Οδηγούμε KTM off-road 2019! Τα SX και EXC που θα συνεχίσουν να κάνουν την διαφορά!
Στην Ελλάδα η νέα γενιά!
Από τον
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
30/10/2018
Από την Πεντέλη με μία όμορφη παρουσίαση, εγκαινιάστηκε η παρουσία της νέας γενιάς Enduro και Motocross της KTM. Οι οικογένειες των SX και EXC/XC δέχθηκαν λίγες αλλά καίριες αλλαγές με στόχο να διατηρήσουν την πρωτοκαθεδρία τους απέναντι σε έναν ανταγωνισμό που κάνει την υπερπροσπάθειά του. Για την σειρά SX και κρατώντας την ίδια απόδοση, η KTM κινήθηκε στους παρακάτω άξονες εξέλιξης για το 2019: Βελτίωση της συμπεριφοράς, αύξηση αξιοπιστίας, περαιτέρω μείωση του βάρους και φυσικά αλλαγές στην εμφάνιση. Το τελευταίο, πέρα από την αναγκαιότητα για διαφοροποίηση απέναντι στους προκατόχους, έχει και πρακτική πλευρά, καθώς οι αλλαγές στην εμφάνιση συνήθως συνοδεύονται από μικρές βελτιώσεις στην στάση του σώματος.
φωτογράφοι: Γιώργος και Χρήσος Καραγιωργάκης, Γιώργος Σβολόπουλος
SX 2019: Τα βασικά σημεία της νέας γενιάς
Αλλαγή στην ακαμψία του περιμετρικού πλαισιού, στα σημεία των βάσεων του κινητήρα, στον λαιμό και στην κάθετη δοκό, για καλύτερη συμπεριφορά κι αύξηση της αντοχής έναντι των καταπονήσεων. Οι βάσεις του κινητήρα είναι νέες, αλουμινένιες, που περαιτέρω αυξάνουν την ακαμψία στο 250SX, ενώ σε όλα τα SX μοντέλα το νέο ισχυρότερο και μακρύτερο κατά 40mm υποπλαίσιο, που αυξάνει την ακαμψία του πίσω φτερού, συνδυάζεται με το επίσης νέο και μακρύτερο κατά 5mm ψαλίδι, αποκτώντας έτσι μία μικρή βελτίωση στην σταθερότητα και μία πιο ήπια συμπεριφορά στις αποσβέσεις.
Με τις αλλαγές στο υποπλαίσιο ήταν δεδομένο πως θα έπρεπε να αλλάξουν και τα πλαστικά που το εκμεταλλεύτηκαν βελτιώνοντας την εργονομία, με την σέλα να ακολουθεί την νέα σχεδίαση και παράλληλα να αποκτά λωρίδες σιλικόνης που βοηθούν ιδιαίτερα στα μπερμ.
Ελαφρώς μεγαλύτερο μεταξόνιο σημαίνει πως έπρεπε να γίνουν αλλαγές και στην εμπρός ανάρτηση βελτιώνοντας την συμπεριφορά τους με τα νέα δεδομένα, κι αποκτώντας νέες πλάκες τιμονιού για καλύτερο έλεγχο του τροχού, δίνοντας στον μοχλό του τιμονιού καλύτερη σαφήνεια στις αντιδράσεις. Τα νέα ψυγεία βελτίωσαν την ποσότητα θερμότητας που μπορούσαν να απάγουν και παράλληλα το σχήμα τους άλλαξε βοηθώντας την εργονομία του νέου κουστουμιού και φέρνοντας το βάρος ακόμα πιο χαμηλά.
Η νέα μπαταρία λιθίου προσφέρει πιο εύκολες εκκινήσεις σε κρύες συνθήκες, ακολουθώντας την υπάρχουν τεχνολογία που συνεχώς αυξάνεται, ενώ η αλλαγή θέσης του ανορθωτή καθιστά ευκολότερο το έργο των μηχανικών, πρώτα εξαιτίας της ευκολότερης πρόσβασης κι έπειτα γιατί εκεί θερμαίνεται δυσκολότερα. Ταυτόχρονα η σχεδίαση έγινε καλύτερη και για το ρεζερβουάρ και την αντλία βενζίνης, απλοποιώντας τα πράγματα.
Στους κινητήρες η βασικότερη αλλαγή βρίσκεται στον επανασχεδιασμό των κιβωτίων, με την KTM να έχει επενδύσει πλέον στην δημιουργία ξεχωριστής γραμμής παραγωγής, μονάχα για τα γρανάζια, εξασφαλίζοντας έτσι την απαιτούμενη ποιότητα και κυρίως, την συνέπεια αυτής. Από μόνο του αυτό δίνει πόντους στην αξιοπιστία, καθώς σε ορισμένες σειρές μοντέλων είχαν παρατηρηθεί αστοχίες υλικού που οφειλόταν στην αδυναμία του εξωτερικού συνεργάτη. Επενδύοντας στην δική της κατασκευή, η KTM παίρνει τον έλεγχο και σε αυτό τον τομέα. Στα 250 και 350 SX-F νέος είναι και ο συμπλέκτης, που παρά τα 190 γραμμάρια βάρους που έχασε, θέλει μικρότερη δύναμη στην μανέτα την στιγμή που οι ταχύτητες κουμπώνουν με μεγαλύτερη σαφήνεια και η αποσύμπλεξή του είναι προοδευτική αν και άμεση. Επιπρόσθετα για το 350 SX-F έχει επανασχεδιαστεί και η κυλινδροκεφαλή που δέχτηκε 250 γραμμάρια μείωσης με σημαντικές σχεδιαστικές αλλαγές στο μπλοκ της. Επίσης νέα είναι και η κυλινδροκεφαλή του 450 SX-F που φέρνει περισσότερες αλλαγές καθώς ο εκκεντροφόρος άλλαξε προφίλ κι έτσι η κεφαλή είναι 15mm χαμηλότερη και 500 γραμμάρια ελαφρύτερη, πράγμα που αποτελεί σημαντική διαφοροποίηση, καθώς πρόκειται για μείωση σε καίριο σημείο της μοτοσυκλέτας.
Οι εξατμίσεις στα δίχρονα έχουν επανασχεδιαστεί σε προσομοιωτή που βοηθά να γίνουν άλματα αντί για βήματα εξέλιξης ενώ τώρα δεν έχουν την πλαστική βάση. Στους τετράχρονους οι εξατμίσεις έχουν μικρότερους σιγαστήρες και καλύτερη ροή ενώ μικρές αλλαγές έχουν τα τετράχρονα και στο σώμα ψεκασμού. Είναι σημαντικό πως το 450 SX-F έφτασε πλέον τα 100 κιλά καθιστώντας το πιστό σύντροφο σε κάθε προσγείωση, έπειτα από εύκολη απογείωση.
