Editorial 635 - Η ευρωπαϊκή ομπρέλα μοτοσυκλέτας

Από το

motomag

1/10/2022

Πριν λίγες ημέρες η KTM AG ανακοίνωσε πως αναλαμβάνει τη διάθεση των μοτοσυκλετών της MV Agusta σε ΗΠΑ, Καναδά και Μεξικό και το ΜΟΤΟ έγραψε πως είναι προάγγελος μίας εξαγοράς που έχει ήδη συμφωνηθεί και υπογραφεί και μένει να οριστικοποιηθούν οι διαδικασίες σταδιακά για να αποκαλυφθεί πλήρως. “Τρικύλινδρες” KTM λοιπόν σε μία εξέλιξη που μόνο έκπληξη δεν πρέπει να προκαλεί. Διότι η εξαγορά της MV Agusta δεν είναι κάτι καινούριο. Είχε επιχειρηθεί και στο παρελθόν, επί την προεδρία του γιου Castiglioni, κι όλα αυτά πολύ πριν η KTM γίνει ο Ν.1 Ευρωπαίος κατασκευαστής. Το 2021 η KTM έφτασε τις 332.881 μονάδες, ανεβασμένη κατά 23% και προερχόμενη από μία δεκαετία ξέφρενης ανοδικής πορείας. Είναι Νo.1 ευρωπαίος κατασκευαστής, αλλά η Ευρώπη ολοένα και χάνει σε αγοραστική ισχύ, την ίδια στιγμή που η Ασιατική αγορά ολοένα και μεγαλώνει, γράφοντας εκατομμύρια πωλήσεις, όπου οι Ιάπωνες κατασκευαστές έχουν πολύ σημαντικό μερίδιο και μία σειρά από διάσπαρτα εργοστάσια που παράγουν πληθώρα μοντέλων που δεν τα βλέπουμε εμείς εδώ. Η Suzuki είναι ο πρώτος Ιάπωνας κατασκευαστής που δήλωσε με πράξεις πως η Ευρώπη έχει μπει σε δεύτερη μοίρα για εκείνον. Ο μεγαλύτερος φόβος είναι να πει κάτι τέτοιο και η Honda. Αν το πει αυτό η Honda, τότε θα σταματήσουμε να βλέπουμε τα μοντέλα που θέλουμε εμείς, θα μικρύνουν οι επιλογές και θα πρέπει να ακολουθήσουμε τους υπόλοιπους Ασιάτες πολύ πιο γρήγορα από εκείνο που αναμένεται να συμβεί, αν συνεχίσει η Ευρωπαϊκή αγορά να μικραίνει. Ένα καινούριο μεγάλο On-Off ας πούμε πως θα πουλήσει 10.000 μονάδες όλη τη χρονιά - ένα ρεαλιστικό νούμερο αν τα πάει καλά στην αγορά. Κρύβει από πίσω τεράστιο βαθμό εξέλιξης, απαιτεί μία μεγάλη σειρά από ενέργειες του marketing για να καθιερωθεί, μία σειρά από μοντέλα που θα γίνουν test ride, παρουσιάσεις κτλ., πράγματα που επίσης έχουν υψηλό κόστος. Στον αντίποδα, ένας μονοκύλινδρος αερόψυκτος κινητήρας σε διάφορες παραλλαγές έως τα 250 κυβικά, τοποθετημένος σε μία μικρή street μοτοσυκλέτα χωρίς σοβαρό κόστος εξέλιξης και χωρίς ιδιαίτερα πολλές ενέργειες του marketing, θα πουλήσει εύκολα 1,8 εκατομμύρια μονάδες στην Κίνα μόνο. Επιχειρηματικά δεν είναι σωστό να φεύγεις από μία αγορά, όμως όσο συρρικνώνονται οι πόροι, τόσο περισσότερο αναγκάζεσαι να διαλέξεις που θα τους διαθέσεις. Η KTM θα είχε σοβαρό πρόβλημα αν δεν είχε συνεργαστεί με την Bajaj για την οικογένεια των 390 που επίσης μόνο στην χώρα μας είδαμε παράλληλα όλα τα μικρότερα σε κυβισμό μοντέλα. Το ότι σώθηκε με αυτή την συνεργασία είναι κάτι που φαίνεται, είναι κάτι που μπορεί να ισχυριστεί ο καθένας, αλλά σε αυτή την περίπτωση αποτελεί και σχόλιο του κ. Sinke, υψηλόβαθμου στελέχους της KTM για την παγκόσμια αγορά, οπότε δεν επιδέχεται αμφισβήτησης. Για αντίστοιχους λόγους έγινε και η συνεργασία με τη CFMOTO στην Κίνα, ώστε να μπει σε μία αγορά που οι υπόλοιποι απομυζούν δεκαετίες τώρα και όχι γιατί έψαχνε τρόπους να μειώσει το κόστος. Ακόμη κι αν φέρει στην Ευρώπη τα 790 “Made in China” για τα οποία ο αρχικός στόχος είναι να εδραιωθεί μέσα στην Κίνα, θα το κάνει για να χτυπήσει τους Ιάπωνες, οι οποίοι κρατώντας γραμμές συναρμολόγησης μέσα στην Ευρώπη και γραμμές παραγωγής σε Ταϊλάνδη, Ινδονησία κτλ., έχουν μεγαλύτερο περιθώριο κέρδους και χτυπάνε τιμές στα νέα τους μοντέλα. Όπως για παράδειγμα έκανε η Yamaha που το πρώτο λανσάρισμα σε Tracer και Tenere ήταν σε ελκυστική τιμή και από εκεί και πέρα χρόνο με τον χρόνο ανέβαινε. Τέτοιες κινήσεις γίνονται για διαφύλαξη της θέσης με το σκεπτικό πως καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση και για αυτό και η KTM είχε προσπαθήσει να αποκτήσει την Ducati. Στην πράξη έφτασε πάρα πολύ κοντά πριν από 2-3 χρόνια! Είχαν συμφωνηθεί τα πάντα, είχαν γίνει όλες οι διαδικασίες ελέγχων, αδειοδοτήσεων από την Ε.Ε. και ήταν για τους εμπλεκόμενους απολύτως βέβαιο πως η εξαγορά θα προχωρούσε. Μέχρι που την τελευταία στιγμή οι παλαιοί μέτοχοι της Ducati ενεργοποίησαν μία ρήτρα με την οποία διατηρούν το δικαίωμα βέτο σε κάθε αλλαγή ιδιοκτησίας. Για κάποιο λόγο οι Ιταλοί, παλαιοί μέτοχοι, δεν ήθελαν η KTM να πάει στους Αυστριακούς! Συγκεκριμένα σε αυτούς, οπότε το ζήτημα δεν προερχόταν από την μικροπολιτική, ούτε είχε φυλετικά κριτήρια, άλλωστε Γερμανοί έχουν την Ducati και τώρα. Για κάποιο λόγο που δεν είναι απόλυτα ξεκάθαρος υπάρχει κόντρα των παλαιών μετόχων της Ducati με τις πορτοκαλί μοτοσυκλέτες. Τα παραπάνω δεν είναι ευρέως γνωστά, παρόλο που σχεδόν κάθε χρόνο, επανέρχονται ειδήσεις πως η Ducati πωλείται με τις οποίες όμως είναι να γελά κανείς. Γιατί πολύ απλά η Ducati όπως και κάθε στοιχείο ενεργητικού, είναι πάντα προς πώληση, φτάνει το αντίτιμο να είναι σωστό. Και τουλάχιστον μία φορά από όλες όσες έχουν ακουστεί, τα πράγματα έφτασαν ένα τσικ πριν ολοκληρωθούν και η Ducati να περάσει στην KTM. Τώρα, με βάση την ανανέωση της γκάμας και της αγωνιστικής πορείας το αντίτιμο έχει ανέβει ξανά.

