Καλύτερο το μέλλον της Ducati στο Group VAG

Από το

Μαύρο Σκύλο

18/5/2012

Μετά από μια περίοδο έντονων φημών για την εξαγορά της Ducati ήρθε στις 19 Απριλίου η επίσημη ανακοίνωση της γερμανικής Volkswagen Audi Group / VAG που επιβεβαίωσε την απόφασή της να την αγοράσει.

Η τιμή δεν αποκαλύφθηκε, αλλά οι ειδήσεις λένε ότι η VAG θα πληρώσει στους ιδιοκτήτες της Ducati Performance, έναν όμιλο επενδύσεων με επικεφαλής την οικογένεια Bonomi, το ποσό των 860 εκατομμυρίων ευρώ, για τον έλεγχο του 100% της Ducati, στα οποία περιλαμβάνεται και ένα χρέος 200 εκατομμυρίων ευρώ. Το 2011 έχει επιβεβαιωθεί ότι η Ducati πούλησε 42.233 μοτοσυκλέτες σε όλο τον κόσμο, έχοντας 17,5% αύξηση σε σχέση με τις 36.050 μονάδες που παραδόθηκαν το 2010, με τον κύκλο εργασιών που παράγεται από 1.135 υπαλλήλους της αυξημένο κατά 22% από 392 εκατομμύρια ευρώ το προηγούμενο έτος, στα 480 εκατομμύρια το 2011, το υψηλότερο ποσό μέχρι τώρα για την εταιρεία. Την εξαγορά αναμφίβολα προώθησε ο πρόεδρος της VAG (και, στην ηλικία των 75 ετών, ακόμη ένας ιδιοκτήτης Ducati) Piëch Ferdinand, ο οποίος είχε προηγουμένως εκφράσει δημοσίως τη λύπη του που δεν επέλεξαν να αγοράσουν την Ducati το 1985, όταν η τότε κρατική εταιρεία είχε σοβαρά οικονομικά προβλήματα, δηλώνοντας σε μια συνέντευξη του 2008 στο γερμανικό περιοδικό Stern ότι “ακόμη θέλω μια μικρή, πολύτιμη, εταιρεία κατασκευής μοτοσυκλετών." Πολλοί αναλυτές πιστεύουν ότι η απόκτηση της Ducati, παρόλο το ότι δεν έγινε στο ύψος της τιμής του ενός δισεκατομμυρίου που αναζητούσε η οικογένεια Bonomi, έχει και μια δόση ματαιοδοξίας και δεν είναι “έξυπνη επένδυση”, αλλά με τα 17 δισεκατομμύρια ευρώ που διαθέτει η VAG, σίγουρα μπορεί να αντέξει μια τέτοια πολυτέλεια. Η απόκτηση της Ducati από τη VAG δεν μπορεί παρά να είναι ένα θετικό βήμα για την πρόοδό της. Πλέον δεν ανήκει σε κερδοσκόπους επενδυτές που βλέπουν την Ducati σαν μια βραχυπρόθεσμη επένδυση, και προσπαθούν να αποκομίσουν το μεγαλύτερο δυνατό κέρδος, κάνοντας μόνο τις ελάχιστες δυνατές επενδύσεις προκειμένου να την πουλήσουν σύντομα στην μεγαλύτερη τιμή. Τώρα ανήκει σε μια από τις μεγαλύτερες αυτοκινητοβιομηχανίας στον κόσμο, η οποία έχει ήδη αποδείξει με την επιτυχημένη ιδιοκτησία της Lamborghini (αλλά και της Bentley, της Italdesign και της Bugatti) ότι μπορεί να διαχειριστεί με επιτυχία την ανάπτυξη μιας εταιρείας με κύρος, όπως η Ducati, και φυσικά διαθέτει τους απαραίτητους πόρους, οικονομικούς, τεχνικούς και ανθρώπινους για να το κάνει σε μακροπρόθεσμη βάση. Σκεφτείτε ότι το 1997, το έτος πριν από την εξαγορά της από τη VAG, η Lamborghini πούλησε 209 Diablo, ενώ μια δεκαετία αργότερα, το 2007, πριν από την παγκόσμια οικονομική κρίση, η εταιρεία πούλησε 2.580 αυτοκίνητα μια τεράστια αύξηση του όγκου παραγωγής, και της ποιότητας, που επιτεύχθηκε στο πλαίσιο της ιδιοκτησίας από την VAG, και χωρίς να αλλάξουν οι αξίες της φίρμας. Και η Ducati μπορεί να αναμένει μια παρόμοια μεταχείριση. Ωστόσο, είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι η VAG έχει επιλέξει να παρουσιάσει την αγορά της Ducati να γίνεται μέσω της Audi, αν και η Audi AG, είναι μόνο ένα μέρος του ευρύτερου ομίλου VAG. Μπορεί να είναι τυχαίο το γεγονός ότι ο κυριότερος ανταγωνιστής της Audi στον τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας είναι η BMW, η οποία βεβαίως έχει τη δική της εντυπωσιακή επιτυχία στο τμήμα της μοτοσυκλέτας, σαν ο μεγαλύτερος κατασκευαστής.