Η αναβαθμισμένη σειρά Enduro
Στην σειρά Enduro EXC-2019 οι αναρτήσεις της WP έχουν εσωτερικές αλλαγές με νέο έμβολο και πιο σφιχτές ρυθμίσεις χωρίς όμως απώλεια προοδευτικότητας, κερδίζοντας έτσι σε απόσβεση συμπίεσης. Κι εδώ οι μπαταρίες είναι νέες, Lithium-lon, για ευκολότερη εκκίνηση σε όλες τις συνθήκες, ενώ το πλαίσιο έγινε πορτοκαλί με νέα γραφικά και άλλαξε το κάλυμμα της σέλας αυξάνοντας τον συντελεστή τριβής του.
Στα 125/150 XC-W ο κύλινδρος έχει νέο power valve που δίνει πιο σταθερή απόδοση, ενώ και εδώ έχουμε νέο κιβώτιο 6 σχέσεων με γρανάζια από την PANKL που αποτελεί τμήμα του ομίλου της KTM, αλλά και νέο συμπλέκτη με ατσάλινο διάφραγμα και ελασματικό ελατήριο που απαιτεί λιγότερη δύναμη, ενώ και το πλάτος του κινητήρα έχει μειωθεί ελαφρά από το νέο καλυμμα συμπλέκτη.
Η πρώτη οδηγική εμπειρία μας άφησε πολύ καλές εντυπώσεις, αν και το EXC 300TPI, το ψεκαστό δίχρονο δεν ήταν στην καλύτερή του ημέρα από πλευράς απόδοσης και ρυθμίσεων, δίχως έτσι να καταφέρουμε να πιέσουμε περισσότερο για μία πιο ολοκληρωμένη δοκιμή.
Ο Έλληνας πρωταθλητής Κίμων Καράμπελας, μέλος της συντακτικής ομάδας του MOTO, μας μεταφέρει τις πρώτες εντυπώσεις από την οδήγησή του, εν αναμονή της παρουσίασης σε επόμενο τεύχος:
KTM EXC-F 350
‘’ Πρόκειται για την πιο ευχάριστη off road μοτοσυκλέτα της KΤΜ, συνδυάζοντας με τον καλύτερο τρόπο δύναμη και ευελιξία που θα βολέψει όλων των ειδών αναβάτες. Για το 2019 δέχτηκε τις ίδιες αλλαγές που έγιναν σε όλη την γκάμα των EXC, βρίσκεται δικαιολογημένα στην κορυφή του ανταγωνισμού στη μεσαία κατηγορία αφού από άποψη βάρους πρόκειται για ένα από τα ελαφρύτερα θυμίζοντας έντονα το μικρότερο EXC-F 250. Διαθέτει ίσως τον πιο ζωηρό enduro κινητήρα στα 350 κυβικά ενώ σου δίνει την επιλογή της χρήσης traction control στον στάνταρ εξοπλισμό. Οι τελευταίες αλλαγές που δέχτηκαν οι αναρτήσεις της WP δημιούργησαν ένα ελαφρώς σκληρότερο σύνολο ώστε να αποδίδουν καλύτερα στις μεγάλες πιέσεις κάτι που δεν αντιληφθήκαμε ως έντονη διαφορά και ήδη από την προηγούμενη χρονιά είχαμε μείνει ικανοποιημένοι από το σύνολο. Μεγάλη εντύπωση και πάλι μας έκανε η κατευθυντικότητα του στις στροφές που σ΄ αυτό βοηθά σίγουρα η άριστη θέση οδήγησης. ‘’Χρυσή τομή’’ λοιπόν για μια ακόμη χρονιά το EXC- F 350 που για το 2019 κρατά τα ίδια καλά χαρακτηριστικά με μικρές αλλαγές στα σημεία.’’
KTM EXC 300 TPI
‘’Τα ψεκαστά δίχρονα έφεραν την επανάσταση το καλοκαίρι του 2017 όπου παρουσιάστηκαν επίσημα από την ΚΤΜ και είχαμε την τύχη κατά αποκλειστικότητα να είμαστε οι πρώτοι από την Ελλάδα που θα οδηγούσαμε τα TPI αφήνοντας μας πραγματικά έκπληκτους με την λειτουργία, απόδοση και κυρίως την απόκρισή τους. Την δημοσιογραφική επαφή στην Ελλάδα, συντροφεύουν όμως μικρά περιστατικά ατυχίας, που μπαίνουν εμπόδιο σε μία ολοκληρωμένη δοκιμή τους επί ελληνικού εδάφους. Πέρυσι στην αντίστοιχη παρουσίαση που διοργάνωσε η ελληνική αντιπροσωπεία, δεν είχαμε την τύχη να οδηγήσουμε το 300 ΤΡΙ αφού προηγήθηκε ατύχημα ενός αναβάτη με αποτέλεσμα να απομακρυνθεί η μοτοσυκλέτα από τη δοκιμή. Έμεινε έτσι μόνη, η επαφή που είχαμε με τον νέο δίχρονο κινητήρα στη σέλα του Husqvarna TE 300i σημειώνοντας τότε την διαφορά στη λειτουργία του κινητήρα με αυτόν που είχαμε οδηγήσει στην επίσημη παρουσίαση στην Αυστρία. Αντίστοιχα φέτος μία νέα ευκαιρία για την ανανεωμένη μοτοσυκλέτα θα χανόταν δυστυχώς και πάλι. Το EXC 300 ΤPI της δοκιμής είχε διαφορετική λειτουργία, ο κινητήρας του υστερούσε στις χαμηλές στροφές χωρίς ομαλή λειτουργία. «Μπούκωνε» χαμηλά με ακαθόρυστο ρυθμό ενώ στις ψηλές στροφές ερχόταν μία έκρηξη, δίνοντας μία εκρηκτικότητα σαν να προσπαθεί να σου φύγει απ’ τα χέρια. Με βάση τα λεγόμενα του τεχνικού διευθυντή, η συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα είχε δεχθεί αλλαγές στην χαρτογράφηση της ηλεκτρονικής ώστε να αποδίδει με πιο άγριο τρόπο κάτι που μάλλον δεν άρεσε πολύ στο ΤΡΙ. Ωστόσο γράψαμε αρκετούς γύρους για να πάρουμε την αίσθηση από την πολύ καλή οδηγική συμπεριφορά με τις νέες πιο σφιχτές ρυθμίσεις στις αναρτήσεις της WP και την ακαριαία γεωμετρία του πλαισίου. Περιμένουμε την επανάληψη της δοκιμής του EXC 300 TPI με τις στάνταρ ρυθμίσεις και χαρτογράφηση, ώστε να ολοκληρώσουμε την άποψη μας αφού γνωρίζουμε ότι με τις κατάλληλες ρυθμίσεις αυτή η μοτοσυκλέτα πραγματικά εκπλήσσει ευχάριστα. Πρόκειται για μία από τις καλύτερες enduro που έχουν ποτέ παραχθεί, κι έτσι η επανάληψη της δοκιμής είναι πρωτίστως μία ευχάριστη και… ποθητή διαδικασία!’’
