Editorial 656 - Βαλκάνιοι μοτοσυκλετιστές

Από το

motomag

1/7/2024

Περισσότερα κοινά στοιχεία έχουμε με τους Ιταλούς μοτοσυκλετιστές, με τους Κινέζους (ναι ξέρω πως ακούγεται και θα το εξηγήσω κάποια άλλη φορά), με τους Ινδονήσιους ακόμη θα βρεις αντίστοιχη φιλοσοφία (άλλωστε τα παπιά τους αγοράζουμε) παρά με τους βόρειους γείτονές μας στα υπόλοιπα Βαλκάνια. Ζούμε σε μία πυκνοκατοικημένη γειτονιά με ιστορία που περιπλέκεται στα βάθη των χρόνων, έχουμε κοινά στοιχεία σε κουζίνα, σε δομή οικογένειας, σε νοοτροπία επίσης, πολλά αρνητικά και μειονεκτήματα του ενός υπάρχουν και στον άλλο, ασχέτως αν δεν τα βλέπει κανένας στον καθρέφτη, είμαστε εν ολίγοις αρκετά ίδιοι και ταυτόχρονα, μοτοσυκλετιστικά τελείως διαφορετικοί. Οι Σκοπιανοί έχουν αναπτυγμένη μία μοτοσυκλετιστική κουλτούρα που την συναντάς από το Βέλγιο έως την Ρωσία και ελάχιστα στην Ελλάδα. Οι Βούλγαροι είναι καλύτεροι από εμάς να οργανώνουν αγώνες και να τους παρακολουθούν κιόλας -σημαντικό αυτό γιατί το πρόβλημα είναι συνολικό σε εμάς- αλλά μοτοσυκλετιστικά τώρα αναπτύσσεται περισσότερο το Enduro και η μοτοσυκλέτα όπως την ξέρουμε εδώ. Οι Ρουμάνοι έχουν αρκετές εταιρείες δικές μας που δραστηριοποιούνται εκεί, αλλά ψάξε να βρεις συνεργείο εκτός πρωτεύουσας και θα καταλάβεις αν χρησιμοποιούν μοτοσυκλέτες και πόσο τις χρησιμοποιούν. Στη Σερβία και στην Αλβανία τα πράγματα είναι πιο κοντά σε εμάς αλλά χωρίς να υπάρχει μεγάλη ταύτιση, ενώ Βοσνία και Μαυροβούνιο βρίσκονται στα σπάργανα ενώ από τους δρόμους και τα βουνά τους περνάνε κάθε χρόνο και περισσότερες μοτοσυκλέτες, ξυπνώντας και τους ντόπιους. Το έχουμε καταγράψει σε αντίστοιχα Mega Test πριν ξεκινήσουν να δέχονται ολοένα και περισσότερους επισκέπτες.

