CFMOTO 675SR-R - Φωτογραφίες και χαρακτηριστικά της έκδοσης παραγωγής [VIDEO]
Τρικύλινδρη Sport μοτοσυκλέτα, με 95 ίππους και 175 στεγνά κιλά
Από τον
Κώστα Γκαζή
15/7/2024
Η CFMOTO παρουσίασε στην Κίνα τη νέα τρικύλινδρη supersport 675SR-R στην έκδοση παραγωγής της, μια μοτοσυκλέτα 95 ίππων και 175 στεγνών κιλών, που στοχεύει τις υπόλοιπες σύγχρονες Sport -αλλά όχι εξειδικευμένες Supersport- κατασκευές της μεσαίας κατηγορίας, μοτοσυκλέτες όπως το επίσης τρικύλινδρο Triumph Daytona 660, το τετρακύλινδρο Honda CBR650R, και τα δικύλινδρα Yamaha R7,Suzuki GSX-8R και Aprilia Tuono 660.
Η εμφάνιση είναι γωνιώδης και σπορ, στα πρότυπα του 450SR-S, με πλαίσιο δυο δοκών, κτηνώδες αλουμινένιο ψαλίδι “banana” δυο μπράτσων, 3 σε 1 κοντό τελικό εξάτμισης κάτω από τον κινητήρα, ανεστραμμένο πιρούνι και μονό πίσω αμορτισέρ, κλιπόν πάνω από την τιμονόπλακα, φρένα της J.Juan με τετραπίστονες ακτινικές δαγκάνες και δυο δίσκους μπροστά που διαθέτουν προστατευτικά σε MotoGP στιλ, full-LED και DRL LED φώτα, TFT έγχρωμη οθόνη οργάνων με συνδεσιμότητα, δικάναλο ABS, Traction Control, shifterκ.α.
Ο τρικύλινδρος τετράχρονος, ψεκαστός, υγρόψυκτος κινητήρας των 674 κ.εκ., με 4 βαλβίδες ανά κύλινδρο και 2 εκκεντροφόρους επικεφαλής ζυγίζει 55 κιλά και αποδίδει 95,2 hp / 11.000 rpm και 7,13 kgm / 8.250 rpm.
Το μεταξόνιο είναι ιδιαίτερα κοντό, στα 1.400 mm, το στεγνό βάρος ανακοινώνεται στα 175 κιλά, ενώ οι αναρτήσεις ρυθμίζονται μόνο ως προς την προφόρτιση.
Επόμενο βήμα τώρα είναι η αναλυτική παρουσίαση της 675-SR-R από τη CFMOTO, οι εκδόσεις της μοτοσυκλέτας (βλ. και έκδοση Aspar) και η ανακοίνωση του χρονοδιαγράμματος για την άφιξή της σε Ευρώπη και Ελλάδα. Η τιμή φυσικά θα ακολουθήσει αργότερα, αν όμως κρίνουμε από τις υπόλοιπες μοτοσυκλέτες της εταιρείας στη χώρα μας, θα είναι σίγουρα ανταγωνιστική
EICMA 2024: Aprilia Tuono V4 και V4 Factory - Μουστάκια και για το μεγάλο Tuono
Αναβαθμισμένα ηλεκτρονικά και αεροδυναμική - Στους 180 ίππους ο κινητήρας
Από τον
Θοδωρή Ξύδη
8/11/2024
Σύμφωνο και με τα όσα γνωρίζαμε ήδη από το καλοκαίρι είναι το Aprilia Tuono V4, το οποίο και αναβαθμίζεται στους τομείς της αεροδυναμικής και των ηλεκτρονικών συστημάτων.
Λίγο οξύμωρο να βάζεις στην ίδια πρόταση την αεροδυναμική απόδοση και μια streetfighter, ωστόσο τα δεδομένα αλλάζουν και το μεγάλο Tuono έχει καλύψει σε μεγάλο βαθμό την γύμνια του εδώ και καιρό, ενώ όπως πάντα ακολουθεί τις εξελίξεις των superbike της εταιρείας από το Noale.
Σχεδιαστικά το μπικίνι φαίρινγκ έχει αλλάξει από τους προβολείς και κάτω με το Tuono V4 να ενσωματώνει στη σχεδίασή του σεβαστών διαστάσεων αεροτομή που ενώνεται και με τα πλαϊνά πλαστικά για ακριβέστερο έλεγχο της ροής του αέρα. Ελαφρώς διαφορετικής σχεδίασης είναι επίσης και η ουρά με το στάνταρ καπάκι που την κάνει μονόσελη να έχει μεγαλύτερα σε σχέση με πριν και ελαφρώς διαφορετικού σχήματος πτερύγια. Παράλληλα, η βάση της πινακίδας ενσωματώνει τα φλας αλλά πλέον και το στοπ και έτσι όλα τα φώτα μπορούν να αφαιρεθούν μαζί σε κάποιο track day.
