Triumph Thruxton 1200 2016-2017

Διαχρονικά σπορ
Κώστα Γκαζή
Από τον

Κώστα Γκαζή

29/9/2022

Τιμή: από € 9.000

Test MOTO: τ. 568

Η οικογένεια των Bonneville έχει γίνει πλέον συνώνυμο της διαχρονικότητας και της κλασσικής πολυτέλειας. Η προσθήκη του Thruxton 1200 η Triumph κάλυψε και τις σπορ απαιτήσεις του κοινού

Το Thruxton 1200 ήρθε στη ζωή μας πρώτα ως σκληροπυρηνικό café-racer στην έκδοση R, με σκληρές σπορ αναρτήσεις και σέλα μόνο για ένα άτομο. Λίγο αργότερα όμως εμφανίστηκε και η “απλή” έκδοση, με πιο ενδοτικές αναρτήσεις και κανονική σέλα για δύο άτομα, που του έδωσε την απαραίτητη πρακτικότητα για να γίνει μια διαχρονική σπορ μοτοσυκλέτα καθημερινής χρήσης.

Με εξαίρεση τις αναρτήσεις, την πιο ήπια γεωμετρία πλαισίου και τη σέλα για δύο άτομα, η “απλή” έκδοση έχει τον ίδιο κινητήρα με την έκδοση R, πράγμα που σημαίνει πως βγάζει 86 ίππους στις μόλις 6.500 στροφές και χάρη στον ελαφρύτερο στρόφαλο σε σχέση με τα υπόλοιπα Bonneville 1200 η απόκριση στο γκάζι δικαιολογεί απόλυτα τον χαρακτηρισμό σπορ. Το Thruxton είναι ποίημα στους περισσότερους ελληνικούς δρόμους, όπου για να πας γρήγορα χρειάζεται να κρατάς σβέλτο ρυθμό για πολλή ώρα και όχι να ψάχνεις το φρενάρισμα της τελευταίας στιγμής. Οι πιο ήρεμες αντιδράσεις του πλαισίου, η απορροφητικότητα των αναρτήσεων και φυσικά ο ζωντανός κινητήρας με την άφθονη ροπή είναι η σύμμαχοί σου σε αυτό.

Τα κλιπ-ον είναι τοποθετημένα πάνω από την πλάκα και τα μαρσπιέ έχουν λογική απόσταση από την σέλα, οπότε το βάρος που πέφτει στους καρπούς είναι μικρό και υπάρχει χώρος για όλους τους σωματότυπους.  Σαφώς δεν κάθεσαι πάνω της με την ίδια άνεση όπως στα Τ100 ή Τ120, όμως ο συμβιβασμός είναι μικρός για την καθημερινή οδήγηση μέσα στην πόλη και η Thruxton είναι πιο άνετη από τις Τ100/120 όταν οδηγείς για ώρα σε ανοιχτούς δρόμους με πάνω από 130km/h. Ακόμα και στα 140-160km/h το βάρος του σώματος ισορροπεί τέλεια με την αντίσταση του αέρα και έτσι μπορείς να οδηγείς για πολλή ώρα με αυτές τις ταχύτητες, σε αντίθεση με την όρθια στάση των Τ100/Τ120 που ο αέρας σου σπρώχνει το σώμα και το κεφάλι προς τα πίσω.

Αν η σέλα είχε λίγο παραπάνω αφρώδες  και το ρεζερβουάρ χωρούσε δύο-τρία λίτρα περισσότερη βενζίνη, θα ήταν ένας θαυμάσιος ταξιδιώτης. Για την Τ120 είχαμε γράψει ότι η Triumph έφτιαξε την Bentley των μοτοσυκλετών, για την “βασική” έκδοση του Thruxton μπορούμε πολύ εύκολα να πούμε ότι έφτιαξε την Aston Martin των μοτοσυκλετών.