Η BMW από την άλλη είναι διαφορετική περίπτωση, αποτελεί κομμάτι του ίδιου σώματος, δεν είναι στοιχείο ενεργητικού όπως είναι η Ducati για την Audi, οπότε προφανώς και δεν πωλείται, διαφορετικά ο Pierer θα είχε χτυπήσει και αυτή την πόρτα. Η δική μου άποψη είναι πως μακάρι να υπήρχαν παντού ανεξάρτητα εργοστάσια και ένας υγιής ανταγωνισμός, όμως κάθε χρόνο λιγοστεύουμε, κάθε χρόνο οι μοτοσυκλέτες είναι λιγότερες χωρίς να μικραίνει αντίστοιχα και το κόστος, αλλά να αυξάνεται. Η αυτοκινητοβιομηχανία έχει προσαρμοστεί και έχει ξεμπερδέψει με αυτά τα προβλήματα πολύ καιρό τώρα μέσα από συνέργειες των εργοστασίων που κατασκευάζουν πολλά κοινά μοντέλα με μικρές παραμετροποιήσεις. Στην μοτοσυκλέτα οι συνέργειες είναι δύσκολο να πετύχουν, δεν μπορούν να βγουν κοινά μοντέλα από ανταγωνιστές και οι συνέργειες πρέπει να γίνουν σε χρηματοοικονομικό επίπεδο. Θυμάστε τα V-Strom 1000 και KLV 1000 που οι ιδιοκτήτες των μεν έλεγαν πως το δικό τους ήταν δυνατότερο από των δε, όταν στην πράξη η μόνη διαφορά ήταν το χρώμα και το αυτοκόλλητο με το όνομα; Τις ημέρες που θα κυκλοφορήσει το παρόν τεύχος, η Triumph θα έχει μόλις ανακοινώσει την είσοδο της στο Motocross στην MX2 το 2024 και στην MX1 το 2025. Ένα μπρα ντε φερ του ισχυρού άντρα της Bajaj με τον ισχυρό της KTM για να του δείξει πως δεν υπάρχει ασφάλεια ούτε και στην αγορά των χωμάτινων, την ίδια στιγμή που παραμένουν συνεργάτες. Τα πράγματα λοιπόν είναι πολύ πιο σύνθετα πίσω από κάθε κίνηση που βλέπουμε να συμβαίνει και όχι απλά μία “επεκτατική πολιτική”.

