Yamaha YZF-R9: Ο αντικαταστάτης του YZF-R6 στην WSSP κατηγορία στα Motul WSBK
Το νέο μοντέλο αναμένεται να αντικαταστήσει το τετρακύλινδρο εν σειρά supersport της Iwata, ίσως ακόμα και από το 2025
Από τον
Αλέξανδρο Λαμπράκη
31/1/2024
Όπως φαίνεται το XSR 900 GP ήταν μόνο η αρχή, με την Yamaha να συνεχίζει την αλλαγή πορείας στην νέα εποχή της supersport κατηγορίας, φέρνοντας στο σκληρό πεδίο των αγώνων το νέο YZF-R9, που θα βασίζεται στον γνωστό μας τρικύλινδρο CP3 κινητήρα των 890 κυβικών.
Πληροφορίες που έχουν ήδη διαρρεύσει από το ιαπωνικό εργοστάσιο, θέλουν το νέο YZF-R9 που αναμένεται να βγει στην παραγωγή να έχει αεροδυναμικά βοηθήματα, ενώ θα έρχεται σε δύο εκδόσεις βασική και SP, στα πρότυπα του γυμνού MT-09. Οι δύο αυτές υποθέσεις, αποκτούν ακόμη μεγαλύτερη βάση, μετά την επιβεβαίωση από τον Kervin Bos, Team Manager στην Ten Kate Racing, της ομάδας που έχει καταφέρει να κερδίσει τον τίτλο WSSP το 2021 και το 2022 με τον Dominique Aegerter και την Yamaha YZF-R6, ότι το YZF-R9 έρχεται να αντικαταστήσει στους αγώνες το YZF-R6.
Σύμφωνα με τις δηλώσεις του ίδιου λοιπόν, τα box που έχουν μοτοσυκλέτα της Iwata στην WSSP κατηγορία των Motul WSBK, γνωρίζουν ήδη ότι ο αντικαταστάτης του τετρακύλινδρου supersport, που θα ακούει στο όνομα YZF-R9 βρίσκεται προ των πυλών, με την έλευσή του να είναι πιθανή ακόμα και από το 2025. Μάλιστα, αν και για την ώρα δεν υπάρχουν περισσότερες πληροφορίες, ως προς το πώς ακριβώς θα είναι το εν λόγω μοντέλο, ο Bos γνωρίζει ότι η Yamaha έχει προχωρήσει με την εξέλιξή του σε μεγάλο βαθμό.
Στο πεδίο των αγώνων τα αεροδυναμικά βοηθήματα παίζουν πιο ενεργό ρόλο συγκριτικά με την καθημερινότητα όπου η βασική τους δουλειά είναι να ενισχύουν την σταθερότητα. Εντός πίστας κάθε τι που μπορεί να συνεισφέρει στο να κοπούν μερικά δέκατα του δευτερολέπτου σε κάθε γύρο, μπορεί να οδηγήσει ακόμη και την νίκη. Το πιο λογικό είναι να υπάρχουν δύο εκδόσεις, όπως έχουμε δει να συμβαίνει και στα superbike, όπου μία ακριβότερη περιορισμένης παραγωγής αναλαμβάνει να σηκώσει το βάρος της ομολογκασιόν για να πάρει το εργοστάσιο έγκριση τύπου και να αγωνιστεί την ερχόμενη σεζόν. Ο χρόνος θα δείξει πώς θα κινηθεί η Yamaha, όμως κρίνοντας από τις αλλαγές που είδαμε για το 2024 μεταξύ της βασική έκδοσης του MT-09 και της SP, αναμένουμε αντίστοιχες κινήσεις και για το νέο YZF-R9, με την SP να έχει αναβαθμισμένα περιφερειακά, κυρίως σε αναρτήσεις και φρένα και να είναι περισσότερο προσανατολισμένη για οδήγηση σε πίστα.
