Yamaha XJ6 2009 -

Από το

Μαύρο Σκύλο

17/10/2011

Σύγχρονη και ήπια: Η Yamaha τα τελευταία χρόνια έχει παρουσιάσει τα περισσότερα μοντέλα μοτοσυκλετών δρόμου με κινητήρες 600 κυβικών από κάθε άλλον κατασκευαστή. Έφθασε μάλιστα να έχει μοντέλα με διαφορά στην απόδοση του ίδιου κινητήρα, όπως έκανε στη σειρά των FZ6/Fazer 600. Η νεώτερη σειρά, αυτή των XJ6, ήρθε το 2009
Η XJ6, η γυμνή της σειράς, είναι μια μοτοσυκλέτα σύγχρονου σχεδιασμού που απευθύνθηκε σε μεγάλο εύρος αναβατών, ανεξάρτητα από το επίπεδο της εμπειρίας τους. Σχεδιασμένη ώστε να έχει χαμηλό κόστος κατασκευής έδωσε τη δυνατότητα στη Yamaha να την προσφέρει σε προσιτή τιμή, αντίστοιχη με αυτήν μοτοσυκλετών με μονοκύλινδρους κινητήρες. Ο κινητήρας της - η εξέλιξη του οποίου απορροφά το μεγαλύτερο μέρος του κόστους ανάπτυξης μιας νέας μοτοσυκλέτας - ήταν ήδη έτοιμος. Φορέθηκε - όταν ήταν ολόφρεσκος - στην supersport R6 του 2003. Την επόμενη χρονιά άρχισε να κινεί τη σειρά των FZ6, με μειωμένη την απόδοσή του ενώ το 2009 άρχισε να κινεί και τη σειρά των XJ6. Πριν την τοποθέτησή του σε αυτές δέχτηκε αλλαγές για να προσαρμοστεί η απόδοσή του στις ανάγκες των νέων μοντέλων. Οι κύριες αλλαγές έγιναν στην τροφοδοσία με πιο σύγχρονα μπεκ στον ψεκασμό και την μικρότερη διάμετρο των σωμάτων και τη κεφαλή που έχει διαφορετικούς αυλούς και εκκεντροφόρους, από ότι στην FZ6. Το αποτέλεσμα που ήρθε μετά τις επεμβάσεις είναι ένας τετρακύλινδρος με μειωμένη την μέγιστη απόδοση, πολύ βελτιωμένη ελαστικότητα και γραμμικότητα, καλή ευστροφία και μειωμένη κατανάλωσή. Ο κινητήρας αυτός τοποθετήθηκε στην Diversion με το μισό φαίρινγκ, την Diversion F με το ολόσωμο και την γυμνή XJ6. Η πολιτική για μια μοτοσυκλέτα μειωμένου κόστους συνεχίστηκε και στον σχεδιασμό του πλαισίου, το οποίο είναι φτιαγμένο από ατσάλι με το μεγαλύτερο μέρος του να αποτελείται από σωλήνες κυκλικής διατομής. Στην μείωση του κόστους θυσιάστηκε το αφαιρούμενο υποπλαίσιο, το μοχλικό της ανάρτησης ενώ το ψαλίδι είναι μια απλή κατασκευή από ατσάλι. Έχει όμως μεγάλο μήκος - για σταθερότητα - και το πλαίσιο είναι ιδιαίτερα στενό στη περιοχή πίσω από το ρεζερβουάρ ενώ η κατανομή των μαζών πλησιάζει στο 50/50. Συνεχίζοντας, η Yamaha χρησιμοποίησε ένα απλό πιρούνι δίχως ρυθμίσεις, χαμηλού κόστους δαγκάνες με δυο παράλληλα έμβολα και νέας σχεδίασης ελαφριές ζάντες. Χαρακτηριστικό με πολλαπλά οφέλη είναι και η τοποθέτηση της εξάτμισης πίσω και κάτω από τον κινητήρα που συνεισφέρει στην συγκέντρωση των μαζών