Τα μεγάλα λάθη όταν αγοράζεις μεταχειρισμένη μοτοσυκλέτα

Τα έχουμε κάνει όλοι
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

6/2/2019

Προφανώς ό,τι γράφουμε παρακάτω είναι βασισμένο σε εμπειρίες που έχουμε ζήσει εμείς οι ίδιοι, είτε σε προσωπικό επίπεδο, είτε στο άμεσο φιλικό μας περιβάλλον. Οπότε πρόθεσή μας δεν είναι να σας το παίξουμε έξυπνοι (αφού ήδη την έχουμε κάνει την πατάτα και εμείς…), αλλά να σας βοηθήσουμε να αποφύγετε να κάνετε τα ίδια λάθη. Όοοοσο περνάει από το χέρι μας βέβαια, διότι το συγκεκριμένο λάθος που θα μας απασχολήσει σε αυτό το κείμενο, επαναλαμβάνεται διαρκώς, ακόμα και από ανθρώπους που ήδη την έχουν πατήσει πολλές φορές! Μιλάμε φυσικά για την αγορά της λάθος μεταχειρισμένης μοτοσυκλέτας. Λάθος μοτοσυκλέτα, όχι με βάσει τον τύπο , το μοντέλο ή την μάρκα, αλλά με βάσει την τσέπη μας.

Κράτα καβάτζα

Όλα ξεκινούν στραβά από το γεγονός ότι έχεις 1000€ στην τσέπη και κοιτάς στις αγγελίες μοτοσυκλέτες που πωλούνται 2000€. Αν έχεις 2000€ στην τσέπη κοιτάς όσες κάνουν 3000€-4000€ και πάει λέγοντας. Στην περίπτωση της αγοράς μιας καινούριας μοτοσυκλέτας αυτό θεωρείται φυσιολογικό και η αλήθεια είναι πως οι λόγοι για να μην το κάνεις είναι λίγοι. Οι καινούριες μοτοσυκλέτες καλύπτονται από 2 χρόνια εγγύηση, έχουν φυσικά καινούρια λάστιχα, καινούριες αλυσίδες και το μόνο που θα χρειαστούν οι περισσότερες από αυτές μετά από 10.000 χιλιόμετρα χρήσης είναι μια αλλαγή λαδιών και φίλτρων. Αν έχεις λεφτά να πληρώνεις το δάνειο, την ασφάλεια, τα τέλη κυκλοφορίας και τις βενζίνες σου είσαι ΟΚ.

Όμως στην περίπτωση μιας μεταχειρισμένης μοτοσυκλέτας, τίποτα απολύτως δεν είναι δεδομένο. Ακόμα και μοτοσυκλέτες φίλων, που ξέρεις πως τις πρόσεχαν σα να ήταν μωρά στην κούνια, μπορεί να χρειαστούν πανάκριβες επισκευές. Διότι ΟΛΑ τα μηχανήματα φθείρονται και χαλάνε και όλα τα υλικά έχουν ένα χρονικό όριο ζωής. Ειδικά τα πλαστικά, τα καλώδια και τα ηλεκτρονικά, μπορεί να δείχνουν σαν καινούρια απ’ έξω αλλά από μέσα τα πράγματα να θυμίζουν στοιχειωμένο δάσος. Ξεχάστε τις μπούρδες του τύπου “αυτά δεν χαλάνε”. Οποιαδήποτε μοτοσυκλέτα έχει φάει τον ελληνικό ήλιο στο κεφάλι για δέκα χρόνια ή έχει ψηθεί μέσα στο κέντρο της πόλης, είναι βέβαιο πως κάποια περιφερειακά εξαρτήματα θα χρειαστούν αντικατάσταση. Πιθανόν να χρειαστεί μια ντίζα γκαζιού (από 10€ έως και 300€ σε κάποιες περιπτώσεις), ίσως μια πλαστική ή λαστιχένια βάση για τα όργανα, το φαίρινγκ κ.τλ..

Κάτι τέτοιες “χαζές” ζημιές που παραμελήθηκαν, έχουν οδηγήσει στην ολική καταστροφή πολλές μοτοσυκλέτες. Οπότε, ακόμα κι αν η μεταχειρισμένη μοτοσυκλέτα που σκοπεύετε να πάρετε είναι “καλύτερη κι από καινούρια” εσείς κρατήστε στον κουμπαρά σας ένα ποσό για κάποια “μικροέξοδα”.     