Το συμβατικό πιρούνι ης ΚΥΒ και τα φρένα της Nissin ταιριάζουν απόλυτα με τον διαφορετικό χαρακτήρα του Thruxton, σε σχέση με του Thruxton R

Η κανονική σέλα για δύο άτομα και οι πιο ενδοτικές αναρτήσεις κάνουν το Thruxton 1200 πολύ πιο ολοκληρωμένη μοτοσυκλέτα σε σχέση με την έκδοση R

Κλασσικά όργανα με υψηλής ποιότητας φινίρισμα όπως αξίζουν σε μια μοτοσυκλέτα πολυτελείας

Ρυθμισμένα για άνεση στο δρόμο τα δύο αμορτισέρ πίσω

Εύρος τιμών

Το Thruxton 1200 είναι από εκείνες τις μοτοσυκλέτες που δεν δείχνουν ποτέ ξεπερασμένες και ταυτόχρονα έχουν πουληθεί σε λίγα αντίτυπα, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει μεγάλη προσφορά μοντέλων στην αγορά μεταχειρισμένων, οπότε και η τιμή του καθορίζεται με το πατροπαράδοτο παζάρι μεταξύ πωλητή και αγοραστή. Καινούριο έκανε περίπου 13.000€, οπότε αν βρείτε κάποιο σε άριστη κατάσταση υπολογίστε κάτι παραπάνω από 9.000€

Τι πρέπει να προσέξετε

Συνήθως οι ιδιοκτήτες των Bonneville οδηγούν ήρεμα και έχουν την οικονομική άνεση να συντηρούν σωστά τις μοτοσυκλέτες τους, οπότε σπάνια θα ακούσεις για κάποιο συγκεκριμένο πρόβλημα που να αφορά όλη την γκάμα. Σε κάθε περίπτωση, καλό είναι να ρίξετε μια ματιά για σημάδια που υποδηλώνουν κάποιο ατύχημα, αλλά και για την κατάσταση της μπαταρίας και της μίζας αν η μοτοσυκλέτα έμενε για μεγάλα χρονικά διαστήματα ακινητοποιημένη

Ναι

Αν θέλεις μια πραγματική σπορ γυμνή μοτοσυκλέτα που δεν θα παλιώσει ποτέ

Όχι

Αν είσαι οπαδός των αριθμών και θέλεις η μοτοσυκλέτα σου να έχει τους μεγαλύτερους

Γιατί

Καθημερινή χρήση και σύντομες εκδρομές για την χαρά της οδήγησης

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος: Τετράχρονος, υγρόψυκτος, δικύλινδρος με 2ΕΕΚ και 4 Β/Κ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 97,6 Χ 80

Κυβικά (cc): 1200

Σχέση συμπίεσης: 11:1

Τροφοδοσία: Ψεκασμός

Σύστημα εκκίνησης: Μίζα

Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 2

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Τύπος συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:  Ατσάλινο, περιμετρικό

Γωνία κάστερ (°):        22,8

Ίχνος (mm): 92

Μεταξόνιο (mm): 1.415

Ύψος σέλας (mm): 810

Βάρος κατασκευαστή γεμάτη (kg): -/203

Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 14,5 / -

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Εμπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι

Διάμετρος (mm): 41

Διαδρομή (mm):  120

Ρυθμίσεις: Καμία

Πίσω: Δύο αμορτισέρ

Διαδρομή (mm): 120

Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου

ΦΡΕΝΑ

Εμπρός: Δύο δίσκοι 310mm με δαγκάνες δύο εμβόλων της Nissin και ABS

Πίσω: Μονός δίσκος 220mm της Nissin με ABS

ΤΡΟΧΟΙ

Εμπρός

Εμπρός Ελαστικό: 120/70-17

Πίσω Ελαστικό: 160/60-17

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Ταχύμετρο, στροφόμετρο, ρολόι, riding mode, traction control, στάθμη καυσίμου, ολικό χιλιομετρητή, μερικό χιλιομετρητή, θερμοκρασία ψυκτικού και ενδεικτικές λυχνίες για φλας, μεγάλη σκάλα φώτων, πίεση λαδιού

 

Αντ/κά Triumph Thruxton 1200 (2017)

Προτεινόμενη Λιανική (με ΦΠΑ 24%, €)

Έμβολο πλήρες*:

319,42 X 2

Τελικό εξάτμισης:

411,47 (TO ENA)

Εμπρός φτερό: 

275,00 

Εμπρός τροχός:

926,46 

Προβολέας:

580.00

Μανέτα φρένου:

71,63

Σέλα:

185

Πλαίσιο:

2355,31 

 

Moto Guzzi V7 Classic/Stone 2008 - 2013

Από τον

Χρήστο Πατεράκη

1/7/2015

Δεν αλλάζει

 

