Yamaha Scooters - Παρουσίαση γκάμας

Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

20/9/2016

Αν κάτι χαρακτηρίζει την γκάμα των scooters της Yamaha είναι η πληρότητα των εναλλακτικών και οι ολοκληρωμένες, ξεχωριστές και εξειδικευμένες προτάσεις για κάθε ανάγκη και προσδοκία. Μετά και τις περσινές προσθήκες και βελτιώσεις, πλέον η παρουσία της εταιρείας δηλώνεται δυναμικά σε κάθε κατηγορία, διαθέτοντας συγκεκριμένες και ελκυστικές προτάσεις που συνδυάζουν στοιχεία από όλους τους κόσμους

 

"ΜΑΧ" Family

Οι έννοιες scooter και σπορ συμπεριφορά με επιδόσεις είναι πλέον έννοιες ταυτόσημες, χάρη στην παράδοση της οικογένειας "ΜΑΧ" που συνεχίζεται μέχρι και σήμερα. Η "ΜΑΧ" οικογένεια της Yamaha επιβεβαιώνει ότι αυτοί οι δύο κόσμοι μπορούν να συνυπάρξουν και το αποτέλεσμα να είναι συναρπαστικό.

ΤΜΑΧ

Σημείο αναφοράς

Μετά από 15 χρόνια από την πρώτη παρουσίασή του στην παγκόσμια αγορά, το ΤΜΑΧ εξακολουθεί να αποτελεί το σημείο αναφοράς για την κατηγορία Mega-Scooters, καθιστώντας το ως το scooter που όλοι θέλουν να ξεπεράσουν. Είναι ακόμη αυτό που καταγράφει εντυπωσιακά νούμερα μέχρι τώρα στις αγορές παγκοσμίως, με πάνω από 200.000 μονάδες να συντροφεύουν αντίστοιχους αναβάτες σε όλο τον κόσμο.

Την περασμένη χρονιά, το εργοστάσιο προχώρησε σε ανανεωτικές πινελιές, κυρίως σχεδιαστικές, που συμπεριλαμβάνουν όμως τις αναρτήσεις και τα φρένα. Ο νέος σχεδιασμός του μπροστινού μέρους με τους δύο δίδυμους προβολείς Led –οι οποίοι αποτελούν και ορόσημο, καθώς για πρώτη φορά τοποθετήθηκαν στο ΤΜΑΧ- σε συνδυασμό με το εντυπωσιακής σχεδίασης μπροστινό φτερό, προσφέρει μια πιο επιθετική εμφάνιση, ενώ μια σημαντική λεπτομέρεια είναι και το διαφορετικό ύψος των καθρεφτών που βοηθά στους ελιγμούς ανάμεσα στα αυτοκίνητα.

Το νέο ανεστραμμένο πιρούνι των 41 χιλιοστών κάνει την διαφορά στην συμπεριφορά του ΤΜΑΧ, καθώς και οι ακτινικές δαγκάνες στα φρένα, που κι αυτές τοποθετήθηκαν για πρώτη φορά σε scooter της εταιρείας, ανεβάζοντας σημαντικά τόσο το επίπεδο της άνεσης και της συμπεριφοράς όσο και της ασφάλειας.

Το σημαντικότερο όμως στοιχείο που χαρίζει στο ΤΜΑΧ την εξαιρετική οδηγική του ποιότητα, είναι αυτό που το έκανε να ξεχωρίζει από την πρώτη στιγμή που παρουσιάστηκε και αυτό που προσπάθησαν να μιμηθούν οι ανταγωνιστές του. Το ΤΜΑΧ ήταν το πρώτο scooter, ανεξαρτήτου κατηγορίας, που διέθετε –και εξακολουθεί να διαθέτει- ξεχωριστό ψαλίδι και τον κινητήρα τοποθετημένο ανάμεσα στο πλαίσιο. Γι' αυτό ακριβώς το λόγο η συμπεριφορά του είναι ό,τι πιο κοντά υπάρχει σε μοτοσυκλέτα, που σε συνδυασμό με τα μοναδικά χαρακτηριστικά της γεωμετρίας του προσφέρουν στον αναβάτη μια ενιαία αίσθηση και απόλυτη πληροφόρηση της κινητικής του κατάστασης.

Τα αναλογικά όργανα –που αποτέλεσαν και πηγή έμπνευσης για όλη την οικογένεια- προσφέρουν πληρέστατες πληροφορίες και παραμένουν ευανάγνωστα και εντυπωσιακά, ενώ από το 2015 έχει προστεθεί στον στάνταρ εξοπλισμό του ΤΜΑΧ το σύστημα Smartkey. Πρόκειται ουσιαστικά για ένα σύστημα που επιτρέπει τη λειτουργία του ΤΜΑΧ χωρίς να βρίσκεται το κλειδί πάνω στο διακόπτη, ενώ μπορεί να ελέγξει από απόσταση το κεντρικό κλείδωμα και το immobilizer.

Το ΤΜΑΧ με αναβαθμισμένο πλέον ρόλο, αποτελεί μια από τις πιο ελκυστικές επιλογές, ακόμη και για την κατηγορία Α2 των αδειών οδήγησης.