Αν ήταν ακριβή καινούρια θα έχει ακριβή συντήρηση

Ουάου! Με 3000€ παίρνω Hayabusa! Όταν 3000€ έχει πλέον ένα καινούριο ταϊλανδέζο παπί ή scooter με μόλις 125 κυβικά, είναι σίγουρα δελεαστικό να μπορείς να αγοράσεις με τα ίδια χρήματα μια μοτοσυκλέτα που έχει 180 ίππους και ξεπερνάει τα 300km/h. Όμως αυτό δεν σημαίνει πως τα ανταλλακτικά του Hayabusa κοστίζουν το 1/10 της τιμής που είχαν όταν η μοτοσυκλέτα ήταν καινούρια. Μάντεψε! Τα καινούρια ανταλλακτικά έχουν τιμές… καινούριων ανταλλακτικών! Οπότε μια μοτοσυκλέτα που έκανε 15.000€ και το ρεζερβουάρ της ως ανταλλακτικό έκανε 2000€, συνεχίζει ακόμα και σήμερα να κάνει 2.000€.

Κι αν το παράδειγμα της Hayabusa είναι εξόφθαλμο λόγω επιδόσεων, τα πράγματα δεν είναι τόσο ευδιάκριτα με τα χρηστικά μοντέλα μοτοσυκλετών, όπως ας πούμε τα On-Off.

Ένα BMW R 1200 GS του 2007 ήταν από τις ακριβότερες μοτοσυκλέτες της αγοράς. Το γεγονός πως τώρα το αγοράζεις ως μεταχειρισμένο μεταξύ 4.000-6.000€ δεν σημαίνει πως η BMW θα σου πουλάει τα ανταλλακτικά με έκπτωση -90%.

Θα πρέπει να καταλάβεις πως με 4000€ αγόρασες μοτοσυκλέτα των 20.000€ και το κόστος συντήρησής της, εξακολουθεί να είναι αντίστοιχο με μια μοτοσυκλέτας των 20.000€, όχι των 4.000€. Ακόμα χειρότερα, επειδή είναι μεταχειρισμένη οι ανάγκες της για συντήρηση είναι ακόμα μεγαλύτερες.

Βρες έναν δότη!

Ας περάσουμε για λίγο από το πιο γενικό, στο πιο ειδικό, διότι ως Έλληνες θα πούμε «λύσεις πάντα υπάρχουν» και υπάρχουν! Απλά δεν κάνουν για όλους! Δηλαδή: Έστω πως έχουμε αγοράσει ένα μεταχειρισμένο Enduro με 1.500 Ευρώ, όπως και έχουμε κάνει οι ίδιοι, μιας και όπως είπαμε στην αρχή δεν σας μιλάμε τυχαία. Κι έστω πως μετά από λίγο "καρφώνει σασμάν". Δεν θα πούμε την μάρκα επίτηδες, για να μην εστιάσει κανείς στην μάρκα μιας και το κοινό των εντουράδων έχει την τάση να θεωρεί πως κάποια πράγματα συμβαίνουν μονάχα σε λίγους... Η πρώτη λύση σε αυτή την περίπτωση, είναι να παραγγείλεις ανταλλακτικά που φτάνουν μερικές φορές να είναι ακριβότερα από την ίδια την αγορά της μοτοσυκλέτας, στην προκειμένη περίπτωση πάνω από χίλια Ευρώ ακριβότερα από το αρχικό κόστος απόκτησης! Ουσιαστικά δεν είναι λύση λοιπόν και το μόνο που μένει είναι να βρεις μία μεταχειρισμένη ή ακόμη καλύτερα ένα ολόκληρο κιβώτιο και είτε μόνος σου, είτε με κάποιο φίλο μηχανικό να ασχοληθείς με την αντικατάσταση. Αυτό όμως, το να βρεις ένα μεταχειρισμένο ή τρακαρισμένο, δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση, παρόλο που θα σου την προτείνουν όλοι ως την πρώτη λύση! Στην πράξη είναι χρονοβόρα διαδικασία η οποία δεν ταιριάζει σε όλους και μόνο αν είσαι πολύ τυχερός καταλήγεις να ξεμπερδεύεις γρήγορα, έχοντας ξοδέψει και σε αυτή την περίπτωση αρκετό χρόνο.

