Editorial 604 - Σκότωσες με το όχημά σου; Φύγε. Σταμάτησες σε παράνομη αναστροφή; Περίμενε να πέσουν επάνω σου…

Από το

motomag

1/3/2020

Αυτή την στιγμή στην Γερμανία υπάρχει μηδενική ανοχή στην εγκατάλειψη θύματος τροχαίου και η αστυνομία εκεί δεν ποντάρει πως σε 2-3 μέρες θα εμφανιστεί - Οπότε «γιατί να τρέχεις να τον ψάξεις». Θα οργανώσει ολόκληρη επιχείρηση για να βρει τον οδηγό που εγκατέλειψε το θύμα του, ξεκινώντας άμεσα και όχι την επόμενη ημέρα. Είναι γιατί η εγκατάλειψη στις ευρωπαϊκές χώρες τιμωρείται με αυτό ακριβώς που είναι: Δολοφονία κι άρα ισόβια. Αν χτυπήσεις κάποιον κατά λάθος, έχεις διαπράξει ένα σφάλμα. Μεγάλο το μόνο σίγουρο, αλλά εκείνη την στιγμή είναι ένα λάθος. Αν τον αφήσεις εκεί αβοήθητο όμως, τότε είσαι δολοφόνος. Έχεις κάνει μία συνειδητή επιλογή.

Στην Κίνα τα θύματα τροχαίου φλερτάρουν με την πιθανότητα να έχουν χειρότερη μοίρα από την εγκατάλειψη. Κινδυνεύουν ορισμένες φορές με την εν ψυχρώ δολοφονία: Η δολοφονία της μικρής Wang Yue δημιούργησε δικαστικό προηγούμενο στην Κίνα και οδήγησε στην δημιουργία ενός νόμου όπου όχι απλά η εγκατάλειψη, αλλά και η μη βοήθεια σε κάποιον που το έχει ανάγκη, θα τιμωρείται σκληρά. Η μικρή Yue, ένα αγγελούδι δύο ετών, παρασύρθηκε από ένα mini-van, επέζησε και εγκαταλείφθηκε στο σημείο. Χτυπήθηκε από δεύτερο όχημα και ενώ συνέχισε να ζει, δεν έλαβε βοήθεια από δεκάδες πεζούς στο σημείο, κι όταν τελικά μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο ήταν πολύ αργά για εκείνη. Ο νόμος είναι ελαστικός για αυτούς που έχουν προκαλέσει δυστύχημα, παρόλο που θα κάνουν φυλακή - σε αντίθεση με την Ελλάδα που θα παραμείνουν εκτός. Προτιμώνται στην Κίνα ένα-δύο χρόνια στην φυλακή από μία ζωή σε δικαστικές περιπέτειες. Τι σημαίνει αυτό για τους κινέζους; Φανερώνει μία έκπτωση στις ηθικές αξίες; Σίγουρα ναι, ακόμη κι όταν το φαινόμενο της εγκατάλειψης αναχθεί σε δικαστικές αποφάσεις του παρελθόντος που έχουν αποβεί καταδικαστέες για εκείνους που βοήθησαν καθώς επιδείνωσαν την κατάσταση του θύματος. Ακόμη κι αν φοβάσαι πως θα μπλέξεις με τον νόμο, σπεύδεις να βοηθήσεις ένα μικρό παιδί που χτυπήθηκε από αυτοκίνητο, έστω καλώντας ασθενοφόρο.

Η διαστρεβλωμένη αντίληψη για τον νόμο, η γενική και όχι ειδική γνώση οδήγησαν το 2011 σε θάνατο την μικρή Yue, όχι από έναν αλλά από πολλούς ανθρώπους που δεν την βοήθησαν εκείνο το απόγευμα.

Ο νόμος και η αντίληψη που έχουμε για αυτόν, καθορίζει σταδιακά το είδους του ανθρώπου που είμαστε, και προφανώς την κοινωνία στην οποία ανήκουμε.

