Editorial 602 - Τα ηλεκτρικά που καίνε βενζίνη…

x
Από το

motomag

1/1/2020

Το Ινστιτούτο «ifo» στην Γερμανία, με ιστορία εβδομήντα ετών (ιδρύθηκε το 1949) και ένα μακρύ διερευνητικό έργο, κατέληξε πρόσφατα σε ένα πολύ ενδιαφέρον συμπέρασμα: Τα ηλεκτρικά οχήματα στην Γερμανία ρυπαίνουν περισσότερο από τα Diesel αυτή την στιγμή!

Κι όχι απλά μία – δύο ποσοστιαίες μονάδες, αλλά έως και 28% περισσότερο! Ακόμη κι έτσι, το ζήτημα θα μπορούσε να είναι έως και αδιάφορο για τον οποιονδήποτε, όμως υπάρχει μία σημαντική λεπτομέρεια. Μιλάμε για την Γερμανία.

Πρόκειται για μία χώρα με βαριά βιομηχανία, εξελιγμένη τεχνολογία στα ηλεκτρικά που όχι απλά την παράγει, αλλά την εξάγει κιόλας, πράγμα που σημαίνει πως έχεις τους πόρους να την εξελίσσει. Αν κάπου έχουν μαζεμένους τους καλύτερους που εργάζονται προς μία κατεύθυνση, τότε η Γερμανία είναι αυτό το κάπου. Δεν σταματάμε εκεί όμως, στην πράξη είμαστε ακόμη στο λιγότερο κι έχουμε κι άλλο. Πρόκειται για μία χώρα που έχει ξεκάθαρο θεσμοθετημένο πλαίσιο για τα ηλεκτρικά οχήματα και κατάλληλη υποδομή. Παρόλο που το μποτιλιάρισμα στο Μόναχο -εκεί που εδρεύει και το Ινστιτούτο “ifo”- είναι εξαιρετικά ασφυκτικό για πολλές ώρες της ημέρας, όπως αντίστοιχα συμβαίνει και σε άλλες γερμανικές πόλεις, οι δρόμοι εξακολουθούν να προσφέρουν ελευθερία κινήσεων και τα οχήματα δεν παγιδεύονται για ώρες συνολικά, κάθε εβδομάδα. Κι όμως σε αυτό ακριβώς το περιβάλλον, τα ηλεκτρικά οχήματα συνεχίζουν να είναι πιο ρυπογόνα από τα Diesel.

Και υπάρχει και το άλλο. Η Γερμανία έχει ξοδέψει πολλές χιλιάδες Ευρώ ανά όχημα, ώστε να χρηματοδοτήσει την αγορά του και να συμπληρώσει τον στόχο της, που ήταν ένα εκατομμύριο ηλεκτρικά στους δρόμους. Δηλαδή έχει δώσει πολλά εκατομμύρια Ευρώ στους πολίτες, για να αφήσουν το αυτοκίνητό τους και να αποκτήσουν ένα ηλεκτρικό, ευελπιστώντας πως ένας από τους τρόπους που θα τα πάρουν την επένδυση πίσω, θα είναι από την μείωση του ενεργειακού αποτυπώματος της χώρας. Την ίδια στιγμή που η διπλανή τους Ολλανδία, αναγκάζεται να θεσπίσει το χαμηλότερο όριο ταχύτητας στην Ευρωζώνη ώστε να μειώσει τους ρύπους που εκπέμπουν τα οχήματα. Οι Ολλανδοί, με το μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας, που υποδέχεται τα μεγαλύτερα εμπορικά καράβια του κόσμου, έχουν φτάσει στο σημείο να πρέπει να πληρώσουν πρόστιμο για να ολοκληρώσουν τα τεράστια έργα που κάνουν, κρατώντας την θάλασσα μακριά από την χώρα τους. Κι αυτό γιατί τα έργα αυτά έχουν μεγάλο ενεργειακό αποτύπωμα. Και πάλι όμως δεν την έχουν πατήσει τόσο πολύ, όσο οι Γερμανοί. Το γερμανικό φιάσκο είναι τεράστιο, από την στιγμή που έχουν επενδύσει ένα εξωφρενικό ποσό ζεστού χρήματος, έχοντας επιδεινώσει την κατάσταση αντί να την βελτιώσουν!