Αυτή την στιγμή, το μοναδικό νέο supersport μοντέλο της γκάμας της Yamaha, το οποίο έχει ως στόχο την οδήγηση στην πίστα είναι το YZF-R7. Αυτό είναι και το μόνο από όσα μοντέλα χρησιμοποιούν τον δικύλινδρο εν σειρά CP2 κινητήρα της Yamaha, που εφοδιάζεται με μονόδρομο και υποβοηθούμενο συμπλέκτη, ενισχυμένο πλαίσιο και αναβαθμισμένα φρένα, δείχνοντας τις βλέψεις της Yamaha. Το YZF-R7 έχει σχεδιαστεί με γνώμονα τα εθνικά πρωταθλήματα για χώρες που γνωρίζουν τεράστια άνθηση στον μηχανοκίνητο αθλητισμό, με μόνο σκοπό να μειώσει το τεράστιο κόστος που απαιτούν οι αγώνες ταχύτητας, καθιστώντας πιο εύκολη την συμμετοχή των αναβατών σε όσο το δυνατόν περισσότερες πίστες και γύρους γίνεται.
Η απόδοση, ωστόσο, του δικύλινδρου crossplane κινητήρα των 689 κυβικών και 73,4 ονομαστικών ίππων στις 8.750 στροφές δεν θα μπορούσαν να σταθούν απέναντι στον ανταγωνισμό της WSSP κατηγορίας, καθώς εκεί δεν μιλάμε για ενιαίο πρωτάθλημα, όπως είναι για παράδειγμα τα διάφορα εθνικά R3 Cup. Από την άλλη, το YZF-R6 έχει πάρα πολλά χρόνια να δεχθεί μία γενναία αναβάθμιση στα μηχανικά του μέρη, με αποτέλεσμα να έχει μείνει αρκετά πίσω. Σε αυτό βοήθησε και η βύθιση των τετρακύλινδρων supersport που ήρθε από τότε που η χρηματοοικονομική κρίση έκανε την εμφάνισή της. Ενδεικτικό του πόσο χαμηλά είχε πέσει η ζήτηση για τέτοιου είδους μοτοσυκλέτες είναι ότι η Yamaha αποφάσισε από το 2020 να βγάζει το YZF-R6 μόνο στην έκδοση RACE, αποφεύγοντας να μπει στην κοστοβόρα διαδικασία έγκρισης τύπου για τις αυστηρές Euro 5 προδιαγραφές.
Το YZF-R9 μπορεί να αποτελέσει την χρυσή τομή μεταξύ των δύο κόσμων, καλύπτοντας ταυτόχρονα και το κενό που υπάρχει, καθώς μόνο το MT-09 από την “σκοτεινή οικογένεια” της Iwata δεν έχει κάποιο αντίστοιχο μοντέλο με φαίρινγκ και κλιπ-ον (το XSR 900 GP, ανήκει στην νεορετρό οικογένεια). Η απόδοση του τρικύλινδρου κινητήρα φτάνει τους 117,3 ίππους, η οποία αναμφίβολα θα μπορεί να αυξηθεί ακόμα περισσότερο με την χρήση του αγωνιστικού κιτ. Οι αλλαγές που περιμένουμε να δούμε είναι παρόμοιες με αυτές του YZF-R7. Αυτό σημαίνει ότι πιθανότατα το νέο μοντέλο θα έχει ενισχυμένο πλαίσιο – ίσως με ελαφρώς διαφορετικά γεωμετρικά χαρακτηριστικά – και αναβαθμισμένα φρένα, για οδήγηση στην πίστα. Ακόμη, η χρήση clip-on είναι πιθανό να αλλάξει την γωνία κάστερ και το ίχνος της νέας μοτοσυκλέτας, ενώ δεν αποκλείεται να δούμε αλλαγές σε υποπλαίσιο αλλά και ψαλίδι.
Προκειμένου να λάβει το δικαίωμα να αγωνιστεί στην WSSP κατηγορία, το YZF-R9 θα πρέπει να λάβει έγκριση τύπου, η οποία θα πρέπει να ισχύει και για το αγωνιστικό κιτ. Επομένως, στην περίπτωση που η Yamaha θέλει να φέρει στους αγώνες το νέο μοντέλο το 2025, αυτό σημαίνει ότι η παρουσίασή του αναμένεται μέσα στο 2024, προκειμένου να ολοκληρωθεί η απαραίτητη γραφειοκρατία και να πάρει την έγκριση τύπου για να το δούμε στις πίστες του Πρωταθλήματος Motul WSBK.
