Νέα εποχή Lambretta

Σκιαγραφούμε την ιστορία της ιστορικής μάρκας, πριν υποδεχτούμε το νέο τους μοντέλο
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

13/1/2018

Από τον ερχόμενο Μάρτιο η Ευρώπη θα υποδέχεται στους δρόμους της τις νέες Lambretta με το μεταλλικό σώμα και την πιστή στην παράδοση σχεδίαση. Η V Special με τις τρεις εκδόσεις κινητήρων, είναι ήδη στις γραμμές παραγωγής και την είδαμε από κοντά τον Νοέμβριο στην EICMA, μελετώντας το φινίρισμά της και την κατασκευή της. Πίσω από αυτή την αναβίωση του ονόματος, κρύβεται μία εταιρία που ακούει κανείς πολύ συχνά τώρα τελευταία. Πρόκειται για την Αυστριακή KSR, το μοντέλο εργασίας της οποίας θα πρέπει να αποτελεί ξεχωριστό σεμινάριο, καθώς βασίζεται στην αναβίωση ιστορικών ονομάτων που τα αντιμετωπίζει ως απόλυτα ξεχωριστές οντότητες. Η KSR έφτασε σε συμφωνία με την κοινοπραξία Innocenti που εδρεύει στην Ελβετία, για να διαχειριστεί το όνομα της Lambretta παράγοντας μία μεγάλη σειρά από σκούτερ, ξεκινώντας από φέτος με το V Special σε τρεις εκδόσεις.

Για να φτάσουμε όμως σε αυτό το σημείο της συνεργασίας του γκρουπ KSR με την κοινοπραξία Innocenti υπήρξε μία ενδιαφέρουσα πορεία, λίγο ταραχώδης από την πλευρά των ανθρώπων που έχουν τα δικαιώματα, γεγονός που καθιστά την ελάχιστα γνωστή ιστορία, άξια αναφοράς. Η οικογένεια Innocenti, απόγονοι του ανθρώπου που δημιούργησε την Lambretta και κληρονόμοι του ονόματος Lambretta, δεν είναι η πρώτη φορά που έχουν επιχειρήσει να αναβιώσουν την ιστορική ιταλική μάρκα παραχωρώντας άδειες χρήσης του σήματος. Αυτό άλλωστε υπήρξε για πολλές δεκαετίες ένα από τα έσοδα της οικογένειας, καθώς από την δεκαετία του ’70 έχουν συνάψει πολλές συνεργασίες. Η σημαντικότερη ήταν αμέσως μετά το κλείσιμο της γραμμής παραγωγής στις αρχές της δεκαετίας του ‘70 όταν η Ινδική κυβέρνηση αγόρασε τον εξοπλισμό, κάθε βίδα από το απόθεμα, και ήρθε σε συμφωνία με τους μηχανικούς, ώστε να τους μεταφέρει όλους στο «Lucknow», βορειοανατολικά της χώρας δημιουργώντας την S.I.L. (Scooters India Limited) που εξακολουθεί ακόμα και τώρα να κατασκευάζει τα τρίκυκλα της Lambretta που είχαν αφήσει εποχή το ’60 και το ’70! Μέχρι και το τέλος της δεκαετίας του ’90 η S.I.L. παρήγαγε και την Lambretta, με τα ίδια μέσα που ξεκίνησε πίσω στο 1970! Εκείνα τα χρόνια, οι απόγονοι του Innocenti έδωσαν πολλές φορές την συγκατάθεσή τους για κατασκευή διαφόρων μοντέλων της Lambretta σε αρκετούς κατασκευαστές ανά τον κόσμο.

