Editorial 656 - Βαλκάνιοι μοτοσυκλετιστές

Από το

motomag

1/7/2024

Περισσότερα κοινά στοιχεία έχουμε με τους Ιταλούς μοτοσυκλετιστές, με τους Κινέζους (ναι ξέρω πως ακούγεται και θα το εξηγήσω κάποια άλλη φορά), με τους Ινδονήσιους ακόμη θα βρεις αντίστοιχη φιλοσοφία (άλλωστε τα παπιά τους αγοράζουμε) παρά με τους βόρειους γείτονές μας στα υπόλοιπα Βαλκάνια. Ζούμε σε μία πυκνοκατοικημένη γειτονιά με ιστορία που περιπλέκεται στα βάθη των χρόνων, έχουμε κοινά στοιχεία σε κουζίνα, σε δομή οικογένειας, σε νοοτροπία επίσης, πολλά αρνητικά και μειονεκτήματα του ενός υπάρχουν και στον άλλο, ασχέτως αν δεν τα βλέπει κανένας στον καθρέφτη, είμαστε εν ολίγοις αρκετά ίδιοι και ταυτόχρονα, μοτοσυκλετιστικά τελείως διαφορετικοί. Οι Σκοπιανοί έχουν αναπτυγμένη μία μοτοσυκλετιστική κουλτούρα που την συναντάς από το Βέλγιο έως την Ρωσία και ελάχιστα στην Ελλάδα. Οι Βούλγαροι είναι καλύτεροι από εμάς να οργανώνουν αγώνες και να τους παρακολουθούν κιόλας -σημαντικό αυτό γιατί το πρόβλημα είναι συνολικό σε εμάς- αλλά μοτοσυκλετιστικά τώρα αναπτύσσεται περισσότερο το Enduro και η μοτοσυκλέτα όπως την ξέρουμε εδώ. Οι Ρουμάνοι έχουν αρκετές εταιρείες δικές μας που δραστηριοποιούνται εκεί, αλλά ψάξε να βρεις συνεργείο εκτός πρωτεύουσας και θα καταλάβεις αν χρησιμοποιούν μοτοσυκλέτες και πόσο τις χρησιμοποιούν. Στη Σερβία και στην Αλβανία τα πράγματα είναι πιο κοντά σε εμάς αλλά χωρίς να υπάρχει μεγάλη ταύτιση, ενώ Βοσνία και Μαυροβούνιο βρίσκονται στα σπάργανα ενώ από τους δρόμους και τα βουνά τους περνάνε κάθε χρόνο και περισσότερες μοτοσυκλέτες, ξυπνώντας και τους ντόπιους. Το έχουμε καταγράψει σε αντίστοιχα Mega Test πριν ξεκινήσουν να δέχονται ολοένα και περισσότερους επισκέπτες.

