Aprilia RSV Mille R Factory (2004 - 2009)

Από το

Μαύρο Σκύλο

20/8/2010

Κατάφερε στο πέρασμά της όχι μόνο να εισβάλλει στην κυριαρχία των Ιαπώνων στα superbike, αλλά και να γίνει αγαπητή στον κόσμο. Δεν έχει υπερεπιδόσεις και υπερβολικό γκάζι, αλλά είναι ένα απόλυτα ισορροπημένο σύνολο με εξωτικά περιφερειακά που τα καταφέρνει περίφημα παντού
[blockquote]Ναι...
Γιατί είναι ένα ολοκληρωμένο superbike
Όχι...
Γιατί είναι από τα πιο βαριά superbikes...
Γιατί...
Ο συνδυασμός του συγκεκριμένου πλαισίου και του συγκεκριμένου κινητήρα, είναι πραγματικά ένα "ποίημα" για τον δρόμο και την πίστα
Tι πρέπει να προσέξετε
Αυτό ο δικύλινδρος έχει αποδειχθεί “τέρας" αξιοπιστίας, οπότε δεν υπάρχει κάποιος ιδιαίτερος τομέας που "πονάει" μηχανολογικά. Βεβαιωθείτε ότι η συντήρηση έχει τηρηθεί, όπως προτείνει η Aprilia, και ψάξτε για τυχόν σημάδια που θα μαρτυρούν σκληρή χρήση σε πίστα ή και πτώση (όπως για παράδειγμα ισιωμένο υποπλαίσιο κ.λπ.)[/blockquote]
Έκανε τα πρώτα της βήματα στα τέλη της δεκαετίας του ‘90, όταν οι Γιαπωνέζοι μάχονταν σώμα με σώμα με τα τετρακύλινδρα 1000 και 900 της εποχής και έδειξε αμέσως άκρως ανταγωνιστική. Το ίδιο ακριβώς συνέχισε να κάνει και στη συνέχεια της καριέρας της, που μετά το 2004 ανανεώθηκε, έχοντας αυτή τη φορά απέναντί της τους ίδιους, αλλά πολύ πιο ισχυρούς τετρακύλινδρους κινητήρες των 1000 κυβικών των Γιαπωνέζων που πλέον είχαν αποκτήσει σχεδόν 150 άλογα στο τροχό. Ο δικύλινδρος κινητήρας της Rotax που έχει στα σπλάχνα του το Mille σίγουρα δεν μπορούσε να έχει τέτοια απόδοση, οπότε οι άνθρωποι της Aprilia συνέχισαν την Ιταλική συνταγή για μια καλή μοτοσυκλέτα. Αυτή δεν ήταν άλλη από την τοποθέτηση ενός πολύ ισχυρού και άκαμπτου αλουμινένιου πλαισίου, αλλά και την προσθήκη αναρτήσεων με την υπογραφή της Ohlins. Τα φρένα είναι της Brembo με δαγκάνες ακτινικά τοποθετημένες τεσσάρων εμβόλων, τα οποία μαζί με το ακριβέστατο πιρούνι συνέθεταν ένα καλορυθμισμένο μπροστινό σύστημα που σε προδιέθετε ανάλογα για το πώς πρέπει να οδηγήσεις αυτή την μοτοσυκλέτα. Το κερασάκι στην τούρτα είναι και οι σφυρήλατες ζάντες της ΟΖ, οι οποίες σημαντικά το αναρτώμενο βάρος της μοτοσυκλέτας.
Ανεβαίνοντας στη σέλα της, αίσθηση προκαλεί η ευρυχωρία που διαθέτει, καθώς από τα κλιπ ον είναι αρκετά μακριά, όπως και τα μαρσπιέ. Βέβαια, αίσθηση προκαλούν και τα παραπανίσια κιλά της που ξεπερνούν τα 215, νούμερο στο άνω άκρο της κατηγορίας, το οποίο ευτυχώς στην οδήγηση δεν γίνεται αντιληπτό. Το “ζύγισμά” της είναι πολύ καλό και γενικά η οικειότητα που αποκτάς μαζί της δεν θυμίζει και πολύ ιταλική μοτοσυκλέτα. Δεν υπάρχουν καθόλου μηχανικοί θόρυβοι και τα πάντα έχουν