Triumph αποκλειστικό: Επιστρέφει κομμάτι της παραγωγής πίσω στην Αγγλία

Είχε μεταφερθεί στην Ταϊλάνδη
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

16/12/2021

Στην πρόσφατη παρουσίαση του νέου Triumph Tiger Sport 660, το ΜΟΤΟ είχε την ευκαιρία να συνομιλήσει με υψηλόβαθμους ανθρώπους της αγγλικής εταιρείας, πράγμα εξίσου βασικό με τις πρώτες οδηγικές εντυπώσεις του νέου μοντέλου που μας παρουσίασαν και για το οποίο διαβάζετε εδώ.

Κομμάτι αυτής της συζήτησης περιελάβανε τα στρατηγικά πλάνα της Triumph αλλά και τις κινήσεις της εταιρείας την περίοδο της πανδημίας όπως και τώρα αμέσως μετά, στα τεράστια προβλήματα που ακολούθησαν για όλη την εφοδιαστική αλυσίδα.

Η πρώτη έκπληξη είναι πως μετέφερε κομμάτι της παραγωγής πίσω στην Αγγλία, ξεκινώντας και πάλι την τροφοδοσία της αγοράς με μοτοσυκλέτες που έχουν βγει από το Hinckley. Η αλήθεια είναι πως ποτέ δεν διέκοψε την παραγωγή εκεί, καθώς όλα τα μοντέλα της σειράς TFC (Triumph Factory Custom) δεν σταμάτησαν ποτέ να βγαίνουν από εκεί.

Ωστόσο μόλις τον Φεβρουάριο του 2020 η Triumph είχε ανακοινώσει ένα μεγαλόπνοο σχέδιο ανάπτυξης, κομμάτι του οποίου ήταν να σταματήσει την παραγωγή όλων των μοτοσυκλετών στην Αγγλία εκτός των TFC. Εκείνη την περίοδο σχεδόν το 90% της παραγωγής της βρισκόταν ήδη στην Ταϊλάνδη και στόχος ήταν μέχρι τέλος του 2020 οι τελευταίες από τις 6.500 μοτοσυκλέτες που παράγονταν στο Hickley να φύγουν κι αυτές για εκεί.

Το κέρδος της μετακίνησης αυτής που συνεπαγόταν σε μείωση θέσεων εργασίας επέστρεψε ως επένδυση πίσω στο R&D με σημαντική ανάπτυξη σε ανθρώπινο δυναμικό και προσπάθεια της Triumph για ανακατεύθυνση εργαζομένων και λιγότερες απολύσεις. Αυτή η κίνηση είχε ορίζοντα ολοκλήρωσης το τέλος του 2020, όπως και έγινε. Δεν πρόλαβε όμως να περάσει καιρός, καθώς μέσα στην πανδημία η Triumph ένιωσε για πρώτη φορά το αίσθημα πως χάνεται η δυνατότητα ελέγχου των εξελίξεων μιας κι ο μοχλός πίεσης στην κυβέρνηση της Ταϊλάνδης είναι μικρότερος παρότι διατηρεί τρία εργοστάσια. Σε κάθε περίπτωση όμως, το γεγονός αυτό αντισταθμίστηκε από την καλύτερη αντιμετώπιση των επιχειρήσεων συγκριτικά με το τι συνέβαινε εδώ, όπως λένε οι ίδιοι.

Αμέσως μετά την άρση των περιορισμών όμως, η εκτόξευση του μεταφορικού κόστους και οι ελλείψεις στην εφοδιαστική αλυσίδα άλλαξαν εκ νέου τις ισορροπίες. Μέσα σε αυτή την περίοδο λοιπόν η Triumph απέδειξε γρήγορα αντανακλαστικά και προχώρησε σε άμεσες αλλαγές στρατηγικής για να επιφέρει και πάλι την ισορροπία με βασικό την επιστροφή της παραγωγής στο εργοστάσιο του Hinckley. Αυτό όμως γίνεται με την μορφή των knock down kit, πλήρης συναρμολόγηση δηλαδή από ένα κιτ που έρχεται από το εργοστάσιο της Ταϊλάνδης.