Κοντινοί λοιπόν λαοί και με πολλά κοινά στοιχεία που στη μοτοσυκλέτα όμως δεν πλησιάζουν τόσο, όσο συμβαίνει με άλλες πτυχές της ζωής μας. Το τελευταίο σύνορο που απέμεινε για το Mega Test προς την υπόλοιπη Ευρώπη ήταν η Κροατία και ταυτόχρονα, πατώντας στο έδαφος της Σλοβενίας, ένα από τα πιο μακρινά που έχουμε πραγματοποιήσει. Μπορεί στα σύνορα με την Ουκρανία κατά το Mega Test της Ρουμανίας να φτάσαμε πιο ψηλά στο χάρτη, όμως το πρωί της δεύτερης ημέρας ήμασταν ήδη στο πρώτο χωμάτινο πέρασμα και ήταν και απαιτητικό. Τώρα είχαμε 2.000 χιλιόμετρα απλά για να ξεκινήσουμε το Mega Test, αν και το ταξίδι έως εκεί είναι ήδη το μισό συγκριτικό καθώς αυτές οι μοτοσυκλέτες φτιάχνονται για αυτή ακριβώς τη χρήση. Δεν γινόταν να μην θυμηθώ λοιπόν, περνώντας το Βελιγράδι με άλλα 800-900 χιλιόμετρα που έπρεπε να βγουν εκείνη την ημέρα, το πρώτο σχόλιο στο Mega Test της Βοσνίας που έλεγε πως το είχαμε παρακάνει, πως κανείς δεν θα ταυτιστεί με ένα τόσο μακρινό ταξίδι και πως το Μαυροβούνιο ήταν οριακό και θα έπρεπε να σταματήσουμε εκεί. Για την ιστορία δεν βάλαμε εξ αρχής κάποιο όριο, εντός Ελλάδας ξεκινήσαμε τα Mega Test και ευτυχώς είμαστε στην δεύτερη πιο βουνίσια χώρα της Ευρώπης μετά την Ελβετία με ελευθερία κίνησης στα βουνά μας, ώστε για πολλά χρόνια να μην εξαντλούνται τα μέρη και να μην υπάρχουν επαναλήψεις. Βγήκαμε στα Βαλκάνια για να δώσουμε στον αναγνώστη κάτι καινούριο και σε μία εποχή μάλιστα που ήταν φθηνότερο να κινείσαι εκεί από ότι εντός χώρας. Με εξαίρεση την βενζίνη, μικρή είναι η διαφορά πλέον και με τα υπόλοιπα Βαλκάνια που είναι ένας από τους λόγους που το Mega Test είναι η πιο ακριβή δοκιμή του ΜΟΤΟ και ταυτόχρονα η ακριβότερη της Ευρώπης, τουλάχιστον με βάση αυτά που μας λένε οι υπόλοιποι ξένοι δημοσιογράφοι που αποκτούν μία πιο μικρή έκδοση του Mega Test, μεταφρασμένη στα Αγγλικά. Ούτε αυτό ήταν εξ αρχής το πλάνο, εξελίχθηκε έτσι από την αγωνία μας να κάνουμε ότι καλύτερο μπορεί να γίνει και κάπου εκεί μπήκε και το όριο στο πόσο μακριά μπορούμε να πάμε. Διότι βόρεια της Σερβίας και βόρεια της Κροατίας τα χώματα επιτηρούνται και η κατασκήνωση απαγορεύεται. Και εδώ ισχύουν αυτά, απλά εκεί εφαρμόζονται. Υπάρχει τρόπος να γίνου και τα δύο και η Βουλγαρία είναι το καλύτερο παράδειγμα. Τα δάση της έχουν αυξηθεί κατά 45% ενώ η υλοτομία συνεχίζεται και η κατασκήνωση, όπως και το Enduro, τα 4χ4 και γενικά οι δραστηριότητες στην ύπαιθρο συνεχίζονται κανονικά. Η τεράστια διαφορά είναι πως εκεί υπάρχει έλεγχος και δεν ξεπουλιέται τίποτα. Δεν μπορείς να το χωρίσεις σε οικόπεδα, να το κάψεις και να χτίσεις. Ο πρώτος που θα βάλει τούβλο θα πάει φυλακή και ταυτόχρονα το ίδιο το κράτος δεν θα γεμίσει εργολαβικές ευκαιρίες σε κάθε κορυφή που ο χάρτης δείχνει πως την μελετά ο αέρας. Στο πρώτο Mega Test στη Βουλγαρία, εκεί που είχαμε πετύχει τη φοβερή γιαγιά που μας φιλοξένησε στο σπίτι-κάστρο, αν θυμάστε, μία από τις ημέρες κατασκηνώσαμε έξω από ένα απίστευτα φτωχικό χωριό σε ένα μέρος που ο χρόνος έμοιαζε να έχει σταματήσει και πως το κράτος το είχε ξεχάσει. Εκείνος που δεν λησμόνησε τον περίπατό του όμως ήταν ο δασοφύλακας που κυριολεκτικά στη μέση  του πουθενά και δίπλα στα σύνορα με την Ελλάδα ήρθε, μας ζήτησε να εξηγήσουμε τις προθέσεις μας και πήρε στοιχεία ώστε αν το πρωί αφήναμε σκουπίδια ή δεν καλύπταμε την εστία της φωτιάς με σωστό τρόπο, να κάνει τις όποιες ενέργειες μπορούσε να κάνει. Έπειτα μας ευχήθηκε να ξεκουραστούμε και έφυγε γιατί είχε χιλιόμετρα δάσους να ελέγξει ακόμη. Στη Ρουμανία βγήκε έξω από το σπίτι του μόλις είδε να περνάμε και μόνο όταν του έδειξα τον χάρτη με συγκεκριμένο δρόμο μας άφησε να φύγουμε. Πήρε τηλέφωνο μάλιστα τον συνάδελφό του που ήταν στην κανονική είσοδο από εκεί που εμείς θα βγαίναμε, να μην μας δημιουργήσει πρόβλημα εκτός και να μας πετύχουν σε διαφορετικό δρόμο. Αλλά είχαμε πάει από την αρχή διαβασμένοι. Στον Κροατία κοιμηθήκαμε στα όρια εθνικού πάρκου και 07:30 πέρασε δασοφύλακας κατά την πρωινή του βάρδια, μπήκε με φόρα στο χώρο της κατασκήνωσης και κάνοντας ένα σόου εξουσίας μας ζήτησε να μην κατασκηνώσουμε μέσα στο πάρκο. Μόλις κατάλαβε πως δεν χρειάζεται κάτι τέτοιο και ποιες είναι οι προθέσεις, μας ευχήθηκε καλό δρόμο και να προσέχουμε την βροχή και συνέχισε τον δρόμο του. Αυτός είναι ο λόγος που οι άλλοι έχουν και ζωή στα βουνά και τα δάση τους αυξάνονται και είναι πράσινα, ούτε η απαγόρευση του Enduro, ούτε η κατασκήνωση έβλαψαν κανέναν. Άλλη μία τεράστια διαφορά μας, από τους υπόλοιπους Βαλκάνιους και αυτή τη φορά ήμαστε το κακό παράδειγμα!

