Editorial 603 - Μην ρωτάς τί κάνει η μοτοσυκλέτα για εσένα, δες τί κάνεις εσύ

x
Από το

motomag

1/2/2020

Δίκοπο μαχαίρι στην μπερδεμένη Ελλάδα, να ανοίγεις την κουβέντα με κάτι το οποίο παραπέμπει σε πατριώτη Αμερικανό, μιας και ο χαρακτηρισμός αυτός έχει ξεβρακωθεί και ξεχειλώσει. Χώρια που ταυτόχρονα έχουμε μπερδέψει την έννοια της κοινωνίας με εκείνη του κράτους. Είμαστε πράγματι καθαρά σκεπτόμενοι ως λαός, μονάχα όταν ήδη καψαλίζεται η γούνα μας. Μέχρι και την στιγμή που ζεσταίνεται και είναι έτοιμη να αρπάξει, επικρατεί ο παραλογισμός.

Αφορμή για όλα αυτά, ένα συγκινητικό σκηνικό που συνέβη κατά την αποστολή του περιοδικού στους απέναντι. Όχι σε εκείνους με τους οποίος τρωγόμαστε συνέχεια, αλλά με τους άλλους που είμαστε una faccia, una razza και τρωγόμαστε κατά διαστήματα. Για να καταλάβετε το περιστατικό πρέπει να ξέρετε πως κατά την διάρκεια της EICMA, της μεγαλύτερης Έκθεσης μοτοσυκλέτας στον κόσμο, τα κεντρικά καταστήματα του Μιλάνου φιλοξενούν στις βιτρίνες τους μοτοσυκλέτες – διαφήμιση για την Έκθεση. Αυτό είναι ήδη από μόνο του κάτι το τελείως διαφορετικό από όλα όσα ξέρουμε εμείς. Διότι εδώ η μοτοσυκλέτα διώκεται κυριολεκτικά από όποιον δεν είναι μοτοσυκλετιστής. Είναι βέβαια και άλλα τα δεδομένα, μιας και η EICMA διαθέτει τον υψηλό προϋπολογισμό για να κάνει μία τέτοια ενέργεια που προφανώς δεν είναι τσάμπα. Κοστίζει πολλά στην οργάνωση της EICMA να βάλει μοτοσυκλέτες σε έναν από τους πιο εμπορικούς δρόμους της Ιταλίας αλλά και ακόμη περισσότερο να πραγματοποιήσει ενέργειες “product placement” μέσα στα πανάκριβα μαγαζιά. Το κάνουν γιατί ο κόσμος σκέπτεται διαφορετικά απέναντι στις μοτοσυκλέτες, εδώ τέτοιες ενέργειες είναι διαπιστωμένα καταδικασμένες.

Πάμε τώρα στην Verona, εκεί που πριν λίγες ημέρες γινόταν η Motor Bike Expo, η μεγαλύτερη έκθεση των custom μοτοσυκλετών και που σε αρκετές βιτρίνες έβλεπες custom μοτοσυκλέτες που δεν θα τις δεις ούτε και στην Έκθεση, αφού κάθε μία είναι μοναδική. Άλλο πράγμα είναι μία νέα Triumph ή μία Ducati σε μία βιτρίνα, που αντίστοιχα θα υπάρχει και μέσα στην EICMA, κι άλλο μία custom που υπάρχει μόνη της στον κόσμο κι αντί να εκτίθεται στην Verona, οι επισκέπτες της Έκθεσης θα την δουν μονάχα αν κάνουν και μία βόλτα στην παλιά πόλη. Σε κάθε περίπτωση βέβαια, είναι άλλη μία ενέργεια να προσελκύσουν τον κόσμο και μπράβο τους.

