Honda CBF600S / ABS 2004 - 2006

Από το

Μαύρο Σκύλο

27/8/2010

Βασικός κανόνας του marketing, είναι να σχεδιάζεις το προϊόν σου έτσι ώστε να απευθύνεσαι σε όσους περισσότερους γίνεται. Όταν το προϊόν είναι σαμπουάν, παντελόνι, ή τηλεόραση, η άσκηση είναι εύκολη. Πώς φτιάχνεις όμως μια μοτοσυκλέτα για όλους; Οι άνθρωποι της Honda ανέθεσαν την απάντηση του ερωτήματος στο τμήμα R&D της Γερμανίας, και οι Βορειοευρωπαίοι απάντησαν με τη CBF600S. [blockquote]Ναι
Στην πολυ-χρηστικότητα
Στη φτηνή συντήρηση
Στη σιγουριά που προσφέρει
Όχι
Στο ότι δεν ξεχωρίζει σε κάτι
Στη συντηρητική εμφάνιση
Γιατί
σας ενδιαφέρει η ουσία και ζητάτε τη μέση λύση
Τι να προσέξετε
Δεν υπάρχει κάτι στο οποίο πρέπει να επιστήσετε την προσοχή σας, πέραν των συνηθισμένων που ισχύουν όταν αγοράζετε οποιαδήποτε μοτοσυκλέτα. Ο κινητήρας είναι υπόδειγμα αξιοπιστίας και η μοτοσυκλέτα δεν πάσχει από εργοστασιακά προβλήματα. Αν δεν έχει πέσει και έχουν γίνει τα προκαθορισμένα service, απλώς παζαρέψτε την τιμή![/blockquote]
Κατασκευασμένη εξ ολοκλήρου στην Ιταλία, η μοτοσυκλέτα αυτή είναι "αμιγώς ευρωπαϊκή" και σκοπός της είναι να καλύψει όσες περισσότερες απαιτήσεις μπορεί να έχει ένας μοτοσυκλετιστής, μόνος του ή με συνεπιβάτη.Λαμβάνοντας υπ' όψη ότι οι Ευρωπαίοι δεν έχουν όλοι το ίδιο ύψος, όπως οι πλειοψηφία των Ιαπώνων, αλλά και διαφορετικές συνήθειες κι ανάγκες, η CBF 600S έπρεπε να είναι άνετη για όλους, να ταξιδεύει με δύο άτομα το Σαββατοκύριακο, τη Δευτέρα το πρωί να ελίσσεται στην κίνηση, το απόγευμα να ανηφορίζει αναζητώντας ευθεία γραμμή με το ηλιοβασίλεμα και όλα αυτά χωρίς ποτέ να χρειαστεί να μάθεις το μικρό όνομα του μηχανικού σου.
Για να πετύχουν την αξιοπιστία με χαμηλό κόστος, χρησιμοποίησαν έναν κινητήρα που είχε ήδη αποδείξει τη "σκυλίσια" αντοχή του, αυτόν του CBR 600F3. Με δεδομένο τον διαφορετικό προσανατολισμό, η απόδοση έπεσε στα 78 άλογα από τα 100, ευνοώντας την απόκριση χαμηλά και παράλληλα αυξάνοντας ακόμα περισσότερο τις αντοχές του, ακόμα και με ελλιπή φροντίδα. Η CBF είναι εύστροφη, τόσο εύστροφη που θα ανεβάσει από τις 2.000 στροφές με τετάρτη, ταξιδεύοντας με άνεση κοντά στα 180 χιλιόμετρα ανά ώρα, και θα φτάσει την τελική ένδειξη του ταχύμετρου στα 220 -αλλά όχι για να παραμείνει εκεί για ώρα. Μετά τις 6.000 στροφές, θα κάνουν την εμφάνιση τους και οι κραδασμοί, οι οποίοι υπήρχαν πάντα εκεί, χωρίς να είναι ένα ανησυχητικό φαινόμενο.
Ο κινητήρας αυτός βέβαια δεν έχει παρουσιάσει κανένα πρόβλημα σχεδιασμού και εξέλιξης, και είναι σε θέση να... διατηρηθεί σε φόρμα κάτω από αντίξοες συνθήκες. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει κάτι που ο αγοραστής θα πρέπει να υποψιάζεται από πριν, και τα χιλιόμετρα που γράφει το κοντέρ δεν θα πρέπει να αποτελούν ανασταλτικό παράγοντα, σε περίπτωση που είναι πολλά. Με σωστή συντήρηση, ο κινητήρας έχει πολλή ζωή μπροστά του και μπορεί να εμπνεύσει εμπιστοσύνη.