 

Αριστερά κάτω από το τιμόνι, το ΤΜΑΧ διαθέτει θύρα usb, ιδιαίτερα χρήσιμη για φόρτιση ηλεκτρονικών συσκευών

 

Χάρη στην τεχνολογία Smartkey, το κλειδί του ΤΜΑΧ δεν χρειάζεται να βρίσκεται πάνω στο διακόπτη και όλες οι λειτουργίες γίνονται μέσω των κουμπιών που βρίσκονται κάτω από το τιμόνι

 

Τα όργανα του ΤΜΑΧ παραμένουν ως είχαν, αφού αποτελούν και πηγή έμπνευσης για ολόκληρη σχεδόν την οικογένεια "ΜΑΧ"

 

Η έκδοση LUX MAX είναι μια πιο πολυτελής έκδοση του ΤΜΑΧ και διαθέτει γυαλιστερή γκρι βαφή, ξεχωριστό σχεδιασμό της σέλας, αλουμινένιες πλάκες στο σημείο που πατούν τα πόδια, πλαίσιο από χρώμιο γύρω από τα όργανα και φυσικά το λογότυπο LUX MAX στα πλαστικά του

 

Βαμμένη με μια ιδιαίτερη μαύρη βαφή που χαρίζει μια "ρευστότητα" στο σχήμα του ΤΜΑΧ, η έκδοση IRON MAX, που ήταν και η best seller έκδοση για το ΤΜΑΧ, δέχθηκε αρκετές αναβαθμίσεις για το 2016. Οι τροχοί είναι βαμμένοι χρυσαφί, όπως και το λογότυπου ΤΜΑΧ, ενώ μαύρα είναι βαμμένα το πλαστικό σε σχήμα boomerang στο πλάι όπως και το εσωτερικό τμήμα του ρύγχους. Η ειδικά σχεδιασμένη σέλα, τα μεταλλικά τμήματα στην ποδιά και το μεταλλικό τελείωμα γύρω από τα όργανα, παρέμειναν ως είχαν από το προηγούμενο μοντέλο

 

ΧΜΑΧ 400

Ο ορισμός του ολοκληρωμένου

Το ΧΜΑΧ 400, από τότε που παρουσιάστηκε, προσέφερε ουσιαστικά αυτό που ζητούσε επίμονα μια μεγάλη μερίδα του κοινού η οποία ήθελε καλύτερες επιδόσεις, με μικρές διαστάσεις για πρακτικότητα, αλλά και σπορ σχεδίαση που αποτελεί σήμα κατατεθέν της οικογένειας των "ΜΑΧ" της Yamaha. Ένας δυνατός κινητήρας 400 κυβικών συνδυασμένος με ένα ελαφρύ πλαίσιο, με αποτέλεσμα ένα scooter υψηλών επιδόσεων το οποίο όμως διαθέτει την ευελιξία ενός 250! Πρόκειται για ένα scooter που έχει δημιουργηθεί με γνώμονα τις πραγματικές, καθημερινές συνθήκες αλλά ταυτόχρονα διαθέτει ιδιαίτερα αξιόλογες τουριστικές δυνατότητες, που αντίστοιχες μπορεί να βρει κανείς μόνο σε μεγαλύτερες μοτοσυκλέτες. Διαθέτει έντονα την οικογενειακή ταυτότητα της σειράς "ΜΑΧ", ενώ έχει δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στην άνεση, τόσο για την καθημερινή μετακίνηση όσο και για το ταξίδι. Διαθέτει επίσης υψηλή ποιότητα φινιρίσματος και υλικών, η οποία αντλεί έμπνευση από το χώρο των πολυτελών αυτοκινήτων.

Ο μονοκύλινδρος κινητήρας των 400 κυβικών, παράγει 54% περισσότερη δύναμη και 60% περισσότερη ροπή από τον κινητήρα του XMAX 250, χαρίζοντας στο ΧΜΑΧ 400 επιδόσεις και δυνατότητες για ένα ακόμη μεγαλύτερο εύρος χρήσης και απόλαυσης.

 

Ο χώρος κάτω από τη σέλα του ΧΜΑΧ 400 είναι ευρύχωρος και χωρά δύο full face κράνη ή ένα full face κράνος μαζί με αδιάβροχα και ένα μικρό σακίδιο

 

Τα αναδιπλούμενα μαρσπιέ για τον συνεπιβάτη είναι ένα μικρό δείγμα της ποιότητας και της προσοχής στο σχεδιασμό που έχει δοθεί για το ΧΜΑΧ 400

H IRON MAX για το ΧΜΑΧ 400 αντλεί την έμπνευσή της από την αντίστοιχη έκδοση του ΤΜΑΧ, με μαύρη βαφή, μεταλλικά τμήματα στην ποδιά και μεταλλικό πλαίσιο στα όργανα και ένα μοναδικό "dark" στιλ για όσους ψάχνουν κάτι διαφορετικό

 

ΧΜΑΧ 250

Σπορ λειτουργικότητα

Το ΧΜΑΧ 250 είναι ίσως από τα πιο πολυμορφικά και πολυδιάστατα scooter της Yamaha. Οι ανανεωτικές πινελιές που δέχτηκε πριν από δύο χρόνια εξακολουθούν ακόμη και σήμερα να τονίζουν τα δυνατά του σημεία – που δεν είναι άλλα από την σπορ συμπεριφορά και την πρακτικότητα- ακολουθώντας τα χνάρια του ΧΜΑΧ 400.

Ένα από τα σημαντικά προτερήματά του είναι ο μεγάλος αποθηκευτικός χώρος κάτω από τη σέλα, ο οποίος μπορεί να φιλοξενήσει δύο full-face κράνη, ένα ιδιαίτερα σημαντικό στοιχείο για την κατηγορία των scooter που βρίσκεται ψηλά στην ιεράρχηση της κλίμακας αξιολόγησης των υποψηφίων αγοραστών, ενώ και η άνεση βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα χάρη στις ρυθμιζόμενες αναρτήσεις. Προσφέρει εξαιρετική προστασία από τον αέρα στον αναβάτη του, ενώ η σέλα του παρέχει πολύ καλή στήριξη στη μέση χάρη στο ενσωματωμένο "μαξιλάρι" στο πίσω μέρος. Ουσιαστικά, τονίζει και παρέχει σε… υπερθετικό βαθμό όλες εκείνες τις αρετές που κάνουν ελκυστική σε μεγάλη μερίδα του κοινού την επιλογή ενός scooter.

Το Χ-ΜΑΧ 250 ακολουθεί πλέον ένα πιο επιτυχημένο μονοπάτι, όντας μια από τις πιο ολοκληρωμένες λύσεις στην κατηγορία των μεσαίων κυβικών, κάτι άλλωστε που το επιβεβαιώνει και η εξαιρετικά επιτυχημένη ως τώρα πορεία του στην παγκόσμια και την εγχώρια αγορά.

