Αποκλειστικά στην Κροατία: Original Flat Track μαθήματα με H-D!

Με δάσκαλο τον Ruben Xaus!
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

7/5/2018

Μια μοναδική εμπειρία μας είχε ετοιμάσει η Harley Davidson στην Κροατία, όπου έγινε η παρουσίαση των Road Glie, Street Glide, Iron 1200 και Forty Eight Special. Η τελευταία ημέρα από τις συνολικά τρεις της χορταστικής παρουσίασης, ήταν εξολοκλήρου αφιερωμένη στην οδήγηση Flat-Track που πλήρως θα καλύψουμε εδώ: Οι άνθρωποι της Harley είχαν ετοιμάσει κατάλληλα μια οβάλ πίστα με κόκκινο χρώμα και είχαν διαμορφώσει τέσσερα Street Rod 750,που θα τα χρησιμοποιούσαμε για να μάθουμε, αλλά και για να τρέξουμε αγώνες!

Δάσκαλός μας θα ήταν ο Ruben Xaus, που κάποιοι από εσάς θα τον γνωρίζετε ως εργοστασιακό αναβάτη της Ducati στο παγκόσμιο πρωτάθλημα SBK και κάποιοι άλλοι από την εντυπωσιακή φωτογραφία που τον δείχνει να κάνει full-lock drift με το γόνατο στην άσφαλτο και το ένα χέρι στο τιμόνι, πάνω στη σέλα ενός Hypermotard.

Καθώς είχα βρεθεί στο σεμινάριο του Aaron Colton, που είχε φέρει στη χώρα μας η Red Bull, αλλά και στην εκδήλωση Flat-Track που είχε διοργανώσει η Harley Davidson Athena, νόμιζα ότι ήξερα σε θεωρητικό επίπεδο τι χρειάζεται να κάνεις. Μόνο που ακούγοντας τον Ruben Xaus να μας εξηγεί βήμα-βήμα την τεχνική οδήγησης του flat Track, κατάλαβα ότι θα έπρεπε να ξεχάσω όλα όσα είχα μάθει έως τότε! Εδώ θα προσπαθήσουμε να σας μεταφέρουμε με όσο πιο απλό και κατανοητό τρόπο γίνεται τις βασικές αρχές του Flat-Track, με τις οποίες καταφέραμε μέσα σε μόλις μία ημέρα να ντριφτάρουμε στο χώμα σαν “πρωταθλητές” μια μεγάλη δικύλινδρη Harley.

 

Η μοτοσυκλέτα

Στο πρωτάθλημα Flat-Track επιτρέπεται να συμμετέχουν δικύλινδρες μοτοσυκλέτες από 750 κυβικά και πάνω. Στην δική μας περίπτωση, η Harley Davidson είχε φτιάξει τέσσερα Street Rod 750 που θα χρησιμοποιούσαμε για τα μαθήματα. Οι αλλαγές που είχε κάνει ήταν περιορισμένες σε σχέση με το μοντέλο που πουλάει στα καταστήματα και εξαντλούνταν στο μικρότερο ρεζερβουάρ, το πιο ψηλό τιμόνι, τα πιο μεγάλου μήκους πίσω αμορτισέρ, την αφαίρεση του εμπρός φρένου και την αντικατάσταση της σέλας.

Με αυτές τις αλλαγές, το βάρος μειώθηκε στα 220 κιλά από τα 240 και μετατοπίστηκε ελαφρός πιο μπροστά. Αυτή τη στιγμή, στο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα προηγείται στη βαθμολογία μια Harley Street Rod 750, η οποία ανήκει στον G. Martin που οι μόνες επιπλέον διαφορές που είχε σχέση με τις μοτοσυκλέτες που οδηγήσαμε εμείς, ήταν στην θέση οδήγησης και στους τροχούς των 19 ιντσών.

 

Η πίστα

Η οβάλ πίστα του Flat –Track είναι η πιο εύκολη στην κατασκευή και φυσικά η πιο φτηνή πίστα που μπορεί να φτιάξει κάποιος. Η “δική μας” είχε συνολικό μήκος περίπου 80 μέτρα και οι δύο ευθείες ανάμεσα στις στροφές ήταν περίπου 60 μέτρα. Με το Street Rod προλάβαινες να βάλεις  2α και κατέβαζες σε 1η για να στρίψεις. Από οδηγικής άποψης, το μήκος της ευθείας δεν παίζει ιδιαίτερο ρόλο. Αντίθετα, το πλάτος της πίστας αλλάζει την καμπυλότητα των στροφών και ως εκ τούτου αλλάζει και τον χρόνο που έχεις για τις τέσσερεις φάσεις: φρενάρισμα, είσοδος, ρύθμιση πορείας και έξοδος.