γύρω από το κέντρο βάρους της μοτοσυκλέτας. Η θέση οδήγησης χαρακτηρίζεται από τη μικρή απόσταση της σέλας από το έδαφος και το μικρό πλάτος της στη περιοχή που σφίγγει τα γόνατά του ο αναβάτης. Η ανάλαφρη αίσθηση - η επιλογή πίσω ελαστικού πλάτους 160 χιλιοστών συνεισφέρει σε αυτήν - οι μαζεμένες διαστάσεις και το λογικό κόψιμο του τιμονιού, την καθιστούν ιδιαίτερα εύκολη και άνετη στη καθημερινή κυκλοφορία και τους ελιγμούς. Η τροφοδοσία του τετρακύλινδρου είναι αψεγάδιαστη και η ελαστικότητά του - επιταχύνει απροβλημάτιστα από τις στροφές του ρελαντί - είναι σύμμαχος παντού και όχι μόνο στην πόλη. Η ευκολία στην οδήγηση παραμένει και όταν μεταφέρει συνεπιβάτη ενώ η σέλα που αναλογεί σε αυτόν, παρά τη στενή της επιφάνεια, θα τον κρατήσει ξεκούραστο για πολύ ώρα. Σχετικά σκληρό εμφανίζεται το κιβώτιο στα ανεβάσματα ταχυτήτων όταν γίνονται με λίγες στροφές. Και όταν λέμε λίγες για έναν τετρακύλινδρο 600 κυβικών, ακόμη και ήπια χρονισμένο όπως στην XJ6, εννοούμε τις 6 - 7.000. Από εκεί και πάνω εμφανίζονται τα αρχικά γονίδια του κινητήρα αφού οι στροφές του ανεβαίνουν ταχύτερα και ο ήχος από την εισαγωγή και την εξάτμιση γίνεται οξύτερος. Χάρη στην ιδιαίτερα κοντή μετάδοση οι ρεπρίζ του και οι επιταχύνσεις - αρκεί να αλλάζεις ταχύτητες μετά τις 10.000 στροφές - είναι καλύτερες από ότι θα περίμενε κάποιος από έναν κινητήρα που στέλνει λιγότερους από εβδομήντα ίππους στον τροχό. Η ευέλικτη και αεράτη XJ6 είναι περίφημη για τις καθημερινές διαδρομές και ικανή για εκδρομές και βόλτες με έναν οι δυο αναβάτες. Έχοντας μόνο τον προβολέα να προσπαθεί να διώχνει τον αέρα, τα πράγματα σταματάνε να είναι άνετα μετά τα 140 χιλιόμετρα την ώρα αν και η XJ6 παραμένει σταθερή μέχρι την τελική της, που είναι λίγο παραπάνω από τα 200. Όπως δεν κυνηγά τις απόλυτες επιδόσεις, αντίστοιχα δεν την απασχολεί και η ακραία συμπεριφορά. Ισορροπημένη και ουδέτερη οδηγείται εύκολα και χωρίς κόπο, ενώ η κοντή της μετάδοση της δίνει και πόντους στη διασκεδαστική οδήγηση. Λίγο η μικρή απόσβεση του πιρουνιού, λίγο η δίχως μοχλικό ανάρτηση και περισσότερο οι πολύ ελαστικές βάσεις των μαρσπιέ, είναι τα σημεία από όπου θα επικοινωνήσει η μοτοσυκλέτα ότι φθάνεις στα όριά της. Αξιόπιστη και με σύγχρονη εμφάνιση μπορεί να γίνει ακόμη και να είναι η πρώτη μοτοσυκλέτα για τον καθέναν.
[blockquote]Ναι
Στην ανάλαφρη αίσθηση και την απλότητα
Όχι
Εάν δεν σας αρέσουν οι πολύστροφοι κινητήρες
Γιατί
Είναι περίφημη στην καθημερινή οδήγηση[/blockquote]



ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος: Tετράχρονος, τετρακύλινδρος σε σειρά, υγρόψυκτος με 2EEK/4 βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 65,5 x 44,5
Κυβικά (cc): 600

Σχέση συμπίεσης: 12,2:1

Ανάφλεξη: Ψηφιακή

Τροφοδοσία: Ψεκασμός με σώματα 32mm
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 4 σε 2 σε 1



ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Τύπος συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος με ντίζα
Σχέσεις ταχυτήτων: Έξι

Τελική μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια / 46/16



ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος: Ατσάλινο σωληνωτό με τον κινητήρα ενεργό μέρος
Γωνία κάστερ (o): 26
Ίχνος (mm): 103,5
Μεταξόνιο (mm): 1.440
Ύψος σέλας (mm): 785
Βάρος κατασκευαστή κενή / γεμάτη (kg): /205
Πραγματικό βάρος γεμάτη, ζυγισμένη (Kg): 209
Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 17,3/3,4
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Εμπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι
Διάμετρος (mm): 41
Διαδρομή (mm): 130
Ρυθμίσεις: Καμία
Πίσω: Ένα αμορτισέρ
Διαδρομή (mm): 130
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου



ΦΡΕΝΑ

Εμπρός: Δυο δίσκοι 298mm, δαγκάνες με δυο παράλληλα έμβολα (ABS)
Πίσω: Δίσκος 245mm, με δαγκάνα ενός εμβόλου, (ABS)



ΤΡΟΧΟΙ

Εμπρός

Ελαστικό: 110/80-19
Ζάντα: 3,5 x 17
Πίσω

Ελαστικό: 160/60-17
Ζάντα: 4,5 x17’’



ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Αναλογικό στροφόμετρο, οθόνη LCD, με ενδείξεις ταχύτητας / στάθμης βενζίνης / ολικό χιλιομετρητή / δύο μερικούς χιλιομετρητές / θερμοκρασία κινητήρα, ενδεικτικές λυχνίες μεγάλης σκάλας / νεκράς / φλας / πίεσης λαδιού, χώρος κάτω από τη σέλα, κεντρικό σταντ, immobilizer



ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ

Ισχύς κατασκευαστή (HP/rpm): 77,5/10.000
Ροπή κατασκευαστή (Kg.m/rpm): 6,1/8.500



ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΙΠΠΟΔΥΝΑΜΗΣ

Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 67,6/9.900
Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 5,4/8.200



H ελαστικότητα και η γραμμικότητα χαρακτηρίζουν την απόδοση του κινητήρα. Μετά τις 7.000 στροφές ανεβάζει γρηγορότερα στροφές, ενώ δεν κρεμάει μετά τις στροφές τις μέγιστης απόδοσης. H επέμβαση του κόφτη γίνεται πολύ διακριτικά ενώ οι ανάγκες συντήρησής του ορίζουν αλλαγή λαδιών κάθε 10.000 χιλιόμετρα και ρύθμιση βαλβίδων κάθε 40.000



ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)

Μέση: 6,3
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)

Μέση: 274

Aprilia Shiver 750 (2007 - 2010)

Από τον

Χρήστο Πατεράκη

2/8/2015

Σε δρόμο εξέλιξης

Η Aprilia εντυπωσίασε στην έκθεση του Μιλάνο το 2006 παρουσιάζοντας το Shiver 750. Η νέα μοτοσυκλέτα δρόμου είχε πολλά εντυπωσιακά στοιχεία στον σχεδιασμό της, ενώ ο καινούργιος κινητήρας υποσχόταν πλούσια τεχνολογία και ψεκασμό ride by wire

