Aprilia Tuono 1000 R 2006 - 2010

Από το

Μαύρο Σκύλο

17/10/2011

Κινητήρας “διαμάντι”: Το Tuono πρωτοεμφανίστηκε στην γκάμα της Aprilia αρχικά το 2002 και ήταν βασισμένο στην superbike Mille που είχε προηγηθεί η παρουσίασή της το 1999. Η Aprilia παρουσίασε την επόμενη γενιά Mille το 2004 και δυο χρόνια αργότερα ήρθε η σειρά για τη παρουσίαση της δεύτερης γενιάς Tuono, που έμεινε στην παραγωγή μέχρι πέρσι
Στη δεύτερη γενιά, από το 2006 και μετά, καταργήθηκε το RSV και έμεινε μόνο το όνομά του να το χαρακτηρίζει, ενώ η Aprilia ακολούθησε την ίδια συνταγή με την οποία έφτιαξε και το πρώτο. Η συνταγή αυτή ήθελε τα Tuono να προέρχονται από τη μετατροπή του superbike σε streetfighter. Έτσι και το Tuonο της δεύτερης γενιάς έχει το πλαίσιο - κόσμημα του Mille, ένα πλαίσιο με αρετές γεννημένες σε πίστες και πρωταθλήματα. Χάρη σε αυτό το άκαμπτο πλαίσιο το Tuono αποκαλύπτει άριστη συμπεριφορά σε ψηλές και πολύ υψηλές ταχύτητες για τις οποίες είναι ικανό. Δεν είναι η πιο κατάλληλη μοτοσυκλέτα για ήσυχες βόλτες, αλλά είναι πολύ καλό για ανήσυχες, από εκείνες όπου οι αισθήσεις πρέπει να είναι ζωντανές. Έχοντας αλλαγμένη θέση οδήγησης σε σχέση με τη Mille, βάζει τον αναβάτη με τον κορμό πιο όρθιο, ενώ τα χέρια δεν χρειάζεται να κατέβουν για να πιάσουν το μεγάλο τιμόνι. Το Tuono της δεύτερης γενιάς, έχασε μερικές από τις τουριστικές δυνατότητες που είχε το προηγούμενο για χάρη του εκσυγχρονισμού του και της περισσότερο μοντέρνας εμφάνισής του. Μικρότερο έγινε το mini -αλλά σταθερό- φαίρινγκ, ενώ η σμίκρυνση της ουράς συρρίκνωσε και την σέλα του συνεπιβάτη. Οδηγοκεντρική θα λέγαμε ότι είναι η Tuono, θέλοντας να προσφέρει τα πολλά στον αναβάτη της, καθώς έχει στη διάθεσή του για να απολαμβάνει την οδήγησή, πέρα από το πλαίσιο και τις αναρτήσεις του, τα ακτινικά φρένα της Brembo, αλλά πάνω από όλα τον κινητήρα του. Ο μεγάλος δικύλινδρος αναβαθμίστηκε προηγουμένως για να τοποθετηθεί στο Mille και με λίγες αλλαγές για να ταιριάζει η απόδοσή του στον χαρακτήρα της streetfighter. Tου δόθηκε η ονομασία V60o Magnesium, με αφορμή την κατασκευή των καπακιών του από μαγνήσιο. Οι αλλαγές όμως ήταν πολύ περισσότερες, κυρίως σε κεφαλές, εξατμίσεις και ψεκασμό και το αποτέλεσμα είναι ποίημα. Δεν υπάρχει άλλος μεγάλος δικύλινδρος κινητήρας που προέρχεται από τα superbike, ο οποίος να δουλεύει τόσο γλυκά, ακόμη και κάτω από τις δυο χιλιάδες στροφές. Κυριολεκτικά η απόδοσή του είναι βελούδινη και ο αναβάτης του Tuono μπορεί να απολαμβάνει ήσυχες βόλτες, ακόμη και μέσα στην πόλη.
Το καλό του χαρτί όμως είναι η απόδοσή του στις μεσαίες όπου μόνο ο ήχος του θυμίζει ότι είναι ένας μεγάλος δικύλινδρος. Ομαλός και ροπάτος, με ρωμαλέα απόδοση, καλή απόκριση, χωρίς κραδασμούς και με απόδοση κοντά σε αυτήν των τετρακύλινδρων που έχουν οι ανταγωνιστές του από την Ιαπωνία. Ο κινητήρας αυτός πέρα από την ισχύ του έχει να επιδείξει και μια πάρα πολύ καλή αξιοπιστία, και υπάρχουν τέτοιες μοτοσυκλέτες που έχουν περάσει τις εκατό χιλιάδες χιλιόμετρα δίχως πρόβλημα ή κάποια επισκευή. Το μικρό του φαίρινγκ προσφέρει κάποια προστασία έως τα 140 χιλιόμετρα, ενώ από εκεί και πάνω τα πράγματα δυσκολεύουν για την άνεση του αναβάτη. Δεν δυσκολεύουν όμως καθόλου για το Tuono που μπορεί να στείλει την ψηφιακή ένδειξη του ταχύμετρου ακόμη και πάνω από τα 270 χιλιόμετρα. Την σταθερότητα που επιδεικνύει σε αυτές τις πολύ υψηλές ταχύτητες την οφείλει στο πλαίσιο, ενώ την βοηθάει και το σταμπιλιζατέρ της Sachs που βρίσκεται κάτω από την κάτω πλάκα του πιρουνιού του. Δίνοντας τη θέση του στο πιο προκλητικό νέο Tuono V4R, το τελευταίο δικύλινδρο Tuono παραμένει μια μεγάλη streetfighter, με κορυφαία εργονομία όπου πάνω της βολεύονται όλα τα αναστήματα, έναν “άσπαστο” κινητήρα και πολύ καλοφτιαγμένο. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Aprilia έδινε τέσσερα χρόνια εγγύηση. Είχε και καλή τιμή τότε και υπάρχουν αρκετά μεταχειρισμένα και με μεγάλο εύρος τιμών, αλλά κι με πολλές βελτιώσεις διαφόρων επιπέδων.  
Η έκδοση Factory
Σπανιότερη και πολύ ακριβότερη είναι η έκδοση Factory του Tuono. Παρουσιάστηκε λίγους μήνες πριν από την απλή έκδοση και ξεχωρίζει όχι μόνο από τα ανθρακονήματα σε καπάκια και φτερό, αλλά και από τις “χρυσές” αναρτήσεις της Ohlins εμπρός και πίσω και τις σφυρήλατες ζάντες της Oz. H απόδοση του κινητήρα ήταν ίδια, όπως και στο απλό μοντέλο.
[blockquote]Ναι...
Για τις επιδόσεις και την αξιοπιστία της
Όχι...
Εάν δεν θέλεις μια “αντρίκια” streetfighter
Γιατί…
Έχει απολαυστικό κινητήρα
Τι να προσέξετε
Η Aprilia έφτιαξε το Tuono ακολουθώντας πολύ υψηλής ποιότητας υλικά και το φινίρισμά του ήταν άριστο. Και επειδή η “μισή χαρά” ενός ιδιοκτήτη είναι η σωστή εμφάνιση αξίζει να ψάξει κάποιος για ένα όσο γίνεται πιο ανέπαφο Tuono. Η καλή του κατασκευή συνοδεύεται και από αξιοπιστία, ειδικά του κινητήρα. Εάν είναι σωστά συντηρημένος, η διάρκεια της ζωής του είναι πολύ μεγάλη και υπάρχουν τέτοιοι κινητήρες, απροβλημάτιστοι με πάρα πολλά χιλιόμετρα στην πλάτη τους. Εάν όμως πάθει κάτι, τα ανταλλακτικά του είναι ιδιαίτερα ακριβά, οπότε ο ευλαβικός του έλεγχος είναι απαραίτητος. Με πίσω ελαστικό πλάτους 180 το Τuono αποκτά λιγότερο “βαριά” αίσθηση και αλλάζει κλίσεις γρηγορότερα.[/blockquote]



ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, δικύλινδρος V60o , υγρόψυκτος, 2ΕΕΚ/4 βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 97 x 67,5
Κυβικά (cc): 997,62
Σχέση συμπίεσης: 11,8:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός Marelli
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 1 σε 2
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος, μονόδρομος
Σχέσεις ταχυτήτων: 6
Τελική μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια



ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Αλουμινένιο περιμετρικό δύο δοκών, αφαιρούμενο αλουμινένιο υποπλαίσιο
Γωνία κάστερ (o): 25
Ίχνος (mm): 103,7
Μεταξόνιο (mm): 1.410
Ύψος σέλας (mm): 810
Βάρος κενή/γεμάτη (kg): 185/197,6
Βάρος, ζυγισμένο, γεμάτη (kg): 213,5
Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 18/4
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Ανεστραμμένο
Διάμετρος (mm): 43
Διαδρομή (mm): 120
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίων, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς
Πίσω: Ένα αμορτισέρ, μοχλικό
Διαδρομή (mm): 133
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς


ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 320mm, ακτινικές δαγκάνες με τέσσερα έμβολα
Πίσω: Δίσκος 220mm, δαγκάνα με δύο έμβολα


ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 120/70-17
Ζάντα: 3,50 x 16
Πίσω
Ελαστικό: 190/50 - 17
Ζάντα: 5 x 17


ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Ταχύμετρο, στροφόμετρο, ολικός και δύο μερικοί χιλιομετρητές, ρολόι, ενδείξεις για μέγιστη ταχύτητα / μέση ωριαία, υπολογιστής ταξιδιού, χρονόμετρο, shift light, δείκτης βενζίνης / ρεζέρβα






ΛΕΖΑΝΤΑ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΟΣ




Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 115,5/9.700
Ροπή στον τροχό (Kg.m/rpm): 9,1 /8.500


Ο μεγάλος δικύλινδρος έχει πολύ καλή απόδοση και λειτουργία ακόμη και στις χαμηλές στροφές κάνοντας εύκολα ήρεμες βόλτες. Ο ξεχωριστός του χαρακτήρας όμως είναι η απολαυστική του απόδοση στις μεσαίες και είναι ακριβώς αυτό που δίνει τον εκρηκτικό χαρακτήρα στη μοτοσυκλέτα.


ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (L/100Κm)
Μέση: 8
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (Km)
Μέση : 225

Honda Integra 2012 -2014

Από τον

Χρήστο Πατεράκη

29/8/2015

Εξαιρετική περίπτωση

Το Integra της Honda απoτελεί μια εξαιρετική και ξεχωριστή περίπτωση ανάμεσα σε όλα τα μοντέλα που παράγονται, όχι μόνο της Honda αλλά και όλων των κατασκευαστών. Οι λόγοι γι' αυτόν τον χαρακτηρισμό είναι αρκετοί, αλλά ο κυριότερος είναι το ότι πρόκειται για μια καμουφλαρισμένη μοτοσυκλέτα