editorial 522 - Kakonomics

Από το

Μαύρο Σκύλο

1/5/2013

Ο φίλος μου ο Πάνος μου έστειλε το ομώνυμο κείμενο της Ιταλίδας Gloria Origgi. Η φιλόσοφος και ειδική στη θεωρία της σκέψης, Gloria Origgi, με την ελληνικής ετυμολογίας λέξη Kakonomics, μιλά για την παράδοξη προτίμηση για χαμηλής ποιότητας συναλλαγές, κάτι που εξηγεί γιατί η ποιότητα ζωής μας συχνά είναι χάλια.

"Οι συνήθεις προσεγγίσεις της θεωρίας των παιγνίων αναφέρουν πως όταν οι άνθρωποι συναλλάσσονται (με ιδέες, υπηρεσίες ή αγαθά), επιθυμούν να λαμβάνουν υψηλή ποιότητα από τους άλλους. Ας θεωρήσουμε πως οι συναλλαγές μπορούν να γίνουν μόνο σε δύο επίπεδα ποιότητας: Υψηλή και χαμηλή. Ο όρος Kakonomics περιγράφει περιπτώσεις όπου οι άνθρωποι όχι μόνο θέλουν να λάβουν υψηλή ποιότητα δίνοντας για αντάλλαγμα χαμηλή (να κοροϊδέψουν κάποιον δηλαδή) αλλά στην πραγματικότητα προτιμούν να δώσουν χαμηλή ποιότητα και να λάβουν σε αντάλλαγμα επίσης χαμηλή.

Πως είναι δυνατόν κάτι τέτοιο; Και πως μπορεί κάτι τέτοιο να είναι λογικό; Ακόμα κι όταν τεμπελιάζουμε, και προτιμούμε να δώσουμε χαμηλή ποιότητα (όπως όταν δεχόμαστε να γράψουμε ένα άρθρο για ένα μέτριο περιοδικό, αρκεί να μην μας ζητήσουν να το δουλέψουμε και πολύ), θα έπρεπε λογικά να προτιμούμε να δουλέψουμε λιγότερο αλλά να αμειφθούμε περισσότερο απ' ότι θα άξιζε η δουλειά μας, δηλαδή να δώσουμε χαμηλή ποιότητα και να λάβουμε υψηλή. Η περίπτωση Kakonomics είναι διαφορετική: Σ' αυτήν, όχι μόνο προτιμούμε να δώσουμε ένα αγαθό χαμηλής ποιότητας, αλλά προτιμούμε να λάβουμε ένα εξίσου χαμηλής ποιότητας αντάλλαγμα!

