ΚΤΜ 690 Duke (2008 - 2011 - )

Από το

Μαύρο Σκύλο

24/1/2012

Το Duke της ΚΤΜ ήταν ακόμη και στην πρώτη του έκδοση μια ιδιαίτερη περίπτωση μοτοσυκλέτας. Φτιαγμένη με ποιοτικά εξαρτήματα, κάτι που αποτυπωνόταν και στην υψηλή του τιμή, μοναδική εμφάνιση και δυνατότητες που δεν μπορούν να συγκριθούν με καμιά άλλη μονοκύλινδρη
[blockquote]Ναι
Εάν θέλεις την καλύτερη μονοκύλινδρη δρόμου
Όχι
Εάν δεν σκοπεύεις να την έχεις “σαν καινούργια”
Τι να προσέξετε
Η υψηλή ποιότητα κατασκευής και φινιρίσματος του 690 Duke, λόγω και του μικρού διαστήματος που έχει περάσει από την παραγωγή του, θα πρέπει να έχουν διατηρηθεί και στην υποψήφια για αγορά. Συγκεκριμένα προβλήματα αξιοπιστίας δεν έχουν σημαδέψει τον πολύ δυνατό κινητήρα, αλλά θα πρέπει να σας αποδείξει ο προηγούμενος ιδιοκτήτης ότι έχει γίνει η προβλεπόμενη συντήρηση. Επίσης, όπως κάθε μοτοσυκλέτα που προορίζεται για οδήγηση στα όρια, θα πρέπει να έχει σε άριστη κατάσταση οτιδήποτε επηρεάζει την απόδοσή της. Δεν επιτρέπεται ένα 690 Duke να έχει διαρροές υγρών από τις αναρτήσεις, λιωμένα τακάκια και λάστιχα ή μια αλυσίδα που κρέμεται στη άσφαλτο. Όχι μόνο αξίζει να αναζητήσετε ένα μεταχειρισμένο σε άριστη κατάσταση, αλλά και να προετοιμαστείτε ότι έτσι θα το διατηρήσετε και εσείς.[/blockquote]Τo 2008 η ΚΤΜ παρουσίασε την τρίτη γενιά Duke, την πρώτη με το νέο κινητήρα 690 LC4. Είχε προηγηθεί το 690SΜ, έναν χρόνο πριν, με το οποίο το Duke μοιράστηκε το καινούργιο πλαίσιο και τον κινητήρα. Η εντυπωσιακή αισθητική, που έχει γίνει σήμα κατατεθέν για όλα τα Duke, ακόμη και από το πρώτο του 1994, είναι και στο μοντέλο του 2008 εντελώς ιδιαίτερη κάνοντας την μοτοσυκλέτα εντελώς ξεχωριστή από κάθε άλλη με μονοκύλινδρο κινητήρα, οποιουδήποτε κατασκευαστή. Ουσιαστική αλλαγή στην μορφή του έφερε η τοποθέτηση του μοναδικού τελικού της εξάτμισης κάτω από τον κινητήρα, όπως είχε κάνει η ΚΤΜ στο superbike RC8. Τo πλαίσιο, ένα χωροδικτύωμα από υψηλής ποιότητας ατσάλινους σωλήνες, είναι πανίσχυρο και συμβάλει καθοριστικά στις δυνατότητες και τα περιθώρια που δίνει το 690 Duke στον αναβάτη του. Τo υποπλαίσιο είναι αλουμινένιο και αφαιρούμενο, ενώ το αλουμινένιο ψαλίδι με τα εξωτερικά νεύρα μεταφέρθηκε αυτούσιο από το SM690 και πολύ καλά έκανε.