Όταν αντικρίζεις για πρώτη φορά το Integra αποκλείεται να το κατατάξεις στις μοτοσυκλέτες. Πρέπει να είναι εκπαιδευμένο το μάτι για να σταθεί στο πίσω μέρος, όπου υπάρχει ένα κανονικό ψαλίδι και η αλυσίδα της τελικής μετάδοσης, για να συνειδητοποιήσεις ότι κάτι διαφορετικό έχεις μπροστά σου, αλλιώτικο από τα συμβατικά scooter. Ακόμη και όταν ανέβεις πάνω του, όλα δείχνουν ότι βρίσκεσαι στο περιβάλλον ενός scooter με ένα κεντρικό τούνελ ανάμεσα στα πόδια σου, την ψηλή ζελατίνα και το πλατύ φαίρινγκ για να διώχνει μακριά τον αέρα και το νερό της βροχής. Μπορεί το περιβάλλον και η θέση οδήγησης να θυμίζει έντονα scooter αλλά είναι ένα φαινόμενο απατηλό. Tα πλαστικά του κρύβουν από κάτω τους μια κανονική μοτοσυκλέτα, όσον αφορά την κατασκευή και την χωροταξία. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι το Integra είναι το τρίτο μοντέλο της Honda που προήλθε από την κοινή πλατφόρμα των NC. Σε αυτήν χρησιμοποιήθηκε ένας ολοκαίνουργιος δικύλινδρος κινητήρας με την έντονη κλίση των 62o για το μπλοκ των κυλίνδρων προς τα εμπρός, αποτελώντας ενεργό μέρος του ατσάλινου σωληνωτού πλαισίου. Το ρεζερβουάρ είναι τοποθετημένο κάτω από την σέλα και αυτή την αρχιτεκτονική μοιράστηκαν και τα τρία μοντέλα, ΝC700X, ΝC700S και το Integra. O δικύλινδρος κινητήρας όμως αποτελεί από μόνος του ένα νέο κεφάλαιο στην κατασκευή των σύγχρονων μοτοσυκλετών. Με την σχεδίασή του η Honda απάντησε στο ζήτημα που αφορά στην μείωση της κατανάλωσης, σχεδιάζοντάς τον με κανόνες που είδαμε πρώτη φορά συγκεντρωμένους σε κινητήρα μοτοσυκλέτας. Υποτετράγωνες διαστάσεις, χαμηλό όριο περιστροφής, ψεκασμός με έναν αυλό και για τους δυο κυλίνδρους, λεπτομερής φροντίδα για την μείωση των απωλειών στο εσωτερικό του κινητήρα. Σε πρακτικό επίπεδο είδαμε ότι είναι εφικτό να έχουμε μοτοσυκλέτες μεσαίου κυβισμού, στην περίπτωσή μας 670 κυβικών, που καταναλώνουν γύρω στα τέσσερα λίτρα βενζίνης για κάθε εκατό χιλιόμετρα, όσο καίνε δηλαδή οι μοτοσυκλέτες με μονοκύλινδρους κινητήρες 250 κυβικών. Στον τομέα του κινητήρα όμως υπάρχει ακόμη ένα πολύ σημαντικό κεφάλαιο και αφορά την χρήση της μετάδοσης με τους δυο συμπλέκτες, την DCT, που πρώτη - και ακόμη μοναδική – κατασκεύασε και διέθεσε η Honda, κάνοντας την αρχή το 2010 με την VFR1200F. To Integra διατέθηκε σε μια και μόνη έκδοση έχοντας τόσο το ABS όσο και την DCT στον στάνταρ εξοπλισμό του. H ύπαρξη αυτής της τεχνολογίας βοήθησε ώστε να γεφυρωθούν οι διαφορές ανάμεσα στις συμβατικές μοτοσυκλέτες και τα συμβατικά scooter και να δημιουργηθεί το νέο είδος που έχει για ιδρυτικό μέλος το Integra. Σε αυτό το μοντέλο ενοποιήθηκαν τεχνολογίες και χαρακτηριστικά δημιουργώντας κάτι εντελώς καινούργιο που