Κοντινοί λοιπόν λαοί και με πολλά κοινά στοιχεία που στη μοτοσυκλέτα όμως δεν πλησιάζουν τόσο, όσο συμβαίνει με άλλες πτυχές της ζωής μας. Το τελευταίο σύνορο που απέμεινε για το Mega Test προς την υπόλοιπη Ευρώπη ήταν η Κροατία και ταυτόχρονα, πατώντας στο έδαφος της Σλοβενίας, ένα από τα πιο μακρινά που έχουμε πραγματοποιήσει. Μπορεί στα σύνορα με την Ουκρανία κατά το Mega Test της Ρουμανίας να φτάσαμε πιο ψηλά στο χάρτη, όμως το πρωί της δεύτερης ημέρας ήμασταν ήδη στο πρώτο χωμάτινο πέρασμα και ήταν και απαιτητικό. Τώρα είχαμε 2.000 χιλιόμετρα απλά για να ξεκινήσουμε το Mega Test, αν και το ταξίδι έως εκεί είναι ήδη το μισό συγκριτικό καθώς αυτές οι μοτοσυκλέτες φτιάχνονται για αυτή ακριβώς τη χρήση. Δεν γινόταν να μην θυμηθώ λοιπόν, περνώντας το Βελιγράδι με άλλα 800-900 χιλιόμετρα που έπρεπε να βγουν εκείνη την ημέρα, το πρώτο σχόλιο στο Mega Test της Βοσνίας που έλεγε πως το είχαμε παρακάνει, πως κανείς δεν θα ταυτιστεί με ένα τόσο μακρινό ταξίδι και πως το Μαυροβούνιο ήταν οριακό και θα έπρεπε να σταματήσουμε εκεί. Για την ιστορία δεν βάλαμε εξ αρχής κάποιο όριο, εντός Ελλάδας ξεκινήσαμε τα Mega Test και ευτυχώς είμαστε στην δεύτερη πιο βουνίσια χώρα της Ευρώπης μετά την Ελβετία με ελευθερία κίνησης στα βουνά μας, ώστε για πολλά χρόνια να μην εξαντλούνται τα μέρη και να μην υπάρχουν επαναλήψεις. Βγήκαμε στα Βαλκάνια για να δώσουμε στον αναγνώστη κάτι καινούριο και σε μία εποχή μάλιστα που ήταν φθηνότερο να κινείσαι εκεί από ότι εντός χώρας. Με εξαίρεση την βενζίνη, μικρή είναι η διαφορά πλέον και με τα υπόλοιπα Βαλκάνια που είναι ένας από τους λόγους που το Mega Test είναι η πιο ακριβή δοκιμή του ΜΟΤΟ και ταυτόχρονα η ακριβότερη της Ευρώπης, τουλάχιστον με βάση αυτά που μας λένε οι υπόλοιποι ξένοι δημοσιογράφοι που αποκτούν μία πιο μικρή έκδοση του Mega Test, μεταφρασμένη στα Αγγλικά. Ούτε αυτό ήταν εξ αρχής το πλάνο, εξελίχθηκε έτσι από την αγωνία μας να κάνουμε ότι καλύτερο μπορεί να γίνει και κάπου εκεί μπήκε και το όριο στο πόσο μακριά μπορούμε να πάμε. Διότι βόρεια της Σερβίας και βόρεια της Κροατίας τα χώματα επιτηρούνται και η κατασκήνωση απαγορεύεται. Και εδώ ισχύουν αυτά, απλά εκεί εφαρμόζονται. Υπάρχει τρόπος να γίνου και τα δύο και η Βουλγαρία είναι το καλύτερο παράδειγμα. Τα δάση της έχουν αυξηθεί κατά 45% ενώ η υλοτομία συνεχίζεται και η κατασκήνωση, όπως και το Enduro, τα 4χ4 και γενικά οι δραστηριότητες στην ύπαιθρο συνεχίζονται κανονικά. Η τεράστια διαφορά είναι πως εκεί υπάρχει έλεγχος και δεν ξεπουλιέται τίποτα. Δεν μπορείς να το χωρίσεις σε οικόπεδα, να το κάψεις και να χτίσεις. Ο πρώτος που θα βάλει τούβλο θα πάει φυλακή και ταυτόχρονα το ίδιο το κράτος δεν θα γεμίσει εργολαβικές ευκαιρίες σε κάθε κορυφή που ο χάρτης δείχνει πως την μελετά ο αέρας. Στο πρώτο Mega Test στη Βουλγαρία, εκεί που είχαμε πετύχει τη φοβερή γιαγιά που μας φιλοξένησε στο σπίτι-κάστρο, αν θυμάστε, μία από τις ημέρες κατασκηνώσαμε έξω από ένα απίστευτα φτωχικό χωριό σε ένα μέρος που ο χρόνος έμοιαζε να έχει σταματήσει και πως το κράτος το είχε ξεχάσει. Εκείνος που δεν λησμόνησε τον περίπατό του όμως ήταν ο δασοφύλακας που κυριολεκτικά στη μέση  του πουθενά και δίπλα στα σύνορα με την Ελλάδα ήρθε, μας ζήτησε να εξηγήσουμε τις προθέσεις μας και πήρε στοιχεία ώστε αν το πρωί αφήναμε σκουπίδια ή δεν καλύπταμε την εστία της φωτιάς με σωστό τρόπο, να κάνει τις όποιες ενέργειες μπορούσε να κάνει. Έπειτα μας ευχήθηκε να ξεκουραστούμε και έφυγε γιατί είχε χιλιόμετρα δάσους να ελέγξει ακόμη. Στη Ρουμανία βγήκε έξω από το σπίτι του μόλις είδε να περνάμε και μόνο όταν του έδειξα τον χάρτη με συγκεκριμένο δρόμο μας άφησε να φύγουμε. Πήρε τηλέφωνο μάλιστα τον συνάδελφό του που ήταν στην κανονική είσοδο από εκεί που εμείς θα βγαίναμε, να μην μας δημιουργήσει πρόβλημα εκτός και να μας πετύχουν σε διαφορετικό δρόμο. Αλλά είχαμε πάει από την αρχή διαβασμένοι. Στον Κροατία κοιμηθήκαμε στα όρια εθνικού πάρκου και 07:30 πέρασε δασοφύλακας κατά την πρωινή του βάρδια, μπήκε με φόρα στο χώρο της κατασκήνωσης και κάνοντας ένα σόου εξουσίας μας ζήτησε να μην κατασκηνώσουμε μέσα στο πάρκο. Μόλις κατάλαβε πως δεν χρειάζεται κάτι τέτοιο και ποιες είναι οι προθέσεις, μας ευχήθηκε καλό δρόμο και να προσέχουμε την βροχή και συνέχισε τον δρόμο του. Αυτός είναι ο λόγος που οι άλλοι έχουν και ζωή στα βουνά και τα δάση τους αυξάνονται και είναι πράσινα, ούτε η απαγόρευση του Enduro, ούτε η κατασκήνωση έβλαψαν κανέναν. Άλλη μία τεράστια διαφορά μας, από τους υπόλοιπους Βαλκάνιους και αυτή τη φορά ήμαστε το κακό παράδειγμα!

