Παρουσίαση στις Σέρρες: KTM 790 Duke, 390 Duke, 390 RC race kit, 1290 Superduke GT

Πορτοκαλί ημέρα
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

8/5/2018

Η KTM S.E.E. διοργάνωσε μια παρουσίαση στην πίστα των Σερρών με απόλυτο σεβασμό στο πνεύμα Ready to Race της αυστριακής εταιρείας. Βασίλισσα της ημέρας ήταν φυσικά η ολοκαίνουρια 790 Duke, που είχαμε οδηγήσει αποκλειστικά για εσάς στα Gran Canaria και έκανε το ντεμπούτο της στην Ελλάδα στην έκθεση μοτοσυκλέτας στο Ελληνικό. Μαζί της ήταν το 390 Duke, ένα 390 RC με το αγωνιστικό κιτ που έχουν οι μοτοσυκλέτες που συμμετέχουν στο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα Ταχύτητας και το 1290 Superduke GT.

Όλα αυτά τα λαχταριστά μοντέλα, μας περίμεναν στην αγαπημένη μας πίστα των Σερρών για να τα οδηγήσουμε όπως πραγματικά τους αξίζει.

790 Duke: Η Ελλάδα της ταιριάζει

Οι διεθνείς παρουσιάσεις στο εξωτερικό είναι πάντα σημαντικές για εμάς τους δημοσιογράφους, διότι έχουμε την μοναδική ευκαιρία να μιλήσουμε απευθείας με τους ανθρώπους που σχεδίασαν και κατασκεύασαν το κάθε νέο μοντέλο και είναι οι μόνοι που μπορούν να μας δώσουν να καταλάβουμε ποιοι ήταν οι στόχοι και ποιες είναι οι προσδοκίες τους. Όμως αυτό δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να μειώσει την αξία που έχει η δοκιμή ενός νέου μοντέλου επί ελληνικού εδάφους. Σε αυτή τη χώρα ζούμε, σε αυτούς τους δρόμους και σε αυτές τις συνθήκες οδηγάμε τις μοτοσυκλέτες μας, όχι στις γερμανικές Autobahn, ούτε στις Αυστριακές Άλπεις, ούτε στις ιταλικές πίστες. Οπότε η πρόσκληση να οδηγήσουμε την 790 Duke στην πίστα των Σερρών είχε την ίδια βαρύτητα για εμάς με εκείνη για την διεθνή δημοσιογραφική παρουσίαση στα κανάρια Νησιά δύο μήνες πριν.

Πέρα όμως από την δημοσιογραφική αξία αυτής της παρουσίασης, η οδήγηση του 790 Duke είναι πάντα μια απόλαυση που δεν μπορείς να αρνηθείς. Ειδικά μέσα στην πίστα των Σερρών που είναι μία από τις καλύτερες πίστες της Ευρώπης για να ευχαριστηθείς την οδήγηση μιας σπορ μοτοσυκλέτας. Κι αυτό το λένε άνθρωποι που έχουν οδηγήσει στις πιο διάσημες πίστες του κόσμου!

Για άλλη μια φορά, το 790 Duke επιβεβαίωσε όλα όσα είχαμε γράψει στο τεύχος 581 του ΜΟΤΟ. Το καβαλάς στα πιτς και μέχρι να φτάσεις στην Κ1 σε έχει κάνει να πιστέψεις ότι ξέρεις τα πάντα γι΄αυτό και νοιώθεις σαν να το οδηγούσες χρόνια. Τα πάντα πάνω της είναι εκεί που πρέπει και τα μηχανικά μέρη αντιδρούν στις εντολές σου όπως ακριβώς περιμένεις να κάνουν. Ο χρόνος εξοικείωσης μαζί του είναι μηδενικός στην κυριολεξία.

