Aprilia Tuono 1000 R 2006 - 2010

Από το

Μαύρο Σκύλο

17/10/2011

Κινητήρας “διαμάντι”: Το Tuono πρωτοεμφανίστηκε στην γκάμα της Aprilia αρχικά το 2002 και ήταν βασισμένο στην superbike Mille που είχε προηγηθεί η παρουσίασή της το 1999. Η Aprilia παρουσίασε την επόμενη γενιά Mille το 2004 και δυο χρόνια αργότερα ήρθε η σειρά για τη παρουσίαση της δεύτερης γενιάς Tuono, που έμεινε στην παραγωγή μέχρι πέρσι
Στη δεύτερη γενιά, από το 2006 και μετά, καταργήθηκε το RSV και έμεινε μόνο το όνομά του να το χαρακτηρίζει, ενώ η Aprilia ακολούθησε την ίδια συνταγή με την οποία έφτιαξε και το πρώτο. Η συνταγή αυτή ήθελε τα Tuono να προέρχονται από τη μετατροπή του superbike σε streetfighter. Έτσι και το Tuonο της δεύτερης γενιάς έχει το πλαίσιο - κόσμημα του Mille, ένα πλαίσιο με αρετές γεννημένες σε πίστες και πρωταθλήματα. Χάρη σε αυτό το άκαμπτο πλαίσιο το Tuono αποκαλύπτει άριστη συμπεριφορά σε ψηλές και πολύ υψηλές ταχύτητες για τις οποίες είναι ικανό. Δεν είναι η πιο κατάλληλη μοτοσυκλέτα για ήσυχες βόλτες, αλλά είναι πολύ καλό για ανήσυχες, από εκείνες όπου οι αισθήσεις πρέπει να είναι ζωντανές. Έχοντας αλλαγμένη θέση οδήγησης σε σχέση με τη Mille, βάζει τον αναβάτη με τον κορμό πιο όρθιο, ενώ τα χέρια δεν χρειάζεται να κατέβουν για να πιάσουν το μεγάλο τιμόνι. Το Tuono της δεύτερης γενιάς, έχασε μερικές από τις τουριστικές δυνατότητες που είχε το προηγούμενο για χάρη του εκσυγχρονισμού του και της περισσότερο μοντέρνας εμφάνισής του. Μικρότερο έγινε το mini -αλλά σταθερό- φαίρινγκ, ενώ η σμίκρυνση της ουράς συρρίκνωσε και την σέλα του συνεπιβάτη. Οδηγοκεντρική θα λέγαμε ότι είναι η Tuono, θέλοντας να προσφέρει τα πολλά στον αναβάτη της, καθώς έχει στη διάθεσή του για να απολαμβάνει την οδήγησή, πέρα από το πλαίσιο και τις αναρτήσεις του, τα ακτινικά φρένα της Brembo, αλλά πάνω από όλα τον κινητήρα του. Ο μεγάλος δικύλινδρος αναβαθμίστηκε προηγουμένως για να τοποθετηθεί στο Mille και με λίγες αλλαγές για να ταιριάζει η απόδοσή του στον χαρακτήρα της streetfighter. Tου δόθηκε η ονομασία V60o Magnesium, με αφορμή την κατασκευή των καπακιών του από μαγνήσιο. Οι αλλαγές όμως ήταν πολύ περισσότερες, κυρίως σε κεφαλές, εξατμίσεις και ψεκασμό και το αποτέλεσμα είναι ποίημα. Δεν υπάρχει άλλος μεγάλος δικύλινδρος κινητήρας που προέρχεται από τα superbike, ο οποίος να δουλεύει τόσο γλυκά, ακόμη και κάτω από τις δυο χιλιάδες στροφές. Κυριολεκτικά η απόδοσή του είναι βελούδινη και ο αναβάτης του Tuono μπορεί να απολαμβάνει ήσυχες βόλτες, ακόμη και μέσα στην πόλη.
