Με την μόδα των Adventure scooter να έχει πάρει φωτιά, θα ήταν τεράστιο λάθος από την μεριά της Kymco να μην εκμεταλλευτεί την εξαιρετική πλατφόρμα του AK 550 για να δημιουργήσει τη δική της πρόταση στο άνω άκρο της κατηγορίας. Το CV L6 που παρουσίασε σε αυτή την έκθεση της EICMA ως “πρωτότυπο” έχει τον αναβαθμισμένο Euro 5+ δικύλινδρο κινητήρα του AK 550 στα 575 κυβικά με τον στρόφαλο των 180⁰ με την V2 χροιά της εξάτμισης, που αποδίδει 51 ίππους στις 7.500 στροφές και έχει ροπή 5,7kg/m στις 5.000 στροφές. Ο εμπρός τροχός είναι χυτός αλουμινίου 17” με 120/70-17 ελαστικό και πίσω είναι 15’ με ελαστικό 160/70-15. Ίδια διάμετρο τροχών έχουν και τα Honda X-ADV 750 και Peugeot XP400 που αυτή την στιγμή είναι τα πιο… “off road” scooter της αγοράς. Το Upside/Down πιρούνι έχει εμφάνως μεγαλύτερη διαδρομή από του AK 550 και το ίδιο ισχύει για την πίσω ανάρτηση μοχλισμού.
Ο σχεδιασμός του πλαισίου δεν χρειάστηκε κάποια σοβαρή αλλαγή. Άλλωστε αυτό ήταν και το πιο δυνατό χαρτί του AK 550, καθώς έχει σχεδιαστεί από την αρχή για να έχει πιρούνι με δύο πλάκες και ξεχωριστό ψαλίδι με ιμάντα για τελική μετάδοση. Μια εντελώς “μοτοσυκλετιστική” αρχιτεκτονική πλαισίου, που έχει τεράστια πλεονεκτήματα σε σχέση με την κλασική σχεδίαση των scooter όπου ο κινητήρας είναι ταυτόχρονα και ψαλίδι.
Τόσο η δομική αντοχή στην καταπόνηση στους χωματόδρομους, όσο και η συμπεριφορά των αναρτήσεων, είναι σαφώς ανώτερη στα scooter που έχουν τον κινητήρα σταθερά βιδωμένο στο πλαίσιο, όπως κάνει η Kymco στα AK 550, CV3 και τώρα στο CV L6. Το μεταξόνιο είναι ακριβώς ίδιο με του AK 550 στα 1.580mm, ενώ το συνολικό μήκος είναι μικρότερο στα 2.200mm από 2.220mm. Παρά το φαρδύ τιμόνι, το μέγιστο πλάτος είναι ίδιο με του AK 550 και το ύψος μικρότερο στα 1.400mm από 1.450mm.
Από το ΑΚ 550 ήρθαν αυτούσια τα κορυφαία στην κατηγορία ακτινικά φρένα της Brembo, με το Cornering ABS και το Traction Control να είναι στον βασικό εξοπλισμό. Τα ελαστικά είναι Battlax Adventure Tourer της Bridgestone που προσφέρουν καλή πρόσφυση στο πατημένο χώμα, χωρίς να κάνουν θόρυβο στην άσφαλτο ή να προκαλούν ασάφεια στην γρήγορη οδήγηση στις στροφές και το φρενάρισμα.
Η σχεδίαση της ποδιάς τοποθετεί τα πόδια εμπρός, οπότε δεν μοιάζει να έχουν προβλέψει εργονομικά την οδήγηση όρθιος στους χωματόδρομους, αν και εδώ που τα λέμε, ούτε το X-ADV της Honda διαπρέπει εργονομικά η ποδιά του για να οδηγείς όρθιος.
Η εξάτμιση πάντως είναι πιο ψηλά για προστασία από τις πέτρες αν μπεις σε τίποτα μονοπάτια…
Τα όργανα είναι η μεγάλη έγχρωμη TFT οθόνη του CV3 με Bluetooth για εύκολη σύνδεση smartphone.
Προς το παρόν το CV L6 θεωρείται “πρωτότυπο” και δεν αναφέρει η Kymco σαφή ημερομηνία άφιξης στην ευρωπαϊκή αγορά, όμως είναι θέμα χρόνου να συμβεί αυτό και η γενική εικόνα του CV L6 είναι αντίστοιχη με ενός scooter που βρίσκεται στο τελικό στάδιο εξέλιξής του. Μέχρι και οι αλουμινένιες βαλίτσες είναι της GIVI, κάτι που δείχνει πως έχουν ετοιμάσει μέχρι και τα αξεσουάρ του!
