Yamaha TMAX 530 ABS 2012 - 2015

Από τον

Χρήστο Πατεράκη

29/8/2015

Σταθερά στην θέση του

Όταν παρουσίασε η Yamaha το πρώτο T-MΑΧ 500 το 2001 υποστήριζε ότι συνδύαζε τα καλύτερα των δυο κόσμων δηλαδή των μοτοσυκλετών και των σκούτερ. Και πράγματι το είχε καταφέρει από την αρχή, φτιάχνοντας κάτι εντελώς διαφορετικό από ότ,ι υπήρχε μέχρι τότε

To T-MΑΧ αναδείχθηκε σε ένα ιδιαίτερης σημασίας μοντέλο για την Yamaha, κάνοντας σημαντικές, πωλήσεις παρά την υψηλή τιμή του. Και η Yamaha φρόντισε από τότε να το ανανεώνει και να το εξελίσσει ώστε να προσφέρει πάντα μεγάλες δόσεις ενθουσιασμού και διασκέδασης σε όσους επέλεγαν να βρεθούν στην σέλα του. Στον πυρήνα της σκέψης της Yamaha για το T-Max ήταν η κατανομή των μαζών που θα καθόριζαν και την οδική του συμπεριφορά, η οποία πλησίαζε αυτή των μοτοσυκλετών, απέχοντας πολύ από αυτήν των συμβατικών και "πισόβαρων" σκούτερ. Ο κινητήρας που σχεδιάστηκε για το T-MAX ήταν το πρωταρχικό συστατικό της συνταγής. Οι δυο του κύλινδροι είναι ουσιαστικά παράλληλοι με το έδαφος και ο κινητήρας τοποθετήθηκε σταθερά στο πλαίσιο. Αυτή ήταν η διαφορετική υλοποίηση που πρώτη εφάρμοσε η Yamaha και αργότερα την ακολούθησαν αρκετοί άλλοι κατασκευαστές (η Honda στο Silverwing, η Suzuki στο Burgman 650, η Piaggio για το Aprilia SRV/Gilera GP800 και πιο πρόσφατα και η BMW ακολούθησε αυτόν τον δρόμο για τα C600/GT650). Η σταθερή τοποθέτηση του κινητήρα στο πλαίσιο εκτός από την βελτίωση της κατανομής των μαζών με τρόπο ώστε να μοιράζεται το βάρος στους δυο τροχούς, έκανε και πιο εύκολη των λειτουργία της πίσω ανάρτησης η οποία πλέον απαλλάχθηκε από το μεγάλο βάρος του ίδιου του κινητήρα. H ιδιαίτερα καλή συμπεριφορά του μεγάλου σκούτερ της Yamaha συνοδεύτηκε και από τις πολύ καλές επιδόσεις από τον δικύλινδρο κινητήρα, αν και η Yamaha δεν ακολούθησε την γιγάντωση των κυβικών αλλά ούτε και των διαστάσεων, στην οποία επιδόθηκαν άλλοι κατασκευαστές. Από γενιά σε γενιά, το ΤΜΑΧ εξελίσσεται χωρίς όμως να αλλάξει η Yamaha την αρχική της προσέγγιση για το πάντρεμα των δυο κόσμων, την ευκολία χρήσης των σκούτερ με την διασκέδαση και τον ενθουσιασμό που προσφέρει η οδήγηση μοτοσυκλέτας. Αυτό αποδεικνύεται και από την τέταρτη γενιά του που παρουσιάστηκε το 2012. Η Yamaha διατήρησε αυτούσιο το αλουμινένιο χυτό πλαίσιο που χρησιμοποιούσε ήδη από το 2008 η τρίτη