Editorial 641 - Στη σωστή ποσότητα

Από το

motomag

1/4/2023

Αυτή την στιγμή καμία εταιρεία μοτοσυκλετών δεν έχει τον ίδιο τρόπο αρχικού σχεδιασμού ενός νέου μοντέλου. Η ανάπτυξη δεν διαφέρει παρά ελάχιστα στα βήματα που ακολουθεί από εκεί και πέρα, είτε είναι Ευρωπαίος, είτε Ιάπωνας, είτε ακόμη και Κινέζος κατασκευαστής. Ωστόσο οι πρώτες γραμμές, το πρώτο σχέδιο και η έμπνευση για να γίνουν αυτές είναι κάτι τελείως διαφορετικό ανάμεσα στους κατασκευαστές. Η Honda έχει με διαφορά μία από τις πιο ριζοσπαστικές διαδικασίες καθώς αναρτά σε πίνακες ανακοινώσεων ανά τον κόσμο τα σχέδια και ανώνυμα από κάτω, τοποθετώντας πινέζες, ψηφίζουν οι σχεδιαστές τα σχέδια των συναδέλφων τους. Το τμήμα της Ιταλίας είναι ο βασικός πυλώνας σχεδιασμού της Honda αλλά στον πίνακα ανακοινώσεων τού μπορεί κανείς να δει σχέδια από τμήμα στην Ταϊλάνδη ή την Ιαπωνία και αντίστοιχα να το ψηφίσει, όπως έγινε με τα ADV150 που κυκλοφορούν στην ασιατική αγορά. Αυτό βέβαια έχει οδηγήσει και σε εκτρώματα, όπως το Vultus, αλήθεια το θυμάται κανείς; Το είχα δει από κοντά σε μία παρουσίαση άλλου μοντέλου που εντελώς ειρωνικά είχε γίνει σε ένα τεράστιο σπήλαιο γεμάτο νυκτερίδες. Είχαν φέρει μαζί τους και το Vultus που φαινόταν λες και όλες μαζί οι νυκτερίδες είχαν επιτεθεί σε ένα Integra και όταν έφυγαν τελικά από πάνω του, υπήρχε στην θέση του αυτό το… περίεργο κατασκεύασμα που ποτέ δεν τα κατάφερε εμπορικά. Η περίεργη αυτή διαδικασία όμως έχει οδηγήσει και σε επιτυχίες όπως το X-Adv που δεν υπήρχε στα σχέδια της Honda, δεν προτάθηκε από το εμπορικό τμήμα αλλά ψηφίστηκε από τους σχεδιαστές και τράβηξε έτσι τα βλέμματα στην Ιαπωνία που έχει και τον τελικό λόγο για το τι θα κατασκευαστεί σε οποιαδήποτε αγορά ανά τον κόσμο και τελικά προχώρησε και έγινε και τεράστια επιτυχία.

