Editorial 641 - Στη σωστή ποσότητα

Από το

motomag

1/4/2023

Αυτή την στιγμή καμία εταιρεία μοτοσυκλετών δεν έχει τον ίδιο τρόπο αρχικού σχεδιασμού ενός νέου μοντέλου. Η ανάπτυξη δεν διαφέρει παρά ελάχιστα στα βήματα που ακολουθεί από εκεί και πέρα, είτε είναι Ευρωπαίος, είτε Ιάπωνας, είτε ακόμη και Κινέζος κατασκευαστής. Ωστόσο οι πρώτες γραμμές, το πρώτο σχέδιο και η έμπνευση για να γίνουν αυτές είναι κάτι τελείως διαφορετικό ανάμεσα στους κατασκευαστές. Η Honda έχει με διαφορά μία από τις πιο ριζοσπαστικές διαδικασίες καθώς αναρτά σε πίνακες ανακοινώσεων ανά τον κόσμο τα σχέδια και ανώνυμα από κάτω, τοποθετώντας πινέζες, ψηφίζουν οι σχεδιαστές τα σχέδια των συναδέλφων τους. Το τμήμα της Ιταλίας είναι ο βασικός πυλώνας σχεδιασμού της Honda αλλά στον πίνακα ανακοινώσεων τού μπορεί κανείς να δει σχέδια από τμήμα στην Ταϊλάνδη ή την Ιαπωνία και αντίστοιχα να το ψηφίσει, όπως έγινε με τα ADV150 που κυκλοφορούν στην ασιατική αγορά. Αυτό βέβαια έχει οδηγήσει και σε εκτρώματα, όπως το Vultus, αλήθεια το θυμάται κανείς; Το είχα δει από κοντά σε μία παρουσίαση άλλου μοντέλου που εντελώς ειρωνικά είχε γίνει σε ένα τεράστιο σπήλαιο γεμάτο νυκτερίδες. Είχαν φέρει μαζί τους και το Vultus που φαινόταν λες και όλες μαζί οι νυκτερίδες είχαν επιτεθεί σε ένα Integra και όταν έφυγαν τελικά από πάνω του, υπήρχε στην θέση του αυτό το… περίεργο κατασκεύασμα που ποτέ δεν τα κατάφερε εμπορικά. Η περίεργη αυτή διαδικασία όμως έχει οδηγήσει και σε επιτυχίες όπως το X-Adv που δεν υπήρχε στα σχέδια της Honda, δεν προτάθηκε από το εμπορικό τμήμα αλλά ψηφίστηκε από τους σχεδιαστές και τράβηξε έτσι τα βλέμματα στην Ιαπωνία που έχει και τον τελικό λόγο για το τι θα κατασκευαστεί σε οποιαδήποτε αγορά ανά τον κόσμο και τελικά προχώρησε και έγινε και τεράστια επιτυχία.

