Οδηγούμε Moto Guzzi V85TT 2019 [video]: Η ξεχωριστή πρόταση στα μεσαία On-Off

Πρώτες εντυπώσεις από την Σαρδηνία – teaser video
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

15/3/2019

Ο ενθουσιασμός πάνω σε μία Moto Guzzi είχε πάντοτε αρκετά συγκεκριμένη ερμηνεία. Μην το παρεξηγήσετε, το ίδιο ισχύει για όλους τους κατασκευαστές και μονάχα το εύρος αλλάζει από μάρκα σε μάρκα. Λίγες είναι οι μοτοσυκλέτες που αυτό το εννοείς ποικιλοτρόπως και λιγότερο συγκεκριμένα. Επιπρόσθετα έχει αντίστοιχη ευρύτητα ο όρος «ενθουσιώδης οδήγηση» στην σέλα μίας KTM με την καβάλα σε Moto Guzzi. Μπορεί δηλαδή να έχουν το ίδιο τονάζ, αλλά βρίσκονται σε διαφορετική πορεία πλεύσης.

Αυτά ήταν τα δεδομένα με τα οποία βρεθήκαμε στη σέλα του V85TT, πάνω από έναν εγκάρσια τοποθετημένο αερόψυκτο V, που αν και νέος δεν φτιάχτηκε με σκοπό να ξεφύγει από την προσωπικότητα της μητέρας Moto Guzzi, οπότε δεν πακετάρεις στις βαλίτσες σου άδεια μπουκάλια να τα γεμίσεις με απόσταγμα έκπληξης, να έχεις να θυμάσαι στην επιστροφή. Όλα αυτά τα στερεότυπα ωστόσο απλά γιγάντωσαν την έκπληξη από την ενθουσιώδη οδήγηση στους φιδωτούς δρόμους της νότιας Σαρδηνίας, με τον ίδιο τρόπο που μία καλά κλειστή χύτρα γιγαντώνει το αποτέλεσμα της εκρηκτικής ύλης. Ογδόντα ίπποι ονομαστικά για 208 κιλά συνολικού βάρους, πάντα κατά δήλωσή τους μέχρι το ΜΟΤΟ να την ζυγίσει, αλλά κάπου στο δρόμο χάσαμε μερικά δεκάκιλα και βρήκαμε ταυτόχρονα και μία αγέλη άγριων αλόγων, πολλαπλασιάζοντας όσα περιμένει κανείς να εισπράξει, κοιτώντας τα τεχνικά χαρακτηριστικά του V85TT...

Δείτε το trailer της δοκιμής: 

Ναι, για μία μεσαία on-off με κλασσική εμφάνιση, δίνοντάς σου την εντύπωση πως έχει δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στην εικόνα της, αντί για το στήσιμό της, το νέο V85TT είναι μία τρικολόρε σφαλιάρα που σου λέει με άμεσο τρόπο να σταματήσεις να κρίνεις τις μοτοσυκλέτες από φωτογραφίες βγάζοντας γρήγορα συμπεράσματα. Στους ίδιους δρόμους έχουμε οδηγήσει Caponord 1200, Multistrada Enduro, GS και τώρα το νέο Moto Guzzi που ούτε κατά διάνοια δεν υπολειπόταν σε ρυθμό, όπως βλέπετε στο teaser video αλλά και στις φωτογραφίες! Όλες οι μοτοσυκλέτες μπορούν να στρίψουν στο όριο πάνω σε έναν ιδανικό δρόμο, όμως το ζήτημα είναι να αγγίζεις το όριο αυτό χωρίς η καρδιά σου να δουλέψει διπλή βάρδια και να μπορείς να κρατήσεις έναν τέτοιο ρυθμό για το σύνολο της μεγάλης του αυτονομίας.