Στο κοντινό παρελθόν η προσπάθεια για αναβίωση των σκούτερ της Lambretta έχει επίσης επιχειρηθεί από Ιταλούς επιχειρηματίες που προσέγγισαν τους Innocenti με τις αγνότερες των προθέσεων, φαινομενικά και μόνο δυστυχώς. Γρήγορα αποδείχθηκε πως δεν υπήρχε καμία απολύτως σοβαρότητα, το ακριβώς αντίθετο δηλαδή, από αυτό που η οικογένεια απαιτούσε για την παραχώρηση των δικαιωμάτων. Κολλούσαν το αυτοκόλλητο της Lambretta σε πλαστικά σκούτερ φτιαγμένα στην Κίνα, με την Adly να είναι το μόνο πιο ποιοτικό παράδειγμα, σε σύγκριση με τα υπόλοιπα. Το αποτέλεσμα ήταν να δημιουργηθεί η κοινοπραξία Innocenti, να υψώσουν ένα τοίχος από δικηγόρους κυνηγώντας κάθε τέτοια περίπτωση και τελικά να είναι επιφυλακτικοί σε κάθε νέα πρόταση. Έτσι η KSR χρειάστηκε να περάσει από ανάκριση, παρά την μεγάλη της εμπειρία στην διαχείριση εμπορικών σημάτων, πριν αποκτήσει το δικαίωμα να κατασκευάσει scooter με το όνομα της Lambretta.

Η ιστορία της μάρκας ξεκινά με τρόπο πολύ όμοιο με κάθε σύγχρονο κατασκευαστή, την ίδια περίοδο και για τους ίδιους λόγους που δημιουργήθηκε η Honda, η Ducati, η Vespa και πολλές ακόμη μάρκες, κάποιες από τις οποίες δεν υπάρχουν πλέον. Μιλάμε για τον Β’ΠΠ κι όποιος έχει όρεξη να διαβάσει, εδώ θα αποκτήσει μία πλήρη εικόνα το τι γινόταν εκείνη την εποχή στην Ιταλία και την Ιαπωνία, μέσα από το παράδειγμα των Ducati και Honda.

Ο Innocenti, γιος ενός επιτυχημένου σιδηρουργού, ακολουθεί τα χνάρια του πατέρα του, αλλά με μία ταχύτητα που αποτελεί σημείο αναφοράς στην ιστορία της ευρύτερης εποχής της δεύτερης βιομηχανικής επανάστασης: Σε ηλικία 18 ετών ο Innocenti είναι ήδη επικεφαλής της οικογενειακής επιχείρησης, που ο πατέρας του είχε γιγαντώσει!

Ο Ferdinando Innocenti εργαζόταν ήδη από τα 15 στο δεύτερο κατάστημα της οικογενειακής επιχείρησης, όταν με την ενηλικίωσή του ξεκίνησε παράλληλα το εμπόριο πρώτων υλών μέσα από την ανταλλακτική οικονομία.

Από εκεί πέρασε στο εμπόριο σωλήνων, καταστράφηκε οικονομικά όταν χρεωκόπησε μία τράπεζα στην οποία είχε τις οικονομίες του και δημιούργησε εκ νέου την επιχείρησή του, δύο φορές μεγαλύτερη από πριν, χωρίς να έχει κλείσει ακόμη τα τριάντα! Το σημείο αναφοράς για εμάς, είναι όταν το ’33 κατασκευάζει ένα νέο εργοστάσιο σωληνώσεων στην συνοικία Lambrate στο Μιλάνο, μεταφέροντας μέρος της παραγωγής και τελικά το σύνολό της από την Ρώμη, όπου μία δεκαετία πριν είχε μετατραπεί ξανά σε κατασκευαστής.

Ο Innocenti ήταν ήδη ένας από τους ανθρώπους που ακολουθούσαν οι δημοσιογράφοι, που τον περιέγραφαν τελείως διαφορετικό από τους μεγιστάνες της εποχής. Λιγομίλητος, με πολύ ευγενικούς τρόπους και πάντα συγκεντρωμένος, απέφευγε τις κοσμικές συγκεντρώσεις αλλά ήταν έτοιμος να χτυπήσει την πόρτα καθενός που θα μπορούσε να τον βοηθήσει να επιτύχει τον στόχο του.

Μέχρι να ξεσπάσει ο πόλεμος, το εργοστάσιο αυτό θα γιγαντωθεί κατασκευάζοντας μία τεράστια γκάμα υλικών, και φυσικά, χωρίς να υπάρχει τρόπος αποφυγής, εν τέλει και στρατιωτικό υλικό. Κατά την διάρκεια του πολέμου το εργοστάσιο επιτάσσεται και τελικά καταστρέφεται ολοσχερώς.

