Moto Guzzi V7 Classic/Stone 2008 - 2013

Από τον

Χρήστο Πατεράκη

1/7/2015

Δεν αλλάζει

 

Ήταν μια από τις καλύτερες εμπνεύσεις της Piaggio η αναβίωση του θρυλικού ονόματος V7, που προστέθηκε ξανά στην γκάμα της Moto Guzzi από το 2008 και μετά. Στα χρόνια που πέρασαν η σειρά των V7 απέκτησε νέα μέλη, αναβαθμίστηκε δυο φορές, αλλά στη ουσία της δεν αλλάζει τίποτα

 

Η σύγχρονη V7 ανήκει σε μια ομάδα μοτοσυκλετών με ελάχιστα μέλη, όπως είναι η Bonneville της Triumph και η W της Kawasaki. Αυτή η ομάδα έχει ένα κοινό χαρακτηριστικό που αφορά την αίσθηση και την εμπειρία από την οδήγησή της. Αυτή η αίσθηση, μοναδική και χαρακτηριστική για κάθε μοτοσυκλέτα, δεν αφορά ένα συγκεκριμένο τομέα του σχεδιασμού αλλά δημιουργείται από την συνολική κατασκευή. Από κάπου ξεκινάει όμως, κάπου υπάρχει ο πυρήνας της δημιουργίας της και η υπόλοιπη κατασκευή έχει φροντίσει να διατηρήσει. Στις Bonneville ας πούμε, είναι ο στρόφαλος και τα δυο έμβολα που παλινδρομούν μένοντας συνέχεια δίπλα – δίπλα αυτά που σε ωθούν να μάθεις να "οδηγείς με τον στρόφαλο" να χειρίζεσαι και να μπορείς να εκμεταλλευτείς την στροφορμή του, εκείνο το μέγεθος της Φυσικής που δεν αφήνει τον στρόφαλο να επιβραδύνει. Και στην V7 η αίσθηση που σου δίνει όταν την οδηγείς δημιουργείται από τον κινητήρα της, ή πιο σωστά από ολόκληρο το συγκρότημα που οδηγεί στην περιστροφή του πίσω τροχού. H ανάλαφρη αίσθηση, η ευκολία στους ελιγμούς και τις εναλλαγές κλίσεων είναι οι πρώτες παρατηρήσεις που εντυπώνονται μετά από την πρώτη βόλτα μαζί της. Η χαμηλή μοτοσυκλέτα, με την ίσια σέλα – είναι πλέον ελάχιστες οι μοτοσυκλέτες με τέτοια σχεδίαση, όπου ο συνεπιβάτης απλώς κάθεται στην σέλα του δίχως να χρειάζεται να κάνει αναρρίχηση ή σπαγκάτο – διαθέτει και την διαχρονική απλότητα στην εμφάνισή της. Μια εμφάνιση με ταυτότητα και ομορφιά, τονισμένη και από την υψηλή ποιότητα του φινιρίσματος. Το καλό φινίρισμα και η απουσία αφρόντιστων σημείων είναι ένα χαρακτηριστικό που έχουν όλες οι σύγχρονες Moto Guzzi και η σειρά των V7 φτιάχτηκε μάλιστα την περίοδο όπου η αναβάθμιση της ποιότητας των Guzzi μπήκε σε μια νέα περίοδο της ιστορίας της. Μάλιστα χρονιά με τη χρονιά γίνονται βελτιώσεις σε διάφορα σημεία και πλέον οι V7 είναι αντικειμενικά καλοφτιαγμένες. Με την πάροδο του χρόνου και τις αλλαγές των μοντέλων αυτό που δεν αλλάζει είναι η αίσθηση από τη οδήγησή της. Mένει ίδια γιατί δεν αλλάζει αυτό που την δημιουργεί δηλαδή ο κινητήρας με την μετάδοσή