Editorial 604 - Σκότωσες με το όχημά σου; Φύγε. Σταμάτησες σε παράνομη αναστροφή; Περίμενε να πέσουν επάνω σου…

Από το

motomag

1/3/2020

Αυτή την στιγμή στην Γερμανία υπάρχει μηδενική ανοχή στην εγκατάλειψη θύματος τροχαίου και η αστυνομία εκεί δεν ποντάρει πως σε 2-3 μέρες θα εμφανιστεί - Οπότε «γιατί να τρέχεις να τον ψάξεις». Θα οργανώσει ολόκληρη επιχείρηση για να βρει τον οδηγό που εγκατέλειψε το θύμα του, ξεκινώντας άμεσα και όχι την επόμενη ημέρα. Είναι γιατί η εγκατάλειψη στις ευρωπαϊκές χώρες τιμωρείται με αυτό ακριβώς που είναι: Δολοφονία κι άρα ισόβια. Αν χτυπήσεις κάποιον κατά λάθος, έχεις διαπράξει ένα σφάλμα. Μεγάλο το μόνο σίγουρο, αλλά εκείνη την στιγμή είναι ένα λάθος. Αν τον αφήσεις εκεί αβοήθητο όμως, τότε είσαι δολοφόνος. Έχεις κάνει μία συνειδητή επιλογή.

Στην Κίνα τα θύματα τροχαίου φλερτάρουν με την πιθανότητα να έχουν χειρότερη μοίρα από την εγκατάλειψη. Κινδυνεύουν ορισμένες φορές με την εν ψυχρώ δολοφονία: Η δολοφονία της μικρής Wang Yue δημιούργησε δικαστικό προηγούμενο στην Κίνα και οδήγησε στην δημιουργία ενός νόμου όπου όχι απλά η εγκατάλειψη, αλλά και η μη βοήθεια σε κάποιον που το έχει ανάγκη, θα τιμωρείται σκληρά. Η μικρή Yue, ένα αγγελούδι δύο ετών, παρασύρθηκε από ένα mini-van, επέζησε και εγκαταλείφθηκε στο σημείο. Χτυπήθηκε από δεύτερο όχημα και ενώ συνέχισε να ζει, δεν έλαβε βοήθεια από δεκάδες πεζούς στο σημείο, κι όταν τελικά μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο ήταν πολύ αργά για εκείνη. Ο νόμος είναι ελαστικός για αυτούς που έχουν προκαλέσει δυστύχημα, παρόλο που θα κάνουν φυλακή - σε αντίθεση με την Ελλάδα που θα παραμείνουν εκτός. Προτιμώνται στην Κίνα ένα-δύο χρόνια στην φυλακή από μία ζωή σε δικαστικές περιπέτειες. Τι σημαίνει αυτό για τους κινέζους; Φανερώνει μία έκπτωση στις ηθικές αξίες; Σίγουρα ναι, ακόμη κι όταν το φαινόμενο της εγκατάλειψης αναχθεί σε δικαστικές αποφάσεις του παρελθόντος που έχουν αποβεί καταδικαστέες για εκείνους που βοήθησαν καθώς επιδείνωσαν την κατάσταση του θύματος. Ακόμη κι αν φοβάσαι πως θα μπλέξεις με τον νόμο, σπεύδεις να βοηθήσεις ένα μικρό παιδί που χτυπήθηκε από αυτοκίνητο, έστω καλώντας ασθενοφόρο.

Η διαστρεβλωμένη αντίληψη για τον νόμο, η γενική και όχι ειδική γνώση οδήγησαν το 2011 σε θάνατο την μικρή Yue, όχι από έναν αλλά από πολλούς ανθρώπους που δεν την βοήθησαν εκείνο το απόγευμα.

Ο νόμος και η αντίληψη που έχουμε για αυτόν, καθορίζει σταδιακά το είδους του ανθρώπου που είμαστε, και προφανώς την κοινωνία στην οποία ανήκουμε.

Τον Ιανουάριο το 2020 δέκα συνάνθρωποί μας εγκαταλείφθηκαν αβοήθητοι. Δέκα σε έναν μήνα! Τέσσερις μοτοσυκλετιστές, τέσσερις πεζοί, ένας ποδηλάτης και ένας οδηγός αυτοκινήτου. Δέκα σε έναν μήνα είναι μεγάλο νούμερο για μία μικρή χώρα όπως η Ελλάδα. Σύμφωνα με την Τροχαία Καλλιθέας το 2019 σημειώθηκαν 26 τροχαία με εγκατάλειψη στην περιοχή ευθύνης της, στα δώδεκα από αυτά η εγκατάλειψη ήταν μοιραία. Δώδεκα νεκροί.