Στον απόηχο του Β’ΠΠ και με κατεστραμμένη την οικονομία της Ιταλίας, ο Innocenti αναζητεί εκείνο το αντικείμενο εργασίας που θα έχει νόημα για ένα νέο εργοστάσιο. Όπως τόσοι και τόσοι της εποχής του, το νόημα αυτό το βρίσκει στα δίκυκλα, ένα φθηνό μεταφορικό μέσο, το μόνο που ζητά η οικονομία εκείνη την στιγμή. Από την ονομασία της συνοικίας που είναι το εργοστάσιο, που με την σειρά της πηγάζει στα Ρωμαϊκά χρόνια, από μία νύμφη του παρακείμενου ποταμού, ο Innocenti δημιουργεί την πρώτη Lambretta, το σκούτερ από το Lambrate!

Η φήμη του εξαπλώνεται εκ νέου με γοργούς ρυθμούς, και η πορεία των Lambretta γίνεται με γεωμετρική πρόοδο, καθώς ξεχωρίζουν από τον ανταγωνισμό ως πιο πολυτελείς εκδόσεις των πρώτων σκούτερ. Πάνω στην επιτυχία της Lambretta και την συνεχή εξάπλωση των πωλήσεων ο Innocenti πατά για να δημιουργήσει την δική του μάρκα αυτοκινήτων, την Innocenti το όνομα της οποίας ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο!

Έφτασε να συζητά ακόμα και με τον Enzo Ferrari για να τον προμηθεύσει με κινητήρες, δημιούργησε αυτοκίνητα πόλης που άφησαν εποχή, αλλά ήταν η άνοδος της FIAT και η ταυτόχρονη –πολύ απότομη- αποστροφή του κοινού από τα σκούτερ, που έθεσαν το πρώτο πλήγμα.

Η Innocenti διασπάστηκε και ο κλάδος των αυτοκινήτων, μετά από μία πολύ μακρά πορεία εξαγορών, κατέληξε στην FIAT που διέκοψε την κατασκευή τους. Οι Lambretta, το σημείο στροφής ενός από τα μεγαλύτερα μυαλά σε μία εποχή που πρωτοεμφανίστηκαν οι βιομήχανοι, έμειναν να σηματοδοτούν μία ολόκληρη εποχή, θρέφοντας τις προσωπικές ιστορίες για ολόκληρες γενιές ανθρώπων.

Αυτό είναι μέρος της κληρονομιάς των Innocenti, το μόνο που έχει απομείνει ζωντανό, και για αυτό τον λόγο είναι απολύτως θεμιτό από την οικογένεια να το προστατέψει με κάθε τρόπο. Έτσι, η προσέγγιση από το γκρουπ KSR, ήταν η μόνη που ευδοκίμησε καθώς ήταν συνυφασμένη με την μακρά λίστα προϋποθέσεων που έθεταν.

Η KSR ζήτησε από την KISKA, το γραφείο βιομηχανικού σχεδιασμού γνωστότερο για τα μοντέλα της KTM, ανάμεσα και σε άλλες μάρκες που έχει αναλάβει, πριν δεθεί απόλυτα με τους Αυστριακούς, να σχεδιάσει μία νέα Lambretta, κάνοντας παράλληλα μία μεγάλη έρευνα.

Με την Lambretta να έχει μία από τις πιο δυνατές κοινότητες πιστών οπαδών, έπρεπε να αφουγκραστούν το κοινό πριν αρχίσουν να σχεδιάζουν. Εξαιτίας αυτής της έρευνας, ήταν που επέλεξαν το μεταλλικό σώμα, ξεχνώντας κάθε περίπτωση πλαστικών, έφτιαξαν λίστα με custom πλαϊνά και πάλεψαν για μία συνεργασία στο τομέα του κινητήρα, που να εξασφαλίζει την αξιοπιστία από την πρώτη στιγμή. Η SYM δεν είναι η ευκολότερη λύση ως προμηθευτής γιατί θέτει μία σειρά προϋποθέσεων που ξεκινούν από την μεταφορά ακόμα και καταλήγουν στον ποιοτικό έλεγχο. Ωστόσο ο υψηλός στόχος της KSR πέτυχε και οι πρώτες Lambretta με σωθικά SYM, μεταλλικό σώμα και εμφάνιση πιστή στην παράδοση είναι πλέον γεγονός.