editorial τ.530 - αξίζουν και τώρα!

Από το

Μαύρο Σκύλο

25/12/2013

Ένα από τα άσχημα των εποχών με αφθονία χρήματος ήταν πως έκαναν τις μοτοσυκλέτες να μοιάζουν αναλώσιμες. Όταν υπάρχει η δυνατότητα συχνών αλλαγών, και πολλοί δεν το σκέφτονταν δεύτερη φορά πριν πουλήσουν τη μια κι αγοράσουν την άλλη, μια παρενέργεια είναι πως μειώνεται ο χρόνος ενασχόλησης με την ίδια την μοτοσυκλέτα. Κι όταν δεν της βάζεις χέρι, όταν δεν την γνωρίζεις λίγο πιο βαθιά, όταν μόνο το συνεργείο ασχολείται μαζί της, τότε χάνεις πολλά από την σχέση σου μαζί της. Λόγω της ίδιας ευκολίας στην απόκτηση καινούργιας, στα παλιότερα μοντέλα κανείς δεν έδινε σημασία, κι ειδικά σ' αυτά που δεν ήταν τόσο παλιά ή σπάνια ώστε να θεωρούνται κλασικά, ειδικά σ' αυτά που δεν είχαν αξία χρηματική παρά μόνο συναισθηματική. Πολλές τέτοιες μοτοσυκλέτες βρίσκονται παρατημένες σε αυλές, αποθήκες και υπόγεια, μοτοσυκλέτες που τόσα είχαμε ζήσει μαζί τους αλλά κάποια στιγμή παροπλίστηκαν και ξεχάστηκαν. Ξανασκεφτείτε το, γιατί αυτές οι μοτοσυκλέτες αξίζουν και τώρα.