του και το πλαίσιο. Ο αερόψυκτος δικύλινδρος V90o με τον διαμήκη στρόφαλο, τον μονόδισκο ξερό συμπλέκτη και το πεντατάχυτο κιβώτιο πίσω του, αλλά και τον άξονα της τελικής μετάδοσης που περνά μέσα από το ψαλίδι είναι πάντα εκεί ακολουθώντας τις επιταγές μιας εμπνευσμένης σχεδίασης της δεκαετίας του '60. To συγκρότημα του κινητήρα και της μετάδοσης "κρέμεται" από το πλαίσιο, φτιαγμένο από ατσάλινους σωλήνες, ακολουθώντας τις αρχές των χωροδικτυωμάτων. Η ανάρτηση του πίσω τροχού γίνεται με την συμβατική διάταξη των δυο αμορτισέρ, τοποθετημένων με σημαντική κλίση ώστε να προσφέρουν καλύτερη λειτουργία. O V2 δεν έχει σχεδιαστεί για την μέγιστη απόδοση, και έχει υιοθετήσει λύσεις όπως οι θάλαμοι καύσης Heron με επίπεδες κεφαλές και ωστήρια για τις δυο μόνο βαλβίδες κάθε κυλίνδρου στοχεύοντας αρχικά στην απλότητα, το μικρότερο κόστος κατασκευής και τις συμμαζεμένες διαστάσεις. Οι θάλαμοι Heron όμως συμβάλουν στην μικρή κατανάλωση και την καλή απόδοση ροπής, χαρακτηριστικά που ταιριάζουν γάντι τόσο στην V7 όσο και στην εποχή μας, όπου η σπατάλη βενζίνης κοντεύει να γίνει ποινικό αδίκημα. Παρά την σχεδίαση που μετρά πάνω από σαράντα χρόνια ο ιταλικός V2 αρκείται σε μια κατανάλωση σχεδόν πέντε λίτρων για κάθε εκατό χιλιόμετρα με την απόδοσή του να είναι αυτή που πρέπει στις χαμηλές και μεσαίες στροφές. H τροφοδοσία από το σύστημα ψεκασμού δεν δημιουργεί κάποιο πρόβλημα ενώ από την αλλαγή του μοντέλου από το 2012 και μετά όπου ο ψεκασμός έχει πλέον ένα σημείο τροφοδοσίας και για τους δυο κυλίνδρους, η απόδοση είναι βελτιωμένη μέχρι τις μεσαίες στροφές. Στο ρελαντί εξακολουθεί να πάλλεται και στις ψηλές να μην αποδίδει τίποτα εντυπωσιακά νούμερα, ανεβάζοντας μάλιστα και λιγότερες στροφές για μικρότερη κατανάλωση, μα παραμένει πάντα ευχάριστος σύντροφος σε κάθε βόλτα. Στο εμπρός άκρο υπάρχει μεγάλη γωνία κάστερ, ελαστικό με διάμετρο 18 ίντσες και ένα συμβατικό πιρούνι με την μεγαλούτσικη διαδρομή των 130 χιλιοστών, χαρακτηριστικά που μεταφράζονται σε άνεση ακόμη και σε κακούς δρόμους. H V7 είτε στην πρώτη της έκδοση την Classic μεταξύ 2008 και 2011, είτε στη επόμενη την Stone είτε σαν την νεώτερη έκδοση του 2014 με την γεννήτρια πλέον να ψύχεται από το λάδι του κινητήρα προσφέρει πάντα την ίδια αίσθηση. Εύκολη και ευχάριστη στην οδήγηση και στο μάτι, δίχως δύστροπες ιδιαιτερότητες, με καλή ποιότητα κατασκευής παντρεύει μια κλασσική σχεδιαστική άποψη με το σήμερα, προσφέροντας απόλαυση σε κάθε βόλτα.