Σε σχέση με το SM690 το Duke διαφοροποιείται έντονα όσον αφορά τις διαδρομές των αναρτήσεων, που είναι μικρότερες στα 140 χιλιοστά και για τους δυο τροχούς αντί των 210 του SM. Από εκεί και πέρα οι αλουμινένιες ζάντες της Marchesini και το αιχμηρό μούτρο διαφοροποιούν το Duke και το κάνουν να κοιτάζει αφ’ υψηλού οποιαδήποτε άλλη μονοκύλινδρη, ακόμη και αυτές που βγαίνουν από το ίδιο εργοστάσιο. Εκτός από την μοναδικότητα της εμφάνισης, το Duke έχει προικιστεί με ακόμη μεγαλύτερη απόδοση από τον κινητήρα του. Ο LC4 690 -στην πραγματικότητα είχε 654 κυβικά εκατοστά χωρητικότητα- φθάνει να αποδίδει σχεδόν 64 ίππους στον τροχό, απόδοση μοναδική και πολύ υψηλή για μονοκύλινδρο κινητήρα. Η μοναδική αυτή απόδοση συνοδεύεται από μειωμένους κραδασμούς -σε σχέση με τους κινητήρες των προηγούμενων Duke- τροφοδοσία από ψεκασμό, δυνατότητα αλλαγής της χαρτογράφησης για την απόδοσή του, κιβώτιο έξι ταχυτήτων και μονόδρομο συμπλέκτη δίνοντας χαρακτηριστικά κυριολεκτικά από τον κόσμο των superbikes στον μονοκύλινδρο Δούκα. Η ποιότητα κατασκευής και το φινίρισμα του 690 Duke κινείται σε πολύ υψηλό επίπεδο, όπως και τα εξαρτήματα που έχει επιλέξει η KTM. Από την ακτινική Brembo με τα τέσσερα ξεχωριστά τακάκια και την αντίστοιχη αντλία, το θηριώδες πιρούνι της WP με τα καλάμια των 48 χιλιοστών, τις πλήρεις ρυθμίσεις των αναρτήσεων, μέχρι και το μεταβλητής διατομής τιμόνι, το 690 Duke δεν έχει πάνω του σημείο που δεν θα κάτσεις να περιεργαστείς και μάλιστα με θαυμασμό.
Η θέση οδήγησης βάζει τον αναβάτη σε θέση επίθεσης, με το φαρδύ τιμόνι να είναι ψηλά τοποθετημένο, χωρίς ουσιαστική προστασία από τον αέρα. Η σέλα είναι άνετη και επιτρέπει την εύκολη μετακίνηση του σώματος, ενώ τα χαρακτηριστικά του δίνουν στον αναβάτη τη δυνατότητα να το οδηγεί είτε σαν superbike, με το σώμα να κρέμεται στο εσωτερικό της στροφής, είτε σαν supermoto με τον πίσω τροχό να “σκουπίζει” την άσφαλτο. Οι ρυθμίσεις των αναρτήσεων -κάτω από τη σέλα υπάρχει και αυτοκόλλητο με οδηγίες για ρυθμίσεις comfort ή sport- μεταμορφώνουν τη συμπεριφορά τους, με την comfort να είναι κατάλληλη για τους ελληνικούς δρόμους και την sport να απευθύνεται για τις πίστες. Γιατί το Duke είναι ικανό , τόσο από τις δυνατότητες του πλαισίου του όσο και από την άφθονη δύναμη του κινητήρα, να προσφέρει διασκέδαση σε πίστες είτε σε μικρές που χρησιμοποιούν τα cart, είτε και σε μεγαλύτερες.
Ο κινητήρας του, παρά την πολύ υψηλή απόδοσή του, αποδίδει ιδιαίτερα ομαλά, με την άμεση απόκριση του ψεκασμού να του δίνει πόντους στην οδήγηση με πίεση. Σαν μοναδικό μειονέκτημα μπορεί να του αποδοθεί το ότι δεν κάνει ευχάριστα ήσυχες βόλτες με λίγες στροφές. Τότε, η απόκριση γίνεται απότομη, ενώ δεν λείπουν και τα σκορτσαρίσματα σε τέτοιες συνθήκες. Άλλωστε η “ήσυχη βόλτα” δεν ανήκει στο λεξιλόγιό του, αφού είναι ένα προικισμένο, καλοφτιαγμένο μονοκύλινδρο για να προσφέρει μοναδικές δυνατότητες διασκέδασης και επιδόσεις.



ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Tετράχρονος, μονοκύλινδρος, υγρόψυκτος με 1EEK/4 βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 102 x 80
Κυβικά (cc): 654
Σχέση συμπίεσης: 11,8:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός Keihin
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 1 σε 1


ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος, μονόδρομος, υδραυλικός
Σχέσεις ταχυτήτων: Έξι
Τελική μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια


ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Ατσάλινο χωροδικτύωμα, αφαιρούμενο αλουμινένιο υποπλαίσιο
Γωνία κάστερ (o): 26,5
Ίχνος (mm): 115
Μεταξόνιο (mm): 1.472
Ύψος σέλας (mm): 865
Βάρος κατασκευαστή κενή / γεμάτη (kg): 148,5/
Πραγματικό βάρος γεμάτη, ζυγισμένη (Kg): 157,5
Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 13,5/2,5
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Ανεστραμμένο πιρούνι WP
Διάμετρος (mm): 48
Διαδρομή (mm): 140
Ρυθμίσεις: Απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς
Πίσω: ένα αμορτισέρ WP, μοχλικό
Διαδρομή (mm): 140
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς


ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δίσκος 320mm, ακτινική δαγκάνα Brembo με τέσσερα έμβολα
Πίσω: Δίσκος 220mm, δαγκάνα με ένα έμβολο


ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 120/70 -17
Ζάντα: 3,50 x 17
Πίσω
Ελαστικό: 160/60 -17
Ζάντα: 5 x17’’


ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Αναλογικό στροφόμετρο, ψηφιακό ταχύμετρο, ρολόι, επιλογή χαρτογραφήσεων για τον κινητήρα, ενδεικτικές λυχνίες για θερμοκρασία λαδιού κινητήρα, χαμηλή πίεση λαδιού/ ρεζέρβα/νεκρά/φλας/όριο περιστροφής, immobilizer


ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς κατασκευαστή (HP/rpm): 65/7.500
Ροπή κατασκευαστή (Kg.m/rpm): 6,9/5.500
Επιτάχυνση 0 - 400m (sec): 12,23


ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΙΠΠΟΔΥΝΑΜΗΣ
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 63,8/7.600
Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 6,5/6.300


ΛΕΖΑΝΤΑ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
Ο σύγχρονος κινητήρας εντυπωσιάζει με την απόδοσή του που ξεπερνά κατά πολύ οποιονδήποτε άλλον μονοκύλινδρο. Η μεγάλη του ισχύς αποδίδεται με ιδιαίτερα γραμμικό τρόπο, οι κραδασμοί του είναι μειωμένοι όπως και η συντήρησή του περιλαμβάνει ρύθμιση βαλβίδων κάθε 10.000 χιλιόμετρα και αλλαγή λαδιών κάθε 5.000. Επιπρόσθετο προσόν του είναι η χαμηλή του κατανάλωση.


ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)
Μέση: 5,6
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)
Μέση: 235


Triumph Street Triple (2007 - 2011)

Από τον

Χρήστο Πατεράκη

25/8/2015

Aλήτικο”

Το 2007 η Triumph μετέφερε τον “τσαμπουκά” του Speed Triple και σε μικρότερη κατηγορία κυβισμού, παρουσιάζοντας την μικροκαμωμένη Street Triple με τον τρικύλινδρο κινητήρα - και όχι μόνο - της supersport Daytona 675