Στην πρόσφατη αποκλειστική συνέντευξη που μου παραχώρησε ο Claudio Domenicali αποκάλυψε ορισμένους τομείς προϊόντων (off-road, maxi-σκούτερ, κλπ.), στους οποίους πιστεύει πως η Ducati θα πρέπει να αναζητήσει την παρουσία της, με την επιφύλαξη να υπάρχουν οι αναγκαίοι πόροι για την ανάπτυξή τους. Τώρα με την απόκτηση της Ducati από την VAG το κάνει δυνατόν. Θα είναι ενδιαφέρον ακόμη να δούμε εάν η VAG αποφασίσει να συνεχίσει την ανάπτυξη του προτεινόμενου νέου εργοστασίου της Ducati στο οικόπεδο με την μικρότερη έκταση που αποκτήθηκε από την Investindustrial και τους συνεργάτες της ένα χιλιόμετρο απόσταση από το υφιστάμενο εργοστάσιο στο Borgo Panigale, ή θα προτιμήσει την ανάπλαση του υπάρχοντος, το οποίο βρίσκεται σε μεγαλύτερο οικόπεδο. Επιπλέον, ως μέλος της αυτοκρατορίας VAG, η μακροχρόνια συνεργασία της Ducati με την Ferrari, που ανήκει στην Fiat, είναι βέβαιο ότι θα τελειώσει. Ωστόσο, αντί των 45 χιλιομέτρων βορειοδυτικά καθημερινής μετακίνησης από το εργοστάσιο της Ducati μέχρι το Maranello, για συνεργασία με τους μηχανικούς της Ferrari, ή για την χρήση της αεροσήραγγας ή άλλου εξοπλισμού υψηλού επιπέδου, οι μηχανικοί της Ducati θα πρέπει να ταξιδεύουν μόνο 25 χιλιόμετρα βόρεια του Borgo Panigale για να επισκεφθούν το εργοστάσιο της Lamborghini στην Sant' Agata Bolognese, όπου ένας παρόμοιος εξοπλισμός θα είναι σίγουρα διαθέσιμος. Θα δούμε μια Lamborghini με Desmo κινητήρα στο μέλλον; Ποιος ξέρει… Ίσως πάντως ένα σκούτερ Ducati να είναι μόνο θέμα χρόνου!

Maxton Engineering - Απεβίωσε ο ιδρυτής Ron Williams - Ο άγνωστος ρόλος στο HRC και την NR500 με τα οβάλ πιστόνια

Εμβληματικός μηχανικός, με απαράμμιλες γνώσεις, στο όνομα του οποίου οι αγωνιζόμενοι του IOMTT πίνουν νερό
Ron Williams - Maxton Engineering
Κώστα Γκαζή
Από τον

Κώστα Γκαζή

26/11/2024

Ο Ron Williams ήταν ένας πραγματικά ξεχωριστός μηχανικός, με μεγάλη αναγνώριση κυρίως από τους Βρετανούς αγωνιζόμενους που τον προτιμούσαν για τις αναρτήσεις τους, είτε συμμετείχαν στο BSB, είτε σε αγώνες Road-Racing όπως το Isle of Man TT. Όμως παρόλο που ήταν ένας άνθρωπος χαμηλών τόνων, η φήμη του είχε ξεπεράσει τα στενά όρια της χώρας του, με τη Honda να τον προσκαλεί το 1981 στην Ιαπωνία, για να βοηθήσει στην κατασκευή του πλαισίου της πρωτοποριακής NR500 με τα οβάλ πιστόνια. 