 

Ναι

Στην ευκολία της οδήγησης και την ομορφιά της

Όχι

Δεν είναι στο στυλ της η επιθετική οδήγηση

Γιατί

Απολαμβάνεις οδήγηση χωρίς υψηλή απόδοση

 

Οι τιμές των μοτοσυκλετών, όχι μόνο των μεταχειρισμένων αλλά ακόμη και των καινούργιων, είναι πολύ ρευστές πλέον και μεταβάλλονται προς χαμηλότερα επίπεδα. Έτσι και στην περίπτωση των V7 υπάρχουν τόσο σε τιμές προσφορών σαν καινούργιες ενώ και σαν μεταχειρισμένες οι τιμές χαμηλώνουν. Παρά του ότι είναι το πιο καλοπουλημένο μοντέλο της Moto Guzzi αυτό δεν σημαίνει ότι υπάρχουν άφθονες επιλογές σαν μεταχειρισμένες. Αυτό συμβαίνει για δυο λόγους με τον πρώτο να είναι ότι αγοράζονται από ανθρώπους που σκοπεύουν να την κρατήσουν χρόνια οπότε δεν θέλουν να την αλλάξουν σύντομα. Ο δεύτερος λόγος είναι απλώς η οικονομική δυσπραγία μας. Οι τιμές τους πλέον όμως έχουν κατέβει και κάτω από τις 4.000 ευρώ

 

Tι να προσέξετε

Η καλή ποιότητα κατασκευής της σειράς των V7 σε συνδυασμό με τις φροντίδες του ιδιοκτήτη μπορούν να τις διατηρούν για χρόνια αψεγάδιαστες. Άλλωστε η άριστη εμφάνισή της είναι και το απαραίτητο στοιχείο για την επιλογή μιας μεταχειρισμένης. Ο προαιρετικός εξοπλισμός που τυχόν διαθέτει, όπως το κεντρικό σταντ και οι πλαϊνές βαλίτσες, είναι άλλος ένας παράγοντας για την επιλογή της. Τα μοντέλα Stone - από το 2012 και μετά – είναι πιο δυσεύρετα και ακριβότερα. Έχουν βελτιωμένο κινητήρα αλλά ο χαρακτήρας τους είναι απαράλλαχτος.

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος: Tετράχρονος, V90o διαμήκης, αερόψυκτος ένας εκκεντροφόρος στο κάρτερ, 2 βαλβίδες/κύλινδρο

Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 80 x 74

Κυβικά (cc): 744                

Σχέση συμπίεσης: 9,6:1              

Ανάφλεξη: Ψηφιακή         

Τροφοδοσία: Ψεκασμός Marelli                                   

Σύστημα εκκίνησης:                        Μίζα

Σύστημα εξαγωγής:      2 σε 2

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Τύπος συμπλέκτη:            Ξερός, μονόδισκος με ντίζα

Σχέσεις ταχυτήτων: Πέντε

Τελική μετάδοση:            Άξονας, γρανάζια

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος: Ατσάλινο, κλειστό, βιδωτό τμήμα για την αφαίρεση του κινητήρα

Γωνία κάστερ (o):       27,5

Ίχνος (mm):            109

Μεταξόνιο (mm):  1.449 

Ύψος σέλας (mm):  805

Βάρος κατασκευαστή κενή (kg): 182/198         

Πραγματικό βάρος γεμάτη, ζυγισμένη (Kg): 199,5

Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 17/2,5

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Εμπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι Marzocchi

Διάμετρος (mm):  40

Διαδρομή (mm):  135                

Ρυθμίσεις:            Καμία

Πίσω:  Δυο αμορτισέρ Sachs

Διαδρομή (mm):  118    

Ρυθμίσεις:            Προφόρτιση ελατηρίων

 

ΦΡΕΝΑ

Εμπρός: Δίσκος 320mm, δαγκάνα Brembo με τέσσερα έμβολα

Πίσω:            Δίσκος 260mm, δαγκάνα Brembo με ένα έμβολο

 

ΤΡΟΧΟΙ

Εμπρός

Ελαστικό:            100/90 -18

Ζάντα:             2,50 x 18in

Πίσω

Ελαστικό:            130/80 -17

Ζάντα:             3,50 x17in

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

 

Αναλογικό στροφόμετρο και ταχύμετρο, δύο οθόνες LCD με ψηφιακές ενδείξεις για ολικό και μερικό χιλιομετρητή, ρολόι, θερμοκρασία περιβάλλοντος, ενδεικτικές λυχνίες για πίεση λαδιού, λειτουργία ψεκασμού, φλας, νεκρά, μεγάλη σκάλα φώτων

 

ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ

Ισχύς κατασκευαστή (HP/rpm): 48/6.800

Ροπή κατασκευαστή (Kg.m/rpm):            5,4/3.600

Επιτάχυνση 0 - 400m (sec): 14,48

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)

Μέση:            5,3

ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)

Μέση:            330

 

 

ΤΙΜΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ (με ΦΠΑ 23%, €)*

Έμβολο πλήρες : 172             

Μπιέλα : 290 

Τελικό εξάτμισης : (ένα) 539

Ρεζερβουάρ:             821    

Εμπρός φτερό : 164                                       

Εμπρός ζάντα: 296                 

Μανέτα δεξιά :25      

Σέλα :  127                

Πλαίσιο: 801,3

* Οι προαναφερόμενες τιμές ήταν σε ισχύ τον Αύγουστο του 2014              

 

Ετικέτες

Suzuki DR-Z 400 SM (2005 – 2009)

Από τον

Χρήστο Πατεράκη

8/8/2015

Η φιλική

 

H Suzuki αποφάσισε το 2005 να δώσει στην αγορά μια μοτοσυκλέτα supermoto και για να το κάνει αυτό βασίστηκε στην καταξιωμένη ήδη από το 2000 on-off της, την DR-Z 400S

Η Suzuki ουσιαστικά αντέγραψε αυτό που έκαναν μόνοι τους οι ιδιοκτήτες και μετέτρεπαν τα on - off σε supermoto βάζοντας τροχούς και ελαστικά 17 ιντσών και ισχυρότερο φρένο στον μπροστινό τροχό. Για την μετατροπή της σε supermoto επέλεξε να τοποθετήσει ανεστραμμένο πιρούνι στη θέση του συμβατικού που είχε η DR-Z400S. Το βαμμένο χρυσό πιρούνι της Showa με τα καλάμια των 47 χιλιοστών θύμιζε το πιρούνι των motocross RM/RM-Z και πρόσφερε δυνατότητα ρύθμισης των αποσβέσεών του. Για το αμορτισέρ έδωσε τη δυνατότητα για πλήρεις ρυθμίσει,ς με την απόσβεση συμπίεσης μάλιστα να ρυθμίζεται ξεχωριστά, ανάλογα με την ταχύτητα κίνησης του εμβόλου, ή όπως έχει καθιερωθεί να λέγεται σε High και Low.