γενιά του και ασχολήθηκε κυρίως με τον κινητήρα και την μετάδοσή του. O δικύλινδρος κινητήρας διατήρησε τα βασικά χαρακτηριστικά του όπως και την ιδιαίτερη διάταξη για την απόσβεση των κραδασμών που δημιουργεί ο στρόφαλος των 360ο. Απέναντι από τα δυο έμβολα που κινούνται δίπλα – δίπλα υπάρχει ένα τρίτο με την δική του μπιέλα, με αποστολή την απόσβεση των κραδασμών και όχι την παραγωγή ισχύος. Την απουσία των κραδασμών εκμεταλλεύθηκε ακόμη πιο ολοκληρωμένα η Yamaha στηρίζοντας τον κινητήρα από το 2012 εντελώς άκαμπτα στο πλαίσιο. O κυβισμός του αυξήθηκε, με την τοποθέτηση μεγαλύτερης διαμέτρου εμβόλων, που σε συνδυασμό με τις αλλαγές στην κεφαλή και τον ψεκασμό έφεραν τρεις περισσότερους ίππους και 10% περισσότερη ροπή 1.000 στροφές χαμηλότερα από ότι στον προηγούμενης γενιάς κινητήρα. Μια ακόμη σημαντική αλλαγή με πολλαπλά οφέλη και μάλιστα αντιληπτή και εξωτερικά αφορά στην τελική μετάδοση της κίνησης. Oι αλυσίδες σε μπάνιο λαδιού που συνόδευαν τον κινητήρα από την αρχική του σχεδίαση αντικαταστάθηκαν από τον φαρδύ ιμάντα που διακρίνεται στην αριστερή πλευρά. Η αλλαγή αυτή μείωσε το βάρος και τις απώλειες, επέτρεψε την τοποθέτηση καινούργιου αλουμινένιου ψαλιδιού αλλά έδωσε και άλλο ένα πλεονέκτημα που αφορά στην αμεσότητα των επιταχύνσεων. Οι αλλαγές στον κινητήρα των 530 πλέον κυβικών γίνονται αντιληπτές με τις πιο άμεσες και δυνατές επιταχύνσεις ιδιαίτερα στην περιοχή των 80 – 120 χιλιομέτρων, όπου επιταχύνει πιο γρήγορα και άνετα από τις προηγούμενες εκδόσεις. H θέση οδήγησης έχει αλλάξει ελαφρά με το τιμόνι να είναι τοποθετημένο χαμηλότερα, ενώ ισχυρότερη έγινε η επιβράδυνση από το πίσω δισκόφρενο, σε σημείο μάλιστα που σε μέτριας πρόσφυσης άσφαλτο το ABS να μπαίνει απρόσμενα νωρίς. To TMAX 530 είχε ακόμη μερικές αλλαγές και βελτιώσεις όπως τα νέα όργανα, τους καθρέφτες, την ουρά με το led φανάρι και την νέα ζελατίνα που ρυθμίζεται σε δυο θέσεις, με την χρήση εργαλείων όμως να είναι απαραίτητη. Το ανανεωμένο αυτό μοντέλο, διατήρησε την δυνατότητα να ελίσσεται σχεδόν απροβλημάτιστα ακόμη και στην πυκνή κυκλοφορία στο κέντρο της πόλης, ενώ οι επιδόσεις του ειδικά στον τομέα των επιταχύνσεων είτε από στάση είτε εν κινήσει είναι εμφανώς βελτιωμένες. Η οδική του συμπεριφορά παραμένει ιδιαίτερα καλή ενώ συνδυάζεται και με την άνεση που προσφέρουν οι ποιοτικές αναρτήσεις.

