Την προηγούμενη εβδομάδα είχαμε στα χέρια μας τη Aprilia Tuono 1100 Factory και στο τεύχος του Νοεμβρίου θα υπάρχει το αναλυτικό τεστ της. Αλλά δεν σας κρύβουμε ότι μας τρώνε τα δάκτυλά μας να γράψουμε κάτι για αυτή στο πληκτρολόγιο από τώρα. Η αιτία δεν είναι μόνο ότι πρόκειται για μια εντυπωσιακή μοτοσυκλέτα υψηλών επιδόσεων, ούτε γιατί κουβαλάει πάνω της την τελευταία λέξη της τεχνολογίας.
Αιτία είναι η πεποίθηση μας ότι πρόκειται για την πιο αδικημένη εμπορικά μοτοσυκλέτα στην ιστορία. Καταλαβαίνουμε ότι 20.000 ευρώ για μοτοσυκλέτα έχουν μόνο όσοι είναι πάνω από 40 ετών και σε αυτή την ηλικία πας και αγοράζεις on-off και όχι ένα πυραυλοκίνητο, ουσιαστικά μονόσελο, streetfighter.
Όμως ακόμα κι έτσι, το Tuono 1100 Factory έπρεπε να πουλάει πολύ περισσότερο. Αν όχι να πουλάει, τουλάχιστον να έχει από τον κόσμο τον σεβασμό που του αξίζει. Είμαστε απόλυτα σίγουροι ότι αν στο ρεζερβουάρ της είχε το σήμα της Honda ή της Yamaha, θα είχε γίνει μύθος αντίστοιχος του Fireblade και του R1. Τα λάθη της Piaggio στον τομέα της εμπορικής προώθησης των V4 της Aprilia είναι άπειρα! Βασικά έχουν κάνει ό,τι πέρναγε από το χέρι τους για να ΜΗΝ πουλήσουν!
Για το 2017 το Tuono 1100 Factory έχει νέα ηλεκτρονικά, με κεντρική μονάδα IMU με τρεις αισθητήρες επιτάχυνσης και αναβαθμισμένο λογισμικό, την πιο εντυπωσιακή σε δυνατότητες έγχρωμη οθόνη οργάνων, νέους διακόπτες, ρυθμιζόμενο Cornering ABS… της Παναγιάς τα μάτια. Το owner’s manual ζυγίζει ένα κιλό! Ήδη από το προηγούμενο μοντέλο του 2015, οι μπιέλες είναι της αυστριακής Pankl και τα έμβολα της γερμανικής Muhle. Το κόστος του service των 10.000 χιλιoμέτρων είναι αντίστοιχο ενός Beverly.
Παρά τις προδιαγραφές Euro 4 που έχουν φιμώσει την εξάτμιση, η χροιά του ήχου όταν χουφτώνεις το γκάζι στις 6.000 στροφές εξακολουθεί να σου σηκώνει την τρίχα. Είναι από τις ελάχιστες μοτοσυκλέτες που η τεχνολογική αρτιότητα και οι ψυχροί αριθμοί των επιδόσεων, συνδυάζονται με το συναίσθημα.
Παρ’ όλα αυτά, απ’ όσους έχουν 20.000 ευρώ για μοτοσυκλέτα, δύσκολα θα σκεφτούν να τα δώσουν για ένα Tuono. Ίσως κάποια στιγμή θα πρέπει η Piaggio να κοιτάξει τον εαυτό της στον καθρέπτη.