Αν αυτό το ποσό πήγαινε αυτούσιο στην έρευνα και την εξέλιξη των ηλεκτρικών οχημάτων και των συσσωρευτών ενέργειας, όπως οι κοινές μας μπαταρίες, τότε θα είχαμε ένα ολότελα διαφορετικό αποτέλεσμα. Ποιος όμως θα δεχόταν να επενδύει χρήμα για ένα αποτέλεσμα που δεν μπορεί να φανεί μέσα σε μία εκλογική περίοδο;

Το ινστιτούτο “ifo” προφανώς και έχει συμπεριλάβει την διαδικασία εξόρυξης λιθίου και κοβαλτίου για το παραπάνω συμπέρασμα. Αν ήταν μονάχα οικονομικό το ζήτημα, επίσης δεν θα αξίωνε μεγάλης ανάλυσης, προσέξτε όμως πόσο σοβαρό γίνεται:

Στις αρχές Δεκεμβρίου 2019, η εταιρεία International Rights Advocates, που λειτουργεί με καθεστώς οργάνωσης για την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, κατέθεσε μήνυση στην Ουάσιγκτον κατά των Tesla, Google, Dell, Microsoft και Apple, για το έγκλημα με ανήλικα παιδιά που συντελείται στο Κονγκό. Χιλιάδες παιδιά εργάζονται παράνομα σε συνθήκες που δεν διαφέρουν καθόλου από τον κοινό ορισμό της σκλαβιάς, σε ορυχεία κοβαλτίου, την οποία εξόρυξη την επιβλέπει η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό. Πρόκειται για μία από τις φτωχότερες χώρες του κόσμου, που παράγει περισσότερο από το 50% των παγκόσμιων αναγκών κοβαλτίου και αναμένεται να τριπλασιάσει την παραγωγή του. Οι γονείς που θρηνούν παιδιά που έχασαν ή τα βλέπουν να ακρωτηριάζονται στα ορυχεία και οι εξεγέρσεις τους καταπνίγονται βίαια, αποφάσισαν να κάνουν κάτι άλλο, από την στιγμή που αδυνατούν να πολεμήσουν εκείνον που το εξορύσσει. Στρέφονται λοιπόν απέναντι σε εκείνους που το αγοράζουν, με το σκεπτικό πως η αέναη πίεση για περισσότερο και φθηνότερο κοβάλτιο οδηγεί στην εκμετάλλευση των παιδιών τους σε καθεστώς δουλείας. Δουλεία από την οποία επωφελούνται οι τεχνολογικοί κολοσσοί. Οι ενάγοντες γονείς υποστηρίζουν μάλιστα πως μπορούν να αποδείξουν πως οι κολοσσοί της τεχνολογίας γνωρίζουν τι συμβαίνει στα ορυχεία, αλλά συνέχιζαν και συνεχίζουν ακόμη και τώρα, μετά την αγωγή, να προμηθεύονται το κοβάλτιο από παιδικά χέρια…

Δεν είναι λοιπόν μονάχα το γεγονός πως τα ηλεκτρικά οχήματα ρυπαίνουν, αλλά το κάνουν πατώντας, κυριολεκτικά, σε ψυχές μικρών παιδιών.

Σύμφωνα με τους ίδιους ερευνητές, ο στόχος που έθεσε η Ευρωπαϊκή Ένωση για όριο 59 γραμμαρίων διοξειδίου του άνθρακα ανά χιλιόμετρα έως το 2030, είναι τεχνικά και τεχνολογικά, μη εφικτός!