Αυτό που ακόμα και τώρα υπάρχει στις νέες CBF και διαφοροποιεί τη μοτοσυκλέτα από τον ανταγωνισμό, είναι οι πολλές ρυθμίσεις όσον αφορά τη θέση οδήγησης. Με αυτό τον τρόπο θέλησαν να πετύχουν τη μέγιστη εργονομία ανεξαρτήτως ύψους, και ήταν ένας από τους λόγους που την έκαναν δημοφιλή στην ελληνική αγορά. Ξεβιδώνοντας τις βάσεις του τιμονιού και περιστρέφοντάς τες κατά 180ο, πετυχαίνετε, έτσι απλά, μετατόπιση δέκα χιλιοστών και μια πιο "σκυφτή" θέση οδήγησης. Η σέλα ρυθμίζεται σε τρεις θέσεις, με απόσταση από το έδαφος στα 770, 775 ή 800 χιλιοστά και μπορεί να μετακινηθεί κατά δέκα χιλιοστά κατά το διαμήκη άξονα. Τέλος, η ζελατίνα είναι κι αυτή ρυθμιζόμενη, ως προς το ύψος και την κλίση. Είναι πραγματικά δύσκολο να μη βολευτεί κανείς σε αυτή τη μοτοσυκλέτα, καθώς οι ρυθμίσεις της θα επισπεύσουν την εξοικείωση, που συνήθως έρχεται με τον χρόνο.
Το πλαίσιο (όπως και ο κινητήρας) βαδίζει σε γνώριμα μονοπάτια και δεν είχε να προσθέσει κάτι καινούριο κατά την παρουσίαση του, καθώς ακολουθούσε τη σχεδίαση του Hornet, με ισχυρότερο όμως υποπλαίσιο, που ευνοεί τη φόρτωση. Είναι όσο ισχυρό και άκαμπτο απαιτεί η κατηγορία, βοηθά τη μοτοσυκλέτα να είναι σταθερή στα ανοικτά κομμάτια και βρίσκεται προστατευμένο όχι μόνο από το φέρινγκ, αλλά και από τα υπόλοιπα μηχανικά μέρη, χωρίς να κινδυνεύει να ακουμπήσει κάτω από μια απλή πτώση. Το φέρινγκ βέβαια σίγουρα θα υποφέρει αρκετά, ακόμα και από μια ήπια επαφή με την άσφαλτο (όπως και οι μανέτες) και η τιμή του δεν είναι χαμηλή.
Στην οδήγηση, η μοτοσυκλέτα είναι άνετη και μέσα στην κίνηση θα περάσει με ευκολία ανάμεσα από τα αυτοκίνητα. Όταν ζεσταθεί, το βεντιλατέρ θα στείλει τον αέρα εκεί που πρέπει, χωρίς να ζεσταίνει τον αναβάτη στα πόδια, ενώ το φέρινγκ κάνει πολύ καλή δουλειά στον αυτοκινητόδρομο. Τα φώτα, αν και μικρά, είναι επαρκή, και θα αφήσουν σκοτεινές γωνίες μόνο όταν η διαδρομή στενέψει και αρχίσουν οι γρήγορες στροφές και οι φουρκέτες -που η ουδέτερη συμπεριφορά θα αφήσει τον αναβάτη να ευχαριστηθεί, εκτός αν αποφασίσει να πάει γρήγορα, γιατί η απότομη απόσβεση της πίσω ανάρτησης θα τον κουράσει. Τα φρένα της CBF, ακόμα και χωρίς ABS, είναι πάνω από τον ανταγωνισμό, καθώς επιβραδύνουν τη μοτοσυκλέτα γρήγορα και δεν ζεσταίνονται εύκολα. Στο διάστημα που έχει περάσει από την εμφάνιση της η CBF δεν έχει αποκτήσει περισσότερους ανταγωνιστές εκτός ίσως από το νεότερο αδερφάκι της που παρουσιάστηκε φέτος. Εξακολουθεί να αποκρίνεται στις ανάγκες που αρχικά σχεδιάστηκε να καλύψει με επάρκεια, και η κατανάλωση –με ήρεμη οδήγηση- κυμαίνεται σε ανταγωνιστικά πλαίσια. Στα 4.500€ έως 6.000€ που συνήθως πωλούνται κρίνεται μια συμφέρουσα αγορά, όταν συνυπολογίζεται και το χαμηλό κόστος συμβίωσης.
Η απόφαση για την αγορά της δεν είναι δύσκολη, όταν δεν ψάχνει κανείς την εξειδίκευση. Η CBF είναι μια μοτοσυκλέτα για κάθε μέρα και για ευχάριστες διαδρομές ανεξαρτήτως απόστασης, αν δεν απαιτείται η μέγιστη ικανοποίηση. Κανείς δεν μπορεί να απαιτήσει το μέγιστο σε κάθε περίσταση, αλλά όταν ζητά τον καλύτερο συνδυασμό, τότε η CBF ξεχωρίζει.


ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, υγρόψυκτος, τετρακύλινδρος σε σειρά, με 2 ΕΕΚ και 4 βαλβίδες
Χωρητικότητα (cc): 599,9
Σχέση συμπίεσης: 11,6:1
Ανάφλεξη: Ηλεκτρονική
Τροφοδοσία: Τέσσερα καρμπιρατέρ Keihin VP 34mm υποπίεσης, επίπεδα slides
Σύστημα εξαγωγής: 4 σε 1 με καταλύτη
Σύστημα λίπανσης: Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος, με ντίζα
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση: Γρανάζια / 1,863
Σχέσεις ταχυτήτων: 1: 2,928 2: 2,062 3: 1,647 4: 1,368 5: 6,406 6: 1,086
Τελική μετάδοση / σχέση: Αλυσίδα / 2,866
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Ατσάλινο, μονού κεντρικού σωλήνα, τύπου "διαμάντι"
Βάρος κενή (kg): 202
Ρεζερβουάρ / Ρεζέρβα (l): 19 / 3,5
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός
Τύπος: Τηλεσκοπικό πιρούνι
Διαδρομή (mm): 120
Διάμετρος (mm): 41
Ρυθμίσεις: -
Πίσω
Τύπος: Ένα αμορτισέρ, ψαλίδι
Διαδρομή (mm): 125
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου σε 7 θέσεις
ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 296mm, με δαγκάνες δύο εμβόλων Nissin, ABS
Πίσω: Δίσκος 240 χιλιοστών, δαγκάνα Nissin ενός εμβόλου, ABS
ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ζάντα: 3,50x17’’
Ελαστικό: 120/70-17
Πίσω
Ζάντα: 5,00x17’’
Ελαστικό: 160/60-17
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 69,2 / 10.600
Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 5,3 / 7.700
Δεν υπάρχει καμία σύγκριση με το CBR600F3, απ’ όπου δανείστηκε τον κινητήρα. Η γραμμικότητα στο μεγαλείο της. Ανεβάζει σταθερά μέχρι λίγο πριν τις 11.000 στροφές χωρίς κανένα κενό, με πολύ καλή κατανάλωση και χωρίς να ζητά συνεχώς service. Η ροπή είναι άφθονη σε όλο το εύρος των στροφών, επίσης χωρίς κενά. Για καθημερινή οδήγηση η απόκριση είναι ιδανική.

