Η γένεση της αξιόπιστης ιαπωνικής πολυπλοκότητας

Με το πλεονέκτημα της επιλεκτικής "αντιγραφής"
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

25/7/2022

Από το 1900 τα αυτοκίνητα και οι μοτοσυκλέτες είχαν ξεπεράσει το στάδιο της “πατέντας” και του “πρωτότυπου” και είχαν γίνει πλέον “βιομηχανικά προϊόντα”. Έως το 1940 οι μηχανολόγοι είχαν ανακαλύψει και είχαν δοκιμάσει τα πάντα σε ό,τι είχε σχέση με τους κινητήρες εσωτερικής καύσης. ΤΑ ΠΑΝΤΑ.

Υπερσυμπιεστές, ψεκασμοί, δεσμοδρομικά συστήματα κίνησης βαλβίδων, υγρόψυκτοι δίχρονοι, δίχρονοι με υπερσυμπιεστή, τετραβάλβιδοι θάλαμοι καύσης, εκκεντροφόροι επικεφαλής, ξηρά κάρτερ, κράματα μαγνησίου και αλουμινίου, ηλεκτρικά αυτοκίνητα, τετρακύλινδρες εν σειρά μοτοσυκλέτες, V12 και V16 αυτοκίνητα, αυτοφερόμενα πλαίσια monocoque, αναρτήσεις μοχλισμού, υδραυλικά αμορτισέρ, υδραυλικά φρένα, περιστροφικά αμορτισέρ… You name it!

 

Τετρακύλινδρη εν σειρά του 1912

Οποιαδήποτε μοτοσυκλέτα και αυτοκίνητο έχει κατασκευαστεί μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο έχει “αντιγράψει” μία ή περισσότερες τεχνολογικές λύσεις που ήδη υπήρχαν από το 1930 (οι περισσότερες από αυτές από το 1915). Οπότε όποιος κατηγορεί οποιονδήποτε για αντιγραφή βλέπει τον κόσμο μέσα από την κλειδαρότρυπα του δωματίου του, διότι στην πραγματικότητα θα πρέπει να χρησιμοποιούμε τον όρο “επιλογή” και όχι “αντιγραφή”.

 

Μέχρι το 1950 που οι Αμερικάνοι και οι Ρώσοι άρχισαν να χρησιμοποιούν μαζικά την τεχνολογία των κινητήρων Jet και των πυραύλων που είχαν πάρει από τους Ναζί, ξεκινώντας τον σκληρό ανταγωνισμό τους για την κατάκτηση του διαστήματος, τα μαχητικά αεροπλάνα χρησιμοποιούσαν κινητήρες εσωτερικής καύσης με έμβολα. Διαθέτοντας άφθονο χρήμα και τους καλύτερους μηχανολόγους του κόσμου, οι πολεμικοί αεροπορικοί κινητήρες της κάθε χώρας αποτελούσαν την τεχνολογική αφρόκρεμα, καθώς η απόδοση και η αξιοπιστία τους έκρινε το αποτέλεσμα της μάχης. Την ίδια στιγμή, τα αυτοκίνητα και οι μοτοσυκλέτες απευθύνονταν αποκλειστικά στους βαθύπλουτους και την πολύ υψηλή κοινωνία, αποτελώντας αντικείμενα επίδειξης οικονομικής δύναμης και όχι μεταφορικά μέσα. Αυτό σημαίνει πως ο βασικός στόχος των κατασκευαστών τους ήταν να εντυπωσιάσουν τους πελάτες με τις επιδόσεις και την “ανώτερη” τεχνολογία τους, υιοθετώντας κάθε τι που είχε σχέση με τα πολεμικά αεροπλάνα και δεν είναι καθόλου τυχαίο που πολλά αυτοκίνητα της εποχής είχαν στον πίνακα οργάνων τους δείκτη υψόμετρου! 

 

Κινητήρας Peugeot με δεσμοδρομικό σύστημα κίνησης βαλβίδων του 1916

Η μέγαλη διαφορά του τότε με το σήμερα είναι πως δεν υπήρχε εύκολος τρόπος να αντιγράψεις τις τεχνολογικές λύσεις μιας άλλης χώρας.