Η KTM έχει τον Gerald Kiska και το γραφείο του που σε γενικές γραμμές τους έχει σώσει αλλά υπάρχουν στιγμές στην πορεία του που το αγύριστο κεφάλι του τους έχει χαντακώσει, όπως με τα 790 Adventure και έπειτα τα 890 που επέμενε πως είναι καλή επιλογή να μοιάζουν με αλογάκι της Παναγίας. Εμένα προσωπικά μου άρεσε και έτσι, όχι γιατί είναι συμπαθητικό ως έντομο αλλά γιατί την εμφάνιση της μοτοσυκλέτας την κρίνω από τη σέλα της κι από αυτό που αντικρίζω καβαλώντας την, η εξωτερική εικόνα είναι σημαντική -ναι- αλλά μπαίνει σε δεύτερη μοίρα. Τώρα που ο Kiska νέρωσε το κρασί του και το 890 Adventure δείχνει όπως κάθε άλλη μοτοσυκλέτα της κατηγορίας, είναι σαφώς πιο όμορφο από πριν. Η Yamaha από την άλλη πλευρά έχει την εξαιρετική επιτυχία να σχεδιάζει μοτοσυκλέτες που είναι γενικά αποδεκτές, αντικειμενικά όμορφες δηλαδή, καθώς η ομορφιά παρότι υποκειμενική υπόθεση ξεκινά από τελείως αντικειμενική βάση και βασικό της θεμέλιο είναι η συμμετρία. Πράγμα που έχω συζητήσει προσωπικά με τον σχεδιαστή που επί σειρά ετών έκανε όλα τα BMW αλλήθωρα και μου έλεγε πως είναι πιο σημαντικό να είναι πρακτικά τα φώτα και όχι να είναι όμορφα, καταλήγοντας να συμφωνούμε πως διαφωνούμε πλήρως για το αν γίνεται να τα πετύχεις και τα δύο. Γενικά η BMW έχει κάνει ένα σωρό περίεργα πράγματα με τα φώτα της με βασικό παράδειγμα εδώ τον περιστρεφόμενο XENON προβολέα της K1600GT/GTL και ευτυχώς από την ημέρα που τα LED έδωσαν διαφορετικές λύσεις σταμάτησε αυτούς τους πειραματισμούς. Βασικό στοιχείο της Yamaha και της BMW είναι πως δουλεύουν με σταθερά άτομα, με την διαφορά πως η Yamaha έχει σίγουρα πετύχει καλύτερη σύνθεση ομάδας. Το γραφείο του Kiska είναι διαμετρικά αντίθετη περίπτωση, μοιάζει με terminal αεροδρομίου, αλλάζουν στελέχη συνέχεια. Ένα από τα πιο ικανά, ο Craig Dent σχεδιαστής του Norden μεταξύ άλλων, αποχώρησε πριν από δύο χρόνια και έφτιαξε το δικό του γραφείο στο Salzburg μαζί με την KSR όπου αναλαμβάνει όμως δουλειές και για άλλους κατασκευαστές. Κανείς δεν έχει κοινή προσέγγιση στο πώς να ξεκινήσει το σχέδιο όμως όλοι ακολουθούν τα ίδια βήματα, την ίδια ακριβώς πορεία δημιουργίας από εκεί και πέρα. Ο πηλός, το στατικό μοντέλο, το tooling της γραμμής παραγωγής, οι δοκιμές στον δρόμο, η προ-παραγωγή, ο τελικός έλεγχος, είναι μία πορεία που δεν διαφέρει πολύ ανάμεσα στους βασικούς κατασκευαστές μοτοσυκλετών, εκτός από το πώς σχεδιάζουν την πρώτη γραμμή ενός νέου μοντέλου. Ξέρετε τι άλλο έχουν κοινό; Πως κανείς δεν μπορεί να αποφασίσει τι είναι αυτό που τελικά αρέσει στον κόσμο. Υπάρχει ένας παρονομαστής στον οποίο όλοι συμφωνούν, πως ο κόσμος της μοτοσυκλέτας είναι πολύ συντηρητικός και δεν του αρέσει το εξεζητημένο σχέδιο. Την ίδια στιγμή που η Hayabusa ήταν κάποτε ιδιαίτερα εξεζητημένη και άκρως πετυχημένη, τελικά κατέστει απόλυτα συντηρητική μιας και υπάρχει σχεδόν απαράλλαχτη εδώ και είκοσι χρόνια. Ας φύγουμε όμως από τη Suzuki που ότι και να κάνει στον τομέα του σχεδιασμού, μπορεί να πάει μόνο μπροστά στην παρούσα φάση που βρίσκεται. Κανείς λοιπόν δεν έχει αποκωδικοποιήσει μέχρι τώρα τι είναι αυτό που κάνει μία μοτοσυκλέτα όμορφη. Ποιος είναι ο μηχανισμός πίσω από μία κοινά αποδεχτή άσχημη μοτοσυκλέτα, ώστε να τον μαρκάρεις σαν σκόπελο και να μην πέφτεις επάνω του; Η τέχνη έχει απαντήσει σε αυτό. Η υπερβολή είναι όμορφη, η υπερβολή είναι ζωή. Περάσαμε από τον ρεαλισμό στην τέχνη και καταλάβαμε πως όταν η τέχνη αποτυπώνει την πραγματικότητα γίνεται βαρετή και δεν ξεχωρίζει από εκείνο που έτσι και αλλιώς έχει το μάτι συνηθίσει να βλέπει, οπότε την προσπερνάς. Ο Έφηβος του Κριτία είναι το καλύτερο παράδειγμα ρεαλισμού στην αρχαιότητα και ως πρώτο έμεινε στην ιστορία. Το δεύτερο δεν το ξέρει κανείς γιατί πολύ απλά η τέχνη εμπνέεται από την πραγματικότητα για να δημιουργήσει την κατάλληλη υπερβολή που θα τραβήξει τον θεατή και θα τον καθηλώσει. Σπάνια η υπερβολή αυτή δουλεύει υπερθετικά στη μοτοσυκλέτα, πιο συχνά γυρνά boomerang. Η MV Agusta έχει εξαιρετικό σερί σωστής ποσότητας υπερβολής δημιουργώντας όμορφες μοτοσυκλέτες, η Suzuki εξαιρετικό σερί μηδενικής ποσότητας, κάνοντας τα πάντα άνοστα και συνηθισμένα. Κατά καιρούς όλοι έχουν βρει την σωστή ποσότητα, ελάχιστοι την έχουν κρατήσει για πολύ στα χέρια τους