Τα τρία 790 Duke που είχαμε στη διάθεσή μας (δύο μαύρα και ένα πορτοκαλί) ήταν εντελώς νορμάλ, ακριβώς όπως πωλούνται στα καταστήματα και δεν είχαν καν ειδικά λάστιχα για πίστα. Τα Maxxis που φοράνε από το εργοστάσιο και έχουν γίνει αιτία να συζητηθεί αυτή η επιλογή της KTM στα “πηγαδάκια” των social media, αποδείχτηκαν αξιοπρεπέστατα σε επίπεδο πρόσφυσης μέσα στην πίστα. Παρά το γεγονός ότι είναι ελαστικά δρόμου, το κράτημά τους παρέμενε σταθερό ακόμα κι όταν έκανες πάνω από πέντε συνεχόμενους γρήγορους γύρους και δεν “σαπούνιαζαν” από την υπερθέρμανση.

Φυσικά το σχήμα της κορόνας τους είναι προοδευτικό, όπως στα περισσότερα ελαστικά δρόμου, κάτι μέσα στην πίστα που έχει ως αποτέλεσμα να ανοίγει τις γραμμές σου στις γρήγορες παρατεταμένες με ανοιχτό το γκάζι, όπως είναι η Κ4. Καθώς εγώ ζυγίζω περίπου 70 κιλά μαζί με την φόρμα, δεν είχα κάποιο ιδιαίτερο παράπονο από τις αναρτήσεις. Για την ακρίβεια το πιρούνι μου άρεσε πάρα πολύ. Φαντάζομαι όμως ότι αν κάποιος βάλει ελαστικά για οδήγηση σε πίστα και το επίπεδο του κρατήματος αυξηθεί, τότε ένα πίσω αμορτισέρ με πλήρεις ρυθμίσεις να είναι μια καλή ιδέα.

Σε κάθε περίπτωση, το 790 Duke είναι μια φανταστική μοτοσυκλέτα για όσους θέλουν να κάνουν track day. Το μεγαλύτερο πλεονέκτημά της είναι ότι σε αφήνει από τον πρώτο κιόλας γύρο να ασχοληθείς με τις γραμμές σου. Δεν χρειάζεται την βοήθειά σου σε τίποτα, οπότε όλη σου η προσοχή στρέφεται στο πως θα βελτιωθείς εσύ. Το δεύτερο σημαντικό πλεονέκτημά της είναι ότι δεν σε κουράζει ποτέ, όσους γύρους κι αν κάνεις. Η θέση οδήγησης και η ομαλή απόδοση της δύναμης σε όλο το φάσμα των στροφών, χωρίς κενά και ξεσπάσματα, σε βοηθούν να μην σπαταλάς σωματική δύναμη. Κι όπως όλοι ξέρουν πλέον, η No1 αιτία πτώσεων στα track day είναι η κόπωση, που με τη σειρά της προκαλεί απώλεια συγκέντρωσης και κακή εκτίμηση των καταστάσεων.

390 Duke: Μικρός γίγαντας

Αυτό ήταν η έκπληξη της ημέρας. To 790 Duke απλώς επιβεβαίωσε μέσα στην πίστα των Σερρών όλα όσα είχαμε ήδη γράψει έως σήμερα. Όμως το 390 Duke συνεχίζει να μας εκπλήσσει κάθε φορά που το οδηγάμε σε διαφορετικό περιβάλλον. Έχουμε κάνει μαζί του ταξίδι 800 χιλιομέτρων σερί (αυθημερόν Αθήνα-Μετέωρα-Αθήνα) και μας εντυπωσίασε η άνεση της σέλας του. Το οδηγήσαμε στην πόλη και μας εντυπωσίασε η ευελιξία, η οικονομία στην κατανάλωση βενζίνης και φυσικά ο κεφάτος χαρακτήρας του. Το οδηγήσαμε σε πίστα καρτ και ήταν μακράν καλύτερο του άμεσου ανταγωνισμού.