 

----------------------------

Tricity

Η εναλλακτική προσέγγιση

Ο όρος "New Mobility", που σε ελεύθερη μετάφραση σημαίνει "νέοι δρόμοι στην μετακίνηση", έχει γίνει πια συνώνυμο της φιλοσοφίας της Yamaha, που έδωσε ως αποτέλεσμα την κατασκευή του Tricity, του scooter με τους τρεις τροχούς που παρουσιάστηκε πέρσι για πρώτη φορά. Δεν ήταν, φυσικά, ένα concept που το βλέπαμε για πρώτη φορά, αλλά η στην περίπτωση της Yamaha έχουν εξελιχθεί σημαντικοί παράγοντες που επηρεάζουν την πρακτική πλευρά του θέματος, όπως το μικρό βάρος, η απλότητα της κατασκευής, η σπορ συμπεριφορά, η ευελιξία και η ευκολία χρήσης.

Το σύστημα για τους δύο τροχούς μπροστά (LMW), έχει σχεδιαστεί από την ίδια την Yamaha με στόχο την σταθερότητα σε συνδυασμό με την ευελιξία και την σπορ συμπεριφορά. Πρόκειται για έναν παραλληλόγραμμο σύνδεσμο που είναι συνδεδεμένος με το μπροστινό τμήμα του πλαισίου και επιτρέπει στους μπροστινούς τροχούς να πλαγιάζουν, διατηρώντας πάντα την μεταξύ τους απόσταση σταθερή. Έτσι, καταφέρνει να μεταφέρει διαρκώς την αίσθηση ότι ο αναβάτης οδηγεί ένα συμβατικό scooter με δύο τροχούς. Το σύστημα επίσης χρησιμοποιεί μια μπροστινή ανάρτηση που διαθέτει δύο καλάμια για τον κάθε τροχό, καθώς το ένα παίζει ρόλο του οδηγού και το άλλο της ανάρτησης που λειτουργούν ανεξάρτητα για τον κάθε τροχό αντίστοιχα.

Οι δύο μπροστινοί τροχοί έχουν διάμετρο 14'', που διασφαλίζουν ότι το Tricity δεν θα αντιμετωπίσει πρόβλημα, ανεξάρτητα από την κατάσταση του οδοστρώματος, ενώ πίσω διαθέτει έναν τροχό 12''. Όπως εύκολα μπορεί να αντιληφθεί κανείς, η αποτελεσματικότητα του συστήματος αποκτά επιπλέον βάρος σε δρόμους όπως του ελληνικού οδικού δικτύου, με τις λακκούβες να αποτελούν μια μόνιμη πηγή ταλαιπωρίας και κινδύνου για τους μοτοσυκλετιστές. Με το σύστημα όμως του Tricity, ακόμη κι αν ο ένας τροχός πέσει μέσα στη λακκούβα, ο δεύτερος μπροστινός τροχός δίνει τη δυνατότητα να συνεχιστεί απρόσκοπτα η πορεία του σκούτερ, χωρίς να διαταραχθεί η ισορροπία του ή η κατευθυντικότητά του.

Ένα από τα σημαντικά χαρακτηριστικά του Tricity είναι και το συνδυασμένο σύστημα φρένων που διαθέτει (UBS), καθώς όταν ασκηθεί πίεση στην μανέτα του πίσω φρένου, ενεργοποιούνται και οι δαγκάνες των μπροστινών φρένων με τους δίσκους των 220mm, προσφέροντας μια ισορροπημένη συμπεριφορά κατά το φρενάρισμα.

Ο κινητήρας του Tricity είναι ένα τετράχρονος, υγρόψυκτος, μονοκύλινδρος των 125 κυβικών, με έμφαση στην παροχή δύναμης και ροπής από τις πολύ χαμηλές στροφές, με απόδοση 11 ίππων. Ο κύλινδρος έχει χυτευθεί με τεχνολογία που έχει εξελίξει η Yamaha και δεν διαθέτει χιτώνιο, διατηρώντας το βάρος χαμηλά, ενώ παράλληλα επιτυγχάνει και την βέλτιστη κατανομή της θερμότητας.

Το βάρος του τρίτροχου scooter της Yamaha ανέρχεται μόλις στα 152 κιλά με την κατανομή του να βρίσκεται στο ιδανικό 50-50%, ενώ έχει γίνει μεγάλη προσπάθεια στον να είναι συγκεντρωμένες οι μάζες κοντά στο κέντρο βάρους του Tricity, ούτως ώστε να είναι απόλυτα ουδέτερη η συμπεριφορά του στο δρόμο.

Προσοχή έχει δοθεί και στον συνολικό σχεδιασμό, με φουτουριστικές γραμμές αλλά και πρακτικές προεκτάσεις, όπως το αντιολισθητικό κάλυμμα της σέλας και ο επίπεδος χώρος πίσω από την ποδιά για τα πόδια. Για να τονιστεί και η τεχνολογική πλευρά του χαρακτήρα του, το Tricity διαθέτει οθόνη LCD για τα όργανα και Led φώτα πορείας όσο και για το πίσω φανάρι.

 

Παρά τις μικρές διαστάσεις του, κάτω από τη σέλα του Tricity χωρά άνετα ένα full face κράνος

 

Ψηφιακά, μοντέρνα και ευανάγνωστα τα όργανα του Tricity, προσφέρουν κάθε χρήσιμη πληροφορία στον αναβάτη του

 

----------------------------------------------------------------------------

ΝΜΑΧ

Αστικό "όπλο"

Το NMAX αποτελεί την πιο πρόσφατη πρόταση της Yamaha στην κατηγορία των Urban scooters, αυτών δηλαδή που προσανατολίζονται αποκλειστικά στην χρήση εντός των τειχών της πόλης. Στόχος του NMAX, είναι οι νέοι –και όχι μόνο- και δραστήριοι αναβάτες που αναζητούν γρήγορες λύσεις για μετακίνηση μέσα στην πόλη. Για να δελεάσει λοιπόν ένα τέτοιο απαιτητικό κοινό, το ΝΜΑΧ προσφέρει στιλ, πρακτικότητα, άνεση και ευκολία στην οδήγηση.