Δεν ξέρεις αν έχει τρακάρει!

Κι έστω πως έχεις κάνει την δουλειά που πρέπει, έχεις αποφασίσει σε ένα μοντέλο με βάση το κριτήριο για το τι μπορεί να σου ζητήσει στα επόμενα χιλιόμετρα κι αν ταιριάζει στην χρήση για την οποία την θέλεις. Ποιος όμως μπορεί να σου πει, η ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ που θέλεις να αγοράσεις, αν δεν έχει τρακάρει, αν στην πρώτη λακκούβα, ή μεγάλο ταξίδι δεν θα δεις το πλαίσιο να σε χαιρετά; Μέχρι τώρα αυτό στην χώρα μας μπορούσε να γίνει μονάχα με κάποιον «ειδικό», συνήθως τον μάστορα που ξέρεις προσωπικά, και που έπρεπε να βασιστείς στην εμπειρία του μετά από μία δεκάλεπτη βόλτα. Εξαιρετικά δύσκολο να τα βρει όλα σε μία τέτοια βόλτα, όσο κι αν ριψοκινδυνεύει μέσα στην κίνηση για να δει αν κουνάει στα πολλά χιλιόμετρα… Η λεπτομέρεια εδώ, είναι πως από φέτος στην Ελλάδα ο ίδιος ο μάστορας –δεν πας αλλού δηλαδή- έχει στα χέρια του ένα νέο εργαλείο στο μικρότερο κόστος της Ευρώπης. Καλεί την MotoCert και παίρνει πιστοποιητικό και διάγνωση από 3D lazer, χωρίς να λύσει βίδα: Ότι κι αν έχει η συγκεκριμένη που θέλεις να αγοράσεις, θα βρεθεί με ακρίβεια σε υποδιαίρεση του χιλιοστού. Υπάρχει και σε αυτό το πρόβλημα λύση λοιπόν!

Ψέματα κι αλήθειες

Υπάρχει λόγος που μια μεταχειρισμένη μοτοσυκλέτα είναι φτηνότερη από μια καινούρια. Κι ο λόγος αυτός είναι πως ΚΑΝΕΙΣ δεν μπορεί να σου εγγυηθεί ότι δεν θα χαλάσει.

Στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν ΑΠΟΛΥΤΑ ΑΞΙΟΠΙΣΤΑ μηχανάκια, που κατουράς μέσα στο ρεζερβουάρ και δουλεύουν χωρίς πρόβλημα για τα επόμενα σαράντα χρόνια. Σαφώς υπάρχουν μοντέλα που αντέχουν περισσότερο ή εμφανίζουν λιγότερες φθορές με το πέρασμα του χρόνου, όμως ό,τι δουλεύει χαλάει κιόλας.  

Μην σας παρασύρουν όλα αυτά τα παραμύθια που παλιά κυκλοφορούσαν από στόμα σε στόμα και τώρα έχουν  γίνει σχόλια στο διαδίκτυο. Στο facebook και στα site γράφουν σχόλια μόνο όσοι είναι συναισθηματικά φορτισμένοι. Σκέψου το λίγο… Θετικό σχόλιο θα γράψεις αν γουστάρεις με τρέλα τη μοτοσυκλέτα σου και αρνητικό σχόλιο αν σου έχει βγάλει την ψυχή. Έτσι δεν είναι τυχαίο που τα περισσότερα σχόλια που διαβάζεις είναι γεμάτα με υπερβολικά θετικούς ή αρνητικούς χαρακτηρισμούς. Η Honda, η Suzuki, η Yamaha, η Kawasaki πουλάνε ΚΑΘΕ χρόνο εκατομμύρια δίκυκλα, αλλά δεν υπάρχουν εκατομμύρια σχόλια. Ακόμα και μικρότερες σε μέγεθος εταιρείες, όπως η Harley, η Ducati, η BMW πουλάνε χιλιάδες μοτοσυκλέτες κάθε χρόνο. Ούτε όλες χαλάνε, ούτε όλες είναι αλεξίσφαιρες. Οπότε πριν δώσεις τα λεφτά για την αγορά της επόμενης μεταχειρισμένης μοτοσυκλέτας σου, λάβε υπόψη τις παρακάτω συμβουλές μας:

 

1- Κράτα ένα ποσό στην άκρη για πιθανές βλάβες.