Η Kakonomics είναι η παράδοξη, αλλά εξαιρετικά διαδεδομένη προτίμηση για χαμηλής ποιότητας συναλλαγές, όσο κανείς δεν παραπονιέται γι' αυτό. Ο κόσμος των Kakonomics είναι ένας κόσμος όπου οι άνθρωποι όχι μόνο ανέχονται την μετριότητα και την αναξιοπιστία των άλλων, αλλά την περιμένουν: "Γνωρίζω πολύ καλά πως δεν θα εκπληρώσεις στο ακέραιο τις υποσχέσεις σου, αλλά το δέχομαι γιατί θέλω να μπορώ κι εγώ να μην εκπληρώσω τις δικές μου χωρίς να αισθάνομαι άσχημα γι' αυτό". Η συμπεριφορά αυτή είναι αλλόκοτη και ενδιαφέρουσα γιατί όπως σε όλες τις συναλλαγές αυτού του είδους, τα δύο μέρη φαίνεται να έχουν μια διπρόσωπη συμφωνία: Πρώτα μια "επίσημη", όπου και οι δύο δηλώνουν την πρόθεσή τους για μια συναλλαγή σε υψηλό επίπεδο ποιότητας, και μετά μια ανομολόγητη, που δέχεται πως οι εκπτώσεις στην ποιότητα όχι μόνο επιτρέπονται αλλά είναι και αναμενόμενες. Γίνεται έτσι μια συμφωνία, ανομολόγητη όμως, για αμοιβαία εξαπάτηση. Έτσι, κανείς δεν επωφελείται, λαμβάνοντας περισσότερα απ' όσα θα έπρεπε. Οι συναλλαγές Kakonomics ρυθμίζονται από έναν άγραφο κοινωνικό νόμο για εκπτώσεις στην ποιότητα, μια κοινή αποδοχή ενός μετριότατου ή κακού αποτελέσματος που ικανοποιεί όμως και τα δύο μέρη, τουλάχιστον όσο μπορούν να συνεχίσουν να δηλώνουν πως η συναλλαγή ήταν σε υψηλό επίπεδο ποιότητας.

Ορίστε ένα παράδειγμα: Ένας επιτυχημένος συγγραφέας best seller πρέπει να παραδώσει το νέο του μυθιστόρημα στον εκδότη του, κι έχει αργήσει πολύ. Το κοινό του είναι πολυπληθές, κι ο ίδιος γνωρίζει πολύ καλά πως θα αγοράσει το βιβλίο του μόνο και μόνο επειδή θα γράφει το όνομά του στο εξώφυλλο, κι έτσι κι αλλιώς, λίγοι από αυτούς θα διαβάσουν πέρα από το πρώτο κεφάλαιο. Ο εκδότης του επίσης το γνωρίζει αυτό. Έτσι, ο συγγραφέας αποφασίζει να παραδώσει το νέο του βιβλίο με ένα συγκλονιστικό πρώτο κεφάλαιο αλλά μέτρια πλοκή από κει και πέρα (να το αποτέλεσμα χαμηλής ποιότητας). Ο εκδότης είναι ευχαριστημένος, τον συγχαίρει δηλώνοντας πως παρέλαβε ένα αριστούργημα (το παραμύθι της υψηλής ποιότητας) κι έτσι είναι και οι δύο ευχαριστημένοι. Ο συγγραφέας όχι μόνο προτιμά να παραδώσει χαμηλή ποιότητα, αλλά επιθυμεί και ο εκδότης να του δώσει το ίδιο, για παράδειγμα αποφεύγοντας να χτενίσει πολύ καλά το κείμενο βελτιώνοντάς το, και να το εκδώσει όπως είναι. Εμπιστεύονται ο ένας την αναξιοπιστία του άλλου, και συνωμοτούν για ένα κοινά αποδεκτό χαμηλής ποιότητας αποτέλεσμα που βολεύει και τους δύο. Όποτε υπάρχει μια τέτοια σιωπηρή συμφωνία σύγκλισης προς χαμηλή ποιότητα με στόχο αμοιβαία οφέλη, έχουμε να κάνουμε με μια περίπτωση Kakonomics.