Κάνεις όμως δυο – τρία στενά πιο πάνω από τον κεντρικό δρόμο και μπαίνεις μέσα σε ένα ταβερνείο. Εκεί που ούτε βιτρίνα υπάρχει, ούτε πολύς κόσμος περνάει. Μονάχα όσοι ξέρουν το μαγαζί αυτό, και πηγαίνουν για το μαγαζί αυτό. Μικρός χώρος που ίσα – ίσα χωρά μερικά τραπέζια και έχει μία τουαλέτα για όλους. Εκεί λοιπόν, στον ελάχιστο χώρο που λειτουργεί ως υποδοχή και χωρά δύο ανθρώπους όλους κι όλους, υπήρχε ένα κράνος που διαφήμιζε την Έκθεση και μερικές κάρτες, ανάμεσα σε κρασιά και καλάθια με αλλαντικά. Κάτι δεν μου καθόταν καλά στην εικόνα, διότι να έφτασε εδώ κάποιος από την MBE να κάνει συμφωνία μαζί τους για να αφήσει ένα κράνος, ήταν τραβηγμένο ως σενάριο, ακόμη και για τα δεδομένα της Ιταλίας. Η πραγματικότητα θα ήταν ακόμη πιο τραβηγμένη. Αποκαλύπτεται τελικά πως είχαν αγοράσει το κράνος και είχαν προμηθευτεί καρτελάκι για την ζελατίνα και κάρτες από την Έκθεση για να την διαφημίσουν οικειοθελώς: "…έτσι κι αλλιώς ένα κράνος πάντα χρειάζεται. Το κάναμε γιατί είναι κάτι που το κάνει η πόλη μας, για παράδειγμα πως στολίζεις το μαγαζί σου για τα Χριστούγεννα; Ή για κάποια γιορτή; Και την Έκθεση η πόλη την κάνει και είναι σημαντική, οπότε είτε είμαστε μοτοσυκλετιστές είτε όχι, έπρεπε να έχουμε κάτι στο μαγαζί μας για το σημαντικό αυτό γεγονός".

Από την μία τα λόγια της Ιταλίδας και από την άλλη η Ελληνική πραγματικότητα, μας είχαν στριμώξει στο μικρό ταβερνείο και παίζαμε συναισθηματικές σφαλιάρες. Υπάρχουν στην Ελλάδα πόλεις και χωριά που θα συναντήσεις μία τέτοια λογική, που θα δεις τέτοιες πρακτικές, αλλά σε καμία περίπτωση δεν είναι αυτός ο γενικός κανόνας. Πόσο μάλλον όταν όλα αυτά γίνονται με επίκεντρο την μοτοσυκλέτα, η οποία στην χώρα μας αφορά λιγότερα άτομα κι από εκείνους που καβαλούν. Κάτι λέει αυτό…

Φέτος Έκθεση μοτοσυκλέτας στην Ελλάδα δεν θα γίνει, παρόλο που έφτασαν οι εισαγωγείς και αντιπρόσωποι μέχρι και στο σημείο να ορίσουν την ημερομηνία. Άσχετο με το παράδειγμα κοινωνικής συνοχής από την Ιταλία, καθότι ξεκάθαρα οικονομικοί οι λόγοι της ακύρωσης εδώ σε εμάς, αλλά και σχετικό συνάμα, διότι είμαστε όλοι εμείς κι εμείς, μέρος του προβλήματος. Υπάρχει μερίδιο ευθύνης διότι δεν κάνουμε πράγματα για το καλό της μοτοσυκλέτας ως είδος, παρά μόνο κοιτάμε το πρόσκαιρο ατομικό συμφέρον. Ισχύει για τον αντιπρόσωπο, ισχύει όμως και για τον μοτοσυκλετιστή. Από το παζάρι για την ημερομηνία του ελαστικού, μπας και καταφέρουμε να το πάρουμε λίγο φθηνότερα αν προσποιηθούμε πως δίνουμε αξία στην εβδομάδα παραγωγής λες και είμαστε σε ιχθυοπωλείο, μέχρι την μόνιμη γκρίνια, γιατί κάποιος άλλος κάνει κάτι πριν από εμάς ή χωρίς να ρωτήσει την πολύτιμη γνώμη μας. Κι όταν, κι αν αλλάξει κάτι, θα γκρινιάξουμε γιατί δεν είναι αρκετά σημαντικό. Μειώθηκε ο ΦΠΑ στα κράνη; Σιγά δεν σωθήκαμε κιόλας με 11% αυτή είναι η απάντηση. Θα έπρεπε να ήταν άλλη, όπως "ΟΚ παιδιά αυτό το κερδίσαμε, πάμε στο επόμενο τώρα". Η ταβερνιάρισα δεν σκέφτηκε πως κάποιος βγάζει λεφτά διοργανώνοντας την Έκθεση, δεν είπε "σιγά μην την διαφημίσω και τσάμπα", αλλά κατάλαβε πως έρχεται κόσμος στην πόλη για να την δει. Άρα είναι καλό μακροπρόθεσμα για όλους. Στην Ελλάδα το μακροπρόσθεσμα ισοδυναμεί με το ποτέ. Κανείς δεν θέλει να το ακούει και είναι μακριά από το χέρι για να το πιάσει…

