Garry Taylor - Πέθανε ο εμβληματικός team manager της Suzuki, των εποχών Schwantz & Roberts

Συνέδεσε άρρηκτα το όνομα του με το Hamamatsu, κάνοντας το ντεμπούτο του με αγωνιζόμενο τον Barry Sheene
Kevin Schwantz και Garrry Taylor
Κώστα Γκαζή
Από τον

Κώστα Γκαζή

31/1/2024

Ο Βρετανός Garry Taylor, ήταν ο εμβληματικός team manager της Suzuki στις εποχές των θρύλων των GP Kevin Schwantz και Kenny Roberts, συνεργάστηκε με τον Anthony Gobert που πέθανε λίγες ημέρες νωρίτερα, ενώ ξεκίνησε την καριέρα του στην αγωνιστική ομάδα του Hamamatsu δίπλα στον Barry Sheene.

Οι αγώνες ήταν το μεγάλο πάθος του Garry Taylor από την εποχή που ο Βρετανός πήγαινε ακόμα σχολείο, όταν συνόδευε στους αγώνες αυτοκινήτου έναν φίλο του που συμμετείχε. Όταν μεγάλωσε λίγο ακόμα, ξεκίνησε να αγωνίζεται κι ο ίδιος με αυτοκίνητο, ενώ όταν του τέλειωσαν τα λεφτά, έγινε κριτής, σε μια προσπάθεια να βρίσκεται μέσα στις πίστες.

H έναρξη της καριέρας του Garry Taylor στην αγωνιστική ομάδα μοτοσυκλέτας της Suzuki έγινε με επεισοδιακό τρόπο, καθώς ο Βρετανός απάντησε σε αγγελία για τις δημόσιες σχέσεις σε ομάδα GP, πιστεύοντας πως η αγγελία αφορούσε την F1. Όμως αντί για αυτό, προσελήφθη στην ομάδα GP μοτοσυκλετών της Suzuki το 1976, την εποχή του φοβερού και τρομερού Barry Sheene.

Παρόλο που αρχικά επιθυμούσε να εργαστεί στον χώρο των αγώνων αυτοκινήτου, ο Taylor παρέμεινε στη Suzuki, για να γίνει το 1987 team manager της εργοστασιακής ομάδας μοτοσυκλέτας της ιαπωνικής εταιρείας. Ήταν η εποχή που ο Kevin Schwantz έδειχνε τα πρώτα σημάδια του μεγάλου ταλέντου του στο αμερικάνικο πρωτάθλημα Superbikes, με τον Βρετανό manager να κάνει τις απαραίτητες κινήσεις για να τον φέρει στην ομάδα των GP.

Kevin Schwantz και Wayne Rainey

Όπως γνωρίζουμε όλοι όμως, όσο ταλαντούχος και γρήγορος ήταν ο Kevin, άλλο τόσο ήταν επιρρεπής στις πτώσεις. Έχοντας απέναντί του μερικούς από τους πιο σημαντικούς αγωνιζόμενους όλων των εποχών, αναβάτες όπως οι Wayne Rainey, Eddie Lawson, Wayne Gardner και Mick Doohan, ο τίτλος φαινόταν άπιαστο όνειρο για Schwantz και Suzuki. Κι όμως, ο Taylor στάθηκε πιστά δίπλα στον Τεξανό, μην επιτρέποντας στους Ιάπωνες να τον απολύσουν, πείθοντας τους κάποιες φορές με ένα έξυπνο κόλπο, λέγοντας πως η ομάδα είχε ήδη κλείσει χορηγίες για την επόμενη χρονιά με τον Kevin, τις οποίες δεν έπρεπε να πετάξουν.

Schwantz

Κι η ώρα του Schwantz ήρθε το 1993, όπου μετά κόπων και βασάνων, ο πάντα θεαματικός αναβάτης της Suzuki με το “βάθρο ή πτώση” στιλ του, πήρε τον τίτλο με το RGV 500 και με μεγάλο χορηγό τα τσιγάρα Lucky Strike. Σημειώστε πως ο Schwantz που δεν κάπνιζε, είχε δηλώσει πως του άρεσε πολύ περισσότερο το κοστούμι με χορηγό την Pepsi. Αργότερα, ο Taylor θα αποκαλούσε τον Schwantz “το όνειρο κάθε μάνατζερ”.