KTM SX-F 250
‘’Την αρχική γεύση του νέου SX-F 250 την είχαμε πάρει από την Ιταλία όπου βρεθήκαμε στην επίσημη παρουσίαση των SX της KTM παρέα με τους Ryan Dungey και Antonio Cairoli όμως στην Πεντέλη είχαμε την ευκαιρία να εκτιμήσουμε καλύτερα τις αλλαγές που έγιναν για το 2019 αφού πρώτα οδηγήσαμε την αγωνιστική μοτοσυκλέτα του Νίκου Λυρίου επίσημου αναβάτη motocross της KTM South East Europe η οποία ήταν μοντέλο του 2018 (χωρίς αλλαγές) και μετά πηδήξαμε στη σέλα του SX-F του 2019 βλέποντας επί τόπου τις διαφορές. Σας το είχαμε ξαναπεί, το νέο 250άρι ανεβάζει στροφές ατελείωτα, ο κόφτης μεταφέρθηκε στις 14,000 rpm με τις αλλαγές που έγιναν στον κινητήρα, το νέο πλαίσιο με την ίδια γεωμετρία αποδεικνύεται ακόμα πιο σταθερό όπου σ’ αυτό συμβάλλει και το μακρύτερο νέο ψαλίδι! Σε όλα αυτά προσθέτεις το γεγονός πως η εργονομία έγινε ακόμα καλύτερη με τη νέα σχεδίαση που δέχτηκε η νέα SX-F όπως και όλα τα SX του 2019, ενώ οι αναρτήσεις φαίνονται πιο ενδοτικές αφού δεν σε χτυπούν στα χέρια χωρίς όμως να χαρακτηρίζονται μαλακές. Η τέλεια επιλογή για να ‘’λυσσάξεις’’ με τον κόφτη στις motocross πίστες!’’
KTM SX-F 450
‘’ Ίδια ιστορία με αυτή του SX-F 250, πρώτα οδηγήσαμε το SX-F 450 μοντέλο 2018 του Γιώργου Ηλιόπουλου που βρισκόταν στην παρουσίαση και μετά ανεβήκαμε στη σέλα του SX-F του 2019. Μεγάλη διαφορά ανάμεσα στις μοτοσυκλέτες που τις χωρίζουν μόνο μια χρονιά! Το νέο SX-F 450 διαθέτει κατά 60% νέα μέρη με κύριο στόχο την καλύτερη εργονομία, το βάρος της πλέον είναι μόλις 100kg άδειο κάτι που αμέσως φαίνεται στην οδήγηση αφού νομίζεις πως καβαλάς μοτοσυκλέτα μικρότερου κυβισμού! Κάπου εκεί βέβαια η αλήθεια επιστρέφει κάνοντας πάταγο. Γυρνώντας το δεξί γκρίπ έρχεται το γκάζι της αρκούδας να σου θυμίσει ότι ο κινητήρας αποδίδει κοντά στους 62 ίππους. Δεν σε τρομάζει, είναι τόσο γλυκό το γκάζι του που ορκιζόμαστε πως με δύο φανάρια και πλαϊνό σταντ το μετατρέπεις σε enduro (χωρίς πινακίδα φυσικά). Οι αναρτήσεις της WP λειτουργούν άψογα και έχουν χάσει την ‘’ξύλινη’’ αίσθηση του περσινού μοντέλου ενώ η χρήση του traction control κάνει εύκολη υπόθεση την εύρεση πρόσφυσης του πίσω τροχού που στην περίπτωση του 450 χάνεται πιο εύκολα. Απαιτεί προπονημένο αναβάτη για να ξεδιπλώσει όλες του τις χάρες αλλά δεν θα τρομάξει τον νεοεισερχόμενο στη μεγάλη κατηγορία που το SX-F 450 του 2019 έρχεται με τις περισσότερες αλλαγές και την κυριότερη εξέλιξη, από όλη την γκάμα των motocross της KTM. ‘’
Honda XL750 Transalp: Το οδηγούμε στην Πορτογαλία – Πλήρης παρουσίαση!
Η τέταρτη γενιά ενός μοντέλου που υπάρχει από το 1986!
Από τον
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
16/3/2023
Το νέο Honda XL750 Transalp κοστίζει 11.500 Ευρώ, ούτε 13.000 αλλά δυστυχώς ούτε και 9.000, και στην βασική του έκδοση δεν έχει χούφτες, ποδιά ή κάγκελα. Ο κινητήρας του δεν είναι V αλλά δικύλινδρος εν σειρά, δεν έχει έκδοση DCT, ούτε και θα βγάλει όπως επίσης δεν υπάρχει έκδοση με 19ίντσες εμπρός, ούτε και θα βγάλουν τέτοια. Κάπου εκεί εξαντλείται ο κύριος όγκος του αρνητικού σχολιασμού που έχει δεχτεί έως τώρα ωστόσο τα βασικά μειονεκτήματα θα τα δούμε πιο κάτω. Το σημαντικό είναι πως το νέο Transalp φτιάχτηκε με στόχο την απευθείας αναμέτρηση με τον ανταγωνισμό σε μία κατηγορία που οι προηγούμενες τρεις γενιές του είχαν να δώσουν πιο εύκολες μάχες. Αυτή την στιγμή οδηγική εμπειρία του νέου Transalp έχουν μονάχα δύο Έλληνες κι αυτό το άρθρο είναι το πρώτο που μεταφέρει την γνώμη κάποιου που το έχει οδηγήσει κουβαλώντας την εμπειρία της ελληνικής πραγματικότητας, των δρόμων και του τρόπου χρήσης που κατά κύριο λόγο θα κληθεί να αντιμετωπίσει.
Οδηγώντας το σε δρόμους της Πορτογαλίας που έχω δει πρόσφατα με άλλες μοτοσυκλέτες, κολλημένος στον πίσω τροχό μίας CRF1100 Africa Twin που είχε ο Άγγλος πλοηγός της Honda, η πρώτη σκέψη είναι πως κανένα Transalp έως τώρα δεν είχε στόχο να ανταπεξέρχεται στην γρήγορη οδήγηση, ούτε ξεκινούσε καμία περιγραφή δοκιμής του, από ακριβώς αυτό τον τρόπο χρήσης. Το γεγονός πως μπορούσες να κινηθείς με γρήγορο ρυθμό με όλα τα προηγούμενα Transalp, δεν σημαίνει πως είχαν φτιαχτεί και για αυτό ούτε ήταν αυτό το μοντέλο μία εξωτική μοτοσυκλέτα ή κάποια από εκείνες που επικεντρώνονται να κάνουν ένα πράγμα καλά, θυσιάζοντας την βαθμολογία στην υπόλοιπη βεντάλια αξιολόγησης.