 

editorial 521 - το τέλος της τέχνης;

Από το

Μαύρο Σκύλο

26/3/2013

Ή η αρχή μιας άλλης; Μιλάω για την τέχνη της οδήγησης της μοτοσυκλέτας, με την έννοια της συνολικής σχέσης του αναβάτη μαζί της, της ενασχόλησής του με την λειτουργία της και την συντήρησή της. Κάθε πρόοδος της τεχνολογίας φέρνει και αλλαγές σ' αυτή τη σχέση. Από το 1969 που η λέξη "ηλεκτρονική" εμφανίστηκε για πρώτη φορά σε μοτοσυκλέτα, στο τρικύλινδρο δίχρονο Kawasaki Mach III 500, μπήκαν τα ηλεκτρονικά στην μοτοσυκλετιστική μας ζωή, ενώ σήμερα οι κορυφαίες μοτοσυκλέτες έχουν περισσότερα ηλεκτρονικά συστήματα από ποτέ, κι είμαστε μόνο στην αρχή της εξέλιξης των περισσότερων από αυτά. Και πιο πριν όμως, πριν το 1969, κάθε μικρή πρόοδος άλλαζε κάτι σημαντικό. Σκεφτείτε τους ταπεινούς διακόπτες των ρεζερβουάρ με τις τρεις υπό εξαφάνιση "λέξεις", ΟΝ-ΟFF-RES. Μέχρι να εμφανιστούν, έπρεπε να έχεις συνεχώς το νου σου πότε θα τελειώσει η βενζίνη, να σταματάς, να ανοίγεις την τάπα και να κουνάς τη μηχανή δεξιά αριστερά ώστε να κρίνεις με το μάτι (αν δεις το πλατσούρισμα) και το αφτί (το πως ακουγόταν το πλατσούρισμα) πόσο μακριά μπορείς να πας ακόμα. Με την εμφάνιση του ON-OFF-RES απλά άφηνες το αριστερό σου χέρι από το τιμόνι για να γυρίσεις ρεζέρβα, που από την εμπειρία σου ήξερες για πόσο σου φτάνει. Αργότερα, εμφανίστηκαν οι δείκτες στάθμης καυσίμου, με ένα πρόβλημα: Ήταν πολύ αναξιόπιστοι, καθώς κανένα ρεζερβουάρ μοτοσυκλέτας δεν έχει κανονικό σχήμα, κι έδειχναν γεμάτο-γεμάτο-γεμάτο για πολλά χιλιόμετρα, για να περάσουν όμως στο άδειο-άδειο- έμεινες βλάκα πολύ γρήγορα. Σήμερα έχουμε ψηφιακές μπαρίτσες που αναβοσβήνουν, μετρήσεις μέσης και στιγμιαίας κατανάλωσης, και το πιο χρήσιμο απ' όλα, χιλιόμετρα που σου απομένουν μέχρι να μείνεις.