Από κοντά αυτό που κάνει εντύπωση είναι το φινίρισμά τους, η ποιοτική βαφή και το φινίρισμα. Στην πράξη πρόκειται για το γνωστό μας FIDDLE III από την SYM, αλλά είναι πραγματικά εξαιρετικά δύσκολο να το αναγνωρίσεις με το νέο του κοστούμι και τον σχεδιασμό που έχει κάνει το γραφείο KISKA. Με την επιλογή να βασιστούν πάνω σε ένα scooter που ήδη υπήρχε, κρατώντας όλα τα μηχανικά μέρη και αλλάζοντας το φαίρινγκ, εξοικονομεί πάνω από μία δεκαετία σε διαδικασίες, κι ένα υπέρογκο κόστος, ώστε να φτάσει άμεσα στην παραγωγή η πρώτη Lambretta.

Το μεταλλικό φαίρινγκ και η αξιοπιστία της SYM, βελτιώνουν τις αντιδράσεις των οπαδών της Lambretta, κάποιοι από τους οποίους θα προτιμούσαν μία Lambretta φτιαγμένη από την αρχή, ακόμα κι αν χρειαζόταν άλλα δέκα χρόνια αναμονής. Ωστόσο η V Special είναι πλέον εδώ κι ακολουθεί αρκετά πιστά την παράδοση, παραμένοντας ένα σύγχρονο, ήδη δοκιμασμένο scooter.

Η Ελλάδα έχει αποκτήσει ήδη αντιπρόσωπο για την Lambretta, πρόκειται για την εταιρία Motostuff, που έχει ήδη σημαντική εμπειρία στην αντιπροσώπευση και την εμπορία ATV, καθώς είναι ο αποκλειστικός αντιπρόσωπος των Polaris και Artic Cat σε όλη την Ελλάδα. Αυτή την στιγμή η Motostuff αναπτύσσει το δίκτυο πωλήσεων της Lambretta και αρχικά η διάθεση θα πραγματοποιείται από την έδρα της εταιρίας στην Κερατέα

MUVUS A.E. Λ. Αθηνών - Σουνίου, Πέτα Κερατέας, Τ.Κ. 19001 Τηλ. 2299069930 Fax: 2299069930 Email: [email protected], [email protected] 

 

Τεχνικά χαρακτηριστικά
V50 Special V50 Special Flex
V125 Special V125 Special Flex
V200 Special V200 Special Flex
Μήκος (mm)
1900 mm
1900 mm
1900 mm
Ύψος (mm)
1130 mm
1130 mm
1130 mm
Πλάτος (mm)
690 mm
690 mm
690 mm
Μεταξόνιο (mm)
1330 mm
1330 mm
1330 mm
Ύψος σέλας
770 mm
770 mm
770 mm
Πλαίσιο
Ατσάλινο σωληνωτό
Ατσάλινο σωληνωτό
Ατσάλινο σωληνωτό
Κινητήρας
Τετράχρονος, μονοκύλινδρος αερόψυκτος
Τετράχρονος, μονοκύλινδρος αερόψυκτος
Τετράχρονος, μονοκύλινδρος αερόψυκτος
Χωρητικότητα
49,5
124,7
168.9
Συμπίεση
12,6:1
10,7:1
10,2:1
Τροφοδοσία
E.C.S
E.F.I
E.F.I
Ιπποδύναμη
3,48/7500
10/7000
11.93/7500
Ροπή
3.4Nm/6500rpm
9.20Nm/7000rpm
12.50Nm/5500rpm
Εμπρός ανάρτηση
Τηλεσκοπικό πιρούνι
Τηλεσκοπικό πιρούνι
Τηλεσκοπικό πιρούνι
Πίσω ανάρτηση
Ένα αμορτισέρ
Ένα αμορτισέρ
Ένα αμορτισέρ
Ρεζερβουάρ
6.5 L
6.5 L
6.5 L
Εμπρός τροχός
110/70-12
110/70-12
110/70-12
Πίσω τροχός
120/70-12
120/70-12
120/70-12
Εμπρός φρένο
Δισκόφρενο 220m
Δισκόφρενο 220m (CBS)
Δισκόφρενο 220m(ABS)
Πίσω φρένο
Ταμπούρο
Δισκόφρενο 220m(CBS)
Δισκόφρενο 220m(ABS)

 