Τον Ιανουάριο το 2020 δέκα συνάνθρωποί μας εγκαταλείφθηκαν αβοήθητοι. Δέκα σε έναν μήνα! Τέσσερις μοτοσυκλετιστές, τέσσερις πεζοί, ένας ποδηλάτης και ένας οδηγός αυτοκινήτου. Δέκα σε έναν μήνα είναι μεγάλο νούμερο για μία μικρή χώρα όπως η Ελλάδα. Σύμφωνα με την Τροχαία Καλλιθέας το 2019 σημειώθηκαν 26 τροχαία με εγκατάλειψη στην περιοχή ευθύνης της, στα δώδεκα από αυτά η εγκατάλειψη ήταν μοιραία. Δώδεκα νεκροί.

Σε ένα χρόνο; Σε δέκα χρόνια; Το νούμερο αυτό γίνεται τόσο μεγάλο για την μικρή μας χώρα που στατιστικά και μόνο, δεν ξέρεις αν αυτός που μιλάς απέναντί σου έχει στο παρελθόν υπάρξει δολοφόνος. Μία αιτία υπάρχει σε όλα αυτά, αποδεδειγμένα μία: Ο νόμος και η εφαρμογή του.

Όταν κάποιος μπορεί να εμφανιστεί 48 ώρες μετά το τροχαίο σε ένα τμήμα, να δηλώσει την ενοχή του και να φύγει ελεύθερος περιμένοντας την δίκη της υπόθεσής του, τι εισπράττει από αυτή την διαδικασία; Θεωρεί πως έχει αφήσει το ζήτημα πίσω του; Πώς νιώθει δύο ώρες μετά; Μία ημέρα μετά; Μία εβδομάδα; Οι περισσότεροι δικηγόροι που ασχολούνται με τέτοια ζητήματα θα συμφωνήσουν στο ίδιο, πως οι θύτες θεωρούν ότι το ζήτημα είναι πλέον πίσω τους.

Όταν σε πιάνει ΣΟΚ πραγματικό, δεν μπορείς να κουνήσεις τα πόδια σου. Όταν φεύγεις από το σημείο καλώντας του δικηγόρους σου, σε έχει πιάσει τρόμος για τις ευθύνες που αντιμετωπίζεις. Αυτά τα δύο μονάχα στην Ελλάδα μπορούν να ενωθούν ως έννοιες σε μία αίθουσα δικαστηρίου.

Αν αυτός ο νόμος δεν αλλάξει, αν αυτό το παράθυρο δεν κλείσει, τότε οι δέκα τον Ιανουάριο του 2020 θα γίνουν εκατό και έπειτα χίλιοι και στο τέλος όλοι θα έχουμε από έναν τέτοιο συγγενή που έμεινε χωρίς βοήθεια. Ή θα συμβεί σε εμάς τους ίδιους.

Πάσχουμε επίσης στην Ελλάδα από ένα άλλο πρόβλημα. Την στρεβλή γνώση του νόμου. Αν κάποιος φρενάρει απότομα στον δρόμο και εκείνος που ακολουθεί πέσει επάνω του, τότε φταίει ο πίσω κατά γενικό κανόνα. Το «κατά γενικό κανόνα», δεν σημαίνει καθολικά και πάντα. Τα δικαστήρια είναι γεμάτα από υποθέσεις που έχει πληρώσει ο μπροστά. Διότι αν σταματήσεις σε ένα δρόμο για να κάνεις παράνομη αναστροφή είσαι ο υπαίτιος του τροχαίου και ας έχουν πέσει επάνω σου. Ακόμη και αν ισχυριστείς πως δεν σταμάτησες για την αναστροφή… Όπου κι αν το πεις αυτό θα σε βγάλουν τρελό, ιδιαίτερα αν το πεις σε ασφαλιστική εταιρεία. Κι όμως το άρθρο 24 του ΚΟΚ είναι ξεκάθαρο και καθορίζει την περίπτωση της επιβράδυνσης του προπορευόμενο οχήματος.

Το άρθρο 21 επίσης ξεκαθαρίζει τους κανόνες ελιγμών των αυτοκινήτων που πρέπει με σαφήνεια να ενημερώνουν όσους ακολουθούν. Με βάση αυτά τα άρθρα πολλοί παραβάτες έχουν βρεθεί προ εκπλήξεως όταν τελικά ο νόμος τους τιμώρησε. Προσέξτε, μιλάμε για παραβάτες που ΓΝΩΡΙΖΑΝ πως έκαναν κάτι παράνομο αλλά θεώρησαν πως μπορούν να μην πληρώσουν με την δικαιολογία: «Και τί θα γινόταν αν αντί για αναστροφή είχα σταματήσει για ένα μικρό παιδί;» Ξεκινώντας με το θράσος να παραδέχονται το λάθος αλλά να μην αποδέχονται την ευθύνη, γιατί νομίζουν πως ο νόμος τους έχει θωρακίσει, φτάνουμε στο τέλος και στην εγκατάλειψη. Για αυτό και οι Ελληνικοί δρόμοι είναι οι χειρότεροι της Ευρώπης. Κι όχι γιατί έχουν πολλές λακκούβες, αλλά γιατί έχουν πολλούς Έλληνες…