Σε μία λίγο πιο παλιά έρευνα του Πανεπιστημίου του Μίτσιγκαν, που ΔΕΝ λάμβανε υπόψη της το κόστος σε ρύπους για την δημιουργία της μπαταρίας, απέδειξε πως στις Ην. Πολιτείες που βασίζονται κατά 64% σε ορυκτά καύσιμα για την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος, τα ηλεκτρικά οχήματα πρακτικά έκαιγαν 4,5 λίτρα βενζίνης ανά 100 χιλιόμετρα! Με λίγα λόγια ο κόσμος μας αυτή την στιγμή μασάει το χέρι του. Κατουρά εκεί που πίνει νερό, βάζει το κεφάλι του σε νάιλον σακούλα και παραπονιέται πως δεν μπορεί να αναπνεύσει. Κάνουμε μία τρύπα στο νερό. Όλοι αυτοί οι πόροι, όλο αυτό το χρήμα και οι φαιά ουσία που καταναλώνεται σε μάρκετινγκ για τα ηλεκτρικά οχήματα και σε συγγραφή νομοθεσιών, θα έπρεπε να πηγαίνει αλλού. Αυτή την στιγμή θα έπρεπε να μελετάμε καλύτερους τρόπους παραγωγής, ή πιο σωστά συγκομιδής της ηλεκτρικής ενέργειας και αποδοτικότερους τρόπους αποθήκευσής της.

Τρόπους που δεν θα βασίζονται στην δουλεία μικρών παιδιών, το μόνο βέβαιο!

Και όλα αυτά μόνο και μόνο για να μεταβούμε στο επόμενο στάδιο, καθώς όπως έγραφα χρόνια πριν, θεωρώ την ηλεκτρική ενέργεια, ιδιαίτερα ως τρόπο μετακίνησης ένα μεταβατικό στάδιο. Το ιδανικό θα ήταν να φτάσουμε πολύ γρήγορα στην οικονομία του υδρογόνου και να έχουμε κινητήρες εσωτερικής καύσης που καταναλώνουν υδρογόνο και παράγουν νερό. Το υδρογόνο διασπάται σπαταλώντας ενέργεια, χρησιμοποιείται ακριβώς όπως και το πετρέλαιο στους υπάρχοντες κινητήρες εσωτερικής καύσης, η BMW έχει εδώ και δεκαετία αντίστοιχο αυτοκίνητο, και μένει ένα και μόνο, ανυπέρβλητο αυτή την στιγμή πρόβλημα. Δεν μπορούμε να το αποθηκεύσουμε! Δεν έχουμε την τεχνολογία! Αντί να κοροϊδευόμαστε όμως, και να προσπαθούμε με το ζόρι να επιβάλουμε τα ηλεκτρικά οχήματα, θα μπορούσαμε κάλλιστα ως ανθρωπότητα να επικεντρωθούμε στο μοναδικό πρόβλημα που δεν μας επιτρέπει αυτή την στιγμή να τελειώσουμε με τα ορυκτά καύσιμα, χωρίς να αλλάξουμε την ζωή μας και κυρίως, τα οχήματα που ξέρουμε και μας αρέσουν…

 

 

 

 

 

 

 

editorial 522 - Kakonomics

Από το

Μαύρο Σκύλο

1/5/2013

Ο φίλος μου ο Πάνος μου έστειλε το ομώνυμο κείμενο της Ιταλίδας Gloria Origgi. Η φιλόσοφος και ειδική στη θεωρία της σκέψης, Gloria Origgi, με την ελληνικής ετυμολογίας λέξη Kakonomics, μιλά για την παράδοξη προτίμηση για χαμηλής ποιότητας συναλλαγές, κάτι που εξηγεί γιατί η ποιότητα ζωής μας συχνά είναι χάλια.

"Οι συνήθεις προσεγγίσεις της θεωρίας των παιγνίων αναφέρουν πως όταν οι άνθρωποι συναλλάσσονται (με ιδέες, υπηρεσίες ή αγαθά), επιθυμούν να λαμβάνουν υψηλή ποιότητα από τους άλλους. Ας θεωρήσουμε πως οι συναλλαγές μπορούν να γίνουν μόνο σε δύο επίπεδα ποιότητας: Υψηλή και χαμηλή. Ο όρος Kakonomics περιγράφει περιπτώσεις όπου οι άνθρωποι όχι μόνο θέλουν να λάβουν υψηλή ποιότητα δίνοντας για αντάλλαγμα χαμηλή (να κοροϊδέψουν κάποιον δηλαδή) αλλά στην πραγματικότητα προτιμούν να δώσουν χαμηλή ποιότητα και να λάβουν σε αντάλλαγμα επίσης χαμηλή.