Η KTM έχει τον Gerald Kiska και το γραφείο του που σε γενικές γραμμές τους έχει σώσει αλλά υπάρχουν στιγμές στην πορεία του που το αγύριστο κεφάλι του τους έχει χαντακώσει, όπως με τα 790 Adventure και έπειτα τα 890 που επέμενε πως είναι καλή επιλογή να μοιάζουν με αλογάκι της Παναγίας. Εμένα προσωπικά μου άρεσε και έτσι, όχι γιατί είναι συμπαθητικό ως έντομο αλλά γιατί την εμφάνιση της μοτοσυκλέτας την κρίνω από τη σέλα της κι από αυτό που αντικρίζω καβαλώντας την, η εξωτερική εικόνα είναι σημαντική -ναι- αλλά μπαίνει σε δεύτερη μοίρα. Τώρα που ο Kiska νέρωσε το κρασί του και το 890 Adventure δείχνει όπως κάθε άλλη μοτοσυκλέτα της κατηγορίας, είναι σαφώς πιο όμορφο από πριν. Η Yamaha από την άλλη πλευρά έχει την εξαιρετική επιτυχία να σχεδιάζει μοτοσυκλέτες που είναι γενικά αποδεκτές, αντικειμενικά όμορφες δηλαδή, καθώς η ομορφιά παρότι υποκειμενική υπόθεση ξεκινά από τελείως αντικειμενική βάση και βασικό της θεμέλιο είναι η συμμετρία. Πράγμα που έχω συζητήσει προσωπικά με τον σχεδιαστή που επί σειρά ετών έκανε όλα τα BMW αλλήθωρα και μου έλεγε πως είναι πιο σημαντικό να είναι πρακτικά τα φώτα και όχι να είναι όμορφα, καταλήγοντας να συμφωνούμε πως διαφωνούμε πλήρως για το αν γίνεται να τα πετύχεις και τα δύο. Γενικά η BMW έχει κάνει ένα σωρό περίεργα πράγματα με τα φώτα της με βασικό παράδειγμα εδώ τον περιστρεφόμενο XENON προβολέα της K1600GT/GTL και ευτυχώς από την ημέρα που τα LED έδωσαν διαφορετικές λύσεις σταμάτησε αυτούς τους πειραματισμούς. Βασικό στοιχείο της Yamaha και της BMW είναι πως δουλεύουν με σταθερά άτομα, με την διαφορά πως η Yamaha έχει σίγουρα πετύχει καλύτερη σύνθεση ομάδας. Το γραφείο του Kiska είναι διαμετρικά αντίθετη περίπτωση, μοιάζει με terminal αεροδρομίου, αλλάζουν στελέχη συνέχεια. Ένα από τα πιο ικανά, ο Craig Dent σχεδιαστής του Norden μεταξύ άλλων, αποχώρησε πριν από δύο χρόνια και έφτιαξε το δικό του γραφείο στο Salzburg μαζί με την KSR όπου αναλαμβάνει όμως δουλειές και για άλλους κατασκευαστές. Κανείς δεν έχει κοινή προσέγγιση στο πώς να ξεκινήσει το σχέδιο όμως όλοι ακολουθούν τα ίδια βήματα, την ίδια ακριβώς πορεία δημιουργίας από εκεί και πέρα. Ο πηλός, το στατικό μοντέλο, το tooling της γραμμής παραγωγής, οι δοκιμές στον δρόμο, η προ-παραγωγή, ο τελικός έλεγχος, είναι μία πορεία που δεν διαφέρει πολύ ανάμεσα στους βασικούς κατασκευαστές μοτοσυκλετών, εκτός από το πώς σχεδιάζουν την πρώτη γραμμή ενός νέου μοντέλου. Ξέρετε τι άλλο έχουν κοινό; Πως κανείς δεν μπορεί να αποφασίσει τι είναι αυτό που τελικά αρέσει στον κόσμο. Υπάρχει ένας παρονομαστής στον οποίο όλοι συμφωνούν, πως ο κόσμος της μοτοσυκλέτας είναι πολύ συντηρητικός και δεν του αρέσει το εξεζητημένο σχέδιο. Την ίδια στιγμή που η Hayabusa ήταν κάποτε ιδιαίτερα εξεζητημένη και άκρως πετυχημένη, τελικά κατέστει απόλυτα συντηρητική μιας και υπάρχει σχεδόν απαράλλαχτη εδώ και είκοσι χρόνια. Ας φύγουμε όμως από τη Suzuki που ότι και να κάνει στον τομέα του σχεδιασμού, μπορεί να πάει μόνο μπροστά στην παρούσα φάση που βρίσκεται. Κανείς λοιπόν δεν έχει αποκωδικοποιήσει μέχρι τώρα τι είναι αυτό που κάνει μία μοτοσυκλέτα όμορφη. Ποιος είναι ο μηχανισμός πίσω από μία κοινά αποδεχτή άσχημη μοτοσυκλέτα, ώστε να τον μαρκάρεις σαν σκόπελο και να μην πέφτεις επάνω του; Η τέχνη έχει απαντήσει σε αυτό. Η υπερβολή είναι όμορφη, η υπερβολή είναι ζωή. Περάσαμε από τον ρεαλισμό στην τέχνη και καταλάβαμε πως όταν η τέχνη αποτυπώνει την πραγματικότητα γίνεται βαρετή και δεν ξεχωρίζει από εκείνο που έτσι και αλλιώς έχει το μάτι συνηθίσει να βλέπει, οπότε την προσπερνάς. Ο Έφηβος του Κριτία είναι το καλύτερο παράδειγμα ρεαλισμού στην αρχαιότητα και ως πρώτο έμεινε στην ιστορία. Το δεύτερο δεν το ξέρει κανείς γιατί πολύ απλά η τέχνη εμπνέεται από την πραγματικότητα για να δημιουργήσει την κατάλληλη υπερβολή που θα τραβήξει τον θεατή και θα τον καθηλώσει. Σπάνια η υπερβολή αυτή δουλεύει υπερθετικά στη μοτοσυκλέτα, πιο συχνά γυρνά boomerang. Η MV Agusta έχει εξαιρετικό σερί σωστής ποσότητας υπερβολής δημιουργώντας όμορφες μοτοσυκλέτες, η Suzuki εξαιρετικό σερί μηδενικής ποσότητας, κάνοντας τα πάντα άνοστα και συνηθισμένα. Κατά καιρούς όλοι έχουν βρει την σωστή ποσότητα, ελάχιστοι την έχουν κρατήσει για πολύ στα χέρια τους

