Mega Test 2017-Errata & όσα πρέπει να περιμένετε στο “Story”

Η μεγάλη περιπέτεια των νέων on-off!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

13/7/2017

Στο φετινό Mega Test, το συγκριτικό, έχουμε κάνει ένα μεγάλο λάθος. Γράψαμε πως το KTM 1090 Adventure R δεν έχει tubeless αλλά ελαστικά με σαμπρέλα, όπως το Africa Twin! Είναι ένα σοβαρό λάθος που - όπως μερικές φορές συμβαίνει με τα σοβαρά λάθη – έχει μία πολύ απλοϊκή εξήγηση. Δεν χρειάζεται δικαιολογία όμως, γιατί τώρα έγινε, συνέβη, έχει γραφτεί και τυπωθεί. Μέχρι λοιπόν να έρθει το επόμενο τεύχος και να το επικοινωνήσουμε εκεί, κρατήστε πως το KTM 1090 Adventure R δεν έχει σαμπρέλες, αλλά στην έκδοση R πάλι περιορίζεται η τελική ταχύτητα, όπως συμβαίνει με το Africa Twin που το ταχύμετρο ανεβαίνει χωρίς να ανεβαίνουν τα πραγματικά χιλιόμετρα. Αν αλλάξεις το χωμάτινο ελαστικό η τελική ταχύτητα στο 1190 Adventure R παύει να περιορίζεται ηλεκτρονικά, τόσο απλά. Κι έτσι η επισκευή του ελαστικού στο KTM είναι μία πιο απλή υπόθεση και οι περιορισμοί του λιγότεροι.

Δεν είναι ούτε το πρώτο και μάλλον δεν θα είναι και το τελευταίο λάθος που κάνουμε, δεν είναι άλλωστε ανθρώπινο να μην γίνονται λάθη. Το Mega Test – Το Συγκριτικό - είναι ένα κείμενο που αγγίζει τις 16.000 λέξεις, είναι τεράστιο, και κάθε φορά αναμένεται από τους αναγνώστες με ανυπομονησία και τους ανθρώπους των εταιριών με μία μίξη περιέργειας και αγωνίας για το τι έχει γραφτεί για τις μοτοσυκλέτες που τους ενδιαφέρουν. Είναι από τις συγκριτικές δοκιμές που στο περιοδικό δίνουμε την μεγαλύτερη έκταση καθώς εκτείνεται σε δύο τεύχη, παρουσιάζοντας σε δεύτερο στάδιο την ιστορία της περιπέτειας αυτούσια, απαλλαγμένη από την σύγκριση των μοτοσυκλετών που έχει προηγηθεί. Είναι μία παράδοση που ξεκίνησε από τους αναγνώστες μας, που εκτός από τις μοτοσυκλέτες, ζητούσαν να μάθουν περισσότερα για το τι συνέβη μία εβδομάδα στα βουνά, για τα μέρη που είδαμε και την διαδρομή.

Παραδοσιακά επίσης μπαίνει στο τεύχος Αυγούστου, ένα τεύχος που έχει μεγάλη πιθανότητα να διαβαστεί εξ ολοκλήρου σε μία παραλία και να επηρεάσει μελλοντικά σχέδια για βόλτες και ταξίδια. Τα «Mega Test», ιδιαίτερα όσα ξετρύπωναν τα ξεχασμένα χωριά των Βαλκανικών χωρών, εκείνα που σου λένε σε πιο ξέφωτο να κοιμηθείς στο Μαυροβούνιο, πιο ποτάμι να διασχίσεις στην Αλβανία, ποια πόρτα θα χτυπήσεις στην Βουλγαρία για να φας εξαιρετικό σπιτικό, ή πώς θα ενώσεις γνωστές περιοχές της χώρας μας από χώμα, απασχολούν για μήνες μετά την συντακτική ομάδα. Γιατί συχνά απαντάμε σε email αναγνωστών που ετοιμάζονται να κάνουν το ίδιο ταξίδι ή κάτι αντίστοιχο. Τις περισσότερες φορές απαντάμε με πράγματα που έχουν ήδη γραφτεί και το πραγματικό νόημα του μηνύματος είναι απλά για να δοθεί το έναυσμα, μία τελευταία σπρωξιά, σαν ένα φιλικό χτύπημα στην πλάτη που θα βοηθήσει για να παρθεί η απόφαση. Για αυτό και πολλές φορές καταλήγει σε τηλέφωνο: «Να πάμε; Θα είμαστε ασφαλείς; Να πάμε κι εκεί ή από εκεί;»…

Κάνουμε πολλά συγκριτικά στο περιοδικό, αν κι έχει περάσει λίγος καιρός από την τελευταία φορά που κάναμε ένα αντίστοιχο συγκριτικό –σε έκταση κειμένου- με superbike. Είναι δύσκολο να συγκεντρώσουμε στην Ελλάδα τις εξωτικές –πλέον- μοτοσυκλέτες, αλλά κάπως πάντα τα καταφέρνουμε. ‘Οπως την τελευταία φορά που είχαμε superbike που ο ξένος τύπος ακόμα δεν είχε οδηγήσει! Είναι κι αυτά τα συγκριτικά εξίσου επικά, όσο το ταξίδι με τις μεγάλες Adventure μοτοσυκλέτες, απλά η ιστορία της περιπέτειας στην πίστα δεν νομίζουμε πως χρειάζεται να πάρει την έκταση που έχει το ταξίδι του Mega Test. Εκεί το βράδυ μαγειρεύουμε ή «μαγειρεύουμε» αφού μερικές φορές δεν πετυχαίνει το εγχείρημα, πειράζουμε ο ένας τον άλλο, λέμε ιστορίες και εξερευνούμε το μέρος. Στο συγκριτικό των Superbike το ίδιο βράδυ απλά κοιτάμε το ταβάνι βγάζοντας μία κραυγή, μέχρι να κοιμηθούμε με ανοικτά, γουρλωμένα μάτια… Δεν έχεις λοιπόν και πολλά να γράψεις σαν ιστορία, πέρα από τα πάντα για τις ίδιες τις μοτοσυκλέτες.