Δώσε μικρότερη προκαταβολή και αναλόγως του είδους της μοτοσυκλέτας, κράτησε στην άκρη ένα ποσό για τα “πρώτα έξοδα”.

 

2- Οι ακριβές μοτοσυκλέτες έχουν ακριβά ανταλλακτικά

Όσο πιο περίπλοκη τεχνολογικά είναι μια μοτοσυκλέτα, τόσο πιο ακριβά κοστίζουν οι βλάβες της

 

3- Τα χρόνια είναι το ίδιο σημαντικά με τα χιλιόμετρα

Είναι λάθος να νομίζεις πως μια μοτοσυκλέτα 10-20 ετών που έχει κάνει μόνο 10.000km δεν θα έχει προβλήματα. Ο χρόνος προκαλεί φθορές στα πλαστικά, τις τσιμούχες και τα καλώδια, τόσο εξωτερικά του κινητήρα, όσο και μέσα στον κινητήρα, ανεξάρτητα από την χρήση.

 

4- Πάρε μαζί σου έναν εξειδικευμένο μηχανικό

Τα πρώτα λεφτά που πρέπει να δώσεις όταν αγοράζεις μεταχειρισμένη μοτοσυκλέτα είναι σε έναν εξειδικευμένο μηχανικό για να την ελέγξει πριν δώσεις προκαταβολή. Όχι απλά σε ένα φίλο που “ξέρει”, ούτε απλά σε έναν οποιοδήποτε μηχανικό. Βρες έναν που έχει εξειδικευμένες γνώσεις πάνω στη μοτοσυκλέτα που θέλεις να αγοράσεις και ο οποίος να γνωρίζει πόσο θα σου κοστίσει η κάθε βλάβη ή φθορά που έχει η μοτοσυκλέτα που ενδιαφέρεσαι να αγοράσεις. Υπάρχουν μοτοσυκλέτες που είναι καλύτερο να λείπει ο κινητήρας τους, παρά το φαίρινγκ τους! Κι από εκεί και πέρα, ζήτα από αυτόν τον μηχανικό που ήδη ξέρεις και εμπιστεύεσαι και που μπορεί να σου απαντήσει πόσο θα σου κοστίσει μία βλάβη, να πιστοποιήσει την συγκεκριμένη που σκοπεύεις να αγοράσεις μέσω της MotoCert, καθώς δεν υπάρχει αυτή την στιγμή πιο γρήγορος και άμεσος τρόπος στην Ελλάδα, να δεις με απόλυτη ακρίβεια πόσο κοντά σε κατάσταση καινούριας, είναι η γεωμετρία της μοτοσυκλέτας, που σε ενδιαφέρει. Να ξέρεις με κάθε βεβαιότητα αν έχει πέσει ή όχι.

Μην πεις ποτέ: “Έλα μωρέ, ένα φανάρι θέλει…” αν δεν ξέρεις πόσο κοστίζει, διότι το φανάρι μπορεί να κάνει πιο ακριβά από την μοτοσυκλέτα που θέλεις να αγοράσεις.

Τι σου λέμε, με λίγα λόγια, να μην πάρεις μεταχειρισμένη; Σε ΚΑΜΙΑ περίπτωση, το ακριβώς αντίθετο: Πάρε μεταχειρισμένη μοτοσυκλέτα! Απλά να πάρεις εκείνη που θα είναι κατάλληλη για εσένα προσωπικά, να την ελέγξεις καλά πριν την κάνεις δική σου, ώστε στο τέλος αυτό που θα σου μείνει να είναι μονάχα η ευχαρίστηση να την κάνεις βόλτα! Τόσο απλά, και καλά χιλιόμετρα από εμάς!

Αφιέρωμα ΜΟΤΟ: H Ιστορία των Yamaha Ténéré

Από τους δρόμους στους αμμόλοφους και αντίστροφα!
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