Όμως τώρα μέσα στη μεγάλη πίστα των Σερρών μας άφησε με τον στόμα ανοιχτό. Γενικά οι πίστες κάνουν τους κινητήρες να δείχνουν πιο αδύναμοι απ’ ότι στο δρόμο, γιατί σου επιτρέπουν να χουφτώνεις το γκάζι πιο εύκολα. Ως εκ τούτου, περιμέναμε ότι ο μικρός μονοκύλινδρος κινητήρας του 390 Duke θα λιγοψυχούσε και το γεγονός ότι θα το οδηγούσαμε μετά από το 790 Duke και το 1290 Superduke GT, έκανε την δύναμή του να φαίνεται ανεπαρκής. Όμως ο μικρός Δούκας είναι μια πραγματικά πολυτάλαντη μοτοσυκλέτα. Όχι μόνο δεν ξενερώνεις όταν την οδηγείς στις Σέρρες, αλλά μπορεί να σου ζωγραφίσει ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά. Από την Κ5 έως την Κ9 οποιαδήποτε μεγάλη μοτοσυκλέτα είναι μπροστά σου αποτελεί εμπόδιο! Το ίδιο και από την Κ11 έως την έξοδο για την ευθεία που κουτουλάς πάνω τους. Είναι λίγο άδικο που σε ξαναπερνάνε στη μεγάλη ευθεία, όμως η Κ1 δεν αργεί να έρθει και με το 390 Duke τους έχεις ξαναπεράσει έως την Κ4. Μέσα στο τριπλό εσάκι κάνει όργια και το κόβει στη μέση σαν ξυράφι. Απίστευτα διασκεδαστικό για έναν έμπειρο αναβάτη, απόλυτα ασφαλές και πραγματικό σχολείο οδήγησης για όποιον θέλει να μάθει να οδηγά μέσα σε πίστα.

390 RC Race Kit: Νεανικό θράσος  

Σε αντίθεση με το 390 Duke που είναι παιχνίδι διασκέδασης για όλους, το 390 RC με το αγωνιστικό κιτ είναι μια μικρή μοτοσυκλέτα που θέλει γνώσεις και πολύ θάρρος για να πάει γρήγορα. Είναι μεν εύκολη και πολύ φιλική για να ευχαριστηθείς οδήγηση μέσα σε μια πίστα, όμως όταν στην κουβέντα αρχίζεις και μιλάς για χρόνους, τότε τα πράγματα σοβαρεύουν πολύ. Τα “υπερφυσικά μωρά” που έχει η αγωνιστική ομάδα του Σάκη Σκούρτα γυρίζουν στις Σέρρες στο 1:29 με αυτό το πυραυλάκι. Μέχρι το 1:34 τα πράγματα είναι εύκολα πάνω στη σέλα του και το μόνο που χρειάζεται είναι να έχεις την σωστή γραμμή και την σωστή σχέση στο κιβώτιο. Όμως για να κατέβεις κάτω από το 1:34 χρειάζεται πολύ μεγάλη ψυχική και σωματική ενέργεια.

Αυτή η μοτοσυκλέτα με κούρασε περισσότερο από το 790 Duke, αφού έπρεπε διαρκώς να την βοηθάω με το σώμα μου, πιέζοντας τα μαρσπιέ και αλλάζοντας στάση πάνω στη σέλα. Ακόμα και το σημείο που θα την σηκώσεις όρθια μετά την κορυφή της στροφής, έχει δραματική επίπτωση στο χρόνο.

Κυρίως όμως απαιτεί θάρρος και νεανικό θράσος στην είσοδο της στροφής για να πάει γρήγορα, κάτι που με τη σειρά του απαιτεί πολλές ώρες προπόνησης για να το αποκτήσεις.