Ήταν μια από τις καλύτερες εμπνεύσεις της Piaggio η αναβίωση του θρυλικού ονόματος V7, που προστέθηκε ξανά στην γκάμα της Moto Guzzi από το 2008 και μετά. Στα χρόνια που πέρασαν η σειρά των V7 απέκτησε νέα μέλη, αναβαθμίστηκε δυο φορές, αλλά στη ουσία της δεν αλλάζει τίποτα

 

Η σύγχρονη V7 ανήκει σε μια ομάδα μοτοσυκλετών με ελάχιστα μέλη, όπως είναι η Bonneville της Triumph και η W της Kawasaki. Αυτή η ομάδα έχει ένα κοινό χαρακτηριστικό που αφορά την αίσθηση και την εμπειρία από την οδήγησή της. Αυτή η αίσθηση, μοναδική και χαρακτηριστική για κάθε μοτοσυκλέτα, δεν αφορά ένα συγκεκριμένο τομέα του σχεδιασμού αλλά δημιουργείται από την συνολική κατασκευή. Από κάπου ξεκινάει όμως, κάπου υπάρχει ο πυρήνας της δημιουργίας της και η υπόλοιπη κατασκευή έχει φροντίσει να διατηρήσει. Στις Bonneville ας πούμε, είναι ο στρόφαλος και τα δυο έμβολα που παλινδρομούν μένοντας συνέχεια δίπλα – δίπλα αυτά που σε ωθούν να μάθεις να "οδηγείς με τον στρόφαλο" να χειρίζεσαι και να μπορείς να εκμεταλλευτείς την στροφορμή του, εκείνο το μέγεθος της Φυσικής που δεν αφήνει τον στρόφαλο να επιβραδύνει. Και στην V7 η αίσθηση που σου δίνει όταν την οδηγείς δημιουργείται από τον κινητήρα της, ή πιο σωστά από ολόκληρο το συγκρότημα που οδηγεί στην περιστροφή του πίσω τροχού. H ανάλαφρη αίσθηση, η ευκολία στους ελιγμούς και τις εναλλαγές κλίσεων είναι οι πρώτες παρατηρήσεις που εντυπώνονται μετά από την πρώτη βόλτα μαζί της. Η χαμηλή μοτοσυκλέτα, με την ίσια σέλα – είναι πλέον ελάχιστες οι μοτοσυκλέτες με τέτοια σχεδίαση, όπου ο συνεπιβάτης απλώς κάθεται στην σέλα του δίχως να χρειάζεται να κάνει αναρρίχηση ή σπαγκάτο – διαθέτει και την διαχρονική απλότητα στην εμφάνισή της. Μια εμφάνιση με ταυτότητα και ομορφιά, τονισμένη και από την υψηλή ποιότητα του φινιρίσματος. Το καλό φινίρισμα και η απουσία αφρόντιστων σημείων είναι ένα χαρακτηριστικό που έχουν όλες οι σύγχρονες Moto Guzzi και η σειρά των V7 φτιάχτηκε μάλιστα την περίοδο όπου η αναβάθμιση της ποιότητας των Guzzi μπήκε σε μια νέα περίοδο της ιστορίας της. Μάλιστα χρονιά με τη χρονιά γίνονται βελτιώσεις σε διάφορα σημεία και πλέον οι V7 είναι αντικειμενικά καλοφτιαγμένες. Με την πάροδο του χρόνου και τις αλλαγές των μοντέλων αυτό που δεν αλλάζει είναι η αίσθηση από τη οδήγησή της. Mένει ίδια γιατί δεν αλλάζει αυτό που την δημιουργεί δηλαδή ο κινητήρας με την μετάδοσή του και το πλαίσιο. Ο αερόψυκτος δικύλινδρος V90o με τον διαμήκη στρόφαλο, τον μονόδισκο ξερό συμπλέκτη και το πεντατάχυτο κιβώτιο πίσω του, αλλά και τον άξονα της τελικής μετάδοσης που περνά μέσα από το ψαλίδι είναι πάντα εκεί ακολουθώντας τις επιταγές μιας εμπνευσμένης σχεδίασης της δεκαετίας του '60. To συγκρότημα του κινητήρα και της μετάδοσης "κρέμεται" από το πλαίσιο, φτιαγμένο από ατσάλινους σωλήνες, ακολουθώντας τις αρχές των χωροδικτυωμάτων. Η ανάρτηση του πίσω τροχού γίνεται με την συμβατική διάταξη των δυο αμορτισέρ, τοποθετημένων με σημαντική κλίση ώστε να προσφέρουν καλύτερη λειτουργία. O V2 δεν έχει σχεδιαστεί για την μέγιστη απόδοση, και έχει υιοθετήσει λύσεις όπως οι θάλαμοι καύσης Heron με επίπεδες κεφαλές και ωστήρια για τις δυο μόνο βαλβίδες κάθε κυλίνδρου στοχεύοντας αρχικά στην απλότητα, το μικρότερο κόστος κατασκευής και τις συμμαζεμένες διαστάσεις. Οι θάλαμοι Heron όμως συμβάλουν στην μικρή κατανάλωση και την καλή απόδοση ροπής, χαρακτηριστικά που ταιριάζουν γάντι τόσο στην V7 όσο και στην εποχή μας, όπου η σπατάλη βενζίνης κοντεύει να γίνει ποινικό αδίκημα. Παρά την σχεδίαση που μετρά πάνω από σαράντα χρόνια ο ιταλικός V2 αρκείται σε μια κατανάλωση σχεδόν πέντε λίτρων για κάθε εκατό χιλιόμετρα με την απόδοσή του να είναι αυτή που πρέπει στις χαμηλές και μεσαίες στροφές. H τροφοδοσία από το σύστημα ψεκασμού δεν δημιουργεί κάποιο πρόβλημα ενώ από την αλλαγή του μοντέλου από το 2012 και μετά όπου ο ψεκασμός έχει πλέον ένα σημείο τροφοδοσίας και για τους δυο κυλίνδρους, η απόδοση είναι βελτιωμένη μέχρι τις μεσαίες στροφές. Στο ρελαντί εξακολουθεί να πάλλεται και στις ψηλές να μην αποδίδει τίποτα εντυπωσιακά νούμερα, ανεβάζοντας μάλιστα και λιγότερες στροφές για μικρότερη κατανάλωση, μα παραμένει πάντα ευχάριστος σύντροφος σε κάθε βόλτα. Στο εμπρός άκρο υπάρχει μεγάλη γωνία κάστερ, ελαστικό με διάμετρο 18 ίντσες και ένα συμβατικό πιρούνι με την μεγαλούτσικη διαδρομή των 130 χιλιοστών, χαρακτηριστικά που μεταφράζονται σε άνεση ακόμη και σε κακούς δρόμους. H V7 είτε στην πρώτη της έκδοση την Classic μεταξύ 2008 και 2011, είτε στη επόμενη την Stone είτε σαν την νεώτερη έκδοση του 2014 με την γεννήτρια πλέον να ψύχεται από το λάδι του κινητήρα προσφέρει πάντα την ίδια αίσθηση. Εύκολη και ευχάριστη στην οδήγηση και στο μάτι, δίχως δύστροπες ιδιαιτερότητες, με καλή ποιότητα κατασκευής παντρεύει μια κλασσική σχεδιαστική άποψη με το σήμερα, προσφέροντας απόλαυση σε κάθε βόλτα.

