KTM LC4 640 SM 2005-2006

Από το

Μαύρο Σκύλο

1/5/2007

Η ΚΤΜ έχει έναν δικό της ξεχωριστό τρόπο να κατασκευάζει μοτοσυκλέτες που προορίζονται για πολιτική χρήση. Δεν ενστερνίζεται ιδιαίτερα έννοιες όπως η άνεση, το ευρύ φάσμα κοινού, τις politically correct προσταγές και άλλα σχετικά. Αντίθετα, βγάζει σε μαζική παραγωγή αγωνιστικές μοτοσυκλέτες με υιοθετημένα πολιτικής χρήσης χαρακτηριστικά



-----------------------------------------------------------------------------------------
[blockquote]του Γιώργου Στασινού[/blockquote]
του Γιώργου Στασινού
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η Ready Το Race εταιρεία της Αυστρίας, έχει σκοπό να γαλουχεί αναβάτες προκειμένου να περάσουν από τους δημόσιους δρόμους στις πίστες. Το μέσο της, δεν είναι άλλο από μοτοσυκλέτες όπως το LC4 640 SM. Όμορφο -για να τριγυρνάς ολημερίς και ολονυχτίς σε κάθε γωνιά της πόλης, δίνοντας χρώμα στο χώρο. Σχετικά οικονομικό -στην κατανάλωση καυσίμων- αλλά και δυνατό, για κάθε τύπου "ινδιανιλίκια". Με πολύ καλό πλαίσιο και αναρτήσεις -για να στρίβεις σε πλατείες και παρατεταμένες “με τα τιμόνια κάτω”. Πολύ καλά φρένα -για να ταλαιπωρείς το μπροστινό λάστιχο και να ξεκουράζεις το πίσω. Όσο-racing-πρέπει για την πόλη, όσο-πολιτικό-χρειάζεται στην πίστα. Σου δίνει τη δυνατότητα να μάθεις τι μπορείς να κάνεις από κερμπ σε κερμπ, την ίδια μέρα που θα πας με το ίδιο στη δουλειά.
Θα σταθεί στο πλάι σου για να εξελίξεις τις οδηγικές σου ικανότητες, και αν όντως είσαι γρήγορος θα αποτελέσει το λόγο που θα αγοράσεις ένα καθαρόαιμο supermoto για να συμμετάσχεις σε κάποιον αγώνα. Αν δεν τα καταφέρνεις αρκετά, βγάζεις τη φόρμα, βάζεις δερμάτινο μπουφάν και συνεχίζεις τη βόλτα σου στην πόλη και σε κοντινούς εκτός αυτής προορισμούς. Αυτό είναι το LC4 640 SM, μία μοτοσυκλέτα ready to race everywhere. Με έναν μονοκύλινδρο κινητήρα που με επιμέρους βελτιώσεις, συντροφεύει αρκετά μοντέλα της εταιρείας εδώ και δεκαπέντε σχεδόν χρόνια. Με πλαίσιο που ισορροπεί σχεδόν τέλεια μεταξύ άνεσης και ακαμψίας. Αναρτήσεις που τα καταφέρνουν το ίδιο καλά τόσο στη γλιστερή άσφαλτο της πόλης, όσο και σε φρεσκοστρωμένο τάπητα φιδωτής διαδρομής. Φρένα που κάνουν άλλες μοτοσυκλέτες δρόμου να κατεβάζουν τους καθρέφτες τους και να δακρύζουν από τα φανάρια τους.
Αν και σε καμία περίπτωση δε μπορεί να θεωρηθεί άνετο, δε θα ταλαιπωρήσει αναβάτη και συνεπιβάτη μέσα στην πόλη, θα το καταφέρει όμως εκτός αυτής. Οι κραδασμοί δίνουν έντονα το "παρών" από τα 120 χιλιόμετρα την ώρα και πάνω με πέμπτη στο κιβώτιο και κουράζουν χέρια, πόδια και κορμό. Το τιμόνι κόβει λιγότερο από ό,τι πρέπει και θα ταλαιπωρήσει λίγο ανάμεσα στα μποτιλιαρισμένα αυτοκίνητα. Τα συγκεκριμένα μοντέλα (2005-2006) πέρα από τις αισθητικές αλλαγές σε σχέση με τα προηγούμενα, έχουν και διαφορετική χαρτογράφηση στην ανάφλεξη, μεγαλύτερο φιλτροκούτι και νέο εκκεντροφόρο που κάνουν την απόδοσή τους πιο γραμμική, άρα φιλική και εκμεταλλεύσιμη. Μπορεί να αποδίδει στη μέγιστη τιμή του δύο ίππους λιγότερους από το προηγούμενο μοντέλο, αλλά τους διαχειρίζεται σαφώς καλύτερα κι αυτό έχει μεγαλύτερη σημασία.
Παρότι η παραγωγή του έχει σταματήσει εδώ και μερικούς μήνες, υπάρχουν ακόμα διαθέσιμα 640SM στην ΚΤΜ Hellas και το δίκτυο της, στην τιμή των 7.990 ευρώ, δηλαδή 900 λιγότερα από τον αντικαταστάτη του. Ως μεταχειρισμένο η τιμή του κυμαίνεται από 6.500 ως και 7.200 ευρώ αφού είναι πολύ πρόσφατο μοντέλο και τα περισσότερα από αυτά είναι σε πολύ καλή κατάσταση με λίγα χιλιόμετρα στο οδόμετρο τους. Σίγουρα υπάρχουν φθηνότερες προτάσεις στην αγορά των μεταχειρισμένων πολιτικών supermoto, από την άλλη όμως το τελευταίο της σειράς LC4 640 SM είναι το πιο “αθλητικό” από όλα, με διαχρονικό design και πολύ καλά περιφερειακά.


ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, υδρόψυκτος, μονοκύλινδρος, με 1ΕΕΚ και 4 βαλβίδες
Χωρητικότητα (cc): 625
Σχέση συμπίεσης: 11,7:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή Kokusan
Τροφοδοσία: Καρμπυρατέρ Mikuni BST 40mm
Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 2
Σύστημα λίπανσης: Υγρό κάρτερ, δύο αντλίες λαδιού
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα - Μανιβέλα


ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υδραυλικός, υγρός πολύδισκος
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση: Γρανάζια / 2,548
Τελική μετάδοση / σχέση: Αλυσίδα / 2,470


ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Σωληνωτό από χρωμιομολυβδαινιούχο ατσάλι
Βάρος κενή (kg): 145
Ρεζερβουάρ / Ρεζέρβα (lt): 12 / -


ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός
Τύπος: Ανεστραμμένο τηλεσκοπικό πιρούνι WP 4860 MXMA
Διαδρομή (mm): 265
Διάμετρος (mm): 48
Ρυθμίσεις: Απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς
Πίσω
Τύπος: Ένα αμορτισέρ WP με μοχλικό
Διαδρομή (mm): 310
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς και συμπίεσης
ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Ένας δίσκος 320mm με δαγκάνα Brembo τεσσάρων εμβόλων
Πίσω: Ένας δίσκος 220mm με δαγκάνα Brembo δύο εμβόλων


ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ζάντα: Αλουμινίου με 36 ακτίνες 3,50 x 17”
Ελαστικό: Pirelli MT 60 120/70-17
Πίσω
Ζάντα: Αλουμινίου με 36 ακτίνες 5 x 17”
Ελαστικό: Pirelli MT 60 160/60 ZR17


ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (HP/rpm): 53,6 / 6.750
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm): 6,1 / 5.750
Ισχύς στον τροχό (HP/rpm): 49,7 / 6.600
Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 5,9 / 5.100


ΜΕΤΡΗΣΕΙΣ ΕΠΙΔΟΣΕΩΝ
ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ (sec)
0-400m: 13,33
ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (lt/100km)
Μέση: 6
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)
Μέση: 207




ΔΥΝΑΜΟΜΕΤΡΗΣΗ
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 49,7 / 6.600
Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 5,9 / 5.100


Λεζάντα διαγράμματος
Γραμμικές και γεμάτες είναι οι καμπύλες ισχύος και ροπής. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι από τις 5.000rpm μέχρι και τον κόφτη, η απόδοσή του διατηρείται πάνω από τους 40 ίππους. Αντίστοιχα, η ροπή κυμαίνεται από τα 4 έως και τα 5,9 kg.m σχεδόν σε όλο το φάσμα των στροφών

Moto Guzzi V7 Classic/Stone 2008 - 2013

Από τον

Χρήστο Πατεράκη

1/7/2015

Δεν αλλάζει

 