Στο μικροκαμωμένο V85TT η Moto Guzzi έχει τοποθετήσει ρεζερβουάρ 23 λίτρων που βρίσκεις μονάχα σε μοτοσυκλέτες με περισσότερο όγκο, όπως αντίστοιχα ισχύει και για τον άξονα στα κυβικά αυτά. Καλοζυγισμένη μοτοσυκλέτα με μπόλικες αφαιρετικές δόσεις «γκουτζίασης» όπως εκείνη που εισπράττεις από το Stelvio για παράδειγμα. Χρειάζεται αρκετή ανάλυση η πρόταση αυτή στο επόμενο τεύχος, αλλά ας μείνουμε επιφανειακά στην συμπεριφορά του άξονα και την λειτουργία του κιβωτίου. Η Guzzi εφαρμόζει στα δόντια εμπλοκής των γραναζιών για την πρώτη, μία σχετικά γνωστή δική της νέα πατέντα. Αντί να πολλαπλασιάσει τα δόντια εμπλοκής για πιο ομαλό κούμπωμα, όπως στο πλέον πρόσφατο παράδειγμα έπραξε η Honda με την σειρά CB500 - η Guzzi εφαρμόζει στα δόντια εμπλοκής μικρές γλίστρες και προσδίδει ακριβώς εκείνο το περιθώριο ελαστικότητας που θέλεις σε ένα κιβώτιο για καθημερινή χρήση. Από μία on-off Guzzi, περιμένεις στο κλείσιμο του γκαζιού να υπάρχει πολυφωνία, να σου μιλά μάγκικα ιταλικά το κιβώτιο, να κάνει γκριμάτσες ο άξονας, όπως αντίστοιχα στο άνοιγμα του γκαζιού σε επισκέπτεται το φαινόμενο της καμήλας. Αν θυμάστε από τις δοκιμές και τα συγκριτικά του Honda Crosstourer, τότε θα ξέρετε ακριβώς ποια είναι αυτή η καμήλα. Σε on-off με άξονα ήταν έως σχετικά πρόσφατα σύνηθες να σε επισκέπτεται το φαινόμενο, ωστόσο τα τελευταία χρόνια το έχουν εκμηδενίσει σχεδόν όλοι, λίγο ή πολύ. Το V85TT ευνοείται από την μικρή απόσταση από το έδαφος, όμως κάθε ρυθμός οδήγησης θέλει την δική του αναφορά και αρκετή ανάλυση. Για τους γρήγορους στην ανάγνωση κρατήστε την θετική αναφορά στην λειτουργία του άξονα.

Η Moto Guzzi είχε πολύ υψηλούς στόχους όταν σχεδίαζε την νέα της μεσαία On-off ξεκινώντας από τον κινητήρα πρώτα και χτίζοντας προς τα πάνω. Τα δύο αυτά στάδια έγιναν ξεχωριστά, πρώτα ήθελαν έναν κινητήρα που θα μπορεί να ανταποκριθεί σε περισσότερα μοντέλα, κι έπειτα έχτισαν επάνω του μία μοτοσυκλέτα που θα μπορούσε να βάλει την εταιρία στην κατηγορία που γνωρίζει αυξημένο ανταγωνισμό. Για να έχει και την παραμικρή ελπίδα, δεν θα έπρεπε να στηριχτεί μονάχα στην εμφάνιση…

Το V85TT βασίζεται στην κλασσική του εικόνα, η Moto Guzzi το ονομάζει “Classic Enduro” κι αυτό σημαίνει πως ήταν απαραίτητο να συνοδεύεται από συγκεκριμένα στοιχεία στην εμφάνισή του, όπως ο διπλός στρόγγυλος προβολέας και το φτερό, όλα τους όμως προσαρμοσμένα στις επιταγές της εποχής. LED παντού και φώτα ημέρας που αποτελούν σχεδιάγραμμα του αετού στο εμβληματικό λογότυπο της Moto Guzzi κόβοντας στην μέση, τους ολότελα παραδοσιακούς και στρόγγυλους προβολείς. Δεν θα αρέσει σε όλους, δεν μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο άλλωστε, όμως ήδη στις Διεθνείς Εκθέσεις που εμφανίστηκε, και το είδαμε από κοντά με τα μάτια μας, φάνηκε πως προσελκύει πολλούς για μία σειρά από λόγους. Κυρίαρχος είναι το γεγονός πως το μοτοσυκλετιστικό κοινό είναι το πλέον συντηρητικό, οι ίδιοι άνθρωποι που καλοβλέπουν ένα μοντέρνο τετράροδο θέλουν η μοτοσυκλέτα τους να έχει κλασσική γραμμή ή πιο απλά να μην σε παραξενεύει κοιτώντας την, να μην είναι τόσο μοντέρνα που να ξεχωρίζει. Το V85TT ασπάζεται ακριβώς αυτό το σκεπτικό, ποντάροντας στην πλειοψηφία. Το βλέπεις και παίρνεις την αίσθηση πως είναι μία μασίφ μοτοσυκλέτα γεμάτη σίδερο.