Σε ένα χρόνο; Σε δέκα χρόνια; Το νούμερο αυτό γίνεται τόσο μεγάλο για την μικρή μας χώρα που στατιστικά και μόνο, δεν ξέρεις αν αυτός που μιλάς απέναντί σου έχει στο παρελθόν υπάρξει δολοφόνος. Μία αιτία υπάρχει σε όλα αυτά, αποδεδειγμένα μία: Ο νόμος και η εφαρμογή του.

Όταν κάποιος μπορεί να εμφανιστεί 48 ώρες μετά το τροχαίο σε ένα τμήμα, να δηλώσει την ενοχή του και να φύγει ελεύθερος περιμένοντας την δίκη της υπόθεσής του, τι εισπράττει από αυτή την διαδικασία; Θεωρεί πως έχει αφήσει το ζήτημα πίσω του; Πώς νιώθει δύο ώρες μετά; Μία ημέρα μετά; Μία εβδομάδα; Οι περισσότεροι δικηγόροι που ασχολούνται με τέτοια ζητήματα θα συμφωνήσουν στο ίδιο, πως οι θύτες θεωρούν ότι το ζήτημα είναι πλέον πίσω τους.

Όταν σε πιάνει ΣΟΚ πραγματικό, δεν μπορείς να κουνήσεις τα πόδια σου. Όταν φεύγεις από το σημείο καλώντας του δικηγόρους σου, σε έχει πιάσει τρόμος για τις ευθύνες που αντιμετωπίζεις. Αυτά τα δύο μονάχα στην Ελλάδα μπορούν να ενωθούν ως έννοιες σε μία αίθουσα δικαστηρίου.

Αν αυτός ο νόμος δεν αλλάξει, αν αυτό το παράθυρο δεν κλείσει, τότε οι δέκα τον Ιανουάριο του 2020 θα γίνουν εκατό και έπειτα χίλιοι και στο τέλος όλοι θα έχουμε από έναν τέτοιο συγγενή που έμεινε χωρίς βοήθεια. Ή θα συμβεί σε εμάς τους ίδιους.

Πάσχουμε επίσης στην Ελλάδα από ένα άλλο πρόβλημα. Την στρεβλή γνώση του νόμου. Αν κάποιος φρενάρει απότομα στον δρόμο και εκείνος που ακολουθεί πέσει επάνω του, τότε φταίει ο πίσω κατά γενικό κανόνα. Το «κατά γενικό κανόνα», δεν σημαίνει καθολικά και πάντα. Τα δικαστήρια είναι γεμάτα από υποθέσεις που έχει πληρώσει ο μπροστά. Διότι αν σταματήσεις σε ένα δρόμο για να κάνεις παράνομη αναστροφή είσαι ο υπαίτιος του τροχαίου και ας έχουν πέσει επάνω σου. Ακόμη και αν ισχυριστείς πως δεν σταμάτησες για την αναστροφή… Όπου κι αν το πεις αυτό θα σε βγάλουν τρελό, ιδιαίτερα αν το πεις σε ασφαλιστική εταιρεία. Κι όμως το άρθρο 24 του ΚΟΚ είναι ξεκάθαρο και καθορίζει την περίπτωση της επιβράδυνσης του προπορευόμενο οχήματος.

Το άρθρο 21 επίσης ξεκαθαρίζει τους κανόνες ελιγμών των αυτοκινήτων που πρέπει με σαφήνεια να ενημερώνουν όσους ακολουθούν. Με βάση αυτά τα άρθρα πολλοί παραβάτες έχουν βρεθεί προ εκπλήξεως όταν τελικά ο νόμος τους τιμώρησε. Προσέξτε, μιλάμε για παραβάτες που ΓΝΩΡΙΖΑΝ πως έκαναν κάτι παράνομο αλλά θεώρησαν πως μπορούν να μην πληρώσουν με την δικαιολογία: «Και τί θα γινόταν αν αντί για αναστροφή είχα σταματήσει για ένα μικρό παιδί;» Ξεκινώντας με το θράσος να παραδέχονται το λάθος αλλά να μην αποδέχονται την ευθύνη, γιατί νομίζουν πως ο νόμος τους έχει θωρακίσει, φτάνουμε στο τέλος και στην εγκατάλειψη. Για αυτό και οι Ελληνικοί δρόμοι είναι οι χειρότεροι της Ευρώπης. Κι όχι γιατί έχουν πολλές λακκούβες, αλλά γιατί έχουν πολλούς Έλληνες…