Motul WSBK – Έφτασε τους 950 αγώνες στο ιστορικό Assen: Ευκαιρία για μια ιστορική αναδρομή
Το πρωτάθλημα Motul WSBK μετρά ήδη 36 χρόνια ιστορίας
Από τον
Αλέξανδρο Λαμπράκη
23/4/2024
Ο δεύτερος αγώνας στην θρυλική πίστα TT του Assen, σήμανε ταυτόχρονα και τον 950ο για το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα SBK, που από το μακρινό 1988 γράφει ιστορία, προσφέροντας θέαμα με μάχες σώμα με σώμα, ενώ ταυτόχρονα βελτιώνει το είδος, δίνοντας μας σήμερα την ευκαιρία να αποκτήσουμε μία μοτοσυκλέτα πολύ κοντά σε αυτές που βλέπουμε στις οθόνες μας.
Η αρχή έγινε 36 ολόκληρα χρόνια πριν, το 1988, όταν για πρώτη φορά έκανε την εμφάνισή του το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα SBK. Η φιλοσοφία πίσω από την ίδρυσή του ήταν εντελώς διαφορετική από αυτή των GP, όπου έτρεχαν πρωτότυπες μοτοσυκλέτες με στόχο την εξέλιξη μέσα από τους αγώνες - και τις οποίες δεν μπορούσες να αγοράσεις. Τα Motul WSBK ήταν το αντίθετο, μοτοσυκλέτες παραγωγής, οι οποίες βέβαια σταδιακά ολοένα και δέχονταν περισσότερες και μεγάλης έκτασης τροποποιήσεις για να αγωνιστούν στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα. Με το ίδιο μοτίβο συνεχίζει να πορεύεται, γι’ αυτό και βλέπουμε τους κατασκευαστές που συμμετέχουν στα Motul WSBK να εμφανίζουν εξωτικές, πανάκριβες, πανίσχυρες και περιορισμένης παραγωγής εκδόσεις, όπως για παράδειγμα οι Ducati Panigale V4R και M 1000 RR των 240 ίππων και 51.000€ και 212 ίππων και 34.900€, αντίστοιχα.
Αρχικά, το πρόγραμμα περιλάμβανε 2 αγώνες σε κάθε γύρο, από το 2019 και μετά ήρθε να προστεθεί ένας ακόμα 10 γύρων, ο οποίος ονομάζεται Superpole. Από το 1990 και μετά, το πρωτάθλημα μεγάλωσε, με την κατηγορία WSSP να προστίθεται στην κατηγορία, με στόχο να συμπεριληφθούν στο Πρωτάθλημα και οι μικρότερου κυβισμού μοτοσυκλέτες. Ως υποστηρικτικές κατηγορίες υπήρξαν επίσης και η κατηγορία European Superstock 1000, που λίγα χρόνια αργότερα ακολούθησε η European Superstock 600. Η τελευταία σταμάτησε το 2015, ενώ από το 2017 έχει ενσωματωθεί στην πιο νέα προσθήκη, την WSSP 300. Το 2018, ήρθε και το τέλος της μεγαλύτερης Superstock 1000.
Πρώτος νικητής του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος SBK ήταν ο Fred Merkel με την αγωνιστική έκδοση του VFR750F της Honda, την ιστορική RC30. Το 1989 ο Αμερικανός επανέλαβε για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά τον άθλο του. Το 1990 είχε έρθει η ώρα της αλλαγής των σκήπτρων, με τον Raymond Roche και την Ducati 851 να γίνεται ο δεύτερος κατά σειρά αναβάτης που παίρνει τον Παγκόσμιο τίτλο SBK στο σπίτι του.
Το 1991 και 1992 η Ducati συνέχισε να βρίσκεται στην μοναχική θέση της κορυφής με τον Doug Polen στην σέλα του 888. Οι τρεις αυτοί αναβάτες βρέθηκαν στο πρώτο σκαλί του βάθρου τα πρώτα πέντε χρόνια των Motul WSBK, με τον θεσμό να έχει περάσει από όλο τον κόσμο, από το Η.Β. μέχρι την Αυστραλία, την Νέα Ζηλανδία, τον Καναδά και παντού στο ενδιάμεσο.