Garry Taylor και Anthony Gobert

Μετά τον Schwantz, ο Taylor ανέλαβε να συμμαζέψει τον Anthony Gobert, μια αποστολή που όμως θα αποδεικνυόταν μάταιη. Ο Αυστραλός αναβάτης με το πηγαίο ταλέντο είχε ροπή στις καταχρήσεις, το αλκοόλ και τα ναρκωτικά, και παρά τις προσπάθειες του Taylor να τον “στρώσει”, στο τέλος αναγκάστηκε να τον απολύσει. Στις απίθανες ιστορίες για τις προσπάθειες του Βρετανού να λογικέψει τον Αυστραλό εντάσσεται, σύμφωνα με τον πρώην αγωνιζόμενο και νυν δημοσιογράφο Mat Oxley, και μια επίσκεψη στον Ισραηλινό ταχυδακτυλουργό και “μάγο” Uri Geller, γνωστός και σε εμάς από το λύγισμα κουταλιών και τη φράση “Don’t Do it Phedon στο τηλεοπτικό show “Ο διάδοχος του Uri Geller” το 2016. Εκεί ο Geller αφού λύγισε ένα κουτάλι μπροστά στον Gobert του μίλησε για τη δύναμη του νου, προσπαθώντας να του δώσει κίνητρα για να αφήσει πίσω του τον “bad boy” χαρακτήρα. Όταν αργότερα Gobert και Taylor έφευγαν από το σπίτι του Geller, ρώτησε ο Βρετανός τον Αυστραλό πώς του φάνηκε ο “μάγος”. “Μεγάλος μαλ*κ*ς” απάντησε ο Gobert. Ειρωνεία της τύχης, ο Gobert πέθανε λίγες μέρες πριν τον θάνατο του Taylor.

Kenny Roberts Jr & Garry Taylor

Μετά τον διάδοχο του Uri Geller, περνάμε στον διάδοχο του Anthony Gobert, που ήταν ο Kenny Roberts Junior, ο γιος του King Kenny. Παρόλο που η μοτοσυκλέτα της Suzuki δεν ήταν στο επίπεδο των Honda & Yamaha εκείνη την εποχή, Taylor και Roberts Junior κατάφεραν να αποσπάσουν τον τίτλο το 2000, με τον Αμερικανό αναβάτη να παίρνει 4 νίκες και να ανακηρύσσεται Πρωταθλητής 2 αγώνες πριν το τέλος της σεζόν.

Kenny Roberts Jr and Snr

Ο τίτλος αυτός ήρθε μάλιστα στην πρώτη σεζόν του Valentino Rossi στη μεγάλη κατηγορία, με τον Ιταλό να χάνει τον τίτλο στο ντεμπούτο του, χάρη και σε 3 πτώσεις που είχε, και να κατατάσσεται δεύτερος, με τρίτο τον Max Biaggi. Αυτός θα ήταν ο τελευταίος τίτλος της Suzuki στη μεγάλη κατηγορία των GP, μέχρι τον τίτλο του Joan Mir το 2020!

Στην μετάβαση από τη δίχρονη στην τετράχρονη εποχή των MotoGP το 2002, o Taylor προσπάθησε να πείσει τη Suzuki να επαναφέρει τον Schwantz στο τιμόνι της GSV-R, όμως οι Ιάπωνες αρνήθηκαν να το πράξουν.

Ο Taylor αποσύρθηκε από τους αγώνες το 2004, καθώς ήθελε να ξοδεύει περισσότερο χρόνο με τη γυναίκα του, Kate και την κόρη τους Phebe, ενώ παράλληλα αντιμετώπιζε και προβλήματα υγείας.

Schwantz & Taylor

Στα χρόνια της σύνταξης του, εμφανιζόταν στα classic event στο Goodwood παρέα με τον Kevin Schwantz και το RGV 500 με το οποίο είχαν πάρει τον τίτλο.