editorial 526 - Ο ταξιδιώτης και άλλες ιστορίες

Από το

Μαύρο Σκύλο

2/9/2013

Τον βλέπω σταθερά τα τελευταία καλοκαίρια. Έχει ένα από τα πρώτα Transalp, ασημί με ταμπούρο, πρέπει να φτάνει την εικοσπενταετία γεμάτη πια (το Transalp, ο ιδιοκτήτης είναι μεγαλύτερος). Το χρώμα της μάνας του, μοναδική διακόσμηση δεκάδες αυτοκόλλητα από διάφορες χώρες του κόσμου. Θυμίζει αυτές τις προπολεμικές βαλίτσες που είχαν κολλημένα πάνω τους σήματα θερέτρων και ξενοδοχείων, πιστοποίηση της οικονομικής άνεσης του ταξιδεμένου ιδιοκτήτη τους. Μόνο που εδώ μιλάμε για το ακριβώς αντίθετο. Ο συγκεκριμένος άνθρωπος φαίνεται πως ταξιδεύει πολύ, με τα ελάχιστα δυνατά έξοδα. Ουδεμία υποψία ασορτί τριβάλιτσου και ηλεκτρονικών βοηθημάτων, εργαλεία που πολλοί θεωρούν πια απαραίτητα για ταξίδι. Τα πράγματα δεμένα με χταπόδια το ένα πάνω από το άλλο, η σκηνή, το στρωματάκι, το sleeping bag. ειδικά η σκηνή του θα πρέπει να αποτελέσει έκθεμα σε ταξιδιωτικό μουσείο. Μιλάμε για ένα σκηνάκι που είναι τόσο μικρό, ώστε είσαι σίγουρος όταν το δεις πως ο ένοικός του αποκλείεται να κοιμάται ποτέ με τα πόδια τεντωμένα, αφού έτσι κι αλλιώς δεν χωράει μέσα σε άλλη στάση εκτός από την εμβρυακή. Το μέγεθός του είναι ένα θέμα, το άλλο είναι η κατάστασή του. Φτιαγμένο από το σύνηθες ασημί απ' έξω, μπλε σκούρο από μέσα πανί, έχει φτάσει πια σε μια κατάσταση φθοράς που είναι πιο πολύ μπλε απ' έξω παρά ασημί. Οι μπανέλες του ίσα που το στηρίζουν όρθιο, το πανί ίσα που στέκει και δεν διαλύεται σε μικρά-μικρά κομματάκια για να το πάρει ο αέρας. Έχω δει τέτοια σκηνάκια να τα πουλάνε 9,9 ευρώ καινούρια, κι όχι σε προσφορά. Κι όμως, δεν το αλλάζει με τίποτα. Για περίπτωση βροχής, κουβαλάει μαζί του ένα νάιλον, που το ρίχνει από πάνω και το καλύπτει ολόκληρο, ενώ περισσεύει και γύρω-γύρω πάνω από μέτρο. Μιλάμε για ένα στάδιο πριν την ασφυξία. Αλλά πόσο συχνά βρέχει το καλοκαίρι;

Πέρα από το κράνος, και ο μοτοσυκλετιστικός εξοπλισμός λάμπει δια της απουσίας του. Μινιμαλισμός κι εκεί. Το θέμα είναι όμως πως ο άνθρωπος ταξιδεύει, σε άσφαλτο και χώμα, και ταξιδεύει πολύ, σε αντίθεση με όσους εγκλωβίζονται σε απαιτητικά στερεότυπα και καταλήγουν να μην κάνουν τίποτα. Όσοι θεωρούν πως χρειάζονται απαραιτήτως μοτοσυκλέτα των 20.000 ευρώ για να ταξιδέψουν, καταλήγουν να χάνουν το ίδιο το ταξίδι. Με 20.000 ευρώ ο συγκεκριμένος ταξιδιώτης θα έκανε δύο φορές το γύρο του κόσμου.