Η Moto Guzzi έκανε εδώ κάτι έξυπνο, εμφάνισε και τόνισε τα μεταλλικά της τμήματα και δεν μιλάμε για τον χαρακτηριστικό κινητήρα, που έτσι κι αλλιώς ξεχωρίζει. Ιδιαίτερα στον κιντρινοάσπρο χρωματισμό με το βαμμένο κόκκινο πλαίσιο, και το εμπρός και πίσω υποπλαίσιο, χορταίνεις μέταλλο, όμως το μυστικό είναι αλλού. Τα βαμμένα με πέρλα και με ποιοτική βαφή πλαστικά, μιλούν στο υποσυνείδητό σου και σε κάνουν να πιστεύεις πως αντικρύζεις μία ολότελα μεταλλική μοτοσυκλέτα.

Τα έγχρωμα όργανα ακολουθούν κατά πόδας τον ανταγωνισμό. Στον πρόσθετο εξοπλισμό τους, συνδέονται με κινητό τηλέφωνο για το οποίο υπάρχει θήκη, καθώς και ακουστικά, επιτρέποντας στον αναβάτη να βλέπει ποιος τον καλεί και να ελέγχει κλήσεις και μουσική από τα χειριστήρια της μοτοσυκλέτας. Με την χρήση της εφαρμογής μπορείς να έχεις και ενδείξεις κατεύθυνσης, όχι δηλαδή λεπτομερή χάρτη, αλλά να εισάγεις προορισμός και να βλέπεις τις οδηγίες για τις διασταυρώσεις στην οθόνη. Ο χάρτης αυτός βέβαια χρησιμοποιεί δεδομένα της “here” πράγμα που σημαίνει πως δεν υπάρχει η λεπτομέρεια των Google Maps, ούτε και η ενημέρωση για την κίνηση. Πληροφοριακά, η μόνη μέχρι στιγμής εταιρία που έχει απευθείας συνεργαστεί με την Google για την χρήση των χαρτών, είναι η Triumph για το νέο της Scrambler 1200. Σε κάθε περίπτωση η οθόνη είναι ευανάγνωστη ενώ επίσης παραδοσιακά για το Group Piaggio που στεγάζει και την αδελφή Aprilia, οι αλλαγές ανάμεσα στις τρεις χαρτογραφήσεις που επηρεάζουν την απόκριση και όχι την ιπποδύναμη, γίνονται με το κουμπί της μίζας ενώ βρίσκεσαι σε κίνηση.

Το V85TT είναι μία διαφορετική πρόταση σε μία κατηγορία που ολοένα και πληθαίνει σε συμμετοχές. Στο επόμενο τεύχος εξηγούμε με ακρίβεια τα καλά του σημεία, τι έχει κάνει η Moto Guzzi στον κινητήρα και πού θα μπορούσε να γίνει καλύτερο για κάθε τύπο αναβάτη και επίπεδο χρήσης. Φτιαγμένο για να φέρει την Moto Guzzi σε μία ανταγωνιστική κατηγορία, το V85TT αξίζει ιδιαίτερη προσοχή καθώς συγκεντρώνει στοιχεία φτιάχνοντας έναν συνδυασμό που είναι μοναδικός και δεν υπάρχει αντίστοιχος!