Ο σχεδιασμός των πλαστικών του αντλεί έμπνευση από την "ΜΑΧ" Family, με τα πλαϊνά τμήματα σχήματος "boomerang", που του προσδίδει μια αεροδυναμική μορφή σα να βρίσκεται διαρκώς σε κίνηση, ακόμη και όταν είναι σταματημένο. Παράλληλα, προσφέρει μεγάλους χώρους για τα πόδια του αναβάτη, δίνοντάς την επιλογή μάλιστα για παραπάνω από μία θέσεις. Το ίδιο επίπεδο άνεσης παρέχεται και στον συνεπιβάτη, ο οποίος κάθεται λίγο ψηλότερα , ενώ υπάρχει η χειρολαβή πίσω από τη σέλα για την στήριξή του και τα πολύ φαρδιά μαρσπιέ που αποτρέπουν την στενή επαφή με τα πόδια του αναβάτη, ένα σημαντικό στοιχείο για όσους αναμετρώνται καθημερινά με το "τέρας" της κίνησης και τους συνεχείς ελιγμούς ανάμεσα στα σταματημένα αυτοκίνητα.

Κάτω από τη σέλα υπάρχει χώρος για ένα full face κράνος και μικροαντικείμενα, ενώ δεν θα μπορούσαν να λείψουν από το ΝΜΑΧ η full LCD οθόνη για τις ενδείξεις και τα Led φώτα θέσης εμπρός και για το πίσω φανάρι.

Ο κινητήρας του ΝΜΑΧ είναι τετράχρονος, υγρόψυκτος, μονοκύλινδρος, με 125 κυβικά και έχει σχεδιαστεί βάσει της φιλοσοφίας "Blue Core" της Yamaha, η οποία πρεσβεύει μια νέα γενιά μικρών κινητήρων που προσφέρουν οδηγική απόλαυση ταυτόχρονα με οικονομία καυσίμου και περιβαλλοντική ευαισθησία. Μάλιστα, είναι ο πρώτος κινητήρας scooter της Yamaha ο οποίος διαθέτει τετραβάλβιδη κεφαλή και όχι μόνο. Διαθέτει επίσης το σύστημα VVA, το οποίο ενεργοποιεί ή απενεργοποιεί τις δύο από τις τέσσερις βλαβίδες, ανάλογα με τις στροφές του κινητήρα, μέσω ενός μηχανισμού που δρα πάνω στα διαφορετικά έκκεντρα του εκκεντροφόρου. Έτσι επιτυγχάνει την βέλτιστη πλήρωση και καύση ανάλογα με τις συνθήκες, επιδρώντας παράλληλα και στην κατανάλωση. Τα 2,6 λίτρα για κάθε 100 χιλιόμετρα που μετρήθηκαν σε πραγματικές συνθήκες δοκιμής στην Ελλάδα, είναι αν μη τι άλλο ένα εντυπωσιακό νούμερο, δίνοντας μάλιστα αυτονομία της τάξης των 253,8 χιλιομέτρων, χάρη στο ρεζερβουάρ χωρητικότητας 6,6 λίτρων. Μεγάλη προσοχή δόθηκε επίσης και στην μείωση των απωλειών, με την offset τοποθέτηση του κυλίνδρου και με την DiASil επίστρωση στο εσωτερικό του, ώστε να μειωθούν στο ελάχιστο οι τριβές. Όλα τα παραπάνω έχουν σαν αποτέλεσμα τις εκπληκτικές, για την κατηγορία, επιδόσεις του ΝΜΑΧ, οι οποίες μπορούν να συγκριθούν μόνο με τις αντίστοιχες των μεγαλύτερων σκούτερ των 150 κυβικών.

Το πλαίσιο του NMAX είναι κατασκευασμένο από ατσάλινους σωλήνες μικρής διατομής για λιγότερο βάρος, αλλά με υψηλά ποσοστά ακαμψίας, ώστε να παρέχει την μέγιστη δυνατή πληροφόρηση στον αναβάτη και να ανταποκρίνεται χωρίς πρόβλημα στη σβέλτη οδήγηση. Οι βάσεις του κινητήρα είναι ελαστικές για μείωση των κραδασμών, ενώ στο κεντρικό του τμήμα φιλοξενείται το ρεζερβουάρ.

Το ΝΜΑΧ είναι επίσης το πρώτο scooter της κατηγορίας που διαθέτει το ABS στον στάνταρ εξοπλισμό του, το οποίο και συνδυάζει με δύο δισκόφρενα των 230mm, εμπρός και πίσω αντίστοιχα. Οι τροχοί του έχουν διάσταση 13 ιντσών, ενώ την πίσω ανάρτηση έχουν αναλάβει δύο αμορτισέρ που δίνουν διαδρομή 90 χιλιοστών.

Το νέο scooter της Yamaha είναι ένα πάντρεμα διαφορετικών κόσμων, πρεσβεύοντας σε ολόκληρη την κατασκευή του τον συνδυασμό φαινομενικά ασυνδύαστων δυνατοτήτων -όπως τις μικρές εξωτερικές διαστάσεις και το χαμηλό βάρος με την πλούσια άνεση και την ευρυχωρία των αποθηκευτικών χώρων- που φιλοδοξεί να αποτελέσει και το νέο σημείο αναφοράς για την κατηγορία των 125 κυβικά.

 

Ο σχεδιασμός του μπροστινού μέρους του ΝΜΑΧ έγινε με γνώμονα την οικογενειακή ταυτότητα των "ΜΑΧ", έτσι ώστε να θυμίζει οπτικά την σπορ σειρά των scooter της Yamaha

Κομψή και λειτουργικά προσεγμένη η σχεδίαση του ΝΜΑΧ και ο χώρος πίσω από την ποδιά, με πρακτικές θήκες κάτω από το τιμόνι, χώρο για τα πόδια του αναβάτη και ψηφιακά όργανα

 

Παρά τις μικρές διαστάσεις του, η σέλα του ΝΜΑΧ προσφέρει απλόχερα άνεση σε αναβάτη και συνεπιβάτη, χάρη στην ευρύχωρη σέλα του και το μπόλικο αφρώδες που διαθέτει

 

Οδηγούμε Aprilia SR GT στην Ιταλία

Το πρώτο “Urban Adventure” σκούτερ της Aprilia
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

28/2/2022

Και κάπως έτσι δημιουργείται μία ολόκληρη νέα κατηγορία! Η Aprilia επενδύει κι αυτή με την σειρά της στα σκούτερ που μπορούν να πατήσουν στο χώμα λίγο πιο εύκολα. Δεν έχει επικρατήσει μέχρι στιγμής συγκεκριμένο όνομα, από το “Urban Adventure” μέχρι σκέτο Adventure και από εκεί στο Crossover Scooter που επέλεξε η Aprilia για την δική της πρόταση, είναι όλα -ακόμη- αποδεκτά για να σημάνουν την διαφορά από την γενική κατηγορία.

Το πρώτο πράγμα που για εμάς κάνει μεγάλη διαφορά και υποδεικνύει και τον βασικό λόγο που πρέπει το ΜΟΤΟ να πηγαίνει στις παρουσιάσεις ώστε να ξεχωρίζει η ουσία, είναι η ειλικρίνεια με την οποία αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι της Aprilia το νέο SR GT, μιλώντας για αυτό χωρίς να κρύβουν ή να υπονοούν κάτι διαφορετικό!

Σε αντίθεση λοιπόν με το αγγλικό δελτίο τύπου που πάντα συντροφεύει κάθε νέο μοντέλο και δεν παύει να χρησιμοποιεί την λέξη Adventure, προσεκτικά επιλεγμένη σε πρόταση με την λέξη Enduro, παρόλο που υπονοεί την εμφάνιση και μόνο, οι άνθρωποι της Aprilia ήταν από κοντά εξαιρετικά ειλικρινείς: Δεν αρνήθηκαν ούτε στιγμή πως πηγή έμπνευσης ήταν το X-ADV της Honda και ήταν σαφείς στο να μην δώσουν καμία χωμάτινη προέκταση στο SR GT. Δικαιολογούν τον όρο crossover και τα χαρακτηριστικά του, στο ότι μπορεί να αντιμετωπίσει πιο άνετα τις ανωμαλίες και τα εμπόδια στην άσφαλτο (π.χ. σαμαράκια, λακκούβες κτλ.). Η θέση της Aprilia είναι πως αξίζει η επένδυση σε ένα τέτοιο, crossover νέο μοντέλο καθώς πρόκειται για επικρατούσα τάση, στην οποία επέλεξαν να απαντήσουν με μετεξέλιξη ουσιαστικά των GT scooters.

Καταρχάς έχουν απόλυτο δίκιο για το τι θέλει ο κόσμος, το διαπιστώσαμε κατά την παρουσίαση του ADV350 της Honda που προέκυψε από απαίτηση του κοινού, ως μία φθηνότερη προσέγγιση στο X-ADV. Σε αυτή την απαίτηση απάντησαν κι άλλες εταιρείες και τώρα που και η Piaggio μπαίνει στην μάχη του ανταγωνισμού, αρχίζει να διαμορφώνεται μία κατηγορία. Για την ιστορία προφανώς και crossover σκούτερ υπήρχαν πάντα και μάλιστα στην Ελλάδα την κατηγορία αυτή την κατοχύρωσε η Piaggio με το θρυλικό Typhoon που ακόμη και τώρα κυκλοφορεί στους δρόμους. Δίχρονο και αργότερα και με τετράχρονη πρόταση το Typhoon ήταν για πολλά χρόνια συνυφασμένο με το ελληνικό καλοκαίρι και τον χωματόδρομο που οδηγεί σε μία καλύτερη παραλία. Καθόλου τυχαία το ελληνικό καλοκαίρι και μία δυσπρόσιτη παραλία στην Ίο ήταν και η έμπνευση πίσω από την δημιουργία του X-ADV, όταν βρέθηκε για διακοπές ένας σχεδιαστής της Honda όπως πολύ αναλυτικά έχουμε εξηγήσει στο ΜΟΤΟ εδώ και χρόνια, και κάπως έτσι ο κύκλος ολοκληρώνεται ξανά πίσω στο SR GT.

Στην συγκεκριμένη κατηγορία της ευρύτερης οικογένειας που η Aprilia ονομάζει Urban Mobility υπάρχουν ήδη τα ηλεκτρικά eSR1 και eSR2 όπως και το κοντινό εμφανισιακά Aprilia SXR 50. Το νέο SR GT βγαίνει σε δύο κυβισμούς, 200-125cc με τον κινητήρα των 200cc να είναι εντελώς καινούργιος και είναι η πρώτη φορά που τοποθετείται σε σκούτερ του Piaggio Group. Σε ερώτησή μας, απάντησαν στο ΜΟΤΟ πως  είναι πολύ πιθανό να τον δούμε και σε σκούτερ άλλων εταιρειών που ανήκουν στο group. Πράγμα ενδιαφέρον ιδιαίτερα όταν ανακοινώνουν πολύ χαμηλή κατανάλωση, της τάξης των 2,5lt/100km, με την πραγματική όπως την υπολόγισε το ΜΟΤΟ να είναι κοντά στο 2,8 με 3 για την έκδοση των 200ων κυβικών. Η κατανάλωση είναι από τα πρώτα πράγματα που θα δούμε και σε μελλοντική δοκιμή στην Ελλάδα, προς το παρόν περιοριζόμαστε στις πρώτες εντυπώσεις κατά την οδήγηση στην Ιταλία.