 

Εξοπλισμός

Ο εξοπλισμός που χρειάζεται για να οδηγήσεις μια μοτοσυκλέτα Flat-Track είναι πολύ απλός. Ο Ruben Xaus φορούσε δερμάτινη φόρμα και μπότες για άσφαλτο, όμως μετά την τούμπα που έφαγα, όπου η άκρη του τιμονιού με χτύπησε στο στήθος, θεωρώ ότι ο θώρακας off-road είναι πολύ καλή ιδέα.

Αυτό που είναι ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟ για οδήγηση Flat Track είναι η ατσάλινη σόλα στο αριστερό πόδι. Χωρίς αυτή ΔΕΝ ΟΔΗΓΑΣ Flat-Track αλλά κάτι άλλο, πιθανότατα enduro ή motocross. Στο Flat-Track το αριστερό σου πόδι είναι ΕΝΕΡΓΟ ΣΗΜΕΙΟ ΣΤΗΡΙΞΗΣ και η ατσάλινη σόλα είναι αυτό που σου επιτρέπει να το κάνεις.

 

Εκκίνηση

Oι μοτοσυκλέτες του Flat-Track έχουν μεγάλους δικύλινδρους κινητήρες και είναι αρκετά πιο βαριές από τις enduro. Το βάρος προσφέρει μεν επιπλέον πρόσφυση και αποτρέπει τις σούζες, όμως τα Flat-Track ελαστικά δεν έχουν μεγάλα τακούνια. Έτσι στην εκκίνηση είναι καλύτερα να έχεις 2η σχέση, παρά να ξεκινάς με 1η που θα κάνει τον πίσω τροχό να σπινάρει ευκολότερα.

Ευθεία

Στην ευθεία τα πράγματα είναι εύκολα, αφού η μοτοσυκλέτα είναι όρθια, οπότε όλη η δύναμη του κινητήρα περνάει στον πίσω τροχό χωρίς μεγάλες απώλειες. Φυσικά, αναλόγως το μήκος της ευθείας που έχει η πίστα ανεβάζεις ταχύτητες. Στο αμερικάνικο πρωτάθλημα οι μοτοσυκλέτες αγγίζουν ή και ξεπερνούν τα 200km/h. Να θυμίσουμε ότι δεν έχουν εμπρός φρένα…

 

Φρενάρισμα-είσοδος

Στο Flat-Track η έννοια του φρεναρίσματος είναι κάπως διαφορετική από τα υπόλοιπα είδη οδήγησης. Ένα μεγάλο πίσω δισκόφρενο έχει τον απλό ρόλο του “επιβραδυντή” και όχι τον περίπλοκο ρόλο που έχουν τα φρέμα εμπρός-πίσω στις μοτοσυκλέτες street και off-road. Σε αντίθεση με το enduro και το motocross που με το πίσω φρένο ελέγχεις ή προκαλείς το drift, στο Flat-Track απλώς το χρησιμοποιείς για να μειώσεις ταχύτητα όσο η μοτοσυκλέτα είναι όρθια ΠΡΙΝ τη στροφή, ΑΠΟΦΕΥΓΟΝΤΑΣ το μπλοκάρισμα του πίσω τροχού.