editorial 521 - το τέλος της τέχνης;

Από το

Μαύρο Σκύλο

26/3/2013

Ή η αρχή μιας άλλης; Μιλάω για την τέχνη της οδήγησης της μοτοσυκλέτας, με την έννοια της συνολικής σχέσης του αναβάτη μαζί της, της ενασχόλησής του με την λειτουργία της και την συντήρησή της. Κάθε πρόοδος της τεχνολογίας φέρνει και αλλαγές σ' αυτή τη σχέση. Από το 1969 που η λέξη "ηλεκτρονική" εμφανίστηκε για πρώτη φορά σε μοτοσυκλέτα, στο τρικύλινδρο δίχρονο Kawasaki Mach III 500, μπήκαν τα ηλεκτρονικά στην μοτοσυκλετιστική μας ζωή, ενώ σήμερα οι κορυφαίες μοτοσυκλέτες έχουν περισσότερα ηλεκτρονικά συστήματα από ποτέ, κι είμαστε μόνο στην αρχή της εξέλιξης των περισσότερων από αυτά. Και πιο πριν όμως, πριν το 1969, κάθε μικρή πρόοδος άλλαζε κάτι σημαντικό. Σκεφτείτε τους ταπεινούς διακόπτες των ρεζερβουάρ με τις τρεις υπό εξαφάνιση "λέξεις", ΟΝ-ΟFF-RES. Μέχρι να εμφανιστούν, έπρεπε να έχεις συνεχώς το νου σου πότε θα τελειώσει η βενζίνη, να σταματάς, να ανοίγεις την τάπα και να κουνάς τη μηχανή δεξιά αριστερά ώστε να κρίνεις με το μάτι (αν δεις το πλατσούρισμα) και το αφτί (το πως ακουγόταν το πλατσούρισμα) πόσο μακριά μπορείς να πας ακόμα. Με την εμφάνιση του ON-OFF-RES απλά άφηνες το αριστερό σου χέρι από το τιμόνι για να γυρίσεις ρεζέρβα, που από την εμπειρία σου ήξερες για πόσο σου φτάνει. Αργότερα, εμφανίστηκαν οι δείκτες στάθμης καυσίμου, με ένα πρόβλημα: Ήταν πολύ αναξιόπιστοι, καθώς κανένα ρεζερβουάρ μοτοσυκλέτας δεν έχει κανονικό σχήμα, κι έδειχναν γεμάτο-γεμάτο-γεμάτο για πολλά χιλιόμετρα, για να περάσουν όμως στο άδειο-άδειο- έμεινες βλάκα πολύ γρήγορα. Σήμερα έχουμε ψηφιακές μπαρίτσες που αναβοσβήνουν, μετρήσεις μέσης και στιγμιαίας κατανάλωσης, και το πιο χρήσιμο απ' όλα, χιλιόμετρα που σου απομένουν μέχρι να μείνεις.