Mε το Shiver η Aprilia, έχοντας ήδη περιέλθει στην ιδιοκτησία της Piaggio, εισήρθε σε μια κατηγορία μοτοσυκλετών που μέχρι τότε δεν διέθετε κάποιο μοντέλο. Οι μεσαίου κυβισμού μοτοσυκλέτες δρόμου έχουν πλήθος εκπροσώπων τόσο από τους κατασκευαστές, όσο και από εξειδικεύσεις και υποκατηγορίες. Honda Hornet, Ducati Monster, Kawasaki Z750, Suzuki GSR, Yamaha Fazer, BMW 800R είναι μερικά από τα μοντέλα στα οποία προστέθηκε το Shiver το 2007, το οποίο ήταν φτιαγμένο “σε λευκό χαρτί”. Δεν ήταν εξέλιξη κάποιου προηγούμενου μοντέλου, ενώ και ο νέος κινητήρας έκανε την εμφάνισή του ταυτόχρονα.Αφήνοντας στην άκρη την τάση που ακολουθούν οι περισσότεροι κατασκευαστές προσπαθώντας να φτιάξουν τις μοτοσυκλέτες τους με μικρές συνολικά διαστάσεις, η Αprilia έφτιαξε το Shiver μεγάλο, ενώ η συνολική του εμφάνιση εντυπωσίαζε. Ανακατεύοντας συστατικά από την αισθητική των streetfighters, το Shiver έχει πάνω του πολλά εξαρτήματα και σχεδιαστικές απόψεις που προκαλούν εντύπωση και αφήνουν υποσχέσεις, όπως το ανεστραμμένο πιρούνι με τις ακτινικές δαγκάνες, η φαρδιά ζάντα των έξι ιντσών πίσω, το βαμμένο σε χρώματα για να το αναδεικνύουν υβριδικό πλαίσιο, το χρυσαφί fat bar τιμόνι, οι πληροφορίες από τα όργανα και πιο ψηλά από όλα αυτά οι απολήξεις των εξατμίσεων ψηλά στην ουρά. To υβριδικό πλαίσιο είναι σε κοινή θέα με το μπροστινό του μέρος να είναι ένα χωροδικτύωμα από ατσάλινους σωλήνες με βιδωμένα πάνω του τα δυο χυτά αλουμινένια τμήματα που το συμπληρώνουν.Εντυπωσιακό στην όψη είναι και το αλουμινένιο ψαλίδι, φτιαγμένο από δυο χυτά τμήματα ενωμένα μεταξύ τους με βίδες και παξιμάδια, δείχνοντας την προσπάθεια της εταιρείας να προσφέρει μια εντυπωσιακή μοτοσυκλέτα σε προσιτή τιμή. Στο επίκεντρο βέβαια όλων ήταν ο καινούργιος V2 κινητήρας με την τεχνολογική υπεροχή του ride by wire ψεκασμού, που έφθανε για πρώτη φορά σε αυτή την κατηγορία μοτοσυκλετών και τιμής. O κινητήρας με την περιεχόμενη γωνία στις 90ο και τους δυο εκκεντροφόρους στην κάθε κεφαλή να περιστρέφονται από ένα σύστημα που χρησιμοποιεί αλυσίδα και γρανάζια έχει συμμαζεμένες διαστάσεις, ενώ βασικό χαρακτηριστικό είναι η πολύ κοντή διαδρομή του εμβόλου σε σχέση με τη διάμετρο, απόρροια του αρχικού σχεδιασμού του που είχε γίνει για μεγαλύτερη χωρητικότητα από τα 750 κυβικά που διαθέτει αφότου άρχισε η παραγωγή του.O ψεκασμός της Marelli έχει δυο ανεξάρτητες μεταξύ τους μονάδες που ελέγχουν το άνοιγμα των πεταλούδων μετά από την επεξεργασία των εντολών του αναβάτη που δίνει με την περιστροφή του γκριπ. Από τις πρώτες οδηγικές εντυπώσεις, η λειτουργία του ψεκασμού αποδείχθηκε “αχίλλειος πτέρνα” στην εξέλιξη που είχε προηγηθεί. Ο ψεκασμός είχε απότομη απόκριση, ενώ συχνά ανταποκρινόταν διαφορετικά από τον τρόπο που ανέμενε ο αναβάτης.H Aprilia θέλοντας να εκμεταλλευτεί τις δυνατότητες που έδινε η νέα τεχνολογία, έχει υποκαταστήσει τον μονόδρομο συμπλέκτη για την αποφυγή των αναπηδήσεων του πίσω τροχού μετά από κατεβάσματα ταχυτήτων με κλειστό γκάζι, με το να μην κλείνουν τελείως οι πεταλούδες για να μην πέφτουν στο ρελαντί οι στροφές, αλλά στην πράξη σε έπιανε απροετοίμαστο. Mετά από αυτές τις διαπιστώσεις η Aprilia προσέθεσε στα Shiver του 2008 την δυνατότητα επιλογής από τον αναβάτη τριών διαφορετικών χαρτογραφήσεων που καθόριζαν την απόδοση του V2. Πάντως, η αναβάθμιση εφαρμόστηκε και στα Shiver που ήδη είχαν παραχθεί και πουληθεί. Οι τρεις χάρτες που έχει να διαλέξει ο αναβάτης είναι η Sport όπου η απόδοση είναι η μέγιστη, το ανέβασμα στροφών το ταχύτερο και η απόκριση στο άνοιγμα του γκαζιού άμεση. Στη θέση Touring η απόκριση και το ανέβασμα των στροφών γίνεται με πιο ήπιο τρόπο δίχως όμως η μέγιστη απόδοση να έχει ουσιαστική μείωση. Η ουσιαστική μείωση γίνεται με την επιλογή της χαρτογράφησης Rain, όπου η απόδοση μειώνεται για να βοηθά την οδήγηση σε βρεγμένους δρόμους με μειωμένη πρόσφυση. Έχουν ακολουθήσει και άλλες αναβαθμίσεις στο λογισμικό για να βελτιωθεί η συμπεριφορά του ψεκασμού, και πλέον τα αρχικά προβλήματα έχουν ουσιαστικά εκλείψει.Τo Shiver σαν μοτοσυκλέτα καθημερινής χρήσης στην κυκλοφορία στην πόλη μειονεκτεί από το μικρό κόψιμο του τιμονιού της και τη σχετικά σκληρή λειτουργία του κιβωτίου αλλά και των αναρτήσεων, απέχοντας από την άνεση άλλων χωρίς όμως να αποτελεί μια δύσχρηστη μοτοσυκλέτα. Εκτός πόλης, η απόδοση του κινητήρα, αλλά και ο ήχος του, κάνουν τα πράγματα διασκεδαστικά, ενώ και η θέση οδήγησης προσφέρεται για επιθετική οδήγηση. Η πληροφόρηση και η ποιότητα της λειτουργίας των αναρτήσεων και των φρένων δεν είναι αυτή των supersport μοτοσυκλετών, δείχνοντας και τα όρια του Shiver, ενώ το πλαίσιο τα καταφέρνει χωρίς κανένα πρόβλημα. Άλλωστε προέρχεται από έναν κατασκευαστή με τόσους παγκόσμιους τίτλους και εμπειρία από αγώνες που ακόμη και στο χαμηλής τιμής Shiver έχει να προσθέσει κάτι καλό.