editorial 532 - χωρίς μοτοσυκλέτα

Από το

Μαύρο Σκύλο

7/3/2014

Πως λέμε "Χωρίς οικογένεια", του Έκτορος Μαλό; Τρεις βδομάδες τώρα χωρίς μοτοσυκλέτα, λόγω γόνατου, κι έχω πάθει στέρηση. Μου λείπει ακόμα κι η καθημερινή μετακίνηση σπίτι-γραφείο, που εξ ορισμού είναι ό,τι πιο επικίνδυνο, βαρετό και ανούσιο. Αναγκαστικά μετακινούμαι με αυτοκίνητο, το κάθισμα τέρμα πίσω τραβηγμένο, το πόδι κάγκελο τεντωμένο, κλέβω λίγο κιόλας και χαλαρώνω τον κάτω ιμάντα του νάρθηκα για να μπορεί να λυγίζει λίγο το πόδι και να δουλεύω γκάζι-φρένο.

Καθώς με το αυτοκίνητο περνάω περισσότερο χρόνο ακίνητος, μπορώ να παρατηρώ ακόμα καλύτερα όσα συμβαίνουν γύρω μου στους δρόμους, κι απορώ ακόμα περισσότερο: Πως καταφέρνουμε κι επιβιώνουμε; Όσοι κινούμαστε με μοτοσυκλέτα αποδεικνύουμε πως όντως, γίνονται θαύματα. Μ' αυτά που βλέπεις στους δρόμους θα πίστευες πως μέσα σε μια βδομάδα δεν θα υπήρχε όρθιος μοτοσυκλετιστής ούτε για δείγμα. Κι όμως, φαίνεται πως είμαστε σαν τις κατσαρίδες, δεν εξηγείται αλλιώς.

Κινούμαι σε δρόμο διπλής κυκλοφορίας, χωρίς νησίδα, και μπροστά μου ακόμη ένας με μια "κούρσα" έχει βγάλει φλας για να στρίψει αριστερά στην ίδια κάθετο που θέλω να στρίψω κι εγώ. Η είσοδος όμως της καθέτου είναι μισόκλειστη από έργα του ΟΤΕ, έχουν σκάψει κι έχουν βάλει τα πάντα: Πλέγματα πορτοκαλιά στηριγμένα σε μπετόβεργες (all time safety classic η μπετόβεργα), σήματα "υποχρεωτική πορεία δεξιά", κορδέλες ασπροκόκκινες και φαναράκι που αναβοσβήνει. Τι άλλο να βάλουν; Το μόνο που χρειαζόταν να κάνει όποιος ήθελε να μπει στην κάθετο ήταν να πάρει λίγο πιο ανοιχτά την στροφή, αποφεύγοντας το εμπόδιο. Και τι κάνει ο τύπος; Το προφανές. Παίρνει φόρα και πέφτει πάνω σε όλα αυτά, σαν να μην υπήρχαν. Περνώντας δίπλα του, είδα την φάτσα του πανικόβλητη, έκπληκτη, λες και πλέγματα και ταμπέλες και φαναράκια πετάχτηκαν ξαφνικά μπροστά του. Ήθελα να σταματήσω και να τον βρίσω, να του πω πως είναι ηλίθιος και επικίνδυνος. Και γιατί; Γιατί φαντάστηκα πως θα μπορούσα κάλλιστα να οδηγώ μοτοσυκλέτα, και να τον συναντήσω στον δρόμο μου, και να πέσει πάνω μου έτσι όπως έπεσε και στην σήμανση των έργων. Είμαι σίγουρος πως θα είχε την ίδια δικαιολογία: Δεν σε είδα, δεν τα είδα.

