Kawasaki Z1000 - 2003

Από το

Μαύρο Σκύλο

30/1/2012

Η εμφάνιση της Ζ1000 από την Kawasaki τάραξε πραγματικά τα νερά των naked αφού ήταν ουσιαστικά η πρώτη προσπάθεια ιαπωνικού εργοστασίου στην αναπτυσσόμενη κατηγορία των streetfighter [blockquote]Ναι...
-στην εντυπωσιακή εμφάνιση
-στην ευκολία οδήγησης
-στον δυνατό και φιλικό κινητήρα
-στη θέση οδήγησης
-στο πορτοκαλί χρώμα!

Όχι...
-στα μικροσκοπικά όργανα
-στην έλλειψη άνεσης του συνεπιβάτη
-στην τραχιά λειτουργία του κινητήρα
-στην μέτρια ποιότητα βαφής

Γιατί...
Είναι το μοναδικό ιαπωνικό streetfighter και είναι πανέμορφο, τόσο απλά.ς

Τι πρέπει να προσέξετε
Το μόνο που πρέπει να προσέξετε είναι o προηγούμενος ιδιοκτήτης. Ο τρόπος χρήσης επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την κατάσταση της Ζ1000, ιδιαίτερα την εξωτερική εμφάνιση, όπου η μέτρια ποιότητα βαφής κάνει τα σκούρα χρώματα να παρουσιάζουν πρόωρη γήρανση. Μηχανικά δεν παρουσιάζεται κάποια μορφή επιδημίας και όλες οι φθορές είναι άμεσα εξαρτώμενες από τον πρότερο βίο της. Γενικά ο κινητήρας είναι θορυβώδης και ευαίσθητος στην ποσότητα και ποιότητα λαδιού. Ζητήστε το βιβλίο συντήρησης και βεβαιωθείτε ότι αυτή γινόταν τακτικά. Τσεκάρετε τα αναλώσιμα (φρένα, λάστιχα, ρουλεμάν λαιμού/τροχών, αλυσίδα) για να δείτε πόσο σκληρά έχει οδηγηθεί η μοτοσυκλέτα, αλλά και για να υπολογίσετε το κόστος αντικατάστασής τους στην τελική τιμή. Επίσης πολλές Ζ1000 είναι φορτωμένες με αξεσουάρ γνήσια και μη. Τα γνήσια ήταν αρκετά ακριβά και καλής ποιότητας.[/blockquote]
Η Ζ1000 από την πρώτη μέρα που εμφανίστηκε στις εκθέσεις, έκανε φανερό ότι θα έχει μεγάλη εμπορική επιτυχία. Πράγματι, ο μερακλίδικος σχεδιασμός της, με τις προσεγμένες λεπτομέρειες όπως οι τέσσερις εξατμίσεις, τα έντονα χρώματα και ο δυνατός κινητήρας της ZX-9R, ταρακούνησαν τα νερά. Όταν όλα τα υπόλοιπα ιαπωνικά εργοστάσια είχαν να προσφέρουν μόνο ρετρό γυμνά για ηλικιωμένους, η Kawasaki μιλούσε στην καρδιά της νεολαίας. Παρόλα αυτά, η δυναμική εμφάνιση και οι επιδόσεις δεν έκαναν την Ζ1000 περιθωριακή, όπως είναι οι ευρωπαϊκές streetfighter. Το πλαίσιο, οι αναρτήσεις, τα φρένα και η εργονομία ακολουθούν τη γνωστή ιαπωνική φιλοσοφία, που θέλει τις γυμνές μοτοσυκλέτες φιλικές και εύκολες στην καθημερινή χρήση. Η άνεση για τον αναβάτη είναι καλή και δεν αφήνει τις λακκούβες να ταλαιπωρούν άσκοπα το σώμα του. Η θέση οδήγησης επίσης θα βολέψει όλα τα αναστήματα και βοηθάει στον έλεγχο της μοτοσυκλέτας, είτε πρόκειται για απλές μετακινήσεις μέσα στην πόλη, είτε ακόμα και για σπορ οδήγηση. Αντίθετα, ο συνεπιβάτης δε θα είναι το ίδιο ευχαριστημένος από την υπερυψωμένη σέλα του, όμως στα streetfighter η άνεση του συνεπιβάτη πάντα ήταν προβληματική.
Παραπάνω από ικανοποιητικές είναι και οι επιδόσεις του κινητήρα. Ο υπερκυβισμένος κινητήρας της ZX-9R αποδίδει 127 ίππους στις 10.000 σ.α.λ. εκ των οποίων οι 125 φτάνουν στον πίσω τροχό κάνοντας την Ζ1000 πραγματικά γρήγορη. Τραχύς στη λειτουργία του και αρκετά θορυβώδης, πρόσθετε την απαραίτητη αγριάδα, που τον έκανε να ξεχωρίζει σε σχέση με τα βελούδινα αλλά ήπιας απόδοσης τετρακύλινδρα του ανταγωνισμού. Στις στροφές, η μοτοσυκλέτα ήταν αναπάντεχα καλή για τα μέχρι τότε δεδομένα των ιαπωνικών naked, όμως δε μπορούσε να συγκριθεί απευθείας με τα ευρωπαϊκά streetfighter. Χάρη στη φιλική συμπεριφορά του πλαισίου και την προσεγμένη εργονομία, ο αναβάτης της Ζ1000 μπορούσε να στρίψει πραγματικά γρήγορα, ενώ ο πρόθυμος κινητήρας βοηθούσε στη στρωτή οδήγηση, χωρίς να απαιτούνται ηρωισμοί για να ακολουθήσει ακόμα και γνήσιες σπορ μοτοσυκλέτες.
Το να ζεις καθημερινά με μια Ζ1000 είναι ευχάριστο και γιατί όχι, διασκεδαστικό. Ελάχιστα πράγματα θα αμαυρώσουν τη σχέση σας, όπως τα μικροσκοπικά ψηφιακά όργανα που δε διαβάζονται, η μάλλον μέτρια ποιότητα βαφής των πλαστικών που στα σκούρα χρώματα χαράζεται εύκολα και θολώνει και ίσως η άνεση του συνεπιβάτη που θα δυσκολευτεί να σας ακολουθήσει σε ταξίδια εκτός πόλης.
Τα μηχανικά μέρη παρουσιάζουν τη γνωστή αντοχή των ιαπωνικών μοτοσυκλετών και το μόνο που χρειάζεται να προσέξετε είναι να έχει γίνει η τακτική συντήρηση, καθώς σε βάρβαρα χέρια παρουσιάζονται πρόωρες φθορές στα ρουλεμάν του λαιμού (από σούζες), στους δίσκους των φρένων, στην αλυσίδα, ενώ αυξημένη μπορεί να παρουσιαστεί και η κατανάλωση λαδιού. Η γενική εικόνα πάντως των περισσότερων μεταχειρισμένων στην αγορά είναι παραπάνω από καλή και δε θα δυσκολευτείτε να βρείτε ένα καλό δείγμα.  