Παραδόξως, αν ο ένας από τους δύο παραδώσει υψηλή ποιότητα αντί για την αναμενόμενη χαμηλή, ο άλλος αισθάνεται προδομένος και το θεωρεί αθέτηση της άτυπης συμφωνίας, ακόμα κι αν δεν το παραδεχτεί ανοιχτά. Στο παράδειγμά μας, έτσι θα ένιωθε ο συγγραφέας εάν ο επιμελητής του εκδότη βελτίωνε το κείμενό του. Η αξιοπιστία του εκδότη σ' αυτή την περίπτωση συνίσταται στο να παραδώσει την ίδια χαμηλή ποιότητα. Κόντρα στο κλασικό Δίλημμα του Φυλακισμένου της θεωρίας παιγνίων (όπου δύο άνθρωποι δεν συνεργάζονται ακόμα κι αυτό θα ήταν προς αμοιβαίο τους όφελος), η προθυμία επανάληψης μιας συναλλαγής με κάποιον εξασφαλίζεται όταν υπάρχει η σιγουριά πως κι εκείνος θα παραδώσει χαμηλή αντί για υψηλή ποιότητα.

Οι συναλλαγές Kakonomics δεν είναι πάντα κακές. Μερικές φορές επιτρέπουν μια αμοιβαία κατανόηση εκπτώσεων που κάνει την ζωή πιο χαλαρή για όλους. Όπως μου είπε ένας φίλος που ανακαίνιζε μια αγροικία στην Τοσκάνη, "οι Ιταλοί μαστόροι ποτέ δεν τελειώνουν τη δουλειά στο συμφωνημένο χρόνο, το καλό όμως είναι πως δεν περιμένουν κι εσύ να τους πληρώσεις τότε που έχεις υποσχεθεί".

Το μεγάλο όμως πρόβλημα των Kakonomics -που στα αρχαία Ελληνικά σημαίνει χείριστα οικονομικά- και ο λόγος για τον οποίο αποτελούν μια μορφή συλλογικής παράνοιας εξαιρετικά δύσκολης να εξαλειφθεί, είναι πως κάθε συναλλαγή χαμηλής ποιότητας είναι ένα τοπικό ισοζύγιο όπου και τα δύο μέρη μένουν ευχαριστημένα, αλλά κάθε μία από αυτές τις συναλλαγές διαφθείρει μακροχρόνια συνολικά το σύστημα. Οπότε, οι απειλές που αντιμετωπίζουν τα καλά συλλογικά αποτελέσματα δεν προέρχονται μόνο από "αρπακτικά" και "κερδοσκόπους", όπως μας διδάσκουν οι καθιερωμένες κοινωνικές επιστήμες, αλλά και από καλά οργανωμένους κανόνες Kakonomics που εξασφαλίζουν πως τα αποτελέσματα των συναλλαγών θα είναι προς το χειρότερο. Ο συνδετικός ιστός της κοινωνίας δεν είναι μόνο η συνεργασία για το γενικό καλό. Για να καταλάβουμε γιατί πολλές φορές "η ζωή είναι σκατά", θα πρέπει να μελετήσουμε τις άτυπες συμφωνίες που προσδοκούν σε ένα ατομικό όφελος και ταυτόχρονα σε μια συλλογική ζημία."