Μετράμε ήδη 100 αγώνες, όταν στα μέσα της δεκαετίας του ’90, τα WSBK ετοιμαζόντουσαν για την πρώτη τους “Χρυσή Εποχή”, με τον Carl Fogarty να είναι ο βασικός πρωταγωνιστής. Ο αναβάτης της Ducati έμελλε να μετατραπεί σε έναν από τους πιο επιτυχημένους αναβάτες, όχι μόνο για τα SBK, αλλά γενικότερα του μηχανοκίνητου αθλητισμού, αλλά και ένα από τα μεγαλύτερα ονόματα αθλητών της Βρετανίας. O “Foggy” έφερε κόσμο στις κερκίδες, έχοντας ιδιαίτερο οδηγικό στυλ και μερικές από τις πιο έντονες αντιπαλότητες στην ιστορία του αθλήματος που προκάλεσαν και τράβηξαν τα βλέμματα πάνω τους. Μεταξύ των αναβατών ήταν οι Aaron Slight, John Kocinski και Pierfrancesco Chili.
Το 1994 πήρε τον πρώτο του τίτλο με την Ducati 916, κάνοντας το back-to-back με το εργοστάσιο του Borgo Panigale. Το 1996, ο Troy Corser με την δική του Ducati 916 έκοψε την φόρα στον Fogarty, χαρίζοντας έναν ακόμα τίτλο στο ιταλικό εργοστάσιο. Την επόμενη χρονιά, το 1997 ήταν η σειρά της Honda και του μεγάλου του αντιπάλου του Fogarty, τον John Kocinski καβάλα στο θρυλικό RC45. To 1998 και το 1999, ο “Foggy” επέστρεψε στην κορυφή, συγκεντρώνοντας συνολικά τέσσερις παγκόσμιους τίτλους. Το όνομά του βρίσκεται επίσης στην δεύτερη θέση με τις περισσότερες νίκες, έχοντας συνολικά 59 πρώτα βάθρα. Το 2011, ο Carl Fogarty πέρασε στο πάνθεον των θρύλων της FIM.
Η στροφή της χιλιετίας, είδε τους ήδη γνωστούς από παλαιότερα Colin Edwards, Noriyuki Haga, Troy Corser και Pierfrancesco Chili να κοντράρονται για τον Παγκόσμιο τίτλο του 2000, χρονιά που ο ήχος των superbike μοτοσυκλετών άλλαξε, με ορισμένους κατασκευαστές να επιλέγουν την V2 διάταξη που μέχρι τότε ήταν χαρακτηριστικό κυρίως της Ducati. Παγκόσμιος Πρωταθλητής του 2000 αναδείχθηκε ο Edwards με την ολοκαίνουργια δικύλινδρη Honda VTR1000SP-2 – γνωστή και με την κωδική ονομασία, RC51.
Η έκπληξη, όμως, ήρθε από τον νεοεμφανιζόμενο τότε Troy Bayliss, ο οποίος αντικατέστησε τον Fogarty, που μετά την πτώση του στο Philip Island της Αυστραλίας, τερμάτισε την καριέρα του. Η είσοδος του Bayliss θα είχε σαν αποτέλεσμα μία από τις μεγαλύτερες αντιπαλότητες όλων των εποχών με τον Colin Edwards. Οι δυο τους μάχονταν στις πίστες, χαρίζοντας θέαμα σε όσους παρακολουθούσαν, φτάνοντας στο αποκορύφωμα στον αγώνα της Imola το 2002. Με τους Bayliss/Ducati και Edwards/Honda να μετρούν από έναν τίτλο στην αυγή του 21ου αιώνα και μόλις 6 βαθμούς να τους χωρίζουν για την κατάκτηση του δεύτερου, το σκηνικό για έναν δραματικό τελευταίο γύρο της σεζόν είχε στηθεί. Νικητής τελικά θα ήταν ο Edwards, χαρίζοντας έναν ακόμα τίτλο στο Big H.
Την επόμενη χρονιά, το 2003 η Ducati θα βρεθεί ξανά στο προσκήνιο, με τον Neil Hodgson και την 999 να παίρνουν τον τίτλο. Το 2004, ο James Toseland γράφει την δική του σελίδα στην ιστορία των WSBK, ως ο νεότερος αναβάτης που κατακτά τον τίτλο, με τον δεύτερο να έρχεται το 2007. Το 2005 βρίσκει τον Troy Corser να φέρνει τον τίτλο στην Suzuki, ενώ την επόμενη χρονιά ο Bayliss θα βρεθεί ξανά στην κορυφή. Ο τρίτος του τίτλος ήρθε το 2008, την χρονιά που αποχαιρέτισε το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα, κρεμώντας την φόρμα του.