 

 
 
Κινητήρας
Εγκάρσιος 90° V με δύο βαλβίδες σε κάθε κύλινδρο – οι εισαγωγής είναι τιτανίου
Ψύξη
Αερόψυκτο
Χωρητικότητα
853 cc
Διάμετρος x Διαδρομή
84 x 77 mm
Συμπίεση
10.5: 1
Ιπποδύναμη
80 HP (59 kW) / 7,750 rpm
Ροπή
80 Nm / 5,000 rpm
Τροφοδοσία
Ηλεκτρονικά ρυθμιζόμενο ψεκασμός με σώμα 52mm και ηλεκτρονική οδήγηση γκαζιέρας
 
 
Ρεζερβουάρ / Ρεζέρβα(l)
23 / 5
Προδιαγραφές
Euro 4
 
Μετάδοση
 
Συμπλέκτης
Ξηρός μονόδισκος
Σχέσεις
1st 16/39 = 1: 2.437
 
2nd 18/32 = 1: 1.778
 
3rd 21/28 = 1: 1.333
 
4th 24/26 = 1: 1.083
 
5th 25/24 = 1: 0.960
 
6th 27/24 = 1: 0.889
Πλαίσιο
Ατσάλινο σωληνωτό με τον κινητήρα ενεργό μέρος
Ανάρτηση Εμπρός
Ανεστραμμένο τηλεσκοπικό πιρούνι με ρυθμίσεις προφόρτισης και υδραυλική επαναφορά
Διάμετρος / Διαδρομή
41 / 170 mm
Ανάρτηση Πίσω
Αλουμινένιο ψαλίδι με ένα αμορτισέρ που ρυθμίζεται στην προφόρτιση
Διαδρομή πίσω
170 mm
Εμπρός Φρένο
Δύο ατσάλινοι πλευστοί δίσκοι 320 mm με ακτινικές τετραπίστονες δαγκάνες της  Brembo
Πίσω Φρένο
Ένας ατσάλινος δίσκος 260 mm με πλευστή διπίστονη δαγκάνα
Εμπρός Τροχός
2.50” x 19” (110/80 - R19”)
Πίσω τροχός
4.25” x 17” (50/70 - R17”)

 

Ετικέτες

Διπλή Δοκιμή Kawasaki ZX-6R 636 2019 Jerez & Castelloli ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ

Γι΄αυτό αγαπάμε τα 600
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

5/4/2019

Φορτώσαμε πλούσια εμπειρία οδηγώντας το νέο Kawasaki Ninja 636 και εξαιτίας αυτής της η πρώτη προσέγγιση είναι απαραίτητα φιλοσοφική: Από τη στιγμή που μπήκαν τα ηλεκτρονικά στη μοτοσυκλετιστική ζωή μας, άλλαξαν πολλά. Κυρίως άλλαξε το δόγμα πως οι μεγάλου κυβισμού μοτοσυκλέτες είναι για έμπειρους αναβάτες και οι μικρότερου κυβισμού είναι κατάλληλες για τους πιο άπειρους.

Κάτι τέτοιο δεν ισχύει πια. Η τεχνολογία που έχουν οι μεγάλες μοτοσυκλέτες τις κάνουν πολύ πιο ασφαλείς και εύκολες σε όλες τις συνθήκες. Αντιθέτως οι μικρού κυβισμού μοτοσυκλέτες, λόγω της ανάγκης για περιορισμό του κόστους κατασκευής και της τιμής πώλησης, έχουν λιγότερα και υποδεέστερης απόδοσης ηλεκτρονικά βοηθήματα ενεργητικής ασφάλειας, χειρότερες αναρτήσεις, χειρότερα φρένα και φτηνότερα υλικά, με αποτέλεσμα να έχουν σχεδόν το ίδιο βάρος με τις μεγάλες. Έτσι το μόνο που αλλάζει είναι οι επιδόσεις -κυρίως- στην ευθεία, όμως και πάλι τα περισσότερα άλογα και η μεγαλύτερη ροπή είναι πλεονέκτημα για έναν άπειρο αναβάτη, γιατί μπορεί να κερδίσει εύκολα και με ασφάλεια χρόνο στην ευθεία, αντί να προσπαθεί να πάει γρήγορα στις στροφές, αυξάνοντας τις πιθανότητες να φέρει στο όριο της πρόσφυσης τα ελαστικά του.

τέρμα γκάζι στις εξόδους...