Honda DCT: Έκλεισε δέκα χρόνια στην παραγωγή! Συνέντευξη κ. Dai Arai

Κι ακόμη δεν υπάρχει κάτι αντίστοιχο με το κιβώτιο διπλού συμπλέκτη
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

12/8/2020

Συμπλήρωσε μία δεκαετία η τεχνολογία DCT της Honda, που πρώτη φορά την είδαμε στην Ευρώπη, όπου και έγινε η παρουσίασή της, το 2010. Από εκείνη την ημέρα περισσότερες από 140.000 μοτοσυκλέτες με κιβώτιο DCT έχουν πουληθεί μονάχα στην Ευρώπη, φτάνοντας σε ορισμένες χώρες να αντιπροσωπεύουν περισσότερο το 45% των πωλήσεων της Africa Twin συγκριτικά με την έκδοση συμβατικού κιβωτίου. Σε κάποιες χώρες στην κεντρική Ευρώπη το ποσοστό αυτό ξεπερνά κατά πολύ το 50%...

Πριν μία δεκαετία είχαμε οδηγήσει από τους πρώτους στον κόσμο το VFR1200F, την πρώτη μοτοσυκλέτα με κιβώτιο DCT, λέγοντας πως είναι μία τεχνολογία που έχει μέλλον μπροστά της και σίγουρα χρειάζεται να βρει την ταυτότητά της. Και την βρήκε, δημιουργώντας την δική της σχολή στην σειρά NC, την Africa Twin και φυσικα την Gold Wing, όπου είναι η πιο δημοφιλείς τοποθετήσεις της. Πιο συγκεκριμένα για την Ευρώπη το 2019, το 45% των Africa Twin, το 52% των NC750X και το 67% των Gold Wing που πωλούνται, είναι με κιβώτιο DCT, ενώ ιδιαίτερα για τις Africa Twin το 2020, το ποσοστό αυτό αναμένεται να αυξηθεί, με δεδομένο τις μεγάλες αλλαγές που έγιναν στην λειτουργία του, και σε απευθείας ακολουθία των όσων ζητούσε το κοινό της Honda.

Το DCT είναι ένα κιβώτιο με δύο άξονες, όπου ο ένας περνά μέσα από τον άλλο και δύο συμπλέκτες καθορίζουν την σύζευξη των μονών και ζυγών γραναζιών. Έτσι ο ένας συμπλέκτης λειτουργεί για την εκκίνηση, την 1η, 3η, και 5η σχέση του κιβωτίου και ο άλλος για την 2α, την 4η, και την 6η. Με οποιαδήποτε σχέση κι αν κινείσαι, η προηγούμενη και επόμενη είναι ήδη επιλεγμένες κι έτσι οι αλλαγές γίνονται με αμεσότητα και ακρίβεια που δύσκολα μπορεί να επιτύχει ένα συμβατικό κιβώτιο. Στον αντίποδα υπάρχει αυξημένο βάρος και περισσότερο όγκος, αλλά από πλευράς αξιοπιστίας τα κιβώτια DCT έχουν έως τώρα αποδειχτεί πιο αξιόπιστα από τα συμβατικά, μιλώντας για τα ίδια μοντέλα μοτοσυκλετών καθώς αποφεύγεται το ανθρώπινο λάθος και οι αλλαγές γίνονται με την ίδια πάντοτε ακρίβεια.