Η μεταφορά των knock down kit κι ακόμη πιο συγκεκριμένα του CKD (Complete Knock Down) είναι πολύ πιο εύκολη και μειώνει τα κόστη, ενώ και το καθεστώς του Brexit βελτίωσε το ζήτημα εισαγωγής τους στην Αγγλία, χωρίς ταυτόχρονα να έχουν αλλάξει δραματικά τα πράγματα για την εξαγωγή των ολοκληρωμένων πια μοτοσυκλετών, πέρα από την μεγαλύτερη γραφειοκρατική δουλειά που απαιτείται.

Παραμένει λοιπόν η “bespoke” γραμμή παραγωγής των TFC, η κατά παραγγελία δηλαδή συναρμολόγηση και περίπου το ίδιο μοντέλο ακολουθούν και η συναρμολόγηση των CKD κιτ που αυτή την στιγμή επικεντρώνεται σε συγκεκριμένα μοντέλα και μόνο για την αγορά της Ευρώπης, με προοπτική όμως να ενισχυθεί στο μέλλον για περισσότερα μοντέλα και να παραμείνει έτσι η CKD παραγωγή στην Αγγλία.

Η κουβέντα με τους ανθρώπους του εργοστασίου εμβάθυνε σε αυτό το κομμάτι για την προοπτική να επιστρέψουν και κάποια κανάλια προμηθευτών. Υπάρχουν για παράδειγμα ανταλλακτικά και εξαρτήματα, όπως η οθόνη των οργάνων, που προτιμώνται από Ασιάτη κατασκευαστή μιας και εκεί είναι το εργοστάσιο, όταν θα μπορούσε να είναι ευρωπαίος και να αποστέλλει απευθείας στο Hinckley. Αυτό αλλάζει τελείως την έννοια του CKD και είναι ασύμφορο για ένα, δύο εξαρτήματα καθώς απαιτεί διαδικασίες που μόνο μαζικά και για τεράστια διαφορά κόστους μπορούν να δικαιολογηθούν. Και τέτοιες τεράστιες διαφορές δεν υπάρχουν, ενώ πλέον και η τεχνολογία μοιράζεται ταχύτερα. Μένοντας στο παράδειγμα της οθόνης των οργάνων και εμβαθύνοντας ακόμη περισσότερο, τα όργανα του Tiger 900 προέρχονταν από Ευρωπαίο κατασκευαστή που ενσωμάτωνε την οθόνη στο εξωτερικό Gorilla Glass, κάτι που χρόνια τώρα γίνεται στα κινητά τηλέφωνα αλλά όχι στις μοτοσυκλέτες, κι έτσι η Triumph είχε την καλύτερη οθόνη της κατηγορίας χωρίς κανένα πρόβλημα από αντανακλάσεις. Το Tiger 660 έχει επίσης οθόνη με τα ίδια χαρακτηριστικά από άλλο όμως κατασκευαστή, μιας και ανέπτυξε και άλλος την ίδια τεχνική που έτσι κι αλλιώς σε λίγο καιρό όλοι οι προμηθευτές θα το έχουν κάνει. Προς το παρόν λοιπόν δεν αναμένεται καμία αλλαγή από την μορφή CKD, όμως άφησαν ανοικτό το ενδεχόμενο για μελλοντικά μοντέλα που αυτή την στιγμή όχι μόνο δεν υπάρχουν στην γκάμα αλλά ούτε και σαν κατηγορία της γκάμας δεν έχει αναπτύξει η Triumph, που θα μπορούσαν να γίνουν στο εργοστάσιο της Αγγλίας, χωρίς όμως να υπάρχει κάτι συγκεκριμένο αυτή την στιγμή. Προφανώς μιλάμε για τα χωματερά της μοντέλα, για τα οποία έχουμε κάποιες πρώτες πληροφορίες που ξεφεύγουν από τις ανάγκες του παρόν άρθρου και θα δούμε σε επόμενο.