Πως είναι δυνατόν κάτι τέτοιο; Και πως μπορεί κάτι τέτοιο να είναι λογικό; Ακόμα κι όταν τεμπελιάζουμε, και προτιμούμε να δώσουμε χαμηλή ποιότητα (όπως όταν δεχόμαστε να γράψουμε ένα άρθρο για ένα μέτριο περιοδικό, αρκεί να μην μας ζητήσουν να το δουλέψουμε και πολύ), θα έπρεπε λογικά να προτιμούμε να δουλέψουμε λιγότερο αλλά να αμειφθούμε περισσότερο απ' ότι θα άξιζε η δουλειά μας, δηλαδή να δώσουμε χαμηλή ποιότητα και να λάβουμε υψηλή. Η περίπτωση Kakonomics είναι διαφορετική: Σ' αυτήν, όχι μόνο προτιμούμε να δώσουμε ένα αγαθό χαμηλής ποιότητας, αλλά προτιμούμε να λάβουμε ένα εξίσου χαμηλής ποιότητας αντάλλαγμα!

Η Kakonomics είναι η παράδοξη, αλλά εξαιρετικά διαδεδομένη προτίμηση για χαμηλής ποιότητας συναλλαγές, όσο κανείς δεν παραπονιέται γι' αυτό. Ο κόσμος των Kakonomics είναι ένας κόσμος όπου οι άνθρωποι όχι μόνο ανέχονται την μετριότητα και την αναξιοπιστία των άλλων, αλλά την περιμένουν: "Γνωρίζω πολύ καλά πως δεν θα εκπληρώσεις στο ακέραιο τις υποσχέσεις σου, αλλά το δέχομαι γιατί θέλω να μπορώ κι εγώ να μην εκπληρώσω τις δικές μου χωρίς να αισθάνομαι άσχημα γι' αυτό". Η συμπεριφορά αυτή είναι αλλόκοτη και ενδιαφέρουσα γιατί όπως σε όλες τις συναλλαγές αυτού του είδους, τα δύο μέρη φαίνεται να έχουν μια διπρόσωπη συμφωνία: Πρώτα μια "επίσημη", όπου και οι δύο δηλώνουν την πρόθεσή τους για μια συναλλαγή σε υψηλό επίπεδο ποιότητας, και μετά μια ανομολόγητη, που δέχεται πως οι εκπτώσεις στην ποιότητα όχι μόνο επιτρέπονται αλλά είναι και αναμενόμενες. Γίνεται έτσι μια συμφωνία, ανομολόγητη όμως, για αμοιβαία εξαπάτηση. Έτσι, κανείς δεν επωφελείται, λαμβάνοντας περισσότερα απ' όσα θα έπρεπε. Οι συναλλαγές Kakonomics ρυθμίζονται από έναν άγραφο κοινωνικό νόμο για εκπτώσεις στην ποιότητα, μια κοινή αποδοχή ενός μετριότατου ή κακού αποτελέσματος που ικανοποιεί όμως και τα δύο μέρη, τουλάχιστον όσο μπορούν να συνεχίσουν να δηλώνουν πως η συναλλαγή ήταν σε υψηλό επίπεδο ποιότητας.