To ΤΜΑΧ 530 παρέμεινε ένα εξαιρετικά ιδιαίτερο μοντέλο με το δικό του στυλ που δίνει έμφαση στην οδική συμπεριφορά η οποία συνδυάζεται με την άνεση και την υψηλή ποιότητα κατασκευής. Δεν έχει κραδασμούς, η εξάτμιση παράγει έναν ευφραντικό μπάσο ήχο ενώ δεν υπάρχουν συνθήκες στην άσφαλτο που θα το προβληματίσουν. Η πληροφόρηση που μεταφέρει στον αναβάτη του είναι πάρα πολύ καλή, τα φρένα του ισχυρά, η συμπεριφορά του σε πλευρικούς ανέμους καλύτερη από πολλών μοτοσυκλετών και οι επιδόσεις του είναι αρκετές για να διασκεδάζουν τον αναβάτη του ή και να μεταφέρει συνεπιβάτη με άνεση για μεγάλες αποστάσεις. Η ισχύς είναι αρκετή για να στείλει την βελόνα του ταχύμετρου πάνω από την ένδειξη των 170 χιλιομέτρων. O χώρος που έχει στην διάθεσή του ο αναβάτης για τα πόδια του εξακολουθεί να μην είναι άφθονος, ενώ τόσο ο εξοπλισμός του όσο και οι αποθηκευτικοί χώροι του δεν είναι αντίστοιχοι με αυτούς άλλων μεγάλων σκούτερ. To TMAX όμως είναι… ΤΜΑΧ και δεν συμβιβάζεται εύκολα. Έχει γίνει cult και ένα πεδίο στο οποίο δεν έχει αντίπαλο είναι αυτό των βελτιώσεων που συχνά φθάνουν στην μεταμόρφωσή του, τόσο από ιδιώτες όσο και από επαγγελματίες βελτιωτές. Αυτό είναι κάτι που ενισχύει και η ίδια η Yamaha με τις ειδικές εκδόσεις του που ξεχωρίζουν από την εμφάνισή του. Για το 2015, άλλαξε ακόμη μια φορά φορώντας αντεστραμμένο πιρούνι και ακτινικές δαγκάνες, κάτι που ήδη έχουν προσεγγίσει οι ανήσυχοι ιδιοκτήτες του. Είναι πολύ πιθανό να έχετε δει ΤΜΑΧ στην Ελλάδα με πιρούνι από R1 χωρίς να είναι μοντέλο του 2015. Σχετικά ακριβό, ακόμη και σαν μεταχειρισμένο, και με αποδεδειγμένη αξιοπιστία το μεγαλύτερο από τα σκούτερ της Yamaha παραμένει ένα ξεχωριστό μοντέλο που ικανοποιεί και διασκεδάζει ακόμη και έμπειρους μοτοσυκλετιστές όταν αποφασίσουν να περάσουν στον κόσμο της ευκολίας και της άνεσης του "ανοίγω το γκάζι και φεύγω".

 

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος: Tετράχρονος, δικύλινδρος σε σειρά, υγρόψυκτος , 2ΕΕΚ/4 βαλβίδες

Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 68 x 73

Κυβικά (cc): 530

Σχέση συμπίεσης: 10,9:1

Ανάφλεξη: Ψηφιακή         

Τροφοδοσία: Ψεκασμός     

Σύστημα εκκίνησης:            Μίζα

Σύστημα εξαγωγής:      2 σε 1

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Τύπος συμπλέκτη:            Υγρός πολύδισκος, αυτόματος

Σχέσεις ταχυτήτων: CVT (συνεχώς μεταβαλόμενης σχέσης)

Τελική μετάδοση:            Ιμάντας

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος: Αλουμινένιο, χυτό

Γωνία κάστερ (o):       28

Ίχνος (mm):            95

Μεταξόνιο (mm):  1.580

Ύψος σέλας (mm):  800

Βάρος κατασκευαστή γεμάτη(kg): 221

Πραγματικό βάρος γεμάτη, ζυγισμένη (Kg): 221,5 (ABS)

Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 15       

 

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Εμπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι

Διάμετρος (mm): 43

Διαδρομή (mm): 120                 

Ρυθμίσεις: Καμία 

Πίσω:  Ένα αμορτισέρ

Διαδρομή τροχού(mm): 116    

Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου

 

ΦΡΕΝΑ

Εμπρός: Δύο δισκόφρενα 267mm, δαγκάνες με τέσσερα έμβολα, (ABS)