Garry Taylor

Αγαπημένη φράση του Gary ήταν η "Don't let the batards get you down!" Έζησε τις τελευταίες μέρες με την οικογένεια και τους φίλους του, για να πεθάνει στις 30/1/2024 σε ηλικία 74 ετών.

Ετικέτες

MotoGP Mandalika: Τι μας δίδαξε, τι έγινε με τα ελαστικά, τους χρόνους και τι περιμένουμε στους επόμενους αγώνες

Όλα όσα έγιναν μετά την λήξη του αγώνα
MotoGP_Indonesia_analysis
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

2/10/2024

Συνήθως συμβαίνει να υπάρχει ένας αγώνας που ξεκαθαρίζει ποιος μάχεται για το πρωτάθλημα κάθε χρόνια, συμβαίνει σχεδόν σε κάθε αγωνιστική σεζόν, ακόμη και σε εκείνη που ο Mir, κέρδισε τον τίτλο, ο άνθρωπος που πήρε το έπαθλο γιατί κάθε άλλος που πάλεψε για αυτό και που σε απευθείας αναμέτρηση θα τον είχε κερδίσει, απέτυχε να καταφέρει να έχει διάρκεια και συνέπεια. Για την φετινή σεζόν ο αγώνας της Ινδονησίας ήταν εκείνος που ξεκαθάρισε πως δύο θα κυνηγήσουν το πρωτάθλημα. Θα πείτε πως καιρό τώρα είναι έτσι και θα το επεκτείνω, θα πω πως από την προηγούμενη σεζόν είναι δύο αυτοί που θα μπορούσαν να κερδίσουν τον φετινό τίτλο και απλά όλο αυτό το διάστημα παλεύαμε με τις συγκυρίες να γίνουν τέσσερις. Για του χρόνου δεν θα ισχύει το ίδιο θα είναι αλλιώς τα πράγματα και υπάρχουν πολλοί παράγοντες που θα καθορίσουν τον αριθμό εκείνων που αναμένουμε να δούμε στο τέλος του 2025 να παλεύουν για τον Τίτλο. Ένας από αυτούς η χημεία του Martin με την μοτοσυκλέτα της Aprilia για την οποία υπάρχουν προσδοκίες πως θα έχει ισχυρούς δεσμούς από την αρχή.

Προχθές λοιπόν στην Ινδονησία, ο φετινός τίτλος αποτίναξε από πάνω τους τις προσμίξεις και πλέον βαδίζουμε ολοταχώς για την κατά μέτωπο αναμέτρηση δύο αναβατών που αναμένεται να φτάσει έως τον τελευταίο αγώνα αν δεν υπάρχουν πτώσεις και εγκαταλείψεις από μηχανικά προβλήματα, όπως αυτό που συνέβη στον Marc Marquez.

Δεν είναι και δύσκολο να έρθουν τα πάνω-κάτω, οι τελευταίοι αγώνες το επιβεβαιώνουν άλλωστε. Μετά από λάθος του Bagnaia ο Martin πήγε στην γη της υγρασίας με αέρα 24 βαθμών και χάρισε πίσω, λίγους από αυτούς τους πόντους που του είχαν χαριστεί.

Το ρεπορτάζ του αγώνα στροφή-στροφή εδώ:
MotoGP Ινδονησία: Απόλυτη κυριαρχία Martin σε αλάνθαστη ημέρα με πολλές πτώσεις - Κέρδισε θέσεις από πτώσεις ο Bagnaia

Ο Martin έκανε δώρο την πρώτη θέση στον αγώνα Sprint πέφτοντας και μάλιστα όλο των ποσό των βαθμών καθώς έφτασε πολύ κοντά να ξανά μπει στην περιοχή της βαθμολογίας αλλά δεν είχε τον απαραίτητο χρόνο για κάτι τέτοιο, όμως στο τέλος βγαίνει ζημειωμένος μόλις για τρεις βαθμούς! Θα μπορούσε μάλιστα να ισοφαρίσει ή και να αυξήσει την απόσταση αυτή γιατί φεύγει από την Ινδονησία με 0(SPRTINT) + 25(RACE)=25 βαθμούς, ενώ ο Bagnaia με 12(SPRTINT) + 16(RACE)=28 που θα ήταν 25 αν δεν είχε πέσει ο Bastianini.