Ήταν μια από τις καλύτερες εμπνεύσεις της Piaggio η αναβίωση του θρυλικού ονόματος V7, που προστέθηκε ξανά στην γκάμα της Moto Guzzi από το 2008 και μετά. Στα χρόνια που πέρασαν η σειρά των V7 απέκτησε νέα μέλη, αναβαθμίστηκε δυο φορές, αλλά στη ουσία της δεν αλλάζει τίποτα

 

Η σύγχρονη V7 ανήκει σε μια ομάδα μοτοσυκλετών με ελάχιστα μέλη, όπως είναι η Bonneville της Triumph και η W της Kawasaki. Αυτή η ομάδα έχει ένα κοινό χαρακτηριστικό που αφορά την αίσθηση και την εμπειρία από την οδήγησή της. Αυτή η αίσθηση, μοναδική και χαρακτηριστική για κάθε μοτοσυκλέτα, δεν αφορά ένα συγκεκριμένο τομέα του σχεδιασμού αλλά δημιουργείται από την συνολική κατασκευή. Από κάπου ξεκινάει όμως, κάπου υπάρχει ο πυρήνας της δημιουργίας της και η υπόλοιπη κατασκευή έχει φροντίσει να διατηρήσει. Στις Bonneville ας πούμε, είναι ο στρόφαλος και τα δυο έμβολα που παλινδρομούν μένοντας συνέχεια δίπλα – δίπλα αυτά που σε ωθούν να μάθεις να "οδηγείς με τον στρόφαλο" να χειρίζεσαι και να μπορείς να εκμεταλλευτείς την στροφορμή του, εκείνο το μέγεθος της Φυσικής που δεν αφήνει τον στρόφαλο να επιβραδύνει. Και στην V7 η αίσθηση που σου δίνει όταν την οδηγείς δημιουργείται από τον κινητήρα της, ή πιο σωστά από ολόκληρο το συγκρότημα που οδηγεί στην περιστροφή του πίσω τροχού. H ανάλαφρη αίσθηση, η ευκολία στους ελιγμούς και τις εναλλαγές κλίσεων είναι οι πρώτες παρατηρήσεις που εντυπώνονται μετά από την πρώτη βόλτα μαζί της. Η χαμηλή μοτοσυκλέτα, με την ίσια σέλα – είναι πλέον ελάχιστες οι μοτοσυκλέτες με τέτοια σχεδίαση, όπου ο συνεπιβάτης απλώς κάθεται στην σέλα του δίχως να χρειάζεται να κάνει αναρρίχηση ή σπαγκάτο – διαθέτει και την διαχρονική απλότητα στην εμφάνισή της. Μια εμφάνιση με ταυτότητα και ομορφιά, τονισμένη και από την υψηλή ποιότητα του φινιρίσματος. Το καλό φινίρισμα και η απουσία αφρόντιστων σημείων είναι ένα χαρακτηριστικό που έχουν όλες οι σύγχρονες Moto Guzzi και η σειρά των V7 φτιάχτηκε μάλιστα την περίοδο όπου η αναβάθμιση της ποιότητας των Guzzi μπήκε σε μια νέα περίοδο της ιστορίας της. Μάλιστα χρονιά με τη χρονιά γίνονται βελτιώσεις σε διάφορα σημεία και πλέον οι V7 είναι αντικειμενικά καλοφτιαγμένες. Με την πάροδο του χρόνου και τις αλλαγές των μοντέλων αυτό που δεν αλλάζει είναι η αίσθηση από τη οδήγησή της. Mένει ίδια γιατί δεν αλλάζει αυτό που την δημιουργεί δηλαδή ο κινητήρας με την μετάδοσή του και το πλαίσιο. Ο αερόψυκτος δικύλινδρος V90o με τον διαμήκη στρόφαλο, τον μονόδισκο ξερό συμπλέκτη και το πεντατάχυτο κιβώτιο πίσω του, αλλά και τον άξονα της τελικής μετάδοσης που περνά μέσα από το ψαλίδι είναι πάντα εκεί ακολουθώντας τις επιταγές μιας εμπνευσμένης σχεδίασης της δεκαετίας του '60. To συγκρότημα του κινητήρα και της μετάδοσης "κρέμεται" από το πλαίσιο, φτιαγμένο από ατσάλινους σωλήνες, ακολουθώντας τις αρχές των χωροδικτυωμάτων. Η ανάρτηση του πίσω τροχού γίνεται με την συμβατική διάταξη των δυο αμορτισέρ, τοποθετημένων με σημαντική κλίση ώστε να προσφέρουν καλύτερη λειτουργία. O V2 δεν έχει σχεδιαστεί για την μέγιστη απόδοση, και έχει υιοθετήσει λύσεις όπως οι θάλαμοι καύσης Heron με επίπεδες κεφαλές και ωστήρια για τις δυο μόνο βαλβίδες κάθε κυλίνδρου στοχεύοντας αρχικά στην απλότητα, το μικρότερο κόστος κατασκευής και τις συμμαζεμένες διαστάσεις. Οι θάλαμοι Heron όμως συμβάλουν στην μικρή κατανάλωση και την καλή απόδοση ροπής, χαρακτηριστικά που ταιριάζουν γάντι τόσο στην V7 όσο και στην εποχή μας, όπου η σπατάλη βενζίνης κοντεύει να γίνει ποινικό αδίκημα. Παρά την σχεδίαση που μετρά πάνω από σαράντα χρόνια ο ιταλικός V2 αρκείται σε μια κατανάλωση σχεδόν πέντε λίτρων για κάθε εκατό χιλιόμετρα με την απόδοσή του να είναι αυτή που πρέπει στις χαμηλές και μεσαίες στροφές. H τροφοδοσία από το σύστημα ψεκασμού δεν δημιουργεί κάποιο πρόβλημα ενώ από την αλλαγή του μοντέλου από το 2012 και μετά όπου ο ψεκασμός έχει πλέον ένα σημείο τροφοδοσίας και για τους δυο κυλίνδρους, η απόδοση είναι βελτιωμένη μέχρι τις μεσαίες στροφές. Στο ρελαντί εξακολουθεί να πάλλεται και στις ψηλές να μην αποδίδει τίποτα εντυπωσιακά νούμερα, ανεβάζοντας μάλιστα και λιγότερες στροφές για μικρότερη κατανάλωση, μα παραμένει πάντα ευχάριστος σύντροφος σε κάθε βόλτα. Στο εμπρός άκρο υπάρχει μεγάλη γωνία κάστερ, ελαστικό με διάμετρο 18 ίντσες και ένα συμβατικό πιρούνι με την μεγαλούτσικη διαδρομή των 130 χιλιοστών, χαρακτηριστικά που μεταφράζονται σε άνεση ακόμη και σε κακούς δρόμους. H V7 είτε στην πρώτη της έκδοση την Classic μεταξύ 2008 και 2011, είτε στη επόμενη την Stone είτε σαν την νεώτερη έκδοση του 2014 με την γεννήτρια πλέον να ψύχεται από το λάδι του κινητήρα προσφέρει πάντα την ίδια αίσθηση. Εύκολη και ευχάριστη στην οδήγηση και στο μάτι, δίχως δύστροπες ιδιαιτερότητες, με καλή ποιότητα κατασκευής παντρεύει μια κλασσική σχεδιαστική άποψη με το σήμερα, προσφέροντας απόλαυση σε κάθε βόλτα.