2/9/2020

Η Yamaha ανέκαθεν είχε συνδέσει το όνομά της με τους αγώνες Rally, αλλά και τους χωμάτινους αγώνες εν γένει, κατέχοντας έναν ηγετικό ρόλο με καινοτομίες και πρωτοπορίες, όπως είχε συμβεί και με την περίπτωση του DT-1. Ήταν η μοτοσυκλέτα που έδωσε τα ηνία του motocross στην Yamaha εκείνη την εποχή, χάρη στην επαναστατική –για τα δεδομένα της εποχής- monocross πίσω ανάρτηση, αλλά και το εφαλτήριο για την εξέλιξη δύο μοτοσυκλετών-ορόσημο για την Ιστορία του εργοστασίου και της μοτοσυκλέτας γενικότερα: το enduro ΤΤ500 που παρουσιάστηκε το 1975 και το on-off XT500 που παρουσιάστηκε το 1976. Και οι δύο αυτές τετράχρονες μοτοσυκλέτες ήταν η απάντηση στις "προσευχές" των απανταχού χωματερών που ήθελαν μια μοτοσυκλέτα με δυνατότητα να ταξιδέψει στην άσφαλτο, στο χώμα, αλλά και στις αμερικάνικες ερήμους της Δυτικής Ακτής, της σημαντικότερης ίσως αγοράς για την Yamaha.

Ο γενάρχης, το ΧΤ500 του 1976

 

Η αξιοπιστία του κινητήρα, η ροπή από τις χαμηλές στροφές και το ελαφρύ και άκαμπτο πλαίσιο, ήταν τα στοιχεία που χαρακτήρισαν τις δημιουργίες της Yamaha. Όπως ήταν φυσικό, αυτό μεταφράστηκε πολύ γρήγορα, όχι μόνο σε εμπορικές αλλά και σε αγωνιστικές επιτυχίες.

Παράλληλα όμως, το μέγεθος της επιτυχίας που γνώρισε το ΧΤ500 στην Ευρώπη ήταν απείρως μεγαλύτερο και σε τελείως διαφορετικό πεδίο απ' ό,τι στην Αμερική, χάρη σε έναν συγκεκριμένο Γάλλο αναβάτη, ο οποίος έγινε αργότερα γνωστός ως ο "Mr. Yamaha" μέσα στην εταιρεία, που μετέτρεψε το ΧΤ500 ως βάση εξέλιξης μιας εντελώς νέας κατηγορίας από την Yamaha. Ο λόγος για τον Jean-Claude Olivier, ο οποίος εκείνη την εποχή ήταν ένας απλώς υπάλληλος στον Γάλλο εισαγωγέα της Yamaha, την Sonauto, αλλά αργότερα έγινε Πρόεδρος της Yamaha Motor France, ενώ άνοιξε και το μονοπάτι γι' αυτό που αποκαλούμε σήμερα Adventure κατηγορία.

Ο Jean Claud Olivier ήταν ο άνθρωπος που ουσιαστικά δημιούργησε τον θρύλο των Ténéré

 

Ο Olivier δεν άργησε να διακρίνει τις τεράστιες δυνατότητες του μεγάλου μονοκύλινδρου 500 στις αφρικανικές ερήμους, δηλώνοντας πως "έφτασε το πλήρωμα του χρόνου για να γίνει η μοτοσυκλέτα ένα όχημα περιπέτειας". Το 1977 ήταν η πρώτη χρονιά που ο Γάλλος συμμετείχε στο Rallye Côte d'Ivoire σε μια διαδρομή 10.000 χιλιομέτρων από την πρωτεύουσα της Ακτής Ελεφαντοστού Abidjan μέχρι τη Νίκαια της Γαλλίας. Το 1979 συμμετείχε μαζί με τρεις ακόμη αναβάτες στο πρώτο Paris-Dakar (που τότε λεγόταν Oasis Rally) ως ομάδα της "Sonauto Yamaha", πάνω σε ΧΤ500. Εκείνη την εποχή οι υπόλοιποι μεγάλοι κατασκευαστές μοτοσυκλετών, δεν έδειχναν ιδιαίτερο ενδιαφέρον γι' αυτό το νέο είδος αγώνων, αλλά ο ίδιος ο Olivier είχε δηλώσει ότι η φιλοσοφία κατασκευής του ΧΤ500 ταίριαζε ακριβώς με την συμμετοχή σε έναν τέτοιο αγώνα.