editorial 525 - Ο μύθος ζει

Από το

Μαύρο Σκύλο

25/7/2013

Κι όμως, ο μύθος της μοτοσυκλέτας δημιουργήθηκε από αυτούς που προκαλούσαν το κοινό αίσθημα, την κοινή ησυχία και τους φιλήσυχους πολίτες. Κάτι Άγριοι Μάρλον Μπράντοι, κάτι Ήσυχοι Καβαλάρηδες με τα πιρούνια σαπέρα, κάτι μπυροκοιλιάδες με πολλά ραφτά στα γιλέκα τους, κάτι αλάνια με τέσσερις σε καμία και κουρελούδες για να έρθουμε και στα δικά μας. Μπορεί από την απόσταση των τριάντα ή σαράντα χρόνων όλα αυτά να μας φαίνονται από αφελή έως ρομαντικά, για την εποχή τους όμως ήταν πολύ σοβαρά, απασχολούσαν την κοινή γνώμη, οι γριές σταυροκοπιόντουσαν, οι νοικοκυραίοι έβριζαν τα ξεκράνωτα αληταριά. Παράλληλα, υπήρχαν βέβαια και οι καθωσπρέπει μοτοσυκλετιστές, με τα κράνη τους και τα δερμάτινά τους τα Λιούις Λέδερς που είχαν φέρει "απέξω", καβάλα στα ακριβά τους μηχανάκια. Πολύ χοντρικά, υπήρχε ένας διαχωρισμός ανάμεσα σε παράνομους και νόμιμους.

Όταν οι "νόμιμοι" έγιναν πολλοί, κι έγιναν πολλοί χάρη στο μύθο που είχαν δημιουργήσει οι "παράνομοι", χρειάστηκαν δεκαετίες προσπαθειών για να καθαρίσουν από πάνω τους τη ρετσινιά του αλήτη. Εδώ μέσα υπάρχει μια σχιζοφρένεια, αν το σκεφθεί κανείς ψύχραιμα. Δηλαδή κάποιοι προσελκύονται από την αίγλη της αντίστασης στα κατεστημένα ήθη μέσω της μοτοσυκλέτας, κι αμέσως μετά προσπαθούν να αποκηρύξουν αυτή την εικόνα. Δεν χάνουν έτσι τον λόγο που τους έφερε στην μοτοσυκλέτα, μαζί με την αίγλη της; Το ίδιο συμβαίνει και σήμερα, που "γέμισε ο τόπος μοτοσυκλέτες", όταν άλλοι προσπαθούν να οριοθετήσουν τους "αληθινούς" σε σχέση με τους "ψεύτικους" μοτοσυκλετιστές. Μπορούν όμως στ' αλήθεια να μπουν κριτήρια μοτοσυκλετιστικής αυθεντικότητας; Να φτιάξουμε κι ένα ειδικό ΚΤΕΟ αναβατών που θα δίνει πιστοποιητικά γνησιότητας; Και τι κριτήρια θα μπορούσαν να είναι αυτά; Διανυθέντα χιλιόμετρα; Μηχανολογικές γνώσεις; Χρονομετρήσεις στην πίστα; Δεν πιστεύω πως έχει καν νόημα να το σκέφτεται κανείς.

Αν επιλέξει κανείς μοτοσυκλέτα, είναι μοτοσυκλετιστής. Για όποιον λόγο κι αν το κάνει. Ας μην ξέρει κατά που πέφτει το μπουζί κι ας πιστεύει πως η μπιέλα είναι είδος παγωτού ή τραγουδίστρια. Ας μην έχει ταξιδέψει ποτέ έξω από τα όρια του δήμου του. Ακόμα κι αν πλαγιάζει μόνο όταν κοιμάται, κι όχι στις στροφές. Τι σε κόφτει εσένα και γκρινιάζεις; Μήπως κι εσύ, αντίστοιχα, δεν χάλασες την πιάτσα σ' ό,τι σου αναλογεί; Αν ζήταγες την γνώμη των παλιών αλανιών για σένα, αλλά και των σύγχρονων, μπορεί κι εκείνοι να σκέφτονται κάτι αντίστοιχα μειωτικό για σένα.