Διατηρείται έτσι μία απόσταση 21 βαθμών παρά την πτώση, που δεν είναι καθόλου μεγάλη για τους 5 αγώνες που απομένουν αλλά ταυτόχρονα φαίνεται πως ακόμη και μία αποτυχία στον Sprint μπορεί εύκολα να σβήσει την επόμενη ημέρα και έτσι η διψήφια αυτή διαφορά δεν είναι κάτι ευτελές και δεν θα είναι και πολύ εύκολο να σβήσει. Στο μεταξύ πέρσι τέτοια εποχή ο Martin έχασε σε αυτή την πίστα το πρωτάθλημα. Τουλάχιστον αυτός έτσι το αισθάνεται πως έγινε σε αυτή την πίστα, το δήλωσε άλλωστε λέγοντας για τα φαντάσματα που τον είχαν κυριεύσει και που στον αγώνα Sprint έκαναν την παρουσία τους και πάλι. Για αυτό και είναι εντυπωσιακός ο αυτοέλεγχος που έδειξε ώστε στο τέλος του αγώνα να αυξήσει την διαφορά από τον Acosta που είχε αρχίσεσι να πλησιάζει. Σε μία πίστα που πέρσι τον στιγμάτισε και που φέτος έκοψε τους μισούς πόντους διαφοράς που είχε ήδη κερδίσει, που επιπρόσθετα η πρόσφυση είναι ένας άγνωστος παράγοντας, εκεί κατάφερε να έχει την καλύτερη εικόνα σε μία ημέρα που για όλους ήταν πολύ δύσκολη. Σίγουρα για τον Bagnaia που τόνισε ότι ήταν από τους δυσκολότερους αγώνες. Υπάρχουν εκεί έξω 25*5 και 12*5, συνολικά 185 βαθμοί για όποιον είναι άριστος στους επόμενους αγώνες οπότε μαθηματικά δεν μπορεί να αποκλειστεί κανείς ακόμη. Ωστόσο δύο είναι εκείνοι που ρεαλιστικά παλεύουν για τον φετινό τίτλο όπως είπαμε και θα είναι δύσκολο να καθοριστεί ποιος θα επικρατήσει αν δεν υπάρξουν ατυχίες και πτώσεις.

Ο θαυμασμός για την αυτοκυριαρχία του που εκφράστηκε πιο πάνω, έρχεται κυρίως για έναν άλλο λόγο: Ο Martin έκανε μετά τον αγώνα μία δήλωση αυτογνωσίας αναγνωρίζοντας αυτό για το οποίο ο κόσμος μιλάει εδώ και πολλές σεζόν. Είπε πως ένιωθε πολύ σίγουρος για τον εαυτό του, πολύ δυνατός, και τότε έκανε το λάθος. Αυτό το πράγμα στον Martin -το γνωρίζω από πρώτο χέρι ως γεγονός- του το έχουν πει κατάμουτρα φίλοι, συναθλητές, διευθυντής ομάδας, ένα σωρό διαφορετικός κόσμος σε μία μεγάλη χρονική βεντάλια, όχι όλοι μαζί. Και το έχει καταλάβει, το έχει πάρει το μάθημα. Προφανώς όμως η συνήθεια κόβεται δύσκολα και πάντα δίνοντας βάση στα δικά του λόγια, γιατί μόνο με την χαζή αυτή πτώση στον αγώνα Sprint δεν θα μιλούσε κανείς για συνήθειες που δεν κόβονται εύκολα.