μια ποιοτική πινελιά που ξεφεύγει αρκετά από την μαζικότητα των γιαπωνέζικων superbike. Εξίσου ξεχωριστή και όμορφη, ακόμα και σήμερα, είναι η εμφάνισή της, με χαρακτηριστικό στοιχείο το μακρόστενο ρεζερβουάρ και την σχετικά φαρδιά σιλουέτα της, παρά τον στενό δικύλινδρο κινητήρα της. Οδηγώντας την και συγκρίνοντας με τα σημερινά δεδομένα, σίγουρα αυτό που δεν σε εκπλήσσει είναι το γκάζι του κινητήρα της. Δεν διαθέτει την ευστροφία και τη δύναμη των σύγχρονων δικύλινδρων (βλέπε Ducati 1198) και στις υψηλές στροφές υστερεί σημαντικά. Αυτό βέβαια δεν την εμποδίζει να σημειώνει αρκετά καλές επιδόσεις, κάτι που οφείλεται στις σωστά κλιμακωμένες σχέσεις του κιβωτίου ταχυτήτων που εκμεταλλεύονται πλήρως την ισχύ του κινητήρα της. Δεν είναι όπλο και ταχεία υπερυψηλών επιδόσεων, αλλά εύκολα το νούμερο 260 θα εμφανιστεί στην ψηφιακή οθόνη των πληρέστατων οργάνων του, και χωρίς πρόβλημα μπορεί να διατηρεί σταθερά ταχύτητες κοντά στα 240 χιλιόμετρα. Σε αυτά τα απαγορευτικά νούμερα ταχυτήτων, το πολύ ισχυρό πλαίσιο και οι ποιοτικές αναρτήσεις κάνουν εξαιρετική δουλειά, προσφέροντας όχι μόνο  ασφάλεια και σταθερότητα, αλλά και πολύ καλή κατευθυντικότητα. Εκτός εθνικής και σε γρήγορες ανοιχτές στροφές το Mille μπορεί και δείχνει τα ακονισμένα δόντια του ακόμα καλύτερα, αφού η ακρίβεια που προσφέρουν οι αναρτήσεις του επιτρέπουν να στρίβει καταπληκτικά, ενώ η ροπή και η δύναμη στις μεσαίες στροφές που έχει ο δικύλινδρος κινητήρας του επιτρέπει δυνατές και απολαυστικές εξόδους από κάθε στροφή.
Όμως όλα αυτά τα απολαμβάνεις καλύτερα μέσα στην πίστα, αφού ουσιαστικά η μοτοσυκλέτα εκεί έχει εξελιχθεί και μπορείς να κινηθείς πραγματικά γρήγορα χάρη στο πολύ καλό “πακέτο” αναρτήσεων και πλαισίου, ενώ στους καλούς χρόνους στην πίστα που μπορεί να πετύχει βοηθάει και ο αδύναμος μεν αλλά πολύ γραμμικός κινητήρας του που σου επιτρέπει να κρατάς σχεδόν παντού το γκάζι ανοιχτό. Μην ξεχνάτε ότι το 2007 κατάφερε και βγήκε πρώτη στο Master bike κόντρα σε όλα τα γιαπωνέζικα και ευρωπαϊκά της εποχής εκείνης.
Σήμερα δεν είναι και πολύ εύκολο να βρεις μεταχειρισμένη μια Aprilia Mille Factory, καθώς οι περισσότεροι ιδιοκτήτες τους δύσκολα την αλλάζουν παρά την έλευση του νέου RSV4. Για αυτό το λόγο κρατά και υψηλή μεταπωλητική αξία που σχεδόν αγγίζει τα 7.500 ευρώ. Είναι μια μοτοσυκλέτα που μπορείς να ταξιδέψεις σχετικά άνετα, να ευχαριστηθείς χωρίς ουρλιαχτά και πολλή προσπάθεια για γρήγορη οδήγηση στο δρόμο, ενώ μπορείς ταυτόχρονα με ένα ζευγάρι racing ελαστικά να γράψεις και πολύ καλούς χρόνους σε μια πίστα. Επίσης, είναι και η τελευταία Aprilia που φέρει το λογότυπο Mille στα πλαστικά της…   



ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, δικύλινδρος V600, υγρόψυκτος με 2 EEK και τέσσερις βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 97x67,5
Κυβικά (cc): 997,6
Σχέση συμπίεσης: 11,8:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός Sagem
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 1 σε 2 σε 1


ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος Συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος
Σχέσεις ταχυτήτων: 6
Τελική Μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια / 2,687


ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Αλουμινένιο, δύο δοκών
Γωνία κάστερ (o): 25
Ίχνος (mm): 101,7
Μεταξόνιο (mm): 1418
Ύψος σέλας (mm): 810
Βάρος κενή / γεμάτη (kg): 185
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Ανεστραμμένο Ohlins
Διάμετρος (mm): 43
Διαδρομή (mm): 120
Ρυθμίσεις: Απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς, προφόρτιση
Πίσω: Μονόμπρατσο ψαλίδι, ένα αμορτισέρ Ohlins με μοχλικό
Διαδρομή (mm): 120
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς και συμπίεσης


ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 320 χιλιοστών, δαγκάνες με τέσσερα έμβολα
Πίσω: Δίσκος 255mm, δαγκάνα με δυο έμβολα


ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 120/70-17
Ζάντα: 3,50x17''
Πίσω
Ελαστικό: 190/55-17
Ζάντα: 6 x17''


ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Tαχύμετρο και στροφόμετρο με αναλογικές ενδείξεις, δύο μερικοί και ένας ολικός χιλιομετρητής, ενδείξεις για ποσότητα καύσιμου, θερμοκρασία περιβάλλοντος / ψυκτικού, ρολόι, ενδεικτικές λυχνίες για νεκρά / φλας / μεγάλη σκάλα φώτων / πίεση λαδιού / ψεκασμό / ρεζέρβα / ανοιχτό σταντ / προειδοποίηση service


ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (HP/rpm): 143/10.000
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm): 9,8 / 7.250


ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΙΠΠΟΔΥΝΑΜΗΣ
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 124,5 / 9.700
Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 9,9 / 7.600


ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)
Μέση: 7,4

Suzuki ΑΝ Burgman 650A Executive (2004 - 2012)

Από τον

Χρήστο Πατεράκη

27/7/2015

Λιμουζίνα

 

Το 2002 η Suzuki παρουσίασε το μεγαλύτερο Burgman, το AN650, ανεβάζοντας πολύ τον πήχη της κατηγορίας των μεγάλων σκούτερ. Το Burgman που γεννήθηκε τότε, όχι μόνο ήταν το ισχυρότερο σκούτερ που υπήρχε, αλλά και φορτωμένο με καινοτομίες που το έκαναν να κοιτάζει κάθε ανταγωνιστική κατασκευή αφ’ υψηλού

 

Κάτω από τις τεράστιες επιφάνειες των πλαστικών του επιβλητικού Burgman 650 κρύβεται η δουλειά που είχε κάνει η Suzuki πριν από την παρουσίασή του. Βασικό χαρακτηριστικό της δομής του αποτελούσε ο δικύλινδρος κινητήρας που σχεδιάστηκε αποκλειστικά για αυτό. Τότε που παρουσιάστηκε ήταν ο μεγαλύτερος σε κυβισμό που είχε τοποθετηθεί σε σκούτερ, αλλά δεν ήταν αυτό το χαρακτηριστικό που τον έκανε ξεχωριστό. Ξεχωριστός ήταν κυρίως για την μετάδοσή του. Η Suzuki τοποθέτησε την πρώτη ηλεκτρονικά ελεγχόμενη μετάδοση συνεχούς μεταβαλλόμενης σχέσης. Η Suzuki Electrically-controlled Continuously Variable Transmission (SECVT) όπως ονομάστηκε, έδινε στον αναβάτη την δυνατότητα να κάνει και χειροκίνητες αλλαγές των πέντε σχέσεων πατώντας κουμπάκια με τον αριστερό του αντίχειρα. Στο πακέτο της μετάδοσης χρησιμοποιήθηκε ένας σημαντικά εξελιγμένος ιμάντας, πολύδισκος υγρός συμπλέκτης και η ξεχωριστή τελική μετάδοση με την συστοιχία γραναζιών να βρίσκονται σε μπάνιο λαδιού.