Τα ταξίδια από τη μία χώρα στην άλλη διαρκούσαν μήνες, τα πανεπιστήμια δεν είχαν internet και η επικοινωνία γινόταν με… ταχυδρομικά περιστέρια.

Το τί έκαναν οι υπόλοιποι μηχανολόγοι στις άλλες χώρες το μάθαινες και το έβλεπες στους αγώνες ταχύτητας και στο πεδίο της μάχης. Προφανώς στις μάχες δεν υπήρχε περίπτωση να σου πει ο πιλότος της αντίπαλης χώρας για την τεχνολογία του αεροπλάνου του, ούτε φυσικά στους αγώνες σου έλεγαν τί είχαν τα αυτοκίνητα και οι μοτοσυκλέτες τους, αφού έτρεχαν ως εθνικές ομάδες και τα αυτοκίνητα και οι μοτοσυκλέτες ήταν βαμμένα στα εθνικά χρώματα (μπλε τα γαλλικά, πράσινα τα βρετανικά, ασημί τα γερμανικά, κόκκινα τα ιταλικά κ.ο.κ.). Η κατασκοπία και η “κλοπή” σχεδίων, ακόμα και οι δολοφονίες μηχανολόγων ήταν πολύ συνηθισμένη πρακτική.

 

Δίχρονος DKW με υπερσυμπίεστη του 1935

Σήμερα βέβαια, η πρόσβαση στην υψηλή τεχνολογία είναι μόνο θέμα χρημάτων. Με ένα κλικ στο ποντίκι του ηλεκτρονικού σου υπολογιστή μπορείς να φτιάξεις τη δική σου εταιρεία μοτοσυκλετών ή αυτοκινήτων, χωρίς να χρειάζεται να έχεις δικό σου εργοστάσιο. Ούτε καν δικές σου αποθήκες δεν χρειάζεσαι. Εννοείται πως δεν υπάρχουν εθνικοί φραγμοί και είναι ελάχιστες οι περιπτώσεις που η εθνική ταυτότητα του αγοραστή αποτελεί πρόβλημα για την πώληση τεχνολογίας από την μία χώρα στην άλλη.

Όμως μετά τον B’ Παγκόσμιο Πόλεμο τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά και η βιομηχανία των μοτοσυκλετών δεν είχε καμία σχέση με το παρόν.

Κάθε χώρα είχε τα δικά της προβλήματα και η εθνική οικονομία καθόριζε την στρατηγική των εταιρειών. Η Βρετανία ήταν από τους νικητές του πολέμου και ως σύγχρονη αυτοκρατορία της εποχής (Ινδία, Χονγκ Κονγκ, Μακάο, Αυστραλία, Καναδάς και πολλές αφρικανικές χώρες ήταν και παραμένουν…. υπό την πολιτική και επιχειρηματική επιρροή της) έπρεπε η εθνική βιομηχανία της να τροφοδοτήσει με οχήματα τις αποικίες της. Σε αυτή τη μεγάλη προστατευμένη αγορά, δεν είχε κανέναν σοβαρό ανταγωνιστή και η βιομηχανία της δεν χρειαζόταν να κοπιάσει ιδιαίτερα για να πουλήσει. Το ζητούμενο ήταν να φτιάξει όσα περισσότερο οχήματα μπορούσε, το συντομότερο χρονικό διάστημα. Αυτός είναι και ένας από τους λόγους που οι Βρετανοί άφησαν στην άκρη τους μεγάλους, πανάκριβους και περίπλοκους V2 κινητήρες των 1000 κυβικών και στράφηκαν στους μονοκύλινδρους και στην πιο απλή μορφή των δικύλινδρων εν σειρά.

Βρετανικός V2 κινητήρας JAP με 980 κυβικά του 1928

Την ίδια στιγμή η αποδεκατισμένη από επιστήμονες και κουτσή από εγκαταστάσεις εθνική βιομηχανία της Γερμανίας και της Ιταλίας, δηλαδή των χαμένων του πολέμου, έπρεπε να κατασκευάζει πολλά, μικρά-φτηνά οχήματα για να προσφέρουν οικονομική μετακίνηση στους κατοίκους τους, υπό τους αυστηρούς περιορισμούς στην πρόσβαση πρώτων υλών που τους είχαν θέσει οι νικητές του πολέμου.