Στο συνεργείο: Ο πελάτης πάει γιατί άκουσε πως είναι φθηνό. Σκέφτεται πως και καλή δουλειά να μην γίνει, θα δώσει λίγα, οπότε εντάξει. Ακόμα και πριν φτάσει και το δει, έχει προσπαθήσει να πείσει τον εαυτό του πως το πάτωμα θα είναι μαύρο από στυλιστική επιλογή, κι όχι από τα λάδια είκοσι ετών που κανείς δεν καθάρισε, και πως τα μισολυμένα μοτέρ και τα διάσπαρτα παντού παλιά εξαρτήματα είναι άποψη εικαστική. Ανάλογες μυθοπλασίες ισχύουν και για την συμπεριφορά του μάστορα, που ξινίζει τα μούτρα του λες και ο πελάτης έχει έρθει για να του κάνει τη ζωή δύσκολη, κι όχι για να του δώσει δουλειά. Αλλά έτσι είναι οι ιδιοφυΐες, ιδιόρρυθμες, κι η ανάγωγη συμπεριφορά τους δικαιολογείται από το μεγαλείο των έργων τους. Παρά το αυτοπαραμύθιασμα όμως, ο πελάτης γνωρίζει πως η δουλειά δεν θα είναι πρώτης τάξης, αλλά ελπίζει κιόλας πως η χαμηλή τιμή θα αντισταθμίσει την τσαπατσουλιά και την έλλειψη γνώσεων. Από την μεριά του, ο μάστορας γνωρίζει πως ο πελάτης είναι στο κόλπο ("θα δώσω λίγα, θα πάρω αντίστοιχα λίγα"), οφείλει όμως να κάνει την προσπάθεια να ανεβάσει την δουλειά του, με ένα καλά προβαρισμένο ανεκδοτολογικό λογύδριο, για να πείσει τον πελάτη πως όλοι οι άλλοι θα του έπαιρναν τζάμπα λεφτά, και πως μόνος εκείνος είναι μυημένος στα απόκρυφα των κινητήρων των παπιών. Ενστικτωδώς, ο μάστορας γνωρίζει πως να χειραγωγήσει ψυχολογικά τον πελάτη, όπως επίσης γνωρίζει πως ακόμα και τα σχετικά λίγα χρήματα που θα του πάρει είναι στην πραγματικότητα πάρα πολλά για τις δουλειές που δεν θα κάνει, αλλά θα πει ότι έχει κάνει. Η συναλλαγή ολοκληρώνεται, ο πελάτης φεύγει ευχαριστημένος που έδωσε σχετικά λίγα χρήματα (για δουλειές όμως που δεν έγιναν, ή που έγιναν με σφυροκάλεμο), αφήνοντας τον μάστορα επίσης ευχαριστημένο γιατί με τόσο λίγο κόπο και ικανότητα έβγαλε το μεροκάματο. Τέτοιου είδους συναλλαγές εξαπλώνονται σαν ιώσεις, ξεκινώντας μια δίνη που ρουφάει προς τα κάτω όλο και περισσότερους, υποβαθμίζοντας την ποιότητα και των πελατών, και των υπηρεσιών, και των μαστόρων. Αφού γίνεται κι έτσι, γιατί να προσπαθήσω για κάτι καλύτερο; Μετά, ο πελάτης κοκορεύεται στους φίλους του πως έδωσε μόνο 50 ευρώ για service στο τετρακύλινδρό του, εννοώντας πως είναι κορόιδα όσοι πληρώνουν λογικά χρήματα για αξιοπρεπή εργασία.

Το αντίστροφο: Στο αψεγάδιαστο συνεργείο, ο ευγενικός μάστορας σου λέει μια τιμή που σου φαίνεται χαμηλή. Γίνεσαι πολύ δύσπιστος και φεύγεις: "Κάποιο λάκκο έχει η φάβα", σκέφτεσαι, αντί για το πιο λογικό, "Επιτέλους, σωστό μαγαζί με σωστές τιμές".

Για ανταλλακτικά: Πάρε το ιμιτασιόν, την ίδια δουλειά θα κάνεις. Αμ δε. Μετά από δέκα χρόνια αχρηστίας, αποφάσισα να ξαναβγάλω στο δρόμο το παλιό μου SS50 (τέλη δεκαετίας '60). Αγόρασα ένα σετ "πάνω" φλάντζες έναντι του συγκλονιστικού αντιτίμου του ενός ευρώ και εξήντα λεπτών, κομπλέ με o-ring, ζουάν για την εξάτμιση, τσιμουχάκια βαλβίδων. Το μετάνιωσα με το που το άνοιξα, ήταν σαν κομμένες από παλιό χαρτί τετραδίου. Μερικές δεν έκαναν, μακάρι να μην ταίριαζε καμία για να τις πετάξω όλες. Τι περίμενα; Ποιότητα Honda με 1,60; Σ' αυτή την περίπτωση το Kakonomics δούλεψε: Τις αγόρασα, ξέροντας πως θα είναι σκουπίδια, αλλά παραμυθιάστηκα πως "θα κάνω τη δουλειά μου". Κάπου στα βάθη της Κίνας ένας Κινέζος φλαντζάς γελάει. Τελειωμό δεν έχουν τα κορόιδα. Αν μου κοστίζουν εμένα 15 σεντ του ευρώ, τι περιμένουν; Να είναι και καλές;