Πίσω:  Δισκόφρενο 282mm δαγκάνα με δύο έμβολα, δαγκάνα χειρόφρενου, (ABS)

Πιρούνι με καλάμια 43 χιλιοστών και δυο πλάκες να το στηρίζουν. Μόνο η διάμετρος των 15 ιντσών της ζάντας μαρτυρά ότι αυτό το σύστημα δεν ανήκει σε μοτοσυκλέτα

ΤΡΟΧΟΙ

Εμπρός

Ελαστικό:            120/70-15

Ζάντα:             Αλουμινένια 3,5in

Πίσω

Ελαστικό:            160/60 - 15

Ζάντα:             Αλουμινένια 5,0in

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Αναλογικό στροφόμετρο και ταχύμετρο και ψηφιακές ενδείξεις για: ολικό και δύο μερικούς χιλιομετρητές / θερμοκρασία ψυκτικού / στάθμη καυσίμου / ρολόι / μέση ωριαία ταχύτητα / θερμοκρασία αέρα / μέση κατανάλωση / διάστημα αλλαγής λαδιού και ιμάντα, ενδεικτικές λυχνίες για: φλας / μεγάλη σκάλα φώτων / τσεκ κινητήρα

ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ

Ισχύς κατασκευαστή (HP/rpm): 45,8/6.750

Ροπή κατασκευαστή (Kg.m/rpm):            5,3/5.250

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)

Μέση: 4,9

ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)

Μέση: 306

 

ΤΙΜΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ (με ΦΠΑ 23%, €)

Έμβολο πλήρες : 144,79

Μπιέλα : 120,42           

Εξάτμιση : 656,97

Εμπρός φτερό : 104,06                       

Εμπρός τροχός: 517,89           

Μανέτα δεξιά: 32,64 

Σέλα :            454,94         

Πλαίσιο: 1.305,36

 

Οι παραπάνω τιμές ίσχυαν τον Αύγουστο του 2015 

 

 

     

 

 

To πίσω δισκόφρενο μεγάλωσε το 2012 και έγινε ιδιαίτερα ισχυρό. Η δεύτερη δαγκάνα είναι για το χειρόφρενο

 

Η σέλα ανοίγει από το εμπρός μέρος και μένει όρθια με την βοήθεια δυο μικρών αμορτισέρ. Ο χώρος από κάτω της χωράει ένα κράνος και μερικά μικροπράγματα

 

 

Φως led στην λεπτή ουρά που παραπέμπει σε Yamaha R. Βολικές οι χειρολαβές του συνεπιβάτη όπως και η σέλα του

Moto Guzzi V7 Classic/Stone 2008 - 2013

Από τον

Χρήστο Πατεράκη

1/7/2015

Δεν αλλάζει

 

Ήταν μια από τις καλύτερες εμπνεύσεις της Piaggio η αναβίωση του θρυλικού ονόματος V7, που προστέθηκε ξανά στην γκάμα της Moto Guzzi από το 2008 και μετά. Στα χρόνια που πέρασαν η σειρά των V7 απέκτησε νέα μέλη, αναβαθμίστηκε δυο φορές, αλλά στη ουσία της δεν αλλάζει τίποτα

 