Στη Γαλλία, τη χώρα που γεννήθηκαν οι πιο νεωτεριστικές μηχανολογικές ιδέες (στα όρια του σουρεαλισμού κάποιες φορές) η φορολογική πολιτική των μεταπολεμικών κυβερνήσεων στραγγάλισε την εθνική βιομηχανία της και την οδήγησε στην εσωστρέφεια. 

Στις ΗΠΑ από την άλλη μεριά, τα δολάρια και τα πετρέλαια “έτρεχαν” στους ολοκαίνουριους δρόμους με τις τέσσερεις λωρίδες κυκλοφορίας και οι Αμερικάνοι κατανάλωναν σε τεράστιες ποσότητες τα πάντα. Η εθνική βιομηχανία τους επικεντρώθηκε στην ποσότητα και τον εντυπωσιασμό, οπότε από τις Duesenberg με τους δύο επικεφαλής εκκεντροφόρους και τους υπερσυμπιεστές του 1931 και τις V12 Packard και V16 Cadillac  του 1912 και του 1921 , κατάντησαν να κατασκευάζουν V8 αυτοκίνητα με ωστήρια και από τις τετρακύλινδρες Henderson έμειναν κολλημένοι για πάντα στις V2 με περιεχόμενη γωνία της 45⁰ και ξεχωριστό κιβώτιο ταχυτήτων που έπαιρνε κίνηση με αλυσίδα.  Άφθονα κυβικά και γρήγορη διαδικασία παραγωγής, με ευκολία επισκευής από ανειδίκευτους μηχανικούς. “Bigger – Looonger – Looower” και “You can fix it with a hammer” ήταν η συνταγή της επιτυχίας στις ΗΠΑ.

 

Αμερικάνικος οκτακύλινδρος εν σειρά με 2ΕΕΚ και υπερσυμπιεστή των αδερφών Duesemberg του 1931

Σε όλη αυτή την ιδιόμορφη μεταπολιτική κατάσταση στον κόσμο, η Ιαπωνική εθνική βαριά βιομηχανία δεν είχε απολύτως τίποτα! Η τοπική αγορά ήταν πολύ μικρή και κυρίως πολύ φτωχή για να καταναλώσει τα προϊόντας της σε ποσότητες που θα της επέτρεπαν να επιβιώσει. Την ίδια στιγμή το τεχνολογικό επίπεδο και οι βιομηχανικές υποδομές της ήταν αστείες για να κατασκευάσει προϊόντα προς εξαγωγή.

Τα αυτοκίνητα και οι μοτοσυκλέτες που κατασκεύαζαν ήταν αντίγραφα προπολεμικών βρετανικών σχεδίων (όχι κλεμμένα, κανονικά αγορασμένα blue-print) και οι εγκαταστάσεις των εργοστασίων τους είχαν υποστεί ολική καταστροφή. Η βιομηχανική τεχνολογία/τεχνογνωσία τους (το know-how δηλαδή) ήταν υποτυπώδης και ο ισχυρισμός πως οι καμικάζι έριχναν τα αεροπλάνα στο στόχο τους (θυσιάζοντας τη ζωή τους προφανώς) γιατί ήταν τόσο κακά που δεν είχαν καμία άλλη επιχειρησιακή/επιθετική δυνατότητα έναντι των αντιπάλων τους, δεν είναι πολύ μακριά από την πραγματικότητα.

Ο μόνος τρόπος επιβίωσης της Ιαπωνικής εθνικής βιομηχανίας οχημάτων ήταν οι μαζικές εξαγωγές στην υπερκαταναλωτική αγορά των ΗΠΑ και ο μόνος τρόπος για να τα κατασκευάσουν σε σύντομο χρονικό διάστημα είναι να πάρουν έτοιμη τεχνογνωσία.