δεν έχει βάση σύγκρισης με κάτι άλλο. Είναι απλά το Integra που το κατατάσσεις αρχικά σαν άλλο ένα μοντέλο scooter. Αυτή η λαθεμένη αρχική αντίληψη, διαλύεται μόλις το οδηγήσεις. Kαι για να ξεκινήσεις την πρώτη βόλτα σου θα πρέπει κάποιος να σου έχει πει ότι είναι απαραίτητο να πιέσεις το κουμπάκι που βρίσκεται ανάμεσα σε αυτό της μίζας και του kill switch στο δεξί άκρο του τιμονιού. Μόλις το πατήσεις εμπλέκεται η μετάδοση DCT και πλέον ανοίγοντας το γκάζι το Integra ξεκινά. H αρχική πεποίθηση ότι πρόκειται για άλλο ένα μοντέλο scooter αρχίζει και αλλάζει από τα πρώτα, όχι λεπτά, αλλά δευτερόλεπτα της οδήγησής του. Ακριβέστερος και ευκολότερος έλεγχος, διαφορετικός, μπάσος και βαρύς ήχος από την εξάτμιση, απουσία των ήχων των συμβατικών μεταδόσεων συνεχώς μεταβαλλόμενης σχέσης, καλύτερη επικοινωνία του γκαζιού με τον πίσω τροχό, διαφορετική και πολύ πιο άνετη λειτουργία της ανάρτησης από το πίσω μέρος, είναι τα στοιχεία που γίνονται αμέσως αντιληπτά. Η θέση οδήγησης θυμίζει αυτή των scooter, με αρκετά περιορισμένο μάλιστα τον χώρο τόσο για τα πόδια όσο και για τα γόνατα των ψηλών αναστημάτων, αλλά ακόμη και αυτό το μειονεκτικό χαρακτηριστικό αμβλύνεται από τον ποιότητα της συμπεριφοράς του Integra. H μετάδοση DCT που συμβάλει καθοριστικά με τις ευκολίες και την "εξυπνάδα" που λειτουργεί, δίνει την δυνατότητα αυτόματης αλλαγής των έξι σχέσεων που διαθέτει σε δυο επιλεγόμενες καταστάσεις, την στάνταρ D και την πιο δυναμική S όπου οι αλλαγές ταχυτήτων γίνονται σε ψηλότερες στροφές. O αναβάτης έχει την δυνατότητα επιλογής της χειροκίνητης αλλαγής ταχυτήτων, με κουμπάκια στο αριστερό άκρο του τιμονιού, για να έχει πληρέστερο έλεγχο όπως σε μια ορεινή διαδρομή που θέλει να την οδηγήσει πιο σβέλτα, για παράδειγμα. Σε αυτό πεδίο χρήσης, o αναβάτης του Integra έχει αρωγό το στιβαρό πλαίσιο, το πιρούνι με την σφικτή αίσθηση και την καλή πληροφόρηση, αλλά και τα ακούραστα από το βάρος του Integra φρένα με την συνδυασμένη λειτουργία και το ABS. To ίδιο Integra που ξύνει το κεντρικό σταντ του στην άσφαλτο του επαρχιακού δρόμου στην βόλτα της Κυριακής, μετατρέπεται σε ένα βελούδινο αγχολυτικό μέσο για την καθημερινή μετακίνηση τις εργάσιμες μέρες της βδομάδας. Με κάποιες υποχωρήσεις που επικεντρώνονται στον μικρό αποθηκευτικό χώρο κάτω από την σέλα, αλλά και σε αυτόν που διαθέτει για τα πόδια και τα γόνατα του αναβάτη, τo Integra της πρώτης γενιάς παραμένει μια ιδιαίτερη και ξεχωριστή επιλογή υψηλής ποιότητας. Στην δεύτερη γενιά του, μετά το 2014, βελτιώθηκαν κάποια από αυτά τα θέματα, μεγάλωσε ο κυβισμός του κινητήρα, έγινε ακόμη καλύτερη η λειτουργία της DCT,αλλά "έχασε" τα συνδυασμένης λειτουργίας φρένα του.