Η σύγχρονη V7 ανήκει σε μια ομάδα μοτοσυκλετών με ελάχιστα μέλη, όπως είναι η Bonneville της Triumph και η W της Kawasaki. Αυτή η ομάδα έχει ένα κοινό χαρακτηριστικό που αφορά την αίσθηση και την εμπειρία από την οδήγησή της. Αυτή η αίσθηση, μοναδική και χαρακτηριστική για κάθε μοτοσυκλέτα, δεν αφορά ένα συγκεκριμένο τομέα του σχεδιασμού αλλά δημιουργείται από την συνολική κατασκευή. Από κάπου ξεκινάει όμως, κάπου υπάρχει ο πυρήνας της δημιουργίας της και η υπόλοιπη κατασκευή έχει φροντίσει να διατηρήσει. Στις Bonneville ας πούμε, είναι ο στρόφαλος και τα δυο έμβολα που παλινδρομούν μένοντας συνέχεια δίπλα – δίπλα αυτά που σε ωθούν να μάθεις να "οδηγείς με τον στρόφαλο" να χειρίζεσαι και να μπορείς να εκμεταλλευτείς την στροφορμή του, εκείνο το μέγεθος της Φυσικής που δεν αφήνει τον στρόφαλο να επιβραδύνει. Και στην V7 η αίσθηση που σου δίνει όταν την οδηγείς δημιουργείται από τον κινητήρα της, ή πιο σωστά από ολόκληρο το συγκρότημα που οδηγεί στην περιστροφή του πίσω τροχού. H ανάλαφρη αίσθηση, η ευκολία στους ελιγμούς και τις εναλλαγές κλίσεων είναι οι πρώτες παρατηρήσεις που εντυπώνονται μετά από την πρώτη βόλτα μαζί της. Η χαμηλή μοτοσυκλέτα, με την ίσια σέλα – είναι πλέον ελάχιστες οι μοτοσυκλέτες με τέτοια σχεδίαση, όπου ο συνεπιβάτης απλώς κάθεται στην σέλα του δίχως να χρειάζεται να κάνει αναρρίχηση ή σπαγκάτο – διαθέτει και την διαχρονική απλότητα στην εμφάνισή της. Μια εμφάνιση με ταυτότητα και ομορφιά, τονισμένη και από την υψηλή ποιότητα του φινιρίσματος. Το καλό φινίρισμα και η απουσία αφρόντιστων σημείων είναι ένα χαρακτηριστικό που έχουν όλες οι σύγχρονες Moto Guzzi και η σειρά των V7 φτιάχτηκε μάλιστα την περίοδο όπου η αναβάθμιση της ποιότητας των Guzzi μπήκε σε μια νέα περίοδο της ιστορίας της. Μάλιστα χρονιά με τη χρονιά γίνονται βελτιώσεις σε διάφορα σημεία και πλέον οι V7 είναι αντικειμενικά καλοφτιαγμένες. Με την πάροδο του χρόνου και τις αλλαγές των μοντέλων αυτό που δεν αλλάζει είναι η αίσθηση από τη οδήγησή της. Mένει ίδια γιατί δεν αλλάζει αυτό που την δημιουργεί δηλαδή ο κινητήρας με την μετάδοσή του και το πλαίσιο. Ο αερόψυκτος δικύλινδρος V90o με τον διαμήκη στρόφαλο, τον μονόδισκο ξερό συμπλέκτη και το πεντατάχυτο κιβώτιο πίσω του, αλλά και τον άξονα της τελικής μετάδοσης που περνά μέσα από το ψαλίδι είναι πάντα εκεί ακολουθώντας τις επιταγές μιας εμπνευσμένης σχεδίασης της δεκαετίας του '60. To συγκρότημα του κινητήρα και της μετάδοσης "κρέμεται" από το πλαίσιο, φτιαγμένο από ατσάλινους σωλήνες, ακολουθώντας τις αρχές των χωροδικτυωμάτων. Η ανάρτηση του πίσω τροχού γίνεται με την συμβατική διάταξη των δυο αμορτισέρ, τοποθετημένων με σημαντική κλίση ώστε να προσφέρουν καλύτερη λειτουργία. O V2 δεν έχει σχεδιαστεί για την μέγιστη απόδοση, και έχει υιοθετήσει λύσεις όπως οι θάλαμοι καύσης Heron με επίπεδες κεφαλές και ωστήρια για τις δυο μόνο βαλβίδες κάθε κυλίνδρου στοχεύοντας αρχικά στην απλότητα, το μικρότερο κόστος κατασκευής και τις συμμαζεμένες διαστάσεις. Οι θάλαμοι Heron όμως συμβάλουν στην μικρή κατανάλωση και την καλή απόδοση ροπής, χαρακτηριστικά που ταιριάζουν γάντι τόσο στην V7 όσο και στην εποχή μας, όπου η σπατάλη βενζίνης κοντεύει να γίνει ποινικό αδίκημα. Παρά την σχεδίαση που μετρά πάνω από σαράντα χρόνια ο ιταλικός V2 αρκείται σε μια κατανάλωση σχεδόν πέντε λίτρων για κάθε εκατό χιλιόμετρα με την απόδοσή του να είναι αυτή που πρέπει στις χαμηλές και μεσαίες στροφές. H τροφοδοσία από το σύστημα ψεκασμού δεν δημιουργεί κάποιο πρόβλημα ενώ από την αλλαγή του μοντέλου από το 2012 και μετά όπου ο ψεκασμός έχει πλέον ένα σημείο τροφοδοσίας και για τους δυο κυλίνδρους, η απόδοση είναι βελτιωμένη μέχρι τις μεσαίες στροφές. Στο ρελαντί εξακολουθεί να πάλλεται και στις ψηλές να μην αποδίδει τίποτα εντυπωσιακά νούμερα, ανεβάζοντας μάλιστα και λιγότερες στροφές για μικρότερη κατανάλωση, μα παραμένει πάντα ευχάριστος σύντροφος σε κάθε βόλτα. Στο εμπρός άκρο υπάρχει μεγάλη γωνία κάστερ, ελαστικό με διάμετρο 18 ίντσες και ένα συμβατικό πιρούνι με την μεγαλούτσικη διαδρομή των 130 χιλιοστών, χαρακτηριστικά που μεταφράζονται σε άνεση ακόμη και σε κακούς δρόμους. H V7 είτε στην πρώτη της έκδοση την Classic μεταξύ 2008 και 2011, είτε στη επόμενη την Stone είτε σαν την νεώτερη έκδοση του 2014 με την γεννήτρια πλέον να ψύχεται από το λάδι του κινητήρα προσφέρει πάντα την ίδια αίσθηση. Εύκολη και ευχάριστη στην οδήγηση και στο μάτι, δίχως δύστροπες ιδιαιτερότητες, με καλή ποιότητα κατασκευής παντρεύει μια κλασσική σχεδιαστική άποψη με το σήμερα, προσφέροντας απόλαυση σε κάθε βόλτα.