Το καλό του χαρτί όμως είναι η απόδοσή του στις μεσαίες όπου μόνο ο ήχος του θυμίζει ότι είναι ένας μεγάλος δικύλινδρος. Ομαλός και ροπάτος, με ρωμαλέα απόδοση, καλή απόκριση, χωρίς κραδασμούς και με απόδοση κοντά σε αυτήν των τετρακύλινδρων που έχουν οι ανταγωνιστές του από την Ιαπωνία. Ο κινητήρας αυτός πέρα από την ισχύ του έχει να επιδείξει και μια πάρα πολύ καλή αξιοπιστία, και υπάρχουν τέτοιες μοτοσυκλέτες που έχουν περάσει τις εκατό χιλιάδες χιλιόμετρα δίχως πρόβλημα ή κάποια επισκευή. Το μικρό του φαίρινγκ προσφέρει κάποια προστασία έως τα 140 χιλιόμετρα, ενώ από εκεί και πάνω τα πράγματα δυσκολεύουν για την άνεση του αναβάτη. Δεν δυσκολεύουν όμως καθόλου για το Tuono που μπορεί να στείλει την ψηφιακή ένδειξη του ταχύμετρου ακόμη και πάνω από τα 270 χιλιόμετρα. Την σταθερότητα που επιδεικνύει σε αυτές τις πολύ υψηλές ταχύτητες την οφείλει στο πλαίσιο, ενώ την βοηθάει και το σταμπιλιζατέρ της Sachs που βρίσκεται κάτω από την κάτω πλάκα του πιρουνιού του. Δίνοντας τη θέση του στο πιο προκλητικό νέο Tuono V4R, το τελευταίο δικύλινδρο Tuono παραμένει μια μεγάλη streetfighter, με κορυφαία εργονομία όπου πάνω της βολεύονται όλα τα αναστήματα, έναν “άσπαστο” κινητήρα και πολύ καλοφτιαγμένο. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Aprilia έδινε τέσσερα χρόνια εγγύηση. Είχε και καλή τιμή τότε και υπάρχουν αρκετά μεταχειρισμένα και με μεγάλο εύρος τιμών, αλλά κι με πολλές βελτιώσεις διαφόρων επιπέδων.  
Η έκδοση Factory
Σπανιότερη και πολύ ακριβότερη είναι η έκδοση Factory του Tuono. Παρουσιάστηκε λίγους μήνες πριν από την απλή έκδοση και ξεχωρίζει όχι μόνο από τα ανθρακονήματα σε καπάκια και φτερό, αλλά και από τις “χρυσές” αναρτήσεις της Ohlins εμπρός και πίσω και τις σφυρήλατες ζάντες της Oz. H απόδοση του κινητήρα ήταν ίδια, όπως και στο απλό μοντέλο.
[blockquote]Ναι...
Για τις επιδόσεις και την αξιοπιστία της
Όχι...
Εάν δεν θέλεις μια “αντρίκια” streetfighter
Γιατί…
Έχει απολαυστικό κινητήρα
Τι να προσέξετε
Η Aprilia έφτιαξε το Tuono ακολουθώντας πολύ υψηλής ποιότητας υλικά και το φινίρισμά του ήταν άριστο. Και επειδή η “μισή χαρά” ενός ιδιοκτήτη είναι η σωστή εμφάνιση αξίζει να ψάξει κάποιος για ένα όσο γίνεται πιο ανέπαφο Tuono. Η καλή του κατασκευή συνοδεύεται και από αξιοπιστία, ειδικά του κινητήρα. Εάν είναι σωστά συντηρημένος, η διάρκεια της ζωής του είναι πολύ μεγάλη και υπάρχουν τέτοιοι κινητήρες, απροβλημάτιστοι με πάρα πολλά χιλιόμετρα στην πλάτη τους. Εάν όμως πάθει κάτι, τα ανταλλακτικά του είναι ιδιαίτερα ακριβά, οπότε ο ευλαβικός του έλεγχος είναι απαραίτητος. Με πίσω ελαστικό πλάτους 180 το Τuono αποκτά λιγότερο “βαριά” αίσθηση και αλλάζει κλίσεις γρηγορότερα.[/blockquote]



ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, δικύλινδρος V60o , υγρόψυκτος, 2ΕΕΚ/4 βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 97 x 67,5
Κυβικά (cc): 997,62
Σχέση συμπίεσης: 11,8:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός Marelli
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 1 σε 2
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος, μονόδρομος
Σχέσεις ταχυτήτων: 6
Τελική μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια



ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Αλουμινένιο περιμετρικό δύο δοκών, αφαιρούμενο αλουμινένιο υποπλαίσιο
Γωνία κάστερ (o): 25
Ίχνος (mm): 103,7
Μεταξόνιο (mm): 1.410
Ύψος σέλας (mm): 810
Βάρος κενή/γεμάτη (kg): 185/197,6
Βάρος, ζυγισμένο, γεμάτη (kg): 213,5
Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 18/4
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Ανεστραμμένο
Διάμετρος (mm): 43
Διαδρομή (mm): 120
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίων, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς
Πίσω: Ένα αμορτισέρ, μοχλικό
Διαδρομή (mm): 133
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς


ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 320mm, ακτινικές δαγκάνες με τέσσερα έμβολα
Πίσω: Δίσκος 220mm, δαγκάνα με δύο έμβολα


ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 120/70-17
Ζάντα: 3,50 x 16
Πίσω
Ελαστικό: 190/50 - 17
Ζάντα: 5 x 17


ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Ταχύμετρο, στροφόμετρο, ολικός και δύο μερικοί χιλιομετρητές, ρολόι, ενδείξεις για μέγιστη ταχύτητα / μέση ωριαία, υπολογιστής ταξιδιού, χρονόμετρο, shift light, δείκτης βενζίνης / ρεζέρβα






ΛΕΖΑΝΤΑ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΟΣ




Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 115,5/9.700
Ροπή στον τροχό (Kg.m/rpm): 9,1 /8.500


Ο μεγάλος δικύλινδρος έχει πολύ καλή απόδοση και λειτουργία ακόμη και στις χαμηλές στροφές κάνοντας εύκολα ήρεμες βόλτες. Ο ξεχωριστός του χαρακτήρας όμως είναι η απολαυστική του απόδοση στις μεσαίες και είναι ακριβώς αυτό που δίνει τον εκρηκτικό χαρακτήρα στη μοτοσυκλέτα.


ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (L/100Κm)
Μέση: 8
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (Km)
Μέση : 225

Suzuki ΑΝ Burgman 650A Executive (2004 - 2012)

Από τον

Χρήστο Πατεράκη

27/7/2015

Λιμουζίνα

 

Το 2002 η Suzuki παρουσίασε το μεγαλύτερο Burgman, το AN650, ανεβάζοντας πολύ τον πήχη της κατηγορίας των μεγάλων σκούτερ. Το Burgman που γεννήθηκε τότε, όχι μόνο ήταν το ισχυρότερο σκούτερ που υπήρχε, αλλά και φορτωμένο με καινοτομίες που το έκαναν να κοιτάζει κάθε ανταγωνιστική κατασκευή αφ’ υψηλού

 

Κάτω από τις τεράστιες επιφάνειες των πλαστικών του επιβλητικού Burgman 650 κρύβεται η δουλειά που είχε κάνει η Suzuki πριν από την παρουσίασή του. Βασικό χαρακτηριστικό της δομής του αποτελούσε ο δικύλινδρος κινητήρας που σχεδιάστηκε αποκλειστικά για αυτό. Τότε που παρουσιάστηκε ήταν ο μεγαλύτερος σε κυβισμό που είχε τοποθετηθεί σε σκούτερ, αλλά δεν ήταν αυτό το χαρακτηριστικό που τον έκανε ξεχωριστό. Ξεχωριστός ήταν κυρίως για την μετάδοσή του. Η Suzuki τοποθέτησε την πρώτη ηλεκτρονικά ελεγχόμενη μετάδοση συνεχούς μεταβαλλόμενης σχέσης. Η Suzuki Electrically-controlled Continuously Variable Transmission (SECVT) όπως ονομάστηκε, έδινε στον αναβάτη την δυνατότητα να κάνει και χειροκίνητες αλλαγές των πέντε σχέσεων πατώντας κουμπάκια με τον αριστερό του αντίχειρα. Στο πακέτο της μετάδοσης χρησιμοποιήθηκε ένας σημαντικά εξελιγμένος ιμάντας, πολύδισκος υγρός συμπλέκτης και η ξεχωριστή τελική μετάδοση με την συστοιχία γραναζιών να βρίσκονται σε μπάνιο λαδιού.