ΔΥΝΑΜΟΜΕΤΡΗΣΗ

Ίσως η μόνη περίπτωση ιαπωνικής μοτοσυκλέτας που η ιπποδύναμη του εργοστασίου επαληθεύεται στο δυναμόμετρο. Από τα 127 εργοστασιακά άλογα τα 125 πάνε στον πίσω τροχό, κάνοντας την Ζ1000 μία από τις ισχυρότερες τετρακύλινδρες naked


ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Κινητήρας Τετράχρονος, τετρακύλινδρος εν σειρά, με 2ΕΕΚ και 4 Β/Κ
Διάμετρος Χ Διαδρομή 77,2 Χ 50,9
Χωρητικότητα(cc) 953
Σχέση συμπίεσης 11.2:1
Ανάφλεξη Ηλεκτρονική
Τροφοδοσία Ψεκασμός Keihin 4X38mm
Σύστημα λίπανσης Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης Μίζα


ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος Ατσάλινο περιμετρικό
Ύψος σέλας (mm) 820
Βάρος κενή (kg) 198
Ρεζερβουάρ (lt) 18


ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός
Τύπος Ανεστραμμένο πιρούνι
Διαδρομή (mm) 120
Διάμετρος (mm) 41
Ρυθμίσεις Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς
Πίσω
Τύπος Μοχλισμού με μονό αμορτισέρ
Διαδρομή (mm) 138
Ρυθμίσεις Προφόρτιση ελατηρίου και απόσβεση επαναφοράς


ΦΡΕΝΑ
Εμπρός Δύο δίσκοι 300mm, με δαγκάνες 4 εμβόλων
Πίσω Δίσκος 220mm με δαγκάνα ενός εμβόλου


ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (ΗΡ/rpm) 127/10.000
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm) 9,7/8.000
Ισχύς στον τροχό(ΗΡ) 125/10.300
Ροπή στον τροχό(kg.m) 9,7/8.000

Moto Guzzi V7 Classic/Stone 2008 - 2013

Από τον

Χρήστο Πατεράκη

1/7/2015

Δεν αλλάζει

 

Ήταν μια από τις καλύτερες εμπνεύσεις της Piaggio η αναβίωση του θρυλικού ονόματος V7, που προστέθηκε ξανά στην γκάμα της Moto Guzzi από το 2008 και μετά. Στα χρόνια που πέρασαν η σειρά των V7 απέκτησε νέα μέλη, αναβαθμίστηκε δυο φορές, αλλά στη ουσία της δεν αλλάζει τίποτα

 

Η σύγχρονη V7 ανήκει σε μια ομάδα μοτοσυκλετών με ελάχιστα μέλη, όπως είναι η Bonneville της Triumph και η W της Kawasaki. Αυτή η ομάδα έχει ένα κοινό χαρακτηριστικό που αφορά την αίσθηση και την εμπειρία από την οδήγησή της. Αυτή η αίσθηση, μοναδική και χαρακτηριστική για κάθε μοτοσυκλέτα, δεν αφορά ένα συγκεκριμένο τομέα του σχεδιασμού αλλά δημιουργείται από την συνολική κατασκευή. Από κάπου ξεκινάει όμως, κάπου υπάρχει ο πυρήνας της δημιουργίας της και η υπόλοιπη κατασκευή έχει φροντίσει να διατηρήσει. Στις Bonneville ας πούμε, είναι ο στρόφαλος και τα δυο έμβολα που παλινδρομούν μένοντας συνέχεια δίπλα – δίπλα αυτά που σε ωθούν να μάθεις να "οδηγείς με τον στρόφαλο" να χειρίζεσαι και να μπορείς να εκμεταλλευτείς την στροφορμή του, εκείνο το μέγεθος της Φυσικής που δεν αφήνει τον στρόφαλο να επιβραδύνει. Και στην V7 η αίσθηση που σου δίνει όταν την οδηγείς δημιουργείται από τον κινητήρα της, ή πιο σωστά από ολόκληρο το συγκρότημα που οδηγεί στην περιστροφή του πίσω τροχού. H ανάλαφρη αίσθηση, η ευκολία στους ελιγμούς και τις εναλλαγές κλίσεων είναι οι πρώτες παρατηρήσεις που εντυπώνονται μετά από την πρώτη βόλτα μαζί της. Η χαμηλή μοτοσυκλέτα, με την ίσια σέλα – είναι πλέον ελάχιστες οι μοτοσυκλέτες με τέτοια σχεδίαση, όπου ο συνεπιβάτης απλώς κάθεται στην σέλα του δίχως να χρειάζεται να κάνει αναρρίχηση ή σπαγκάτο – διαθέτει και την διαχρονική απλότητα στην εμφάνισή της. Μια εμφάνιση με ταυτότητα και ομορφιά, τονισμένη και από την υψηλή ποιότητα του φινιρίσματος. Το καλό φινίρισμα και η απουσία αφρόντιστων σημείων είναι ένα χαρακτηριστικό που έχουν όλες οι σύγχρονες Moto Guzzi και η σειρά των V7 φτιάχτηκε μάλιστα την περίοδο όπου η αναβάθμιση της ποιότητας των Guzzi μπήκε σε μια νέα περίοδο της ιστορίας της. Μάλιστα χρονιά με τη χρονιά γίνονται βελτιώσεις σε διάφορα σημεία και πλέον οι V7 είναι αντικειμενικά καλοφτιαγμένες. Με την πάροδο του χρόνου και τις αλλαγές των μοντέλων αυτό που δεν αλλάζει είναι η αίσθηση από τη οδήγησή της. Mένει ίδια γιατί δεν αλλάζει αυτό που την δημιουργεί δηλαδή ο κινητήρας με την μετάδοσή του και το πλαίσιο. Ο αερόψυκτος δικύλινδρος V90o με τον διαμήκη στρόφαλο, τον μονόδισκο ξερό συμπλέκτη και το πεντατάχυτο κιβώτιο πίσω του, αλλά και τον άξονα της τελικής μετάδοσης που περνά μέσα από το ψαλίδι είναι πάντα εκεί ακολουθώντας τις επιταγές μιας εμπνευσμένης σχεδίασης της δεκαετίας του '60. To συγκρότημα του κινητήρα και της μετάδοσης "κρέμεται" από το πλαίσιο, φτιαγμένο από ατσάλινους σωλήνες, ακολουθώντας τις αρχές των χωροδικτυωμάτων. Η ανάρτηση του πίσω τροχού γίνεται με την συμβατική διάταξη των δυο αμορτισέρ, τοποθετημένων με σημαντική κλίση ώστε να προσφέρουν καλύτερη λειτουργία. O V2 δεν έχει σχεδιαστεί για την μέγιστη απόδοση, και έχει υιοθετήσει λύσεις όπως οι θάλαμοι καύσης Heron με επίπεδες κεφαλές και ωστήρια για τις δυο μόνο βαλβίδες κάθε κυλίνδρου στοχεύοντας αρχικά στην απλότητα, το μικρότερο κόστος κατασκευής και τις συμμαζεμένες διαστάσεις. Οι θάλαμοι Heron όμως συμβάλουν στην μικρή κατανάλωση και την καλή απόδοση ροπής, χαρακτηριστικά που ταιριάζουν γάντι τόσο στην V7 όσο και στην εποχή μας, όπου η σπατάλη βενζίνης κοντεύει να γίνει ποινικό αδίκημα. Παρά την σχεδίαση που μετρά πάνω από σαράντα χρόνια ο ιταλικός V2 αρκείται σε μια κατανάλωση σχεδόν πέντε λίτρων για κάθε εκατό χιλιόμετρα με την απόδοσή του να είναι αυτή που πρέπει στις χαμηλές και μεσαίες στροφές. H τροφοδοσία από το σύστημα ψεκασμού δεν δημιουργεί κάποιο πρόβλημα ενώ από την αλλαγή του μοντέλου από το 2012 και μετά όπου ο ψεκασμός έχει πλέον ένα σημείο τροφοδοσίας και για τους δυο κυλίνδρους, η απόδοση είναι βελτιωμένη μέχρι τις μεσαίες στροφές. Στο ρελαντί εξακολουθεί να πάλλεται και στις ψηλές να μην αποδίδει τίποτα εντυπωσιακά νούμερα, ανεβάζοντας μάλιστα και λιγότερες στροφές για μικρότερη κατανάλωση, μα παραμένει πάντα ευχάριστος σύντροφος σε κάθε βόλτα. Στο εμπρός άκρο υπάρχει μεγάλη γωνία κάστερ, ελαστικό με διάμετρο 18 ίντσες και ένα συμβατικό πιρούνι με την μεγαλούτσικη διαδρομή των 130 χιλιοστών, χαρακτηριστικά που μεταφράζονται σε άνεση ακόμη και σε κακούς δρόμους. H V7 είτε στην πρώτη της έκδοση την Classic μεταξύ 2008 και 2011, είτε στη επόμενη την Stone είτε σαν την νεώτερη έκδοση του 2014 με την γεννήτρια πλέον να ψύχεται από το λάδι του κινητήρα προσφέρει πάντα την ίδια αίσθηση. Εύκολη και ευχάριστη στην οδήγηση και στο μάτι, δίχως δύστροπες ιδιαιτερότητες, με καλή ποιότητα κατασκευής παντρεύει μια κλασσική σχεδιαστική άποψη με το σήμερα, προσφέροντας απόλαυση σε κάθε βόλτα.

 

Ναι

Στην ευκολία της οδήγησης και την ομορφιά της

Όχι

Δεν είναι στο στυλ της η επιθετική οδήγηση

Γιατί

Απολαμβάνεις οδήγηση χωρίς υψηλή απόδοση

 

Οι τιμές των μοτοσυκλετών, όχι μόνο των μεταχειρισμένων αλλά ακόμη και των καινούργιων, είναι πολύ ρευστές πλέον και μεταβάλλονται προς χαμηλότερα επίπεδα. Έτσι και στην περίπτωση των V7 υπάρχουν τόσο σε τιμές προσφορών σαν καινούργιες ενώ και σαν μεταχειρισμένες οι τιμές χαμηλώνουν. Παρά του ότι είναι το πιο καλοπουλημένο μοντέλο της Moto Guzzi αυτό δεν σημαίνει ότι υπάρχουν άφθονες επιλογές σαν μεταχειρισμένες. Αυτό συμβαίνει για δυο λόγους με τον πρώτο να είναι ότι αγοράζονται από ανθρώπους που σκοπεύουν να την κρατήσουν χρόνια οπότε δεν θέλουν να την αλλάξουν σύντομα. Ο δεύτερος λόγος είναι απλώς η οικονομική δυσπραγία μας. Οι τιμές τους πλέον όμως έχουν κατέβει και κάτω από τις 4.000 ευρώ

 

Tι να προσέξετε

Η καλή ποιότητα κατασκευής της σειράς των V7 σε συνδυασμό με τις φροντίδες του ιδιοκτήτη μπορούν να τις διατηρούν για χρόνια αψεγάδιαστες. Άλλωστε η άριστη εμφάνισή της είναι και το απαραίτητο στοιχείο για την επιλογή μιας μεταχειρισμένης. Ο προαιρετικός εξοπλισμός που τυχόν διαθέτει, όπως το κεντρικό σταντ και οι πλαϊνές βαλίτσες, είναι άλλος ένας παράγοντας για την επιλογή της. Τα μοντέλα Stone - από το 2012 και μετά – είναι πιο δυσεύρετα και ακριβότερα. Έχουν βελτιωμένο κινητήρα αλλά ο χαρακτήρας τους είναι απαράλλαχτος.

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος: Tετράχρονος, V90o διαμήκης, αερόψυκτος ένας εκκεντροφόρος στο κάρτερ, 2 βαλβίδες/κύλινδρο

Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 80 x 74

Κυβικά (cc): 744                

Σχέση συμπίεσης: 9,6:1              

Ανάφλεξη: Ψηφιακή         

Τροφοδοσία: Ψεκασμός Marelli                                   

Σύστημα εκκίνησης:                        Μίζα

Σύστημα εξαγωγής:      2 σε 2

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Τύπος συμπλέκτη:            Ξερός, μονόδισκος με ντίζα

Σχέσεις ταχυτήτων: Πέντε

Τελική μετάδοση:            Άξονας, γρανάζια

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος: Ατσάλινο, κλειστό, βιδωτό τμήμα για την αφαίρεση του κινητήρα

Γωνία κάστερ (o):       27,5

Ίχνος (mm):            109

Μεταξόνιο (mm):  1.449 

Ύψος σέλας (mm):  805

Βάρος κατασκευαστή κενή (kg): 182/198         

Πραγματικό βάρος γεμάτη, ζυγισμένη (Kg): 199,5

Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 17/2,5

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Εμπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι Marzocchi

Διάμετρος (mm):  40

Διαδρομή (mm):  135                

Ρυθμίσεις:            Καμία

Πίσω:  Δυο αμορτισέρ Sachs

Διαδρομή (mm):  118    

Ρυθμίσεις:            Προφόρτιση ελατηρίων

 

ΦΡΕΝΑ

Εμπρός: Δίσκος 320mm, δαγκάνα Brembo με τέσσερα έμβολα

Πίσω:            Δίσκος 260mm, δαγκάνα Brembo με ένα έμβολο

 

ΤΡΟΧΟΙ

Εμπρός

Ελαστικό:            100/90 -18

Ζάντα:             2,50 x 18in

Πίσω

Ελαστικό:            130/80 -17

Ζάντα:             3,50 x17in

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

 

Αναλογικό στροφόμετρο και ταχύμετρο, δύο οθόνες LCD με ψηφιακές ενδείξεις για ολικό και μερικό χιλιομετρητή, ρολόι, θερμοκρασία περιβάλλοντος, ενδεικτικές λυχνίες για πίεση λαδιού, λειτουργία ψεκασμού, φλας, νεκρά, μεγάλη σκάλα φώτων

 

ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ

Ισχύς κατασκευαστή (HP/rpm): 48/6.800

Ροπή κατασκευαστή (Kg.m/rpm):            5,4/3.600

Επιτάχυνση 0 - 400m (sec): 14,48

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)

Μέση:            5,3

ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)

Μέση:            330

 

 

ΤΙΜΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ (με ΦΠΑ 23%, €)*

Έμβολο πλήρες : 172             

Μπιέλα : 290 

Τελικό εξάτμισης : (ένα) 539

Ρεζερβουάρ:             821    

Εμπρός φτερό : 164                                       

Εμπρός ζάντα: 296                 

Μανέτα δεξιά :25      

Σέλα :  127                

Πλαίσιο: 801,3

* Οι προαναφερόμενες τιμές ήταν σε ισχύ τον Αύγουστο του 2014              

 

Ετικέτες