Για σκέψου. Αγόρασες μοτοσυκλέτα γιατί; Όποια απάντηση κι αν δώσει ο καθένας μας σ' αυτό το ερώτημα, δεν θα γίνει περισσότερο ή λιγότερο μοτοσυκλετιστής. Ναι κύριε, αγόρασα από μίμηση. Ναι, εγώ για φιγούρα. Ναι, για να δείχνω πως είμαι ωραίος τύπος, για να τρομάζω τον εαυτό μου, για να ανήκω κάπου, για να αποκτήσω μια ταυτότητα, δώστε όποια απάντηση θέλετε, κι από αυτές που θεωρούνται θετικές, ή από αυτές που άλλοι θεωρούν κατακριτέες. Μην δίνετε καμία σημασία, τελικά, δεν έχει σημασία το γιατί.

Αν θεωρήσει κανείς πως μπορεί να υπάρχουν "κριτήρια μοτοσυκλετιστού", είναι σαν να δέχεται πως υπάρχουν μοτοσυκλετιστές – πρότυπα που σαν κι αυτούς θα έπρεπε να είναι και όλοι οι άλλοι. Αυτό όμως θυμίζει πολύ επικίνδυνα κάτι άλλους τύπους που λένε πως όλοι οι άνθρωποι θα έπρεπε να ανήκουν στην Άρεια φυλή και τους υπόλοιπους να τους κάνουμε σαπούνια. Αν αρχίσουμε με τα κριτήρια και τις προδιαγραφές, τότε ξεκινάμε μια διαδικασία χωρίς νόημα και χωρίς τέλος, θα καταντήσουμε σαν τους πολιτικούς και τα κόμματά τους.

Φυσικά, υπάρχουν και οι ακραίοι. Δεν είμαι σίγουρος αν υπάρχει πουθενά στον πλανήτη απολύτως νομοταγής μοτοσυκλετιστής, που δεν παραβαίνει ποτέ τον ΚΟΚ και είναι πλήρως συμμορφωμένος με κάποια ιδανικά πρότυπα μοτοσυκλετιστή. Έτσι ως υπόθεση εργασίας, ας πούμε πως υπάρχει. Στο άλλο άκρο, έζησα πρόσφατα μια βραδιά στην Καστοριά, όπου οι συνήθεις προσκολλούμενοι της Πανελλήνιας κάγκουρες έκαναν τα δικά τους, burn out, μοτέρ στους κόφτες κι άλλα τέτοια ψυχαγωγικά, παρέα με μερικούς ντόπιους.