Ο "πού είμαι ρε γαμώτο;": Βρισκόμουν σε ένα απομονωμένο ορεινό χωριό, απ' αυτά που το κοντινότερο βενζινάδικο είναι στα 50 χιλιόμετρα, αλλά που τώρα πια οι δύο από τις τρεις οδικές προσβάσεις του είναι ασφαλτοστρωμένες. Ακούω τετρακύλινδρο μοτέρ να πλησιάζει, με τον αναβάτη του να το φορτώνει το στροφόμετρο. Φτάνει στο χωριό, σταματάει χωρίς να κατέβει και χωρίς να βγάλει κράνος, ρίχνει μια ματιά δεξιά-αριστερά, κάνει επί τόπου στροφή και φεύγει προς την κατεύθυνση που ήρθε. Μυστήριο. Αν είχε ξεχάσει κάτι στο σπίτι, κι ήταν κάτοικος Αθηνών, ήθελε χίλια χιλιόμετρα μπρος πίσω για να πάει να το πάρει. Μερικοί όμως αφορμή για να κάνουν χιλιόμετρα ψάχνουν. Μπορεί όμως να αντιλήφθηκε, λίγο αργά είναι η αλήθεια, πως είχε φτάσει σε λάθος χωριό για το ραντεβού του. Tip: Φίλε, μην εμπιστεύεσαι το GPS, ειδικά αν έχει αυτόματη διόρθωση, κι αντί να πας στο Με-λιγαλά σε στέλνει στο Μέ-τσοβο. Επίσης, παίζει κι εκείνη να σε έστησε, και να μην είχε ποτέ σκοπό να σε συναντήσει.

Ο φιλομαθής με τον φραπέ στο χέρι: "Ρε συ, πες μου τώρα που σε βρήκα, εσύ που ξέρεις. Το Horex το καινούργιο είναι καλό;" Τι να σου πω ρε συ, δεν βλέπω πολλά να κυκλοφορούν, αν το πάρεις όμως, ευχαρίστως να το οδηγήσουμε.

Άλλος, σε διαδικασία επίλυσης μυστηριωδών συμπτωμάτων: "Έχει ένα πρόβλημα η μοτοσυκλέτα μου. Ξεκινάω, και μόλις βάζω τρίτη-τετάρτη ο κινητήρας σβήνει. Ευτυχώς ήταν κατηφόρα ως το σπίτι κι έβαλα την ουδέτερη, ξέρεις, την NATURAL, και τσούλησα μέχρι εκεί. Ο μάστορας μου είπε πως φταίει η εξάτμιση, που δεν είναι της μάνας του, και μου έχει παραγγείλει μια καινούργια. Πιστεύεις πως θα λυθεί το πρόβλημα;" Του μάστορα σίγουρα, της μοτοσυκλέτας, χλωμό το βλέπω.

Οι ασορτί: Ίδια κράνη, ίδια ρούχα με την συνεπιβάτιδα, και να σωστά μαντέψατε, Γερμανική μοτοσυκλέτα οδηγούσε, απ' αυτές με τα Βαυαρικά και κατόπιν υιοθετημένα Ελληνικά χρώματα στο σηματάκι τους. Οι βαλίτσες της μαμάς του, η οδήγηση δική του. Με αυτοκίνητο ήμουν, σε δρόμο με κίνηση, και μέσα σε μια ώρα τον πέρασα – με πέρασε τρεις φορές. Μα τι κάνουν; Συχνουρία έχουν; Ποιό είναι το νόημα να οδηγείς μοτοσυκλέτα αν σε ένα δρόμο με κίνηση πηγαίνεις τελικά πιο αργά από τα αυτοκίνητα; Tip: Yπάρχουν και αυτοκίνητα με το ίδιο σηματάκι.