Ιδιαίτερα θετική πρώτη εντύπωση από την σέλα του SR GT μας άφησε η συναρμογή των πλαστικών χωρίς κενά και τριγμούς, καθώς και η ποιοτική βαφή. Τα πλαστικά που μέσα στην καθημερινότητα μπορεί να τα χειρίζεσαι με περισσότερη ένταση, όπως το ντουλαπάκι για το κινητό με το USB και το καπάκι για την τάπα της βενζίνης, βρίσκονται ποιοτικά ένα επίπεδο πάνω από τα στάνταρ της μεσαίας κατηγορίας των σκούτερ που τελευταία έχουν προσγειωθεί ιδιαίτερα χαμηλά. Σε αυτό το σημείο να τονίσουμε πως το SR GT κατασκευάζεται στο Βιετνάμ που έχει αποδείξει πως το μέσο επίπεδο παραγωγής στα δίκυκλα είναι πιο κοντά σε εκείνο της Ταϊλάνδης, που έχει φτάσει να συγκαταλέγεται στα υψηλότερα της Ασίας και πολλοί Ευρωπαίοι κατασκευαστές να μεταφέρουν εκεί τις γραμμές παραγωγής, όπως η Triumph.

Η προσοχή που έχει δοθεί στις λεπτομέρειες ακολουθεί λοιπόν την επιτηδευμένη και προσεκτικά σχεδιασμένη εμφάνιση με την οποία η Aprilia προίκισε το SR GT. Το Piaggio Group θέλει κάθε μάρκα να είναι ξεχωριστή και να εκφράζει διαφορετικό κοινό, καλύπτοντας έτσι μεγαλύτερο μέρος τις αγοραστικής πίτας, οπότε δεν γινόταν παρά να θέλουν να τονίσουν το μοτοσυκλετιστικό υπόβαθρο της μάρκας. Για αυτό και το μούτρο του SR GT είναι ένα πάντρεμα μοτοσυκλέτας και σκούτερ, ξεκάθαρα εμπνευσμένο από RS. Ευτυχώς αυτό δεν περιορίζεται μόνο στην εμφάνιση αλλά επεκτείνεται και στο πιρούνι που είναι κανονικής μοτοσυκλέτας όπως και το τιμόνι με τα καβαλέτα.

Η διαδρομή εμπρός είναι 122mm από τις μεγαλύτερες της ευρύτερης κατηγορίας των μεσαίων σκούτερ, βασικά μόνο το ADV350 έχει 3mm μεγαλύτερης διαδρομής, ενώ το πιρούνι του Aprilia είναι της Showa με διάμετρο 33mm και η πρώτη εντύπωση που δίνει είναι αρκετά θετική για τις αποσβέσεις συμπίεσης και επαναφοράς με προοδευτική λειτουργία.

Πίσω έχουμε δύο αμορτισέρ επίσης της Showa με διαδρομή 102mm που η Aprilia αναφέρει πως είναι 7% παραπάνω από τον ανταγωνισμό, όπως αντίστοιχα αναφέρει πως η διαδρομή εμπρός είναι 22% παραπάνω από τον ανταγωνισμό. Αυτό είναι κάτι που πράγματι ισχύει αν όμως περιοριστούμε στον κυβισμό του SR GT πριν φτάσουμε για παράδειγμα στο ADV350 μιας και το αντίστοιχο 150 δεν εισάγεται στην Ευρώπη.

Οι διαδρομές αυτές δίνουν στο καλοζυγισμένο σκούτερ των 144 κιλών – 148 κιλά για την έκδοση 200ων κυβικών – μία απόσταση από το έδαφος στα 175mm που είναι εξαιρετικά γενναία και υπόσχεται ανεμπόδιστη διέλευση από κράσπεδα και σκαλοπάτια ακόμη, που στην Ελλάδα μπορεί να είναι αναγκασμένος να περνά ο ιδιοκτήτης για να παρκάρει στον χώρο του. Στον αντίποδα το SR GT είναι ένα ψηλό σκούτερ που σημαίνει πως για να πατά ο αναβάτης στο έδαφος με όλο το πέλμα θα πρέπει να ανήκει στο άνω άκρο του μέσου όρου ύψους για τους αναβάτες στην Ελλάδα ή να είναι και ψηλός, οπότε από 177εκ και πάνω όχι μόνο ο αναβάτης πατά καλύτερα στο έδαφος αλλά απολαμβάνει και άνεση που δεν βρίσκεις στην κατηγορία.

Επιστρέφοντας στον τομέα των αναρτήσεων και συγκεκριμένα με ό,τι έχει να κάνει με την συμπεριφορά τους στον δρόμο, η αρχική εντύπωση είναι πως κρίνονται αρκετά σφιχτές, ευνοώντας την γρήγορη οδήγηση αλλά ευτυχώς όχι σε σημείο που να αρχίσεις να ταλαιπωρείς την μέση σου σε λακκούβες και σαμαράκια. Ούτε από την πραγματικότητα των ιταλικών δρόμων λείπουν τέτοια παραδείγματα, ενώ κι εγώ τρέφω μία ευαισθησία σε ότι αφορά τα κραδασμούς και κοπανήματα που προσπερνούν τις αναρτήσεις και διοχετεύονται στην μέση και ως πρώτη εμπειρία οδήγησης, φαίνεται πως η Aprilia προσπέρασε αυτό τον σκόπελο. Σε κάθε περίπτωση πολύ καλή πρώτη εντύπωση αφήνει και η ισορροπία του SR GT, διότι εκ των πραγμάτων είναι πρόβλημα η κατανομή του βάρους στα σκούτερ, πόσο δε μάλλον σε ένα ψηλό σκούτερ με τέτοια διαδρομή αναρτήσεων και μεγάλη απόσταση από το έδαφος. Παρόλα αυτά το SR έχει πολύ καλή συμπεριφορά και το ζύγισμά του σε βοηθά να διατηρείς τον έλεγχο όσο είναι σταματημένο χωρίς να ζορίζεις τετρακέφαλο και γενικά το πόδι που πατά στον δρόμο, δείχνοντας ότι έχει γίνει δουλειά στο κέντρο βάρους και έχουν προσέξει την κατανομή του προς κάθε άξονα. Φυσικά η αναλυτική δοκιμή στην Ελλάδα θα φανερώσει περισσότερα, κυρίως όμως θα δείξει και με νούμερα τι συμβαίνει, αφού στο MOTO είμαστε οι μόνοι που ζυγίζουμε τις μοτοσυκλέτες που παίρνουμε για δοκιμή.