Οι φωτογραφίες της γραμμής παραγωγής στην Ταϊλάνδη προέρχονται από τον δικό μας συνάδελφο, Alan Cathcart, οι υπόλοιπες από την Triumph και με βάση και τις πληροφορίες του Alan, παραμένει στο Hinckley η παραγωγή των εκκεντροφόρων και των στροφάλων, όπως επίσης και ένα υπερσύγχρονο βαφείο, μία επένδυση πολλών εκατομμυρίων που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ώστε τα CKD να στέλνονται άβαφα και να γίνεται στην Αγγλία η βαφή, βελτιώνοντας ακόμη περισσότερο το ζήτημα της μεταφοράς. Για την ιστορία η έναρξη στην Ταϊλάνδη έγινε το 2001, όπου δημιουργήθηκε μία ξεχωριστή εταιρεία και ένα χρόνο αργότερα, το 2002, ξεκίνησε η παραγωγή αλλά μόνο σε συγκεκριμένα εξαρτήματα όπως πλαίσια, ψαλίδια κτλ ενώ το 2003 προχώρησαν στα ρεζερβουάρ. Να σημειωθεί πως η Triumph δεν έφτιαχνε ποτέ δικά της ρεζερβουάρ, τα αναλάμβανε εξωτερικός προμηθευτής όπως άλλωστε σχεδόν όλοι οι κατασκευαστές κάνουν. Πρώτη φορά που έκανε τα δικά της ρεζερβουάρ στην σύγχρονη ιστορία της είναι το 2003 ενώ από τα παραπάνω φαίνεται πόσο σταδιακά και μικρά βήματα έχει ακολουθήσει η διαδικασία εκεί. Το 2006 άνοιξαν δεύτερο εργοστάσιο που μπορούσαν να κάνουν τα πλαστικά τους, όπως και το βαφείο και ξεκίνησαν τότε να στέλνουν κινητήρες από την Αγγλία και να συναρμολογούν στην Ταϊλάνδη, μέχρι που κι αυτό το βήμα έδωσε θέση στο επόμενο…

Ετικέτες

Joe Bar Team: Το μοτοσυκλετιστικό κόμικ με την παγκόσμια απήχηση που ήρθε στην Ελλάδα από το ΜΟΤΟ

Οι ιστορίες δημοσιεύτηκαν σε κάθε τεύχος και ξεχωριστά σε τόμους
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

29/12/2021

Πριν από τριάντα χρόνια, και πιο συγκεκριμένα τον Φεβρουάριο του 1991, ο Jean-Raul (aka Ζανό ο Σαμουράι), ο Guido (aka Ο Παππούς), o Eduard (aka Εντ ο Τσίτας) και o Jean (aka Τζο ο Πλακατζής) μπήκαν στην παρέα του ΜΟΤΟ κι έκαναν τους ίδιους και τις μοτοσυκλέτες τους (ένα Kawasaki 750 H2, ένα Ducati 9000SS, ένα Honda CB750 κι ένα Norton 850 Commando ΜΚ1 αντίστοιχα) μέρος της Ιστορίας του περιοδικού.

Αυτά ήταν τα ονόματα των χαρακτήρων όπως για πρώτη φορά αποδόθηκαν στα ελληνικά από τον αείμνηστο συνεργάτη μας, τον Γκουίντο Τσιόφφι, που εκείνη την λιγότερο καλωδιωμένη, λιγότερο ταξιδεμένη από τις μάζες εποχή και με σαφώς βραδύτερη επικοινωνία από αυτή που τώρα απολαμβάνουμε, μας δίδαξε πως ο μοτοσυκλετισμός έχει την ίδια γλώσσα σε όλες τις χώρες.