Εκτός από την δυνατότητα των χειροκίνητων αλλαγών σχέσεων η Suzuki το εξόπλισε και με δυο επιλεγόμενα προγράμματα αυτόματης μετάδοσης, το Νormal και το Power, με το δεύτερο να κάνει την μετάδοση πιο “κοντή” για ισχυρότερες επιταχύνσεις. Όμως, ήταν η δυνατότητα των χειροκίνητων αλλαγών που έδιναν την αίσθηση οδήγησης μοτοσυκλέτας με το πίσω λάστιχο να στριγγλίζει και τις στροφές του κινητήρα να φθάνουν στον κόφτη, όταν καθυστερούσες την αλλαγή. Διαφορετική από των συμβατικών σκούτερ όμως δεν ήταν μόνο η μετάδοση, αλλά και η οδική συμπεριφορά του. Η Suzuki είχε σχεδιάσει για το κορυφαίο της σκούτερ ένα ατσάλινο σωληνωτό πλαίσιο, που τοποθετούσε πολύ χαμηλά και μπροστά τον κινητήρα με τους σχεδόν οριζόντιους κυλίνδρους, ενώ το πιρούνι έδενε σε δυο πλάκες, όπως και στις μοτοσυκλέτες. Για την ανάρτηση του πίσω τροχού επιλέχθηκε η συνηθισμένη λύση των δυο αμορτισέρ που σε συνδυασμό με την τοποθέτηση του ρεζερβουάρ πάνω από τον κινητήρα έδωσε εντυπωσιακά μεγάλο αποθηκευτικό χώρο κάτω από τη σέλα. Για να επιβραδύνει το Burgman 650 τοποθετήθηκαν δυο δισκόφρενα στον μπροστινό τροχό και ένα στον πίσω, ενώ στο σύνολο των φρένων του υπάρχει και χειρόφρενο για την στάθμευση, επιλογή σωστή για το βάρος του. Αξιοσημείωτο είναι ότι ακόμη και για το πρώτο μοντέλο του 2002 υπήρχε επιλογή για έκδοση με ABS.

Το 2004 δημιουργήθηκε η έκδοση Executive, η πολυπληθέστερη στην Ελλάδα, με το ABS να ανήκει στον στάνταρ εξοπλισμό του. Mαζί με αυτό, η πλουσιότερη έκδοση διέθετε ηλεκτρικά ρυθμιζόμενη ζελατίνα, αλλά και καθρέφτες που δίπλωναν με το πάτημα ενός κουμπιού. Το πλαίσιο και οι ποιοτικές αναρτήσεις του έδιναν μεγάλη σταθερότητα και ο αναβάτης του μεγάλου σκούτερ μπορούσε να χρησιμοποιήσει την ισχύ των μπροστινών φρένων με τρόπο που δεν θα μπορούσε να κάνει με κανένα άλλο maxi scooter. Η καλή του οδική συμπεριφορά συνδυάζεται με άφθονους χώρους, μεγάλη προστασία από τις καιρικές συνθήκες, πλούσιο εξοπλισμό και υψηλή ποιότητα κατασκευής. Συγχρόνως όμως αυτά μεταφράστηκαν τόσο στην υψηλή τιμή του, όσο και στις πληθωρικές διαστάσεις και το βάρος του. Γεμάτο φθάνει τα 277 κιλά, ενώ το πλάτος του και το μεταξόνιο αμαξοστοιχίας που έχει, δεν αφήνουν περιθώρια ελιγμών εάν ο διαθέσιμος χώρος γύρω του δεν είναι ο κατάλληλος για τις διαστάσεις του.