1290 Superduke GT: Αγωνιστικός τουρισμός

Αν θέλεις μια μοτοσυκλέτα να πας δικάβαλος και με άνεση οδικώς από την Αθήνα στις Σέρρες και με την ίδια μοτοσυκλέτα να μπεις στην πίστα και να την οδηγήσεις σαν Superbike, τότε αυτή είναι η 1290 Superduke GT. Το μεγάλο σταθερό φαίρινγκ προσφέρει προστασία από τον αέρα και οπτικά προσθέτει “τουριστικό” όγκο όμως κάτω από αυτό το περιτύλιγμα ζει ένα Superduke. Από τη στιγμή που θα μπεις μέσα στην πίστα δεν υπάρχει καμία διαφορά από το streetfighter αδερφάκι του, οπότε είτε οδηγάς το GT, είτε οδηγάς το R είναι το ίδιο πράγματα. Εμείς βέβαια στο MOTO έχουμε την πρόσθετη εμπειρία μαζί στην πίστα των Μεγάρων, όπου την επισκεφτήκαμε όταν πραγματοποιούσαμε την δοκιμή του, ακριβώς για να δούμε πόσο κοντά βρίσκεται στην ψυχολογία του αδελφού του. Είναι που οι ανάγκες των δοκιμών στο MOTO δημιουργούν τεράστιες απαιτήσεις...

Πολύ ελαφριά μοτοσυκλέτα στις απότομες αλλαγές πορείας, σχεδόν εντυπωσιακή μέσα στο εσάκι και με μεγάλα περιθώρια κλίσης για να στρίβεις με υψηλές ταχύτητες. Το μόνο πράγμα που μπορεί να επιρρεάσει τους χρόνους του Superduke GT στις Σέρρες είναι τα ελαστικά που θα επιλέξεις να του βάλεις.

Ετικέτες

Ducati Supersport 950 2021: Στα χνάρια της Panigale

Εμφάνιση και ηλεκτρονικά που παραπέμπουν σε superbike!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

18/11/2020

Η Supersport, η σπορ μοτοσυκλέτα της Ducati που έχει σκοπό να σε εισάγει στον κόσμο των superbike ή να σε κρατά σε επαφή μαζί τους, ανανεώθηκε πλήρως με την είσοδο των Euro5 προδιαγραφών και άρχισε να μοιάζει περισσότερο στην Panigale. Αναμενόμενη εξέλιξη αυτή και επιθυμητή ταυτόχρονα, από την στιγμή που η Panigale είναι μία από τις ομορφότερες superbike που υπάρχουν.

Παράλληλα αλλάζει και το όνομα με τον κυβισμό να προστίθεται κάνοντας αμέσως σαφές και το που ανήκει, μία προσθήκη που χρειαζόταν γιατί στο δρόμο την περνούσαν για 600 κυβικά, με τις έντονες γραμμές να κρύβουν ακόμη περισσότερο τον μικρό της όγκο.

Ο κυβισμός παραμένει ίδιος από εκεί και πέρα και καρδιά της ανανεωμένης Supersport είναι ο Testatretta 11ο δικύλινδρος κινητήρας. Η απόδοση παραμένει στους 110 ίππους στις 9.000 στροφές, όπως και η ροπή στα 9,5Kg.m στις 6.500 στροφές με τους Euro5 να ικανοποιούνται πλήρως.

Εκτός από την εμφάνιση η μεγάλη διαφορά στην Supersport είναι στα ηλεκτρονικά, τα εσωτερικά και τα εξωτερικά. Δηλαδή στην έγχρωμη TFT οθόνη των 4.3 ιντσών με γραφικά που επίσης οδηγούν στην Panigale και από την οποία ρυθμίζεις τα νέα ηλεκτρονικά τα οποία πλέον εξουσιάζονται από την IMU 6 αξόνων. Άλλη μία περισσότερο προσιτή μοτοσυκλέτα συγκριτικά με τις superbike που επωφελείται από μία βαθμίδα τεχνολογίας που μέχρι τώρα την πλήρωνες πολύ ακριβά.

Η μονάδα IMU, που αντιλαμβάνεται την θέση της μοτοσυκλέτας στον χώρο, κατασκευάζεται από την Bosch, στην οποία ανήκουν και τα υπόλοιπα ηλεκτρονικά συστήματα που έχει πλέον η Supersport στην φαρέτρα της: Cornering ABS, Ducati Traction Control (DTC) EVO, Ducati Quick Shift (DQS) up / down EVO και Ducati Wheelie Control (DWC) EVO. Το θέμα είναι πως η Bosch έχει ξεφύγει από την έννοια ασφάλεια και πλέον τα ηλεκτρονικά επικεντρώνονται στο παιχνίδι, πράγμα που σημαίνει πως η Supersport επωφελείται αντίστοιχα!