Το κόμικ “Joe Bar Team” δημιουργήθηκε από τον Christian Debarre που υπέγραφε ως Bar2 με στόχο να αποδώσει την μοτοσυκλετιστική κουλτούρα της δεκαετίας του ’70 που εξελισσόταν μπροστά στα προ-εφηβικά του μάτια. Γεννημένος στις 18 Απριλίου του 1960, ο Bar2 βλέπει στους δρόμους τους πρώτους ανένταχτους της ζωής του, τους μοτοσυκλετιστές, όσο διαβάζει τα κόμικ του André Franquin. Αυτά τα δύο παντρεύτηκαν δημιουργώντας την συντροφιά του «Joe Bar» που στα γαλλικά δημιουργεί ένα έξυπνο λογοπαίγνιο με τον «τρελάρα» και όχι τον τρελό, κι αμυδρά παραπέμπει στο απόβαλμα, το έκτρωμα, σύμφωνα με παλαιότερη δήλωση του ίδιου. Η σχολή ενός από τους σημαντικότερους Βέλγους καλλιτέχνες, του André Franquin δημιουργού των «Gaston» και «Marsupilami», παραγωγού του «Spirou et Fantasio», επηρέασε πολλούς κομίστες και τον Debarre επίσης. Με το Joe Bar Team ήθελε να αποτυπώσει την εικόνα που ονειρευόταν να ζήσει μεγαλώνοντας, όσο έβλεπε τους μοτοσυκλετιστές με τον ίδιο τρόπο που ένα μικρό παιδί αντιμετώπιζε κάποτε και σε εμάς εδώ τον μοτοσυκλετισμό της «Αύρας» ομαλοποιώντας και στρογγυλεύοντας τις εικόνες. Για αυτό και το “Joe Bar Team” είναι μία αποτύπωση ενός παλαιότερου Παρισιού με σύγχρονες για την εποχή του Bar2 μοτοσυκλέτες.

Το “Joe Bar Team” κυκλοφορεί στις σελίδες του Moto Journal στα τέλη της δεκαετίας του ’80 και δένεται σε τόμο το 1990. Με την έκδοση του τόμου, η ανάγκη αυτή για έκφραση μίας συγκεκριμένης πτυχής στην ζωή του Bar2 καλύπτεται και σταματά να σκιτσάρει για το συγκεκριμένο μεταπηδώντας σε ένα άλλο είδος.

Συμβαίνει όμως κάτι παράδοξο και κάπως ελληνικό συν τοις άλλοις, γιατί στο μεσοδιάστημα το Joe Bar Team υιοθετείται από μοτοσυκλετιστικά περιοδικά ανά τον κόσμο και αρχίζει έτσι να αγαπιέται ακόμη περισσότερο και από τους Γάλλους! Η φήμη του στο εξωτερικό επιστρέφει και σε εθνικό επίπεδο τρέφοντας το αίσθημα των αναγνωστών, που ζητάνε την συνέχισή του. Κατά μία έννοια η ευρεία αποδοχή του σε αγγλικά και σε άλλες γλώσσες του δίνει ώθηση και στις γαλλόφωνες χώρες που κυκλοφορούσε.

Για το ελληνικό κοινό συμβαίνει το ίδιο επίσης, η αποδοχή του κόμικ είναι τεράστια και οι Γάλλοι λαμβάνουν και από την Ελλάδα, το μήνυμα πως πρέπει να συνεχίσουν. Ωστόσο ο Bar2 έχει προχωρήσει σε νέο είδος παρόλο που το ενδιαφέρον για περισσότερες Joe Bar ιστορίες συνεχίζεται αμείωτο. Εκείνη την περίοδο έρχεται πιο κοντά με έναν οκτώ χρόνια νεαρότερο δημιουργό που έχει μόλις αποφοιτήσει από την σχολή καλών τεχνών, τον Stéphane Deteindre με τον οποίο συνεργάζονται στην ίδια διαφημιστική εταιρεία. Ο Deteindre ανακαλύπτει πως οι κομίστες είναι απλοί άνθρωποι και όχι ημίθεοι και πως θα μπορούσε και ο ίδιος να κάνει αυτό που αγαπούσε τόσο να διαβάζει. Υπογράφοντας με όνομα «Fane» αναλαμβάνει να συνεχίσει το Joe Bar κάνοντας το όνειρό του πραγματικότητα και ξελαφρώνοντας τον Bar2 από την πίεση. Αρχικά γράφει ο ίδιος και τους διαλόγους μαζί με τα σκίτσα, που μένουν πιστά στην παράδοση του André Franquin και βάζει σε αυτά όλη την απίστευτη ενέργεια που έχει ένας νεαρός όταν το όνειρό του γίνεται πραγματικότητα.