Κάτω από την σέλα χωρά άνετα ένα jet κράνος ή ένα full face αν δεν έχει πολλές αεροτομές, αν ο αναβάτης δηλαδή δεν χρησιμοποιεί καθημερινά ένα racing κράνος που φορά σε sport μοτοσυκλέτα που έχει μόνο για track days, πράγμα συνηθισμένο τόσο για Ιταλούς γενικά, όσο και για… Apriliaνους ειδικά. Σε αυτή την περίπτωση κανονικού full face κράνους θα χωρέσει κάτω από την σέλα και ένα σετ αδιάβροχα, ώστε παρκάροντας να μπορείς να αποθηκεύσεις τα περισσότερα που σε βαραίνουν.

Η σέλα τώρα κρίνεται σκληρή και το σήκωμα που κάνει στο σημείο που διαχωρίζεται για τον συνεπιβάτη προσφέρει μεν καλή στήριξη αλλά περιορίζει την μετακίνηση του σώματος εμπρός πίσω, πράγμα που δεν θα απασχολήσει ιδιαίτερα όμως, γιατί η γεωμετρία θέσης οδήγησης είναι αρκετά γενναιόδωρη παρόλο που τοποθετεί το σώμα σε μία θέση. Στην πράξη η θέση οδήγησης αφήνει πίσω της τα δεδομένα των σκούτερ και αρχίζει να πλησιάζει εκείνα των μικρών μοτοσυκλετών καθώς τοποθετεί τα χέρια σε πιο ψηλή και φυσική γωνία, με το τιμόνι να μην βρίσκει στα γόνατα, ακόμη και σε αναβάτες πάνω από 1,80μ ύψος. Κι αυτό το διαπιστώσαμε επί τούτου οδηγώντας με έναν Άγγλο συνάδελφο με ύψος 1,95. Καλύτεροι αφρώδες θα ήθελε και η σέλα του συνεπιβάτη, από εκεί και πέρα όμως προσφέρει καλή στήριξη με σωστά τοποθετημένες χειρολαβές και πολύ καλά υπολογισμένη γωνία για τα πόδια.

Άνετος είναι και ο χώρος για τα πόδια στην ποδιά που φτάνει μέχρι και πατούσες-βατραχοπέδιλα. Φυσικά και δεν λείπει η θέση πάνω στην ποδιά για πιο απλωτή στάση, που εξαιτίας του καλού ζυγίσματος, μπορείς να διατηρείς αυτή την στάση ακόμη και με μικρές ταχύτητες και όχι μόνο στον ανοικτό δρόμο.

Η οθόνη είναι μία ευανάγνωστη LCD με μαύρο φόντο και λευκή γραμματοσειρά, αλλά δυστυχώς δημιουργεί πολλές αντανακλάσεις, που θα προβληματίσουν σε έντονο ηλιακό φως. Έχει την δυνατότητα διασύνδεσης μέσω της εφαρμογής Aprilia MIA που ακόμη και σαν after market επιλογή εξοπλισμού, αναγάγει το SR GT σε ένα από τα πιο εξοπλισμένα της κατηγορίας του και όχι μόνο, καθώς εδώ ανταγωνίζεται και προτάσεις μεγαλύτερης κι ακριβότερης κατηγορίας.

Στον εξοπλισμό αξίζει μία αναφορά στα ελαστικά πρώτης τοποθέτησης, καθώς δεν θα δει κανείς Michelin Anakee για σκούτερ. Παρότι προέρχεται από εργοστάσιο την Ασία, που δικαιολογεί ένα σετ ελαστικών από την περιοχή εκεί, μειώνοντας το υψηλό κόστος κάποιου πιο επώνυμου, το SR GT έχει τα συγκεκριμένα Michelin που κρύβουν αρκετά μεγάλη πορεία εξέλιξης. Είναι εξαιρετικά σε πρόσφυση και αίσθηση με απρόσμενα καλό κράτημα και στο βρεγμένο που το οδηγήσαμε και μένει να δούμε την συμπεριφορά τους στην ελληνική άσφαλτο που η μοναδική σύστασή της αλλάζει πάντα τα δεδομένα για τα ελαστικά και για αυτό δίνουμε ιδιαίτερα μεγάλη προσοχή στις δοκιμές ελαστικών που πραγματοποιούμε στην Ελλάδα.

Στην διάθεσή μας είχαμε και τις δύο εκδόσεις, 200 και το 125 κυβικών, εξοπλισμένες με την after market ψηλότερη ζελατίνα, που προστατεύει εξαιρετικά χωρίς να μπαίνει μέσα στο οπτικό σου πεδίο, που είναι σημαντικό για τα σκούτερ. Παρατυπία ωστόσο το γεγονός πως στο μέγιστο κόψιμο του τιμονιού έρχονται πολύ κοντά οι μανέτες στην ζελατίνα και δεν χωράνε τα δάχτυλά σου.