Ορίστε ένα παράδειγμα: Ένας επιτυχημένος συγγραφέας best seller πρέπει να παραδώσει το νέο του μυθιστόρημα στον εκδότη του, κι έχει αργήσει πολύ. Το κοινό του είναι πολυπληθές, κι ο ίδιος γνωρίζει πολύ καλά πως θα αγοράσει το βιβλίο του μόνο και μόνο επειδή θα γράφει το όνομά του στο εξώφυλλο, κι έτσι κι αλλιώς, λίγοι από αυτούς θα διαβάσουν πέρα από το πρώτο κεφάλαιο. Ο εκδότης του επίσης το γνωρίζει αυτό. Έτσι, ο συγγραφέας αποφασίζει να παραδώσει το νέο του βιβλίο με ένα συγκλονιστικό πρώτο κεφάλαιο αλλά μέτρια πλοκή από κει και πέρα (να το αποτέλεσμα χαμηλής ποιότητας). Ο εκδότης είναι ευχαριστημένος, τον συγχαίρει δηλώνοντας πως παρέλαβε ένα αριστούργημα (το παραμύθι της υψηλής ποιότητας) κι έτσι είναι και οι δύο ευχαριστημένοι. Ο συγγραφέας όχι μόνο προτιμά να παραδώσει χαμηλή ποιότητα, αλλά επιθυμεί και ο εκδότης να του δώσει το ίδιο, για παράδειγμα αποφεύγοντας να χτενίσει πολύ καλά το κείμενο βελτιώνοντάς το, και να το εκδώσει όπως είναι. Εμπιστεύονται ο ένας την αναξιοπιστία του άλλου, και συνωμοτούν για ένα κοινά αποδεκτό χαμηλής ποιότητας αποτέλεσμα που βολεύει και τους δύο. Όποτε υπάρχει μια τέτοια σιωπηρή συμφωνία σύγκλισης προς χαμηλή ποιότητα με στόχο αμοιβαία οφέλη, έχουμε να κάνουμε με μια περίπτωση Kakonomics.

Παραδόξως, αν ο ένας από τους δύο παραδώσει υψηλή ποιότητα αντί για την αναμενόμενη χαμηλή, ο άλλος αισθάνεται προδομένος και το θεωρεί αθέτηση της άτυπης συμφωνίας, ακόμα κι αν δεν το παραδεχτεί ανοιχτά. Στο παράδειγμά μας, έτσι θα ένιωθε ο συγγραφέας εάν ο επιμελητής του εκδότη βελτίωνε το κείμενό του. Η αξιοπιστία του εκδότη σ' αυτή την περίπτωση συνίσταται στο να παραδώσει την ίδια χαμηλή ποιότητα. Κόντρα στο κλασικό Δίλημμα του Φυλακισμένου της θεωρίας παιγνίων (όπου δύο άνθρωποι δεν συνεργάζονται ακόμα κι αυτό θα ήταν προς αμοιβαίο τους όφελος), η προθυμία επανάληψης μιας συναλλαγής με κάποιον εξασφαλίζεται όταν υπάρχει η σιγουριά πως κι εκείνος θα παραδώσει χαμηλή αντί για υψηλή ποιότητα.

Οι συναλλαγές Kakonomics δεν είναι πάντα κακές. Μερικές φορές επιτρέπουν μια αμοιβαία κατανόηση εκπτώσεων που κάνει την ζωή πιο χαλαρή για όλους. Όπως μου είπε ένας φίλος που ανακαίνιζε μια αγροικία στην Τοσκάνη, "οι Ιταλοί μαστόροι ποτέ δεν τελειώνουν τη δουλειά στο συμφωνημένο χρόνο, το καλό όμως είναι πως δεν περιμένουν κι εσύ να τους πληρώσεις τότε που έχεις υποσχεθεί".

Το μεγάλο όμως πρόβλημα των Kakonomics -που στα αρχαία Ελληνικά σημαίνει χείριστα οικονομικά- και ο λόγος για τον οποίο αποτελούν μια μορφή συλλογικής παράνοιας εξαιρετικά δύσκολης να εξαλειφθεί, είναι πως κάθε συναλλαγή χαμηλής ποιότητας είναι ένα τοπικό ισοζύγιο όπου και τα δύο μέρη μένουν ευχαριστημένα, αλλά κάθε μία από αυτές τις συναλλαγές διαφθείρει μακροχρόνια συνολικά το σύστημα. Οπότε, οι απειλές που αντιμετωπίζουν τα καλά συλλογικά αποτελέσματα δεν προέρχονται μόνο από "αρπακτικά" και "κερδοσκόπους", όπως μας διδάσκουν οι καθιερωμένες κοινωνικές επιστήμες, αλλά και από καλά οργανωμένους κανόνες Kakonomics που εξασφαλίζουν πως τα αποτελέσματα των συναλλαγών θα είναι προς το χειρότερο. Ο συνδετικός ιστός της κοινωνίας δεν είναι μόνο η συνεργασία για το γενικό καλό. Για να καταλάβουμε γιατί πολλές φορές "η ζωή είναι σκατά", θα πρέπει να μελετήσουμε τις άτυπες συμφωνίες που προσδοκούν σε ένα ατομικό όφελος και ταυτόχρονα σε μια συλλογική ζημία."