Ducati Multistrada 620 2005 - 2007

Από το

Μαύρο Σκύλο

30/8/2010

Μπορεί η αισθητική των Multi να μη συγκίνησε πολλούς, αλλά ποτέ κανείς δεν αμφισβήτησε τις ικανότητές τους. Ειδικά για την έκδοση των 620 κυβικών εκατοστών! [blockquote]Ναι…
Στον χρηστικό χαρακτήρα
Στις ταξιδιωτικές του ικανότητες
Στα σπορ χαρακτηριστικά του
Όχι…
Στην άκαμπτη αίσθηση στις χαμηλές ταχύτητες
Στο εξηντάρι μπροστινό ελαστικό
Στη μη-ρυθμιζόμενη μανέτα του συμπλέκτη
Γιατί…
Γιατί είναι το πιο σπορ από όλα τα on-off μεσαίου κυβισμού, χωρίς να θυσιάζει το παραμικρό από τις ταξιδιωτικές του ικανότητες
Τι να προσέξετε
Πέρα από τους τυπικούς ελέγχους για πτώσεις και κακή συντήρηση, μια προσεκτική ματιά στις φλάντζες των κυλίνδρων για διαρροές λαδιού είναι απαραίτητη[/blockquote]
Μόλις λίγα χρόνια μετά την κυκλοφορία του Multistrada 1000DS, το ιταλικό εργοστάσιο παρουσίασε μια έκδοση μεσαίου κυβισμού, για τους λάτρεις των on-off με τροχούς δεκαεπτά ιντσών, ή αλλιώς των “ψηλών” street. Το θετικό στην όλη υπόθεση, δεν ήταν μόνο το γεγονός ότι καλύφθηκε ένα κενό στη γκάμα της Ducati, αλλά κυρίως το ότι η νέα έκδοση ήταν μια ολοκληρωμένη και δελεαστική πρόταση.
Με τον κινητήρα να έρχεται αυτούσιος από το μικρό Monster, όπως και το ψαλίδι, το ιταλικό εργοστάσιο κατάφερε να κρατήσει σχετικά χαμηλά το κόστος παραγωγής του μικρού Multi, κατασκευάζοντας μία από τις πιο φιλικές και χρηστικές μοτοσυκλέτες της γκάμας της. Ο ρόλος του, πολύπλευρος, όπως δηλώνει και το όνομά του. Από καθημερινό μέσο μετακίνησης ως και ταξιδιωτικό όχημα μεγάλων αποστάσεων. Αρκετά “μουράτο” για νυχτερινές εξόδους και πλέον του δέοντος σπορ, για κάθε είδους στροφιλίκι. Ένα γνήσιο Ducati άλλωστε, οφείλει να έχει έντονο σπορ χαρακτήρα.
Παρότι είναι μικρό σε μέγεθος, έχει υπεραρκετό χώρο για αναβάτη και συνεπιβάτη, ακόμα και για ταξίδια μεγάλων αποστάσεων. Το μόνο που προβληματίζει είναι η έλλειψη χώρου για τις αποσκευές, οπότε ένα σετ πλαϊνών σακιδίων και μπαγκαζιέρας είναι τουλάχιστον απαραίτητο. Σύντροφος στο ταξίδι είναι η καλή κάλυψη από τη ζελατίνα, οι έλλειψη κραδασμών, και ο ζωντανός κινητήρας που εξασφαλίζει ταχύτητα ταξιδιού πάνω από τα εκατόν πενήντα χιλιόμετρα την ώρα.
Το πλαίσιο είναι γνήσιος εκπρόσωπος της φιλοσοφίας της Ducati. Στιβαρό αλλά όχι άκαμπτο, θα διαχειριστεί κάθε απότομο χειρισμό και κάθε “τσαμπουκά” από τον αναβάτη, χωρίς να δυσανασχετήσει. Η λέξεις “πλεύση” και “ασάφεια” απουσιάζουν από το λεξιλόγιό του. Το πιρούνι είναι λίγο πιο σφιχτό από όσο θα έπρεπε, ειδικά σε συνδυασμό με το χαμηλού προφίλ εμπρός ελαστικό, το οποίο αρνείται να διαβάσει τις μικρο-ανωμαλίες του δρόμου με λίγα χιλιόμετρα.
Αντίθετα, μόλις η ένδειξη στο κοντέρ πλησιάσει τα τριψήφια νούμερα, το όλο σύστημα (πλαίσιο - πιρούνι - ψαλίδι - αμορτισέρ) λειτουργεί άψογα. Ο μονόδρομος APTC συμπλέκτης της, εκτός απ’ το ότι είναι ήσυχος στη λειτουργία του (σε αντίθεση με τον ξηρό του 1000), μειώνει τις αναπηδήσεις του πίσω τροχού στα απανωτά κατεβάσματα. Η μανέτα έχει ελαφριά αίσθηση, αλλά απομονώνει ψηλά και θέλει χρόνο εξοικείωσης -ειδικά για “δικάβαλες” εκκινήσεις σε ανηφόρα.
Μέσα στην πόλη είναι σβέλτο και η αίσθησή του είναι πραγματικά ελαφριά, παρά τα 201 (“γεμάτα”) κιλά του. Το μόνο κακό είναι ότι το τιμόνι, βρίσκεται στο ύψος των καθρεφτών των αυτοκινήτων -οπότε θέλει λίγη προσοχή στους μποτιλιαρισμένους δρόμους. Η καθαρή λειτουργία του κινητήρα, εξασφαλίζει κίνηση με ροή ακόμα και με πολύ μικρές ταχύτητες, ενώ ο κινητήρας ανεβάζει γραμμικά και ευχάριστα από τις 2.000 στροφές μέχρι και τον κόφτη.
Από τα φρένα απουσιάζει το έντονο αρχικό δάγκωμα, ανάγοντας το σε φιλικό για νέους αναβάτες και ιδανικό για γυαλιστερούς και βρεγμένους δρόμους. Προσοχή θέλουν οι καθρέφτες-φλας που είναι ευαίσθητοι στα χτυπήματα, αλλά παρέχουν ικανοποιητικό οπτικό πεδίο -και μόνο γύρω στις 3.000 στροφές θα συντονιστούν αλλοιώνοντας την εικόνα.
Η συνολική εντύπωση από το μικρό Multi είναι πραγματικά θετική, με πολλά δυνατά σημεία, όπως η ευκολία χειρισμού, η πολύ καλή οδηγική συμπεριφορά, ο πολυχρηστικός χαρακτήρας και άλλα, ενώ ελάχιστα είναι τα αρνητικά. Μάλιστα, είναι τόσο μικρής σημασίας, που απλά αδιαφορείς για την ύπαρξή τους. Η τιμή του ως μεταχειρισμένο κυμαίνεται από 6.000 έως και 7.500 ευρώ, πράγμα που το ανάγει σε μια εξαιρετική πρόταση για all around μοτοσυκλέτα. Επίσης υπάρχει ένα μικρό στοκ στην αντιπροσωπεία, με τιμή 8.980 για τη νορμάλ έκδοση και 8.480 ευρώ για την Dark.


ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος διβάλβιδος, αερόψυκτος, V2 90ο , με δεσμοδρομικό σύστημα βαλβίδων
Χωρητικότητα (cc): 618
Σχέση συμπίεσης: 10,5:1
Ανάφλεξη: Ηλεκτρονική
Τροφοδοσία: Ψεκασμός Marellli με δύο σώματα 45mm
Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 1
Σύστημα λίπανσης: Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος, slipper APTC, με υδραυλική υποβοήθηση
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση: Γρανάζια / 1,85
Σχέσεις ταχυτήτων: 1: 2,46 2: 1,66 3: 1,33 4: 1,13 5: 1,00 6: 0,92
Τελική μετάδοση / σχέση: Αλυσίδα / 3,20 (15:48)
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Ατσάλινο, χωροδικτύωμα, με σωλήνες κυκλικής διατομής
Βάρος κενή (kg): 183
Ρεζερβουάρ / Ρεζέρβα (l): 15 / 4
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός
Τύπος: Ανεστραμμένο τηλεσκοπικό πιρούνι της Marzocchi
Διαδρομή (mm): 145
Διάμετρος (mm): 43
Ρυθμίσεις: Καμία
Πίσω
Τύπος: Ένα αμορτισέρ με μοχλικό
Διαδρομή (mm): 121
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου
ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι ημίπλευστοι 300mm, με δαγκάνες δύο εμβόλων της Brembo
Πίσω: Ένας δίσκος 245mm, με δαγκάνα δύο εμβόλων της Brembo
ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ζάντα: Χυτή αλουμινίου 3,5 x 17’’
Ελαστικό: 120/60-17
Πίσω
Ζάντα: Χυτή αλουμινίου 4,5 x 17’’
Ελαστικό: 160/60-17
ΜΕΤΡΗΣΕΙΣ ΕΠΙΔΟΣΕΩΝ
ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ (sec)
0-100m: 5,5
0-400m: 12,91
0-100km/h: 4,5
0-150km/h: 9,54
ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)
Μέση: 6,71
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)
Μέση: 223
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 59,3 / 8.700
Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 5,4 / 5.300
Αν και στο διάγραμμα της ιπποδύναμης, παρατηρείται μία “κοιλιά” στην καμπύλη στις 7.000 περίπου στροφές, αυτή δεν γίνεται αισθητή στον δρόμο. Η μέγιστη τιμή των 59,3 ίππων αποδίδεται στις 8.700 στροφές, ενώ μένει πάνω από τους 55 ίππους έως και τον κόφτη στις 10.500. Η δε καμπύλη της ροπής, παρά την όχι γραμμική μορφή της, βρίσκεται πάνω από τα τέσσερα χιλιογραμμόμετρα σε όλο το φάσμα των στροφών.