editorial 525 - Ο μύθος ζει

Από το

Μαύρο Σκύλο

25/7/2013

Κι όμως, ο μύθος της μοτοσυκλέτας δημιουργήθηκε από αυτούς που προκαλούσαν το κοινό αίσθημα, την κοινή ησυχία και τους φιλήσυχους πολίτες. Κάτι Άγριοι Μάρλον Μπράντοι, κάτι Ήσυχοι Καβαλάρηδες με τα πιρούνια σαπέρα, κάτι μπυροκοιλιάδες με πολλά ραφτά στα γιλέκα τους, κάτι αλάνια με τέσσερις σε καμία και κουρελούδες για να έρθουμε και στα δικά μας. Μπορεί από την απόσταση των τριάντα ή σαράντα χρόνων όλα αυτά να μας φαίνονται από αφελή έως ρομαντικά, για την εποχή τους όμως ήταν πολύ σοβαρά, απασχολούσαν την κοινή γνώμη, οι γριές σταυροκοπιόντουσαν, οι νοικοκυραίοι έβριζαν τα ξεκράνωτα αληταριά. Παράλληλα, υπήρχαν βέβαια και οι καθωσπρέπει μοτοσυκλετιστές, με τα κράνη τους και τα δερμάτινά τους τα Λιούις Λέδερς που είχαν φέρει "απέξω", καβάλα στα ακριβά τους μηχανάκια. Πολύ χοντρικά, υπήρχε ένας διαχωρισμός ανάμεσα σε παράνομους και νόμιμους.

Όταν οι "νόμιμοι" έγιναν πολλοί, κι έγιναν πολλοί χάρη στο μύθο που είχαν δημιουργήσει οι "παράνομοι", χρειάστηκαν δεκαετίες προσπαθειών για να καθαρίσουν από πάνω τους τη ρετσινιά του αλήτη. Εδώ μέσα υπάρχει μια σχιζοφρένεια, αν το σκεφθεί κανείς ψύχραιμα. Δηλαδή κάποιοι προσελκύονται από την αίγλη της αντίστασης στα κατεστημένα ήθη μέσω της μοτοσυκλέτας, κι αμέσως μετά προσπαθούν να αποκηρύξουν αυτή την εικόνα. Δεν χάνουν έτσι τον λόγο που τους έφερε στην μοτοσυκλέτα, μαζί με την αίγλη της; Το ίδιο συμβαίνει και σήμερα, που "γέμισε ο τόπος μοτοσυκλέτες", όταν άλλοι προσπαθούν να οριοθετήσουν τους "αληθινούς" σε σχέση με τους "ψεύτικους" μοτοσυκλετιστές. Μπορούν όμως στ' αλήθεια να μπουν κριτήρια μοτοσυκλετιστικής αυθεντικότητας; Να φτιάξουμε κι ένα ειδικό ΚΤΕΟ αναβατών που θα δίνει πιστοποιητικά γνησιότητας; Και τι κριτήρια θα μπορούσαν να είναι αυτά; Διανυθέντα χιλιόμετρα; Μηχανολογικές γνώσεις; Χρονομετρήσεις στην πίστα; Δεν πιστεύω πως έχει καν νόημα να το σκέφτεται κανείς.

Αν επιλέξει κανείς μοτοσυκλέτα, είναι μοτοσυκλετιστής. Για όποιον λόγο κι αν το κάνει. Ας μην ξέρει κατά που πέφτει το μπουζί κι ας πιστεύει πως η μπιέλα είναι είδος παγωτού ή τραγουδίστρια. Ας μην έχει ταξιδέψει ποτέ έξω από τα όρια του δήμου του. Ακόμα κι αν πλαγιάζει μόνο όταν κοιμάται, κι όχι στις στροφές. Τι σε κόφτει εσένα και γκρινιάζεις; Μήπως κι εσύ, αντίστοιχα, δεν χάλασες την πιάτσα σ' ό,τι σου αναλογεί; Αν ζήταγες την γνώμη των παλιών αλανιών για σένα, αλλά και των σύγχρονων, μπορεί κι εκείνοι να σκέφτονται κάτι αντίστοιχα μειωτικό για σένα.