Σε κάθε περίπτωση ο Martin είναι πιο ασφαλές στοίχημα για τον φετινό τίτλο, τόσο λόγο της μικρής διαφοράς που όπως είπαμε δεν θα είναι εύκολο να σβήσει, όσο και της απόδοσης στις πίστες που απομένουν γιατί πέρσι μετά την Ινδονησία η μεγάλη χασούρα πόντων ήταν στην Valencia. Η συγκομιδή πόντων Bagnaia και Martin στους ίδιους ενδιάμεσους αγώνες πέρσι δεν είχε μεγάλη διαφορά, έχασαν και κέρδισαν αντίστοιχους βαθμούς και οι δύο με λίγους περισσότερους ο Bagnaia, οπότε με εξαίρεση την Valencia το λάθος και η ατυχία είναι οι δύο βασικοί παράγοντες που μπορούν να επιδράσουν αρνητικά τον Martin πέρα από την περίπτωση ενός αλάνθαστου Bagnaia. Ο οποίος τόνισε αμέσως μετά τον αγώνα πως ήταν η 5η συνεχόμενη φορά που δεν έχουν καταφέρει να κάνουν σωστή εκκίνηση, αμέσως – αμέσως λοιπόν η περίπτωση να είναι αλάνθαστος έχει ένα μελανό σημείο καθότι ακόμη δεν έχουν βρει την λύση. Μακάρι να την βρουν στο Motegi από την στιγμή που η επιθυμία όλων πλην των ομάδων, είναι να συντηρηθεί ο υψηλότατος ανταγωνισμός μέχρι την τελευταία στροφή στον τελευταίο αγώνα στη Valencia.

Στο μεταξύ ο Bagnaia τόνισε στην Ινδονησία περισσότερες φορές από κάθε άλλη φορά, την διαφορά που έχει η μοτοσυκλέτα του από την περσινή. Το έχει ξανά πει κι άλλες φορές, πως το προηγούμενο μοντέλο έχει καλύτερη πρόσφυση στην έξοδο της στροφής και είναι φυσικό να παραπονιέται για αυτό περισσότερο στην πίστα της Ινδονησίας από άλλες φορές που η πρόσφυση δεν ήταν το κυρίαρχο πρόβλημα.

Στο μεταξύ ο Bezzecchi φυσικά ρωτήθηκε για αυτό το ζήτημα και επιτέλους έχουμε μία πιο «επίσημη» εξήγηση για τις διαφορές τους, διότι μέχρι στιγμής όποιος άλλος πήγαινε να πει το ίδιο, δεν γινόταν πιστευτός. Ο Bezzecchi εξήγησε πως η διαφορά που λέει ο Bagnaia υπάρχει αλλά ταυτόχρονα η νέα μοτοσυκλέτα μπορεί να μπει με περισσότερα χιλιόμετρα στην στροφή και να φρενάρει πιο αργά με ασφάλεια. Επίσης πως η πρόσφυση στον εμπρός τροχό χάνεται απότομα μετά από μερικούς γύρους ενώ στην νέα μοτοσυκλέτα τα πράγματα είναι πιο προοδευτικά. Πριν βιαστείτε, ο Bezzecchi είπε πως αυτό το πρόβλημα το έχουν όλοι οι αναβάτες, όλοι παραπονιούνται για το ίδιο θέμα, που σημαίνει και ο Marc Marquez. Απλά ο Bezzecchi στον τελευταίο αγώνα αποφάσισε να κάνει κάτι διαφορετικά και έβαλε το μαλακό ελαστικό μπροστά αντιπαλεύοντας στην συγκεκριμένη πίστα το πλεονέκτημα της νεότερης μοτοσυκλέτας, μετριάζοντας το μειονέκτημα. Το πείραμά του δούλεψε πολύ καλά στην αρχή του αγώνα και για αυτό είπε και ο Bagnaia πως του πήρε πολύ χρόνο για να τον περάσει και έγινε σε λάθος του Bezzecchi στα φρένα πίσω από τον Morbidelli που δεν ήταν εύκολο να κάνει λάθος καθότι είχε την νεότερη μοτοσυκλέτα. Ο Morbidelli ήταν πιο εύκολη υπόθεση, όχι μόνο γιατί είχαν την ίδια μοτοσυκλέτα αλλά και γιατί είχε πάρει το ρίσκο να βάλει την μαλακή γόμα ώστε να ξεχωρίσει στην αρχή του αγώνα κάτι που πέτυχε. Μετά όπως ο ίδιος είπε είχε δυσκολίες και απλά προσπαθούσε να αμυνθεί όσο καλύτερα μπορούσε και μάλιστα αυτό έγινε αρκετά νωρίς, περίπου μετά την μέση του αγώνα! Πάντα με τα δικά του λόγια…