 

Ναι

Στην ευκολία της οδήγησης και την ομορφιά της

Όχι

Δεν είναι στο στυλ της η επιθετική οδήγηση

Γιατί

Απολαμβάνεις οδήγηση χωρίς υψηλή απόδοση

 

Οι τιμές των μοτοσυκλετών, όχι μόνο των μεταχειρισμένων αλλά ακόμη και των καινούργιων, είναι πολύ ρευστές πλέον και μεταβάλλονται προς χαμηλότερα επίπεδα. Έτσι και στην περίπτωση των V7 υπάρχουν τόσο σε τιμές προσφορών σαν καινούργιες ενώ και σαν μεταχειρισμένες οι τιμές χαμηλώνουν. Παρά του ότι είναι το πιο καλοπουλημένο μοντέλο της Moto Guzzi αυτό δεν σημαίνει ότι υπάρχουν άφθονες επιλογές σαν μεταχειρισμένες. Αυτό συμβαίνει για δυο λόγους με τον πρώτο να είναι ότι αγοράζονται από ανθρώπους που σκοπεύουν να την κρατήσουν χρόνια οπότε δεν θέλουν να την αλλάξουν σύντομα. Ο δεύτερος λόγος είναι απλώς η οικονομική δυσπραγία μας. Οι τιμές τους πλέον όμως έχουν κατέβει και κάτω από τις 4.000 ευρώ