Για αυτό και το Transalp είναι ένα από τα μοντέλα με τα μεγαλύτερα διαστήματα μεταξύ των αναβαθμίσεών του, για αυτό και ποτέ δεν κυνηγούσε τον ανταγωνισμό κατά πόδας και απλά αδιαφορούσε για τις συγκρίσεις. Παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1986, σχεδόν στα πρώτα γενέθλια του περιοδικού MOTO, και κυκλοφόρησε ένα χρόνο μετά. Από αυτό το θρυλικό XL600V που μπορούσε κανείς να το αγοράσει καινούριο μέχρι και το 2000(!) δανείζεται τώρα τα χρώματα το νέο XL750 Transalp. Ένας από τους τρεις χρωματικούς συνδυασμούς και εκείνος που το αναδεικνύει περισσότερο, όταν τα αντικρύζεις από κοντά. Η προσέγγιση της Honda για το Transalp ήταν από την πρώτη στιγμή ξεκάθαρη: Να προσφέρει μία αξιόπιστη μοτοσυκλέτα με την οποία ταξιδεύεις χωρίς κόπο, παρέχει ευκολία χρήσης στην καθημερινή μετακίνηση και συντηρεί τις Adventure ανησυχίες σου με την υπόσχεση πως δεν θα σε δυσκολέψει στους χωματόδρομους. Ούτε κάτι περισσότερο, ούτε κάτι λιγότερο από αυτό. Όσο εξυπηρετούσε αυτές τις ανάγκες δεν χρειαζόταν και να αλλάξει, για αυτό και έμεινε στην παραγωγή από το 1986 έως και το 1999, μία περίοδο μεγάλων αλλαγών στις υπόλοιπες κατηγορίες. Όπως ήταν βέβαια και η οκταετία μετά το 2000 που επίσης έμεινε δίχως αλλαγές ή φυσικά η τρίτη γενιά με επίσης ρεκόρ παραμονής χωρίς βασικές αλλαγές, φτάνοντας έως και το 2017 να είναι ίδιο! Η τρίτη γενιά ήταν και η πρώτη με 19αρη εμπρός τροχό και σωστά κάνει η Honda και επιστρέφει τώρα στις ΄21 ίντσες με βάση αυτό που ζητά η πλειοψηφία. Διότι εκεί, στην πλειοψηφία των πωλήσεων που βλέπει να σημειώνονται, είναι και η απάντηση για τις επιλογές της.
Οι παλαιότεροι θα γκρινιάξουν για τον δικύλινδρο εν σειρά αναφέροντας τον «χαρακτήρα» που χάθηκε. Χαρακτήρα είχε όμως το Crossrunner, όχι το Transalp και δεν είδε κανείς να δημιουργούνται ουρές για τις πωλήσεις του Crossrunner, οπότε ο χαρακτήρας από μόνος του δεν είναι αρκετός. Σε κάθε περίπτωση το τέλος των V το είχαμε προαναγγείλει πάνω από πέντε χρόνια, όχι γιατί είχαμε κάποια πληροφορία αλλά γιατί βλέπαμε που οδηγείται η εξέλιξη. Ήταν περισσότερο μία μαντεψιά για το μέλλον και λιγότερο βεβαιότητα, όπως για παράδειγμα ήμασταν βέβαιοι πριν απαντήσουμε στις φήμες περί της ονομασίας του Transalp ή της ιπποδύναμής του, με κάποια σχόλια να λένε τότε «σιγά ρε παιδιά που θα έχει 90 ίππους, πως θα πουλήσουν τότε το Africa Twin;». Να λοιπόν που έχει την ίδια ακριβώς αναλογία κιλών ανά ίππο με την μεγαλύτερη On-Off μοτοσυκλέτα της Honda από έναν αποδοτικό δικύλινδρο εν σειρά που προσπαθεί να θυμίσει V, έχοντας στρόφαλο 270 μοιρών.
Ο πρώτος λόγος που η διάταξη V φεύγει από το προσκήνιο είναι κοινός για όλους τους κατασκευαστές και ξεκινά από το γεγονός πως κανείς δεν διαπραγματεύεται το ποσοστό κέρδους. Με την τιμή πώλησης να καθορίζεται από την αγορά (δυστυχώς η ελληνική είναι πολύ μικρή για να επηρεάσει αποφάσεις) και το κέρδος να είναι για τον κατασκευαστή μία άλλη σταθερά αντί για μεταβλητή, το κόστος είναι το μόνο που μπορεί να μετακινηθεί προς τα κάτω. Η ποιότητα έχει επίσης ένα αμετακίνητο σύνορο κάτω από το οποίο ένας εδραιωμένος κατασκευαστής και κυρίως η Honda, είναι αδύνατο να πέσει και έτσι το μόνο που μπορεί να αλλάξει, είναι να εφαρμοστούν οικονομίες κλίμακος στην κατασκευή και τον σχεδιασμό.
Η Honda έκανε πρώτη το βήμα για την δημιουργία πλατφόρμας μοντέλων, κάτι που η αυτοκινητοβιομηχανία έχει πάει στο απώτερο επίπεδο, είναι πλέον σαν να φτιάχνουν όλοι μαζί καμιά δεκαριά βασικά μοντέλα αυτοκινήτων. Στις μοτοσυκλέτες, η σειρά NC έδειξε λοιπόν στην Honda πως μπορούν να γίνουν πωλήσεις με μοντέλα που όχι απλά έχουν κοινή βάση αλλά είναι πρακτικά τα ίδια, ενώ η εξέλιξη του σχεδιασμού και κυρίως μικρές λεπτομέρειες στην τροφοδοσία που θα νόμιζε κανείς πως δεν έχει πολλά περιθώρια βελτίωσης, επέτρεψαν να καμφθούν κάποια από τα μειονεκτήματα των δικύλινδρων εν σειρά. «Υπάρχει περίπτωση να δούμε ένα 990 όπως το προηγούμενο;» ρωτούσα πριν από λίγα χρόνια τον υπεύθυνο όλων των Adventure μοτοσυκλετών της KTM και μου είπε «990 μπορεί αλλά V δύσκολα. Γιατί να κάνεις κάτι ακριβότερο και πιο δύσκολο σε συντήρηση, αν μπορείς να πάρεις ακριβώς το ίδιο από έναν εν σειρά;». Ισχύουν λοιπόν τα ίδια για όλους τους κατασκευαστές, μην ξεχνάμε πως στο επόμενο τεύχος του ΜΟΤΟ θα διαβάζετε και για τις πρώτες εντυπώσεις για το νέο V-Strom 800, ενώ η ανταπάντηση στο παραπάνω επιχείρημα του Αυστριακού, είναι γιατί δεν είναι ακριβώς το ίδιο, είναι περίπου το ίδιο. Υπάρχουν φυσικά και αρκετά πλεονεκτήματα όταν αλλάζει η τοποθέτηση του κινητήρα στο πλαίσιο, αλλά σε κάθε περίπτωση το πρώτο πράγμα που μας έδειξε πως έρχεται στο μέλλον (τότε) αυτό που δηλαδή που πλέον ζούμε, είναι το γεγονός πως θα ερχόταν η εποχή για μοτοσυκλέτες με λιγότερο κόστος δημιουργίας.