Για σκέψου. Αγόρασες μοτοσυκλέτα γιατί; Όποια απάντηση κι αν δώσει ο καθένας μας σ' αυτό το ερώτημα, δεν θα γίνει περισσότερο ή λιγότερο μοτοσυκλετιστής. Ναι κύριε, αγόρασα από μίμηση. Ναι, εγώ για φιγούρα. Ναι, για να δείχνω πως είμαι ωραίος τύπος, για να τρομάζω τον εαυτό μου, για να ανήκω κάπου, για να αποκτήσω μια ταυτότητα, δώστε όποια απάντηση θέλετε, κι από αυτές που θεωρούνται θετικές, ή από αυτές που άλλοι θεωρούν κατακριτέες. Μην δίνετε καμία σημασία, τελικά, δεν έχει σημασία το γιατί.

Αν θεωρήσει κανείς πως μπορεί να υπάρχουν "κριτήρια μοτοσυκλετιστού", είναι σαν να δέχεται πως υπάρχουν μοτοσυκλετιστές – πρότυπα που σαν κι αυτούς θα έπρεπε να είναι και όλοι οι άλλοι. Αυτό όμως θυμίζει πολύ επικίνδυνα κάτι άλλους τύπους που λένε πως όλοι οι άνθρωποι θα έπρεπε να ανήκουν στην Άρεια φυλή και τους υπόλοιπους να τους κάνουμε σαπούνια. Αν αρχίσουμε με τα κριτήρια και τις προδιαγραφές, τότε ξεκινάμε μια διαδικασία χωρίς νόημα και χωρίς τέλος, θα καταντήσουμε σαν τους πολιτικούς και τα κόμματά τους.

Φυσικά, υπάρχουν και οι ακραίοι. Δεν είμαι σίγουρος αν υπάρχει πουθενά στον πλανήτη απολύτως νομοταγής μοτοσυκλετιστής, που δεν παραβαίνει ποτέ τον ΚΟΚ και είναι πλήρως συμμορφωμένος με κάποια ιδανικά πρότυπα μοτοσυκλετιστή. Έτσι ως υπόθεση εργασίας, ας πούμε πως υπάρχει. Στο άλλο άκρο, έζησα πρόσφατα μια βραδιά στην Καστοριά, όπου οι συνήθεις προσκολλούμενοι της Πανελλήνιας κάγκουρες έκαναν τα δικά τους, burn out, μοτέρ στους κόφτες κι άλλα τέτοια ψυχαγωγικά, παρέα με μερικούς ντόπιους.