Στο μεταξύ οι χρόνοι βελτιώθηκαν από πέρσι κάτι που αντανακλάται και στον συνολικό χρόνο του αγώνα που πήγε από τα 41'20.293 στα 41'04.389, δηλαδή μειώθηκε κατά 16 δευτερόλεπτα. Αυτό σημαίνει σχεδόν 0,6 δευτερόλεπτα σε κάθε γύρο και καθώς οι συνθήκες με πέρσι είναι κοντινές, δείχνει και την πίεση που είχαν οι προηγούμενες μοτοσυκλέτες της Ducati να μείνουν κοντά στις νέες.

Ο Bastianini σημείωσε την υψηλότερη τελική στα 318,5km/h πολύ κοντά στο ρεκόρ που έγραψαν μαζί ο Bagnaia με τον Acosta ισοφαρίζοντας μόλις ένα χιλιόμετρο πιο πάνω.

Είναι σημαντικό που η KTM σημείωσε την υψηλή τελική της Ducati, η πίστα της Ινδονησίας δεν προσφέρεται για κάποιο εξωπραγματικό νούμερο και δεν είναι το θέμα μας το ύψος της τελικής αλλά το γεγονός πως από έξοδο στροφής σε είσοδο, αυτές οι μοτοσυκλέτες ήταν κοντά σε δύναμη. Το ένα είναι το πόσο δύναμη παράγεται, το δεύτερο είναι πώς εκμεταλλεύεται κανείς αυτή την δύναμη καθώς στο πρώτο κομμάτι η KTM έχει πιάσει την Ducati κι άλλες φορές, το δεύτερο είναι που προσπαθεί να πετύχει πιο συστηματικά. Την διαχείριση της δύναμης όμως επηρεάζουν πολλοί παράγοντες, με πρώτο τον αναβάτη ενώ το αποτέλεσμα για τον εξωτερικό θεατή αντανακλάται μονάχα στο ποιος φαίνεται ταχύτερος. Συχνά έχει αποδοθεί η αδυναμία ενός κινητήρα να πιάσει τον ανταγωνισμό, όταν στην πράξη είναι διαφορετικό το ζήτημα. Ιστορικό παράδειγμα πως κάποτε η Honda πέτυχε με τα οβάλ πιστόνια να έχει την απόδοση που χρειάζεται αλλά το αγωνιστικό αποτέλεσμα δεν ερχόταν, ήταν παράγοντας πολλών ακόμη συνιστωσών με πρώτη και καλύτερη την λανθασμένη αντίληψη που είχαν για το πώς να διαχειριστούν το φρένο του κινητήρα. Το αγωνιστικό λοιπόν αποτέλεσμα δεν ερχόταν στην ώρα του και σκότωσαν κάτι πρωτοποριακό στο οποίο είχαν επενδύσει απίστευτο κόπο και χρήμα και εν μέρη είναι μάλιστα πετύχει! Χρόνια μετά έβγαλαν και μία μοτοσυκλέτα απλά για να επισφραγίσουν την πορεία αυτή, χωρίς κανένα απολύτως στόχο να σημειώσουν εμπορική πορεία, αλλά μόνο και μόνο για να υπάρχει εκεί έξω αυτό που με κόπο είχαν καταφέρει και κάτι τρελοί και αλλοπαρμένοι στην Ελλάδα το κατάλαβαν και έγιναν οι πρώτοι ιδιοκτήτες εκτός Ιαπωνίας, μόνο και μόνο για να καταφέρουν να πάρουν μία γεύση. Άλλα 30 και βάλε χρόνια μετά κάποιος τυχαίος θα πει πως η Honda τότε απέτυχε και θα το αφήσει σκέτο, διαπράττοντας το λάθος να πει την μισή αλήθεια και η μισή αλήθεια είναι πάντα ένα ψέμα. Στην εποχή μας τώρα Honda και Yamaha έχουν πρόβλημα απόδοσης και μετά διαχείρισης της δύναμης και αυτή είναι όλη η αλήθεια.