Είναι πολύ συνηθισμένη η πρακτική που ακολουθούν οι κατασκευαστές να χρησιμοποιούν κινητήρες από τα σπορ μοντέλα τους και σε άλλες μοτοσυκλέτες προσαρμόζοντας την απόδοσή τους σε χαμηλότερα επίπεδα. H Triumph στην κατασκευή του Street Triple, προχώρησε ακόμη περισσότερο αυτή την πρακτική αφού όχι μόνο ο κινητήρας, αλλά και το πλαίσιο, είναι ουσιαστικά ίδια για τις δυο μοτοσυκλέτες. Η παρουσίαση της Daytona 675 είχε προηγηθεί κατά ένα χρόνο και η θερμή υποδοχή που είχε γίνει για την τρικύλινδρη supersport βοήθησε ώστε να υπάρχει αντίστοιχη και για την γυμνή. H μικρή γυμνή Triumph σαν ιδέα είχε γεννηθεί στα κεφάλια των ανθρώπων της εταιρείας ήδη από τα τέλη του 2005, κατά την περίοδο εξέλιξης της supersport. Για τον λόγο αυτό έλαβαν πολύ σοβαρά υπόψη τους την αισθητική του πλαισίου και του κινητήρα που στην Daytona καλύπτονται από τα πλαστικά του φαίρινγκ, ενώ στην Street Triple είναι έκθετα. Πρόκειται για την ίδια ακριβώς εικόνα που βλέπεις όταν βγάλεις το φαίρινγκ. Η εικόνα και η αισθητική της μοτοσυκλέτας ήταν από τους βασικότερους παράγοντες στην σχεδίασή της και αφιέρωσαν ιδιαίτερα πολύ χρόνο για να την ολοκληρώσουν. Η απόδοση του τρικύλινδρου με τον χαρακτηριστικό στριγκό ήχο, διαφοροποιήθηκε κυρίως από την αλλαγή του χρονισμού των εκκεντροφόρων και του βυθίσματος των βαλβίδων, σε όφελος της απόδοσης στις χαμηλές και μεσαίες στροφές, αλλά και της κατανάλωσης. Από τους 125 ίππους στις 12.500 στροφές που ανακοίνωναν για τη Daytona, στην Street Triple έμειναν οι 106 στις 11.700, ενώ η μέγιστη ροπή του αυξήθηκε από τα 7,3 στα 7,9 χιλιογραμμόμετρα και η κορύφωσή της γίνεται πλέον στις 9.100 αντί των 11.750. Στην πράξη ο κινητήρας, βοηθούμενος και από την κοντύτερη μετάδοση, είναι απολαυστικός και “γεμάτος” στις μεσαίες στροφές, ανεβάζοντας πάνω από τις 12.000 χωρίς να ξεμένει από αναπνοή, ξεπερνώντας τους 90 ίππους στον τροχό. Η εξημέρωσή του κόστισε 14 ίππους, αλλά η ευστροφία του και η αγριάδα του έμειναν. Τo αλουμινένιο πλαίσιο είναι από το ίδιο κράμα όπως στην Daytona, με μόνη διαφορά την έδραση του άξονα του ψαλιδιού χαμηλότερα και την ηπιότερη γεωμετρία του λαιμού. Και οι αναρτήσεις είναι φθηνότερες δίχως ρυθμίσεις, εκτός της προφόρτισης του ελατηρίου του αμορτισέρ, όπως και τα φρένα με τις δαγκάνες που έχουν δυο έμβολα, αντί των τεσσάρων της supersport. Διαφορετικό και με πολύ μικρότερες διαστάσεις είναι το υποπλαίσιο συμβάλλοντας καθοριστικά στις μικρές συνολικά διαστάσεις της Street Triple.

Η μοτοσυκλέτα αυτή είναι κυριολεκτικά ο ορισμός της γυμνής, αφού δεν έχει τίποτα περιττό πάνω της. Οι διαστάσεις της είναι οι ελάχιστες δυνατές και η θέση οδήγησης άκρως επιθετική. Η συνεισφορά του πλαισίου στην οδηγική απόλαυση είναι καθοριστική, ενώ η ποιότητα της πληροφορίας και η επικοινωνία του αναβάτη με το μπροστινό σύστημα κατά τη διάρκεια κάθε στροφής είναι πολύ υψηλή και κάνει τη μικρή Triumph ασφαλή και διασκεδαστική. Είναι μια μοτοσυκλέτα με ιδιαίτερα ταλέντα, απόλυτα κατάλληλη για διασκέδαση και γρήγορη οδήγηση. Ισχυρό στοιχείο αποτελούν και τα φρένα της, τα οποία παρά την απλότητά τους είναι επαρκέστατα. Στη διασκέδαση του αναβάτη συμβάλει ουσιαστικά και ο ήχος του κινητήρα που ακούγεται από τα δυο, τοποθετημένα ψηλά στην ουρά, τελικά. Μπορεί το τιμόνι της να κόβει λίγο, απαιτώντας συνήθεια στους ελιγμούς, αλλά παραμένει μια μοτοσυκλέτα με εξαιρετική οδική συμπεριφορά και με τον τρικύλινδρο κινητήρα να έχει μεστή απόδοση, φτιάχνοντας έναν διασκεδαστικό σύνολο οδηγικής απόλαυσης. H Triumph την είχε στην γκάμα της από την παρουσίασή της μέχρι τώρα δίχως αλλαγές, και άλλαξε μόνο για το 2012, και πάλι όμως δίχως οι αλλαγές να είναι δομικές, με κυρίαρχη τα αλλαγμένα φωτιστικά σώματα. Από το 2009 προστέθηκε και η έκδοση R που είναι ακριβότερη έχοντας υψηλότερης ποιότητας φρένα και ρυθμιζόμενες αναρτήσεις, στοιχεία που την κάνουν ακόμη πιο διασκεδαστική.