Πράγμα που μας φέρνει στο νέο Transalp το οποίο ξεκίνησε την ζωή του από σχέδια των Ιταλών σε μία εποχή που η επικοινωνία με την Ιαπωνία γινόταν μόνο απομακρυσμένα. Οι αναγνώστες θα θυμούνται ίσως πως η Honda έχει σχεδιαστικές ομάδες σε διάφορες χώρες και όλες μαζί ψηφίζουν στα διάφορα στάδια σχεδιασμού με μία ενδιαφέρουσα διαδικασία που δεν ακολουθεί κανείς άλλος και ίσως να αξίζει να αποκτήσει το δικό της άρθρο. Η ομάδα της Ιταλίας είναι ο βασικότερος πυλώνας σχεδιασμού στην οικογένεια της Honda και με το Transalp ασχολήθηκε ο 45χρονος Valerio Aiello που μεταξύ άλλων έχει σχεδιάσει το NC750X καθώς και το απίθανο -για την εποχή του- concept CB4X. Είναι πολύ εύκολο να αναγνωρίσει κανείς τις γραμμές του CB4X στο νέο Transalp, είναι μάλιστα πιο εύκολο από το να δει το CB500X. Παρόλο που Hornet και Transalp ξεκίνησαν μαζί την πορεία τους και το νέο κεφάλαιο της ιστορίας τους, δεν έχουν τους ίδιους σχεδιαστές. Ο Ιταλός του Hornet είναι νεότερος και μάλιστα μαθητής εκείνου που εμπνεύστηκε και σχεδίασε το X-ADV ένα από τα τελευταία μοντέλα που δεν γέννησε το marketing αλλά πάλεψε ο εμπνευστής του να το προωθήσει εσωτερικά στην εταιρεία, πιστεύοντας στο όραμα που είδε ένα καλοκαίρι στην Ίο, προσπαθώντας να προσεγγίσει πάνω σε νοικιάρικο Piaggio μία απομακρυσμένη παραλία δικάβαλος. Αληθινή ιστορία. Εδώ όμως τώρα είχαμε ανάθεση του έργου στους Ιταλούς σχεδιαστές, μέχρι να φτάσουμε να γίνει πηλός στην Ιαπωνία από όπου αναλαμβάνει πλέον ο λεγόμενος LPL που είναι πάντα Ιάπωνας. Μέχρι τώρα στην ιστορία της Honda δεν έχει υπάρξει Large Project Leader που να μην είναι Ιάπωνας, ακόμη και για κάτι λαδιάρικα αερόψυκτα μονοκύλινδρα που κατασκευάζει κατά εκατομμύρια μονάδες στην Βραζιλία. Είναι γραμμένη στο «Σύνταγμα της Κυβέρνησης» η εθνικότητα του LPL και δεν αλλάζει εύκολα.
Στην περίπτωση του Honda XL750 Transalp ο LPL είναι ο μικροκαμωμένος, πάντα σοβαρός και βλοσυρός, ακατάπαυστα σκεφτόμενος, κος Masatoshi Sato. Είναι 49 ετών, δουλεύει στην Honda ως μηχανολόγος ακριβώς είκοσι χρόνια και είναι σε θέση LPL, δηλαδή την πιο κορυφαία από τις μάχημες, την τελευταία εξαετία. Στην διάρκεια της οποίας έχει υπογράψει την παραγωγή των CBR1000RR και CB1000R. Αν δεν οδηγεί CBR, τότε θα τον δεις σε Mazda RX-7 και στην περίπτωση του συγκεκριμένου κινητήρα, έκανε πολλά χιλιόμετρα με το CB750 Hornet πριν οριστικοποιήσει τις επιλογές του.
Αν έχετε διαβάσει αυτό εδώ το άρθρο, τότε ξέρετε ήδη πως η προσέγγιση που ακολουθεί ο κινητήρας του νέου Transalp διαφέρει από του νέου V-Strom, παρόλο που στα χαρτιά δείχνουν να είναι πολύ κοντά. Στην πράξη διαφέρουν αρκετά και είναι άλλο ένα σημείο των καιρών, όπου πλέον τα τεχνικά χαρακτηριστικά δεν μπορούν να αποκαλύψουν όλες τις πτυχές του χαρακτήρα, όπως παλαιότερα. Διότι στην εποχή μας φτάσαμε να μπορούμε να κάνουμε 300 γραμμάρια να τοποθετούνται στρατηγικά καταφέρνοντας να μεταβάλλουν την στρεπτική ακαμψία ολόκληρου πλαισίου ενός superbike και επειδή δεν μιλάμε για 3 κιλά, δεν φτάνει η διαφορά αυτή να φανεί και στα τεχνικά χαρακτηριστικά. Μία τέτοια παραδειγματική διαφορά υπάρχει ανάμεσα σε ξεχωριστές γενιές των CBR. Στην προκειμένη περίπτωση το πλαίσιο του Transalp έχει και άλλες δομικές διαφορές από του Hornet, εκτός του υποπλαισίου που περιορίζονται σε ενισχύσεις, ώστε να υπάρχει αντοχή στην καταπόνηση κατά την οδήγηση εκτός δρόμου αλλά κυρίως καλύτερη προσαρμογή στην νέα γεωμετρία από την στιγμή που οι δυνάμεις από τις αποσβέσεις των αναρτήσεων δημιουργούν διαφορετικό μοχλό και απαιτούν διαφορετική στρεπτική ακαμψία. Σε κάθε περίπτωση το πλαίσιο του νέο Transalp ζυγίζει 18,3 κιλά μετά τις ενισχύσεις που σημαίνει πως είναι 10% ελαφρύτερο από του CB500X και 18% ελαφρύτερο από το NC750X! Καταλαβαίνετε τώρα καλύτερα, όταν μιλάμε για εκείνες τις μοτοσυκλέτες που προσφέρονται φθηνά στην μεσαία κατηγορία και ζυγίζουν 240-250 κιλά, φανερώνοντας το επίπεδο σχεδιασμού. Διότι είναι φθηνότερο το ίδιο το σίδερο από την γνώση του πώς να το αφαιρέσεις…
Όχι ότι η Honda δεν έχει τα δικά της μαύρα σημεία πρόχειρου σχεδιασμού ακόμη και στην σύγχρονη ιστορία της, με πολύ μεγάλο συνολικό βάρος και χάλια κατανομή. Μετά το Crossruner που το ξανά πιάνουμε για δεύτερη φορά, άσχημα βαρύ ήταν και το Crosstourer και το «άσχημα» πάει στην κατανομή βάρους. Αντιλαμβάνεστε λοιπόν πως τα 208 κιλά που ζυγίζει γεμάτο το νέο Transalp είναι ένα καλό νούμερο από την στιγμή που είναι απίστευτα σταθερό στην τελική του, η οποία περιορίζεται ηλεκτρονικά στα διακόσια χιλιόμετρα. Όπως και το Hornet δεν θα πάει πιο πάνω παρόλο που ο χιλιομετρητής θα αρχίσει να κλέβει μετά τα 180. Χωρίς αυτό τον κόφτη, ο κινητήρας αυτός μπορεί πολύ εύκολα να στείλει την μαζεμένη σε διαστάσεις μοτοσυκλέτα αρκετά πάνω από τα 200 χιλιόμετρα καθώς ούτε ή δύναμη, ούτε και το βήμα του λείπει. Η σταθερότητα στην τελική του που για λίγο κατάφερα να πιάσω στην μοναδική ευκαιρία αυτοκινητόδρομου που πετύχαμε, είναι μία τεράστια επιτυχία για την Honda και ένα ακόμη στοιχείο για το γεγονός πως μετά από τέσσερις γενιές το Transalp δεν θέλει απλά να έχει έναν καλό μέσο όρο, αλλά σκοπεύει να χτυπήσει και την κορυφή σε ορισμένους τομείς.