Το γεγονός όμως πως δεν είχαν “παράδοση” στην κατασκευή οχημάτων και τα εργοστάσια τους είχαν ισοπεδωθεί από τους βομβαρδισμούς είχε και ένα ΤΕΡΑΣΤΙΟ πλεονέκτημα.

Το πλεονέκτημα ήταν πως ξεκινούσαν από ένα λευκό χαρτί και μπορούσαν να διαλέξουν τα καλύτερα στοιχεία από τις εθνικές βιομηχανίες των υπόλοιπων χωρών. Επίσης, τα καινούρια εργοστάσια που έφτιαξαν διέθεταν σύγχρονο εξοπλισμό και ήταν έτοιμα να εφαρμόσουν στην παραγωγή τις νέες μεθόδους κατασκευής που είχαν ανακαλυφθεί από την πολεμική βιομηχανία κατά την διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου (κυρίως τη γερμανική).

Έχοντας ήδη δεσμούς με την βρετανική βιομηχανία οχημάτων πριν τον πόλεμο, αλλά και με τους μηχανολόγους της Ανατολικής Γερμανίας να έχουν “τάσεις φυγής” από τη Σοβιετική Ένωση στην οποία είχε περιέλθει πλέον η μισή Γερμανία, τα Ιαπωνικά εργοστάσια ξεκίνησαν ένα σαφάρι συλλογής βιομηχανικής τεχνογνωσίας, κυρίως από αυτές τις δύο χώρες. Από τους Βρετανούς πήραν μόνο την εμφάνιση των μοτοσυκλετών τους, ενώ από τους Γερμανούς πήραν τις μεθόδους κατασκευής και την “στρατιωτικών προδιαγραφών” ποιότητα κατασκευής (μαζί με την τεχνολογία των δίχρονων και Wankel κινητήρων). Οι περισσότερες γερμανικές μοτοσυκλέτες εξελίχθηκαν για τις ανάγκες του στρατού και είχαν πολύ καλή στεγανοποίηση του ηλεκτρικού συστήματος .

 

Zundapp K 800, τετρακύλινδρη boxer του 1938

Επίσης οι Γερμανοί χρησιμοποιούσαν τα καλύτερα συστήματα τροφοδοσίας για μοτοσυκλέτες (τα γαλλικά καρμπιρατέρ της SOLEX, τα σχέδια των οποίων το 1960 αγόρασαν οι Ιάπωνες ιδρύοντας την Mikuni) ώστε να αντέχουν σε όλες τις καιρικές συνθήκες του πολέμου.

Επίσης από τις γερμανικές μοτοσυκλέτες εμπνεύστηκαν τη στρατιωτική (κυρίως αεροπορική) φιλοσοφία σχεδιασμού των κινητήρων τους, η οποία θέλει κάθε εξάρτημα να κάνει μόνο μία δουλειά και έπαιξε τεράστιο ρόλο στην αξιοπιστία τους.

Οι βρετανοί ήταν οπαδοί της σχεδιαστικής και κατασκευαστικής απλότητας και οι περισσότεροι κινητήρες τους χρησιμοποιούσαν απλοϊκά συστήματα λίπανσης και ηλεκτρικά συστήματα με αμφισβητούμενη αντοχή στο χρόνο (LUCAS…. The Prince Of Darkness…).

Όταν χρησιμοποιείς ένα εξάρτημα για να κάνει δύο ή τρεις δουλειές (π.χ. η καδένα κίνησης του εκκεντροφόρου να πρέπει ταυτόχρονα να μεταφέρει από τα κάρτερ το λάδι στην κεφαλή για λίπανση του συστήματος κίνησης των βαλβίδων ή η λίπανση να γίνεται με το λάδι που πλατσουρίζει ο στρόφαλος όταν περιστρέφεται, τότε το πιθανότερο είναι να κάνει και τις δύο δουλειές λάθος.

Αντιθέτως, όταν το κάθε εξάρτημα κάνει μόνο μία δουλειά μπορεί να την κάνει άριστα και οι πιθανότητες να χαλάσει είναι πολύ μικρότερες αφού κάνει μόνο τη δουλειά για την οποία έχει σχεδιαστεί και κατασκευαστεί.