Αυτό τώρα, είναι ένα πρόβλημα. Αλλά δεν είναι δικαιολογία. Το "δεν σε είδα" να το καταλάβω αν πρόκειται για τυφλό, και γνήσιο μάλιστα, όχι μαϊμού. Ελπίζω όμως πως οι τυφλοί δεν οδηγούν, ακόμα και στην Ελλάδα. Άνθρωπος που έχει τα ματάκια του και βλέπει, άνθρωπος που οδηγεί, δεν δικαιούται να πει δεν είδα. Δεν είδες, γιατί δεν κοίταγες, βλάκα. Κι ας φαίνεται πως είχες ανοιχτά τα μάτια σου, δεν έχεις όμως την εγκεφαλική χωρητικότητα που απαιτείται για να αναγνωρίζεις τι βλέπεις. Κι αν εσύ πιστεύεις στην μετεμψύχωση, εγώ λέω να απολαύσω ακόμα για πολύ αυτή την ζωή πριν πάω για την επόμενη. Δεν μιλάω μόνο για τον κύριο με την κούρσα εναντίον έργων, μιλάω και για την κοπελιά που είχε καρφωμένο το βλέμμα της στο υπερπέραν κι ερχόταν καταπάνω μου κοιτώντας με αλλά χωρίς να με βλέπει, κι έχω φάει φρίκη, ένα Jimny οδηγώ, μπορεί κι ανεβαίνει πεζοδρόμια, αλλά το άτιμο δεν πηδάει στο πλάι σαν γατί περνώντας πάνω από παρκαρισμένα για να βρεθώ στο πεζοδρόμιο και να γλιτώσω, να βάλω όπισθεν το σκέφτηκα αλλά είχα άλλον πίσω μου, το μόνο που μπορούσα να κάνω ήταν να βυθίσω το κουμπί της κόρνας βαθιά μέσα στο τιμόνι και να εισπνεύσω δυνατά μέσα από τα σφιγμένα δόντια μου (αυτό πάντα βοηθάει) περιμένοντας το μπαμ. Η σκηνή αυτή είχε γυριστεί φαίνεται σε super hi definition, γιατί παρακολούθησα τα μάτια της να εστιάζουν αργά, κι εξίσου αργά να στρίβει το τιμόνι, λες και το αυτοκίνητό της μέσα ήταν γεμάτο διαφανή μαρμελάδα και δυσκολευόταν. Πέρασε χιλιοστά δίπλα μου, ατάραχη όμως, κι εξακολουθώντας να μιλάει στο κινητό.

Στο σημείο αυτό θα ήθελα να κάνω μια διακοπή για να παρακαλέσω τις αυτοκινητοβιομηχανίες να εγκαταστήσουν, και ως πρώτη τοποθέτηση και ως ρετροφίτ, το εξής σύστημα: Μόλις το αυτοκίνητο ανιχνεύσει χρήση κινητού, να ανοίγει αυτόματα το παράθυρο του οδηγού. Επόμενή μου παράκληση είναι να γίνει μια μικρή αλλαγή στον ΚΟΚ, που θα λέει το εξής: "Πας νοήμων μοτοσυκλετιστής δικαιούται άνευ ποινής να αρπάξει το κινητό ή το μπλουτούθ ή το χαντσφρή και να το σφεντονίσει όσο πιο μακριά μπορεί, κατά προτίμηση σε σημείο που θα το πατήσουν αμέσως τα άλλα αυτοκίνητα". To ζητάω αυτό γιατί πολλές φορές έχω την επιθυμία να το κάνω, αλλά με εμποδίζουν τα κλειστά παράθυρα. Πιστεύω πως είναι ένα μέτρο που θα σώσει πολλές ζωές. Εναλλακτικά, για να μην αφήνουν οι μοτοσυκλετιστές το δεξί τους χέρι από το τιμόνι, θα συμβιβαζόμουν με μια συσκευή που με το πάτημα ενός κουμπιού θα ανατίναζε όλα τα κινητά σε απόσταση πέντε μέτρων. Μια απλή συσκευή ηλεκτρομαγνητικού παλμού δηλαδή, κατάλληλα ρυθμισμένη για να μην καταστρέφει τα ηλεκτρονικά της ίδιας της μοτοσυκλέτας (που κατά προτίμηση θα πρέπει να είναι με καρμπυρατέρ και πλατίνες, χωρίς ηλεκτρονική, για να έχεις το κεφάλι σου ήσυχο), αλλά που θα μπλοκάρει τόσο το κινητό όσο και τα ηλεκτρικά του αυτοκινήτου.