Μία ακόμα αλλαγή ήρθε το 2009, όταν ο Ben Spies ήρθε στην Yamaha, φέρνοντας μαζί του τον δικό του υπεύθυνο ομάδας από την Αμερική, τον Tom Houseworth. Ο rookie της Iwata έκλεισε την πόρτα στον πολύπειρο Haga, παίρνοντας τον τίτλο εκείνης της σεζόν. Ένα χρόνο αργότερα, στο κλείσιμο της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα, ήταν ο ιταλικός μαγικός ζωμός των Max Biaggi και Aprilia που κυριάρχησε, με τον Carlos Checa και την Ducati 1098R να μην τον αφήνει να κάνει το back-to-back το 2011. Ο “Ρωμαίος Αυτοκράτορας”, Massimiliano Biaggi ήρθε το 2012 να διεκδικήσει ξανά τον τίτλο, ξεφεύγοντας μόλις από την καυτή ανάσα του Tom Sykes, που πήρε τελικά τον τίτλο το 2013. Η Aprilia με το RSV4 των 1.000 κυβικών βρέθηκε για τελευταία φορά στο βάθρο το 2014, με τον Sylvain Guintoli.
Από το 2015 και έπειτα, ξεκινά η “πράσινη” κυριαρχία του Jonathan Rea με το εργοστάσιο του Akashi, κατατροπώνοντας τον Chaz Davies και την Ducati. Ο τέταρτος τίτλος του Βορειοιρλανδού το 2018, κατέστησε τον Rea τον μοναδικό που κατάφερε κάτι τέτοιο, μετά τον Fogarty. Μόνο που εδώ μιλάμε για τέσσερις συνεχόμενους τίτλους. Ο Rea προχώρησε για να γίνει ο μόνος αναβάτης των Motul WSBK που έχει κερδίσει έξι συνεχόμενους τίτλους (2015-2020), ανεβάζοντας ταυτόχρονα το ρεκόρ για τις περισσότερες νίκες στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα.
Ήδη, όμως από το 2019, τα πράγματα φαινόταν ότι θα άλλαζαν. Φεύγοντας από τα MotoGP, ο Ισπανός αστέρας Alvaro Bautista, ήρθε στην οικογένεια των SBK και της εργοστασιακής ομάδας Aruba.it Racing – Ducati. Την ίδια χρονιά κατάφερε να κερδίσει του πρώτους 11 αγώνες, θέτοντας τα θεμέλια για την κατάκτηση του τίτλου. Η ατυχία, ωστόσο του χτύπησε την πόρτα, με πτώσεις και έναν τραυματισμό, που άφησαν το πεδίο ελεύθερο για τον Rea και τον πέμπτο του τίτλο.
Η επισφράγιση για τον Βορειοιρλανδό της Kawasaki ήρθε στο Magny-Cours της Γαλλίας, εκεί που ένας ανερχόμενος και πολλά υποσχόμενος αστέρας έκανε την εμφάνισή του. Ο Toprak Razgatlioglu, που μετρούσε ήδη ένα τίτλο στα STK600 (ο τελευταίος νικητής για την κατηγορία), επέδειξε απίστευτες ικανότητες για να βρεθεί στο βάθρο. Με μία καταπληκτική μάχη στον τελευταίο γύρο, τόσο στον 1ο αγώνα (o 800ος για τα WSBK), όσο και στον Superpole – τη νέα προσθήκη για το 2019 – τον είδε να σκαρφαλώνει από την 16η θέση του grid, στο πρώτο σκαλί του βάθρου με την Kawasaki ZX-10R της Puccetti Racing. Το τέρας είχε ξυπνήσει και όταν ο Toprak βρέθηκε στην Yamaha, ήταν έτοιμος να πετάξει το γάντι στους αντιπάλους του.