 

Στο φετινό Mega Test πήγαμε κάπου που είχαμε πάνω από 15 χρόνια να το επισκεφτούμε σαν προορισμό για αυτό το συγκεκριμένο συγκριτικό. Πήγαμε στην Πελοπόννησο και παίξαμε ένα μεγάλο κρυφτό με την χειρότερη καταιγίδα που πέρασε φέτος από την Ελλάδα, βυθίζοντας την ανατολική χώρα από την Θεσσαλονίκη μέχρι την Αθήνα και τα νησιά, κάτω από πολλά χιλιοστά νερού. Δεν καταφέραμε ούτε μία μέρα να μην γίνουμε «τσακωτοί» από την βροχή, είτε λίγο είτε πολύ, από την οποία σωθήκαμε εξαιτίας των “made in Greece” αδιάβροχων της Anorak - και είμαστε πολύ περήφανοι που κάτι φτιαγμένο στην Ελλάδα, έχει τέτοια απόδοση. Εκείνο το Mega Test στο Μαυροβούνιο θα είχε εξελιχθεί πολύ καλύτερα αν τα είχαμε και τότε μαζί μας…

Προσπαθήσαμε επίσης να ξεφύγουμε από τον πολιτισμό, καθώς το βασικό χαρακτηριστικό του Mega Test είναι να αποφεύγει όπως ο διάολος το λιβάνι την ανθρώπινη παρουσία, κι αυτό δεν είναι εύκολο στην Πελοπόννησο με τα διάσπαρτα μικρά χωριά σε κοντινή απόσταση. Κι όμως η εικόνα δεν ήταν αυτή, έρημοι χωματόδρομοι, χωριά με ένα – δύο κατοίκους και ανοικτό καφενείο, χωρίς ιδιοκτήτη: Μπες, κάτσε, φάε-πιες μόνος σου, και άσε ότι έχεις ευχαρίστηση! Χωριά που τα φώτα στους δρόμους ήταν η μόνη ζωή το βράδυ, ξεδιπλώνοντας ένα απόκοσμο σκηνικό μπροστά στα πόδια μας όταν το κοιτούσαμε από ψηλά, από εκεί που θα περνούσαμε το βράδυ μας. Μπήκαμε σε μονοπάτια και μπλέξαμε με ρυάκια, από εκείνα που με τα πόδια περνάς με σχετική ευκολία και με τις μεγάλες on-off με μεγάλη δυσκολία. Γιατί αν οι δύο κοντινές όχθες έχουν ύψος κοντά στο ένα μέτρο, ή απλά το ρυάκι είναι διάσπαρτο με μεγάλες κοτρόνες στην χαμηλή του κοίτη, τότε έχεις μερικά ενδιαφέροντα προβλήματα με τις μοτοσυκλέτες των διακοσίων και βάλε κιλών, την στιγμή που με μία enduro, είτε απλά θα κόμπιαζες, είτε δεν θα έκλεινες καθόλου το γκάζι…

Αν αυτές ήταν απλές δυσκολίες, είχαμε έπειτα και πολύ καλές περιπέτειες. Από την δυνατή ζέστη, που με την απειλή της βροχής ο αέρας είχε μία υγρασία που σου έκοβε την ανάσα, ανεβήκαμε στα 2.300 μέτρα. Τυλιχτήκαμε σε πυκνή ομίχλη και γεμίσαμε τα πνευμόνια με παγωμένο αέρα, πατώντας το τελευταίο χιόνι! Ψάχναμε το σημείο που θα βάλουμε ότι είχαμε μαζί μας για να σταματήσουμε το κρύο που ήθελε να φτάσει στα κόκκαλα, αλλά ήταν αδύνατο να παλέψει κανείς με τον δυνατό αέρα που μπορούσε να σηκώσει μοτοσυκλέτα από το σταντ! Μπήκαμε σε βουνά με τόσο πράσινο και παχύ δάσος που στις φωτογραφίες γνωστοί και φίλοι αδυνατούσαν να πιστέψουν πως είναι στην Πελοπόννησο.. δεν έχουν όλοι αντιληφθεί πως από τις παραλίες και τον γεμάτο πέτρα νότο, η Πελοπόννησος έχει τεράστια βουνά καλυμμένα –ευτυχώς- με δάση!

Αυτές τις ιστορίες θα διαβάσετε στο επόμενο τεύχος, στο δεύτερο κομμάτι για το Mega Test, την πιο επική περιπέτεια με όλες τις νέες μεγάλες on-off στην χρήση για την οποία έχουν φτιαχτεί: Να ταξιδέψουν μία παρέα φίλων με τις αποσκευές τους από ξεχασμένους χωματόδρομους, επαρχιακούς με στροφές, να μπλέξουν σε δρόμους που έχουν κλείσει από κατολισθήσεις και να περάσουν απέναντι. Ραντεβού στο επόμενο τεύχος λοιπόν, για όλα αυτά!