Για να μην πούμε τι γνώσεις και ενασχόληση απαιτούσαν οι προπολεμικής τεχνολογίας μοτοσυκλέτες, με λεβιεδάκια για την προπορεία της ανάφλεξης, για τον αέρα, παλιότερα και χειροκίνητη λίπανση κινητήρα, ακόμα και φώτα που άναβαν με σπίρτο, ας πιάσουμε το θέμα από την έλευση της ηλεκτρονικής ανάφλεξης. Ξαφνικά, ο αναβάτης δεν χρειαζόταν να ασχοληθεί με το ιδανικό αβάνς για κάθε ταχύτητα κιβωτίου, άνοιγμα γκαζιού και κλίση του οδοστρώματος. Δεν χρειαζόταν καν να υπάρχει μηχανικό αβάνς. Δεν χρειαζόταν πια να ξέρει τι κάνουν οι πλατίνες, να τις καθαρίζει, να τις ρυθμίζει και να τις αλλάζει, να βάζει λάδι στο σφουγγαράκι τους, να βρίσκει πεταμένο στην άκρη του δρόμου χαρτονάκι από Άσσο σκέτο κασετίνα για να ρυθμίζει το διάκενό τους στα 0,4 mm περίπου, να βρίσκει ντουκόχαρτο για να τις πάρει λίγο όταν μπιμπικιάσουν, να ταιριάζει άλλο πυκνωτάκι γιατί σιγά μην παραγγείλει το δικό τους. Ό,τι βρεθεί. Το κεφάλαιο πλατίνες όμως είχε ξεκινήσει την πορεία του προς το τέλος. Η βασική διαφορά των ηλεκτρονικών από τις πλατίνες είναι πως ενώ για τις πλατίνες ο αναβάτης μπορούσε να κάνει κάτι (να τις ρυθμίσει ή να τις αλλάξει στο πλάι του δρόμου και να συνεχίσει, όταν χαλάσει όμως η ηλεκτρονική πρέπει να την πετάξεις και αγοράσεις μια άλλη (και οι πρώτες χαλούσαν, ειδικά οι aftermarket), που δεν έβρισκες πρόχειρη και σε κάθε χωριό της Ελλάδας. Πλατίνες όμως, είχες πολλές πιθανότητες να βρεις, αν δεν κουβαλούσες μαζί σου.