Στην πρώτη, ιστορική, διοργάνωση του Paris-Dakar, οι μοτοσυκλέτες και τα αυτοκίνητα δεν αγωνιζόντουσαν σε ξεχωριστές κατηγορίες, αλλά ανταγωνιζόντουσαν για την συνολική νίκη. Ο Cyril Neveu και ο Gilles Comte με τα ΧΤ500 τους κατάφεραν να αφήσουν πίσω τους όλους τους οδηγούς των Range Rover και Renault, κάνοντας το 1-2 για την Yamaha. Την επόμενη χρονιά ο Neveu κέρδισε ξανά με τέσσερις αναβάτες ΧΤ500 να κερδίζουν αντίστοιχα τις τέσσερις πρώτες θέσεις! Ένα ακόμη ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι εκείνη την χρονιά από τις 25 μοτοσυκλέτες που τερμάτισαν, οι 11 ήταν ΧΤ500…

Από την επόμενη χρονιά (το 1981) το Paris-Dakar εντάχθηκε στην αιγίδα των FIM και FIA, με αποτέλεσμα να αρχίσουν να συμμετέχουν εργοστασιακές ομάδες στον αγώνα. Αυτή της BMW αποδείχθηκε ένας πολύ δύσκολος αντίπαλος για τους αναβάτες των ΧΤ500, οι οποίοι έτρωγαν τη σκόνη των Γερμανών. Η απάντηση της Yamaha ήταν η αναβάθμιση του XT500 σε XT550, με την τοποθέτηση του YDIS (Yamaha Dual Intake System), αλλά όσο ανέβαιναν οι επιδόσεις και οι ταχύτητες στο Dakar, ήταν όλο και πιο δύσκολο να παραμείνουν ανταγωνιστικοί.

Αυτό οδήγησε τον Olivier και την Sonauto να ζητήσουν από την Yamaha Motor στην Ιαπωνία να εξελίξουν τα ΧΤ παραγωγής, έτσι ώστε να μπορούν να ανταποκριθούν στο υψηλότερο επίπεδο ανταγωνισμού. Οι μηχανολόγοι στο Iwata έπιασαν αμέσως δουλειά και το αποτέλεσμα της προσπάθειάς τους ήταν το ΧΤ 600 Ténéré. Ο κινητήρας διατήρησε το σύστημα YDIS, αλλά είχε αυξημένη χωρητικότητα στα 600 κυβικά, διέθετε μεγάλο ρεζερβουάρ 30 λίτρων, ήταν η πρώτη off-road μοτοσυκλέτα της Yamaha με δισκόφρενο μπροστά, με monocross πίσω ανάρτηση, αλουμινένιο ψαλίδι και πολλές άλλες τεχνολογίες αιχμής για την εποχή. Η εξέλιξη του Ténéré 600 μάλιστα, έγινε ταυτόχρονα με του ΤΤ600, την enduro εκδοχή για την αγορά της Β. Αμερικής. Όταν η μοτοσυκλέτα παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Σαλόνι του Παρισιού το 1982, δημιούργησε ένα σαρωτικό ρεύμα που πολύ γρήγορα εξαπλώθηκε σε όλο τον κόσμο με τεράστιο εμπορικό αντίκτυπο, κρίνοντας κι από προσωπική εμπειρία μιας και τρεις από τις 23 μοτοσυκλέτες που είχα μέχρι τώρα στην κατοχή μου, ανήκαν στην οικογένεια των Ténéré

Το πρώτο Ténéré του 1983 που ήταν ουσιαστικά ένα υπερκυβισμένο ΧΤ550 με ένα ρεζερβουάρ 30 λίτρων, ως ρέπλικα της μοτοσυκλέτας του Cyril Neveu

 

Σύντομα το Ténéré αποτέλεσε την επιλογή πάρα πολλών αναβατών που έτρεχαν στο Paris-Dakar, αλλά και για πολλούς απλούς αναβάτες που θαύμαζαν το πνεύμα της περιπέτειας που συμβόλιζε η μοτοσυκλέτα. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι ήταν η μοτοσυκλέτα που δημιούργησε την τάση κατασκευής των Dakar ρέπλικα. Μέσα στην επόμενη δεκαετία πουλήθηκαν 61.000 ΧΤ600 Tenere, ενώ λίγο μετά έγινε και η πρώτη μεγάλη αναβάθμιση, το 1991, με την γέννηση του ΧΤΖ660 Tenere το οποίο είχε πενταβάλβιδη κεφαλή για τον μονοκύλινδρο κινητήρα των 660 –πλέον- κυβικών εκατοστών. Το 1994 έγινε μια  αισθητική ανανέωση, με την μοτοσυκλέτα να αποκτά δίδυμους προβολείς μπροστά.