Για να μην πούμε τι γνώσεις και ενασχόληση απαιτούσαν οι προπολεμικής τεχνολογίας μοτοσυκλέτες, με λεβιεδάκια για την προπορεία της ανάφλεξης, για τον αέρα, παλιότερα και χειροκίνητη λίπανση κινητήρα, ακόμα και φώτα που άναβαν με σπίρτο, ας πιάσουμε το θέμα από την έλευση της ηλεκτρονικής ανάφλεξης. Ξαφνικά, ο αναβάτης δεν χρειαζόταν να ασχοληθεί με το ιδανικό αβάνς για κάθε ταχύτητα κιβωτίου, άνοιγμα γκαζιού και κλίση του οδοστρώματος. Δεν χρειαζόταν καν να υπάρχει μηχανικό αβάνς. Δεν χρειαζόταν πια να ξέρει τι κάνουν οι πλατίνες, να τις καθαρίζει, να τις ρυθμίζει και να τις αλλάζει, να βάζει λάδι στο σφουγγαράκι τους, να βρίσκει πεταμένο στην άκρη του δρόμου χαρτονάκι από Άσσο σκέτο κασετίνα για να ρυθμίζει το διάκενό τους στα 0,4 mm περίπου, να βρίσκει ντουκόχαρτο για να τις πάρει λίγο όταν μπιμπικιάσουν, να ταιριάζει άλλο πυκνωτάκι γιατί σιγά μην παραγγείλει το δικό τους. Ό,τι βρεθεί. Το κεφάλαιο πλατίνες όμως είχε ξεκινήσει την πορεία του προς το τέλος. Η βασική διαφορά των ηλεκτρονικών από τις πλατίνες είναι πως ενώ για τις πλατίνες ο αναβάτης μπορούσε να κάνει κάτι (να τις ρυθμίσει ή να τις αλλάξει στο πλάι του δρόμου και να συνεχίσει, όταν χαλάσει όμως η ηλεκτρονική πρέπει να την πετάξεις και αγοράσεις μια άλλη (και οι πρώτες χαλούσαν, ειδικά οι aftermarket), που δεν έβρισκες πρόχειρη και σε κάθε χωριό της Ελλάδας. Πλατίνες όμως, είχες πολλές πιθανότητες να βρεις, αν δεν κουβαλούσες μαζί σου.