Ο Fane κρατά όλους τους χαρακτήρες και εισάγει και νέους ενώ αποδεικνύεται άξιος συνεχιστής κάνοντας δική του την παρέα του Joe Bar. Στην Ελλάδα οι ιστορίες γνωρίζουν απίστευτη αγάπη, δένονται σε πολυτελή τεύχη σε δική μας έκδοση και βρίσκουν τον δρόμο τους στα βιβλιοπωλεία. Οι χαρακτήρες μπαίνουν σε μπλούζες, αυτοκόλλητα και γίνονται φιγούρες με το Joe Bar Team να αποκτά φανατικούς αναγνώστες και εκτός μοτοσυκλετιστικού κόσμου. Το κοινό ταυτίζεται και για έναν ακόμη λόγο, καθώς το Joe Bar Team έχει συγχρονιστεί πλήρως με πτυχές του ελληνικού μοτοσυκλετισμού που εκείνη την εποχή δεν απέχει πολύ από τα σκίτσα και το κόμικ δεν φαίνεται ξένο. Ο Fane γνωρίζει μεγάλη επιτυχία και κάνει το επόμενο βήμα συμβαδίζοντας με εκδοτική εταιρεία στον χώρο τον κόμικ, ξεφεύγοντας από τα περιοδικά μοτοσυκλέτας. Το κοινό των κόμικ είναι διαφορετικό από το αμιγώς μοτοσυκλετιστικό, το ίδιο και οι εκδοτικοί οίκοι που στην Γαλλία μάλιστα έχουν μάθει να επενδύουν σε τίτλους που γίνονται παγκόσμιες επιτυχίες με αντίστοιχα μεγάλα μεγέθη, όπως για παράδειγμα ο Αστερίξ. Εκείνη την εποχή το Joe Bar Team χάνεται από πολλά περιοδικά μοτοσυκλέτας ανά τον κόσμο και θα περάσουν χρόνια και στην Ελλάδα μέχρι τα νέα άλμπουμ να κυκλοφορήσουν από διαφορετικές εκδόσεις και σε άλλη μετάφραση.

Ο αρχικός δημιουργός, Christian Debarre, δεν εγκατέλειψε ωστόσο ποτέ το κόμικ του, επέστρεψε αναλαμβάνοντας μόνος του τον 5ο τόμο και συνεργάστηκε με τον Fane στους υπόλοιπους, ενώ στο σενάριο για τα συνολικά 8 άλμπουμ που έχουν κυκλοφορήσει έχουν εμπλακεί και γνωστοί Γάλλοι σεναριογράφοι.

Το ΜΟΤΟ κυκλοφόρησε τις ιστορίες για τα πρώτα τρία άλμπουμ, ταυτόχρονα με την έκδοσή τους έξω κι έκανε το Joe Bar Team ευρύτατα γνωστό στο ελληνικό κοινό.

Ο Fane θα συνεργαστεί αργότερα με έναν από τους μεγαλύτερους γαλλικούς οίκους για κόμικ μεταπηδώντας στο είδος επιστημονικής φαντασίας που πάντα ήθελε να εξερευνήσει, με τον ίδιο πόθο που οι μοτοσυκλέτες είχαν τραβήξει το ενδιαφέρον του Bar2 στην προ-εφηβική ηλικία. Στον ίδιο οίκο θα βρεθεί και ο Bar2 μαζί και τα δικαιώματα του Joe Bar Team. Το 5ο άλμπουμ θα βγει σε σχέδια και σκίτσα αποκλειστικά του Bar2 και οι δύο τους θα συνεργαστούν ξανά στο 6ο άλμπουμ. Ακολουθεί η εγκυκλοπαίδεια «L'Encyclopédie imbécile de la moto» που στα ελληνικά έχει μεταφραστεί ως Σαλταρισμένη εγκυκλοπαίδεια μοτοσυκλέτας, και με αρχικούς δημιουργούς  τους Bar2 και Michel Bidault.