Οι υπόλοιπες αλλαγές για την μετατροπή του S σε SM αφορούσαν τις φαρδύτερες μαύρες ζάντες με διάμετρο 17 ιντσών και ελαστικά της Dunlop, τα D208H SM, που φτιάχτηκαν για τις ελαφριές supermoto μοτοσυκλέτες, ενώ ένα πλευστό δισκόφρενο με διάμετρο 310 χιλιοστών φρόντιζε για την βελτίωση της επιβράδυνσης. Τo πλαίσιο και ο κινητήρας ήρθαν αυτούσια από το DR-Z400S. Ο κινητήρας αυτός έχει αποδείξει την αξιοπιστία του, αλλά και την αντοχή του σε μετατροπές, αφού και η ίδια η Suzuki τον χρησιμοποιούσε στην DR-Z 400E όπου έστελνε σχεδόν δέκα ίππους περισσότερους στον πίσω τροχό. Με τα χαρακτηριστικά που έχει, τοποθετημένος στην στάνταρ μορφή του στο DR-Z400 SM είναι ιδιαίτερα φιλικός στην απόδοσή του και εύστροφος, ενώ γυρνάει με άνεση σε ψηλές στροφές. Επίσης, ουσιώδες χαρακτηριστικό του είναι ότι συνεχίζει να ανεβάζει στροφές μετά την κορύφωση της απόδοσής του στις 8.200 φθάνοντας και ξεπερνώντας τις 10.000 πριν του κόψει την όρεξη ο κόφτης. Ο κινητήρας αυτός, ή καλύτερα ο κυβισμός του και η απόδοσή του, κάνει ιδιαίτερη περίπτωση την DR-Z 400SM, όπως άλλωστε και την οn-off DR-Z400S από όπου κατάγεται, καθώς προσφέρει στην μοτοσυκλέτα επιδόσεις που πλησιάζουν αυτές των μεγαλύτερων μονοκύλινδρων με τα 600 ή και τα περισσότερα κυβικά. Σε αυτό βοηθά καθοριστικά και το συνολικό της βάρος που είναι λίγο μεγαλύτερο από αυτό των μονοκύλινδρων 250.Με όπλο τον κινητήρα της, η μοτοσυκλέτα αυτή έχει τη δυνατότητα αφενός να εξυπηρετεί στις καθημερινές μετακινήσεις με άνεση και αφετέρου να προσφέρει διασκέδαση όταν ο αναβάτης της θέλει να οδηγήσει επιθετικά σε μια ορεινή διαδρομή ή ακόμη και σε μια πίστα καρτ. Η μοτοσυκλέτα της Suzuki απέχει πολύ από τις ευρωπαϊκές supermoto και δεν διεκδίκησε ποτέ τα απόλυτα όρια και τη συμπεριφορά σε ακραίες συνθήκες. Είναι φιλική, με ενδοτικές και καθόλου σκληρές στην λειτουργία τους αναρτήσεις, αλλά και αποδοτικά φρένα. Η στενή της σιλουέτα και η εργονομία της επιτρέπει στον αναβάτη της να αλλάζει τη στάση του σώματός του χωρίς καμιά δυσκολία. Ένας τομέας όπου υστερεί είναι αυτός της άνεσης και των χώρων. Η σέλα της είναι στενή και σκληρή, ενώ ο δεύτερος κάθεται στριμωγμένος εξαιτίας της θέσης όπου βρίσκονται τα μαρσπιέ του, ενώ δεν έχει κανενός είδους χειρολαβές. Από την άλλη, η προστασία από τον αέρα είναι υποτυπώδης κάνοντας κουραστική την οδήγηση για πολλή ώρα με ψηλές ταχύτητες. Ο κινητήρας έχει αρκετή δύναμη για να διαβάζει το ψηφιακό ταχύμετρο ταχύτητες πάνω από την ένδειξη των 160 χιλιομέτρων, ενώ οι κραδασμοί του είναι αμελητέοι. Τέλος, η αισθητική της, που για πολλούς έχει τεράστια σημασία για την επιλογή, ποτέ δεν διεκδίκησε δάφνες.

 

 

Ο συνεπιβάτης πρέπει να στριμωχτεί στον ελάχιστο χώρο της σέλας και να διπλώνει τα πόδια του για να ακουμπούν στα τοποθετημένα ψηλά μαρσπιέ του. Η Suzuki στα DR-Z400 θυμήθηκε ότι ήταν συνηθισμένο στο παρελθόν το τσαντάκι των εργαλείων στο πίσω φτερό

 

O κινητήρας έχει αποδείξει την αξιοπιστία του και το μοναδικό αδύνατο σημείο του είναι τα πλαστικά γρανάζια της αντλίας που μεταφέρει το λάδι από τα κάρτερ στο πλαίσιο. Ο έλεγχός τους είναι -σχετικά- εύκολος, ενώ η ελλιπής λειτουργία αυτής της αντλίας θα γίνει η αιτία να “κολλήσει” ο κινητήρας. Η αποκατάσταση της ζημιάς θα είναι από ακριβή έως πανάκριβη. Υπάρχουν αρκετές μεταχειρισμένες και πολλές από αυτές με διαφόρων επιπέδων μετατροπές. Ο κινητήρας έχει περιθώρια αύξησης της απόδοσης αν και η αλλαγή καρμπυρατέρ, εκκεντροφόρων και εξάτμισης, μειώνουν την φιλικότητα της απόδοσης, ενώ αυξάνεται η κατανάλωση και ο θόρυβος.