Ήρθαν και εποχές που ο αναβάτης δεν είχε να ρυθμίσει τίποτα. Ούτε αναρτήσεις, ούτε απόδοση κινητήρα, ούτε κάτι άλλο που να είχε σχέση με την συμπεριφορά και τις επιδόσεις της μοτοσυκλέτας. Έτσι είναι, κι ο καθένας ας την οδηγήσει όπως μπορεί. Φυσικά, πάντα κάποιοι μπορούσαν καλύτερα από τους άλλους. Σήμερα, με όλα τα ηλεκτρονικά συστήματα, υπάρχει άραγε εξίσωση των αναβατών, ή παραμένουν οι διαφορές μεταξύ τους; Μια απλουστευμένη λογική λέει πως από την στιγμή που τα ηλεκτρονικά αποφασίζουν τι θα συμβεί, η απόδοση των φρένων για παράδειγμα, θα είναι ίδια για όλους. Πατάς με όλη σου τη δύναμη, το ABS κάνει τη δουλειά του, οι ημιενεργητικές αναρτήσεις την δική τους, σταματάνε όλοι οι αναβάτες στις ίδιες αποστάσεις, αντίστοιχα γλιτώνουν όλοι το ίδιο ένα γλίστρημα χάρη στο traction control, κατεβάζουν όλοι όπως νά 'ναι ταχύτητες αφού έχουν μονόδρομο συμπλέκτη και auto blipper, και κάπως έτσι είναι εύκολο να πιστέψει κανείς πως πάει πια, δεν χρειάζεται να ξέρει κανείς να οδηγεί, τα συστήματα τα κάνουν όλα γι' αυτόν, άντε κι έγιναν όλοι ίδιοι. Μόνο που στην πραγματική ζωή δεν είναι καθόλου έτσι. Είναι αλήθεια πως τα ηλεκτρονικά συστήματα μπορούν να βοηθήσουν κάποιον αναβάτη, άπειρο ή έμπειρο αδιάφορο, να την γλιτώσει κάποια στιγμή. Ο λιγότερο ικανός όμως θα παραμείνει σ' αυτό το επίπεδο, ενώ ο καλύτερος αναβάτης θα αφιερώσει χρόνο και φαιά ουσία για να κατανοήσει πλήρως και εμπειρικά την λειτουργία του κάθε συστήματος. Μετά, έρχεται το επόμενο στάδιο, η πλήρης εκμετάλλευση των νέων δυνατοτήτων που προσφέρει το κάθε καλοσχεδιασμένο σύστημα. Βοηθούν τα ηλεκτρονικά στην εξέλιξη των αναβατών; Σίγουρα ναι. Κανείς αναβάτης δεν μπορούσε ποτέ να οδηγεί με μπλοκαρισμένους τους τροχούς. Το σύνηθες ήταν ένα ξαφνικό μπλοκάρισμα και εξίσου αστραπιαία, επώδυνη πτώση. Αυτό που αλλάζει είναι πως τώρα ο αναβάτης προειδοποιείται για το όριο της πρόσφυσης και του μπλοκαρίσματος, και ρυθμίζει το φρενάρισμά του ανάλογα, πετυχαίνοντας πολύ πιο εύκολα τη μέγιστη επιβράδυνση. Αυτό και μόνο απελευθερώνει ένα κομμάτι από την υπολογιστική ισχύ του εγκεφάλου του, που δεν χρειάζεται πια να ασχολείται με το συγκεκριμένο θέμα, τουλάχιστον όχι τόσο πολύ. Αν προσθέσει κανείς τις αντίστοιχες μειώσεις απαιτήσεων σε υπολογιστική ισχύ και στα θέματα της πρόσφυσης, της απόκρισης – απόδοσης του κινητήρα και της λειτουργίας των αναρτήσεων που άρχισαν πια να προσαρμόζονται στις συνθήκες της κάθε στιγμής, ο αναβάτης έχει πια το περιθώριο να ασχοληθεί την αξιοποίηση όλων αυτών, με τις γραμμές του, με τις εντολές του προς την μοτοσυκλέτα, έτσι όπως ποτέ πριν δεν μπορούσε να κάνει. Γι' αυτό κι ακόμα δεν μπορούμε να ξέρουμε σε ποιο οδηγικό επίπεδο μπορούν να μας φτάσουν. Ακόμα και οι αναβάτες – θεοί των MotoGP μπορεί να αναπολούν τις μέρες χωρίς ηλεκτρονικά "βοηθήματα", τουλάχιστον όσοι έμαθαν αρχικά να τρέχουν χωρίς αυτά, αλλά δεν θα μπορούσαν να πάνε το ίδιο γρήγορα χωρίς αυτά. Και πάλι, μιλάμε για τους καλύτερους του κόσμου, με τις καλύτερες μοτοσυκλέτες, που τρέχουν σε συγκεκριμένες συνθήκες μιας κλειστής πίστας. Στους δρόμους, είναι μια άλλη ιστορία. Για ρωτήστε τους, πόσοι από αυτούς τους υπερ-αναβάτες κυκλοφορούν με μοτοσυκλέτα στο δρόμο; Αν υπάρχει κάποιος, θα είναι η εξαίρεση.