Αν βέβαια φτάσατε ως εδώ, αυτό σημαίνει πως είσαστε ένας από τους πολλούς αναγνώστες του MOTO, καθώς έχετε σπάσει όλα τα στατιστικά που δίνονται για την έκταση που πρέπει να έχει ένα κείμενο στο διαδίκτυο. Κι έχοντας φτάσει εδώ, με εσάς, έναν από τους αναγνώστες μας, είναι ευκαιρία να επιστρέψουμε στην αρχή, σχετικά με το λάθος που έγινε στο φετινό συγκριτικό. Βλέπετε αυτό το λάθος είναι μία πάσα σε κάθε επικριτή, είναι ένα μικρό αυτογκόλ δικό μας. Το Mega Test, όπως και κάθε άρθρο του περιοδικού, γίνεται πάντα αντικείμενο συζήτησης, στην εποχή μας διαδικτυακής περισσότερο, παλιότερα σε καφετέριες κλπ… Πατώντας στο λάθος αυτό, είδαμε να χτίζεται επιχειρηματολογία και για την άποψη από συνεργάτες εταιριών που νιώθουν πως θίγονται οι μοτοσυκλέτες τους. Πάντα συνέβαινε αυτό, και πάντα συμβαίνει - στην Ελλάδα είμαστε άλλωστε. Απλά τα προηγούμενα χρόνια γινόταν σε επίπεδο πωλητή με υποψήφιο πελάτη, ωρυόταν π.χ. ο πωλητής πως δεν ξέρουμε τι γράφουμε, αν δεν του άρεσε η άποψη για την μοτοσυκλέτα που προσπαθεί να πουλήσει. Τώρα αυτές οι συζητήσεις γίνονται γραπτώς στο Facebook και μπορούμε να συμμετέχουμε όλοι. Όμως στην νέα εποχή έχει αλλάξει και η στάση των εταιριών, δεν κυνηγούν την άποψη με ακραίο τρόπο, όπως το έκαναν παλαιότερα. Ή τέλος πάντων δεν το κάνουν όλοι, καθώς πλέον υπάρχουν εταιρικές γραμμές επικοινωνίας που ορίζουν την οδό που πρέπει να ακολουθούν απέναντι σε μία αρνητική κριτική.

Ας πάρουμε το παράδειγμα της BMW, που είναι μία εταιρία με άψογη οργανωτική δομή. Είναι επίσης μία από τις εταιρίες που δεν μας δημιουργεί πρόβλημα αν υπάρξει αρνητική κριτική, φτάνει να έχουμε επιχειρήματα για όσα γράφουμε. Φανταστείτε λοιπόν κάποιον πωλητή ή συνεργάτη, να ξεφεύγει από αυτή την γραμμή και να ακολουθεί την δική του. Είτε για προσωπική ανάδειξη, για δικό του όφελος, είτε γιατί απλά δεν κατανοεί πως η άποψη για μία μοτοσυκλέτα δεν αντιπαρέρχεται με κουβέντα οπαδικού επιπέδου, όπως έχουμε συνηθίσει στην Ελλάδα, παρά μόνο με επιχειρήματα. Σε μία τέτοια κουβέντα οπαδισμού, το λάθος αυτό που κάναμε με τα tubeless ελαστικά μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως παράδειγμα. Μερικές φορές βέβαια είναι θέμα παρανόησης. Ένα κείμενο 15.000 λέξεων, που γίνονται 16.000 αν προσθέσεις και όλα τα box κτλ.. δεν γίνεται να διαβαστεί μία φορά, θέλει τουλάχιστον άλλη μία, πριν πεις ότι έχεις πάρει όλες τις πληροφορίες που θέλαμε να μεταφέρουμε. Άλλωστε για αυτό τυπώνεται στο χαρτί, για να το διαβάζει κανείς με την ησυχία του, με όλες τις λεπτομέρειες. Και κάτι τελευταίο, για να έχετε μία εικόνα πόσο δύσκολα είναι τα πράγματα στην ελληνική πραγματικότητα. Ο ειδικός τύπος διατρέχεται από «επαγγελματίες» που περιμένουν να γράψεις κάτι αρνητικό, κι έπειτα παίρνουν τηλέφωνο τους ανθρώπους των εταιριών να «μας δώσουν» τονίζοντας πως εκείνοι δεν θα έκαναν ποτέ κάτι τέτοιο! Θα ήταν αστείο, αν δεν ήταν τραγικό, γιατί αμέσως μετά στον δημόσιο λόγο θα σπεύσουν να υπερασπιστούν την ακεραιότητα και την δημοσιογραφία. Εμείς είμαστε μία μικρή ομάδα, που από δεκαετία σε δεκαετία έχει διαφορετική σύσταση, αλλά πριν αλλάξει συστατικά ομογενοποιείται πάντοτε με βάση εκείνη την αρχική παρέα, πριν από 32 χρόνια! Κι ένα από τα βασικά είναι να μιλάμε πάντα μέσα από την δουλειά μας, πάντα με επιχειρήματα, πάντα ανεξάρτητα. Αυτογκόλ λοιπόν από την πλευρά μας σε αυτή την περίπτωση αλλά και ένα καλό τεστ, γιατί φαίνεται πόσο συζητιέται η άποψη του περιοδικού!