Οι κλαμπάτοι: Για άλλη μια φορά επιβεβαιώθηκε φέτος το καλοκαίρι η υποψία μου πως μόλις η παρέα μεγαλώσει πάνω από τις δύο-τρεις μοτοσυκλέτες, η μέση ωριαία τους πέφτει δραματικά. Τα πράγματα χειροτερεύουν όταν οι μοτοσυκλέτες είναι όλες ίδια μοντέλα, οπότε για κάποιο μυστηριώδη λόγο ο αριθμός των στάσεων αυξάνεται εκθετικά, και η άφιξη στον όποιο προορισμό γίνεται όνειρο όλο και πιο μακρινό. Επιπλέον, κάθε κατηγορία μοτοσυκλετών φαίνεται πως προτιμά διαφορετικά σημεία για στάση. Οι παρέες με αναβάτες μεγάλων on-off σταματούν μόνο εκεί που υπάρχει φαγητό, και έχω την υποψία πως μερικές τέτοιες παρέες σταματούν σε ΟΛΑ τα σημεία όπου υπάρχει φαγητό. Με το δεδομένο πως κατά κανόνα το φαγητό στους κεντρικούς οδικούς άξονες είναι για πέταμα, είναι να απορείς τι είδους γαστριμαργικό τουρισμό κάνουν οι άνθρωποι. Βεβαίως, έτσι σου λύνεται η απορία γιατί από μακριά το Varadero το 1000 φαινόταν σαν 125.

Ούτε οι σφήκες: "Σταμάτησα να φάω δυο σουβλάκια ρε παιδί μου, ε, αν έρχεσαι για Ήπειρο από Αθήνα μέσω της παλιάς εθνικής, Θήβα, Λειβαδιά, Μπράλο, Δομοκό, με 640 Adventure, σε πιάνει μια πείνα. Κάπου μετά την Καλαμπάκα, παραγγέλνω δυο σουβλάκια, τρώω το ένα γιατί πείναγα πολύ, κι όπως κοίταζα το άλλο, έρχονται κάτι σφήκες, το μυρίζουν... και φεύγουν." Προφανώς ο φίλος που μου διηγήθηκε την ιστορία την παρεξήγησε την φάση, και δεν κατάλαβε πως μ' αυτό τον τρόπο οι Έλληνες επιχειρηματίες στο χώρο της εστίασης βοηθούν αποτελεσματικά στη διατήρηση της σιλουέτας των ταξιδιωτών. Το σκεπτικό είναι απλό: Δεν θα φας πολύ, αφού δεν τρώγονται. Κι αν φας έστω και λίγο, δεν θα θέλεις να ξαναδείς κρέας για κανένα μήνα. Αποτοξίνωση. Tip: Μπορείτε να κουβαλάτε μια σφήκα μαζί σας, για να δοκιμάζει το φαγητό των εστιατορίων της εθνικής πριν το ακουμπήσετε.

Τα χαρμάνια: Για κάποιον περίεργο λόγο, οι αναβάτες των superbike καπνίζουν περισσότερο. Μπορεί να υπάρχει μια μυστηριώδης σύνδεση με τις συχνότητες των κραδασμών δεύτερης τάξης των τετρακύλινδρων και τις εκκρίσεις αδρεναλίνης, που κάνει επιτακτική την ανάγκη για νικοτίνη στα πιο άσχετα σημεία. Τους έχω δει σταματημένους σε ΛΕΑ πλάτους 40 πόντων με τις νταλίκες να περνάνε στον πόντο από τα κλιπόν τους, να τραβάνε παράλληλη τζούρα από το τσιγάρο τους και το φουγάρο του φορτηγού. Επίσης, πρέπει να κατέχουν το ανεπίσημο ρεκόρ για το πιο γρήγορο άναμμα τσιγάρου από την στιγμή που το σταντ θα ακουμπήσει στην άσφαλτο. Υπάρχει λόγος όμως γι' αυτό: Πρέπει να δείξουν στο φίλο τους, που θα σταματήσει ένα λεπτό μετά, πως τον περιμένουν πολλή ώρα. Σ' αυτό βοηθούν και μερικές γόπες που μπορείς να έχεις φυλαγμένες σε αλουμινόχαρτο, και τις πετάς κάτω μόλις σταματήσεις: "Που είσαι ρε σαύρα, μισό πακέτο έχω κάνει..."