Το 7ο άλμπουμ είναι μία συνεργασία των Bar2, Fades, Patrice Perna και Henri Jenfèvre και τέλος το 2014 εκδίδουν το τελευταίο της σειράς, το 8ο άλμπουμ πάλι από το δίδυμο Bar2 και Fades. Το 2007, ανάμεσα στα άλμπουμ 7 και 8, θα κυκλοφορήσουν και το «Manuel de conduite à l'usage du motocycliste débutant» ένα εγχειρίδιο για νέους αναβάτες που ακόμη και έμπειροι όμως, θα αναγνωρίσουν τον εαυτό τους.

Λίγο αργότερα από το 8ο άλμπουμ θα κυκλοφορήσει και ένα αλμανάκ κάλτ μοτοσυκλετών για την περίοδο 1955-1985 βασισμένο όλο σε γραφή, σκίτσο και χαρακτήρες Joe Bar Team που υπογράφουν οι Bar2, Pierre Vedel, Fades και Juan με πληροφορίες για μοτοσυκλέτες που άφησαν εποχή, όπως οι Norton 500 Manx 1960, Triumph 650 Bonneville (61), Honda CB 450 (66), CB 750, Kawasaki 500 H1 (69), Honda 900 Bol d'Or (79), Yamaha 350 RDLC (80), Suzuki 1100 Katana (82), Kawasaki 900 Ninja (84), MV Agusta 750 S, Ducati 900 SS 1976 και πολλές ακόμη σε 128 χορταστικές σελίδες. Η εγκυκλοπαίδεια αυτή είναι και η τελευταία στην οικογένεια του Joe Bar Team.

Η ευρεία αποδοχή του παρελθόντος δεν έχει μειωθεί ούτε στην σύγχρονη εποχή, αλλά στον καιρό του διαδικτύου το κόμικ έχει δεχτεί κριτική γιατί αποτυπώνει ενέργειες που παραβαίνουν τον ΚΟΚ και αντικοινωνική συμπεριφορά που επιβραβεύεται από τους χαρακτήρες. Αυτό βέβαια είναι κάτι που περισσότερο χαρακτηρίζει την εποχή μας ως σύνολο και λιγότερο κάθε ξεχωριστή δημιουργία φανταστικών χαρακτήρων και καταστάσεων, με τα κοινωνικά δίκτυα να μεγεθύνουν το αρνητικό και όχι το θετικό σχόλιο που ξεκάθαρα και αδιαμφισβήτητα υπερισχύει για κάθε ένα από τα άλμπουμ.

Στο ΜΟΤΟ στηρίξαμε τους Γάλλους δημιουργούς από την πρώτη στιγμή και πριν μεταπηδήσουν εκτός αμιγούς μοτοσυκλετιστικού χώρου. Το κάναμε αναγνωρίζοντας από την πρώτη στιγμή πως ένα κόμικ για μοτοσυκλέτες μπορεί να δημιουργηθεί μονάχα αν συντονιστούν πολλά απόμακρα μεταξύ τους πράγματα καθώς, όπως έχει πει και ο Fane, είναι πιο εύκολο να γράψεις ιστορίες για το διάστημα και το φανταστικό, παρά φανταστικές ιστορίες για μία πραγματική κι ακραία επικριτική κοινότητα, όπως οι μοτοσυκλετιστές. Δεν είναι λοιπόν άξιο απορίας που χρειάστηκε να περάσουν πολλά χρόνια για να δούμε να ξεπηδά κάτι τελείως νέο και 100% ελληνικό, που ουδεμία σχέση έχει με την σχολή του André Franquin, αλλά ακολουθεί την σχολή ενός άλλου «Γαλάτη, κοντόξανθου με έναν χοντρό φίλο και τον σκύλο του που ποτέ δεν πρέπει να αποκαλείς έτσι. Τον φίλο, όχι τον σκύλο». Αυτή όμως είναι μία ολότελα διαφορετική ιστορία, που μόλις τώρα έχει αρχίσει να γράφεται.