Το σκηνικό εύκολα θα μπορούσε να είχε ξεφύγει εντελώς. Το πλήθος που είχε μαζευτεί στον παραλιακό δρόμο μπροστά στα μπαράκια απολάμβανε την μηχανολογική αναισθησία και το άρωμα του καμένου λάστιχου. Μα πόση ώρα μπορεί να δουλεύει ένα V-Strom 650 στον κόφτη; Πόσο μεγάλο κατόρθωμα είναι να κάψεις ένα λάστιχο σταματημένος; Κάποια στιγμή, η αστυνομία που ήταν απούσα από το συγκεκριμένο σημείο, αλλά ειδοποιημένη εκ των προτέρων από τους οργανωτές της Πανελλήνιας περίμενε τέτοιου είδους γεγονότα, έκλεισε την κυκλοφορία στον δρόμο αυτό και περίμενε μερικές εκατοντάδες μέτρα παραπέρα, στα φανάρια. Άφησε δηλαδή να ξεφύγει πρώτα το πράγμα, αντί να έχει μια διακριτική παρουσία που θα απέτρεπε να ξεφύγει. Έτσι κι αλλιώς, ήταν τόσο το πλήθος που άλλες αγαπημένες γυμναστικές επιδείξεις όπως σούζες και κόντρες, δεν ήταν δυνατόν να γίνουν. Μια μοτοσυκλέτα όμως που σβουρίζει επιτόπου, ξυστά στα πόδια εκατοντάδων θεατών, ή πιο δίπλα η άλλη που έκαιγε λάστιχο με το μοτέρ στον κόφτη, δεν θέλει πολύ για να εκτοξευτεί μέσα στο πλήθος, από απόσταση επαφής. Τα θύματα θα ήταν σίγουρα, ευτυχώς όμως δεν έγινε κάτι τέτοιο. Όσο περνούσε η ώρα, τόσο ανέβαινε και το "κέφι". Κι όταν στο αποκορύφωμά του έφτασαν τρία περιπολικά και συνέλαβαν ένα άτομο, ήταν σαφώς αργά: Το πλήθος με μια βοή έκλεισε γύρω από τα περιπολικά, επιτέθηκε στους αστυνομικούς και απέσπασε τελικά τον κρατούμενο από τα χέρια τους, εμφανώς χτυπημένο και με τα ρούχα σκισμένα. Το πλήθος πέταγε μπουκάλια, φώναζε περί μπάτσων γουρουνιών και δολοφόνων, έσπασε κι ένα παρμπρίζ περιπολικού. Αν ήμουν αστυνομικός, μάλλον θα φοβόμουν για την ζωή μου εκείνη την ώρα, ως θεατής, είχα το νου μου μην αρχίσουν να πέφτουν τίποτα αδέσποτες, από μάπες έως σφαίρες. Δεν ήθελε και πολύ. Οι αστυνομικοί, ψύχραιμοι, αποφασίζουν να φύγουν. Μόλις μπήκαν στα περιπολικά, κάποιος που είχε τη μηχανή του παρκαρισμένη με την ανοιχτή της εξάτμιση μισό μέτρο από το παράθυρο του οδηγού του περιπολικού, ανέβηκε πάνω της, έβαλε μπρος, κι άφησε το μοτέρ να κακαρίζει στον κόφτη. Οι αστυνομικοί ξανακατεβαίνουν από τα περιπολικά, μιλάνε με τον τύπο, αλλά δεν τον συλλαμβάνουν. Απ' ό,τι κατάλαβα ακούγοντάς τους να μιλάνε, ήταν ντόπιος, τον ήξεραν. Τα μάζεψαν κι έφυγαν από κει, αλλά την έστησαν στα φανάρια όπου υπήρχε και κλούβα των ΜΑΤ, κι έγραφαν όποιον έφευγε από κει. Αυτά έγιναν το Σάββατο, τα ίδια και χειρότερα επαναλήφθηκαν την Κυριακή, χωρίς όμως έφοδο περιπολικών. Απλά κάθησαν και έγραφαν ως τα ξημερώματα όσους έφευγαν από κει, για ό,τι μπορούσαν να τους γράψουν.

Το ζήτημα για το αν ήταν σωστές οι ενέργειες της αστυνομίας είναι άλλο, γιατί ακούγεται λίγο περίεργο να επιτρέπεις να γίνεται η κόλαση και μετά να γράφεις όποιον φεύγει από κει γιατί δεν φόραγε κράνος. Είναι σαφές πως θα μπορούσαν να είχαν χειριστεί πιο αποτελεσματικά την κατάσταση. Αυτό όμως που με απασχολεί εδώ είναι πως δεν μπορεί να δηλώνει κάποιος "αυτοί δεν είναι μοτοσυκλετιστές", και να ελπίζει έτσι πως δεν θα του κολλήσει κι αυτού η ρετσινιά του κάγκουρα (ή ο τιμητικός τίτλος, ανάλογα από ποια μεριά το βλέπεις). Είτε μας αρέσει είτε όχι, όλοι εμείς που χρησιμοποιούμε μοτοσυκλέτα είμαστε μοτοσυκλετιστές, χωρίς εξαιρέσεις. Και πρώτα απ' όλα βέβαια, είμαστε άνθρωποι, το "μοτοσυκλετιστής" είναι απλά μια ακόμα ιδιότητα που μπορεί να έχει κανείς. Δεν έχουμε όλοι τον ίδιο χαρακτήρα, δεν συμπεριφερόμαστε το ίδιο. Ζούμε όμως σε μια κοινωνία, κι έχουμε συμφωνήσει να τηρούμε κάποιους κανόνες. Υπάρχει νομοθεσία για το τι επιτρέπεται και τι όχι. Κι ο καθένας είναι υπεύθυνος και υπόλογος για τις πράξεις του. Όπως δεν έχει κανένα νόημα να βγαίνουν οι πολίτες και να δηλώνουν "εμείς δεν είμαστε κλέφτες", όταν κάποιοι άλλοι ληστέψουν μια τράπεζα, έτσι δεν έχει και νόημα να φωνάζουμε "αυτοί δεν είναι μοτοσυκλετιστές, εμείς δεν είμαστε έτσι". Το τι είναι ο καθένας το δείχνει με τις πράξεις του, κι όσοι είναι τόσο ηλίθιοι ώστε να πιστεύουν πως οι πράξεις μερικών δεκάδων ατόμων χαρακτηρίζουν εκατοντάδες χιλιάδες άλλους, δικό τους πρόβλημα (ευφυΐας). Αν υπάρχουν δέκα δολοφόνοι μέσα σε δέκα εκατομμύρια Έλληνες, τότε όλοι οι Έλληνες είναι δολοφόνοι;