 

Ολική επαναφορά σε Husqvarna WR360!

Όταν το πάθος γίνεται... κόλλημα!
17/10/2019

Το να δίνεις ξανά ζωή σε μια μοτοσυκλέτα που για πολλούς έχει παραδώσει εδώ και πολύ καιρό πνεύμα, προϋποθέτει απόλυτη αφοσίωση, υπομονή κι επειμονή. Με άλλα λόγια πρέπει να είσαι "κολλημένος" μ' αυτό για να έχει ελπίδες να φτάσεις στο επιθυμητό αποτέλεσμα. Μια τέτοια περίπτωση είναι αυτή του Αλέξη Στεφανίδη κι ενός Husqvarna WR360, ενός ανθρώπου που ακόμη κι από το μακρινό Καζακστάν όπου ζει και εργάζεται, βρίσκει τον τρόπο να πετυχαίνει τους στόχους του. Ακολουθεί το... "manual ικανοποίησης πάθους" για όσους είναι ταγμένοι στο κόλλημα του restoring.

 

Κολλήματα

 

Του Αλέξη Στεφανίδη

Φωτό: του ιδίου, Λεωνίδας Γερμανόπουλος

 

Μπορώ να γράψω στην κυριολεξία εκατοντάδες λόγους γιατί τρελαίνομαi ή μάλλον... γιατί "κόβω φλέβες" για μοτοσυκλέτες, αλλά για να μην γίνω βαρετός και γραφικός, σήμερα θα αναφέρω μόνο έναν και αγαπημένο…

Το τι εστί μοτοσυκλέτα για τοv καθένα είναι μεγάλη κουβέντα. Για κάποιους είναι απλά ένα πρακτικό μεταφορικό μέσο. Άλλοι το μεταφράζουν απλά σε "endo- πάντα-σούζα και λεζάντα". Μια μερίδα τις θεωρεί επικίνδυνες όσο και η οπλοκατοχή στην Αμερική. Τόσο επικίνδυνες που δεν θέλουν να τις βλέπουν ούτε παρκαρισμένες. Αλλά, υπάρχει και μια κατηγορία ανθρώπων, που γι' αυτούς δεν είναι απλά πάθος ή αγάπη...

Μάιος μήνας και έχω έρθει στην Ελλάδα για σύντομες διακοπές. Εδώ και χρόνια ζω και εργάζομαι στο εξωτερικό, σε μια πολύ κρύα χώρα και χρειαζόμουν λίγο ήλιο και ζέστη. Φυσικά, άνοιξη χωρίς μηχανή δεν γίνεται, αλλά η δικιά μου αποφάσισε την πιο άκυρη στιγμή να μου κάνει "ηλεκτρονικές κόνξες". Για καλή μου τύχη ο μηχανικός κατανοούσε πλήρως την κάψα του ξενιτεμένου και έκανε πέρα άλλες δουλειές για να πάρω και εγώ λίγη χαρά το δεκαήμερο των διακοπών. "Έλα να την πάρεις το απογευματάκι μετά τις 17:00, θα στην έχω έτοιμη", μου λέει.

Από την ανυπομονησία μου έφτασα νωρίτερα, (μεσημέρι για την ακρίβεια) και φυσικά το συνεργείο ήταν κλειστό. Καθώς περίμενα έξω, σκάει ένα Cagiva Elefant (ναι, οι Ιταλοί "EleFant" το γράφουν όχι "ElePHant"). Ο αναβάτης, ήταν ένας πενηντάχρόνος - βαθειά ατημέλητος κυριούλης. Η έκφραση, τα κόκκινα μάτια, τα κατασημαδεμένα χέρια, το "σπασμένο" πρόσωπο και το γενικό παρουσιαστικό, παρέπεμπαν σε άνθρωπο που δεν είχε εύκολη ζωή. Όντας ιταλόφιλος, το Elefant μου κίνησε το ενδιαφέρον και καθώς γυρόφερνα την μηχανή του, με μισο-κοίταξε και με κοφτό, αυστηρό και απόμακρο λόγο με ρωτάει: "Εδώ φτιάχνουν Ducati και λοιπά ιταλικά;"

Εγώ αντί να τον κατατοπίσω απάντησα με ερώτηση: "Αυτό το Elefant Bi-Faro δεν ήταν στο car.gr; Άψογο το έχεις για τα χρόνια του!"

"Τι ξέρεις εσύ για τα Bi-Faro ρε μικρέ;"

Εκεί είχε τελειώσει το θέμα. Ο άνθρωπος ζωντάνεψε, το πρόσωπο του έλαμψε, τα μάτια του γυάλισαν και άρχισε να μου μιλάει ακατάπαυστα. Και τι δεν μου είπε... Πότε το πήρε, γιατί το πήρε, πόσο το πήρε, πού έχει πάει με αυτό. Μάντρες που πήδηξε κάπου στην μέση του πουθενά για να γλυτώσει από κάτι αγριόσκυλα, όταν σε ένα χωράφι πήρε το μάτι του ένα πεταμένο Elefant. Στην προσπάθεια του να βρει και να παρακαλέσει το ιδιοκτήτη να του το πουλήσει, ο τύπος πήγε να χάσει το πόδι του από δύο Rottweilers! Και για τί; Για να σώσει ένα κατασκουριασμένο Elefant με τα μισά εναπομείναντα ανταλλακτικά πάνω του...