EICMA 2024: Phelon & Moore - Αναβίωση για τη βρετανική μάρκα που έκλεισε πριν από έξι 10ετίες
Πρώτη παρουσίαση στην EICMA - Made in China και αυτή - Αρχή με 2 μοτοσυκλέτες και 2 scooters
Από τον
Θοδωρή Ξύδη
11/11/2024
Το ξεχασμένο όνομα της βρετανικής Phelon & Moore αναβιώθηκε και η νέα εταιρεία παρουσίασε στο Μιλάνο τις πρώτες δύο μοτοσυκλέτες της αλλά και δύο scooters.
Δεν είναι τυχαίο που δυσκολεύεστε να φέρετε στη μνήμη σας κάποιο ιστορικό στοιχείο ή μια μοτοσυκλέτα της Phelon & Moore (P&M) και νιώθετε έντονη την ανάγκη για γκουγκλάρισμα, ειδικά αν δεν είστε από εκείνους που ασχολούνται συστηματικά με την ιστορία των δύο τροχών ή με τις κλασσικές μοτοσυκλέτες.
Ίσως το όνομα Panther να σας είναι πιο οικείο γιατί έτσι έγιναν κυρίως γνωστές οι μοτοσυκλέτες της βρετανικής εταιρείας -από τις αρχές του 1920 και έπειτα- που ιδρύθηκε στο Yorkshire της Αγγλίας το 1904, από τον Joah Phelon και τον μηχανικό Richard Moore. Ο Moore μπήκε στην εταιρεία έπειτα από τον θάνατο του ανηψιού του Phelon, Harry Rayner, σε τροχαίο δυστύχημα με την εταιρεία να ονομάζεται αρχικά Phelon & Rayner.
Αυτό που χαρακτήριζε τις μοτοσυκλέτες της Phelon & Moore ήταν οι καινοτομίες που τις έκαναν να ξεχωρίζουν αλλά και η φήμη που απέκτησαν ως πολύ ποιοτικές και αξιόπιστες μεταξύ των δύο πολέμων, ενώ ήταν δημοφιλείς και με side car.
Οι P&M χρησιμοποιούσαν μετάδοση με αλυσίδα από το 1902, λίγο αργότερα ήρθαν και τα κιβώτια ταχυτήτων (δύο στην αρχή και έπειτα τέσσερεις) ενώ σήμα κατατεθέν τους ήταν ο μονοκύλινδρος κινητήρας που αποτελούσε ενεργό μέρος του πλαισίου και είχε περιστραφεί ολόκληρος μέσα στο πλαίσιο κατά 40 μοίρες (κινητήρας sloper). Το πρώτο πρωτότυπο έκανε την εμφάνισή του το 1900 με τα χειροποίητα μοντέλα να κατασκευάζονται και να πωλούνται μεταξύ 1901 και 1903.
Σύμφωνα και με σχετικές αναφορές κάποιοι πιστεύουν ότι η P&M, ενσωματώνοντας όλα τα παραπάνω, ήταν η πρώτη που ξέφυγε από τα ποδήλατα με κινητήρα και δημιούργησε την πρώτη πραγματική μοτοσυκλέτα.
Αυτό το χαρακτηριστικό παρέμεινε μέχρι και το οριστικό κλείσιμο της εταιρείας το 1966, με την P&M να βρίσκεται ήδη σε καθεστώς ειδικής διαχείρισης από το 1962. Τα οικονομικά προβλήματα ξεκίνησαν τον 'B ΠΠ γιατί σε αντίθεση με τον 'A ΠΠ, η P&M δεν ήταν ανάμεσα στις εταιρείες που κατασκεύασαν μοτοσυκλέτες μαζικά για τον στρατό.
Η προσπάθεια αναβίωσης το ονόματος της P&M ξεκίνησε πριν από δύο χρόνια από ένα γκρουπ επενδυτών και τώρα 58 χρόνια μετά έγινε και η αναβίωση της Phelon & Moore στη EICMΑ με δύο μοτοσυκλέτες και δύο scooter που κατασκευάζονται στην Κίνα.
Η πρώτη μοτοσυκλέτα και εκείνη με το μεγαλύτερο ενδιαφέρον είναι Capetown, ένα όνομα που δεν επιλέχθηκε τυχαία αφού η P&M θέλει να συνδεθεί με το παρελθόν της και η πρωτεύουσα της Ν. Αφρικής ήταν και ο τελικός προορισμός του τεράστιου ταξιδιού των Theresa Wallach και Florence Blenkiron, με τις δύο γυναίκες να ξεκινούν από το Λονδίνο και να διασχίζουν κάθετα την Αφρική περνώντας μέσα από τη Σαχάρα χωρίς βοήθεια, στη σέλα μιας Panther.