Αυτό λοιπόν που εκ πρώτης όψεως φαίνεται περίπλοκο και σε κάνει να πιστεύεις ότι έχει πολλά πράγματα που θα μπορούσαν να χαλάσουν, στην πραγματικότητα ήταν το μυστικό της αξιοπιστίας των ιαπωνικών και γερμανικών κινητήρων, εκείνες τις πρώτες δεκαετίες μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Οι πρώτες Ιαπωνικές μοτοσυκλέτες μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο μοιάζουν πολύ με τις βρετανικές στα χαρτιά, όμως κατασκευαστικά είχαν πολύ πιο στενή σχέση με τη γερμανική βιομηχανία.

Έχοντας στα χέρια τους ό,τι χρειάζονταν για να κατασκευάσουν αξιόπιστες μοτοσυκλέτες και να τις πουλήσουν σε μεγάλες ποσότητες στις ΗΠΑ, το επόμενο βήμα που έπρεπε να κάνουν τα ιαπωνικά εργοστάσια για να κατακτήσουν τον κόσμο ήταν να μπουν στα μεγάλα σαλόνια της Ευρώπης συμμετέχοντας στα Grand Prix…

Μόνο που εκεί θα έβρισκαν μπροστά τους ένα ανορθόδοξο βιομηχανικό “γαλατικό χωριό”… τους Ιταλούς!

 

 

Παναγιώτης Ντεντάκης: Οδηγεί στην θάλασσα με προορισμό το Guinness

Ο καλύτερος του είδους του σε όλο τον κόσμο
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

27/4/2021

Ο Ντεντάκης έχει ένα πολύ ξεχωριστό χόμπι που το απέκτησε συνδυάζοντας δύο μεγάλες του αγάπες, το Motocross και την θάλασσα. Κανείς δεν πρέπει να τολμήσει να πει πως δεν συνδυάζονται αυτά τα δύο, αν πρώτα δεν δει κάποιο από τα video του στην υπέροχη παραλία Φαλάσαρνα. Θυμηθείτε επίσης πως για ένα τέτοιο εγχείρημα τεράστια έξοδα και μεγάλες παραγωγές έχουν γίνει με Motocross στο νερό από τον Robbie Maddison, μία από αυτές εδώ στην Ελλάδα και στην  Μύκονο συγκεκριμένα.

Πρόσφατα ο Ιταλός Luca Colombo προσπάθησε να καταρρίψει το ρεκόρ ταχύτητας που κατέχει ήδη ο Robbie Maddison αλλά στα ήρεμα νερά της κοσμοπολίτικης λίμνης Κόμο που συγκριτικά απέχει μέρα με νύκτα από τον κυματισμό της θάλασσας που επιχειρεί ο Παναγιώτης. Αντιλαμβάνεστε λοιπόν πως αυτό το εγχείρημα είναι κάτι πιο μεγάλο με το οποίο ασχολείται κι άλλος κόσμος στηριζόμενος σε ακριβές παραγωγές. Κι όμως κανείς από αυτούς δεν πλησιάζει τον Παναγιώτη Ντεντάκη σε απόσταση και διάρκεια παραμονής στο νερό, για αυτό και καλά κάνει να ετοιμάζεται να πιστοποιήσει το επίτευγμά του καλώντας επίσημα την επιτροπή του ρεκόρ Guinness!

Δείτε το video με την απόσταση-ρεκόρ:
 

Υπάρχουν αρκετές δυσκολίες στην πιστοποίηση ενός τέτοιου ρεκόρ και ταυτόχρονα πολλά έξοδα. Όλα αυτά βέβαια είναι το κερασάκι μίας μεγάλης τούρτας καθώς το σημαντικότερο είναι να μπορείς να πραγματοποιήσεις το ρεκόρ! Το όνομα του Παναγιώτη Ντεντάκη άρχισε να ακούγεται προς τα έξω για το συγκεκριμένο εγχείρημα από το 2016 και μετά, όταν κι άρχισε να δημοσιεύει video οδηγώντας στο νερό. Η πορεία του όμως είναι πολύ μεγαλύτερη και μακρά.