Στο συνεργείο: Ο πελάτης πάει γιατί άκουσε πως είναι φθηνό. Σκέφτεται πως και καλή δουλειά να μην γίνει, θα δώσει λίγα, οπότε εντάξει. Ακόμα και πριν φτάσει και το δει, έχει προσπαθήσει να πείσει τον εαυτό του πως το πάτωμα θα είναι μαύρο από στυλιστική επιλογή, κι όχι από τα λάδια είκοσι ετών που κανείς δεν καθάρισε, και πως τα μισολυμένα μοτέρ και τα διάσπαρτα παντού παλιά εξαρτήματα είναι άποψη εικαστική. Ανάλογες μυθοπλασίες ισχύουν και για την συμπεριφορά του μάστορα, που ξινίζει τα μούτρα του λες και ο πελάτης έχει έρθει για να του κάνει τη ζωή δύσκολη, κι όχι για να του δώσει δουλειά. Αλλά έτσι είναι οι ιδιοφυΐες, ιδιόρρυθμες, κι η ανάγωγη συμπεριφορά τους δικαιολογείται από το μεγαλείο των έργων τους. Παρά το αυτοπαραμύθιασμα όμως, ο πελάτης γνωρίζει πως η δουλειά δεν θα είναι πρώτης τάξης, αλλά ελπίζει κιόλας πως η χαμηλή τιμή θα αντισταθμίσει την τσαπατσουλιά και την έλλειψη γνώσεων. Από την μεριά του, ο μάστορας γνωρίζει πως ο πελάτης είναι στο κόλπο ("θα δώσω λίγα, θα πάρω αντίστοιχα λίγα"), οφείλει όμως να κάνει την προσπάθεια να ανεβάσει την δουλειά του, με ένα καλά προβαρισμένο ανεκδοτολογικό λογύδριο, για να πείσει τον πελάτη πως όλοι οι άλλοι θα του έπαιρναν τζάμπα λεφτά, και πως μόνος εκείνος είναι μυημένος στα απόκρυφα των κινητήρων των παπιών. Ενστικτωδώς, ο μάστορας γνωρίζει πως να χειραγωγήσει ψυχολογικά τον πελάτη, όπως επίσης γνωρίζει πως ακόμα και τα σχετικά λίγα χρήματα που θα του πάρει είναι στην πραγματικότητα πάρα πολλά για τις δουλειές που δεν θα κάνει, αλλά θα πει ότι έχει κάνει. Η συναλλαγή ολοκληρώνεται, ο πελάτης φεύγει ευχαριστημένος που έδωσε σχετικά λίγα χρήματα (για δουλειές όμως που δεν έγιναν, ή που έγιναν με σφυροκάλεμο), αφήνοντας τον μάστορα επίσης ευχαριστημένο γιατί με τόσο λίγο κόπο και ικανότητα έβγαλε το μεροκάματο. Τέτοιου είδους συναλλαγές εξαπλώνονται σαν ιώσεις, ξεκινώντας μια δίνη που ρουφάει προς τα κάτω όλο και περισσότερους, υποβαθμίζοντας την ποιότητα και των πελατών, και των υπηρεσιών, και των μαστόρων. Αφού γίνεται κι έτσι, γιατί να προσπαθήσω για κάτι καλύτερο; Μετά, ο πελάτης κοκορεύεται στους φίλους του πως έδωσε μόνο 50 ευρώ για service στο τετρακύλινδρό του, εννοώντας πως είναι κορόιδα όσοι πληρώνουν λογικά χρήματα για αξιοπρεπή εργασία.