Η Capetown δεν αντιγράφει άλλη μοτοσυκλέτα και ξεχωρίζει με τη σχεδίασή της, έχει πλαίσιο χωροδικτύωμα, μονόμπρατσο ψαλίδι και πλούσιο στάνταρ εξοπλισμό αφού σε αυτόν περιλαμβάνεται TFT οθόνη επτά ιντσών που προφέρει πλοήγηση και συνδεσιμότητα, αλλά και σύστημα ανίχνευσης τυφλού σημείου, ρυθμιζόμενη ζελατίνα, traction control, σύστημα παρακολούθησης πίεσης ελαστικών, ρυθμιζόμενο ABS με λειτουργία off-road και full LED σώματα.
Η μοτοσυκλέτα ζυγίζει με το ρεζερβουάρ της γεμάτο 240 κιλά και για την κίνησή της χρησιμοποιεί ένα εν σειρά δικύλινδρο μοτέρ 693 κ.εκ. με δύο εκκεντροφόρους στην οχταβάλβιδη κεφαλή του και απόδοση 74 ίππους και 6,93 κιλά ροπή. Η Capetown
Απλώς ικανοποιητική βαφή, προσεγμένο design που δείχνει ότι κάποιος όντως ασχολήθηκε με τη σχεδίαση της μοτοσυκλέτας και καλή συναρμογή πλαστικών είναι αυτά που είδαμε από κοντά για την Capetown που θα είναι διαθέσιμη σε δύο εκδόσεις, μία με χυτές αλουμινένιες και μία με ακτινωτές ζάντες, αλλά και με εννέα κιλά επιπλέον βάρους.
Επόμενη είναι η cruiser Panther, η μοτοσυκλέτα που είναι απορίας άξιο που πήρε το πλέον αναγνωρίσιμο όνομα της P&M αφού ανήκει σε μια κατηγορία με σχετικά περιορισμένο ενδιαφέρον στην Ευρώπη -όχι όμως στην Ασία ή την άλλη μεριά του Ατλαντικού.
Αυτή η μοτοσυκλέτα φέρει V2 κινητήρα 573 κ.εκ. με μέγιστη ισχύ 54 ίππων στις 8.500 σ.α.λ. και 4,94 κιλά ροπής στις 8.500 και 6.500 σ.α.λ. αντίστοιχα. Και η Panther που θυμίζει αρκετά Softail στο πίσω μέρος της θα παραχθεί σε δύο εκδόσεις, την C και την S με την πρώτη να φέρει μπόλικο χρώμιο και τροχούς 16 ιντσών με "χοντρά" ελαστικά, ενώ στην S το χρώμιο απουσιάζει ο τροχός μπροστά είναι 19 ιντσών και η γενικότερη αισθητική βγάζει περισσότερη "κακία". Βάρος 246 και 249 γεμάτα κιλά για την S και την C αντίστοιχα.
Η P&M είχε και scooter πριν από εξήντα και πλέον χρόνια και η νέα εταιρεία σκοπεύει επίσης να έχει στην γκάμα της scooter με την αρχή να γίνεται με δύο μοντέλα εντελώς διαφορετικής προσέγγισης αλλά με το ίδιο όνομα, Panthette.
Το πρώτο είναι το Panthette S, ένα μικρού κυβισμού scooter με 16άρη εμπρός τροχό και 14 πίσω που θα είναι διαθέσιμο με δύο υγρόψυκτος κινητήρες, 125 και 200 κ.εκ. με απόδοση 12 και 17 ίππων αντίστοιχα και βάρος στα 142 κιλά γεμάτο.
Στοιχεία του στάνταρ εξοπλισμού που προκαλούν εντύπωση είναι η κάθετη TFT οθόνη πληροφοριών με διαγώνιο στις επτά ίντσες και το σύστημα ανίχνευσης τυφλού σημείου (!), ενώ κάτω από τη σέλα χωρά δύο κράνη σύμφωνα με τον κατασκευαστή του.
Το δεύτερο scooter είναι το Panthette X, με adventure αισθητική και διάθεση για να κινηθεί και στο χώμα με ακτινωτούς τροχούς και ζάντες 14 και 13 ιντσών εμπρός και πίσω αντίστοιχα. Και εδώ η οθόνη είναι επτά ιντσών αλλά οριζόντιας διάταξης με τον εξοπλισμό να περιλαμβάνει το σύστημα ανίχνευσης τυφλού σημείου όπως και μεγάλες προστατευτικές χούφτες αλλά και θερμαινόμενα γκριπ. Το πιρούνι μπροστά είναι ανεστραμμένο 41 χλστ. και δύο αμορτισέρ με ξεχωριστό δοχείο φροντίζουν για την πίσω ανάρτηση.
Το Panthette X θα είναι διαθέσιμο ως 125 αλλά και 300 με την απόδοση στους 12 και 24 ίππους αντίστοιχα. Μένει να δούμε αν και πότε τα συγκεκριμένα μοντέλα θα έρθουν και στην ελληνική αγορά αφού μέχρι στιγμής δεν έχει εκδηλωθεί ενδιαφέρον από κάποιον έμπορο.