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:Tετράχρονος, τρικύλινδρος σε σειρά υγρόψυκτος, 2EEK/4 βαλβίδες

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):                        74 x 52,3

Κυβικά (cc):    675

Σχέση συμπίεσης:    12,65:1

Ανάφλεξη:                        Ψηφιακή

Τροφοδοσία:    Ψεκασμός με σώματα 44mm

Σύστημα εκκίνησης:    Μίζα

Σύστημα εξαγωγής:      3 σε 1 σε 2

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Τύπος συμπλέκτη:            Υγρός, πολύδισκος

Σχέσεις ταχυτήτων:            Έξι

Τελική μετάδοση:            Αλυσίδα, γρανάζια

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος: Αλουμινένιο περιμετρικό, αφαιρούμενο υποπλαίσιο

Γωνία κάστερ (o):       24,3

Ίχνος (mm):            95,3

Μεταξόνιο (mm):  1.395

Ύψος σέλας (mm):  800

Βάρος κατασκευαστή κενή (kg):            167/ 189

Πραγματικό βάρος γεμάτη, ζυγισμένη (Kg):    193

Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l):            17,4

 

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Εμπρός: Ανεστραμμένο πιρούνι Kayaba

Διάμετρος (mm):  41

Διαδρομή (mm):  120                

Ρυθμίσεις:            Καμία

Πίσω:  Ένα αμορτισέρ Kayaba, μοχλικό

Διαδρομή (mm):  126

Ρυθμίσεις:   Προφόρτιση ελατηρίου

 

To αλουμινένιο ψαλίδι είναι ακριβώς το ίδιο με αυτό της Daytona 675. Μόνο η θέση του άξονα στο πλαίσιο είναι δυο χιλιοστά χαμηλότερα τοποθετημένη

 

ΦΡΕΝΑ

Εμπρός: Δύο δίσκοι 308mm, δαγκάνες Nissin με δυο έμβολα

Πίσω:    Δίσκος 220mm, δαγκάνα Nissin με ένα έμβολο

 

ΤΡΟΧΟΙ

Εμπρός

Ελαστικό:  120/70 -17

Ζάντα:    3,50 x 17

Πίσω

Ελαστικό:    180/55 -17

Ζάντα:    5,50 x17’’

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Αναλογικό στροφόμετρο, δύο οθόνες LCD με ψηφιακές ενδείξεις ταχύτητας / ολικού και δύο μερικών χιλιομετρητών / σχέσης κιβωτίου / θερμοκρασίας κινητήρα / ρολόι / αυτονομίας / στιγμιαίας και μέσης κατανάλωσης / μέσης ταχύτητας / μέγιστης ταχύτητας / χρονομέτρου, λυχνίες για νεκρά / μεγάλη σκάλα φώτων / φλας / ρεζέρβα / στάθμη λαδιού / βλάβη κινητήρα / ένδειξη σχέσης κιβωτίου, προγραμματιζόμενη ένδειξη αλλαγής ταχύτητας

Τα όργανα διαφέρουν μόνο στη γραμματοσειρά από αυτά της Daytona.

Υπάρχουν οι ίδιες πολλές ενδείξεις, ανάμεσά τους και το χρονόμετρο για γύρους σε πίστα

 

 

ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ

Ισχύς κατασκευαστή (HP/rpm):            106/11.700

Ροπή κατασκευαστή (Kg.m/rpm):            6,9/9.200

 

Επιτάχυνση 0 - 400m (sec):            11,86

 

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΙΠΠΟΔΥΝΑΜΗΣ

Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm):     94,2/12.000

Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm):    6,2/8.200

 

Η εξημέρωση του κινητήρα που προέρχεται από την Daytona 675 μείωσε την απόδοσή του μετά τις 9.000 στροφές, αλλά συγχρόνως έκανε ομαλότερη και ουσιαστικά γραμμική την αύξηση της απόδοσής του. Επιπρόσθετα, η κατανάλωσή του μειώθηκε, ενώ τον εθιστικό ήχο του δεν τον αποτυπώνει η δυναμομέτρηση.

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)

Μέση:            6,8

ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)

Μέση:            257

 

 

 

 

 

ΤΙΜΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ (με ΦΠΑ 23%, σε )

Έμβολο πλήρες: 280,79

Μπιέλα: 175,93

Τελικό εξάτμισης (ένα): 508,33

Ρεζερβουάρ: 790,72 (βαμμένο)

Εμπρός φτερό: 148,54 (βαμμένο)

Εμπρός ζάντα: 663,01

Μανέτα φρένου: 63,71

Σέλα: 416,52

Πλαίσιο: 1.878,71

Oι παραπάνω τιμές ίσχυαν τον Απρίλιο του 2012