Για την επιλογή μοτοσυκλέτας: "Δεν κάνω ράλι εγώ", μου είπε κάποιος όταν μετά από ερώτησή του προσπαθούσα να του εξηγήσω τις μίνιμουμ προδιαγραφές μιας σύγχρονης μοτοσυκλέτας. Εν γνώσει του, ήθελε να πάρει μια κακή, απαρχαιωμένη μοτοσυκλέτα, ενώ είχε τα χρήματα να πάρει μια καλύτερη. Προτιμούσε δηλαδή την κακή ποιότητα έναντι χαμηλού αντιτίμου, αντί για αποδεκτή ποιότητα με ελάχιστα περισσότερα χρήματα. Και φυσικά, ο εγκέφαλος του ανθρώπου είναι πρώτος στο να βρίσκει δικαιολογίες για ο,τιδήποτε. Είχε πείσει τον εαυτό του πως αφού δεν είναι "ραλίστας", κάτι χωρίς φρένα, χωρίς αναρτήσεις, χωρίς επιδόσεις, κάτι επικίνδυνο τέλος πάντων, είναι αρκετό για κείνον.

Για τις παρέες: Μερικοί φοβούνται τη μοναξιά. Ίσως γιατί περισσότερο απ' όλα φοβούνται να μείνουν μόνοι με τον εαυτό τους. Και ανέχονται παρέες. Και οι παρέες, αντίστοιχα, τους ανέχονται. Γιατί μερικές φορές οι παρέες επίτηδες περιλαμβάνουν ανθρώπους που δεν θα έκαναν κανονικά παρέα μαζί τους, έτσι για να έχουν να τους κακολογούν όταν δεν είναι παρόντες, ή να τους την μπαίνουν μειωτικά όταν είναι παρόντες. Συνειδητή επιλογή χαμηλής ποιότητας, και τους λόγους ας τους βρουν οι ψυχίατροι. Και πάνε και ταξίδια μαζί, που όλοι είναι στην γκρίνια όλη την ώρα. Και κανείς δεν φχαριστιέται το ταξίδι. Καλύτερα μόνος. Κι ας τα δεις όλα.

To χειρότερο: Μια Kakonomics συναλλαγή θεωρείται πια δεδομένη, ο κανόνας, κάτι αντίστοιχο με το "όλοι τα παίρνουν", "όλοι είναι ένοχοι", και η κοινωνία αρχίζει, συνηθίζει και συνεχίζει να λειτουργεί μόνο σ' αυτή τη βάση. Έτσι κι αλλιώς, οι μέτριοι πάντα θέλουν όλοι να κατέβουν στο επίπεδό τους, και κάνουν ό,τι μπορούν γι' αυτό. Ένας από τους τρόπους που χρησιμοποιούν είναι να ισχυρίζονται πως όλοι είναι όμοιοί τους ή, ακόμα κι αν πράττουν διαφορετικά, θα ήθελαν να είναι. Έχει γίνει επίσης η στάνταρ δικαιολογία για όσους δεν κάνουν, ή δεν κάνουν καλά την δουλειά τους: Ενώ κάποιος δέχεται να κάνει μια δουλειά με συγκεκριμένο αντίτιμο, στην πορεία δικαιολογεί την ανεπάρκειά του ή την άρνησή του να την κάνει με το πρόσχημα πως δεν πληρώνεται αρκετά. Προφανώς, όταν προσλήφθηκαν, ήξεραν, αλλά φυσικά δεν είπαν ποτέ, πως δεν πρόκειται να κάνουν καλά την δουλειά τους, γιατί θεωρούσαν εξ αρχής μικρή την αμοιβή. Αλλά δέχτηκαν την συμφωνία, λέγοντας μετά το απίθανο "εμείς κάνουμε πως δουλεύουμε κι αυτοί κάνουν πως μας πληρώνουν". Κι όλα καλά, και πάμε για καλύτερα...