Η κατηγορία αυτή των Μοτοσυκλετών Συναισθηματικής Αξίας ξεφεύγει από τις συνήθεις κλασικές, κι όχι μόνο λόγω ηλικίας. Υπάρχει μια τεράστια διαφορά: Αυτές οι μοτοσυκλέτες έχουν αξία ειδικά και αποκλειστικά για τον ιδιοκτήτη τους, σε αντίθεση με τις κοινώς και παγκοσμίως αποδεκτές "ιστορικές". Ένα ταπεινό XL185S δεν έχει την χρηματική αξία ή την αίγλη ενός RC30, αλλά για αυτόν που το έχει στην καρδιά του λέει πολλά, ενώ το superbike μπορεί να το θαυμάζεις, αλλά να είναι συναισθηματικά αδιάφορο. Μπορεί την μοτοσυκλέτα να την είχες μικρός ή να την έχεις ακόμα κάπου παρατημένη, μπορεί να την θυμάσαι να περνάει κι εσύ να χάσκεις με το στόμα ανοιχτό, μπορεί να την είχε ο πατέρας σου και πάνω της να έκανες την πρώτη σου βόλτα. Μπορεί να ήταν μια φωτογραφία μόνο που κάποτε είχες δει σ' ένα περιοδικό, μπορεί να μην είχες καμιά παλιότερη επαφή μαζί της αλλά για τους δικούς σου μοναδικούς λόγους να έφαγες την φλασιά: "Θέλω να ζήσω πράγματα μαζί της". Και να ξεκινήσεις για ένα μοναδικό ταξίδι, που θα σε ανταμείψει πλούσια πριν καν πάρει μπρος ο κινητήρας και διανύσεις τα πρώτα μέτρα. Το πιο ενθαρρυντικό απ' όλα δεν είναι πως κάποιοι παλιοί μοτοσυκλετιστές βγάζουν ξανά στο δρόμο τις παλιές τους αγάπες, αλλά ακριβώς το αντίθετο. Πολλοί νέοι αποφασίζουν να ασχοληθούν για πρώτη φορά με την μοτοσυκλέτα κι αντί να κλαίγονται που δεν έχουν χρήματα να αγοράσουν το τελευταίο σούπερ ουάου μοντέλο, μαζεύουν ένα παλιό μηδαμινής ή μηδενικής αξίας και το ξαναβγάζουν σε κυκλοφορία, με πολλή προσωπική ενασχόληση. Κι ίσως να μην υπάρχει καλύτερος τρόπος για να αρχίσει κάποιος το ταξίδι του στον κόσμο της μοτοσυκλέτας. Για σκεφτείτε το: Πριν καν την οδηγήσει, θα την έχει λύσει, επισκευάσει, συντηρήσει και ξαναδέσει, χτίζοντας μια μοναδική σχέση μαζί της. Και στην εποχή της ηλεκτρονικής "κοινωνικότητας", όταν οι άλλοι είναι σκυμμένοι στα έξυπνα κινητά τους και θεωρούν πως "επικοινωνούν", υπάρχουν παρέες που πραγματικά ζουν και επικοινωνούν μέσω κοινών δράσεων, που μαθαίνουν και διασκεδάζουν ξαναδίνοντας ζωή σε μια μοτοσυκλέτα, ξοδεύοντας λιγότερα χρήματα από το κόστος ενός καλού laptop.