Στα χρόνια που πέρασαν από το 2002 έως τώρα, που η Suzuki έδειξε το ανανεωμένο μοντέλο του 2013, το Burgman 650 έχει αποδείξει την καλή ποιότητα κατασκευής του και την αξιοπιστία, ενώ η αποδοχή και η εμπορική του πορεία δεν ήταν ασήμαντη. Mε μικρές βελτιώσεις από χρονιά σε χρονιά εκπροσωπεί μια δεκαετία την εταιρεία στην κατηγορία των πολυτελών μεγάλων, ενώ για χρόνια ήταν στην κορυφή της. Υπάρχουν αρκετά διαθέσιμα μεταχειρισμένα με τις τιμή τους να ξεκινά από το ένα τρίτο της αρχικής του σαν καινούργιο.

Το Burgman 650 μπορεί να αποτελέσει το μέσο για εκδρομές και ταξίδια για δυο αναβάτες με αποσκευές και με επιδόσεις ικανές για κάθε διαδρομή και συνθήκες κίνησης.

 

 

 

Tα πλαστικά του είναι πολλά, μεγάλα και ακριβά, οπότε ο έλεγχος αρχίζει από αυτά. Εξετάστε την λειτουργία όλων των συστημάτων και κυρίως την λειτουργία της μετάδοσης σε όλα τα προγράμματα, ενώ ένας έλεγχος του SECVT σε συνεργείο που γνωρίζει θα πιστοποιήσει την κατάστασή του. Υπάρχουν εκεί μέσα ακριβά εξαρτήματα που φθείρονται γρήγορα, εάν ο ιδιοκτήτης του ήταν “βάρβαρος” κάνοντας μονίμως οριακές εκκινήσεις. Το μεγάλο μήκος του είναι υπεύθυνο για το εύκολο κοπάνημα σε πεζοδρόμια με πιθανό αποτέλεσμα το στραβωμένο ψυγείο ή και το μπλοκαρισμένο βεντιλατέρ. Εάν το υποψήφιο για αγορά φοράει καμιά φασαριόζικη εξάτμιση και ο πωλητής δεν έχει την γνήσια φύγετε για αλλού

 

 

 

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος: Tετράχρονος, δικύλινδρος σε σειρά, υγρόψυκτος 2ΕΕΚ/4 βαλβίδες

Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 75,5 x 71,3

Κυβικά (cc): 638

Σχέση συμπίεσης: 11,2:1            

Ανάφλεξη: Ψηφιακή         

Τροφοδοσία: Ψεκασμός     

Σύστημα εκκίνησης:                        Μίζα

Σύστημα εξαγωγής:                        2 σε 1

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Τύπος συμπλέκτη:  Φυγοκεντρικός, υγρός, πολύδισκος

Μετάδοση: Συνεχώς μεταβαλλόμενης σχέσης με τροχαλίες και ιμάντα / κατ’ επιλογή ηλεκτρονικά ελεγχόμενη με χειροκίνητη επιλογή πέντε σχέσεων

Τελική μετάδοση:  Συστοιχία γραναζιών

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος: Ατσάλινο σωληνωτό

Γωνία κάστερ (o):26

Ίχνος (mm):            106

Μεταξόνιο (mm):  1.595 

Ύψος σέλας (mm):  750

Βάρος κατασκευαστή κενή (kg): 244/               

Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l):   15/3

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Εμπρός: Συμβατικό πιρούνι

Διάμετρος (mm):  41

Διαδρομή (mm):  105                

Ρυθμίσεις: Καμία

Πίσω: Δύο αμορτισέρ

Διαδρομή (mm): 100

Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίων

 

 