Καταλάβατε λοιπόν; Ο εν λόγω κυριούλης δεν ήταν τυχαίος. Ήταν Cagiva-freak και πιο συγκεκριμένα φανατικός "Κατσιβοελεφαντάκιας". Και η συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα ήταν η μία από τις τέσσερις Elefant που είχε στην κατοχή του! Η όρεξη και η ενέργεια ξαφνικά ξεχείλιζαν στον λόγο του. Και όσο περνούσε η ώρα, με την συζήτηση "μαλάκωσε" και ήρθαν τα χαμόγελα και τα γέλια. "’Ασε φιλαράκι. Έχω τρελό κόλλημα με τα Elefant" μου λέει ντροπαλά.

Εδώ τι να πεις; Respect Level 1.000.000! Κύριε μου, μπορεί να τα είπαμε μόνο για μια ώρα αλλά να ξέρετε σας θαυμάζω εσάς και το "κόλλημα" σας. Αυτά τα "κολλήματα" είναι κάτι που λατρεύω στη μοτοσυκλετιστική κουλτούρα. Για κάποιους από εμάς η μοτοσυκλέτα είναι και άποψη. Η επιλογή του μοντέλου (και πολλές φορές η χρονιά παραγωγής) είναι σαν μία δήλωση για το ποιος είσαι. Γιατί πίσω από το "κόλλημά" μας κρύβονται πολλά περισσότερα στοιχεία της ψυχοσύνθεσης μας: Αισθητική, βιώματα, γνώσεις, προτιμήσεις, στάσεις ζωής κλπ. Και γι' αυτό υπάρχει αυτή η καταπληκτική ποικιλότητα κολλημάτων εκεί έξω. Ducatisti, Varaderάκηδες, ΧTάκηδες, Guzzisti και λοιπές υποκουλτούρες σαν τον προαναφερθέντα Κατσιβοελεφαντάκια, που κάνουν την συνολική μοτοσυκλετιστική εμπειρία άκρως πιο ενδιαφέρουσα.

14 ώρες στο δρόμο για Καβάλα και πίσω. Αυτά ήταν τα μόνα 10 λεπτά που σταματήσαμε για διάλειμμα

 

Status quo

Όπως και αυτοί, έτσι και εγώ έχω το κόλλημα μου. Και είναι ξεκάθαρα βιωματικό και συναισθηματικής φύσεως. Πίσω στα τέλη των '90ies, όταν ήμουν ακόμα λυκειόπαιδο, έξω από τα σχολεία και τις πλατείες, εκτός από παπιά και scooters του Piaggio Group, οι πιο τυχεροί είχαν στην κατοχή τους Honda NSR 250, Yamaha WR 200 και Suzuki RGV-Γ 250. Απομεινάρια ιαπωνικών παραεισαγωγών, καθώς τα περισσότερα ήταν με τα μισά πλαστικά και κακοσυντηρημένα. Αν ήσουν λίγο μεγαλύτερος και εκκεντρικός στην καλύτερη να είχες KTM LC4 640 ή το Duke.

Στους λυκειακούς άγραφους νόμους, όσο πιο καλή η μοτοσυκλέτα, τόσο πιο αποτελεσματική η αναρρίχηση στις ιεραρχίες των "εφηβικών καστών". Παραδείγματος χάριν, με ένα Honda CR 250, ο σπασίκλας της τάξης μέσα σε μια μέρα μπορούσε να μεταλλαχτεί σε celebrity όλων των σχολείων του δήμου. Δεν υπήρχε πιο αποτελεσματικό make-over από την αγορά μιας μοτοσυκλέτας. Μία καινούρια μηχανή στην πλατεία ήταν πάντα ένα μεγάλο γεγονός και αντικείμενο συζήτησης για μέρες.

Εντούτοις, τίποτα δεν με προετοίμασε για το σοκ που με περίμενε ένα βράδυ Παρασκευής, όταν ένας φίλος μας (εν ονόματι Bέγγος και ουδεμία σχέση με τον γνωστό ηθοποιό) θα πάρκαρε στην πλατεία ένα ολοκαίνουργιο Husqvarna WR 360 του 1999. O εν λόγω τύπος είχε αποφασίσει ότι ακόμα και τα KTM LC4 άρχιζαν να δείχνουν κοινότυπα και όφειλε να κάνει μια νέα, ηχηρή δήλωση για το ποιος έχει την καλύτερη μηχανή. Και αν τα κατάφερε λέει... Ένα χρόνο μετά κυκλοφορούσαν άλλα τέσσερα-πέντε Ηusky WR/WRE 125 στα περίχωρα.

Αλλά, υπάρχει και μια κατηγορία ανθρώπων, που γι' αυτούς δεν είναι απλά πάθος ή αγάπη...