Στην πορεία, ξαναζωντανεύουν τέχνες και τεχνικές που κινδυνεύουν να χαθούν, σώζονται γνώσεις και ανασύρονται πατέντες, εφευρίσκονται νέες και οι παρέες περνάνε καλά πριν ακόμα την πρώτη τους βόλτα. Το ευτύχημα είναι πως όλες αυτές οι συναισθηματικής αξίας μοτοσυκλέτες δεν χρειάζονται εξειδικευμένο εξοπλισμό για την συντήρηση και την ρύθμισή τους, καθώς τα ηλεκτρονικά τους λάμπουν δια της απουσίας τους, και τα διαγνωστικά ήταν άγνωστη λέξη όταν φτιάχτηκαν. Με βασικά εργαλεία και όρεξη μπορούν να γίνουν οι περισσότερες δουλειές, χωρίς να είναι απαραίτητα τα Τρία Χι της αναπαλαίωσης κλασικών μοτοσυκλετών: Χρήμα, Χρόνος, Χώρος. Ένας χώρος κάπου θα βρεθεί, χρόνος επίσης, ενώ το χρήμα είναι ελάχιστο, ειδικά όταν δεν σε απασχολεί η αυθεντικότητα και ξεφύγεις από το "100% original". Έτσι, ξεφεύγεις και από τα νύχια του αετονύχη που σε περιμένει με ακονισμένο το ξυράφι για να σου πουλήσει το καρασπάνιο original παπαράκι που θεωρεί πως αξίζει το βάρος του σε χρυσό. Κι έχει μεγαλύτερη αξία να καταφέρεις να σώσεις εξαρτήματα, παρά να έχεις φουσκωτό πορτοφόλι και να τα πάρεις όλα καινούργια. Πως ξανανιώνει ένα πλαστικό; Πως θα μπαλώσεις το σκουριασμένο φτερό χωρίς να φαίνεται; Πως θα ξεσκουριάσεις ζάντες και ακτίνες; Πως θα ξεβάψεις το πλαίσιο; Που θα βρεις "βαρελάκια" για να αλλάξεις συρματόσχοινα στις ντίζες; Πως θα καθαρίσεις το καρμπυρατέρ; Τις βίδες; Πως βγαίνουν τα ρουλεμάν των τροχών; Κι αυτά είναι λίγα μόνο από τα χιλιάδες ερωτήματα που θα δημιουργηθούν στην πορεία μιας ανακατασκευής, και που θα οδηγήσουν σε αντίστοιχες απαντήσεις και γνώση.

Φυσικά, κάποια στιγμή μπορεί να χρειαστούν αυθεντικά ανταλλακτικά, γιατί αυτά θέλεις, κι όχι κάποια πατέντα. Μέχρι στιγμής, υπήρχε μόνο μία εταιρεία που ενεργά στηρίζει με ανταλλακτικά παλιά (πολύ παλιά...) μοντέλα, κι αυτή είναι η BMW, που έχει κατάλογο με τα ανταλλακτικά των κλασικών της. Πρόσφατα όμως, η Suzuki στην Αγγλία ανακοίνωσε ένα πρόγραμμα παλαιών ανταλλακτικών, που θα διατίθενται online για δημοφιλή μοντέλα του παρελθόντος. Η αρχή γίνεται με το πρώτο RGV250Γ, για το οποίο μπορεί κανείς να βρει εκτός από ανταλλακτικά, service και parts manual, όπως και προσπέκτους (τα manual είναι δωρεάν και μπορεί να τα κατεβάσει οποιοσδήποτε). Κάθε τρίμηνο θα ακολουθεί ένα ακόμα μοντέλο, όπως τα πρώτα GSX-R, το δίχρονο υγρόψυκτο 750 (ο "βραστήρας"), το GS1000S, η μεγάλη Katana 1100, το 250 Χ7 και άλλα. Ενστικτωδώς, έχουμε σε μεγαλύτερη εκτίμηση κάθε εταιρεία που σέβεται το παρελθόν της, και δεν το έχει ξεχάσει κοιτάζοντας μόνο το σήμερα. Ακόμα κι αν δεν υπάρχουν σε στοκ τα ανταλλακτικά (η Suzuki δεν διευκρινίζει αν θα ξαναφτιαχτούν ανταλλακτικά για αυτά τα μοντέλα ή θα διατίθεται το στοκ μέχρι να εξαντληθεί, αν και είναι λίγο απίθανο να έχουν πλήρες στοκ για GT750 και GS1000S, οπότε μάλλον θα τα ξαναφτιάξουν...) κάθε εταιρεία θα μπορούσε να έχει σε ειδικό site τα service manual και τους καταλόγους των ανταλλακτικών για τα προ εικοσαετίας μοντέλα της, βοηθώντας την ίδια της την ιστορία να παραμείνει ζωντανή και εμπνέοντας τους αναβάτες να μείνουν "πιστοί" στην μάρκα. Έτσι κι αλλιώς, μοτοσυκλέτες τέτοιας ηλικίας σπάνια περνούν την πόρτα εξουσιοδοτημένων συνεργείων, οπότε δεν πρόκειται να χάσουν χρήματα, και οι κατάλογοι των ανταλλακτικών μπορούν να χρησιμεύσουν και για παραγγελίες αλλά και για τις πολύ συχνές απορίες του στυλ "τώρα που στο διάολο έμπαινε αυτή η ροδέλα...". Ανοίγεις το parts list και βλέπεις άμεσα που πάει κάθε παπαράκι και κάθε καυλιτζέκι, γιατί πάντα είναι αυτά τα αγνώστου προορισμού και θέσεως εξαρτήματα που κάτι σου θυμίζουν, αλλά που με τίποτα δεν θυμάσαι που ακριβώς πάνε.