Οι δημοσιογραφικές παρουσιάσεις γίνονται για να αποκτήσουμε μία πρώτη άποψη για τον τρόπο που τα νούμερα που βλέπεις στα τεχνικά χαρακτηριστικά, κατάφεραν να περάσουν στον δρόμο, όπως επίσης να συνομιλήσεις με τους ανθρώπους που σχεδίασαν την μοτοσυκλέτα και είναι οι πλέον κατάλληλοι για να απαντήσουν σε ερωτήματα. Από εκεί και πέρα οι δοκιμές είναι εκείνες που πραγματικά αποκαλύπτουν τον χαρακτήρα κάθε μοντέλου, όταν φυσικά γίνονται σωστά αλλά αυτή είναι μία άλλη κουβέντα. Θα πρέπει λοιπόν να το οδηγήσουμε στην Ελλάδα για να δούμε την συμπεριφορά του σε ταξίδι και σε υψηλές ταχύτητες, όμως η πρώτη εντύπωση είναι πως έχουμε μπροστά μας το πρώτο Transalp που συμπεριφέρεται σαν την αμέσως επόμενη σε κυβικά Adventure της Honda και δεν αισθάνεται περιορισμένο στην κατηγορία του.
Το γεγονός πως στην συντριπτική πλειοψηφία των χιλιομέτρων που κάναμε, κινούμασταν σε δρόμους χωρίς ευθείες, αναγκάζοντας το Transalp με των 21 ιντσών εμπρός τροχό σε επανωτές, απότομες αλλαγές κατεύθυνσης πίσω από ένα Africa Twin που δεν μπορούσε να ξεκολλήσει και να δημιουργήσει απόσταση, είναι το επιστέγασμα για τα παραπάνω.
Ταυτόχρονα όμως αυτό αφήνει να φανεί και πόσο τραγική επιλογή της Honda είναι να βάλει σαμπρέλα εμπρός και πίσω, από την στιγμή που σου δίνει αυτές τις δυνατότητες στην σβέλτη οδήγηση. Το marketing θα πει πως η σαμπρέλα επιλέχτηκε για καλύτερη συμπεριφορά στο χώμα αλλά το έχουμε πει τόσες πολλές φορές που τώρα δεν θα το αναλύσουμε, απλά θα θυμίσουμε πως αυτό πράγματι ισχύει, αλλά για ένα πολύ περιορισμένο εύρος χρήσης που αφορά την μειοψηφία εκείνων που θα αποκτήσουν το νέο Transalp και μάλιστα δεν είναι και το πρώτο πράγμα που θα άλλαζε κάποιος που ανήκει σε αυτό το μειοψηφικό σύνολο, θα είχε ξεκινήσει από τις αναρτήσεις!
Πράγματι, οι αναρτήσεις είναι μία χαρά εξαιρετικές μέχρι να αρχίσεις να οδηγείς πολύ επιθετικά, όπως επίσης οι εργοστασιακές ρυθμίσεις για αναβάτη 85 κιλών είναι προς την «μαλακιά» για να το πω απλά, κατεύθυνση. Με συνεπιβάτη και αποσκευές σίγουρα θα χρειαστείς δύο τουλάχιστον κλικ στην προφόρτιση, αλλά για το αν χάνεται η γραμμικότητα της ανάρτησης ή όχι μετά από κάτι τέτοιο είναι νωρίς ακόμη για να το πει κανείς και επιβάλλεται αυτά τα ερωτήματα να απαντηθούν με την δοκιμή στην Ελλάδα όπου και θα φανεί αν υπάρχει αλλαγή συμπεριφοράς. Σε κάθε περίπτωση θεωρείστε από τώρα δεδομένο πως η σταθερότητα του Transalp δύσκολα θα χαθεί. Μάρτυρας το μακρύτερο κατά 125mm και φαρδύτερο κατά 48mm υποπλαίσιο, που είναι επίσης ενισχυμένο εσωτερικά με πρόσθετα νεύρα, ώστε να είναι σε θέση να υποσχεθεί πως φορτώνοντας συνεπιβάτη και αποσκευές, το Transalp δεν θα αντιμετωπίσει προβλήματα. Το μαθηματικό μοντέλο που κατέληξε η Honda πως μπορεί να τα κάνει πράξη όλα αυτά και ταυτόχρονα πως θα διατηρηθεί η ευελιξία, είναι η 50% αύξηση της ακαμψίας.
