύ πάνω από αυτό που περιμέναμε, τα όριά του είναι πολύ πιο πάνω από τις δυνατότητες του μέσου αναβάτη, και δεν ζητά τίποτα από τον αναβάτη του, μονάχα να το καβαλήσει και να φύγει.

Έχουμε λοιπόν να πούμε πολλά, για την κατασκευή, την απόδοση σε στροφιλίκι, σε κοτρώνες, πέτρες, αυτοκινητόδρομους και επαρχιακούς. Για τα φρένα που θέλουν επίσης ανάλυση, για την μετάδοση και τον κινητήρα. Ο ενθουσιασμός είναι αντιστρόφως ανάλογος για ένα βασικό μοντέλο, με την διαφορά πως αυτό δεν είναι πλέον ένα βασικό μοντέλο. Είναι ο άξιος συνεχιστής του ονόματος, είναι το Tenere που υποσχέθηκε η Yamaha. Και την υπόσχεσή της, την κράτησε με το παραπάνω!

Ετικέτες

Αποκλειστικά στην Κροατία: Original Flat Track μαθήματα με H-D!

Με δάσκαλο τον Ruben Xaus!
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

7/5/2018

Μια μοναδική εμπειρία μας είχε ετοιμάσει η Harley Davidson στην Κροατία, όπου έγινε η παρουσίαση των Road Glie, Street Glide, Iron 1200 και Forty Eight Special. Η τελευταία ημέρα από τις συνολικά τρεις της χορταστικής παρουσίασης, ήταν εξολοκλήρου αφιερωμένη στην οδήγηση Flat-Track που πλήρως θα καλύψουμε εδώ: Οι άνθρωποι της Harley είχαν ετοιμάσει κατάλληλα μια οβάλ πίστα με κόκκινο χρώμα και είχαν διαμορφώσει τέσσερα Street Rod 750,που θα τα χρησιμοποιούσαμε για να μάθουμε, αλλά και για να τρέξουμε αγώνες!

Δάσκαλός μας θα ήταν ο Ruben Xaus, που κάποιοι από εσάς θα τον γνωρίζετε ως εργοστασιακό αναβάτη της Ducati στο παγκόσμιο πρωτάθλημα SBK και κάποιοι άλλοι από την εντυπωσιακή φωτογραφία που τον δείχνει να κάνει full-lock drift με το γόνατο στην άσφαλτο και το ένα χέρι στο τιμόνι, πάνω στη σέλα ενός Hypermotard.

Καθώς είχα βρεθεί στο σεμινάριο του Aaron Colton, που είχε φέρει στη χώρα μας η Red Bull, αλλά και στην εκδήλωση Flat-Track που είχε διοργανώσει η Harley Davidson Athena, νόμιζα ότι ήξερα σε θεωρητικό επίπεδο τι χρειάζεται να κάνεις. Μόνο που ακούγοντας τον Ruben Xaus να μας εξηγεί βήμα-βήμα την τεχνική οδήγησης του flat Track, κατάλαβα ότι θα έπρεπε να ξεχάσω όλα όσα είχα μάθει έως τότε! Εδώ θα προσπαθήσουμε να σας μεταφέρουμε με όσο πιο απλό και κατανοητό τρόπο γίνεται τις βασικές αρχές του Flat-Track, με τις οποίες καταφέραμε μέσα σε μόλις μία ημέρα να ντριφτάρουμε στο χώμα σαν “πρωταθλητές” μια μεγάλη δικύλινδρη Harley.

 

Η μοτοσυκλέτα

Στο πρωτάθλημα Flat-Track επιτρέπεται να συμμετέχουν δικύλινδρες μοτοσυκλέτες από 750 κυβικά και πάνω. Στην δική μας περίπτωση, η Harley Davidson είχε φτιάξει τέσσερα Street Rod 750 που θα χρησιμοποιούσαμε για τα μαθήματα. Οι αλλαγές που είχε κάνει ήταν περιορισμένες σε σχέση με το μοντέλο που πουλάει στα καταστήματα και εξαντλούνταν στο μικρότερο ρεζερβουάρ, το πιο ψηλό τιμόνι, τα πιο μεγάλου μήκους πίσω αμορτισέρ, την αφαίρεση του εμπρός φρένου και την αντικατάσταση της σέλας.

Με αυτές τις αλλαγές, το βάρος μειώθηκε στα 220 κιλά από τα 240 και μετατοπίστηκε ελαφρός πιο μπροστά. Αυτή τη στιγμή, στο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα προηγείται στη βαθμολογία μια Harley Street Rod 750, η οποία ανήκει στον G. Martin που οι μόνες επιπλέον διαφορές που είχε σχέση με τις μοτοσυκλέτες που οδηγήσαμε εμείς, ήταν στην θέση οδήγησης και στους τροχούς των 19 ιντσών.