Ήρθαν και εποχές που ο αναβάτης δεν είχε να ρυθμίσει τίποτα. Ούτε αναρτήσεις, ούτε απόδοση κινητήρα, ούτε κάτι άλλο που να είχε σχέση με την συμπεριφορά και τις επιδόσεις της μοτοσυκλέτας. Έτσι είναι, κι ο καθένας ας την οδηγήσει όπως μπορεί. Φυσικά, πάντα κάποιοι μπορούσαν καλύτερα από τους άλλους. Σήμερα, με όλα τα ηλεκτρονικά συστήματα, υπάρχει άραγε εξίσωση των αναβατών, ή παραμένουν οι διαφορές μεταξύ τους; Μια απλουστευμένη λογική λέει πως από την στιγμή που τα ηλεκτρονικά αποφασίζουν τι θα συμβεί, η απόδοση των φρένων για παράδειγμα, θα είναι ίδια για όλους. Πατάς με όλη σου τη δύναμη, το ABS κάνει τη δουλειά του, οι ημιενεργητικές αναρτήσεις την δική τους, σταματάνε όλοι οι αναβάτες στις ίδιες αποστάσεις, αντίστοιχα γλιτώνουν όλοι το ίδιο ένα γλίστρημα χάρη στο traction control, κατεβάζουν όλοι όπως νά 'ναι ταχύτητες αφού έχουν μονόδρομο συμπλέκτη και auto blipper, και κάπως έτσι είναι εύκολο να πιστέψει κανείς πως πάει πια, δεν χρειάζεται να ξέρει κανείς να οδηγεί, τα συστήματα τα κάνουν όλα γι' αυτόν, άντε κι έγιναν όλοι ίδιοι. Μόνο που στην πραγματική ζωή δεν είναι καθόλου έτσι. Είναι αλήθεια πως τα ηλεκτρονικά συστήματα μπορούν να βοηθήσουν κάποιον αναβάτη, άπειρο ή έμπειρο αδιάφορο, να την γλιτώσει κάποια στιγμή. Ο λιγότερο ικανός όμως θα παραμείνει σ' αυτό το επίπεδο, ενώ ο καλύτερος αναβάτης θα αφιερώσει χρόνο και φαιά ουσία για να κατανοήσει πλήρως και εμπειρικά την λειτουργία του κάθε συστήματος. Μετά, έρχεται το επόμενο στάδιο, η πλήρης εκμετάλλευση των νέων δυνατοτήτων που προσφέρει το κάθε καλοσχεδιασμένο σύστημα. Βοηθούν τα ηλεκτρονικά στην εξέλιξη των αναβατών; Σίγουρα ναι. Κανείς αναβάτης δεν μπορούσε ποτέ να οδηγεί με μπλοκαρισμένους τους τροχούς. Το σύνηθες ήταν ένα ξαφνικό μπλοκάρισμα και εξίσου αστραπιαία, επώδυνη πτώση. Αυτό που αλλάζει είναι πως τώρα ο αναβάτης προειδοποιείται για το όριο της πρόσφυσης και του μπλοκαρίσματος, και ρυθμίζει το φρενάρισμά του ανάλογα, πετυχαίνοντας πολύ πιο εύκολα τη μέγιστη επιβράδυνση. Αυτό και μόνο απελευθερώνει ένα κομμάτι από την υπολογιστική ισχύ του εγκεφάλου του, που δεν χρειάζεται πια να ασχολείται με το συγκεκριμένο θέμα, τουλάχιστον όχι τόσο πολύ. Αν προσθέσει κανείς τις αντίστοιχες μειώσεις απαιτήσεων σε υπολογιστική ισχύ και στα θέματα της πρόσφυσης, της απόκρισης – απόδοσης του κινητήρα και της λειτουργίας των αναρτήσεων που άρχισαν πια να προσαρμόζονται στις συνθήκες της κάθε στιγμής, ο αναβάτης έχει πια το περιθώριο να ασχοληθεί την αξιοποίηση όλων αυτών, με τις γραμμές του, με τις εντολές του προς την μοτοσυκλέτα, έτσι όπως ποτέ πριν δεν μπορούσε να κάνει. Γι' αυτό κι ακόμα δεν μπορούμε να ξέρουμε σε ποιο οδηγικό επίπεδο μπορούν να μας φτάσουν. Ακόμα και οι αναβάτες – θεοί των MotoGP μπορεί να αναπολούν τις μέρες χωρίς ηλεκτρονικά "βοηθήματα", τουλάχιστον όσοι έμαθαν αρχικά να τρέχουν χωρίς αυτά, αλλά δεν θα μπορούσαν να πάνε το ίδιο γρήγορα χωρίς αυτά. Και πάλι, μιλάμε για τους καλύτερους του κόσμου, με τις καλύτερες μοτοσυκλέτες, που τρέχουν σε συγκεκριμένες συνθήκες μιας κλειστής πίστας. Στους δρόμους, είναι μια άλλη ιστορία. Για ρωτήστε τους, πόσοι από αυτούς τους υπερ-αναβάτες κυκλοφορούν με μοτοσυκλέτα στο δρόμο; Αν υπάρχει κάποιος, θα είναι η εξαίρεση.