Οι αλλαγές γίνονται είτε χειροκίνητα από δύο χειριστήρια στο τιμόνι, είτε τελείως αυτόματα με διαφορετικούς μάλιστα χάρτες, που λένε στο κιβώτιο πότε να αλλάξει, σε πόσες στροφές. Ωστόσο το μεγάλο χαρακτηριστικό που είχε το DCT από την πρώτη στιγμή και βελτιώθηκε πολύ μέσα στα χρόνια, είναι η ικανότητά του να μαντεύει την αλλαγή στην συμπεριφορά και να προσαρμόζει την λειτουργία του στις δυναμικές αλλαγές που συμβαίνουν κατά την οδήγηση, πριν ακόμη ο αναβάτης προχωρήσει σε αλλαγή του χάρτη. Κάτι που γίνεται εν κινήσει, από τα αντίστοιχα κουμπιά. Αν λοιπόν κατεβαίνεις μία απότομη κατηφόρα, ή αντίστοιχα αν αρχίσεις να ανεβαίνεις μία ανηφόρα, ή ανοίξεις απότομα το γκάζι που σημαίνει πως κάνεις μία προσπέραση ενδεχομένως, το κιβώτιο θα αφήσει τις στροφές να ανέβουν περισσότερο ή θα κατεβάσει νωρίτερα για να ανταπεξέλθει καλύτερα σε αυτό που του ζητάς. Έχουμε αναλύσει στα τεύχη του περιοδικού την λειτουργία του DCT σε απίστευτο βαθμό, κάθε μία φορά που γίνεται κάποια αλλαγή του, και ναι, εξακολουθεί να ισχύει αυτό που λέγαμε από την πρώτη στιγμή. Πως για να φτάσεις να κρίνεις το DCT θα πρέπει πρώτα να οδηγήσεις πολλά χιλιόμετρα με την συνδρομή του, και όχι να εξάγεις οποιοδήποτε συμπέρασμα, καλό ή κακό, από την πρώτη σύντομη βόλτα.

Στην Honda κάθε project, είτε είναι μηχανολογικό, είτε είναι σχεδιαστικό, έχει έναν υπεύθυνο μηχανολόγο που το παρακολουθεί. Για το DCT, ο κύριος αυτός είναι ο κ.Dai Arai κι αν σας κάνει κάποια εντύπωσή το επίθετό του, διότι είναι ίδιο με γνωστή μάρκα κρανών, να ξέρετε πως το πιθανότερο θα ήταν να τον έλεγαν Suzuki, καθώς αυτό είναι ένα εξαιρετικά κοινό επίθετο στην Ιαπωνία, ξεκινώντας από τον πρόεδρο του τμήματος μοτοσυκλετών της Honda. Ακριβώς όπως είναι και το Arai ως επίθετο στην Ιαπωνία…

Πες μας για την απαρχή του DCT, ποια είναι η καταγωγή του

Πριν έρθω εγώ στην Honda, υπήρχαν ήδη άλλες αυτόματες αλλαγές ταχυτήτων, όπως το “Hondamatic” της δεκαετίας του ’70 και το πολύ πιο πολύπλοκο και πιο κοντά στο DCT, το λεγόμενο HFT (Human Friendly Transmition) του DN01. Οπότε πριν έρθει το VFR1200F με την πρώτη έκδοση του DCT, υπήρχε πάντα η ενασχόληση με την αυτόματη μετάδοση. Η μεγάλη διαφορά που έφερε το DCT είναι πως ενεργεί με εξαιρετικά λιγότερες απώλειες από τα προηγούμενα συστήματα, οπότε δίνει στην αναβάτη μεγαλύτερη αμεσότητα και μία σπορ συμπεριφορά.

Ποιο ήταν το πιο δύσκολο πράγμα να λύσεις;

Κάθε πράγμα στην εξέλιξη του πρώτου DCT για το VFR1200F ήταν πραγματικός άθλος. Κανείς δεν το είχε κάνει πιο πριν, οπότε έπρεπε να ανοίξουμε τον δρόμο τόσο για το μηχανικό μέρος, όσο και για το λογισμικό που θα καθόριζε την λειτουργία του. Ήταν κυριολεκτικά η πρώτη φορά, που οι μηχανολόγοι των κιβωτίων θα έπρεπε να ασχοληθούν με ηλεκτρονικές εντολές. Για το μηχανικό κομμάτι, θα έπρεπε καταρχήν να εξελίξουμε έναν στροφαλοθάλαμο που θα μπορούσε να δεχτεί τόσο το DCT κιβώτιο, όσο και το συμβατικό για να μπορέσουμε να έχουμε και ένα πλαίσιο. Οπότε χρησιμοποιήσαμε δύο άξονες κιβωτίου που ένας περνούσε μέσα από τον άλλο κρατώντας τις διαστάσεις στο ελάχιστο δυνατό. Αυτό όμως έφερε μία άλλη σπαζοκεφαλιά. Οι μικρές διαστάσεις ήταν μία μεγάλη πρόκληση για την αντοχή των υλικών.