Αυτή η τάση, της αναγέννησης των Μοτοσυκλετών Συναισθηματικής Αξίας που Αξίζουν και Τώρα (ακριβώς γιατί έχουν συναισθηματική αξία!), συνδυάζεται ιδανικά και με το customizing. Ας ξεχάσουμε όμως καλύτερα την εποχή που custom σήμαινε "ψευτοτσόπερ", μοτοσυκλέτα δηλαδή μαζικής παραγωγής που αντλούσε το στυλ της από τις πραγματικά custom κατασκευές της αμερικάνικης δύσης, που σήμερα λέγεται cruiser. Περιφραστικά, θα μπορούσαμε να περιγράψουμε το customizing ως την διαδικασία με την οποία μετατρέπεται εμφανισιακά και λειτουργικά μια μοτοσυκλέτα έτσι ώστε να ταιριάζει με τα γούστα του ιδιοκτήτη της. Και τα café racer τέτοια είναι, και τα street trackers, και τα scrambler style και τόσα άλλα που δεν έχουν όνομα αλλά τους δίνει υπόσταση η φαντασία και η εργασία του κατασκευαστή τους. Ακόμα και ένα rat bike, custom είναι, φτιάχτηκε "επί τούτου". To customizing (και παρακαλώ τον Λύκο ως προφέσορα της Αγγλικής να εφεύρει τον ελληνικό όρο) αφορά όλες τις μοτοσυκλέτες, από τις πιο μικρές και φτηνές ως τις πιο μεγάλες και ακριβές. Όλοι μας λίγο πολύ κάτι κάνουμε στις μοτοσυκλέτες μας, κάποια πινελιά δική μας προσθέτουμε, είναι όμως οι πιο εκτεταμένες επεμβάσεις που μπορούν να βγάλουν αριστουργήματα ή εκτρώματα. Αν γουστάρετε για παράδειγμα ιταλικά V2, ρίξτε μια ματιά στην Radical Ducati που φτιάχνει κάτι αριστουργήματα με σαφείς αναφορές στο παρελθόν. Ή δείτε το στυλ των Deus και των Wrenchmonkees, που έχει επηρεάσει δεκάδες άλλους επαγγελματίες καστομάδες. Κάπου εκεί συναντιέται η μοτοσυκλέτα με την τέχνη, κάπου εκεί είναι και η ευκαιρία του κάθε ερασιτέχνη να δημιουργήσει. Θέλει και λίγο προσοχή βέβαια, γιατί σε τέτοιες περιπτώσεις όλοι οι φίλοι και γνωστοί θεωρούν υποχρέωσή τους να σου δηλώσουν "έτσι θα το κάνεις!", για κάτι που οι ίδιοι δεν έχουν κάνει ποτέ. Καθώς η μοτοσυκλέτα είναι προσωπική υπόθεση, και μια custom μοτοσυκλέτα ακόμη περισσότερο, μπορείτε να θυμίσετε στους φίλους σας πως η καμήλα είναι άλογο που το έφτιαξε επιτροπή. Και στην ουσία, κάθε αναγέννηση μοτοσυκλέτας που θα την κάνει να ξεφύγει από την αυθεντική της μορφή, είναι customizing. To ενθαρρυντικό είναι πως με αυτή την διαδικασία, μοτοσυκλέτες που ποτέ δεν διεκδικούσαν βραβείο ομορφιάς, μπορούν να μετατραπούν σε κάτι αξιόλογο, συνήθως με την διαδικασία της αφαίρεσης, με στόχο μια πιο μίνιμαλ αισθητική. Ποιός θα περίμενε πως ένα Suzuki LS650 Savage μπορεί να μετατραπεί σχετικά εύκολα σε dirt tracker ή café racer; Κι όμως, λίγο φαντασία θέλει, να μπορείς να βιδώνεις και να ξεβιδώνεις βίδες, κι άντε, να βοηθήσουν και μερικοί φίλοι. Ακόμα και ασχημόπαπα σαν κάτι Yamaha SR250 και περίεργα σαν τον Χαρούμενο Χοντρούλη TW200, μπορούν να γίνουν "κουλά" μηχανάκια, μοναδικά σαν αυτόν που θα τα φτιάξει.