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος: Tετράχρονος, δικύλινδρος V90o , υγρόψυκτος με 2EEK/4 βαλβίδες

Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 92 x 56,4

Κυβικά (cc): 749,9             

Σχέση συμπίεσης: 11:1               

Ανάφλεξη: Ψηφιακή         

Τροφοδοσία: Ψεκασμός Marelli, ride by wire                                   

Σύστημα εκκίνησης:    Μίζα

Σύστημα εξαγωγής:  2 σε 1 σε 2

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Τύπος συμπλέκτη:   Υγρός, πολύδισκος, υδραυλικός

Σχέσεις ταχυτήτων: Έξι

Τελική μετάδοση:    Αλυσίδα, γρανάζια

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος: Ατσάλινο χωροδικτύωμα βιδωμένο σε αλουμινένιες πλάκες, αφαιρούμενο υποπλαίσιο

Γωνία κάστερ (o):       25,7

Ίχνος (mm):            109

Μεταξόνιο (mm):  1.440

Ύψος σέλας (mm):  810

Βάρος κατασκευαστή κενή / γεμάτη (kg):    189/

Πραγματικό βάρος γεμάτη, ζυγισμένη (Kg): 219

Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l):            15/

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Εμπρός: Ανεστραμμένο πιρούνι Showa

Διάμετρος (mm):  43

Διαδρομή (mm):  120                

Ρυθμίσεις:   Προφόρτιση ελατηρίων, απόσβεση επαναφοράς

Πίσω:  ένα αμορτισέρ WP, χωρίς μοχλικό

Διαδρομή (mm):  130

Ρυθμίσεις:  Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς

 

ΦΡΕΝΑ

Εμπρός: Δύο δίσκοι 320mm, ακτινικές δαγκάνες τεσσάρων εμβόλων

Πίσω:    Δίσκος 270mm, δαγκάνα με δύο έμβολα

 