Χρειάζεται να έχει κανείς πρότερη εμπειρία σε "αναλογικές" μοτοσυκλέτες, για να εκτιμήσει τις "ψηφιακές"; Όχι απαραίτητα. Μπορεί να είναι και καλύτερα να μην έχει. Είναι δύσκολο για τους περισσότερους να αποβάλλουν συνήθειες και προκαταλήψεις ετών. Το πραγματικό αποτέλεσμα θα το δούμε στους αναβάτες των επόμενων γενεών, που θα έχουν μάθει να βρίσκουν νέα όρια μόνο πάνω σε νέες μοτοσυκλέτες.

Ο τίτλος αυτού του editorial είναι παραπλανητικός. Η τέχνη δεν τελειώνει, εξελίσσεται. Το ίδιο και οι αναβάτες. Αυτό που αλλάζει μαζί με την τεχνολογία των μοτοσυκλετών είναι το είδος της εμπλοκής του αναβάτη, ποια πράγματα χρειάζεται να σκέφτεται, πότε και πόσο. Η ουσία όμως, παραμένει ίδια. Κατανόηση, εφαρμογή, εξέλιξη. Έτσι κι αλλιώς, η κίνηση μιας μοτοσυκλέτας και στους τρεις άξονες του χώρου (ταυτόχρονα!) και το πλήθος των ερεθισμάτων που δέχεται ο αναβάτης της, απαιτεί πολύ πιο ουσιαστική εμπλοκή απ' ότι ένα αυτοκίνητο. Επιβάλλεται άλλωστε, καθώς οι συνέπειες του κάθε λάθους μπορεί να είναι πολύ χειρότερες. Από τη μια, φοβάμαι πως οι οδηγοί των σύγχρονων αυτοκινήτων μπορεί να γίνονται καλοί χειριστές αλλά σπάνια πραγματικά καλοί οδηγοί, καθώς δεν αποκτούν εμπειρία για την δυναμική συμπεριφορά του αυτοκινήτου όταν πια οι νόμοι της φυσικής ορίζουν την πορεία του. Μερίδιο ευθύνης εδώ, ειδικά στα αυτοκίνητα, έχουν και οι πωλητές, όπως και πολλοί "δημοσιογράφοι", που επιμένουν "αυτό δεν κολλάει πουθενά, τα κάνει όλα μόνο του, πάντα θα σε σώζει". Μια ματιά στις μπαριέρες και τα χαντάκια του δρόμου πάει στο χιονοδρομικό του Παρνασσού, τις μέρες που ο δρόμος είναι χιονισμένος ή και παγωμένος, δίνει μια καλή άποψη: Ειδικά αυτά που υποτίθεται πως είναι άτρωτα, όπως οι μεγάλες ψηλές τζιπούρες, πάνε στου χαντάκ' χωρίς δεύτερη συζήτηση, αν ο οδηγός τους πιστέψει τους ισχυρισμούς πωλητών και εταιριών. Το ίδιο ισχύει και στις μοτοσυκλέτες. Τα συστήματα δεν είναι πανάκεια, απλά σου βγάζουν μερικές σκοτούρες απ' το κεφάλι σου, αφήνοντάς σε να ασχοληθείς με άλλα ζητήματα. Το γεγονός πως η οδήγηση μοτοσυκλέτας απαιτεί το 100% της προσοχής σου, δεν αλλάζει. Αποδεδειγμένα όμως, τα συστήματα αυτά μειώνουν τις συνέπειες μιας λάθος εκτίμησης και μας βοηθούν να πάμε πιο γρήγορα, με περισσότερη ασφάλεια.