Το “κέντρο ελέγχου” συγκεντρώνεται στον αριστερό διακόπτη. Αλλαγές ταχυτήτων, επιλογή προγράμματος μετάδοσης, απόδοση κινητήρα ελέγχονται από τα κουμπάκια που βρίσκονται εδώ

 

 

ΦΡΕΝΑ

Εμπρός: Δυο δισκόφρενα 260mm, δαγκάνες με δύο έμβολα, ABS

Πίσω:  Δισκόφρενο 250mm, δαγκάνα με δύο έμβολα, ABS

 

ΤΡΟΧΟΙ

Εμπρός

Ελαστικό: 120/70 - 15

Ζάντα: 3,5 x 15

Πίσω

Ελαστικό: 160/60 -14

Ζάντα: 4,5 x 14

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Οθόνη LCD με ενδείξεις ταχύμετρου / στροφόμετρου / ολικού και δύο μερικών χιλιομετρητών / στάθμης λαδιού / προειδοποίηση αλλαγής λαδιού /στάθμης βενζίνης / θερμοκρασίας ψυκτικού / ώρας. Ενδεικτικές λυχνίες αυτόματου κιβωτίου (Drive) / σχέσης στο κιβώτιο SECVT, Power/Normal mode / μεγάλης σκάλας φώτων / φλας / υψηλής θερμοκρασίας ψυκτικού / διαγνωστικό μετάδοσης-ψεκασμού / ABS / χειρόφρενο / χαμηλής πίεσης λαδιού. Κεντρικό και πλάγιο σταντ, εργαλεία, ηλεκτρικά αναδιπλούμενοι καθρέπτες, ηλεκτρικά ρυθμιζόμενη ζελατίνα, φωτιζόμενος αποθηκευτικός χώρος κάτω από τη σέλα, τρία ντουλαπάκια στην ποδιά, χειρολαβές και πλάτη συνεπιβάτη, υποστήριξη μέσης αναβάτη, πρίζα 12V, χειρόφρενο, θερμαινόμενα γκριπ και σέλα.

ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ

Ισχύς κατασκευαστή (HP/rpm): 55/7.000

Ροπή κατασκευαστή (Kg.m/rpm): 6,3/5.000

Επιτάχυνση 0 - 400m (sec): 15,90 (normal) 15,72 (power)

 

 

Ο δικύλινδρος κινητήρας στέλνει περισσότερους από σαράντα ίππους στον τροχό δίνοντας ισχυρές επιδόσεις στο βαρύ σύνολο. Στο διάγραμμα αποτυπώνεται με σαφήνεια η διαφορά των δυο προγραμμάτων της αυτόματης μετάδοσης, με αυτό της Power να έχει σημαντικά περισσότερη ισχύ μέχρι να πιάσει τα 140 χιλιόμετρα το Burgman, ενώ από εκεί και πάνω η απόδοση είναι η ίδια με του προγράμματος normal.

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)

Μέση:            7

ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)

Μέση:            215

 

 

ΤΙΜΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ (με ΦΠΑ 23%)

 

Έμβολο πλήρες:152,02         

Μπιέλα :56    

Τελικό εξάτμισης :392   

Εμπρός φτερό:114                 

Εμπρός ζάντα: 231                 

Μανέτα δεξιά:35,14   

Σέλα:523,73

Ζελατίνα φαίρινγκ: 385,91           

Πλαίσιο:676,50       

Οι τιμές ίσχυαν τον Ιανουάριο του 2013

Τρία ντουλαπάκια -το ένα με κλειδαριά- υπάρχουν στην ποδιά του

Τεράστια σε διαστάσεις και αρχοντική είναι η σέλα και για τους δυο αναβάτες. Η υποστήριξη της μέσης του αναβάτη ρυθμίζεται κατά μήκος δίχως εργαλεία

Πολύ καλά είναι τα φρένα του, όπως και η λειτουργία του ABS. Η συνεισφορά του πιρουνιού σε αυτό, όπως και στην οδική του συμπεριφορά γενικότερα, είναι πολύ σημαντική