Όπως μας εξιστόρησε ο ίδιος, ξεκίνησε μόνος του κατασκευάζοντας πέδιλα και κάνοντας τα πρώτα βήματα στο νερό χωρίς ποτέ να βουλιάξει την μοτοσυκλέτα! Το πρόβλημα ή καλύτερα το βασικό χαρακτηριστικό που χτίζει έναν σωστό recordman είναι πως ο Παναγιώτης ήθελε να πάει τα πράγματα πολλά σκαλιά πιο πάνω. Για αυτό και ξεκίνησε τις βελτιώσεις και άρχισε να πειραματίζεται με μεγαλύτερες αποστάσεις. Τότε ήταν που άρχισαν και τα πρώτα βουλιάγματα, μετατρέποντας το CRF σε υποβρύχιο, μέχρι τότε δεν είχε ακόμη τέτοια εμπειρία κι ας είχε γράψει πολλά χιλιόμετρα πάνω στο κύμα!

Μπορεί το CRF450 να μην είναι μπλε αλλά ο Ντεντάκης δεν πήγαινε στα ρηχά κι έτσι υπήρξαν πολλές φορές που το έχασε. Μία από αυτές έφτασε να ψάχνει την μοτοσυκλέτα επί μία εβδομάδα με την συνδρομή δυτών! Κάθε φορά που το CRF450 βαφτίζεται στο νερό, είτε είναι για μερικά λεπτά, είτε πολύ χειρότερα για μία ολόκληρη εβδομάδα βαθιά στον πυθμένα, η διαδικασία για να επιστρέψει σε λειτουργική κατάσταση είναι τεράστια. Στο μεταξύ, όπως μας εξηγεί ο Παναγιώτης, μόνο ήπια δεν είναι τα πράγματα για την καταπόνηση του κινητήρα ο οποίος παραμένει χωρίς μετατροπές. Τεράστιες είναι οι αλλαγές στην υπόλοιπη μοτοσυκλέτα, προφανώς, αλλά ο κινητήρας παραμένει χωρίς μετατροπές. Στην πίστα ή σε αγώνα Motocross η ίδια μοτοσυκλέτα έβγαζε τουλάχιστον μία ώρα αυτονομίας, τώρα όμως στα περίπου 21 χιλιόμετρα αναγκάστηκε να βγει από το νερό πριν μείνει από βενζίνη.

Αυτό είναι και άλλη μία απόδειξη για την τεράστια καταπόνηση που δέχεται και το σώμα του αναβάτη, με τον Παναγιώτη να το περιγράφει ως πολλαπλάσια πιο κουραστικό από αγώνα Motocross. Το οποίο βέβαια και είναι λογικό από την στιγμή που μπαίνει στο νερό με ένα μέσο που δεν είναι πλωτό και στηρίζεται στους νόμους της Φυσικής για να παραμείνει στην επιφάνεια. Αναβάτες jet ski που τον ακολουθούν σε αυτό που κάνει εκφράζουν την κούρασή τους για την πολύωρη πορεία σε μεγάλη ταχύτητα. Βέβαια με το jet ski μπορεί κανείς να κόψει αποφορτίζοντας τα χέρια και το σώμα του αναβάτη, ο Παναγιώτης όμως δεν γίνεται να κόψει ταχύτητα γιατί θα βουλιάξει, είναι αναγκασμένος να συνεχίζει αν θέλει να μείνει στην επιφάνεια με την ελάχιστη ταχύτητα που πρέπει να πηγαίνει, να εξακολουθεί να είναι αρκετά υψηλή. Κι ο ποιο μικρός κυματισμός της θάλασσας επιφέρει συνεχή καταπόνηση και στο τέλος αντιλαμβάνεται κανείς γιατί είναι ένα εγχείρημα άξιο θαυμασμού και που ελάχιστοι μπορούν να κάνουν.