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος: Tετράχρονος, μονοκύλινδρος, υγρόψυκτος 2ΕΕΚ/4 βαλβίδες/κύλινδρο

Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 90 x 62,6

Κυβικά (cc): 398

Σχέση συμπίεσης: 11,3:1            

Ανάφλεξη: Ψηφιακή         

Τροφοδοσία: Kαρμπυρατέρ Mikuni BSR 36mm                                    

Σύστημα εκκίνησης:     Μίζα

Σύστημα εξαγωγής:      1 σε 1

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Τύπος συμπλέκτη:    Υγρός, πολύδισκος, με ντίζα

Σχέσεις ταχυτήτων: Πέντε

Τελική μετάδοση:     Αλυσίδα, γρανάζια

Τo ανοδιωμένο, σε χρυσό χρώμα, ανεστραμμένο πιρούνι του έχει ενδοτική λειτουργία και ρυθμίσεις για τις αποσβέσεις του

 

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος: Ατσάλινο σωληνωτό μονό σε διπλό κλειστό, αφαιρούμενο αλουμινένιο υποπλαίσιο

Γωνία κάστερ (o):       26,15

Ίχνος (mm):            94

Μεταξόνιο (mm):  1.460 

Ύψος σέλας (mm):  890

Βάρος κατασκευαστή κενή/γεμάτη (kg):            135/146       

Πραγματικό βάρος γεμάτη, ζυγισμένη (Kg):    145

Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l):   10/2.3

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Εμπρός:   Ανεστραμμένο πιρούνι Showa

Διάμετρος (mm):  47

Διαδρομή (mm):  -

Ρυθμίσεις:            Καμία

Πίσω:  Ένα αμορτισέρ, μοχλικό

Διαδρομή (mm):  -

Ρυθμίσεις:  Προφόρτιση, απόσβεση επαναφοράς και συμπίεσης σε (Hi και low)

ΦΡΕΝΑ

Εμπρός: Δισκόφρενο 310mm, δαγκάνα με δυο έμβολα

Πίσω:  Δισκόφρενο 240mm, δαγκάνα με ένα έμβολο

ΤΡΟΧΟΙ

Εμπρός

Ελαστικό:   120/70 - 17

Ζάντα: 3,5 x 17

Πίσω

Ελαστικό:   140/70 -17

Ζάντα: 4,5 x 17

 

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Ψηφιακό πολυόργανο με ταχύμετρο, έναν ολικό και δύο μερικούς χιλιομετρητές, ρολόι, χρονόμετρο, αντίστροφη μέτρηση, ενδεικτικές λυχνίες για φώτα / φλας / θερμοκρασία ψυκτικού / νεκρά, σινιάλο (μεγάλη σκάλα φώτων), διακόπτης ρεζέρβας, κλειδαριά λαιμού, τσαντάκι εργαλείων.

Ψηφιακές είναι όλες οι ενδείξεις στα όργανα του DR-Z. Αρκετές πληροφορίες και χρονόμετρο, ενώ απουσιάζει η ένδειξη στροφών του κινητήρα. H κλειδαριά του τιμονιού βρίσκεται στο πλάι του λαιμού

ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ

Επιτάχυνση 0 - 400m (sec): 14,87

Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 34,6/8.200

Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 3,5/6.700

 

 

Η απόδοση του κινητήρα επιτρέπει ήρεμη οδήγηση με τις στροφές να φθάνουν έως τις πέντε χιλιάδες αν και την καλή του ευστροφία και την απόδοσή του την ευχαριστιέσαι όταν οι στροφές ανέβουν πάνω από τις 7.000. Από εκεί και πάνω η ισχύς μένει ουσιαστικά σταθερή για περισσότερες από δυο χιλιάδες στροφές. “Σηκώνει” μετατροπές ενώ χρειάζεται αλλαγές λαδιών κάθε έξι χιλιάδες χιλιόμετρα και τα διάκενα των βαλβίδων ρυθμίζονται με καπελότα, κάθε 24.000 χιλιόμετρα.

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)

Μέση:    6

ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)

Μέση:     166

 

 

ΤΙΜΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ (με ΦΠΑ 23%, σε €)

Έμβολο πλήρες: 153,95

Μπιέλα: 69,06

Τελικό εξάτμισης: 325,95

Ρεζερβουάρ: 247,55

Εμπρός φτερό: 60,64

Εμπρός ζάντα: 261,25

Μανέτα φρένου: 14,61

Σέλα: 124,64

Πλαίσιο: 1.236,31

 

Oι προαναφερόμενες τιμές ήταν σε ισχύ τον Ιούλιο του 2012