Η πρώτη του νίκη με τα χρώματα της Iwata ήρθε στον 1ο Αγώνα του Philip Island στην Αυστραλία, το 2020. Ήθελε, όμως, ακόμα χρόνο να προσαρμοστεί. Στο μεταξύ, ο Bautista είχε φύγει από την Ducati για την Honda, μένοντας πίσω στην διεκδίκηση του τίτλου. Ο αντικαταστάτης του στην Ducati, Scott Redding ήταν αυτός που προσπάθησε μέχρι και τον τελευταίο γύρο, όμως ο Rea και η Kawasaki αναδείχθηκαν για έκτη συνεχόμενη φορά νικητές. Αυτό που δεν κατάφερε το 2020 ο Toprak, ήρθε το 2021. Μετά από μία δύσκολη χρονιά, που ολοκληρώθηκε με μία μάχη μέχρις εσχάτων στην Ινδονησία, ο αναβάτης της Yamaha πήρε τον τίτλο στα χέρια του, διακόπτοντας έτσι το θεαματικό σερί του Rea. Μία από τις μεγαλύτερες αντιπαλότητες μεταξύ αναβατών είχε αρχίσει να διαμορφώνεται και θα ολοκληρωνόταν την επόμενη χρονιά.
Με την επιστροφή του Bautista στην Ducati και τους Razgatlioglu και Rea να μένουν σε Yamaha και Kawasaki, αντίστοιχα, ετοιμαζόμασταν για μία τιτάνια μάχη των τριών. Το Titanic Trio, όπως ονομάστηκαν οι τρεις αναβάτες, δεν απογοήτευσε. Η σεζόν του 2022 μπήκε δυναμικά από την πίστα του Estoril με δυνατές μάχες μεταξύ των διεκδικητών. Στον 1ο αγώνα στην Mandalika της Ινδονησίας, ο Razgatlioglu είχε μία νίκη που του κράτησε ζωντανές τις ελπίδες για κατάκτηση του τίτλου. Στον 2ο αγώνα όμως, ο Bautista δεν άφησε κανένα περιθώριο και 16 χρόνια μετά τον τίτλο του στα 125 κυβικά, στέφθηκε για ακόμα μία φορά πρωταθλητής. Η κυριαρχία Ducati / Bautista συνεχίστηκε και το 2023, με τον Ισπανό να αμύνεται και τελικά να κρατά το ν.1 στην μοτοσυκλέτα του. Οι επιδόσεις του ήταν τέτοιες, που με την ολοκλήρωση της σεζόν του 2023, οι κανονισμοί άλλαξαν, με στόχο να βοηθήσουν τα υπόλοιπα εργοστάσια να γίνουν ξανά ανταγωνιστικά.
Η σεζόν του 2024 έρχεται με νέους κανονισμούς, αλλαγές και νέα πρόσωπα στο grid και ανερχόμενους αστέρες. Οι περιορισμοί για το κατώτερο επιτρεπόμενο βάρος αναβάτη-μοτοσυκλέτας, η προσθήκη ενός ακόμα πρωταθλήματος αυτό των Ομάδων δίπλα στο Κατασκευαστών και Αναβατών, τον Toprak να πηγαίνει στην Yamaha και τον Rea να έρχεται να καλύψει το κενό στην Yamaha, έκαναν τα πράγματα να δείχνουν πολλά υποσχόμενα. Αν τώρα προσθέσουμε και την επιστροφή του Andrea Iannone, την είσοδο του Nicolo Bulega ο οποίος το 2023 στέφθηκε Παγκόσμιος Πρωταθλητής στην κατηγορία WSSP και την προσθήκη του Sam Lowes στην ELF Marc BDS Racing Team, βλέπουμε ότι η χρονιά προμηνύεται δυναμική. Μέχρι στιγμής, τα προγνωστικά δεν έχουν βγει έξω, μετρώντας 5 διαφορετικούς νικητές σε 9 αγώνες και 8 διαφορετικούς αναβάτες στο βάθρο, μαζί με την επιστροφή της BMW στην κορυφή. Και είμαστε ακόμα στην αρχή της σεζόν, με μόλις έξι πόντους να χωρίζουν τον πρωτοπόρο της βαθμολογίας, Alvaro Bautista με τον Toprak Razgatlioglu και τον rookie της φετινής σεζόν, Nicolo Bulega στην τρίτη θέση. Περιμένουμε με ανυπομονησία να μάθουμε τι μας επιφυλάσσει το μέλλον, μέχρι και τις 20 Οκτωβρίου, όταν και θα ολοκληρωθεί η σεζόν του 2024.