 

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος: Tετράχρονος, δικύλινδρος σε σειρά, υγρόψυκτος , 1ΕΕΚ/4 βαλβίδες

Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 73 x 80

Κυβικά (cc): 670

Σχέση συμπίεσης: 10,7:1

Ανάφλεξη: Ψηφιακή         

Τροφοδοσία: Ψεκασμός PGM με έναν αυλό 36mm   

Σύστημα εκκίνησης:            Μίζα

Σύστημα εξαγωγής:      1 σε 1

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Τύπος συμπλέκτη:            DCT, δυο πολύδισκοι συμπλέκτες με αυτόματη λειτουργία

Σχέσεις ταχυτήτων: έξι

Τελική μετάδοση:            Αλυσίδα, γρανάζια

Στην αρχή χρειάζεται λίγη εξοικείωση για την χρήση για τις λειτουργίες της μετάδοσης DCT. H αρχή πάντως γίνεται από το μεσαίο κουμπί στους δεξιούς διακόπτες

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος: Ατσάλινο σωληνωτό, με τον κινητήρα ενεργό μέρος

Γωνία κάστερ (o):       27

Ίχνος (mm):            110

Μεταξόνιο (mm):  1.525

Ύψος σέλας (mm):  790

Βάρος κατασκευαστή γεμάτη(kg): 238

Πραγματικό βάρος γεμάτη, ζυγισμένη (Kg): 238,5

Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 14,1   

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Εμπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι

Διάμετρος (mm):  41

Διαδρομή (mm):  120                

Ρυθμίσεις: Καμία 

Πίσω:  Ένα αμορτισέρ, μοχλικό

Διαδρομή τροχού(mm): 120    

Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου

 

ΦΡΕΝΑ

Εμπρός: Ένα δισκόφρενο 320mm, δαγκάνα με τρία έμβολα, ABS

Πίσω:     Δισκόφρενο 240mm, δαγκάνα με ένα έμβολο, συνδυασμένα, ABS, δαγκάνα χειρόφρενου

 

Ακούραστα είναι τα φρένα παρά το μοναδικό δισκόφρενο και το αρκετό βάρος του. Το πιρούνι έχει σφικτή λειτουργία

 

ΤΡΟΧΟΙ

Εμπρός

Ελαστικό:            120/70 - 17

Ζάντα:             3,50 x 17in, χυτή αλουμινένια

Πίσω

Ελαστικό:            160/60 -17

Ζάντα:             4,50 x 17in, χυτή αλουμινένια

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

 

Ψηφιακά όργανα με ταχύμετρο, στροφόμετρο, στάθμη καυσίμου, ένδειξη σχέσης κιβωτίου/κατάσταση μετάδοσης, ένας ολικός και δυο μερικούς χιλιομετρητές, ενδεικτικές λυχνίες για νεκρά/φλας/φώτα/λειτουργία ψεκασμού, χειρόφρενο, αλάρμ, χώρος κάτω από τη σέλα (15l) ντουλαπάκι στη ποδιά, έξοδος ρεύματος 12V

Μόνο ψηφιακές είναι οι ενδείξεις στην οθόνη με την λεπτή μπαρίτσα στο επάνω μέρος να αποτυπώνει τις στροφές

ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ

Ισχύς κατασκευαστή (HP/rpm): 51,8/6.250

Ροπή κατασκευαστή (Kg.m/rpm):            6,2/4.750

Επιτάχυνση 0 - 400m (sec): 14,24

Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 45,9/6.200

Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 5,7/4.600

Στον σχεδιασμό του κινητήρα η έμφαση δόθηκε στην απόδοση στις πολύ χαμηλές, τις χαμηλές και τις μεσαίες στροφές. Ψηλές στροφές για αυτόν τον κινητήρα δεν υπάρχουν αφού ο κόφτης επεμβαίνει στις 6.500 στροφές. Μόλις ξεπεράσει το ρελαντί των 1200 στροφών ο δικύλινδρος στέλνει περισσότερα από 2 χιλιογραμμόμετρα που ξεκινούν ομαλότατα το Integra. H ομαλότητα, η γραμμικότητα και η μικρή κατανάλωση είναι χαρακτηριστικά αυτού του δικύλινδρου. Kάθε 12.000 χιλιόμετρα χρειάζεται αλλαγή λαδιών

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)

Μέση: 4,3

ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)

Μέση: 327

 

ΤΙΜΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ (με ΦΠΑ 23%, €)

    

Έμβολο πλήρες : 171,58

Μπιέλα : 194,61           

Τελικό εξάτμισης : 468,93           

Εμπρός φτερό :177,91                      

Εμπρός ζάντα: 768,35

Μανέτα δεξιά :15,68

Σέλα αναβάτη: 472,61                       

Πλαίσιο: 2.826,72

Oι προαναφερόμενες τιμές ίσχυαν τον Ιούνιο του 2015  

 

Μειονέκτημα για το Integra αποτελεί ο μικρός αποθηκευτικός χώρος κάτω από την σέλα. Διακρίνεται και το ρεζερβουάρ με την τάπα του να φαίνεται κάτω από την σέλα του συνεπιβάτη

 

Πολύ άνετη είναι η σέλα του αναβάτη. Ο συνεπιβάτης ανεβαίνει στην δική του εύκολα, σαν να κάθεται σε μοτοσυκλέτα

H εικόνα του ψαλιδιού και της αλυσίδας διαφοροποιεί το Integra από τα συμβατικά σκούτερ