 

Tι να προσέξετε

Η καλή ποιότητα κατασκευής της σειράς των V7 σε συνδυασμό με τις φροντίδες του ιδιοκτήτη μπορούν να τις διατηρούν για χρόνια αψεγάδιαστες. Άλλωστε η άριστη εμφάνισή της είναι και το απαραίτητο στοιχείο για την επιλογή μιας μεταχειρισμένης. Ο προαιρετικός εξοπλισμός που τυχόν διαθέτει, όπως το κεντρικό σταντ και οι πλαϊνές βαλίτσες, είναι άλλος ένας παράγοντας για την επιλογή της. Τα μοντέλα Stone - από το 2012 και μετά – είναι πιο δυσεύρετα και ακριβότερα. Έχουν βελτιωμένο κινητήρα αλλά ο χαρακτήρας τους είναι απαράλλαχτος.

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος: Tετράχρονος, V90o διαμήκης, αερόψυκτος ένας εκκεντροφόρος στο κάρτερ, 2 βαλβίδες/κύλινδρο

Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 80 x 74

Κυβικά (cc): 744                

Σχέση συμπίεσης: 9,6:1              

Ανάφλεξη: Ψηφιακή         

Τροφοδοσία: Ψεκασμός Marelli                                   

Σύστημα εκκίνησης:                        Μίζα

Σύστημα εξαγωγής:      2 σε 2

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Τύπος συμπλέκτη:            Ξερός, μονόδισκος με ντίζα

Σχέσεις ταχυτήτων: Πέντε

Τελική μετάδοση:            Άξονας, γρανάζια

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος: Ατσάλινο, κλειστό, βιδωτό τμήμα για την αφαίρεση του κινητήρα

Γωνία κάστερ (o):       27,5

Ίχνος (mm):            109

Μεταξόνιο (mm):  1.449 

Ύψος σέλας (mm):  805

Βάρος κατασκευαστή κενή (kg): 182/198         

Πραγματικό βάρος γεμάτη, ζυγισμένη (Kg): 199,5

Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 17/2,5

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Εμπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι Marzocchi

Διάμετρος (mm):  40

Διαδρομή (mm):  135                

Ρυθμίσεις:            Καμία

Πίσω:  Δυο αμορτισέρ Sachs

Διαδρομή (mm):  118    

Ρυθμίσεις:            Προφόρτιση ελατηρίων

 

ΦΡΕΝΑ

Εμπρός: Δίσκος 320mm, δαγκάνα Brembo με τέσσερα έμβολα

Πίσω:            Δίσκος 260mm, δαγκάνα Brembo με ένα έμβολο

 

ΤΡΟΧΟΙ

Εμπρός

Ελαστικό:            100/90 -18

Ζάντα:             2,50 x 18in

Πίσω

Ελαστικό:            130/80 -17

Ζάντα:             3,50 x17in

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

 

Αναλογικό στροφόμετρο και ταχύμετρο, δύο οθόνες LCD με ψηφιακές ενδείξεις για ολικό και μερικό χιλιομετρητή, ρολόι, θερμοκρασία περιβάλλοντος, ενδεικτικές λυχνίες για πίεση λαδιού, λειτουργία ψεκασμού, φλας, νεκρά, μεγάλη σκάλα φώτων

 

ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ

Ισχύς κατασκευαστή (HP/rpm): 48/6.800

Ροπή κατασκευαστή (Kg.m/rpm):            5,4/3.600

Επιτάχυνση 0 - 400m (sec): 14,48

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)

Μέση:            5,3

ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)

Μέση:            330

 

 

ΤΙΜΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ (με ΦΠΑ 23%, €)*

Έμβολο πλήρες : 172             

Μπιέλα : 290 

Τελικό εξάτμισης : (ένα) 539

Ρεζερβουάρ:             821    

Εμπρός φτερό : 164                                       

Εμπρός ζάντα: 296                 

Μανέτα δεξιά :25      

Σέλα :  127                

Πλαίσιο: 801,3

* Οι προαναφερόμενες τιμές ήταν σε ισχύ τον Αύγουστο του 2014              

 

Ετικέτες