Μετά από λίγες μέρες πίσω από στρογγυλό τιμόνι, άρχισα να κατανοώ και γιατί οι οδηγοί των αυτοκινήτων είναι όλοι έτοιμοι να σφάξουν τους άλλους οδηγούς. Φαινομενικά τα πράγματα είναι ήρεμα, κι όταν είσαι με μοτοσυκλέτα και δεν μένεις πολύ ανάμεσά τους αλλά κινείσαι συνεχώς, δεν μπορείς εύκολα να καταλάβεις πως αρκεί η παραμικρή αφορμή για να ξεσπάσει τρίτος παγκόσμιος πόλεμος. Όταν όμως αναγκαστείς να ζήσεις εγκλωβισμένος ανάμεσά τους, σιγά-σιγά η υποβόσκουσα αυτή οργή μπαίνει και στο δικό σου αυτοκίνητο από το ανοιχτό παράθυρο (ακόμα και το χειμώνα, εκτός εθνικής οδού, οδηγώ με ανοιχτό παράθυρο) και σε ποτίζει χωρίς να το καταλάβεις. Είναι φαίνεται τόσο αφύσικη η όλη φάση, σειρές ολόκληρες από ακινητοποιημένα αυτοκίνητα, άνθρωποι που περνούν έτσι ώρες ολόκληρες καθημερινά, που το μόνο που σκέφτεσαι είναι όχι πως θα γλιτώσεις, αλλά πως θα ξεσπάσεις στον πρώτο που θα κάνει το λάθος. Πρόκειται για μια κλασική εφαρμογή του πειράματος Καλχούν: Όταν τα ποντίκια είναι λίγα μέσα στο κουτί ανέχονται το ένα το άλλο. Όταν γίνουν πολλά, γίνονται και κανίβαλοι και τρώνε το ένα το άλλο για να επέλθει μια ισορροπία. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει με τους οδηγούς αυτοκινήτων στους δρόμους. Είναι πολλοί, το κουτί είναι μικρό, τρώνε ο ένας τον άλλο. Άρχισα κι εγώ να επηρεάζομαι.

Στην φάση που για 500 μέτρα στενού δρόμου είχα μπροστά μου έναν κυριούλη που πήγαινε με πρώτη αργή-σκορτσάροντας-πατώντας φρένο-ανάβοντας δεξί φλας-όχι, όχι, αριστερό φλας τώρα-μπα, βάλε αλάρμ-σβήσε αλάρμ-κάνοντας πως θα χωθεί δεξιά-αλλά όχι, ίσως αριστερά-κι όλα αυτά τόσο αααργά που η βελόνα του κοντέρ ούτε που κουνιόταν, θυμήθηκα μια παλιά μου κατά φαντασίαν εφεύρεση: Το όπλο Ε.Ε.. Όπου Ε.Ε. σημαίνει Εξαΰλωσις-Εξαφάνισις, και όχι Ευρωπαϊκή Ένωση. Σημαδεύεις νοητά όποιον σε φρικάρει στο δρόμο και... ΠΑΦ! εξαφανίζεται από μπροστά σου. Ιδανικά, το όπλο Ε.Ε. είναι ρυθμισμένο για να τον στείλει, μαζί με το αυτοκίνητό του, σε μέρος χωρίς δρόμους, μακριά από πολιτισμό, όπως για παράδειγμα στα βάθη της ζούγκλας του Αμαζονίου, ή σε κάποιο ακατοίκητο ερημονήσι του Ειρηνικού Ωκεανού. Στην αρχή, όταν το είχα πρωτοεφεύρει, το είχα ρυθμισμένο απλώς να εξαφανίζει, όμως οι διαμαρτυρίες ανθρωπιστικών οργανώσεων με έκαναν να το μετατρέψω. Δουλεύει και για μοτοσυκλέτες, ειδικά για όσους καταφέρνουν να καθυστερούν πίσω τους αυτοκίνητα, μέσα στην πόλη, και όσους βγαίνουν μπροστά στα φανάρια, χωρίς να τα βλέπουν και όταν ανάψει πράσινο, κάθονται μέχρι να τους κορνάρουν τουλάχιστον 50 αυτοκίνητα για να ξεκινήσουν.