Εκτός από την δυνατότητα των χειροκίνητων αλλαγών σχέσεων η Suzuki το εξόπλισε και με δυο επιλεγόμενα προγράμματα αυτόματης μετάδοσης, το Νormal και το Power, με το δεύτερο να κάνει την μετάδοση πιο “κοντή” για ισχυρότερες επιταχύνσεις. Όμως, ήταν η δυνατότητα των χειροκίνητων αλλαγών που έδιναν την αίσθηση οδήγησης μοτοσυκλέτας με το πίσω λάστιχο να στριγγλίζει και τις στροφές του κινητήρα να φθάνουν στον κόφτη, όταν καθυστερούσες την αλλαγή. Διαφορετική από των συμβατικών σκούτερ όμως δεν ήταν μόνο η μετάδοση, αλλά και η οδική συμπεριφορά του. Η Suzuki είχε σχεδιάσει για το κορυφαίο της σκούτερ ένα ατσάλινο σωληνωτό πλαίσιο, που τοποθετούσε πολύ χαμηλά και μπροστά τον κινητήρα με τους σχεδόν οριζόντιους κυλίνδρους, ενώ το πιρούνι έδενε σε δυο πλάκες, όπως και στις μοτοσυκλέτες. Για την ανάρτηση του πίσω τροχού επιλέχθηκε η συνηθισμένη λύση των δυο αμορτισέρ που σε συνδυασμό με την τοποθέτηση του ρεζερβουάρ πάνω από τον κινητήρα έδωσε εντυπωσιακά μεγάλο αποθηκευτικό χώρο κάτω από τη σέλα. Για να επιβραδύνει το Burgman 650 τοποθετήθηκαν δυο δισκόφρενα στον μπροστινό τροχό και ένα στον πίσω, ενώ στο σύνολο των φρένων του υπάρχει και χειρόφρενο για την στάθμευση, επιλογή σωστή για το βάρος του. Αξιοσημείωτο είναι ότι ακόμη και για το πρώτο μοντέλο του 2002 υπήρχε επιλογή για έκδοση με ABS.

Το 2004 δημιουργήθηκε η έκδοση Executive, η πολυπληθέστερη στην Ελλάδα, με το ABS να ανήκει στον στάνταρ εξοπλισμό του. Mαζί με αυτό, η πλουσιότερη έκδοση διέθετε ηλεκτρικά ρυθμιζόμενη ζελατίνα, αλλά και καθρέφτες που δίπλωναν με το πάτημα ενός κουμπιού. Το πλαίσιο και οι ποιοτικές αναρτήσεις του έδιναν μεγάλη σταθερότητα και ο αναβάτης του μεγάλου σκούτερ μπορούσε να χρησιμοποιήσει την ισχύ των μπροστινών φρένων με τρόπο που δεν θα μπορούσε να κάνει με κανένα άλλο maxi scooter. Η καλή του οδική συμπεριφορά συνδυάζεται με άφθονους χώρους, μεγάλη προστασία από τις καιρικές συνθήκες, πλούσιο εξοπλισμό και υψηλή ποιότητα κατασκευής. Συγχρόνως όμως αυτά μεταφράστηκαν τόσο στην υψηλή τιμή του, όσο και στις πληθωρικές διαστάσεις και το βάρος του. Γεμάτο φθάνει τα 277 κιλά, ενώ το πλάτος του και το μεταξόνιο αμαξοστοιχίας που έχει, δεν αφήνουν περιθώρια ελιγμών εάν ο διαθέσιμος χώρος γύρω του δεν είναι ο κατάλληλος για τις διαστάσεις του.