Υπήρχε επίσης μία σημαντική πρόκληση για να μειωθούν οι μηχανικοί ήχοι στις αλλαγές του κιβωτίου. Επειδή η φιλοσοφία της λειτουργίας του κιβωτίου είναι η ίδια όπως και στα συμβατικά κιβώτια, το DCT ενεργοποιεί το γρανάζι εμπλοκής της επόμενης και της προηγούμενης, όπως θα γινόταν αν πήγαινες να κάνεις μία αλλαγή. Για τους περισσότερους αναβάτες θα ήταν εξαιρετικά περίεργο να ακούν αυτό τον γνώριμο ήχο χωρίς όμως να έχουν δώσει την εντολή για αλλαγή με το πόδι τους. Η μείωση αυτού του μηχανικού θορύβου σε βαθμό εξάλειψης, ήταν ένας πρόσθετος άθλος.

Από την πλευρά του λογισμικού τώρα, ο προγραμματισμός όλων αυτών των εντολών ήταν ο πραγματικός γολγοθάς. Κανείς δεν το είχε κάνει πιο πριν, δεν υπήρχε ούτε μία γραμμή κώδικα γραμμένη προς αυτό τον σκοπό και χρειαζόντουσαν χιλιάδες ώρες εργασίας για να φτάσουμε στο σωστό συγχρονισμό για τις αλλαγές.

Μέσα σε αυτή την δεκαετία ζωής του DCT, ποια νομίζεις πως ήταν η μεγαλύτερη εξέλιξη που υπήρξε

Είναι αδύνατο να καθορίσω ένα μόνο σημείο γιατί το σύστημα αυτό εξελίσσεται συνέχεια όλο αυτό το διάστημα, όχι απλά για να βελτιώσουν την λειτουργία του, αλλά και για να προσαρμοστεί καλύτερα στα διαφορετικά χαρακτηριστικά κάθε μοντέλου.

Από τα πρώτα μεγάλα βήματα ήταν η επιστροφή στην αυτόματη λειτουργία όταν ο αναβάτης έκανε από μόνος του κάποια αλλαγή. Τώρα στο DCT μπορείς να κατεβάσεις σχέσεις, γιατί ας πούμε έρχεται μία απότομη στροφή και θέλεις το φρένο του κινητήρα, και το κιβώτιο θα ξανά ανεβάσει στην έξοδο και θα συνεχίσει την αυτόματη λειτουργία. Χρειάζεται εξαιρετικά πολύπλοκος προγραμματισμός για να πετύχεις κάτι τέτοιο, διότι αυτό συνήθως συμβαίνει σε ιδιαίτερες οδηγικές συνθήκες και το κιβώτιο να προβλέπει και καταλαβαίνει τις προθέσεις του αναβάτη με ακρίβεια κάθε φορά. Ιδιαίτερα αν επιταχύνει για να προσπεράσει ή κατεβάζει για να στρίψει ή γιατί έρχεται κατηφόρα. Δεν γυρνάς απλά στην αυτόματη λειτουργία μετά από μερικά δευτερόλεπτα λοιπόν, δεν είναι τόσο απλό.

Αργότερα αλλάξαμε τον τρόπο που δίνουμε γκάζι στα κατεβάσματα για να συγχρονίσουμε στροφές κινητήρα και να κάνουμε τις αλλαγές ομαλές. Έπρεπε να επέμβουμε και στον PGM-FI ψεκασμό για να πετύχουμε τον τέλειο συγχρονισμό.

Φτιάξαμε και το λεγόμενο ‘Adaptive Clutch Capability Control’ που σημαίνει πως διαχειριζόμασταν το φρένο του κινητήρα με τέτοιο τρόπο ώστε να πατινάρουμε τον συμπλέκτη όσο πρέπει ώστε να ομαλοποιήσουμε την επιτάχυνση.

Από την άλλη πλευρά ο διακόπτης G, που είδαμε στα CRF1000L και μετά στα X-Adv και που τώρα είναι επιλογή σε μενού αντί για διακόπτης, δίνει περισσότερη αμεσότητα στις αλλαγές και επιτρέπει στον αναβάτη να σπινάρει τον πίσω τροχό ελεγχόμενα.

Επιτρέψαμε επίσης στο σύστημα να προσαρμόζεται με τις διαφορετικές καταστάσεις λειτουργίας που ο αναβάτης επιλέγει από το μενού της μοτοσυκλέτας για την απόκριση του ψεκασμού, ώστε αντίστοιχα να μειώνεται ο χρόνος των αλλαγών και κατά επέκταση η αμεσότητά τους.