Κάθε εξέλιξη φέρνει νέες απαιτήσεις. Όταν το φαίρινγκ της BMW R100RS και τα άλλα full fairing που ακολούθησαν έκαναν εφικτό το πολύωρο ταξίδι μεγάλων ταχυτήτων, έθεσε και μια σειρά νέων, αυξημένων απαιτήσεων σε λάστιχα, αναρτήσεις, φρένα, πλαίσια... Όσο ανέβαιναν οι ιπποδυνάμεις και οι ταχύτητες, ανέβαιναν κι ένα σκαλί οι απαιτήσεις, όχι μόνο για την υπόλοιπη μοτοσυκλέτα, αλλά και για τον αναβάτη της. Όταν δεν υπήρχαν ρυθμίσεις αναρτήσεων, δεν ασχολούνταν κανείς μαζί τους κι όλα καλά, πορευόσουν μ' αυτά που είχες. Βάλε όμως στην εξίσωση τις πλήρως ρυθμιζόμενες αναρτήσεις με hi-low speed συμπίεση, προφορτίσεις, επαναφορές, ύψος πίσω ανάρτησης, σκληρότητες ελατηρίων, ύψος στάθμης λαδιού και διαφορετικό ιξώδες, κι έχεις ένα λαμπρό νέο πεδίο γνώσης και πειραματισμών που οδηγεί και σε καλύτερη κατανόηση της συμπεριφοράς της μοτοσυκλέτας, και σε βελτίωση της συμπεριφοράς της, και σε πιο σκεπτόμενους αναβάτες, και σε πρόοδο των ίδιων των αναρτήσεων.

Φυσικά, το κάθε ηλεκτρονικό σύστημα που είναι προγραμματισμένο να λειτουργεί και να επεμβαίνει με ένα συγκεκριμένο τρόπο, έχει και ένα εγγενές και ουσιώδες μειονέκτημα: Είναι τόσο καλό (ή κακό) όσο του επιτρέπουν οι παράμετροι της λειτουργίας του. Μπορεί οι κατασκευαστές να λένε πως προγραμματίζουν τα συστήματά τους να αντιδρούν όπως θα ήθελε ένας έμπειρος αναβάτης, πιπιλίζοντας παράλληλα την καραμέλα της ασφάλειας, η πραγματικότητα όμως είναι πως στόχος των πωλήσεών τους δεν είναι το μικρό ποσοστό των πραγματικά καλών αναβατών, αλλά η μετριότητα της μάζας, που ελπίζουν να ψήσουν πως η υπερμοτοσυκλέτα τους δεν αποτελεί απειλή, αλλά ευεργέτημα. Πως θα τους ανεβάσει σε οδηγικές απολαύσεις παραδεισένιες, σε μέρη μακρινά κι ονειρεμένα, πως θα τους κάνει καλύτερους απ' ότι είναι. Μόνο που αυτό δεν γίνεται. Κανείς προγραμματιστής δεν μπορεί να προβλέψει τις καταστάσεις που θα προκύψουν στην πραγματική ζωή, το ίδιο όπως κανείς κατασκευαστής κράνους δεν μπορεί να προβλέψει όλους τους πιθανούς τρόπους και τόπους πρόσκρουσης του ξερού μας κεφαλιού που θα φοράει το κράνος. Η ασφάλεια όμως είναι το μεγάλο εμπόρευμα των ημερών μας, κι αυτό μας πουλάνε όλοι. Η αλήθεια είναι πως με ηλεκτρονικά ή χωρίς, η μοτοσυκλέτα παραμένει υπέροχα επικίνδυνη, και γι' αυτό την αγαπάμε. Φαίνεται πως μας χρειάζεται να νιώθουμε πως για μια ακόμη μέρα, για μια ακόμη βόλτα, τα καταφέραμε με την αξία μας απέναντι στους κινδύνους. Με βοηθήματα ή χωρίς. Κι αν μια μέρα βγει το απόλυτα ασφαλές μοντέλο που με τίποτα δεν θα σε αφήσει να κινδυνεύσεις, 1) Δεν θα είναι μοτοσυκλέτα, και 2) Δεν θα έχει ενδιαφέρον.