Χρειάζεται να έχει κανείς πρότερη εμπειρία σε "αναλογικές" μοτοσυκλέτες, για να εκτιμήσει τις "ψηφιακές"; Όχι απαραίτητα. Μπορεί να είναι και καλύτερα να μην έχει. Είναι δύσκολο για τους περισσότερους να αποβάλλουν συνήθειες και προκαταλήψεις ετών. Το πραγματικό αποτέλεσμα θα το δούμε στους αναβάτες των επόμενων γενεών, που θα έχουν μάθει να βρίσκουν νέα όρια μόνο πάνω σε νέες μοτοσυκλέτες.

Ο τίτλος αυτού του editorial είναι παραπλανητικός. Η τέχνη δεν τελειώνει, εξελίσσεται. Το ίδιο και οι αναβάτες. Αυτό που αλλάζει μαζί με την τεχνολογία των μοτοσυκλετών είναι το είδος της εμπλοκής του αναβάτη, ποια πράγματα χρειάζεται να σκέφτεται, πότε και πόσο. Η ουσία όμως, παραμένει ίδια. Κατανόηση, εφαρμογή, εξέλιξη. Έτσι κι αλλιώς, η κίνηση μιας μοτοσυκλέτας και στους τρεις άξονες του χώρου (ταυτόχρονα!) και το πλήθος των ερεθισμάτων που δέχεται ο αναβάτης της, απαιτεί πολύ πιο ουσιαστική εμπλοκή απ' ότι ένα αυτοκίνητο. Επιβάλλεται άλλωστε, καθώς οι συνέπειες του κάθε λάθους μπορεί να είναι πολύ χειρότερες. Από τη μια, φοβάμαι πως οι οδηγοί των σύγχρονων αυτοκινήτων μπορεί να γίνονται καλοί χειριστές αλλά σπάνια πραγματικά καλοί οδηγοί, καθώς δεν αποκτούν εμπειρία για την δυναμική συμπεριφορά του αυτοκινήτου όταν πια οι νόμοι της φυσικής ορίζουν την πορεία του. Μερίδιο ευθύνης εδώ, ειδικά στα αυτοκίνητα, έχουν και οι πωλητές, όπως και πολλοί "δημοσιογράφοι", που επιμένουν "αυτό δεν κολλάει πουθενά, τα κάνει όλα μόνο του, πάντα θα σε σώζει". Μια ματιά στις μπαριέρες και τα χαντάκια του δρόμου πάει στο χιονοδρομικό του Παρνασσού, τις μέρες που ο δρόμος είναι χιονισμένος ή και παγωμένος, δίνει μια καλή άποψη: Ειδικά αυτά που υποτίθεται πως είναι άτρωτα, όπως οι μεγάλες ψηλές τζιπούρες, πάνε στου χαντάκ' χωρίς δεύτερη συζήτηση, αν ο οδηγός τους πιστέψει τους ισχυρισμούς πωλητών και εταιριών. Το ίδιο ισχύει και στις μοτοσυκλέτες. Τα συστήματα δεν είναι πανάκεια, απλά σου βγάζουν μερικές σκοτούρες απ' το κεφάλι σου, αφήνοντάς σε να ασχοληθείς με άλλα ζητήματα. Το γεγονός πως η οδήγηση μοτοσυκλέτας απαιτεί το 100% της προσοχής σου, δεν αλλάζει. Αποδεδειγμένα όμως, τα συστήματα αυτά μειώνουν τις συνέπειες μιας λάθος εκτίμησης και μας βοηθούν να πάμε πιο γρήγορα, με περισσότερη ασφάλεια.