Οι αεροδυναμικές βελτιώσεις συνεισφέρουν στην καλύτερη προστασία του αναβάτη, ενώ η αεροτομή αυξάνει το κάθετο φορτίο που ασκείται στον εμπρός τροχό στα 250 χλμ./ώρα κατά 2,5 κιλά και βελτιώνει έτσι τη σταθερότητα της μοτοσυκλέτας σε αυτές τις ταχύτητες αλλά και την ακρίβεια στην αλλαγή κατεύθυνσης.
Οι αλλαγές στη σχεδίαση του μπικίνι φαίρινγκ απομακρύνουν και μεγαλύτερες ποσότητες καυτού αέρα από τα πόδια του αναβάτη και σε αυτό βοηθούν και οι νέοι και ισχυρότεροι ανεμιστήρες του ψυγείου.
Το Tuono V4 φέρει επίσης μπαταρία ιόντων λιθίου στη θέση της βαρύτερης συμβατικής, φωτιζόμενα χειριστήρια και ο αναβάτης ενημερώνεται από την TFT οθόνη των πέντε ιντσών που παρουσιάζει τώρα τις πληροφορίες αξιοποιώντας νέα γραφικά.
Τόσο το Tuono V4 όσο και η κορυφαία έκδοση Factory του hypernaked της Aprilia χρησιμοποιούν τον ίδιο V4 με την περιεχόμενη γωνία των 65 μοιρών που αναβαθμίζεται για τη νέα χρονιά και πληροί πλέον τις προδιαγραφές Euro 5+. Η ισχύς αυξήθηκε κατά πέντε ίππους στους 180 στις 11.800 σ.α.λ., 450 στροφές ψηλότερα σε σχέση με πριν, ενώ η ροπή παραμένει ίδια στα 12,34 κιλά αλλά και αυτή αποδίδεται 600 στροφές ψηλότερα στις 9.600 σ.α.λ.
Ο κυβισμός του μοτέρ έχει αυξηθεί από τα 1.077 στα 1.099 κ.εκ., ενώ νέα είναι και τα σώματα του ψεκασμού, στα 52 χλστ. Επίσης νέα και η εξάτμιση, με τον καταλύτη να έχει απομακρυνθεί από τον αναβάτη, με τη νέα σχεδίαση να κάνει πιο εύκολη την τοποθέτηση του after market τελικού από τον επίσημο κατάλογο αξεσουάρ.
Οι αναβαθμίσεις συνεχίζονται και στα ηλεκτρονικά συστήματα υποβοήθησης του Tuono με τους Ιταλούς να εξελίσσουν νέο λογισμικό για την σουίτα APRC (Aprilia Performance Ride Control). Με αυτό το λογισμικό η κεντρική μονάδα αναλύει τα δεδομένα (ταχύτητα κίνησης, κλίση, άνοιγμα γκαζιού κ.α.) σε πραγματικό χρόνο και προετοιμάζει τη λειτουργία των συστημάτων σύμφωνα με αυτά πριν ακόμη ο αναβάτης τα "καλέσει" σε λειτουργία.
Έτσι, σε θεωρητικό επίπεδο, μειώνεται ο χρόνος αντίδρασης του συστήματος, για παράδειγμα του ABS, που δεν χρειάζεται να υπολογίσει τα πάντα τη στιγμή της ενεργοποίησής του, οπότε θα επέμβει και πιο αποτελεσματικά.
Παράλληλα, σύμφωνα με την Aprilia το λογισμικό αναλύει τα δεδομένα που λαμβάνει και σε σχέση με το οδηγικό στιλ του αναβάτη και ραφινάρει έτσι τη λειτουργία τους με στόχο να προσφέρει περισσότερο έλεγχο. Το λογισμικό δείχνει να έχει κάτι από τεχνητή νοημοσύνη, αλλά οι Ιταλοί δεν χρησιμοποιούν πουθενά αυτές τις λέξεις οπότε δεν θα το κάνουμε ούτε και εμείς μέχρι να μάθουμε περισσότερα.
Για όλα τα νέα V4 Aprilia η ιταλική εταιρεία προσφέρει πλέον και απομακρυσμένη ενεργοποίηση ηλεκτρονικών συστημάτων χωρίς να χρειάζεται να επισκεφτείτε συνεργείο, με την αγορά τους να μπορεί να γίνει σε δεύτερο χρόνο έπειτα από την αγορά της μοτοσυκλέτας. Μια μόδα που ξεκίνησε από τα αυτοκίνητα και βρίσκει τον δρόμο της και στους δύο τροχούς.
Το V4 φέρει πλήρως ρυθμιζόμενες αναρτήσεις της Sachs όπως και σταμπιλιζατέρ από την ίδια εταιρεία, ενώ για τους πιο απαιτητικούς υπάρχει η έκδοση Factory με τις ηλεκτρονικά ελεγχόμενες αναρτήσεις της Ohlins αποκλειστικά στον μαύρο-κόκκινο χρωματισμό "Dark Kraken" με το πλαίσιο του να είναι επίσης βαμμένο μαύρο. Οι δύο μοτοσυκλέτες μοιράζονται την ίδια θέση οδήγησης, όπως και όλα τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά.