Honda Crossrunner 800 (2011-2015)

Μεταλλαγμένο VFR
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

16/5/2017

Όταν παρουσιάστηκε αποτέλεσε ένα γενναίο εγχείρημα κι ένα μεγάλο στοίχημα της Honda. Ένα ρίσκο στην αναζήτηση νέων δρόμων και εκφράσεων. Μια μεταλλαγμένη street μοτοσυκλέτα εμπνευσμένη από το Gymkhana!

 

Δεν αποτελεί υπερβολή να πούμε ότι το Crossrunner είναι μια από τις μοτοσυκλέτες που καταργεί τα στερεότυπα. Αγνοεί επιδεικτικά τις νόρμες των υποτιθέμενων κατηγοριών και προτείνει κάτι που "ακουμπάει" σε πολλά πεδία και πολλούς κόσμους. Ό,τι δηλαδή θα έπρεπε να κάνουν οι μοτοσυκλέτες των εταιρειών που θέλουν να επηρεάσουν την εξέλιξη και το μέλλον της μοτοσυκλέτας γενικότερα. Αυτό δεν σημαίνει ότι κάθε τέτοια προσπάθεια θα είναι και επιτυχία, αλλά χωρίς το ρίσκο και την τόλμη, βήματα μπροστά δεν γίνονται κι αυτό είναι κάτι που το γνωρίζουν πολύ καλά στην Honda, όπως και σε κάθε εταιρεία που θέλει να θεωρείται πρωτοπόρος.

Το στοίχημα του Crossrunner βασίζεται στην πλατφόρμα του προηγούμενου VFR800, παντρεύοντας αισθητικά στοιχεία από τα "τύπου on-off" μέχρι το σύμπαν των scooter. Αυτό το αποτέλεσμα οπτικά καταφέρνει να έχει απήχηση σε ένα πολύ διευρυμένο κοινό, ακόμη και σε ανθρώπους που δεν είναι καν κάτοχοι μοτοσυκλέτας. Ουσιαστικά πρόκειται για ένα αυτούσιο VFR800 προηγούμενης γενιάς, με όλες τις αλλαγές που είχε δεχθεί το V4 της Honda να υφίστανται και στο Crossrunner, όπως το μεταβλητό πάχος στις δοκούς του πλαισίου για να επιτευχθεί η ελεγχόμενη ακαμψία, ενώ και οι αναρτήσεις παρέμειναν ακριβώς ως είχαν στην sport touring έκδοση. Η μοναδική –αλλά ιδιαίτερα σημαντική- διαφορά ήταν το ψηλότερο τιμόνι, ο μοναδικός παράγοντας που επηρέαζε την θέση οδήγησης, καθώς η σέλα και τα τοποθετημένα σχετικά πίσω μαρσπιέ δεν δέχθηκαν καμία απολύτως επέμβαση. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να δημιουργείται μια παράξενη θέση οδήγησης, με το σώμα αρκετά μακριά από τον μπροστινό τροχό, αλλά με αρκετό βάρος να φορτίζει τα χέρια (και κατ' επέκταση το μπροστινό), αντισταθμίζοντας κάπως την κατάσταση. Στην πράξη, το Crossrunner αποκτά με τον αναβάτη του μια ισομερή κατανομή του βάρους, που του προσδίδει σταθερότητα στις υψηλές ταχύτητες, αλλά και μια ευπρόσδεκτη ουδέτερη συμπεριφορά στις κλίσεις, παρά το μεγάλο βάρος. Μάλιστα, οι μοίρες που μπορεί να πετύχει το Crossrunner είναι αρκετά μεγάλες, χάρη στην αλλαγή της κλίσης στο σημείο έδρασης του ψαλιδιού (κάτι που επέφερε και λίγο μεγαλύτερη απόσταση από το έδαφος σε σχέση με το VFR) και τις πλάκες του πιρουνιού που είναι τοποθετημένες λίγο πιο χαμηλά, ενισχύοντας την εμπιστοσύνη που νιώθεις όταν "βάζεις" τον μπροστινό τροχό μέσα στη στροφή. Αντίστοιχα είναι και τα οφέλη στην ευελιξία της μοτοσυκλέτας, ακόμη και όταν κινείται μέσα στο αστικό περιβάλλον, κρύβοντας τα κιλά του επιμελώς και αποτελεσματικά για να ελιχθεί με μια απρόσμενη ευκολία και χάρη.

Το Crossrunner ακόμη και σήμερα αποτελεί μια ελκυστική επιλογή που προσφέρει κάτι ξεχωριστό

Ο κινητήρας μεταφέρθηκε κι αυτός αυτούσιος από το έτερο τετρακύλινδρο V, με το σύστημα V-Tec να προσδίδει μια πολυμορφία στον χαρακτήρα του, χάρη στην μεταβολή της απόδοσής του. Το σημείο της μεταμόρφωσης είναι οι 6.500 στροφές, εκεί όπου ενεργοποιούνται και οι 16 βαλβίδες των τεσσάρων κυλίνδρων, με την ηχητική αλλαγή να είναι και η πιο αντιληπτή. Σε ότι αφορά την δύναμη, η ομαλότητα λειτουργίας του συστήματος έχει μειώσει δραματικά τον απότομο χαρακτήρα του παρελθόντος, λόγω της αύξησης των αυλών εισαγωγής και τον επαναπρογραμματισμό της ECU και το μόνο που περιορίζει το πλήρες ξεδίπλωμα των αρετών του συγκεκριμένου κινητήρα είναι ο κόφτης που επεμβαίνει στα 205km/h, μια άστοχη επιλογή κατά τη γνώμη μας. Παρόλα αυτά, οι μέσες ωριαίες ταχύτητες στο ταξίδι παραμένουν με ευκολία υψηλές, ενώ ακόμη και η στάση του σώματος που αρχικά δεν προδιαθέτει για άνετα ταξίδια αποδεικνύεται εν τέλει ικανή να κρατήσει τον αναβάτη ξεκούραστο για πολλά χιλιόμετρα και πολύωρη παραμονή πάνω στην άνετη σέλα.

Το "μπόλιασμα" που επιχείρησε η Honda στο προηγούμενης γενιάς VFR, ανεξάρτητα με το αν απέφερε τους αναμενόμενους εμπορικούς καρπούς ή όχι, ήταν μια κίνηση προς την σωστή κατεύθυνση, έστω κι αν υπήρχε χώρος για περισσότερο ρίσκο και πιο προχωρημένες λύσεις καθιστώντας το Crossrunner ακόμη και σήμερα ως μια ελκυστική επιλογή που προσφέρει κάτι ξεχωριστό.

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος: Τετράχρονος, υγρόψυκτος, τετρακύλινδρος V 90° με 4Β/Κ και 2ΕΕΚ και σύστημα V-Tec

Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 72 x 48

Κυβικά (cc): 782

Σχέση συμπίεσης: 11,6:1

Ανάφλεξη: Ψηφιακή    

Τροφοδοσία: Ψεκασμός

Σύστημα εκκίνησης:     Μίζα

Σύστημα εξαγωγής:      4 σε 2 σε 1

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Τύπος συμπλέκτη: Υγρός πολύδισκος

Σχέσεις ταχυτήτων: Έξι

Τελική μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος: Αλουμινίουδύο δοκών pivotless

Γωνία κάστερ (o): 25,5

Ίχνος (mm): 96

Μεταξόνιο (mm): 1.464

Ύψος σέλας (mm): 816

Βάρος κατασκευαστή γεμάτη (kg): 240,4

Πραγματικό βάρος γεμάτη, ζυγισμένη (Kg): 235,5

Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 21,5 / 3,5

 

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Εμπρός: Tηλεσκοπικό πιρούνι Showa

Διάμετρος (mm): 43

Διαδρομή (mm): 106

Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίων

Πίσω: Ένα αμορτισέρ με μοχλικό

Διαδρομή τροχού(mm): 119

Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς

 

ΦΡΕΝΑ

Εμπρός: Δύο δίσκοι 296mm με δαγκάνες τριών εμβόλων Nissin και C-ABS

Πίσω: Δίσκος 256mm με δαγκάνα δύο εμβόλων και C-ABS

 

 

ΤΡΟΧΟΙ

Εμπρός

Ελαστικό: 120/70ZR-17

Πίσω

Ελαστικό:   180/55ZR-17

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Ψηφιακό πολυόργανο με ταχύμετρο, ένδειξη ώρας, ολικό και δύο μερικούς χιλιομετρητές, μπάρες θερμοκρασίας ψυκτικού, ψηφιακό στροφόμετρο και λυχνίες για φλας, νεκρά, μεγάλη σκάλα φώτων ρεζέρβα, μπαταρία, λειτουργία ψεκασμού, ABS

 

 

ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ

Ισχύς κατασκευαστή (HP/rpm): 94,7/10.000

Ροπή κατασκευαστή (Kg.m/rpm):   7,3/9.500

Επιτάχυνση 0 - 400m (sec, Μέτρηση ΜΟΤΟ): 12,18

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)

Μέση: 7,1

ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)

Μέση: 302

 

 

 

ΤΙΜΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ (με ΦΠΑ 24%, €)

Έμβολο πλήρες:  150,22

Μπιέλα:              199,88

Eξάτμιση:   1.021,27

Εμπρός φτερό:            94,32

Εμπρός τροχός:   584,49

Προβολέας: 496,65

Μανέτα φρένου:  35,37

Σέλα αναβάτη:    508,71

Πλαίσιο:     2.445

 

Οι προαναφερόμενες τιμές ίσχυαν τον Μάρτιο του 2017

Suzuki ΑΝ Burgman 650A Executive (2004 - 2012)

Από τον

Χρήστο Πατεράκη

27/7/2015

Λιμουζίνα

 

Το 2002 η Suzuki παρουσίασε το μεγαλύτερο Burgman, το AN650, ανεβάζοντας πολύ τον πήχη της κατηγορίας των μεγάλων σκούτερ. Το Burgman που γεννήθηκε τότε, όχι μόνο ήταν το ισχυρότερο σκούτερ που υπήρχε, αλλά και φορτωμένο με καινοτομίες που το έκαναν να κοιτάζει κάθε ανταγωνιστική κατασκευή αφ’ υψηλού

 

Κάτω από τις τεράστιες επιφάνειες των πλαστικών του επιβλητικού Burgman 650 κρύβεται η δουλειά που είχε κάνει η Suzuki πριν από την παρουσίασή του. Βασικό χαρακτηριστικό της δομής του αποτελούσε ο δικύλινδρος κινητήρας που σχεδιάστηκε αποκλειστικά για αυτό. Τότε που παρουσιάστηκε ήταν ο μεγαλύτερος σε κυβισμό που είχε τοποθετηθεί σε σκούτερ, αλλά δεν ήταν αυτό το χαρακτηριστικό που τον έκανε ξεχωριστό. Ξεχωριστός ήταν κυρίως για την μετάδοσή του. Η Suzuki τοποθέτησε την πρώτη ηλεκτρονικά ελεγχόμενη μετάδοση συνεχούς μεταβαλλόμενης σχέσης. Η Suzuki Electrically-controlled Continuously Variable Transmission (SECVT) όπως ονομάστηκε, έδινε στον αναβάτη την δυνατότητα να κάνει και χειροκίνητες αλλαγές των πέντε σχέσεων πατώντας κουμπάκια με τον αριστερό του αντίχειρα. Στο πακέτο της μετάδοσης χρησιμοποιήθηκε ένας σημαντικά εξελιγμένος ιμάντας, πολύδισκος υγρός συμπλέκτης και η ξεχωριστή τελική μετάδοση με την συστοιχία γραναζιών να βρίσκονται σε μπάνιο λαδιού.

Εκτός από την δυνατότητα των χειροκίνητων αλλαγών σχέσεων η Suzuki το εξόπλισε και με δυο επιλεγόμενα προγράμματα αυτόματης μετάδοσης, το Νormal και το Power, με το δεύτερο να κάνει την μετάδοση πιο “κοντή” για ισχυρότερες επιταχύνσεις. Όμως, ήταν η δυνατότητα των χειροκίνητων αλλαγών που έδιναν την αίσθηση οδήγησης μοτοσυκλέτας με το πίσω λάστιχο να στριγγλίζει και τις στροφές του κινητήρα να φθάνουν στον κόφτη, όταν καθυστερούσες την αλλαγή. Διαφορετική από των συμβατικών σκούτερ όμως δεν ήταν μόνο η μετάδοση, αλλά και η οδική συμπεριφορά του. Η Suzuki είχε σχεδιάσει για το κορυφαίο της σκούτερ ένα ατσάλινο σωληνωτό πλαίσιο, που τοποθετούσε πολύ χαμηλά και μπροστά τον κινητήρα με τους σχεδόν οριζόντιους κυλίνδρους, ενώ το πιρούνι έδενε σε δυο πλάκες, όπως και στις μοτοσυκλέτες. Για την ανάρτηση του πίσω τροχού επιλέχθηκε η συνηθισμένη λύση των δυο αμορτισέρ που σε συνδυασμό με την τοποθέτηση του ρεζερβουάρ πάνω από τον κινητήρα έδωσε εντυπωσιακά μεγάλο αποθηκευτικό χώρο κάτω από τη σέλα. Για να επιβραδύνει το Burgman 650 τοποθετήθηκαν δυο δισκόφρενα στον μπροστινό τροχό και ένα στον πίσω, ενώ στο σύνολο των φρένων του υπάρχει και χειρόφρενο για την στάθμευση, επιλογή σωστή για το βάρος του. Αξιοσημείωτο είναι ότι ακόμη και για το πρώτο μοντέλο του 2002 υπήρχε επιλογή για έκδοση με ABS.

Το 2004 δημιουργήθηκε η έκδοση Executive, η πολυπληθέστερη στην Ελλάδα, με το ABS να ανήκει στον στάνταρ εξοπλισμό του. Mαζί με αυτό, η πλουσιότερη έκδοση διέθετε ηλεκτρικά ρυθμιζόμενη ζελατίνα, αλλά και καθρέφτες που δίπλωναν με το πάτημα ενός κουμπιού. Το πλαίσιο και οι ποιοτικές αναρτήσεις του έδιναν μεγάλη σταθερότητα και ο αναβάτης του μεγάλου σκούτερ μπορούσε να χρησιμοποιήσει την ισχύ των μπροστινών φρένων με τρόπο που δεν θα μπορούσε να κάνει με κανένα άλλο maxi scooter. Η καλή του οδική συμπεριφορά συνδυάζεται με άφθονους χώρους, μεγάλη προστασία από τις καιρικές συνθήκες, πλούσιο εξοπλισμό και υψηλή ποιότητα κατασκευής. Συγχρόνως όμως αυτά μεταφράστηκαν τόσο στην υψηλή τιμή του, όσο και στις πληθωρικές διαστάσεις και το βάρος του. Γεμάτο φθάνει τα 277 κιλά, ενώ το πλάτος του και το μεταξόνιο αμαξοστοιχίας που έχει, δεν αφήνουν περιθώρια ελιγμών εάν ο διαθέσιμος χώρος γύρω του δεν είναι ο κατάλληλος για τις διαστάσεις του.

Στα χρόνια που πέρασαν από το 2002 έως τώρα, που η Suzuki έδειξε το ανανεωμένο μοντέλο του 2013, το Burgman 650 έχει αποδείξει την καλή ποιότητα κατασκευής του και την αξιοπιστία, ενώ η αποδοχή και η εμπορική του πορεία δεν ήταν ασήμαντη. Mε μικρές βελτιώσεις από χρονιά σε χρονιά εκπροσωπεί μια δεκαετία την εταιρεία στην κατηγορία των πολυτελών μεγάλων, ενώ για χρόνια ήταν στην κορυφή της. Υπάρχουν αρκετά διαθέσιμα μεταχειρισμένα με τις τιμή τους να ξεκινά από το ένα τρίτο της αρχικής του σαν καινούργιο.

Το Burgman 650 μπορεί να αποτελέσει το μέσο για εκδρομές και ταξίδια για δυο αναβάτες με αποσκευές και με επιδόσεις ικανές για κάθε διαδρομή και συνθήκες κίνησης.

 

 

 

Tα πλαστικά του είναι πολλά, μεγάλα και ακριβά, οπότε ο έλεγχος αρχίζει από αυτά. Εξετάστε την λειτουργία όλων των συστημάτων και κυρίως την λειτουργία της μετάδοσης σε όλα τα προγράμματα, ενώ ένας έλεγχος του SECVT σε συνεργείο που γνωρίζει θα πιστοποιήσει την κατάστασή του. Υπάρχουν εκεί μέσα ακριβά εξαρτήματα που φθείρονται γρήγορα, εάν ο ιδιοκτήτης του ήταν “βάρβαρος” κάνοντας μονίμως οριακές εκκινήσεις. Το μεγάλο μήκος του είναι υπεύθυνο για το εύκολο κοπάνημα σε πεζοδρόμια με πιθανό αποτέλεσμα το στραβωμένο ψυγείο ή και το μπλοκαρισμένο βεντιλατέρ. Εάν το υποψήφιο για αγορά φοράει καμιά φασαριόζικη εξάτμιση και ο πωλητής δεν έχει την γνήσια φύγετε για αλλού

 

 

 

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος: Tετράχρονος, δικύλινδρος σε σειρά, υγρόψυκτος 2ΕΕΚ/4 βαλβίδες

Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 75,5 x 71,3

Κυβικά (cc): 638

Σχέση συμπίεσης: 11,2:1            

Ανάφλεξη: Ψηφιακή         

Τροφοδοσία: Ψεκασμός     

Σύστημα εκκίνησης:                        Μίζα

Σύστημα εξαγωγής:                        2 σε 1

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Τύπος συμπλέκτη:  Φυγοκεντρικός, υγρός, πολύδισκος

Μετάδοση: Συνεχώς μεταβαλλόμενης σχέσης με τροχαλίες και ιμάντα / κατ’ επιλογή ηλεκτρονικά ελεγχόμενη με χειροκίνητη επιλογή πέντε σχέσεων

Τελική μετάδοση:  Συστοιχία γραναζιών

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος: Ατσάλινο σωληνωτό

Γωνία κάστερ (o):26

Ίχνος (mm):            106

Μεταξόνιο (mm):  1.595 

Ύψος σέλας (mm):  750

Βάρος κατασκευαστή κενή (kg): 244/               

Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l):   15/3

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Εμπρός: Συμβατικό πιρούνι

Διάμετρος (mm):  41

Διαδρομή (mm):  105                

Ρυθμίσεις: Καμία

Πίσω: Δύο αμορτισέρ

Διαδρομή (mm): 100

Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίων

 

 

Το “κέντρο ελέγχου” συγκεντρώνεται στον αριστερό διακόπτη. Αλλαγές ταχυτήτων, επιλογή προγράμματος μετάδοσης, απόδοση κινητήρα ελέγχονται από τα κουμπάκια που βρίσκονται εδώ

 

 

ΦΡΕΝΑ

Εμπρός: Δυο δισκόφρενα 260mm, δαγκάνες με δύο έμβολα, ABS

Πίσω:  Δισκόφρενο 250mm, δαγκάνα με δύο έμβολα, ABS

 

ΤΡΟΧΟΙ

Εμπρός

Ελαστικό: 120/70 - 15

Ζάντα: 3,5 x 15

Πίσω

Ελαστικό: 160/60 -14

Ζάντα: 4,5 x 14

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Οθόνη LCD με ενδείξεις ταχύμετρου / στροφόμετρου / ολικού και δύο μερικών χιλιομετρητών / στάθμης λαδιού / προειδοποίηση αλλαγής λαδιού /στάθμης βενζίνης / θερμοκρασίας ψυκτικού / ώρας. Ενδεικτικές λυχνίες αυτόματου κιβωτίου (Drive) / σχέσης στο κιβώτιο SECVT, Power/Normal mode / μεγάλης σκάλας φώτων / φλας / υψηλής θερμοκρασίας ψυκτικού / διαγνωστικό μετάδοσης-ψεκασμού / ABS / χειρόφρενο / χαμηλής πίεσης λαδιού. Κεντρικό και πλάγιο σταντ, εργαλεία, ηλεκτρικά αναδιπλούμενοι καθρέπτες, ηλεκτρικά ρυθμιζόμενη ζελατίνα, φωτιζόμενος αποθηκευτικός χώρος κάτω από τη σέλα, τρία ντουλαπάκια στην ποδιά, χειρολαβές και πλάτη συνεπιβάτη, υποστήριξη μέσης αναβάτη, πρίζα 12V, χειρόφρενο, θερμαινόμενα γκριπ και σέλα.

ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ

Ισχύς κατασκευαστή (HP/rpm): 55/7.000

Ροπή κατασκευαστή (Kg.m/rpm): 6,3/5.000

Επιτάχυνση 0 - 400m (sec): 15,90 (normal) 15,72 (power)

 

 

Ο δικύλινδρος κινητήρας στέλνει περισσότερους από σαράντα ίππους στον τροχό δίνοντας ισχυρές επιδόσεις στο βαρύ σύνολο. Στο διάγραμμα αποτυπώνεται με σαφήνεια η διαφορά των δυο προγραμμάτων της αυτόματης μετάδοσης, με αυτό της Power να έχει σημαντικά περισσότερη ισχύ μέχρι να πιάσει τα 140 χιλιόμετρα το Burgman, ενώ από εκεί και πάνω η απόδοση είναι η ίδια με του προγράμματος normal.

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)

Μέση:            7

ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)

Μέση:            215

 

 

ΤΙΜΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ (με ΦΠΑ 23%)

 

Έμβολο πλήρες:152,02         

Μπιέλα :56    

Τελικό εξάτμισης :392   

Εμπρός φτερό:114                 

Εμπρός ζάντα: 231                 

Μανέτα δεξιά:35,14   

Σέλα:523,73

Ζελατίνα φαίρινγκ: 385,91           

Πλαίσιο:676,50       

Οι τιμές ίσχυαν τον Ιανουάριο του 2013

Τρία ντουλαπάκια -το ένα με κλειδαριά- υπάρχουν στην ποδιά του

Τεράστια σε διαστάσεις και αρχοντική είναι η σέλα και για τους δυο αναβάτες. Η υποστήριξη της μέσης του αναβάτη ρυθμίζεται κατά μήκος δίχως εργαλεία

Πολύ καλά είναι τα φρένα του, όπως και η λειτουργία του ABS. Η συνεισφορά του πιρουνιού σε αυτό, όπως και στην οδική του συμπεριφορά γενικότερα, είναι πολύ σημαντική