Τον Ron τον είχα γνωρίσει τηλεφωνικά, πριν από 30 χρόνια, όταν είχα στην κατοχή μου ένα Suzuki RG 500 Gamma και είχα αγοράσει ανεστραμμένο πιρούνι από GSX-R1100 του 91 για να αντικαταστήσω το συμβατικό πιρουνάκι των 38 mm που φόραγε από το εργοστάσιο. Καθώς σπούδαζα στην Αγγλία, χώρα με πλούσια μηχανολογική παράδοση, οι ερωτήσεις μου για το πού θα μπορούσα να κάνω revalving στο πιρούνι του GSX-R για το βάρος του RG είχαν πάντα την ίδια απάντηση: στη Maxton Engineering.

Πήρα τηλέφωνο την εταιρεία όπου μου απάντησε ο ίδιος ο Ron. Του εξήγησα τι ήθελα να κάνω, και εκείνος μου ζήτησε να του πως το βάρος μου με κράνος και εξοπλισμό μοτοσυκλέτας και να του πω αν θα οδηγούσα στον δρόμο ή σε πίστα. Εκείνος θα αναλάμβανε τα υπόλοιπα -και σε πολύ λογικό αντίτιμο. Του έστειλα μέσω ταχυδρομείου το πιρούνι στο Cheshire, όπου βρίσκεται η εταιρεία, προσεκτικά τυλιγμένο σε διάφορα παλιά ρούχα, με ένα σημείωμα με τις απαντήσεις στα ερωτήματά του.

Λίγες εβδομάδες μετά, είχα στα χέρια μου το πιρούνι και με το πέρας των σπουδών μου, επέστρεψα στην Κρήτη όπου και το τοποθέτησα στο RG, με παράλληλη επέμβαση στο πίσω αμορτισέρ για να ψηλώσει σε σχέση με πριν, και να μη βρίσκουν οι πάνω εξατμίσεις στο φαρδύ ελαστικό που φόραγε η ζάντα του GSX-R1100 που συνόδευε τη μετατροπή. Όμως ενώ είχα ακούσει τα καλύτερα για τον Ron, οι πρώτες βόλτες με το μεταλλαγμένο RG ήταν σκέτη τραγωδία, αφού ακόμα και στις χαμηλές ταχύτητες, τα tank-slapping διαδεχόταν το ένα το άλλο!

RG500 Maxton revalved

Ένα, δύο, τρία, τέσσερα, πέντε… έχανα τον λογαριασμό με το πόσες ταλαντώσεις στα στόπερ του τιμονιού μου επεφύλασσε το κάθε συμβάν. Απελπισμένος τηλεφώνησα εσπευσμένα στη Βρετανία, όπου ο Ron χωρίς να ανεβάσει πίεση μου είπε λακωνικά: “δεν έχω κάνει ποτέ λάθος στις αναρτήσεις μου”. Έτσι έλεγε εκείνος, όμως η κατάσταση συνέχισε να είναι δραματική, κι όποτε έβλεπα σαμάρι ή λακκούβα με έκοβε κρύος ιδρώτας.

Μέχρι εκείνη την επική βόλτα στον ΒΟΑΚ, με μια παρέα εννέα Suzuki, από RGV250, GSX-R750 μέχρι GSX-R1100 με κινητήρα Big Pops Yoshimura... εκεί έδωσα το RG στον μηχανικό μου, ονομαστό κάγκουρα και μηχανικό αγώνων τότε του Σήφη του Σταυρουλάκη που συμμετείχε στο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα Ταχύτητας. Εκείνος στο τιμόνι του RG, μαζί με το GSX-R1100 Big Pops εξαφανίστηκαν μπροστά, και τους βρήκαμε μόνο στο τέλος της βόλτας. Την σκηνή δεν θα την ξεχάσω ποτέ. Το RG και το GSX-R σταματημένα στην άκρη της Εθνικής, και τους δυο αναβάτες να καπνίζουν δίπλα τους. Πιο πολύ όμως κάπνιζαν οι εξατμίσεις του σβηστού RG, που είχαν ανεβάσει θερμοκρασία και έκαιγαν τα υπολείμματα διχρονόλαδου που είχαν μέσα τους!