Η πρώτη ανανέωση έφερε μικρότερο ρεζερβουάρ στα 21 λίτρα και αύξηση της ιπποδύναμης στους 46 ίππους

 

Παρόλο όμως που το Ténéré ήταν η μοτοσυκλέτα που ουσιαστικά "γέννησε" την adventure κατηγορία, εμπνέοντας πολλούς αναβάτες –ιδιώτες και εργοστασιακούς- να τρέξουν στο θρυλικό Paris-Dakar, η Yamaha δεν μπόρεσε να γευτεί τη χαρά της νίκης μετά από το 1980. Ο Olivier "έφτασε πολύ κοντά στην πηγή" το 1985 με ένα XT600 Ténéré ειδικά προετοιμασμένο για τον αγώνα, το οποίο αν και έφερε το ίδιο όνομα με το μοντέλο παραγωγής, ήταν ουσιαστικά η πρώτη μοτοσυκλέτα που είχε φτιάξει το εργοστάσιο ειδικά και αποκλειστικά για το Dakar Rally. Με αυτή την μοτοσυκλέτα ο Γάλλος τερμάτισε στην δεύτερη θέση, ενώ πίσω του στην τρίτη και τέταρτη θέση τερμάτισαν επίσης αναβάτες με την ίδια μοτοσυκλέτα.

Το 1988 έγινε ολοκληρωτική ανβάθμιση, με δύο προβολείς μπροστά, σταθερό φαίρινγκ, δισκόφρενο εμπρός πίσω και ρεζερβουάρ 23  λίτρων

 

Με το πέρασμα των χρόνων, δυσκολία και ο ανταγωνισμός μεγάλωνε, με τις νίκες να συσσωρεύονται στο παλμαρές των boxer κινητήρων της BMW. Για να το αντιμετωπίσει αυτό το γεγονός ο Olivier τοποθέτησε στην αγωνιστική μοτοσυκλέτα του 1986 έναν τετρακύλινδρο εν σειρά κινητήρα από FZ750. Εξαιτίας όμως του μεγάλου βάρους, δεν κατάφερε κάτι καλύτερο από την 12η θέση. Η αφοσίωσή του στον σκοπό τον έφερε άλλη μια φορά στο αρχηγείο της Yamaha και το 1987 το αγωνιστικό τμήμα του εργοστασίου άρχισε να δουλεύει πάνω στο project του 1988. Ήταν το YZE750 Ténéré με τον μονοκύλινδρο, πενταβάλβιδο κινητήρα, με το οποίο έτρεξε και ο νεαρός –τότε- Stephane Peterhansel. Εκείνη τη χρονιά, η μοτοσυκλέτα τερμάτισε στην δεύτερη θέση με τον Franco Picco, μετά από τις ατυχίες των Olivier και Peterhansel, αλλά και μετά από σκληρή μάχη με το Honda NXR750 του Edi Orioli.

Το ΥΖΕ750 με τον κινητήρα του FZ750 δεν είχε ιδιαίτερη τύχη στους αμμόλοφους του Dakar

 

Στα τέλη του 1987, η Yamaha ξεκίνησε και την δημιουργία της επόμενης γενιάς των Ténéré παραγωγής, του δικύλινδρου εν σειρά XTZ750 Super Ténéré. Οι άξονες πάνω στους οποίους κινήθηκαν για την κατασκευή του ήταν οι εξής τέσσερις: η άνεση στο πολύωρο ταξίδι, το ικανοποιητικό ποσοστό δύναμης για να πετυχαίνει υψηλές μουαγιέν, να διαθέτει την δυνατότητα για οδήγηση εκτός δρόμου και τέλος, να έχει ό,τι και όσα χρειάζεται για να μπορεί να οδηγείται καθημερινά στον δρόμο. Το πρώτο πράγμα που έκαναν, ήταν να αποφασίσουν τις διαστάσεις της μοτοσυκλέτας βάσει του αγωνιστικού πρωτότυπου του Picco, με κυριότερο το μεταξόνιο των 1.515mm. Το διπλό σωληνωτό πλαίσιο επιλέχθηκε για την ακαμψία του, ενώ ο κινητήρας διέθετε στρόφαλο 360 μοιρών και 10 βαλβίδες για να διατηρήσει όσο το δυνατόν περισσότερο την αίσθηση του μεγάλου μονοκύλινδρου Ténéré.