Το σκηνικό εύκολα θα μπορούσε να είχε ξεφύγει εντελώς. Το πλήθος που είχε μαζευτεί στον παραλιακό δρόμο μπροστά στα μπαράκια απολάμβανε την μηχανολογική αναισθησία και το άρωμα του καμένου λάστιχου. Μα πόση ώρα μπορεί να δουλεύει ένα V-Strom 650 στον κόφτη; Πόσο μεγάλο κατόρθωμα είναι να κάψεις ένα λάστιχο σταματημένος; Κάποια στιγμή, η αστυνομία που ήταν απούσα από το συγκεκριμένο σημείο, αλλά ειδοποιημένη εκ των προτέρων από τους οργανωτές της Πανελλήνιας περίμενε τέτοιου είδους γεγονότα, έκλεισε την κυκλοφορία στον δρόμο αυτό και περίμενε μερικές εκατοντάδες μέτρα παραπέρα, στα φανάρια. Άφησε δηλαδή να ξεφύγει πρώτα το πράγμα, αντί να έχει μια διακριτική παρουσία που θα απέτρεπε να ξεφύγει. Έτσι κι αλλιώς, ήταν τόσο το πλήθος που άλλες αγαπημένες γυμναστικές επιδείξεις όπως σούζες και κόντρες, δεν ήταν δυνατόν να γίνουν. Μια μοτοσυκλέτα όμως που σβουρίζει επιτόπου, ξυστά στα πόδια εκατοντάδων θεατών, ή πιο δίπλα η άλλη που έκαιγε λάστιχο με το μοτέρ στον κόφτη, δεν θέλει πολύ για να εκτοξευτεί μέσα στο πλήθος, από απόσταση επαφής. Τα θύματα θα ήταν σίγουρα, ευτυχώς όμως δεν έγινε κάτι τέτοιο. Όσο περνούσε η ώρα, τόσο ανέβαινε και το "κέφι". Κι όταν στο αποκορύφωμά του έφτασαν τρία περιπολικά και συνέλαβαν ένα άτομο, ήταν σαφώς αργά: Το πλήθος με μια βοή έκλεισε γύρω από τα περιπολικά, επιτέθηκε στους αστυνομικούς και απέσπασε τελικά τον κρατούμενο από τα χέρια τους, εμφανώς χτυπημένο και με τα ρούχα σκισμένα. Το πλήθος πέταγε μπουκάλια, φώναζε περί μπάτσων γουρουνιών και δολοφόνων, έσπασε κι ένα παρμπρίζ περιπολικού. Αν ήμουν αστυνομικός, μάλλον θα φοβόμουν για την ζωή μου εκείνη την ώρα, ως θεατής, είχα το νου μου μην αρχίσουν να πέφτουν τίποτα αδέσποτες, από μάπες έως σφαίρες. Δεν ήθελε και πολύ. Οι αστυνομικοί, ψύχραιμοι, αποφασίζουν να φύγουν. Μόλις μπήκαν στα περιπολικά, κάποιος που είχε τη μηχανή του παρκαρισμένη με την ανοιχτή της εξάτμιση μισό μέτρο από το παράθυρο του οδηγού του περιπολικού, ανέβηκε πάνω της, έβαλε μπρος, κι άφησε το μοτέρ να κακαρίζει στον κόφτη. Οι αστυνομικοί ξανακατεβαίνουν από τα περιπολικά, μιλάνε με τον τύπο, αλλά δεν τον συλλαμβάνουν. Απ' ό,τι κατάλαβα ακούγοντάς τους να μιλάνε, ήταν ντόπιος, τον ήξεραν. Τα μάζεψαν κι έφυγαν από κει, αλλά την έστησαν στα φανάρια όπου υπήρχε και κλούβα των ΜΑΤ, κι έγραφαν όποιον έφευγε από κει. Αυτά έγιναν το Σάββατο, τα ίδια και χειρότερα επαναλήφθηκαν την Κυριακή, χωρίς όμως έφοδο περιπολικών. Απλά κάθησαν και έγραφαν ως τα ξημερώματα όσους έφευγαν από κει, για ό,τι μπορούσαν να τους γράψουν.

Το ζήτημα για το αν ήταν σωστές οι ενέργειες της αστυνομίας είναι άλλο, γιατί ακούγεται λίγο περίεργο να επιτρέπεις να γίνεται η κόλαση και μετά να γράφεις όποιον φεύγει από κει γιατί δεν φόραγε κράνος. Είναι σαφές πως θα μπορούσαν να είχαν χειριστεί πιο αποτελεσματικά την κατάσταση. Αυτό όμως που με απασχολεί εδώ είναι πως δεν μπορεί να δηλώνει κάποιος "αυτοί δεν είναι μοτοσυκλετιστές", και να ελπίζει έτσι πως δεν θα του κολλήσει κι αυτού η ρετσινιά του κάγκουρα (ή ο τιμητικός τίτλος, ανάλογα από ποια μεριά το βλέπεις). Είτε μας αρέσει είτε όχι, όλοι εμείς που χρησιμοποιούμε μοτοσυκλέτα είμαστε μοτοσυκλετιστές, χωρίς εξαιρέσεις. Και πρώτα απ' όλα βέβαια, είμαστε άνθρωποι, το "μοτοσυκλετιστής" είναι απλά μια ακόμα ιδιότητα που μπορεί να έχει κανείς. Δεν έχουμε όλοι τον ίδιο χαρακτήρα, δεν συμπεριφερόμαστε το ίδιο. Ζούμε όμως σε μια κοινωνία, κι έχουμε συμφωνήσει να τηρούμε κάποιους κανόνες. Υπάρχει νομοθεσία για το τι επιτρέπεται και τι όχι. Κι ο καθένας είναι υπεύθυνος και υπόλογος για τις πράξεις του. Όπως δεν έχει κανένα νόημα να βγαίνουν οι πολίτες και να δηλώνουν "εμείς δεν είμαστε κλέφτες", όταν κάποιοι άλλοι ληστέψουν μια τράπεζα, έτσι δεν έχει και νόημα να φωνάζουμε "αυτοί δεν είναι μοτοσυκλετιστές, εμείς δεν είμαστε έτσι". Το τι είναι ο καθένας το δείχνει με τις πράξεις του, κι όσοι είναι τόσο ηλίθιοι ώστε να πιστεύουν πως οι πράξεις μερικών δεκάδων ατόμων χαρακτηρίζουν εκατοντάδες χιλιάδες άλλους, δικό τους πρόβλημα (ευφυΐας). Αν υπάρχουν δέκα δολοφόνοι μέσα σε δέκα εκατομμύρια Έλληνες, τότε όλοι οι Έλληνες είναι δολοφόνοι;