Ο κινητήρας του 125 είναι ο πιο δυνατός στην κατηγορία και αρκετά εύστροφος που για εμάς είναι εξίσου σημαντικό με την ιπποδύναμη για σκούτερ που κινούνται σε αστικό περιβάλλον, αλλά τόσο στο 125 και περισσότερο στο 200, καταλαβαίνεις κάποιους κραδασμούς οι οποίοι βρίσκουν τον δρόμο τους και φτάνουν μέχρι και το τιμόνι και γίνονται αντιληπτοί στα γκριπ ενώ περνούν και από την σέλα αν και λιγότερο. Η αναφορά είναι περισσότερο συγκριτική καθώς πρόκειται για Piaggio Group που έχει το Medley, ένα Bentley των σκούτερ κυριολεκτικά, ενώ και ο ήχος του κινητήρα είναι περισσότερος στο SR. Αντίστοιχα με το Medley, το SR GT διαθέτει Start & Stop, το γνωστό πλέον RISS (Regulator Inverter Start & Stop System) που σημαίνει πως στην θέση της παραδοσιακής μίζας έχει μπει ένα ηλεκτρικό μοτέρ μειωμένων τριβών (brushless) απευθείας στον στρόφαλο. Εκτός από την αμεσότητα του συστήματος start & stop στα φανάρια, όλες οι εκκινήσεις ακόμη κι ένα κρύο πρωινό όπως αυτό της παρουσίασης, δίνουν αμεσότητα χωρίς κραδασμούς και πολλές περιστροφές. Το Start & Stop σβήνει τον κινητήρα από ένα δευτερόλεπτο μετά την ακινητοποίηση στο φανάρι, μέχρι όμως και πέντε, που είναι αρκετά και σε κάνουν να αναρωτιέσαι αρχικά, αν το έχεις απενεργοποιήσει. Ο αναβάτης δεν έχει παρά να ανοίξει το γκάζι για να πάρει ο κινητήρα αθόρυβα μπροστά και να ξεκινήσει το σκούτερ, χωρίς κραδασμούς, χωρίς τον παραδοσιακό ήχο μίζας, μιας που δεν υπάρχει τέτοια, όπως ακριβώς συμβαίνει και στο πρώτο που δίδαξε κάτι τέτοιο, το PCX. Κλειδί για την απόφαση της ECU για το πότε θα σβήσει ο κινητήρας είναι η θερμοκρασία του. Σε περίπτωση που είναι ανεβασμένη, το SR GT κρατά τον κινητήρα σε λειτουργεία για να γυρίσει το κύκλωμα ψύξης λίγο περισσότερο. Δεν ζεσταίνεται εύκολα σε φυσιολογικές συνθήκες, αλλά το ζήτημα είναι πως σε προδιαθέτει να κινηθείς γρήγορα μιας και υποστηρίζει την πιο σπορ οδήγηση.

Ταιριάζει όμως στην Aprilia ένας πιο σπορ χαρακτήρας, που γίνεται ακόμη πιο αντιληπτός με την έκδοση των 200 κυβικών και την χαρακτηριστική ευστροφία που επιτρέπει να κυνηγάς μεγαλύτερα σκούτερ όπως το Beverly 300 που είχε ο πλοηγός μας!

Ευτυχώς τα φρένα αφήνουν τις καλύτερες εντυπώσεις σε ένα γρήγορο σκούτερ όπως το SR, έχοντας μονοκάναλο ABS στο 200 που επεμβαίνει μόνο μπροστά, αλλά το κάνει εκεί που πρέπει και χωρίς να αμολά απότομα. Το 125 έχει συνδυασμένη λειτουργία εμπρός και πίσω φρένου, αλλά με ακριβώς ίδιες δαγκάνες και δίσκους με το 200 και φυσικά εξίσου πολύ καλή απόδοση.

Η αρχική τιμή που είπε ο product manager στο ΜΟΤΟ είναι ότι θα ξεκινάει από τα 3.990 για το 125 και 200 ευρώ παραπάνω για το 200. Το πρόβλημα είναι πως εμείς εδώ στην Ελλάδα έχουμε αρκετούς φόρους, υψηλότερο ΦΠΑ και δασμούς που ψαλιδίζουν τα περιθώρια. Επιπρόσθετα το μεταφορικό κόστος είναι υψηλότερο από κάθε άλλη φορά. Η ελληνική αντιπροσωπεία έχει καταφέρει στο παρελθόν να κάνει απίστευτες κινήσεις, όπως τιμή κάτω και από την Ιταλία, αν κι αυτή την περίοδο που επίσης έχει αυξηθεί το μεταφορικό κόστος, κάτι τέτοιο  (με τις διαφοροποιήσεις στις χώρες ανάλογα με τους φόρους κτλ) Από τον Μάρτιο θα είναι διαθέσιμες και οι σπορ εκδόσεις, που θα έχουν τα σπορ χρώματα της Aprilia (κόκκινο μαύρο και κίτρινο μαύρο, με αντίστοιχες εξωτερικές ραφές στη σέλα).

 

Aprilia SR GT 125/200 – Τεχνικά Χαρακτηριστικά

Κινητήρας

Μονοκύλινδρος

Υγρόψυκτος

τετράχρονος

Piaggio i-get με 'Start & Stop'

(SOHC) - 4 balb;idew

Χωρητικότητα

124.7 cc / 174 cc

Διάμετρος  x Διαδρομή

52 mm / 58.7 mm και

61.5 mm / 58.7 mm

Ιπποδύναμη

14,7hp (11 kW) στις 8750 rpm

17,4 (13 kW) στις 8500 rpm

Ροπή

12 Nm στις 6500 rpm

16.5 Nm στις 7000 rpm

Τροφοδοσία

Ηλεκτρονικός Ψεκασμός

Λίπανση

Υγρό κάρτερ

Μετάδοση

Αυτόματο φυγοκεντρικό CVT

με ξηρό συμπλέκτη

Πλαίσιο

Ατσάλινο σωληνωτό μονής δοκού

Ανάρτηση Εμπρός

Τηλεσκοπικό πιρούνι 33 mm διάμετρο

122 mm διαδρομή

Ανάρτηση Πίσω

Υδραυλικό αμορτισέρ dual action

5 θέσεις προφόρτισης 102 mm διαδρομή

Έλεγχος φρένου

Συνδυασμένα / Μονοκάναλο ABS της BOSCH

Φρένο Εμπρός

Δίσκος 260mm με 25.4mm

δαγκάνα δύο εμβόλων

Φρένο Πίσω

Δίσκος 220mm με 22mm πλευστή

δαγκάνα δύο εμβόλων

Ελαστικό Εμπρός

Tubeless 110/80-14”

Ελαστικό Πίσω

Tubeless 130/70-13”

Ύψος σέλας

799 mm

Μεταξόνιο

1350 mm

Βάρος γεμάτο

144 Kg και

148 kg

Ρεζερβουάρ

9 λίτρα