Συναντήσαμε το νέο Kawasaki 636 σε δύο διαφορετικές φάσεις με μικρή χρονική απόσταση μεταξύ τους, όπως και χιλιομετρική, σε ξεχωριστές πίστες με διαφορετικά ελαστικά. Αυτό μετέτρεψε την προσέγγισή μας απέναντί του σε μία μεγάλη βεντάλια, καθώς φορτώσαμε μπόλικη εμπειρία σε περιβάλλον πίστας. Το οδηγήσαμε στην τεχνική, κλειστή για το ευρύ κοινό πίστα του Castelloli στην Βαρκελώνη με τα νέα Dunlop Sportsmart mk3 και έπειτα στην εξόχως μοτοσυκλετιστική πίστα της Jerez με Bridgestone S22.

Η εμπειρία μας από την παρουσίαση των νέων ελαστικών S22 της Bridgestone στην πίστα της Jerez, όπου οδηγήσαμε το ZX-10R και το ZX-6R 636 μαζί, είναι μια καλή απόδειξη για όλα όσα λέγαμε παραπάνω στην αρχή. Εδώ να πούμε πως η πίστα της Jerez έχει μοτοσυκλετάδικη χάραξη, με παρατεταμένες στροφές και μόλις μία μεγάλη ευθεία. Καμία σχέση δηλαδή με τις περισσότερες καινούριες πίστες, που έχουν σχεδιαστεί για αγώνες αυτοκινήτων και έχουν πολλές ευθείες και κλειστές στροφές για να μπορούν τα αυτοκίνητα να κάνουν προσπεράσεις στα φρένα. Ξεκινώντας με την μεγάλη ZX-10R ήταν εύκολο να κάνουμε προσπεράσεις στους πιο αργούς αναβάτες στις μικρές ευθείες της Jerez και με την βοήθεια των ηλεκτρονικών, να κρατήσουμε υπό έλεγχο τα 200 άλογα μέσα στις στροφές. Ειδικά με αυτά τα λάστιχα που έχουν σχεδιαστεί κυρίως για χρήση στο δρόμο και ζεσταίνονται αμέσως, πρέπει να αποφεύγεις να ανοίγεις τέρμα το γκάζι με τη μοτοσυκλέτα υπερβολικά πλαγιασμένη, ώστε να μην τα υπερθερμάνεις. Τα μεγάλα superbike των 1000 κυβικών είναι τέλεια για να γράφεις γρήγορα γυρολόγια, πλαγιάζοντας όσο λιγότερο γίνεται στις στροφές.

Δεν χρειάζεται να ρισκάρεις με πρόωρα χουφτώματα του γκαζιού μέσα στη στροφή. Όμως ακόμα κι αν το κάνεις, τα εξελιγμένα traction control που παίρνουν εντολές από την IMU θα μεταφέρουν ομαλά τη δύναμη, ρυθμίζοντας την τροφοδοσία του ψεκασμού ride by wire.

Πρόσθεσε τώρα τα quick shifter Up/Down, τα wheelie control, το ρυθμιζόμενο φρένο κινητήρα και το επίσης ρυθμιζόμενο cornering ABS και θα καταλάβεις γιατί τα καινούρια superbike είναι ταχύτερα και ασφαλέστερα για έναν αναβάτη με μικρή εμπειρία από οδήγηση σε πίστα.

Αν ακόμα δεν έχεις πειστεί, τότε κατέβα από τη σέλα του ZX-10R και αμέσως μετά ανέβα στου ZX-6R 636. Το αναβαθμισμένο για το 2019 supersport μοντέλο της Kawasaki έχει στα χαρτιά περίπου τα ίδια ηλεκτρονικά με τη μεγάλη της αδερφή. Έχει ρυθμιζόμενο Traction Control, έχει ABS φυσικά και έχει και Quick Shifter. Η διαφορά είναι στη λέξη “περίπου”. Το quick-shifter είναι μόνο για τα ανεβάσματα, κόβοντας απλώς το ρεύμα χωρίς να επεμβαίνει στον ψεκασμό. Το ABS δεν είναι cornering και οι δαγκάνες είναι Nissin και όχι monoblock M50 της Brembo. Φυσικά η κεντρική μονάδα δεν έχει αισθητήρες G-Force όπως η IMU της ZX-10R, οπότε το traction control επεμβαίνει βάσει του εγκατεστημένου λογισμικού και δεν παίρνει real-time δεδομένα. Ουσιαστικά έχει τα ηλεκτρονικά που είχε η ZX-10R το 2010.