Μπροστά βλέπουμε ένα πιρούνι της Marzocchi με την διάμετρο να παραμένει με το προηγούμενο μοντέλο στα 43mm και μονόμπρατσο ψαλίδι με αμορτισέρ της Sachs.

Υπάρχει και πάλι η έκδοση S με πλήρως ρυθμιζόμενες αναρτήσεις από την Öhlins που δηλώνουμε με σιγουριά από τώρα πως θα κάνουν σημαντική διαφορά, βασισμένοι στην εμπειρία που έχουμε από το υπάρχον μοντέλο. Ενδεικτικό είναι πως το πιρούνι μπροστά μεγαλώνει στα 48mm και έχει επίστρωση TiN.

Στο νέο φαίρινγκ που έχει πλέον η Supersport 950, το δυναμικό παρόν και την ομοιότητα με την Panigale V4 δίνουν οι LED προβολείς, αλλά και οι αεραγωγοί. Η σχεδίασή τους δεν γίνεται μόνο για την εντύπωση αλλά φέρνουν καλύτερη απαγωγή θερμότητας ενώ το φαίρινγκ καλύπτει πλέον περισσότερο την μοτοσυκλέτα από πριν και ενσωματώνει τον συλλέκτη φτάνοντας μέχρι πίσω στο τελικό της εξάτμισης. Αυτό είναι άλλο ένα στοιχείο που αυξάνει τις οπτικές ομοιότητες με τα superbike. Κι έτσι πέρα από τους προβολείς που μίκραιναν σε μέγεθος αλλά αυξάνουν την απόδοσή τους, δίνοντας θέση σε αεραγωγούς μπροστά, έχουμε πλαϊνές εξαγωγές ψηλά και χαμηλά και περισσότερες γωνίες και το μεγαλύτερο συνολικά φαίρινγκ. Η Ducati υπόσχεται καλύτερη ψύξη για τα πόδια του αναβάτη το καλοκαίρι, εξαιτίας των νέων πτερυγίων. Παραμένουν οι καθρέφτες που ενσωματώνουν τα φλας, όπως και το κάλυμμα για το πίσω κομμάτι της ενιαίας σέλας.

Το καλό είναι πως οι προβολείς ανάβουν ταυτόχρονα τόσο στην μεσαία, όσο και στην μεγάλη σκάλα, και δίνουν συμμετρική εμφάνιση στης μοτοσυκλέτα ενώ ταυτόχρονα έχουν καλύτερη διασπορά σύμφωνα με την Ducati. Το ύψος της σέλας για τον αναβάτη είναι στα 810mm και μπορεί να γίνει 790mm με πρόσθετο εξοπλισμό από τον κατάλογο αξεσουάρ. Η θέση οδήγησης είναι σπορ αλλά όχι ακραία, όπως και στο προηγούμενο μοντέλο, επιτρέποντας την άνετη καθημερινή χρήση της μοτοσυκλέτας με την ζελατίνα να ρυθμίζεται σε ένα εύρος 50mm, ενώ έπαψε να είναι τελείως διαφανής. Το αφρώδες της σέλας είναι επίσης νέο, αλλαγμένο, αλλά στον πρόσθετο εξοπλισμό υπάρχουν και άλλες επιλογές για ακόμη περισσότερη άνεση με ακόμη περισσότερο αφρώδες.

Από τον κινητήρα που δεν έχει αλλαγές πέρα από την αναπνοή του και την ηλεκτρονική διαχείριση, παραμένουν κάποια από τα δυναμικά χαρακτηριστικά που είχαν κάνει την Supersport να ξεχωρίζει και που είναι και βασικά πλεονεκτήματα του δικύλινδρου, όπως το γεγονός πως έχεις διαθέσιμο το 80% της ροπής στις 3.500 στροφές ενώ η διάρκειά του είναι επίσης χαρακτηριστική γιατί μέχρι τις 9.000 στροφές διατηρεί το 90% των 9,5kg.m που έφτασε στις 6.500 στροφές! Δεν είναι κορυφή δηλαδή, αλλά οροπέδιο, η απόδοση της ροπής!