Αν υπάρχουν μοτοσυκλετιστές με παραβατική συμπεριφορά, δεν είναι υπόθεση των υπόλοιπων μοτοσυκλετιστών να τους "συνετίσουν", ούτε χρειάζεται να διαχωρίσουν την θέση τους. Δεν μιλάμε για αυτοδικία εδώ. Ούτε η αποκήρυξή τους από τους υπόλοιπους έχει κάποιο νόημα ή αποτέλεσμα. Το μόνο που έχει νόημα, είναι να κάνει ο καθένας τη δουλειά του. Οι οργανωτές της Πανελλήνιας την δική τους, η αστυνομία την δική της. Καλά έκαναν οι πρώτοι και προειδοποίησαν τις αρχές, αφού ήξεραν το φορτίο που κουβαλάει τόσα χρόνια η Πανελλήνια, πολύ άσχημα έκαναν οι δεύτεροι την δική τους, αφού απουσίαζε η έννοια πρόληψη, και δεν έκαναν τίποτα μέχρι να ξεφύγει τελείως η κατάσταση.

Μερικοί ίσως σκεφτούν πως είναι λυπηρό ότι οι καγκουριές στην Καστοριά συγκέντρωναν κάθε βράδυ πολύ περισσότερο κόσμο απ' ότι συνολικά η Πανελλήνια στο Νεστόριο. Από αυτό μπορεί να βγει το συμπέρασμα πως πολύ περισσότεροι γουστάρουν έκνομο χαβαλέ απ' ότι μια συγκέντρωση καθωσπρέπει μοτοσυκλετιστών. Και που είναι το πρόβλημα δηλαδή, και γιατί πρέπει να μας εκπλήσσει αυτό; Ίσα ίσα, που είναι φυσικό και αναμενόμενο και κανένα πρόβλημα. Το αντίθετο θα ήταν σαν να υποστηρίζουμε πόσο την βρίσκουμε να ταξιδεύουμε στην εθνική οδό τηρώντας τα όρια ταχύτητας. Ξαναγυρίζουμε έτσι στην αρχή του κειμένου μας, και στις αρχές του μύθου της μοτοσυκλέτας. Μήπως είναι αυτοί ακριβώς οι κάγκουρες που τον συντηρούν σήμερα, άσχετα αν οι καθωσπρέπει τους γουστάρουν ή όχι; Φυσικά και δεν επικροτώ ή δεν ενθαρρύνω συμπεριφορές που βάζουν σε κίνδυνο τη ζωή των άλλων. Σκέφτομαι όμως, πως αν οι πολιτικώς ορθοί μοτοσυκλετιστές είχαν αντίστοιχη ενέργεια και προσήλωση στον στόχο τους, θα είχαν πετύχει πολύ περισσότερα. Οι συμπεριφορές των ανθρώπων δεν αλλάζουν εύκολα. Ακριβώς όπως και οι γυναίκες προτιμούν τα κακά παιδιά από τα μαμόθρεφτα, έτσι και οι κάγκουρες έχουν το δικό τους κοινό. Μήπως υπάρχει και λίγη ζήλεια σ' αυτή την αντιπαράθεση; Αντίστοιχη με την αρχέγονη έχθρα μεταξύ νομάδων και μονίμως εγκατεστημένων;

Είμαστε όλοι μοτοσυκλετιστές. Δεν μπορεί να είμαστε όλοι ίδιοι, δεν είναι εφικτό, άσε που θα ήταν και πολύ βαρετό. Ούτε χρειάζεται να μοιάσουν οι μεν στους δε, ούτε υπάρχουν καν "μεν" και "δε". Σ' ένα βαθμό, όλοι μας γινόμαστε και λίγο κάγκουρες εκεί που νομίζουμε πως μας παίρνει, ή για να διασκεδάσουμε. Ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω... Όλοι μας είμαστε κομμάτι του κόσμου της μοτοσυκλέτας, ας τον απολαύσουμε ο καθένας όπως γουστάρει.