 

Ναι

Στην ευκολία της οδήγησης και την ομορφιά της

Όχι

Δεν είναι στο στυλ της η επιθετική οδήγηση

Γιατί

Απολαμβάνεις οδήγηση χωρίς υψηλή απόδοση

 

Οι τιμές των μοτοσυκλετών, όχι μόνο των μεταχειρισμένων αλλά ακόμη και των καινούργιων, είναι πολύ ρευστές πλέον και μεταβάλλονται προς χαμηλότερα επίπεδα. Έτσι και στην περίπτωση των V7 υπάρχουν τόσο σε τιμές προσφορών σαν καινούργιες ενώ και σαν μεταχειρισμένες οι τιμές χαμηλώνουν. Παρά του ότι είναι το πιο καλοπουλημένο μοντέλο της Moto Guzzi αυτό δεν σημαίνει ότι υπάρχουν άφθονες επιλογές σαν μεταχειρισμένες. Αυτό συμβαίνει για δυο λόγους με τον πρώτο να είναι ότι αγοράζονται από ανθρώπους που σκοπεύουν να την κρατήσουν χρόνια οπότε δεν θέλουν να την αλλάξουν σύντομα. Ο δεύτερος λόγος είναι απλώς η οικονομική δυσπραγία μας. Οι τιμές τους πλέον όμως έχουν κατέβει και κάτω από τις 4.000 ευρώ

 