Με τελικό της Akrapovic αφαιρείς και 4,6 κιλά κερδίζοντας άλλο ένα 5% στις μεσαίες στροφές, και κάτι μας λέει πως θα υπάρχει διαφορά και στην θερμότητα του κινητήρα. Ο δικύλινδρος απαιτεί service κάθε 15.000 χιλιόμετρα ή μία φορά τον χρόνο με τις βαλβίδες να γίνονται κάθε δεύτερο service.

Το βάρος, παρόλο την προσθήκη περισσότερων αισθητήρων, εξακολουθεί να είναι ένα κιλό κάτω από την πρώτη Supersport και συνολικά στα 210 κιλά, θυμίζοντας στους αναγνώστες μας πως η Ducati είναι η πλέον ειλικρινής εταιρεία στο βάρος, μιας και ζυγίζουμε όλες τις μοτοσυκλέτες που παίρνουμε στα χέρια μας.

Με μεταξόνιο στα 1,478 και κάστερ 24ο με 91mm ίχνος αντιλαμβάνεσαι πως έχεις μία μοτοσυκλέτα που μπορεί να ανταποκριθεί στην σπορ οδήγηση στον δρόμο και να σε πάει έως και σε ένα track day για διασκέδαση. Μέχρι τις 48ο κλίσης δεν θα αφήσεις αποτυπώματα σε άσφαλτο που σημαίνει πως η Supersport επιτρέπει να πάρεις όλο το εύρος των σύγχρονων καθημερινών, σπορ, ελαστικών δρόμου πριν αρχίσει να ξύνει.

Κάτω από την σέλα ο αναβάτης έχει μία βασική σειρά εργαλείων και μία θύρα USB για φόρτιση ενώ το τηλέφωνο μπορεί να επικοινωνεί με Bluetooth με τα όργανα ελέγχοντας το Ducati Multimedia System (DMS).

Τρεις καταστάσεις λειτουργίας έχει στην διάθεσή του ο αναβάτης, που όλες ομαδοποιούν και αλλάζουν την συμπεριφορά στα ηλεκτρονικά, επεμβαίνοντας και στην απόκριση της γκαζιέρας μέσα από το αναβαθμισμένο Ride-by-Wire. Βασική διαφορά για την Urban ρύθμιση, για μέσα στην πόλη δηλαδή, είναι ο περιορισμός της απόδοσης στους 75 ίππους, που μαζί όμως φέρνει και οικονομία καυσίμου σε συνθήκες που έτσι και αλλιώς το περισσότερο γκάζι δεν είναι εκμεταλλεύσιμο.

Τα φρένα παραμένουν στην Bosch 9.1MP που μπορεί να μην είναι η νεότερη πλέον μονάδα ABS αλλά έχει αναβαθμιστεί το software και παραμένει μία από τις καλύτερες που έχουν φτιαχτεί ποτέ στην μοτοσυκλέτα με εκπληκτική αντίληψη για την πρόσφυση του δρόμου και τις απότομες αλλαγές αυτής, που δεν μεταφράζονται αμέσως σε απότομο αμόλημα πίεσης.

Το Traction Control και ο έλεγχος της σούζας ανακοινώνονται από την Ducati με τον καλύτερο τρόπο που θα θέλαμε για αυτή την μοτοσυκλέτα, δηλαδή το software δεν είναι εκεί για να τις αποτρέψει και να τις κόψει απότομα.

Αναβαθμισμένο στα επίπεδα που έχουμε δει στο Streetfighter περιμένουμε να είναι και το Quickshifter που δουλεύει προς κάθε κατεύθυνση, ολοκληρώνοντας έτσι μία ήπια αλλά καίρια αναβάθμιση μίας καθημερινής σπορ, δικύλινδρης μοτοσυκλέτας από την Ducati!


Δείτε μία πλούσια συλλογή φωτογραφιών της νέας Ducati Supersport 950 2021

Ετικέτες