Ταυτόχρονα με το φρενάρισμα κατεβάζουμε ταχύτητες και αμέσως ΠΑΤΑΜΕ ΜΕ ΔΥΝΑΜΗ το αριστερό μας πόδι στο χώμα. Η μοτοσυκλέτα είναι ακόμα όρθια και παραμένει όρθια μέχρι το σημείο εισόδου. Στο σημείο εισόδου για την στροφή ΑΦΗΝΟΥΜΕ ΕΝΤΕΛΩΣ τον συμπλέκτη, ΑΚΡΙΒΩΣ την στιγμή που αρχίζουμε να πλαγιάζουμε τη μοτοσυκλέτα και έχουμε ΕΝΤΕΛΩΣ κλειστό το γκάζι. Ο πίσω τροχός θα αρχίσει την πλαγιολίσθηση. Το μεγαλύτερο μέρος του σωματικού μας βάρους στηρίζεται στο αριστερό μας πόδι, που γλιστράει σαν σκι πάνω στο χώμα χάρη στη μεταλλική σόλα. Ρυθμίζοντας την πίεση που βάζουμε στο αριστερό πόδι, ρυθμίζουμε και την κλίση της μοτοσυκλέτας. Μειώνοντας την πίεση στο πόδι η μοτοσυκλέτα ξαπλώνει περισσότερο και αυξάνοντας την πίεση στο πόδι η μοτοσυκλέτα σηκώνεται. Η ρύθμιση του πλαγιάσματος, ρυθμίζει ταυτόχρονα και το μέγεθος της πλαγιολίσθησης. Όσο πιο πολύ πλαγιάζουμε την μοτοσυκλέτα, τόσο πιο πολύ ανοίγει την γραμμή του ο πίσω τροχός. Όσο σηκώνουμε την μοτοσυκλέτα, τόσο μειώνεται και το ντριφτάρισμα. Επίσης, ρυθμίζοντας το ντριφτάρισμα, ρυθμίζουμε και την επιβράδυνση της μοτοσυκλέτας. Περισσότερο πλάγιασμα, περισσότερο ντριφτάρισμα και περισσότερη επιβάδυνση. Στόχος μας είναι στην κορυφή της στροφής η μοτοσυκλέτα να κοιτάει προς την έξοδο της στροφής. Μέχρι εκείνη την στιγμή ΔΕΝ ανοίγουμε το γκάζι.  

 

Έξοδος-επιτάχυνση

Αυτό το σημείο είναι το πιο δύσκολο και απαιτητικό σημείο στο Flat-Track και όχι η είσοδος με τις πάντες, που αν το κάνεις μια φορά μετά το επαναλαμβάνεις εύκολα. Το παραμικρό άνοιγμα του γκαζιού θα μεταφέρει βάρος στον πίσω τροχό και θα αποφορτίσει τον εμπρός.

Άρα δεν μπορείς να αλλάξεις κατεύθυνση από την στιγμή που θα ανοίξεις το γκάζι και η μοτοσυκλέτα θα ανοίξει τη γραμμή της και θα σηκωθεί. Αν το παρακάνεις με το γκάζι και γλιστρήσει πίσω, τότε το high-siding είναι πολύ κοντά. Θα πρέπει η μοτοσυκλέτα να είναι αρκετά όρθια για να αρχίσεις να ανοίγεις το γκάζι. Ειδικά αν θέλεις να κάνεις και γρήγορους χρόνους και όχι μόνο να διασκεδάσεις. Ξαναλέμε ότι τα ελαστικά αυτά δεν έχουν μεγάλα τακούνια, άρα η πρόσφυση του πίσω τροχού είναι ανάλογη με το πόσο βάρος τα πιέζει. Οπότε με όρθια τη μοτοσυκλέτα έχεις την μέγιστη δυνατή πρόσφυση. Ένα ακόμα μυστικό για γρήγορους χρόνους είναι να ανεβάσεις ταχύτητα νωρίς στην έξοδο της στροφής, αρκετά πριν πιάσεις κόφτη με την προηγούμενη σχέση.

 

Hot Tip

Ακούγεται δύσκολο για να το κάνεις από την αρχή, όμως το Flat-Track θέλει ΦΟΡΑ στην είσοδο της στροφής. Όσο περισσότερη φόρα έχεις, τόσο πιο εύκολο είναι να ελέγξεις την πορεία της μοτοσυκλέτας και τόσο πιο ήρεμα συμπεριφέρεται.

      

Σε επόμενο τεύχος του MOTO θα επεκταθούμε περισσότερο στην τεχνική της πλαγιολίσθησης! Όπως όμως βλέπετε και στις φωτογραφίες, με τις σωστές οδηγίες μπορείτε εύκολα να οδήγησετε εντυπωσιακά, διασκεδάζοντας!