Αυτή την στιγμή ο Παναγιώτης εργάζεται προς αύξηση της αυτονομίας της μοτοσυκλέτας και είναι ήδη σε συνεννόηση με τους ανθρώπους που καταγράφουν το ρεκόρ Guinness. Ως γνήσιος Κρητικός ο Ντεντάκης είναι τοπικιστής με την καλή όμως έννοια και θα ήθελε το ρεκόρ να γίνει στον τόπο του. Η θάλασσα όμως είναι απρόβλεπτη σε μεγαλύτερο βαθμό από αυτό που απαιτούν διαδικασίες που κλείνονται με αυστηρά ραντεβού, κι ακόμη και με σύμμαχο τον καλύτερο καιρό, μπορεί και πάλι να υπάρξει εκείνη την ημέρα κυματισμός  που θα ακυρώσει ολότελα το εγχείρημα.

Μία εναλλακτική λύση που έχει ήδη συζητηθεί από τον Ντεντάκη, είναι να μεταφερθεί στην μεγάλη τεχνητή λίμνη Πολυφύτου στα Σέρβια Κοζάνης. Πρόκειται για μία από τις μεγαλύτερες της Ελλάδας σε εμβαδό επιφάνειας αλλά ταυτόχρονα έχει και τεράστιο μήκος, περίπου 31 χιλιόμετρα. Εκεί το CRF450 θα μπορέσει ανενόχλητο να καλύψει την μεγάλη απόσταση που θέλει ο Ντεντάκης για να καθιερώσει ένα ρεκόρ που θα μείνει για πολλά χρόνια δικό του. Στην πράξη υπάρχουν πολλές πιθανότητες να μην σπάσει ποτέ, διότι κανείς μέχρι τώρα δεν έχει επιχειρήσει να μείνει για τόσο στο νερό. Ο Luca Colombo δεν φτάνει ούτε τα μισά χιλιόμετρα απόστασης και ο Robbie Maddison δεν έχει στόχο το απόλυτο ρεκόρ σε πορεία αλλά το θέαμα.

Τον Ιανουάριο του 2019 ανέφερα προσωπικά το όνομα του Παναγιώτη Ντεντάκη στον Robbie Maddison όταν προσκεκλημένοι της Red Bull τον υποδεχτήκαμε στην Αθήνα για να μας ενημερώσει για ένα εγχείρημα που ετοιμάζει στην Ελλάδα. Αυτό όπως αποδείχτηκε αργότερα ήταν ένα video μίας καταδίωξης με τον Aaron Colton γυρισμένο στην Μύκονο και με τον Robbie να φεύγει οδηγώντας στο νερό, σε μία μικρή αναπαραγωγή του Pipe Dream. Θυμίζω πως το Pipe Dream είναι η σειρά video που έκανε ο Robbie Maddison παρέα με την DC Shoes σερφάροντας κυριολεκτικά με την μοτοσυκλέτα του. Κι ενώ ο Ντεντάκης δεν παλεύει με κύματα της Ταϊτής όπως ο παγκόσμιος Maddison, ταυτόχρονα δεν υποστηρίζεται από ομάδα κασκαντέρ και εξοπλισμό εκατομμυρίων, παραμένοντας στο νερό για χιλιόμετρα και όχι μέτρα. Στο Pipe Dream η μοτοσυκλέτα ξεκίνησε από ειδικά διαμορφωμένο πλοιάριο κι αφότου πάλεψε με τα κύματα και ολοκλήρωσε τις λήψεις, μετά ψαρεύτηκε. Στο άκουσμα πως ένας Έλληνας βγαίνει μόνος του στον κόλπο μιας ανοικτής θάλασσας πηγαίνοντας στα βαθιά, ο Robbie Maddison αρκέστηκε σε ένα μειδίαμα σαν να λέει «είναι τρελός» και πρόσθεσε μόνο: «καλή τύχη».
Πράγματι το εγχείρημα του Ντεντάκη είναι τρελό ακόμη και για τον Maddison, κι ας μην είναι παρά μόνο το χόμπι του πολυμήχανου Κρητικού.

Αναμένουμε την πορεία για το ρεκόρ Guinness και του ευχόμαστε κάθε επιτυχία!