Το 1991, το Ténéré άλλαξε εντελώς, με κινητήρα 660 κυβικών και πενταβάλβιδη κεφαλή, αλλά και ριζικά επανσχεδιασμένη εμφάνιση

 

Όπως ήταν φυσικό, το μοντέλο παραγωγής (που παρουσιάστηκε το 1988) αποτέλεσε την βάση για το αγωνιστικά rally, το YZE750T Super Tenere των 802,5cc, με το οποίο ήρθε η πολυπόθητη νίκη στο Dakar μετά από 10 ολόκληρα χρόνια, το 1991, με αναβάτη τον Peterhansel. Από εκεί κι έπειτα ο δρόμος ήταν στρωμένος με επιτυχίες, ενώ το 1997 και το 1998 ο Γάλλος αναβάτης πήρε δύο ακόμη σερί καρό σημαίες, με τον κινητήρα που είχε στρόφαλο 270 μοιρών.

Το πρώτο Super Ténéré με τον δικύλινδρο εν σειρά κινητήρα των 750 κυβικών

 

Αυτή η τεχνογνωσία που κερδήθηκε μέσα από τους αγώνες, πέρασε στα ΧΤΖ660 Ténéré και ΧΤΖ1200 Super Ténéré παραγωγής που καθιέρωσαν το λογότυπο των Ténéré ως ένα ορόσημο της μοτοσυκλετιστικής Ιστορίας. Η παραγωγή των μονοκύλινδρων όσο και των δικύλινδρων Ténéré και Super Ténéré σταμάτησε από το 1996 μέχρι το 2008 όταν παρουσιάστηκε το μονοκύλινδρο με την τετραβάλβιδη –πλέον- κεφαλή XT660Z Ténéré. Η επαναφορά του θρυλικού λογοτύπου δεν σημείωσε την αναμενόμενη εμπορική επιτυχία για την Yamaha, παρά το γεγονός ότι ήταν ένα πραγματικό on-of παντός δρόμου, με πολύ καλές δυνατότητες στις εκτός δρόμου διαδρομές.

Το 2008 η Yamaha επανέφερε το λογότυπο του Ténéré με μια μια μοτοσυκλέτα που ήταν βασισμένη στον κινητήρα των ΧΤ660

 

Με τον κινητήρα του XT660, το Ténéré του 2008 παρέμεινε στην παραγωγή μέχρι το 2016, έχοντας δεχθεί μικρές, ααισθητικές κυρίως, επεμβάσεις. Παράλληλα, το 2010 η Yamaha επανέφερε στο προσκήνιο το όνομα του Super Ténéré με έναν δικύλινδρο εν σειρά 1200 κυβικών.

To Super Ténéré των 1200cc, δεν έφερε την αναμενόμενη εμπορική απήχηση που περίμενε η Yamaha στον σκληρό ανταγωνισμό των mega on-off, παρά τα συγκεκριμένα καλά στοιχεία που διέθετε

 

Η εμπορική πορεία του ήταν αντίστοιχα χαμηλότερη των προσδοκιών και παρά τον εξοπλισμό του με ηλεκτρονικά βοηθήματα (όταν παρουσιάστηκε είχε ένα από τα καλύτερα traction control για το χώμα) και τις ημι-ενεργητικές αναρτήσεις (στην τελευταία του έκδοση) το μεγάλο βάρος του, η όχι και τόσο ορθή κατανομή του και το σετάρισμα των αναρτήσεων, αποτέλεσαν αποτρεπτικό παράγοντας για αρκετούς adventure tourer αναβάτες.

Το 2019 όμως η Yamaha έκανε την μεγάλη επιστροφή με το Ténéré 700, με τον δικύλινδρο εν σειρά κινητήρα της οικογένειας ΜΤ και με πραγματικές δυνατότητες για οδήγηση σε εκτός δρόμου διαδρομές. Ήταν μια πολυαναμενόμενη επιστροφή η οποία μετά από πολύ καιρό κατάφερε να ανταποκριθεί στο βάρος του ονόματος που φέρει.

Το όνομα "Ténéré" στην διάλεκτο των Tuareg σημαίνει "έρημος" ή "μοναξιά" αλλά είναι και το όνομα μιας από τις πιο αφιλόξενες περιοχές της Β. Αφρικής και δεν θα μπορούσε να περιγράψει καλύτερα την πρόκληση που δέχτηκε η Yamaha πριν από τέσσερις δεκαετίες, συνυφαίνοντας το όνομά της με την περιπέτεια.