 

Η πίστα

Η οβάλ πίστα του Flat –Track είναι η πιο εύκολη στην κατασκευή και φυσικά η πιο φτηνή πίστα που μπορεί να φτιάξει κάποιος. Η “δική μας” είχε συνολικό μήκος περίπου 80 μέτρα και οι δύο ευθείες ανάμεσα στις στροφές ήταν περίπου 60 μέτρα. Με το Street Rod προλάβαινες να βάλεις  2α και κατέβαζες σε 1η για να στρίψεις. Από οδηγικής άποψης, το μήκος της ευθείας δεν παίζει ιδιαίτερο ρόλο. Αντίθετα, το πλάτος της πίστας αλλάζει την καμπυλότητα των στροφών και ως εκ τούτου αλλάζει και τον χρόνο που έχεις για τις τέσσερεις φάσεις: φρενάρισμα, είσοδος, ρύθμιση πορείας και έξοδος.

 

Εξοπλισμός

Ο εξοπλισμός που χρειάζεται για να οδηγήσεις μια μοτοσυκλέτα Flat-Track είναι πολύ απλός. Ο Ruben Xaus φορούσε δερμάτινη φόρμα και μπότες για άσφαλτο, όμως μετά την τούμπα που έφαγα, όπου η άκρη του τιμονιού με χτύπησε στο στήθος, θεωρώ ότι ο θώρακας off-road είναι πολύ καλή ιδέα.

Αυτό που είναι ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟ για οδήγηση Flat Track είναι η ατσάλινη σόλα στο αριστερό πόδι. Χωρίς αυτή ΔΕΝ ΟΔΗΓΑΣ Flat-Track αλλά κάτι άλλο, πιθανότατα enduro ή motocross. Στο Flat-Track το αριστερό σου πόδι είναι ΕΝΕΡΓΟ ΣΗΜΕΙΟ ΣΤΗΡΙΞΗΣ και η ατσάλινη σόλα είναι αυτό που σου επιτρέπει να το κάνεις.

 

Εκκίνηση

Oι μοτοσυκλέτες του Flat-Track έχουν μεγάλους δικύλινδρους κινητήρες και είναι αρκετά πιο βαριές από τις enduro. Το βάρος προσφέρει μεν επιπλέον πρόσφυση και αποτρέπει τις σούζες, όμως τα Flat-Track ελαστικά δεν έχουν μεγάλα τακούνια. Έτσι στην εκκίνηση είναι καλύτερα να έχεις 2η σχέση, παρά να ξεκινάς με 1η που θα κάνει τον πίσω τροχό να σπινάρει ευκολότερα.

Ευθεία

Στην ευθεία τα πράγματα είναι εύκολα, αφού η μοτοσυκλέτα είναι όρθια, οπότε όλη η δύναμη του κινητήρα περνάει στον πίσω τροχό χωρίς μεγάλες απώλειες. Φυσικά, αναλόγως το μήκος της ευθείας που έχει η πίστα ανεβάζεις ταχύτητες. Στο αμερικάνικο πρωτάθλημα οι μοτοσυκλέτες αγγίζουν ή και ξεπερνούν τα 200km/h. Να θυμίσουμε ότι δεν έχουν εμπρός φρένα…

 

Φρενάρισμα-είσοδος

Στο Flat-Track η έννοια του φρεναρίσματος είναι κάπως διαφορετική από τα υπόλοιπα είδη οδήγησης. Ένα μεγάλο πίσω δισκόφρενο έχει τον απλό ρόλο του “επιβραδυντή” και όχι τον περίπλοκο ρόλο που έχουν τα φρέμα εμπρός-πίσω στις μοτοσυκλέτες street και off-road. Σε αντίθεση με το enduro και το motocross που με το πίσω φρένο ελέγχεις ή προκαλείς το drift, στο Flat-Track απλώς το χρησιμοποιείς για να μειώσεις ταχύτητα όσο η μοτοσυκλέτα είναι όρθια ΠΡΙΝ τη στροφή, ΑΠΟΦΕΥΓΟΝΤΑΣ το μπλοκάρισμα του πίσω τροχού.