RG500

“Οι εντυπώσεις σου”… ρώτησα, κι εκείνος με χέρι που έτρεμε ελαφρά μου απάντησε “δεν ξέρεις τι έχεις!” Τι έχανα; Τι δεν καταλάβαινα; “Το πιρούνι δουλεύει εκπληκτικά, αλλά θέλει χιλιόμετρα. Από τα 160 και πάνω δουλεύει όπως κανένα άλλο. Απλώς εμπιστέψου το, ξεπέρασε τα 160 και κράτα το γκάζι ανοιχτό.” Τον εμπιστεύτηκα και ως ανταμοιβή μου, ανακάλυψα κράτημα που δεν μπορούσα ούτε να ονειρευτώ με το προηγούμενο πιρούνι, κράτημα που έφερνε τη μοτοσυκλέτα πολλές δεκαετίες μπροστά, με άμεση σύγκριση με πολύ πιο σύγχρονα σπορ μοντέλα. Σε ευχαριστώ Ron!

Ron Williams

Τα χρόνια πέρασαν, ο Ron μεγάλωσε κι αυτός, και το 2020 υπέστη εγκεφαλικό, με τις επιπτώσεις του οποίου πάλευε τα τελευταία 4 χρόνια. Στις 25/11 μέσω της σελίδας της Maxton Engineering ήρθε η ανακοίνωση της οικογένειάς του που ανέφερε τα εξής: “ Με βαριά καρδιά ανακοινώνουμε τον θάνατο του ιδρυτή και πατέρα της οικογένειας, Ron Williams, ο οποίος πέθανε το βράδυ του Σαββάτου. Ήταν πρωτοπόρος της βιομηχανίας και όλοι μας στη Maxton είμαστε ευγνώμονες που μας έδωσε την ευκαιρία να μάθουμε από εκείνον.”

Ο Ron Williams ίδρυσε τη Maxton το 1971, πουλώντας το αυτοκίνητό του για να χρηματοδοτήσει την επιχείρηση. Το όνομα Maxton ήταν σύνθετη λέξη από το Max (Μέγιστο) και το Ton που στα αγγλικά σημαίνει και τα 100 μίλια την ώρα -160 χλμ/ώρα.

Maxton Engineering

Στην μακρόχρονη καριέρα του, ο Ron Williams ασχολήθηκε πέρα από τις αναρτήσεις για τις οποίες έγινε ιδιαίτερα γνωστός και με τα πλαίσια -δυο τομείς που συνδέονται άρρηκτα, και η βαθιά γνώση του Ron στη γεωμετρία των πλαισίων τον βοηθούσε σε τεράστιο βαθμό στη βελτίωση των εργοστασιακών αναρτήσεων.

Ron Williams

Είχε ξεκινήσει κατασκευάζοντας πλαίσιο για Matchless πριν ασχοληθεί με πλαίσια για τα δίχρονα TZ, και με το τρικύλινδρο  αγωνιστικό Kawasaki KR750 του Mick Grant το οποίο μετασκεύασε βοηθώντας τον Grant να πάρι τον τίτλο στο IOMTT στην κατηγορία Senior το 1975.

Honda NR500

Το 1981, η Honda προσκάλεσε τον Ron στην Ιαπωνία, για να επιθεωρήσει την NR500 με τα οβάλ πιστόνια, και για να βοηθήσει στη δημιουργία ενός πιο συμβατικού πλαισίου, δουλεύοντας μαζί με τους μηχανικούς της ιαπωνικής εταιρείας και με τον Takeo Fukai που αργότερα έγινε ο CEO της Honda.

Παράλληλα, ο Ron κατασκεύαζε τους δικούς του τροχούς μοτοσυλκλετών από μαγνήσιο, ενώ πλέον η Maxton Engineering είναι γνωστή αποκλειστικά για τις κορυφαίες aftermarket αναρτήσεις της, με τον γιο του Ro, Richard, να έχει αναλάβει τα ηνία της επιχείρησης.

Ετικέτες