Ετικέτες

Αισθήσεις: Η Αρχή

Από το

Μαύρο Σκύλο

22/7/2011

Ήταν μια στιγμή αποκάλυψης στην αρχή της δεκαετίας του 1970, όταν συνειδητοποίησα ότι πολλοί αναβάτες μοτοσυκλετών δεν βίωναν την ίδια ευχαρίστηση στη οδήγηση όπως και εγώ. Μπορώ με ειλικρίνεια να πω ότι ένιωθα ότι τους “έκλεβαν”. Και χωρίς να φανώ υπερόπτης, σκεφτόμουν “Καλά, δεν βλέπετε τι χάνετε εδώ; Πρέπει να βρεις το όριο, πρέπει να προκαλέσεις τον εαυτό σου, πρέπει να γευτείς τον κίνδυνο, πρέπει να ξεχάσεις το επόμενο ακριβό αξεσουάρ που σκέφτεσαι να αγοράσεις και να ψάξεις μέσα σου να βρεις το κουμπί του πάθους σου και να αρχίσεις να το πατάς, πρέπει να ΟΔΗΓΗΣΕΙΣ τη μοτοσυκλέτα σου!” Επιθυμία μου ήταν να μεταδώσω άμεσα τις εντυπώσεις μου, το συναίσθημα και το πάθος που βίωνα όταν ΟΔΗΓΟΥΣΑ τη μοτοσυκλέτα μου. Αλλά μάλλον ήμουν αδαής εκείνη την εποχή