Από που να αρχίσω για το WR; Τα χρώματα του; Ο συνδυασμός άσπρου, κίτρινου και μπλε σε συνδυασμό με τα πολύ ιδιαίτερα γραφικά και πλαστικά φωνάζανε Made in Europe. ‘H να πω για την ολόισια μακριά εξάτμιση που ήταν σαφώς πιο όμορφη από των αντίστοιχων ΚΤΜ ΕΧC και TΜ-EN που είχαν ένα ενοχλητικό και παλαιϊκό "τσάκισμα" στην σχεδίαση τους. Στην εποχή του τελειομανή Castiglioni, δινόταν ιδιαίτερη προσοχή στην Husqvarna: τoν θυρεό της εταιρείας τον έβρισκες και στο παραμικρό πολυμερές εξάρτημα, όπως και στα καπάκια μαγνησίου και την κεφαλή του κινητήρα. Ο κυβισμός της μοτοσυκλέτας ήταν και αυτό ευρωπαϊκο σήμα κατατεθέν: 349 δίχρονα κυβικά εκατοστά! Ψαρωτικό έτσι; Ποιος τους σκέφτεται αυτούς τους κυβισμούς στην Ιαπωνία, που όλα τα θέλουν τυποποιημένα σε 50, 125, 250, 500, 750 και ούτω καθεξής; Και άλλο να λες έχω "ΧΟΥΣΚΒΑΡΝΑ ΝΤΑΜΠΛ ΓΙΟΥ ΑΡ ΤΡΙΑ-ΕΞΗΝΤΑ". Σαφώς και ακούγεται πιο μπρουτάλ από το να λες απλά έχω "ΓΙΑΜΑΧΑ ΝΤΙ ΤΙ" ή "ΧΟΝΤΑ ΣΙ ΑΡ ΕΜ".

Και πέρα από τα εξωτικά περιφερειακά (Marzocchi πιρούνι, Brembo φρένα κλπ), το καλύτερο απ’ όλα ήταν ο άκρως μεταλλικός ήχος από τον δίχρονο κινητήρα του, που ήταν αδύνατον να τον μπερδέψεις με άλλο αντίστοιχο μοντέλο. Τον άκουγες πέντε τετράγωνα παρακάτω. Κάθε φορά που πέρναγε ο Βέγγος έξω από το σπίτι μου, πεταγόμουν έξω στο μπαλκόνι να τον ακούσω. Και όσο χανόταν ο ήχος στον ορίζοντα με έπιανε μια μικρή θλίψη που δεν μπορούσα να το ακούσω άλλο. Πριόνι σε στεροειδή λέμε! Αναρωτιόμουν τότε, στο μακρινό 1999: "Γίνεται καλύτερα;" Κι η απάντηση είναι ΝΑΙ! Γιατί για το 2000, οι Ιταλοί κατάφεραν να το κάνουν ακόμα πιο όμορφο και επιθετικό, με νέα "κοφτερά" πλαστικά που στένευαν την σιλουέτα του. Επιπλέον, ο νέος χρωματικός συνδυασμός κίτρινου-άσπρου-μαύρου-μπλε το έκανε ακόμα πιο άγριο. Περιττό να πω ότι όλα τα σχολικά μου βιβλία έγραφαν "Husqvarna WR 360". Eν τέλει, μετά από αγώνα ενός έτους, οι γονείς μου θα μου έκαναν δώρο αποφοίτησης ένα ελαφρώς μεταχειρισμένο WRE 125 του 1999. Αλλά... το "κόλλημα", είχε μείνει κόλλημα. Αλλο πράμα το WR 360 του 2000!

Το χρέπι όπως το παραλάβαμε...

 

Το όνειρο γίνεται πραγματικότητα

Βρισκόμαστε στο 2001, δεν έχω κλείσει ούτε ένα χρόνο με το WRE 125 και κάνω την πρώτη απόπειρα να το ανταλλάξω με διαφορά χρημάτων (300.000 δραχμές τότε), για να πάρω το WR 360 του Βέγγου που είχε πουληθεί σε κάποιον γνωστό του. Ο νέος ιδιοκτήτης είχε φροντίζει να το κάνει "καλοκαιρινό" από τα καπάκια που είχε μαζέψει. Εποχές ΠΑΣΟΚ βλέπεις... Τότε επιτρεπόντουσαν όλα. Μέχρι και καθαρόαιμα δίχρονα enduro σε δημόσιους δρόμους. Η απόπειρα αγοράς ήταν κίνηση εντελώς απερίσκεπτη, με δίπλωμα για μόλις 125 κυβικά. Αλλά ειλικρινά τώρα... Μπορείς να βρείς λογική σε τέτοιου είδους πάθη; Δυστυχώς ή ευτυχώς τελικά δεν τα βρήκαμε στο παζάρεμα και το όνειρο για ένα 360 έμεινε στο συρτάρι για αρκετό καιρό. Πιθανόν να γλύτωσα και εγώ το ενδεχόμενο της "ξάπλας" στους δημόσιους δρόμους.

Στα επόμενα χρόνια θα πέρναγαν αρκετές άλλες μηχανές από τα χέρια μου και η αγορά ένος WR 360 θα γινόταν δευτερεύουσα ανάγκη, κυρίως λόγω πρακτικότητας και λοιπών προτεραιοτήτων. Φοιτητής στην Αγγλία δειλά-δειλά και με οικονομίες από part time δουλειές, θα ξεκινήσω την συλλογή μοτοσυκλετών με το 360 να βρίσκεται στην λίστα των "must have". Έλα όμως που βγαίνοντας από το πανεπιστήμιο και ξεκινώντας πλέον να δουλεύω, τα 360 είχαν γίνει άφαντα από τις αγγελίες. Όχι ότι τα πούλαγαν και με τη σέσουλα το 2000.

Mέχρι που φτάνουμε ένα βράδυ τον Φεβρουάριο του 2012. Μετά από απέραντες καμμένες ανθρωποώρες στο car.gr, αναρτάται αγγελία για ένα "διχίλιαρο" 360 στην Καβάλα. Πετάγομαι από το καναπέ τρομάζοντας την φίλη μου και αναμπουμπουλιασμένος από τον ενθουσιασμό παίρνω 01:00 τα ξημερώματα τον ιδιοκτήτη της μοτοσυκλέτας.