Μέσα από μια τέτοια διαδικασία, μπαίνεις λίγο και στα παπούτσια των κατασκευαστών, και αν εσύ δυσκολεύεσαι να αποφασίσεις πως θες να κάνεις την δική σου, την προσωπική σου μοτοσυκλέτα, καταλαβαίνεις τι μπελά έχουν στο κεφάλι τους όσοι σχεδιάζουν μια μοτοσυκλέτα που προορίζεται για να αρέσει σε όλο τον πλανήτη. Μια άλλη πτυχή του customizing είναι πως σε πολλές περιπτώσεις οι μοτοσυκλέτες γίνονται λειτουργικά χειρότερες, στο όνομα της εμφάνισης: Σέλες υποτυπώδεις, αναρτήσεις με μικρότερες διαδρομές, ο απολύτως ελάχιστος εξοπλισμός, μικρότερα ρεζερβουάρ, λάστιχα τετράγωνα... Κι όμως, αυτές οι "ελλείψεις" τελικά καταλήγουν να ενισχύουν την εμπειρία, και όχι να την μειώνουν. Μια custom μοτοσυκλέτα μπορεί και να πηγαίνει, να στρίβει, να φρενάρει χειρότερα, αλλά η εμπειρία της οδήγησής της να είναι ανώτερη της καλύτερης λειτουργικά αρχικής της μορφής. Να και κάτι άλλο λοιπόν που ενισχύει το γόητρο των custom μοτοσυκλετών: Η απόλαυση που παίρνεις από την οδήγησή τους είναι ανεξάρτητη από μετρήσιμα μεγέθη επιδόσεων, ή τεχνικά χαρακτηριστικά που θα έδιναν την νίκη σε μια λεκτική μάχη της καφετέριας.

Μου φαίνεται πως η επιστροφή σε μοτοσυκλέτες που για τον καθένα μας αξίζουν και τώρα, και που έχουν επιλεγεί με συναισθηματικά και όχι ορθολογιστικά κριτήρια, δεν είναι παρά μια έστω και ασυνείδητη επιστροφή στις αρχικές αξίες της μοτοσυκλέτας, τότε που ένας κινητήρας, ένα πλαίσιο, ένα ρεζερβουάρ και δύο ρόδες ήταν αρκετές για να νιώσεις μοναδικές συγκινήσεις, ή για να κάνεις το γύρο του κόσμου. Οι αυτοκινητάδες το έχουν χάσει αυτό το παιχνίδι. Πως να κάτσεις να κάνεις ένα σύγχρονο αυτοκίνητο απλό και ελαφρύ σαν ένα 2CV; Δεν γίνεται. Μια μοτοσυκλέτα όμως...