Το μυστήριο των διοδίων: Βλέπω μοτοσυκλέτες σταματημένες μετά τα διόδια, και απορώ. Την ημέρα, κάθονται μέσα στον ήλιο, εκεί ακριβώς που αυτοκίνητα και νταλίκες επιταχύνουν και το καυσαέριο πάει σύννεφο. Η ζέστη μπορεί να είναι αφόρητη, τα ρούχα τους κατά κανόνα μαύρα, αλλά αυτοί εκεί, κάνουν στάση ή περιμένουν τους φίλους τους. Τη νύχτα, σταματούν καμιά εκατοστή μέτρα μακριά, εκεί που το ημίφως αρχίζει να γίνεται σκοτάδι και τα νυσταγμένα και βαριά φώτα του νταλικιέρη δεν θα είναι αρκετά για να τους δει. Απ' την άλλη, αν θες να σταματήσεις κάπου και ΔΕΝ θέλεις να πας σε βενζινάδικο ή εστιατόριο, οι επιλογές σου περιορίζονται πολύ. Τα πάρκινγκ των ακριβοπληρωμένων μας "εθνικών οδών" βρωμάνε και ζέχνουν, που να τα επισκεφθείς και νύχτα; Για προορισμούς γράφουν όλα τα ταξιδιωτικά, μήπως ήρθε η ώρα να φτιάξουμε μια λίστα με τα "Φιλικά στο μοτοσυκλετιστή σημεία στάσης";

Το μυστήριο της κολασμένης ανηφόρας: Στο ΗΙGH TEST του 1998, όταν με ... οn-off είχαμε πάει κοντά στις ψηλότερες κορυφές της Ελλάδας, ανεβήκαμε όσο μπορούσαμε και στον Σμόλικα, το δεύτερο ψηλότερο βουνό. Είχαμε 12 on-off και μέσα σε πέντε μέρες επισκεφθήκαμε πέντε βουνά πάνω από τα 2000 μέτρα. Πλάκα είχε. Περιττό να σας πω πως τα μηχανάκια είχαν πέσει όλα, όπως και οι μισοί τουλάχιστον αναβάτες. Στον Σμόλικα έπεσε το τελευταίο που είχε μείνει αλώβητο, σε μια ανηφόρα που σηματοδότησε και το τέλος της ανάβασής μας στο βουνό. Όχι πως είχαμε πει πως θα την ανέβουμε, ήταν τόσο μεγάλη η κλίση και τόσο ανώμαλο το έδαφος που δεν είχε νόημα με αυτά τα μηχανάκια. Από τότε όμως, αν και ήξερα πως από πάνω υπάρχει μια στάνη και ξεκινά το μονοπάτι για την Δρακόλιμνη, μου είχε μείνει η απορία: Που τελειώνει ο δρόμος; Πόσο πάει ακόμα; Ευκαιρία να το ανακαλύψω, αφού πέρναγα από την περιοχή. Ο δρόμος είναι πολύ όμορφος, ξεκινά από το χωριό Πάδες κι ανηφορίζει στον Σμόλικα, περνά από ξέφωτα όπου περιμένεις να δεις νεράιδες κι από σκοτεινά δάση όπου μόνο τρολ μπορούν να ζουν, νερά τρέχουν παντού. Μας κάνουν εντύπωση τα πολλά σπασμένα δέντρα. Φτάνουμε και στην επίμαχη ανηφόρα, εκεί είναι ακόμα, μόνο που ο δρόμος την παρακάμπτει πια: Συνεχίζει δεξιά, μια αριστερή φουρκέτα, μια δεξιά και στα πενήντα μέτρα από την κορυφή της περιβόητης ανηφόρας, σταματάει σε μια στάνη. Αυτό ήταν λοιπόν. Αν τότε είχαμε παιδευτεί, είχαμε τραβήξει κι είχαμε σπρώξει για να ανεβάσουμε ένα τουλάχιστον μηχανάκι επάνω, θα έκανε άλλα πενήντα μέτρα πριν σταματήσει! Υψόμετρο εκεί; 1940 μέτρα, δυο ευγενικά παλικάρια στη στάνη, η μάνα τους και η γιαγιά τους: "Λύσσαξαν τα σκυλιά ψες βράδυ γιε μου, αρκούδα δεν ήταν, δεν κάνουν έτσι άμα ειν' αρκούδα, λύκος ήταν αλλά τίποτα δεν έκανε".

Το μυστήριο της κολασμένης ανηφόρας επιτέλους έχει λυθεί, τώρα μένει άλλο: Ανεβαίνει μηχανάκι στην Δρακόλιμνη από κει;