"Ναι καλησπέρα ή καλημέρα... Δεν ξέρω... Τέλος πάντων... Συγνώμη για την ενόχληση για το Husqvarna ήθελα να ρωτήσω."

"Καλά ρε φίλε στον ύπνο σου το έβλεπες;"

"Βασικααααά... ΝΑΙ! Λοιπόν έρχομαι να το πάρω σήμερα! ΜΗΝ ΤΟΛΜΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΟ ΔΩΣΕΙΣ ΑΛΛΟΥ!!!"

"Κοίτα να δεις που όλοι μου έλεγαν ότι θα το παντρευτώ το Husky..."

Στις 04:00 τα ξημερώματα είμαστε ήδη στην εθνική με έναν κολλητό μου που εθιμοτυπικά έπρεπε να πληρώσει την νύφη για το κόλλημά μου. Ήμασταν 14 ώρες στο δρόμο με σύνολο 50 λεπτά διαλειμμάτων: 40 λεπτά για την μεταβίβαση στην Καβάλα και ένα διάλειμμα 10 λεπτών στον γυρισμό. Aπό την Καβάλα το WR θα βρεθεί στο σαλόνι του σπιτιού μου περιμένοντας υπομονετικά την ανακατασκευή του, αφού ουσιαστικά αυτό που αγόρασα δεν ήταν παρά ένα χρέπι με την σωστή χρονολογία κατασκευής.

Αναγέννηση!

Από το 2012 μου πήρε πέντε ολόκληρα χρόνια για να ξεκινήσω την ανακατασκευή του. ‘Επρεπε να βρεθούν τα χρήματα (βασικότατον) και τα ανταλλακτικά, με τα γνήσια αυτοκόλλητα να είναι ο μεγαλύτερος πονοκέφαλος της έρευνας. Για τα εργοστασιακά αυτοκόλλητα πραγματικά έψαχνα για πέντε χρόνια μανιωδώς και παντού, με μηδενικό αποτέλεσμα. Μέχρι και στις επισκέψεις μου στο εργοστάσιο του Varese, ρωτούσα αν τυχόν τους είχε ξεμείνει stock, αλλά η απάντηση ήταν αρνητική.

Ξάφνου, μια μέρα ψάχνοντας στο internet για ανταλλακτικά μιας μηχανής φίλου, έπεσα κατά τύχη πάνω σε χρυσωρυχείο στην Αγγλία! Φυσικά και οι τακτικές μου στο υπεραστικό τηλέφωνο δεν είχαν αλλάξει, μόνο η γλώσσα επικοινωνίας:

"ΝΤΟΝΤ ΓΙΟΥ ΝΤΕΡ ΤΟΥ ΓΚΙΒ ΔΕ ΧΑΣΚΙ ΣΤΙΚΕΡΖ ΤΟ ΑΝΥΓΟΥΟΝ ΕΛΣ. ΟΚΕΪ ΣΕΡ????"

Με την αγορά των αυτοκόλλητων ήμουν πλέον έτοιμος για να αρχίσω την ανακατασκευή. Στο μυαλό μου από το 2000, είχα φανταστεί ξανά και ξανά πως θα ήθελα να ήταν το προσωπικό μου 360: Aπόλυτα stock με μικρές αισθητικές παρεμβάσεις, όπως άσπρο πλαίσιο με μαύρες ζάντες και μαύρα περιφερειακά που δεν θα χάλαγαν την εργοστασιακή εμφάνιση, αλλά θα έδιναν αυτό το έξτρα κατιτίς που ήθελα. Έγραψα μια μακροσκελή λίστα με μικρές λεπτομέρειες που είχαν σημασία για μένα. Εδώ δεν μιλάμε για μια μοτοσυκλέτα απλά. Εδώ μιλάμε για το κόλλημά μου, την μοτοσυκλετιστική βιτρίνα του "είναι" μου. Τίποτα δεν έπρεπε να είναι λάθος, γι' αυτό μόνο στον μηχανικό μου (Δημήτρης Mπίνης – What a Bike) θα μπορούσα να εμπιστευτώ το project. Άμα δεν έχεις μηχανικό που να νιώθει την καψούρα και τις ανησυχίες σου, τότε έχεις πρόβλημα. Ο Δημήτρης πήγαινε την λίστα κατά γράμμα στο σημείο που χρειάστηκε να με επαναφέρει στην σωστή γραμμή, όταν κατάλαβε ότι πήγαινα να αποκλίνω από το αρχικό σχέδιο, λόγω δυσκολίας εύρεσης κάποιων ανταλλακτικών. Όταν έπεφτα σε αυτήν την παγίδα με κοίταγε με μισό μάτι και μου έλεγε με αυστηρότητα δασκάλου: "Αλέξη, εγώ αυτό δεν το βάζω, έτσι; Μαύρο γράφει η λίστα, ΜΑΥΡΟ! ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΒΡΟΥΜΕ ΜΑΥΡΟ! Με δουλειές ψιλικοκό δεν θα βγάλουμε άκρη."