Το πιρούνι έχει τις λειτουργίες ξεχωριστές σε κάθε καλάμι με 200mm διαδρομής και ουδέτερη συμπεριφορά στην άσφαλτο που μόνο κακό δεν είναι για μοτοσυκλέτα της κατηγορίας. Η ουδετερότητα αυτή υπάρχει βέβαια και στο χώμα που δεν είναι και το πλέον ιδανικό, κομμάτι όμως που θα αναλύσουμε λίγο περισσότερο σε επόμενο τεύχος του MOTO. Ωστόσο σε κάθε περίπτωση οι ανάγκες του μέσου αναβάτη εξυπηρετούνται πλήρως. Το πρόβλημα είναι πως δεν κατατάσσουμε εύκολα τους εαυτούς μας στο μέσο, οπότε η παραπάνω πρόταση αποκτά μεγαλύτερη βαρύτητα από αυτή που κανονικά θα έπρεπε να έχει. Το ψαλίδι πίσω είναι αντιγραφή της Africa Twin, σαν κάποιος να πήρε το σχέδιο και να το προσάρμοσε σε κλίμακα. Η ανάρτηση πίσω επιτρέπει 7 επίπεδα προφόρτισης με 190mm διαδρομής με τα πρώτα τρία-τέσσερα να είναι εκείνα που άμεσα θα χρησιμοποιήσει ένας αναβάτης που είναι βαρύτερος από το ψηφιακό μοντέλο που χρησιμοποίησε η Honda κατά την σχεδίαση. Με απόσταση από το έδαφος 210mm και την σέλα συνολικά στα 850mm που σημαίνει πως δεν είναι από τις πιο ψηλά τοποθετημένες στην κατηγορία αλλά ούτε βρίσκεται και πολύ χαμηλά, το Transalp έχει μία καλή γεωμετρία θέσης οδήγησης για την άσφαλτο αλλά και για να σηκωθείς όρθιος στα μαρσπιέ χωρίς να μπαίνουν τα πόδια σε περίεργες γωνίες. Όπως προτάσσει ο σύγχρονος σχεδιασμός που πλέον όλοι οι κατασκευαστές ακολουθούν, η σέλα είναι αρκετά λεπτή στο σημείο που συναντά το ρεζερβουάρ ώστε οι αναβάτες με μία ελαφρά κίνησε προς τα εμπρός να πατούν με ευκολία στο έδαφος. Θα διαβάσετε στο επόμενο τεύχος του ΜΟΤΟ πως η θέση οδήγησης ταιριάζει πάρα πολύ με του νέου V-Strom 800!
Ευτυχώς τώρα τα Transalp που οδηγήσαμε εμείς είχαν Metzeler Karoo και όχι τα Ιαπωνικά Dunlop Mixtour για τα οποία ισχύουν όσα έχουμε γράψει στο V-Strom 1050 και ισχύουν αντίστοιχα και για το V-Strom 800. Να θυμίσουμε απλά πως δεν έχουν καμία σχέση με την Dunlop όπως την ξέρουμε. Τα Karoo πάντως ταιριάζουν αρκετά στην συγκεκριμένη περίπτωση και αναδεικνύουν τις δυνατότητες του Transalp σε μεικτή χρήση. Με τα νέα ασφάλτινα ελαστικά που έχουν δημιουργηθεί για να δώσουν έξτρα μοίρες κλίσης από τον λεπτό εμπρός τροχό των ΄21 ιντσών, όπως το Bridgestone AT41, οι μεγάλες δυνατότητες του Transalp στην άσφαλτο θα μπορούν να αναδειχτούν ακόμη περισσότερο.
Το Traction Control είναι ρυθμιζόμενο σε πέντε θέσεις και εσωκλείει τους αλγόριθμους για έλεγχο της σούζας η οποία θα έρθει με πρωτόγνωρη ευκολία για Transalp αμέσως μόλις το απενεργοποιήσεις με τον ίδιο σπαστικό τρόπο που έχει και το Hornet. Μέχρι πρόσφατα η Honda ήταν από τις ελάχιστες εταιρείες που είχαν τον δικό τους διακόπτη για άμεση απενεργοποίηση του traction control και δεν χρειαζόταν να μπλέκεις μέσα στο menu της οθόνης. Η δυνατότητα ρύθμισης σε διαφορετικά σκαλιά είναι ο πρώτος λόγος που έφυγε ο διακόπτης αυτός και έπειτα το γεγονός πως όλες οι λειτουργίες στριμώχτηκαν αριστερά αφήνοντας μόνο το kill switch, δεξιά στο τιμόνι. Με τον τρόπο αυτό το σύστημα επικοινωνίας που προσφέρει η Honda στον πρόσθετο εξοπλισμό, μπορεί να τοποθετηθεί δεξιά για να ελέγχει ο αναβάτης τα πάντα χωρίς να χρειάζεται να πάρει το χέρι από γκάζι, χάρη στην εξαιρετική εργονομία.
Η οθόνη είναι αυτή που ξέρουμε από το Hornet, έγχρωμη 5 ιντσών με το στροφόμετρο να αναβοσβήνει σαν shift light, όταν έρχεται η αλλαγή και με 4 διαφορετικά γραφικά για να επιλέξει ο αναβάτης εκείνο που ταιριάζει καλύτερα σε αυτόν. Ανιχνεύει γρήγορα τις αλλαγές φωτισμού για να γυρίσει το άσπρο σε μαύρο και προσφέρει τον τρόπο να αλλάζεις στις διαφορετικές ομάδες ρυθμίσεων που επηρεάζουν την χαρτογράφηση του κινητήρα, το μέγεθος του φρένου στο κλείσιμο του γκαζιού, πόσο δηλαδή θα αφήνει ανοικτή την γκαζιέρα η ECU για να καταπολεμήσει την αδράνεια όταν εσύ κλείσεις το γκάζι, το traction control και την λειτουργία του ABS που έχει ρύθμιση για το χώμα και απενεργοποιείται στον πίσω τροχό. Στην πράξη αλλάζει η απόκριση του γκαζιού καθώς αν βάλεις έκτη και ζητήσεις από το Transalp να ανοίξει τέρμα το γκάζι, τότε όλες οι χαρτογραφήσεις θα σου δώσουν την ίδια μέγιστη δύναμη, ακόμη και η Rain.
Η Honda έχει επιλέξει να έχει έναν εκκεντροφόρο για τις βαλβίδες εισαγωγής και εξαγωγής με την γνωστή Uni-cam διάταξη που χρησιμοποιεί ενδιάμεσα κοκκοράκια, αλλά για πρώτη φορά έχει δύο αντικραδασμικούς άξονες. Στους κινητήρες V αυτά τα πράγματα χρειάζονται λιγότερο, όμως εδώ είναι απαραίτητα και με τον τρόπο που η Honda έκανε την τοποθέτηση μειώνονται οι εξωτερικές διαστάσεις του κινητήρα και εξαφανίζονται οι ενοχλητικοί κραδασμοί. Διότι δεν γίνεται να μουδιάζουν πόδια και χέρια σε πολύωρη οδήγηση μίας Honda ακόμη και αν έχεις έναν πολύ αποδοτικό δικύλινδρο εν σειρά που του αρέσουν οι υψηλές στροφές! Στους κυλίνδρους τώρα θα βρει κανείς την αγαπημένη εφαρμογή του ιαπωνικού εργοστασίου στο Kumamoto, να βάζει επίστρωση Ni-SiC στις μοτοσυκλέτες επιδόσεων όπως η CRF450R και η CBR1000RR-R ή σε εκείνες που θέλεις να δουλεύουν απροβλημάτιστα για εκατοντάδες χιλιάδες χιλιόμετρα, όπως το νέο Transalp. Κάποτε μία επιλογή για λίγους, τώρα βρίσκει τον δρόμο της και προς τα κάτω στην σκάλα κόστους.