Tι να προσέξετε

Η καλή ποιότητα κατασκευής της σειράς των V7 σε συνδυασμό με τις φροντίδες του ιδιοκτήτη μπορούν να τις διατηρούν για χρόνια αψεγάδιαστες. Άλλωστε η άριστη εμφάνισή της είναι και το απαραίτητο στοιχείο για την επιλογή μιας μεταχειρισμένης. Ο προαιρετικός εξοπλισμός που τυχόν διαθέτει, όπως το κεντρικό σταντ και οι πλαϊνές βαλίτσες, είναι άλλος ένας παράγοντας για την επιλογή της. Τα μοντέλα Stone - από το 2012 και μετά – είναι πιο δυσεύρετα και ακριβότερα. Έχουν βελτιωμένο κινητήρα αλλά ο χαρακτήρας τους είναι απαράλλαχτος.

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος: Tετράχρονος, V90o διαμήκης, αερόψυκτος ένας εκκεντροφόρος στο κάρτερ, 2 βαλβίδες/κύλινδρο

Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 80 x 74

Κυβικά (cc): 744                

Σχέση συμπίεσης: 9,6:1              

Ανάφλεξη: Ψηφιακή         

Τροφοδοσία: Ψεκασμός Marelli                                   

Σύστημα εκκίνησης:                        Μίζα

Σύστημα εξαγωγής:      2 σε 2

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Τύπος συμπλέκτη:            Ξερός, μονόδισκος με ντίζα

Σχέσεις ταχυτήτων: Πέντε

Τελική μετάδοση:            Άξονας, γρανάζια

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος: Ατσάλινο, κλειστό, βιδωτό τμήμα για την αφαίρεση του κινητήρα

Γωνία κάστερ (o):       27,5

Ίχνος (mm):            109

Μεταξόνιο (mm):  1.449 

Ύψος σέλας (mm):  805

Βάρος κατασκευαστή κενή (kg): 182/198         

Πραγματικό βάρος γεμάτη, ζυγισμένη (Kg): 199,5

Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 17/2,5

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Εμπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι Marzocchi

Διάμετρος (mm):  40

Διαδρομή (mm):  135                

Ρυθμίσεις:            Καμία

Πίσω:  Δυο αμορτισέρ Sachs

Διαδρομή (mm):  118    

Ρυθμίσεις:            Προφόρτιση ελατηρίων

 

ΦΡΕΝΑ

Εμπρός: Δίσκος 320mm, δαγκάνα Brembo με τέσσερα έμβολα

Πίσω:            Δίσκος 260mm, δαγκάνα Brembo με ένα έμβολο

 

ΤΡΟΧΟΙ

Εμπρός

Ελαστικό:            100/90 -18

Ζάντα:             2,50 x 18in

Πίσω

Ελαστικό:            130/80 -17

Ζάντα:             3,50 x17in

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

 

Αναλογικό στροφόμετρο και ταχύμετρο, δύο οθόνες LCD με ψηφιακές ενδείξεις για ολικό και μερικό χιλιομετρητή, ρολόι, θερμοκρασία περιβάλλοντος, ενδεικτικές λυχνίες για πίεση λαδιού, λειτουργία ψεκασμού, φλας, νεκρά, μεγάλη σκάλα φώτων

 

ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ

Ισχύς κατασκευαστή (HP/rpm): 48/6.800

Ροπή κατασκευαστή (Kg.m/rpm):            5,4/3.600

Επιτάχυνση 0 - 400m (sec): 14,48

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)

Μέση:            5,3

ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)

Μέση:            330

 

 

ΤΙΜΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ (με ΦΠΑ 23%, €)*

Έμβολο πλήρες : 172             

Μπιέλα : 290 

Τελικό εξάτμισης : (ένα) 539

Ρεζερβουάρ:             821    

Εμπρός φτερό : 164                                       

Εμπρός ζάντα: 296                 

Μανέτα δεξιά :25      

Σέλα :  127                

Πλαίσιο: 801,3

* Οι προαναφερόμενες τιμές ήταν σε ισχύ τον Αύγουστο του 2014              

 

Ετικέτες