Βγάλε τώρα 50 άλογα από τον κινητήρα και μάλλον θα έχεις καταλάβει γιατί με το ZX-6R θα πρέπει να προσπαθήσεις περισσότερο για να πας γρήγορα στην πίστα.

Όταν όμως το κάνεις, τότε θα θυμηθείς γιατί γουστάρεις να οδηγάς τα supersport 600.

Γουστάρεις να τα οδηγάς γιατί… πραγματικά τα οδηγάς ΕΣΥ και δεν είσαι ΕΠΙΒΑΤΗΣ όπως με τα 1000. Τα στύβεις, τους πίνεις το αίμα, ορμάς στις εισόδους των στροφών και ελέγχεις την πορεία σου μέσα στη στροφή με το γκάζι. Στις ευθείες δεν κρατιέσαι απλώς από το τιμόνι προσπαθώντας να μείνεις πάνω στη σέλα όπως κάνεις με τα 1000. Με το ZX-6R σκύβεις, ψάχνεις για την μικρότερη δυνατή αεροδυναμική αντίσταση και κοιτάς το στροφόμετρο για να ανεβάσεις ταχύτητα την σωστή στιγμή.

Φρενάρεις όσο πιο αργά μπορείς και στα κατεβάσματα ρυθμίζεις με το γκάζι τις στροφές του κινητήρα ελέγχοντας το ντριφτ του πίσω τροχού που ελαφρώνει. Αν φρενάρεις παραπάνω απ’ όσο πρέπει ή κατεβάσεις μία λιγότερη ή μία περισσότερη ταχύτητα θα κολλήσεις μέσα στη στροφή. Ο κινητήρας έχει δύναμη από τις 8.000 στροφές και πάνω. Αυτόν τον αριθμό ακριβώς θα πρέπει να δείχνει η βελόνα του στροφόμετρου όταν μπαίνεις στη στροφή. Με λιγότερες στροφές δεν θα μπορέσεις να βγεις δυνατά στην έξοδο.

Μόλις όμως τα κάνεις σωστά όλα αυτά, το ZX-6R θα σου δώσει τέτοια ικανοποίηση και χαρά, που κανένα μεγάλο Superbike 1000 δεν μπορεί να κάνει. Λυσσάς, ιδρώνεις και γουστάρεις. Διαλέγεις γραμμές, σκέφτεσαι την επόμενη κίνηση, καταστρώνεις σχέδια δράσης για να προσπεράσεις. Νοιώθεις αυτή τη μοναδική ικανοποίηση πως εσύ ελέγχεις πλήρως την κατάσταση. Ο κινητήρας ουρλιάζει στον κόφτη διαρκώς, του πίνεις το αίμα!