Πίσω στον Acosta λοιπόν, είδαμε μία πετυχημένη προσπάθεια της KTM που ευτυχώς δεν ακυρώθηκε όπως κάλλιστα θα μπορούσε γιατί πράγματι οι πιέσεις του Acosta δεν ήταν σωστές. Πέρασαν στην KTM στιγμές αγωνίας γιατί στον τερματισμό οι αγωνοδίκες ανακοίνωσαν πως ο Acosta, ο Binder και ο Nakagami ήταν υπό έρευνα για τις πιέσεις που είχαν χρησιμοποιήσει. Ο Nakagami βρέθηκε λάθος και εισέπραξε τα μπόλικα 16 δευτερόλεπτα, σαν να έτρεχε δηλαδή στον περσινό αγώνα αλλά έτσι και αλλιώς εκτός δεκάδας ήταν και πριν, εκεί που ανήκει η Honda φέτος, εκτός και αν πέσουν μπόλικοι αναβάτες μπροστά και καταφέρει ο Zarco να ανέβει θέσεις, που πέφτει πιο σπάνια από τον Mir και γυρίζει ταχύτερα όλων των άλλων.

Ο Binder απέδειξε πως ο αισθητήρας μετρούσε λάθος και απέφυγε την τιμωρία αλλά η KTM δεν είχε καταφέρει να ηρεμήσει γιατί ο αισθητήρας του Acosta δούλευε σωστά και πράγματι οι πιέσεις του δεν ήταν αυτές που θα έπρεπε αλλά χαμηλότερα! Επέμεναν όμως στους αγωνοδίκες να το ψάξουν καλύτερα γιατί είχαν ξεκινήσει εντός ορίων και τελικά το έκαναν με τον παραδοσιακό τρόπο του βουλκανιζατέρ, βύθισαν τον εμπρός τροχό σε λεκάνη να δουν τις μπουρμπουλήθρες! Ευτυχώς υπήρχαν και αποδείχτηκε πως η ζάντα είχε μία ανεπαίσθητη ρωγμή. Θα φαινόταν αυτό αργότερα στον έλεγχο των μηχανικών αλλά θα ήταν αργά, θα είχαν ήδη τιμωρηθεί, αποχωρήσει από την πίστα και δεν θα γινόταν να αποδειχτεί ότι έτσι είχε αγωνιστεί. Όταν ακούτε ορισμένους που οδηγούν σε δημόσιο δρόμο με πανάκριβες αγωνιστικές ζάντες, να τους υπενθυμίζετε πως είναι λίγα τα παραδείγματα πετυχημένων μακρών δοκιμών σε τέτοια χρήση…

Ο άλλος αναβάτης της KTM ο Miller έπαιξε μπόουλινγκ στην πρώτη στροφή και δεν είχε θέματα πίεσης να ασχοληθεί για να δούμε αν θα τριτώσει το κακό στην πλευρά της KTM. Είναι άτυχος γιατί δεν έχει καλή φήμη, ωστόσο δεν ήταν δικό του λάθος σε καμία περίπτωση και κάθε προσπάθεια να τον μειώσει κανείς, τώρα που ξέρουμε ότι συνεχίζει και του χρόνου με μοτοσυκλέτα Yamaha αντί να αποχωρήσει, είναι λανθασμένη. Το έχω ξανά πει και άλλες φορές ακόμη και για τον Marquez, με τον κόσμο να αντιδρά γιατί ο Marquez είναι πολύ καλός στις εκκινήσεις κάτι που το θαύμασε κανείς και στην Ινδονησία. Ωστόσο τα λόγια του Miller έχουν αξία: «Όσο πιο πίσω τόσο πιο δύσκολα, δεν βλέπεις και δεν έχεις χώρο να στρίψεις» για να μην πέσει πάνω στον Vinales φρέναρε απότομα και έπεσε ο ίδιος κάνοντας strike σε Aleix Espargaro που θα είχε πάει καλά, σε Alex Marquez που δεν θα έκανε τίποτα φοβερό και σε Luca Marini που τον γλίτωσε από τις ερινύες για τις αποφάσεις του…