του Keith Code

Η φανερή λύση ήταν να τους διδάξω πώς να οδηγούν. Αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα. Δεν μπορείς να κάνεις μια γενική αναθεώρηση στο μυαλό ενός αναβάτη και να μεταφέρεις όλες εκείνες τις εντυπώσεις και αισθήσεις για το πώς πρέπει ή δεν πρέπει “να νιώθει”. Είναι πολύ δύσκολο να περιγράψεις, πόσο να εξηγήσεις, τι βιώνεις όταν μπαίνεις στη “ζώνη της γρήγορης οδήγησης”. Δεν υπάρχουν οι κατάλληλες λέξεις που να περιγράφουν τις σωστές ή λάθος διαδικασίες και χειρισμούς. Για παράδειγμα, οι αναβάτες μπορεί να είναι γραμμικοί ή απότομοι στις κινήσεις τους, να είναι γενναίοι ή “κότες”.  Οι παλιοί θα πουν “Όσο πιο πολύ οδηγάς τόσο βελτιώνεσαι”. Αυτή η παραδοσιακή συμβουλή που χρησιμοποιείται πολύ σήμερα, είναι βαρετή και άχρηστη για κάποιον που είναι έξυπνος αρκετά για να γνωρίζει ότι μπορεί να τα καταφέρει καλύτερα.
Συμπέρανα λοιπόν ότι υπάρχουν δύο πτυχές στη δουλειά μου. Η πρώτη είναι να καταλάβω την τεχνική του να ΟΔΗΓΕΙΣ και να μπορέσω να διδάξω αυτή τη γνώση. Η δεύτερη πτυχή είναι να προσφέρω στους αναβάτες ένα περιβάλλον όπου μπορούν να καταλάβουν τις ικανότητές τους και πραγματικά να ΟΔΗΓΗΣΟΥΝ την μοτοσυκλέτα τους. Αυτό το γεγονός απαιτούσε να τους τραβήξω μακριά από την αστική/επαρχιακή κίνηση και να τους κατευθύνω σε κάποιο οδηγικό παράδεισο.
Σε όλους τους αναβάτες αρέσουν οι ιστορίες οδηγικής περιπέτειας. Επιθυμούν να πιάσουν ένα κομμάτι από την δόξα έστω και από σπόντα. Ιστορίες γενναιότητας από την αστική καθημερινότητα είναι σε όλους μας γνωστές: “με κυνήγησαν οι αστυνομικοί”, “ξετρύπησα το Porsche” και πολλές παρόμοιες. Το πρόβλημα είναι ότι όλες οι ιστορίες έρχονται από κίνηση μέσα στην πόλη και συσχετίζονται με την καθημερινή οδήγηση. Και η κίνηση μέσα στις πόλεις και στους επαρχιακούς δρόμους απέχει πολύ από το οδηγικό παράδεισο που σκεφτόμουνα. Λύση: Η πίστα. Ακόμη και οι αναβάτες που δεν επιθυμούν “να ξύσουν” το γόνατό τους μπορούν να οδηγήσουν άνετα μέσα σε μία πίστα.
Στην εκπαιδευτική πλευρά του θέματος, το σλόγκαν που πιστεύει η πλειοψηφία “όσο πιο πολύ οδηγάς τόσο βελτιώνεσαι”, είμαι “τρελός” να σας πω ότι υπάρχουν 52 σημεία τα οποία επηρεάζουν τη θέση οδήγησής σας, ότι υπάρχουν 18 διακριτά σημεία αισθήσεων που χρησιμοποιούμε για να οδηγήσουμε και υπάρχουν 37 κανόνες για το πώς να προσεγγίσετε μία στροφή.  Η πλειοψηφία μπορεί να νομίζει ότι είμαι σπασίκλας με όλα αυτά τα στοιχεία και νούμερα. Αλλά πριν από μερικές δεκαετίες, η πλειοψηφία νόμιζε ότι η Γη ήταν επίπεδη.  
Ο στόχος μου έγινε το να σχεδιάσω ένα πακέτο πρακτικών ασκήσεων και θεωρίας που να εξηγεί και να καλύπτει την τέχνη της οδήγησης και να μπορεί να μετρηθεί και να αξιολογηθεί. Πραγματικά με συνάρπασε η ανακάλυψη, η σχεδίαση και αξιολόγηση τεχνικών που πραγματικά βελτιώνουν την οδηγική ικανότητα και κατανόηση για όλα τα επίπεδα των αναβατών.   
Αλλά οι μαθητές μου συνέχιζαν να έχουν προβλήματα και αβεβαιότητες στην εφαρμογή αυτών των τεχνικών. Κατά την δεκαετία του 1990, άρχιζα να καταλαβαίνω και να κατηγοριοποιώ τις οκτώ έμφυτες Αντιδράσεις Επιβίωσης, Survival Reactions, οι οποίες αποτελούν το βασικό εμπόδιο στην εξέλιξη ενός οδηγού και περιορίζουν τις δυνατότητές του. Μόλις έγινε αυτή η ανακάλυψη, άνοιξε διάπλατα ο δρόμος που οδηγεί στην καλύτερη κατανόηση της οδήγησης. Σήμερα έχουμε 30 ξεκάθαρα τεχνικά σημεία για την οδήγησημ στα οποία ο κάθε αναβάτης μοτοσυκλέτας μπορεί να εκπαιδευτεί.  
Τίποτα δεν συγκρίνεται με την αίσθηση να εκπαιδεύεις έναν αναβάτη παγκοσμίου επιπέδου και να τον βλέπεις να βελτιώνεται με τις ίδιες ακριβώς τεχνικές όπου υστερεί και ο μέσος αναβάτης μοτοσυκλέτας. Και αυτό ακριβώς είναι το πιο σημαντικό σημείο: οι τεχνικές μας είναι κατανοητές, είναι εύκολες να εφαρμοστούν και προσφέρουν ένα σταθερό υπόβαθρο γνώσης. Οι τεχνικές αυτές είναι σημαντικές στο χτίσιμο της εμπιστοσύνης του αναβάτη στην ικανότητα του να ελέγχει την μοτοσυκλέτα του, ανεξάρτητα με το οδηγικό παρελθόν του και τις συνθήκες που κυκλοφορεί. Και σίγουρα “κάποια” εκπαίδευση είναι πολύ καλύτερη από καθόλου εκπαίδευση. Και εάν όλα αυτά γίνονται στην πίστα, τότε η πιθανότητα για επιτυχία βελτιώνεται δραματικά.
Η ανάγκη που είχα, στις αρχές της δεκαετίας 1970, με οδήγησε στις μοναδικές τεχνικές που διδάσκουμε σήμερα.  Η ανακάλυψη, η συγγραφή και διδαχή των τεχνικών αποτελεί το πιο σημαντικό κομμάτι της ιστορίας αυτής για εμένα. Βρείτε λοιπόν μια ημερομηνία για το επόμενο σχολείο και πηγαίνετε στην πίστα να οδηγήσετε.  