Όσο περνούν οι μέρες κι οδηγώ ακόμα αυτοκίνητο, η κατάστασή μου σοβαρεύει. Αρχίζω να ζηλεύω ακόμα και αυτούς που κυκλοφορούν μέσα στην Αθήνα με τριβάλιτσα Adventure, φορώντας καπελάκι και ξεκινούν από το φανάρι με τα πόδια κάτω για τουλάχιστον εκατό μέτρα, μέχρι να αισθανθούν σίγουροι για την ισορροπία τους και να τα βάλουν στα μαρσπιέ.

Ναι, τόσο χαμηλά έχω πέσει. Γλυκοκοιτάζω ακόμα και κάτι μεγκασκούτερ μπαουλοντίβανα που χρειάζονται χάιγουέι στις ερημιές της Νεβάδα για να χωρέσουν, κάτι παπιά ρημάδια που αλλού κοιτάει ο μπροστινός τους τροχός κι αλλού ο πίσω, μέχρι κι ένα Μεζέ 250 που άφηνε απ' την εξάτμισή του μια παχιά γραμμή αδιάλυτου καπνού, ξέρετε, εκείνα που στο ρελαντί βλέπεις θολό τον κινητήρα απ' τους κραδασμούς. Νόμιζα πως είχαν εξαφανιστεί, αλλά ήμουν κοντά στον Περισσό, οπότε η εμφάνισή του μπορεί να δικαιολογείται κι έτσι. Όχι πως δεν τα αγαπώ, είχα κι εγώ τέτοιο κάποτε, κι ας είχε προσπαθήσει δύο φορές να με δολοφονήσει, μία που κόλλησε τέρμα το γκάζι στην εθνική και μία που πήγε να πάρει φωτιά. Η σχέση μας δεν κράτησε πολύ.

Τώρα που δεν μπορώ να καβαλήσω, περνούν μπροστά από τα μάτια μου όλα τα μηχανάκια που είχα, κι όσα θα ήθελα να έχω, μια παρέλαση που μπορεί να με κρατήσει απασχολημένο για πολλή ώρα, ειδικά αν σκεφτώ και όσα είχα κάνει με αυτά που είχα και όσα θα ήθελα να κάνω με αυτά που δεν είχα. Ζω τέτοια στέρηση, που αν μου έλεγαν πως μπορείς να καβαλήσεις, αλλά μόνο ΑΥΤΟ (κάτι που κανονικά δεν θα ήθελα να βρεθώ πάνω του ούτε ταριχευμένος), θα χοροπηδούσα απ' τη χαρά μου. Το GS μου έχει μαραζώσει, το Χάσκυ μου με κοιτάει παραπονεμένο, αλλά το γόνατο είναι αυτό που θα πει πότε θα μπορέσω να ξανακαβαλήσω.

Κι όσο το σκέφτομαι, τόσο καταλήγω πως σε κάτι τέτοιες φάσεις στέρησης καταλαβαίνεις πόσο αγαπάς τις μοτοσυκλέτες, όταν πάψεις να έχεις ιδανικές καταστάσεις στο μυαλό σου και διαπιστώνεις πως θα ήσουν ευχαριστημένος με λιγότερα, έως ελάχιστα. Κι όταν οι προδιαγραφές σου φτάσουν στο σημείο "κινητήρα και ρόδες να έχει, και μια χαρά θα περάσουμε", τότε πρέπει να είναι το αντίστοιχο του "ζω στην έρημο και τρέφομαι με ακρίδες και μέλι, αλλά βρήκα τη φώτιση" ή του "μετά από δέκα χρόνια απομόνωσης σε σπηλιά του Θιβέτ ζω μόνο με δροσερό αεράκι κι αγαπάω όλο τον κόσμο". Μ' αυτά που γράφω, σ' αυτό το σημείο μου ήρθε μια εικόνα με τον Βούδα να διαλογίζεται κάτω από έναν φίκο, αλλά όταν κοίταξα πίσω από τον φίκο, είδα έναν τροχό να ξεπροβάλλει, με τρακτερωτό λάστιχο και ψηλό φτερό από πάνω του: Κι ο Βούδας εντούρο ονειρεύονταν.