Κάθε εξέλιξη φέρνει νέες απαιτήσεις. Όταν το φαίρινγκ της BMW R100RS και τα άλλα full fairing που ακολούθησαν έκαναν εφικτό το πολύωρο ταξίδι μεγάλων ταχυτήτων, έθεσε και μια σειρά νέων, αυξημένων απαιτήσεων σε λάστιχα, αναρτήσεις, φρένα, πλαίσια... Όσο ανέβαιναν οι ιπποδυνάμεις και οι ταχύτητες, ανέβαιναν κι ένα σκαλί οι απαιτήσεις, όχι μόνο για την υπόλοιπη μοτοσυκλέτα, αλλά και για τον αναβάτη της. Όταν δεν υπήρχαν ρυθμίσεις αναρτήσεων, δεν ασχολούνταν κανείς μαζί τους κι όλα καλά, πορευόσουν μ' αυτά που είχες. Βάλε όμως στην εξίσωση τις πλήρως ρυθμιζόμενες αναρτήσεις με hi-low speed συμπίεση, προφορτίσεις, επαναφορές, ύψος πίσω ανάρτησης, σκληρότητες ελατηρίων, ύψος στάθμης λαδιού και διαφορετικό ιξώδες, κι έχεις ένα λαμπρό νέο πεδίο γνώσης και πειραματισμών που οδηγεί και σε καλύτερη κατανόηση της συμπεριφοράς της μοτοσυκλέτας, και σε βελτίωση της συμπεριφοράς της, και σε πιο σκεπτόμενους αναβάτες, και σε πρόοδο των ίδιων των αναρτήσεων.

Φυσικά, το κάθε ηλεκτρονικό σύστημα που είναι προγραμματισμένο να λειτουργεί και να επεμβαίνει με ένα συγκεκριμένο τρόπο, έχει και ένα εγγενές και ουσιώδες μειονέκτημα: Είναι τόσο καλό (ή κακό) όσο του επιτρέπουν οι παράμετροι της λειτουργίας του. Μπορεί οι κατασκευαστές να λένε πως προγραμματίζουν τα συστήματά τους να αντιδρούν όπως θα ήθελε ένας έμπειρος αναβάτης, πιπιλίζοντας παράλληλα την καραμέλα της ασφάλειας, η πραγματικότητα όμως είναι πως στόχος των πωλήσεών τους δεν είναι το μικρό ποσοστό των πραγματικά καλών αναβατών, αλλά η μετριότητα της μάζας, που ελπίζουν να ψήσουν πως η υπερμοτοσυκλέτα τους δεν αποτελεί απειλή, αλλά ευεργέτημα. Πως θα τους ανεβάσει σε οδηγικές απολαύσεις παραδεισένιες, σε μέρη μακρινά κι ονειρεμένα, πως θα τους κάνει καλύτερους απ' ότι είναι. Μόνο που αυτό δεν γίνεται. Κανείς προγραμματιστής δεν μπορεί να προβλέψει τις καταστάσεις που θα προκύψουν στην πραγματική ζωή, το ίδιο όπως κανείς κατασκευαστής κράνους δεν μπορεί να προβλέψει όλους τους πιθανούς τρόπους και τόπους πρόσκρουσης του ξερού μας κεφαλιού που θα φοράει το κράνος. Η ασφάλεια όμως είναι το μεγάλο εμπόρευμα των ημερών μας, κι αυτό μας πουλάνε όλοι. Η αλήθεια είναι πως με ηλεκτρονικά ή χωρίς, η μοτοσυκλέτα παραμένει υπέροχα επικίνδυνη, και γι' αυτό την αγαπάμε. Φαίνεται πως μας χρειάζεται να νιώθουμε πως για μια ακόμη μέρα, για μια ακόμη βόλτα, τα καταφέραμε με την αξία μας απέναντι στους κινδύνους. Με βοηθήματα ή χωρίς. Κι αν μια μέρα βγει το απόλυτα ασφαλές μοντέλο που με τίποτα δεν θα σε αφήσει να κινδυνεύσεις, 1) Δεν θα είναι μοτοσυκλέτα, και 2) Δεν θα έχει ενδιαφέρον.