Περισσότερες Πληροφορίες και πρόγραμμα στο www.superbikeschool.co.gr

Ποιος είναι ο Keith Code
Keith_Code_JPEG_Photo-026Κανείς δεν έχει αφιερώσει περισσότερο χρόνο στην ανάπτυξη των τεχνικών οδήγησης από τον Keith Code, τον ιδρυτή του California Superbike School.
Ο Keith Code ξεκίνησε να οδηγεί μοτοσυκλέτα στα 12 και στα 16 του χρόνια ασχολήθηκε με τους αγώνες. Μέχρι τη δεκαετία του '60 συνέχισε να αγωνίζεται δίχως διακοπή, μέχρι που το 1964 αποφάσισε να σταματήσει. Το 1970 μετακομίζει στο Los Angeles και το 1972 αρχίζει μια νέα καριέρα σαν σχεδιαστής παπουτσιών των μεγάλων star του Hollywood. Σχεδίαζε παπούτσια για τη Cher, τον Elton John, την Barbara Streizant, την Carol Burnette και άλλους.
Το 1974 ξαναγυρνά στους αγώνες μοτοσυκλετών και άρχισε να κερδίζει στην περιοχή της Νότιας Καλιφόρνιας. Έχοντας πολλές απορίες, η προσέγγισή του στην οδήγηση άρχισε να διαφοροποιείται, καθώς κανείς δεν μπορούσε να του δώσει απαντήσεις στα ερωτήματά του. Άρχισε λοιπόν να μεθοδεύει και να καταγράφει τις παρατηρήσεις του, προσπαθώντας να βρει απαντήσεις μόνος του.
Το 1976 δημιούργησε το Keith Code Rider Improvement Program μέσω του οποίου εκπαίδευε άλλους αγωνιζόμενους, με βάση τις σημειώσεις του. Στη συνέχεια, έγινε εκπαιδευτής στο Ίδρυμα Μοτοσυκλετιστικής Ασφάλειας (Motorcycle Safety Foundation) το 1977, επεκτείνοντας τις γνώσεις του πάνω στην εκπαίδευση νέων αναβατών. Εκπαίδευσε όλους τους νέους αναβάτες της Αμερικανικής Ομοσπονδίας Μοτοσυκλετιστών στην περιοχή της Νότιας Καλιφόρνια για τα επόμενα τρία χρόνια. Συνέχισε να αγωνίζεται πετυχαίνοντας καλά αποτελέσματα σε διεθνείς και εθνικούς αγώνες μέχρι το 1979, όταν αποσύρθηκε για να ιδρύσει το California Superbike School. Μέχρι σήμερα έχουν δημιουργηθεί τέσσερα παραρτήματα στο κόσμο (Αγγλία, Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία, Ελλάδα) και οι χώρες που έχουν διοργανωθεί σχολεία και διδαχτεί η ύλη του ξεπερνούν τις 45 χώρες παγκοσμίως. Μέσα σε 30 χρόνια, έχουν αποφοιτήσει πάνω από 100.000 αναβάτες παγκοσμίως και δεκάδες πρωταθλητές, περισσότερους από οποιονδήποτε άλλο στον κόσμο. Πολυ-πρωταθλητές όπως Wayne Rainey, Eddie Lawson,  Steve Wise,  Wes Cooley,  Ricky Graham, Bubba Shobert,  Doug Chandler,  Donnie Greene, David Sadowski, Fred Merkel, Scott Russell, Jake Zemke, Ben και Eric Bostrom,  Tommy Hayden, John Kocinski, Thomas Luthi, Leon Camier, έχουν περάσει από τα θρανία του Keith Code και έχουν διδαχτεί την ύλη του.
Τα τρία βιβλία του, η βιντεοκασέτα και το πρόσφατο DVD έγιναν παγκόσμια best seller και είναι το  πιο αξιόπιστο υλικό διδασκαλίας που υπάρχει γύρω από την οδήγηση της μοτοσυκλέτας.
Ο Keith Code διδάσκει ακόμα στα σχολεία της Αμερικής και ακόμα αναζητεί απαντήσεις στα θέματα οδήγησης που απασχολούν έναν μοτοσυκλετιστή. Ο στόχος και το πάθος του παραμένει η ανακάλυψη και διδασκαλία της γνώσης γύρω από τις τεχνικές οδήγησης της μοτοσυκλέτας. Η μεθοδευμένη προσέγγιση στην διδασκαλία του, το υψηλό επίπεδο των εκπαιδευτών αποτελούν ορόσημο για όλα τα σχολεία του California Superbike School ανά το κόσμο.  Παράλληλα, ο Keith έχει καταχωρήσει αρκετές πατέντες στο όνομά του γύρω από θέματα μοτοσυκλετιστικής τεχνολογίας και έχει βραβευτεί σαν Μοτοσυκλετιστής της Χρονιάς 1990 από το έγκυρο περιοδικό Motorcyclist. Σύμφωνα με τον ίδιο, το μεγαλύτερο επίτευγμά του είναι η αναφορά του ονόματός του στο κατάλογο του γνωστού  Guggenheim Museum για την έκθεση “Art of the Motorcycle”. Παραμένει διακριτικά στο προσκήνιο των γεγονότων και συνεχίζει να κάνει τα πάντα με πάθος, στιλ και ζωντάνια.