ΤΡΟΧΟΙ

Εμπρός

Ελαστικό:   120/70 -17

Ζάντα:    3,50 x 17

Πίσω

Ελαστικό:     180/50 -17

Ζάντα:    6 x17’’

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

 

Αναλογικό στροφόμετρο, ψηφιακό ταχύμετρο, ρολόι, επιλογή χαρτογραφήσεων για τον κινητήρα, ένδειξη σχέσης κιβωτίου, ένας ολικός και δυο μερικοί χιλιομετρητές, ένδειξη μέσης και στιγμιαίας κατανάλωσης, θερμοκρασίας ψυκτικού, θερμοκρασία περιβάλλοντος, ενδεικτικές λυχνίες για νεκρά/πίεση λαδιού/λειτουργία ψεκασμού, φλας, μεγάλη σκάλα φώτων, ανοικτό stand

 

 

ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ

Ισχύς κατασκευαστή (HP/rpm): 95/9.000

Ροπή κατασκευαστή (Kg.m/rpm):            8,3/9.000

 

Επιτάχυνση 0 – 400m (sec) : 12,39

 

 

Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): Sport: 74,1/9.500, Tour:73,5/9.400, Rain: 64,6/9.500    

Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): Sport: 6/7.400, Tour: 6/7.600, Rain: 5/6.800            

O V2 δεν εκπλήσσει με την απόδοσή του στις χαμηλές στροφές αλλά τα πηγαίνει πολύ καλύτερα στις μεσαίες και τις ψηλές φθάνοντας να αποδίδει 75 “μεστούς” ίππους, με την κατανάλωσή του και τα διαστήματα συντήρησής του να είναι αυτά ενός σύγχρονου κινητήρα. Στο διάγραμμα αποτυπώνονται οι καμπύλες της ροπής και ισχύος και με τους τρεις χάρτες. Αυτό που δεν φαίνεται είναι ο αγριωπός τρόπος που ανεβάζει στροφές στον Sport, o κανονικός του Touring και ο βαρετός του Rain. O ήχος του - εκτός από του ρελαντί - είναι από ευχάριστος έως ερεθιστικός

 

Ο V2 κρέμεται από το υβριδικό πλαίσιο του Shiver. Δυνατός στις μεσαίες και ψηλές στροφές που περιστρέφεται με άνεση, με χαμηλή όμως απόδοση στις χαμηλές στροφές. Το αμορτισέρ είναι τοποθετημένο δεξιά από τον διαμήκη άξονα αφήνοντας χώρο για την εξάτμιση

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)

Μέση:            6,3

ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)

Μέση:            238

ΤΙΜΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ (με ΦΠΑ 23%, σε €)

Έμβολο: 262

Μπιέλα: 165

Τελικό εξάτμισης: 479

Εμπρός φτερό: 54

Εμπρός ζάντα: 145

Μανέτα φρένου: 32

Σέλα: 81

Πλαίσιο: 530

(Τα αλουμινένια τμήματα): 196

Oι προαναφερόμενες τιμές ήταν σε ισχύ τον Φεβρουάριο του 2012

Η εντυπωσιακή εμφάνιση του Shiver δεν συνοδεύεται από πολύ υψηλή ποιότητα κατασκευής, με αποτέλεσμα να χάνει σχετικά εύκολα την γυαλιστερή του όψη. Οξειδώσεις εμφανίζονται για παράδειγμα στον συλλέκτη της εξάτμισης εκεί που περνάει από το ψαλίδι, ενώ έχουν παρατηρηθεί και αλλοιώσεις στη βαφή του πλαστικού ρεζερβουάρ. Επομένως χρειάζεται λεπτομερή έλεγχο για την κατάστασή του σαν μεταχειρισμένο. Ακόμη θα πρέπει να ερευνηθεί εάν έχει δεχθεί τις αναβαθμίσεις που έχουν γίνει όσον αφορά στον προγραμματισμό της μονάδας διαχείρισης του κινητήρα. Αυτά να γίνουν πριν από την ακρόαση των ήχων του κινητήρα. Μετά έχει σειρά και η πιστοποίηση ότι όλα δουλεύουν σωστά, με την οδήγησή της.

 

Εντυπωσιακή η ουρά με τις δυο απολήξεις του τελικού να υπογραμμίζουν την ταυτότητά της