Στα χρόνια που πέρασαν από το 2002 έως τώρα, που η Suzuki έδειξε το ανανεωμένο μοντέλο του 2013, το Burgman 650 έχει αποδείξει την καλή ποιότητα κατασκευής του και την αξιοπιστία, ενώ η αποδοχή και η εμπορική του πορεία δεν ήταν ασήμαντη. Mε μικρές βελτιώσεις από χρονιά σε χρονιά εκπροσωπεί μια δεκαετία την εταιρεία στην κατηγορία των πολυτελών μεγάλων, ενώ για χρόνια ήταν στην κορυφή της. Υπάρχουν αρκετά διαθέσιμα μεταχειρισμένα με τις τιμή τους να ξεκινά από το ένα τρίτο της αρχικής του σαν καινούργιο.

Το Burgman 650 μπορεί να αποτελέσει το μέσο για εκδρομές και ταξίδια για δυο αναβάτες με αποσκευές και με επιδόσεις ικανές για κάθε διαδρομή και συνθήκες κίνησης.

 

 

 

Tα πλαστικά του είναι πολλά, μεγάλα και ακριβά, οπότε ο έλεγχος αρχίζει από αυτά. Εξετάστε την λειτουργία όλων των συστημάτων και κυρίως την λειτουργία της μετάδοσης σε όλα τα προγράμματα, ενώ ένας έλεγχος του SECVT σε συνεργείο που γνωρίζει θα πιστοποιήσει την κατάστασή του. Υπάρχουν εκεί μέσα ακριβά εξαρτήματα που φθείρονται γρήγορα, εάν ο ιδιοκτήτης του ήταν “βάρβαρος” κάνοντας μονίμως οριακές εκκινήσεις. Το μεγάλο μήκος του είναι υπεύθυνο για το εύκολο κοπάνημα σε πεζοδρόμια με πιθανό αποτέλεσμα το στραβωμένο ψυγείο ή και το μπλοκαρισμένο βεντιλατέρ. Εάν το υποψήφιο για αγορά φοράει καμιά φασαριόζικη εξάτμιση και ο πωλητής δεν έχει την γνήσια φύγετε για αλλού

 

 

 

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος: Tετράχρονος, δικύλινδρος σε σειρά, υγρόψυκτος 2ΕΕΚ/4 βαλβίδες

Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 75,5 x 71,3

Κυβικά (cc): 638

Σχέση συμπίεσης: 11,2:1            

Ανάφλεξη: Ψηφιακή         

Τροφοδοσία: Ψεκασμός     

Σύστημα εκκίνησης:                        Μίζα

Σύστημα εξαγωγής:                        2 σε 1

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Τύπος συμπλέκτη:  Φυγοκεντρικός, υγρός, πολύδισκος

Μετάδοση: Συνεχώς μεταβαλλόμενης σχέσης με τροχαλίες και ιμάντα / κατ’ επιλογή ηλεκτρονικά ελεγχόμενη με χειροκίνητη επιλογή πέντε σχέσεων

Τελική μετάδοση:  Συστοιχία γραναζιών

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος: Ατσάλινο σωληνωτό

Γωνία κάστερ (o):26

Ίχνος (mm):            106

Μεταξόνιο (mm):  1.595 

Ύψος σέλας (mm):  750

Βάρος κατασκευαστή κενή (kg): 244/               

Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l):   15/3

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Εμπρός: Συμβατικό πιρούνι

Διάμετρος (mm):  41

Διαδρομή (mm):  105                

Ρυθμίσεις: Καμία

Πίσω: Δύο αμορτισέρ

Διαδρομή (mm): 100

Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίων

 

 