Για να μην παρεξηγηθούμε όμως, να είμαστε σαφείς: Το ZX-6R γυρνούσε διαολεμένα γρήγορα στην πίστα της Jerez. Είναι πραγματικά πολύ γρήγορη μοτοσυκλέτα και μόνο στην πίσω μεγάλη ευθεία τα superbike είχαν πιθανότητες να το προσπεράσουν. Αν δεν σε έφταναν εκεί, τότε τους χαιρετούσες και δεν σε ξαναέβλεπαν μπροστά τους. Κι όσο περνούσαν οι γύροι, τόσο αυξανόταν η διαφορά, καθώς με τα 1000 μόνο οι πολύ γυμνασμένοι μπορούσαν να κρατήσουν σταθερό γυρολόγιο. Όλα αυτά ως εδώ εμπίπτουν στην πλειοψηφία των αναβατών. Το πρόβλημα με εμάς -τους Έλληνες- είναι πως όλοι μας θεωρούμε τον εαυτό μας εκτός πλειοψηφίας. Ένας αγωνιζόμενος θα έκανε ελικοπτεράκι το 600άρι βουτώντας με το 1000άρι παντού και πάντα με ορμή και αίμα στα μάτια. Ακόμη και στους αγωνιζόμενους βέβαια, αυτοί είναι ελάχιστοι, ας μην μείνουμε λοιπόν σε όσα ισχύουν για τους ελάχιστους! Όσα λέμε ισχύουν για γρήγορους αναβάτες στην πίστα, και είναι ήδη μειοψηφικό το πακέτο αυτό. Με το ZX-6R δεν χρειάζεσαι μπράτσα, αλλά εμπειρία, πάθος και μυαλό. Γι΄αυτό και είναι μια μοτοσυκλέτα που θα ευχαριστηθούν περισσότερο οι αναβάτες μεγαλύτερης ηλικίας. Όσοι δηλαδή έχουν χορτάσει από το ωμό γκάζι των superbike και ζητούν την απόλαυση της οδήγησης στην πίστα. Όταν απολαμβάνεις την οδήγηση του ZX-6R, ενώ μόλις πριν λίγα λεπτά έχεις οδηγήσει την αφρόκρεμα των superbike του 2019 σε μια από τις καλύτερες πίστες των MotoGP, νομίζουμε πως αυτό αποτελεί το μεγαλύτερο κομπλιμέντο που μπορείς να κάνεις για ένα supersport 600 σήμερα.

Στην ολότελα τεχνική, κρυμμένη και σκονισμένη πίστα στο Castelloli της Βαρκελώνης, οι συσχετισμοί ήταν διαφορετικοί, κι αυτό γιατί το 636 ήταν το γρηγορότερο που υπήρχε εκεί! Να δημιουργήσουμε καταρχήν την εικόνα, γιατί έτσι πολλά πράγματα θα είναι πολύ πιο ξεκάθαρα. Η πίστα αυτή έχει φτιαχτεί εξ αρχής ως πεδίο δοκιμών για τις εταιρίες αυτοκινήτων και μοτοσυκλετών και όχι για αγώνες. Μπορεί να γίνονται track days, μπορεί να διοργανώνονται και κάποιοι γύροι τοπικών πρωταθλημάτων –η Ισπανία είναι παράδεισος του μηχανοκίνητου αθλητισμού- αλλά ο σκοπός της δημιουργίας της ήταν να γίνει ένα πεδίο δοκιμών και το έχει καταφέρει απόλυτα, αποτελώντας μία εξαιρετικά επικερδή επιχείρηση. Αυτό είναι κι ένα έμμεσο μήνυμα σε όποιον ονειρεύεται πίστες F1 και λοιπά στην Ελλάδα. Η Ισπανία έχει καμιά 60αριά πίστες και «πιστούλες» όχι μία για όλες τις δουλειές. Στην συγκεκριμένη, που έχει χωθεί μέσα στις κορυφές και διαθέτει και γέφυρα περνώντας πάνω από τον εαυτό της, έχουν τοποθετήσει ένα εξελιγμένο σύστημα κεραιών με την τηλεμετρία να μην χάνεται ούτε σε ένα χιλιοστό της πίστας με την εντονότατη μορφολογία εδάφους και ταυτόχρονα ένα απίστευτα ταχύ δίκτυο που υποστηρίζεται και με δορυφορική σύνδεση. Έτσι, όταν η BMW κλείνει μερικές εβδομάδες δοκιμών τον χρόνο στην πίστα πληρώνοντας ένα σεβαστό ποσό σε ετήσια βάση, επωφελείται από το πρόσθετο γεγονός πως τα δεδομένα φτάνουν σε πραγματικό χρόνο απευθείας στην Γερμανία. Μάλιστα, τόσο απλά και φοβερά.