Τα προβλήματα όμως δεν σταμάτησαν στην εύρεση γνήσιων ανταλλακτικών και στις στιλιστικές επεμβάσεις. Το χειρότερο πράμα που μπορείς να κάνεις σε μια μηχανή είναι να την αφήσεις αδούλευτη για χρόνια. Τα πέντε χρόνια ακινησίας φάνηκαν όταν ο Δημήτρης έλυσε τον κινητήρα. Το ψυκτικό είχε γίνει σαν ζαχαρωμένο μέλι, κάνοντας το καθάρισμα του κινητήρα ακόμα πιο δύσκολο. Εννοείται πως φλάντζες, πιστόνια και λοιπά αντικαταστάθηκαν. Το πίσω στεφάνι της ζάντας φάνηκε να είχε "ανοίξει" και είχε μπαλωθεί με άθλιο τρόπο. Γι' αυτό και αντικαταστάθηκε αλλάζοντας και τις ακτίνες του εμπρός και πίσω τροχού. Όσο για τον θάλαμο διαστολής της εξάτμισης... Ο πρώην ιδιοκτήτης ήταν σοβαρός εντουράς οπότε δεν χρειάζεται να εξηγήσω σε τι κατάσταση ήταν. Όσο και αν προσπαθήσαμε να την διορθώσουμε, στην "πένα" δεν ξανάγινε ποτέ. Μέχρι σήμερα, προσπαθώ να αποφασίσω αν θα φτιάξω έναν custom θάλαμο και αν πρέπει να τον βάψω ή να τον αφήσω άβαφο. Οι αναρτήσεις δέχτηκαν πλήρης περιποίηση και ρυθμίστηκαν στα κιλά μου. Εν ολίγοις η μοτοσυκλέτα έγινε βίδες όπως άρμοζε να γίνει σε μια τέτοια περίπτωση πάθους.

Το ντεπόζιτο έμεινε ως έχει αλλά όχι για πολύ. Προσπαθώ ακόμα να καταλάβω αν μπορώ να βάλω μικρότερο από το CR250 (όχι το Honda, έβγαζε και η Husqvarna CR) αλλά οι απόψεις διίστανται στα σχετικά forums. Μου περνάνε και σκέψεις για carbon…

Ο Δημήτρης δεν ήταν ο μόνος που υπέφερε από το κόλλημα μου. Στην μάχη αποκατάστασης του γέρικου enduro έπεσε και ο πολύ καλός φίλος Γιάννης Τριανταφυλλίδης από το EnduroΜΧ.gr που το πήρε προσωπικά το project. Όντας σχολικός φίλος, είχε ζήσει παιδιόθεν τον έρωτά μου για το μεγάλο δίχρονο της Husqvarna. Δεν θυμάμαι πόσες φορές έπρεπε να πάει απ’ τον Δημήτρη για να αντικαταστήσει τ’ ανταλλακτικά, γιατί πολύ απλά το ένα μου μύριζε και το άλλο μου βρώμαγε. H υπομονή, επιμονή και κατανόηση που έδειξαν μαζί μου ήταν άξια μνείας.

Το Husqvarna παρεδώθη Ιούλιο του 2017 και τελείωσε ενάμιση χρόνο μετά από προσωπικό κόπο του Δημήτρη και των υπολοίπων εμπλεκομένων. Ενάμιση χρόνο για ένα enduro; Ναι. Λόγω της παλαιότητας του μοντέλου, ακόμα και τα πιο απλά ανταλλακτικά ήθελαν αρκετό ψάξιμο για να βρεθούν. Προσθέστε τον ψυχαναγκαστικό χαρακτήρα μου και την τελειομανία του Δημήτρη και οι 18 μήνες ξαφνικά δεν φαίνονται και τόσοι πολλοί. Τι μήνες; Eδώ μου πήρε 18 ολόκληρα χρόνια για να πραγματοποιήσω αυτό το project. Άμα αυτό δεν σε στιγματίζει ως κολλημένο, τότε τι;

Πίσω στο μακρινό 2000, 18 χρονών με ένα WR 125 του 1999, ονειρευόμουν ένα WR 360

 

Και σαν μην έφτανε ο ενθουσιασμός που επιτέλους τελείωσε η ανακατασκευή του WR, πέφτει στα χέρια μου το τεύχος του ΜΟΤΟ με άρθρο του Βασίλη Καραχάλιου με τα απομνημονεύματα από το δικό του WR 400 του 1985. Ο Βασίλης έγραφε: “Κι όταν είσαι είκοσι χρονών κι έχεις λεφτά στην τσέπη, προσθέτεις κι ό,τι έχεις μαζέψει απ’ την δουλειά, αν είσαι τυχερός τσοντάρει κι ο πατέρας σου τα υπόλοιπα (ήμουν!), και πας για το όνειρο…” Για να συμπληρώσει ότι Αμερικάνικα περιοδικά της εποχής ανέφεραν το 85άρη WR 400 ως: Best enduro bike you can buy!” EYΓΕ ΡΕ ΚΑΡΑΧΑΛΙΟ Γ...*&%$ ΤΗΝ ΤΡΕΛΑ ΜΟΥ! ΡΕ ΤΙ ΧΑΡΑ ΠΟΥ ΜΟΥ ΕΔΩΣΕΣ! Πλέον μπορώ να λέω ότι υπάρχει και η υποκουλτούρα των "Χουσκβαρνονταμπλγιουαράκηδων" αφού είμαστε πλέον δύο, ταγμένοι και δηλωμένοι! Άραγε, μπορώ τώρα να ιδρύσω λέσχη;