 

Ναι

Στην ευκολία της οδήγησης και την ομορφιά της

Όχι

Δεν είναι στο στυλ της η επιθετική οδήγηση

Γιατί

Απολαμβάνεις οδήγηση χωρίς υψηλή απόδοση

 

Οι τιμές των μοτοσυκλετών, όχι μόνο των μεταχειρισμένων αλλά ακόμη και των καινούργιων, είναι πολύ ρευστές πλέον και μεταβάλλονται προς χαμηλότερα επίπεδα. Έτσι και στην περίπτωση των V7 υπάρχουν τόσο σε τιμές προσφορών σαν καινούργιες ενώ και σαν μεταχειρισμένες οι τιμές χαμηλώνουν. Παρά του ότι είναι το πιο καλοπουλημένο μοντέλο της Moto Guzzi αυτό δεν σημαίνει ότι υπάρχουν άφθονες επιλογές σαν μεταχειρισμένες. Αυτό συμβαίνει για δυο λόγους με τον πρώτο να είναι ότι αγοράζονται από ανθρώπους που σκοπεύουν να την κρατήσουν χρόνια οπότε δεν θέλουν να την αλλάξουν σύντομα. Ο δεύτερος λόγος είναι απλώς η οικονομική δυσπραγία μας. Οι τιμές τους πλέον όμως έχουν κατέβει και κάτω από τις 4.000 ευρώ