Στην πίστα αυτή η Dunlop παρουσίασε το νέο Sportsmart MK3 σε μία γενναία απόφαση καθώς αυτή την εποχή δεν μαστίζεται από σκόνη και γύρη από το παρακείμενο δάσος. Γύρη σε ποσότητες που την σηκώνεις με το φτυάρι όμως, ένα πρόβλημα τόσο σοβαρό που είχαν τοποθετήσει πριν τις πινακίδες για τα φρένα, μεγάλα μπλοκ από ντυμένες σε πανί αχυρόμπαλες για να καταφέρουν να κρατήσουν την σκόνη μακριά. Έτσι και πατούσες εκτός γραμμής φλερτάριζες με το γλίστρημα, ενώ και η γραμμή δεν ήταν κάτι σταθερό και απόλυτο στην διάρκεια των γύρων. Να προσθέσουμε τώρα τα έντονα σαμαράκια στην είσοδο, και με το επίθετο «έντονα» εννοούμε πως εξαιτίας τους οδηγούσαν μέχρι και σε αύξηση πίεσης 0,6bar στα ελαστικά, που είναι σημαντικό νούμερο για τέτοια επίδραση, αλλά θα τα εξηγήσουμε αυτά στην δοκιμή των ελαστικών.

Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, ιδανικό για άμεσα συμπεράσματα σε ελαστικά και σπαστικό αν δοκιμάζεις μοτοσυκλέτες, το 636 κατάφερε να είναι ένα εξαιρετικό παιχνίδι που σου επέτρεπε να διασκεδάσεις μαζί του και να αισθανθείς τεράστια εμπιστοσύνη αψηφώντας σκόνες, σαμαράκια κι άλλους δημοσιογράφους που έφευγαν ευθεία, μιας κι αυτό συνέβη μερικές φορές. Μελλοντικά στο τεύχος θα αναλύσουμε πλήρως τι συμβαίνει με αναρτήσεις, κυρίως την πίσω που θέλει περισσότερο ψάξιμο, κι ας μείνουμε τώρα στο πόσο φιλική είναι αυτή η μοτοσυκλέτα μόλις φεύγεις από τον παράδεισο της Jerez και μπαίνεις μαζί της σε καταστάσεις που θυμίζουν περισσότερο την χώρα μας. Σαμαράκια και σκόνες, πάνω στις οποίες το εμπρός φρένο αρχίζει και χάνει στα μάτια σου –και στο χέρι σου- αλλά όχι σε σημείο που να γίνεται πρόβλημα. Η θέση οδήγησης παραμένει καλά μελετημένη και εδώ στις νέες συνθήκες, ενώ βολεύεσαι είτε είσαι Pedrosa, είτε Rossi –για το ύψος πάντα μιλάμε, κάθε άλλος συσχετισμός ανήκει στα πλαίσια νοσηρής φαντασίας.

Η απόκριση του γκαζιού είναι άμεση και η γκαζιέρα δουλεύει σωστά και προοδευτικά, ενώ το σαφές κιβώτιο δεν σου κάνει την χάρη στα κατεβάσματα, ακόμη κι αν προσπαθήσεις να του κάνεις «μπλιπ» όπως λένε χαρακτηριστικά οι Αμερικανοί που χαίρονται καιρό την νέα αυτή έκδοση του 636 που στην χώρα τους πήγε πριν από την Ευρώπη. Με λίγο γκάζι και παίξιμο στην γκαζιέρα και πάλι τα κατεβάσματα –καρφωτά- είναι ένα ζήτημα, ενώ το quick shifter είναι «απλώς ΟΚ» στα ανεβάσματα για χρήση σε track days κτλ, όχι σε κάτι περισσότερο από αυτό.

Το κυνήγι που έριχνες παλιότερα στα 600άρια για να πας γρήγορα, απαιτώντας την διατήρηση της ορμής και της έντονης σωματικής καταπόνησης, όπως εξηγούμε παραπάνω, έχουν έρθει τα ηλεκτρονικά να το αλλάξουν. Τώρα μπορείς να στρίψεις αδιανόητα γρήγορα με τα 1000άρια και αν δεν είσαι εξαιρετικά γυμνασμένος δεν τα εκμεταλλεύεσαι και στο έπακρο. Με το 636 κυριαρχείς στο παιχνίδι, γιατί η οδήγηση στην πίστα πρέπει να είναι στο τέλος της ημέρας ένα παιχνίδι, ούτε να αισθάνεσαι πως έχεις ριψοκινδυνέψει, ούτε να σε έχει κουράσει η υπερβολή.

Θα επανέλθουμε με αναλυτική, επί μέρους, ανάλυση του 636!

 

Ετικέτες