Το “κέντρο ελέγχου” συγκεντρώνεται στον αριστερό διακόπτη. Αλλαγές ταχυτήτων, επιλογή προγράμματος μετάδοσης, απόδοση κινητήρα ελέγχονται από τα κουμπάκια που βρίσκονται εδώ

 

 

ΦΡΕΝΑ

Εμπρός: Δυο δισκόφρενα 260mm, δαγκάνες με δύο έμβολα, ABS

Πίσω:  Δισκόφρενο 250mm, δαγκάνα με δύο έμβολα, ABS

 

ΤΡΟΧΟΙ

Εμπρός

Ελαστικό: 120/70 - 15

Ζάντα: 3,5 x 15

Πίσω

Ελαστικό: 160/60 -14

Ζάντα: 4,5 x 14

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Οθόνη LCD με ενδείξεις ταχύμετρου / στροφόμετρου / ολικού και δύο μερικών χιλιομετρητών / στάθμης λαδιού / προειδοποίηση αλλαγής λαδιού /στάθμης βενζίνης / θερμοκρασίας ψυκτικού / ώρας. Ενδεικτικές λυχνίες αυτόματου κιβωτίου (Drive) / σχέσης στο κιβώτιο SECVT, Power/Normal mode / μεγάλης σκάλας φώτων / φλας / υψηλής θερμοκρασίας ψυκτικού / διαγνωστικό μετάδοσης-ψεκασμού / ABS / χειρόφρενο / χαμηλής πίεσης λαδιού. Κεντρικό και πλάγιο σταντ, εργαλεία, ηλεκτρικά αναδιπλούμενοι καθρέπτες, ηλεκτρικά ρυθμιζόμενη ζελατίνα, φωτιζόμενος αποθηκευτικός χώρος κάτω από τη σέλα, τρία ντουλαπάκια στην ποδιά, χειρολαβές και πλάτη συνεπιβάτη, υποστήριξη μέσης αναβάτη, πρίζα 12V, χειρόφρενο, θερμαινόμενα γκριπ και σέλα.

ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ

Ισχύς κατασκευαστή (HP/rpm): 55/7.000

Ροπή κατασκευαστή (Kg.m/rpm): 6,3/5.000

Επιτάχυνση 0 - 400m (sec): 15,90 (normal) 15,72 (power)

 

 

Ο δικύλινδρος κινητήρας στέλνει περισσότερους από σαράντα ίππους στον τροχό δίνοντας ισχυρές επιδόσεις στο βαρύ σύνολο. Στο διάγραμμα αποτυπώνεται με σαφήνεια η διαφορά των δυο προγραμμάτων της αυτόματης μετάδοσης, με αυτό της Power να έχει σημαντικά περισσότερη ισχύ μέχρι να πιάσει τα 140 χιλιόμετρα το Burgman, ενώ από εκεί και πάνω η απόδοση είναι η ίδια με του προγράμματος normal.

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)

Μέση:            7

ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)

Μέση:            215

 

 

ΤΙΜΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ (με ΦΠΑ 23%)

 

Έμβολο πλήρες:152,02         

Μπιέλα :56    

Τελικό εξάτμισης :392   

Εμπρός φτερό:114                 

Εμπρός ζάντα: 231                 

Μανέτα δεξιά:35,14   

Σέλα:523,73

Ζελατίνα φαίρινγκ: 385,91           

Πλαίσιο:676,50       

Οι τιμές ίσχυαν τον Ιανουάριο του 2013

Τρία ντουλαπάκια -το ένα με κλειδαριά- υπάρχουν στην ποδιά του

Τεράστια σε διαστάσεις και αρχοντική είναι η σέλα και για τους δυο αναβάτες. Η υποστήριξη της μέσης του αναβάτη ρυθμίζεται κατά μήκος δίχως εργαλεία

Πολύ καλά είναι τα φρένα του, όπως και η λειτουργία του ABS. Η συνεισφορά του πιρουνιού σε αυτό, όπως και στην οδική του συμπεριφορά γενικότερα, είναι πολύ σημαντική