Ο ήχος του Transalp είναι καλύτερος από του V-Strom 800 και αυτό οφείλεται σε δύο παράγοντες. Ο πρώτος είναι μία βαλβίδα εσωτερικά, στο κατά τα άλλα αδιάφορο εξωτερικά τελικό της εξάτμισης και έπειτα από το φιλτροκούτι που αναγκάζει τον αέρα να δημιουργήσει μία δίνη. Αυτό έχει δύο βασικά πλεονεκτήματα, την ταχεία πλήρωση του θαλάμου καύσης με μίγμα καλύτερα αναμεμιγμένο. Το τρίτο πλεονέκτημα είναι ο ήχος που βγαίνει μέσα από το φιλτροκούτι. Σε ενδιαφέρουν ως αναβάτη τα δύο πρώτα φυσικά, που έχουν άμεσο αντίκτυπο στον τρόπο λειτουργίας του κινητήρα στις χαμηλές στροφές, αλλά προφανώς αντιλαμβάνεσαι καλύτερα τον τρίτο…
Για αυτό τώρα και η Honda έβαλε μπεκ ψεκασμού με υψηλότερη πίεση στα 450 KiloPascal έναντι των 343 που συνήθως χρησιμοποιεί, ώστε να εκμεταλλευτεί την ενισχυμένη αυτή ροή προς τον θάλαμο καύσης που γεμίζοντας ταχύτερα και με πιο ομοιόμορφο μίγμα, ανεβάζει απόδοση με καλύτερη κατανάλωση. Τομέας που έπασχαν τα παλαιότερα Transalp. Οπότε η αναλογία κιλών ανά ίππο είναι 78% καλύτερη από το CB500X, 60% καλύτερη από το NC750X και ίδια ακριβώς με το CRF1100L Africa twin!
Στον υπερ-πλούσιο πρόσθετο εξοπλισμό που υπάρχουν τα πάντα για να κάνεις το Transalp μία τουριστική μεγάλων αποστάσεων με κάγκελα που του δίνουν και λίγο όγκο ή μία καθημερινή με αποθηκευτικούς χώρους, χαμηλότερη σέλα κτλ, θα βρείτε και ένα quickshifter που δουλεύει και στις δύο κατευθύνσεις. Είναι από τα quickshifter που αξίζουν τα λεφτά τους, όπως ακριβώς είναι και στην Africa Twin όπου προφανώς αναφέρομαι σε εκείνες που δεν έχουν DCT. Οι αλλαγές σχέσεων στο κιβώτιο γίνονται χωρίς την συνδρομή της μανέτας του συμπλέκτη με αμεσότητα σε όλο το φάσμα των στροφών, είτε πηγαίνεις πολύ γρήγορα, είτε απλά ανεβάζεις ήπια, ανάμεσα στην κίνηση. Κάνει δηλαδή το αυτονόητο, προσφέρει εκείνο για το οποίο ζητά χρήματα, πράγμα που δεν συμβαίνει με όλα τα quickshifter όπως κατά καιρούς έχετε διαβάσει στο MOTO.
Η Honda δεν άφησε λοιπόν τίποτα στην τύχη για το νέο Transalp με την πολυπλοκότητα του σχεδιασμού να εμφανίζεται στον τρόπο λειτουργίας και να κρύβεται από τα πιο γενικά τεχνικά χαρακτηριστικά, όπως η διάταξη των κυλίνδρων. Στο επόμενο τεύχος του ΜΟΤΟ, ακόμη περισσότερα για την λειτουργία των αναρτήσεων και για την κίνηση στο χώμα…
Τύπος κινητήρας
Υδρόψυκτος, OHC τετράχρονος 8-βάλβιδος δικύλινδρος εν σειρά με ανάφλεξη στροφάλου 270° και Unicam
Χωρητικότητα
755cc
Διάμετρος x Διαδρομή (mm)
87 x 63.5
Σχέση συμπίεσης
11.0:1
Μέγιστη ισχύς
67.5kW @ 9,500rpm
Μέγιστη ροπή
75Nm @ 7,250rpm
Επίπεδα θορύβου (dB)
Lwot - 81.5; Lurban - 77.5
Χωρητικότητα λαδιού
3.9L
Σύστημα εκκίνησης
Μίζα
Τροφοδοσία
PGM-FI ηλεκτρονικός ψεκασμός
Ρεζερβουάρ καυσίμου
16.9L
Εκπομπές CO2 (WMTC)
103g/km
Κατανάλωση καυσίμου
23km/l
Χωρητικότητα μπαταρίας
12v 8.6Ah
Συμπλέκτης
Υγρός πολύδισκος, μονόδρομος με υποβοήθηση
Σύστημα μετάδοσης
Μηχανικό, έξι ταχυτήτων
Τελική μετάδοση
Αλυσίδα
Πλαίσιο
Ατσάλινο τύπου διαμάντι
Διαστάσεις (Μ x Π x Υ)
2,325mm x 838mm x 1,450mm
Μεταξόνιο
1560mm
Γωνία κάστερ
27°
Ίχνος
111mm
Ύψος σέλας
850mm
Απόσταση από το έδαφος
210mm
Βάρος με υγρά
208kg
Ακτίνα περιστροφής
2.6m
Εμπρός ανάρτηση
Showa 43mm SFF-CA – 200mm διαδρομής
Πίσω ανάρτηση
Μονό αμορτισέρ, ψαλίδι Pro-Link, 190mm διαδρομής
Εμπρός τροχός
21in (ατσάλινος) με ακτίνες
Πίσω τροχός
18in (ατσάλινος) με ακτίνες
Εμπρός ελαστικό
90/90-R21 M/C 54H
Πίσω ελαστικό
150/70-R18 M/C 70H
ABS
Δικάναλο
Εμπρός φρένο
Δύο δισκόφρενα 310mm με 4.5mm πάχος και ακτινικά τοποθετημένη διπίστονη δαγκάνα
Brakes Rear
Μονό δισκόφρενο 256mm με 6.0mm πάχος και μονοπίστονη δαγκάνα