Αν υπάρχουν μοτοσυκλετιστές με παραβατική συμπεριφορά, δεν είναι υπόθεση των υπόλοιπων μοτοσυκλετιστών να τους "συνετίσουν", ούτε χρειάζεται να διαχωρίσουν την θέση τους. Δεν μιλάμε για αυτοδικία εδώ. Ούτε η αποκήρυξή τους από τους υπόλοιπους έχει κάποιο νόημα ή αποτέλεσμα. Το μόνο που έχει νόημα, είναι να κάνει ο καθένας τη δουλειά του. Οι οργανωτές της Πανελλήνιας την δική τους, η αστυνομία την δική της. Καλά έκαναν οι πρώτοι και προειδοποίησαν τις αρχές, αφού ήξεραν το φορτίο που κουβαλάει τόσα χρόνια η Πανελλήνια, πολύ άσχημα έκαναν οι δεύτεροι την δική τους, αφού απουσίαζε η έννοια πρόληψη, και δεν έκαναν τίποτα μέχρι να ξεφύγει τελείως η κατάσταση.

Μερικοί ίσως σκεφτούν πως είναι λυπηρό ότι οι καγκουριές στην Καστοριά συγκέντρωναν κάθε βράδυ πολύ περισσότερο κόσμο απ' ότι συνολικά η Πανελλήνια στο Νεστόριο. Από αυτό μπορεί να βγει το συμπέρασμα πως πολύ περισσότεροι γουστάρουν έκνομο χαβαλέ απ' ότι μια συγκέντρωση καθωσπρέπει μοτοσυκλετιστών. Και που είναι το πρόβλημα δηλαδή, και γιατί πρέπει να μας εκπλήσσει αυτό; Ίσα ίσα, που είναι φυσικό και αναμενόμενο και κανένα πρόβλημα. Το αντίθετο θα ήταν σαν να υποστηρίζουμε πόσο την βρίσκουμε να ταξιδεύουμε στην εθνική οδό τηρώντας τα όρια ταχύτητας. Ξαναγυρίζουμε έτσι στην αρχή του κειμένου μας, και στις αρχές του μύθου της μοτοσυκλέτας. Μήπως είναι αυτοί ακριβώς οι κάγκουρες που τον συντηρούν σήμερα, άσχετα αν οι καθωσπρέπει τους γουστάρουν ή όχι; Φυσικά και δεν επικροτώ ή δεν ενθαρρύνω συμπεριφορές που βάζουν σε κίνδυνο τη ζωή των άλλων. Σκέφτομαι όμως, πως αν οι πολιτικώς ορθοί μοτοσυκλετιστές είχαν αντίστοιχη ενέργεια και προσήλωση στον στόχο τους, θα είχαν πετύχει πολύ περισσότερα. Οι συμπεριφορές των ανθρώπων δεν αλλάζουν εύκολα. Ακριβώς όπως και οι γυναίκες προτιμούν τα κακά παιδιά από τα μαμόθρεφτα, έτσι και οι κάγκουρες έχουν το δικό τους κοινό. Μήπως υπάρχει και λίγη ζήλεια σ' αυτή την αντιπαράθεση; Αντίστοιχη με την αρχέγονη έχθρα μεταξύ νομάδων και μονίμως εγκατεστημένων;

Είμαστε όλοι μοτοσυκλετιστές. Δεν μπορεί να είμαστε όλοι ίδιοι, δεν είναι εφικτό, άσε που θα ήταν και πολύ βαρετό. Ούτε χρειάζεται να μοιάσουν οι μεν στους δε, ούτε υπάρχουν καν "μεν" και "δε". Σ' ένα βαθμό, όλοι μας γινόμαστε και λίγο κάγκουρες εκεί που νομίζουμε πως μας παίρνει, ή για να διασκεδάσουμε. Ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω... Όλοι μας είμαστε κομμάτι του κόσμου της μοτοσυκλέτας, ας τον απολαύσουμε ο καθένας όπως γουστάρει.