Ταυτόχρονα με το φρενάρισμα κατεβάζουμε ταχύτητες και αμέσως ΠΑΤΑΜΕ ΜΕ ΔΥΝΑΜΗ το αριστερό μας πόδι στο χώμα. Η μοτοσυκλέτα είναι ακόμα όρθια και παραμένει όρθια μέχρι το σημείο εισόδου. Στο σημείο εισόδου για την στροφή ΑΦΗΝΟΥΜΕ ΕΝΤΕΛΩΣ τον συμπλέκτη, ΑΚΡΙΒΩΣ την στιγμή που αρχίζουμε να πλαγιάζουμε τη μοτοσυκλέτα και έχουμε ΕΝΤΕΛΩΣ κλειστό το γκάζι. Ο πίσω τροχός θα αρχίσει την πλαγιολίσθηση. Το μεγαλύτερο μέρος του σωματικού μας βάρους στηρίζεται στο αριστερό μας πόδι, που γλιστράει σαν σκι πάνω στο χώμα χάρη στη μεταλλική σόλα. Ρυθμίζοντας την πίεση που βάζουμε στο αριστερό πόδι, ρυθμίζουμε και την κλίση της μοτοσυκλέτας. Μειώνοντας την πίεση στο πόδι η μοτοσυκλέτα ξαπλώνει περισσότερο και αυξάνοντας την πίεση στο πόδι η μοτοσυκλέτα σηκώνεται. Η ρύθμιση του πλαγιάσματος, ρυθμίζει ταυτόχρονα και το μέγεθος της πλαγιολίσθησης. Όσο πιο πολύ πλαγιάζουμε την μοτοσυκλέτα, τόσο πιο πολύ ανοίγει την γραμμή του ο πίσω τροχός. Όσο σηκώνουμε την μοτοσυκλέτα, τόσο μειώνεται και το ντριφτάρισμα. Επίσης, ρυθμίζοντας το ντριφτάρισμα, ρυθμίζουμε και την επιβράδυνση της μοτοσυκλέτας. Περισσότερο πλάγιασμα, περισσότερο ντριφτάρισμα και περισσότερη επιβάδυνση. Στόχος μας είναι στην κορυφή της στροφής η μοτοσυκλέτα να κοιτάει προς την έξοδο της στροφής. Μέχρι εκείνη την στιγμή ΔΕΝ ανοίγουμε το γκάζι.  

 

Έξοδος-επιτάχυνση

Αυτό το σημείο είναι το πιο δύσκολο και απαιτητικό σημείο στο Flat-Track και όχι η είσοδος με τις πάντες, που αν το κάνεις μια φορά μετά το επαναλαμβάνεις εύκολα. Το παραμικρό άνοιγμα του γκαζιού θα μεταφέρει βάρος στον πίσω τροχό και θα αποφορτίσει τον εμπρός.

Άρα δεν μπορείς να αλλάξεις κατεύθυνση από την στιγμή που θα ανοίξεις το γκάζι και η μοτοσυκλέτα θα ανοίξει τη γραμμή της και θα σηκωθεί. Αν το παρακάνεις με το γκάζι και γλιστρήσει πίσω, τότε το high-siding είναι πολύ κοντά. Θα πρέπει η μοτοσυκλέτα να είναι αρκετά όρθια για να αρχίσεις να ανοίγεις το γκάζι. Ειδικά αν θέλεις να κάνεις και γρήγορους χρόνους και όχι μόνο να διασκεδάσεις. Ξαναλέμε ότι τα ελαστικά αυτά δεν έχουν μεγάλα τακούνια, άρα η πρόσφυση του πίσω τροχού είναι ανάλογη με το πόσο βάρος τα πιέζει. Οπότε με όρθια τη μοτοσυκλέτα έχεις την μέγιστη δυνατή πρόσφυση. Ένα ακόμα μυστικό για γρήγορους χρόνους είναι να ανεβάσεις ταχύτητα νωρίς στην έξοδο της στροφής, αρκετά πριν πιάσεις κόφτη με την προηγούμενη σχέση.

 

Hot Tip

Ακούγεται δύσκολο για να το κάνεις από την αρχή, όμως το Flat-Track θέλει ΦΟΡΑ στην είσοδο της στροφής. Όσο περισσότερη φόρα έχεις, τόσο πιο εύκολο είναι να ελέγξεις την πορεία της μοτοσυκλέτας και τόσο πιο ήρεμα συμπεριφέρεται.

      

Σε επόμενο τεύχος του MOTO θα επεκταθούμε περισσότερο στην τεχνική της πλαγιολίσθησης! Όπως όμως βλέπετε και στις φωτογραφίες, με τις σωστές οδηγίες μπορείτε εύκολα να οδήγησετε εντυπωσιακά, διασκεδάζοντας!

Ετικέτες