Στην Africa Twin του 2020 επίσης, η σύνδεση του συστήματος με την IMU βοηθά να προσαρμοστούν οι αλλαγές πάνω στην κλίση της μοτοσυκλέτας.

Οπότε το σύστημα έχει προοδεύσει πολύ και θα συνεχίσει να το κάνει. Κι αυτό είναι ένα από τα προτερήματά του και θα συνεχίσει να το κάνει…

Εσύ προσωπικά, ποιο θα έλεγες πως είναι το πλεονέκτημα στο DCT;

Σου αδειάζει το μυαλό από μία λειτουργία και σε αφήνει να συγκεντρωθείς στο πιο σημαντικό κατά την οδήγηση, στις στροφές και στο να επιλέγεις την κατάλληλη γραμμή, το σημείο που θα φρενάρεις και θα επιταχύνεις. Από εκεί και πέρα είναι ταυτόχρονα και εύκολο και άμεσο. Δηλαδή δεν έχει πλέον έναν συμπλέκτη να διαχειριστείς μέσα στην κίνηση, δεν θα σβήσει ποτέ η μοτοσυκλέτα δεν θα έχεις ποτέ μία άστοχη αλλαγή. Την ίδια στιγμή που εξακολουθείς να έχεις την αμεσότητα που σου φέρνει ένα κιβώτιο που έχει κανονικές σχέσεις, που μπορείς να αλλάξεις κατά βούληση αν το θέλεις.

Στο μέλλον τι θα ήθελες να δεις για το DCT;

Προσωπικά θα ήθελα να δω το DCT στο Dakar! Σε έναν τέτοιο αγώνα αντοχής που η κούραση του αναβάτη είναι το κυρίαρχο και η συγκέντρωσή του στην οδήγηση το πιο βασικό, είναι ένας τομέας που το σύστημα θα μπορούσε να βοηθήσει αρκετά.

Συχνά βλέπουμε πόσο έκπληκτοι μένουν οι αναβάτες από την βοήθεια που τους δίνει το DCT στο χώμα, καθώς οι αλλαγές ταχυτήτων ενώ είσαι όρθιος στα μαρσπιέ δεν είναι το πιο εύκολο και σου κλέβει ενέργεια και συγκέντρωση, χώρια που με το DCT δεν θα σβήσει ποτέ, σε καμία ανηφόρα.

Πόσο διαφορετικός είναι ο χειρισμός από μοντέλο σε μοντέλο;

Κύρια διαφορά είναι ο συγχρονισμός των αλλαγών. Κάθε μοντέλο είναι διαφορετικό. Για παράδειγμα ο προγραμματισμός των αλλαγών στο X-ADV είναι πιο σπορ από εκείνον στο Integra καθώς όλα συμβαίνουν πιο ψηλά στο στροφόμετρο για να έχεις περισσότερο φρένο κινητήρα. Κάθε μοντέλο προγραμματίζεται με τελείως διαφορετικό συγχρονισμό για να έχει τον δικό του χαρακτήρα.

Τι έχεις να πεις στους αναβάτες που δεν θέλουν να ακούσουν για το DCT;

Παρακαλώ να του δώσετε μία ευκαιρία. Χρειάζεται ένα χρονικό διάστημα προσαρμογής αλλά σου ανοίγει καινούριες προοπτικές στην οδήγηση…

Τι μοτοσυκλέτες έχεις τώρα; Και ποιες από αυτές οδηγείς;

Ένα XR250R ’91 ένα Monkey του ’82 κι ένα Ducati Monster 750 του 2001. Καθημερινά οδηγώ το Ducati και έχω τα υπόλοιπα για μεταφορές.

Έχεις τα τελευταία δέκα λίτρα βενζίνης στον κόσμο, τι κάνεις

Τα δίνω σε έναν άλλο και δουλεύω για έναν κόσμο που δεν βασίζεται στο πετρέλαιο

Να εδώ τι θα κάναμε εμείς με τα τελευταία δέκα λίτρα, όπως τα γράφαμε πριν από δέκα χρόνια στο ΜΟΤΟ!!!!

 

 

 

 

 

 

  

Ετικέτες