 

Tι να προσέξετε

Η καλή ποιότητα κατασκευής της σειράς των V7 σε συνδυασμό με τις φροντίδες του ιδιοκτήτη μπορούν να τις διατηρούν για χρόνια αψεγάδιαστες. Άλλωστε η άριστη εμφάνισή της είναι και το απαραίτητο στοιχείο για την επιλογή μιας μεταχειρισμένης. Ο προαιρετικός εξοπλισμός που τυχόν διαθέτει, όπως το κεντρικό σταντ και οι πλαϊνές βαλίτσες, είναι άλλος ένας παράγοντας για την επιλογή της. Τα μοντέλα Stone - από το 2012 και μετά – είναι πιο δυσεύρετα και ακριβότερα. Έχουν βελτιωμένο κινητήρα αλλά ο χαρακτήρας τους είναι απαράλλαχτος.

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος: Tετράχρονος, V90o διαμήκης, αερόψυκτος ένας εκκεντροφόρος στο κάρτερ, 2 βαλβίδες/κύλινδρο

Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 80 x 74

Κυβικά (cc): 744                

Σχέση συμπίεσης: 9,6:1              

Ανάφλεξη: Ψηφιακή         

Τροφοδοσία: Ψεκασμός Marelli                                   

Σύστημα εκκίνησης:                        Μίζα

Σύστημα εξαγωγής:      2 σε 2

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Τύπος συμπλέκτη:            Ξερός, μονόδισκος με ντίζα

Σχέσεις ταχυτήτων: Πέντε

Τελική μετάδοση:            Άξονας, γρανάζια

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος: Ατσάλινο, κλειστό, βιδωτό τμήμα για την αφαίρεση του κινητήρα

Γωνία κάστερ (o):       27,5

Ίχνος (mm):            109

Μεταξόνιο (mm):  1.449 

Ύψος σέλας (mm):  805

Βάρος κατασκευαστή κενή (kg): 182/198         

Πραγματικό βάρος γεμάτη, ζυγισμένη (Kg): 199,5

Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 17/2,5

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Εμπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι Marzocchi

Διάμετρος (mm):  40

Διαδρομή (mm):  135                

Ρυθμίσεις:            Καμία

Πίσω:  Δυο αμορτισέρ Sachs

Διαδρομή (mm):  118    

Ρυθμίσεις:            Προφόρτιση ελατηρίων

 

ΦΡΕΝΑ

Εμπρός: Δίσκος 320mm, δαγκάνα Brembo με τέσσερα έμβολα

Πίσω:            Δίσκος 260mm, δαγκάνα Brembo με ένα έμβολο

 

ΤΡΟΧΟΙ

Εμπρός

Ελαστικό:            100/90 -18

Ζάντα:             2,50 x 18in

Πίσω

Ελαστικό:            130/80 -17

Ζάντα:             3,50 x17in

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

 

Αναλογικό στροφόμετρο και ταχύμετρο, δύο οθόνες LCD με ψηφιακές ενδείξεις για ολικό και μερικό χιλιομετρητή, ρολόι, θερμοκρασία περιβάλλοντος, ενδεικτικές λυχνίες για πίεση λαδιού, λειτουργία ψεκασμού, φλας, νεκρά, μεγάλη σκάλα φώτων

 

ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ

Ισχύς κατασκευαστή (HP/rpm): 48/6.800

Ροπή κατασκευαστή (Kg.m/rpm):            5,4/3.600

Επιτάχυνση 0 - 400m (sec): 14,48

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)

Μέση:            5,3

ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)

Μέση:            330

 

 

ΤΙΜΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ (με ΦΠΑ 23%, €)*

Έμβολο πλήρες : 172             

Μπιέλα : 290 

Τελικό εξάτμισης : (ένα) 539

Ρεζερβουάρ:             821    

Εμπρός φτερό : 164                                       

Εμπρός ζάντα: 296                 

Μανέτα δεξιά :25      

Σέλα :  127                

Πλαίσιο: 801,3

* Οι προαναφερόμενες τιμές ήταν σε ισχύ τον Αύγουστο του 2014              

 

Ετικέτες