Το αντίστροφο: Στο αψεγάδιαστο συνεργείο, ο ευγενικός μάστορας σου λέει μια τιμή που σου φαίνεται χαμηλή. Γίνεσαι πολύ δύσπιστος και φεύγεις: "Κάποιο λάκκο έχει η φάβα", σκέφτεσαι, αντί για το πιο λογικό, "Επιτέλους, σωστό μαγαζί με σωστές τιμές".

Για ανταλλακτικά: Πάρε το ιμιτασιόν, την ίδια δουλειά θα κάνεις. Αμ δε. Μετά από δέκα χρόνια αχρηστίας, αποφάσισα να ξαναβγάλω στο δρόμο το παλιό μου SS50 (τέλη δεκαετίας '60). Αγόρασα ένα σετ "πάνω" φλάντζες έναντι του συγκλονιστικού αντιτίμου του ενός ευρώ και εξήντα λεπτών, κομπλέ με o-ring, ζουάν για την εξάτμιση, τσιμουχάκια βαλβίδων. Το μετάνιωσα με το που το άνοιξα, ήταν σαν κομμένες από παλιό χαρτί τετραδίου. Μερικές δεν έκαναν, μακάρι να μην ταίριαζε καμία για να τις πετάξω όλες. Τι περίμενα; Ποιότητα Honda με 1,60; Σ' αυτή την περίπτωση το Kakonomics δούλεψε: Τις αγόρασα, ξέροντας πως θα είναι σκουπίδια, αλλά παραμυθιάστηκα πως "θα κάνω τη δουλειά μου". Κάπου στα βάθη της Κίνας ένας Κινέζος φλαντζάς γελάει. Τελειωμό δεν έχουν τα κορόιδα. Αν μου κοστίζουν εμένα 15 σεντ του ευρώ, τι περιμένουν; Να είναι και καλές;

Για την επιλογή μοτοσυκλέτας: "Δεν κάνω ράλι εγώ", μου είπε κάποιος όταν μετά από ερώτησή του προσπαθούσα να του εξηγήσω τις μίνιμουμ προδιαγραφές μιας σύγχρονης μοτοσυκλέτας. Εν γνώσει του, ήθελε να πάρει μια κακή, απαρχαιωμένη μοτοσυκλέτα, ενώ είχε τα χρήματα να πάρει μια καλύτερη. Προτιμούσε δηλαδή την κακή ποιότητα έναντι χαμηλού αντιτίμου, αντί για αποδεκτή ποιότητα με ελάχιστα περισσότερα χρήματα. Και φυσικά, ο εγκέφαλος του ανθρώπου είναι πρώτος στο να βρίσκει δικαιολογίες για ο,τιδήποτε. Είχε πείσει τον εαυτό του πως αφού δεν είναι "ραλίστας", κάτι χωρίς φρένα, χωρίς αναρτήσεις, χωρίς επιδόσεις, κάτι επικίνδυνο τέλος πάντων, είναι αρκετό για κείνον.

Για τις παρέες: Μερικοί φοβούνται τη μοναξιά. Ίσως γιατί περισσότερο απ' όλα φοβούνται να μείνουν μόνοι με τον εαυτό τους. Και ανέχονται παρέες. Και οι παρέες, αντίστοιχα, τους ανέχονται. Γιατί μερικές φορές οι παρέες επίτηδες περιλαμβάνουν ανθρώπους που δεν θα έκαναν κανονικά παρέα μαζί τους, έτσι για να έχουν να τους κακολογούν όταν δεν είναι παρόντες, ή να τους την μπαίνουν μειωτικά όταν είναι παρόντες. Συνειδητή επιλογή χαμηλής ποιότητας, και τους λόγους ας τους βρουν οι ψυχίατροι. Και πάνε και ταξίδια μαζί, που όλοι είναι στην γκρίνια όλη την ώρα. Και κανείς δεν φχαριστιέται το ταξίδι. Καλύτερα μόνος. Κι ας τα δεις όλα.

To χειρότερο: Μια Kakonomics συναλλαγή θεωρείται πια δεδομένη, ο κανόνας, κάτι αντίστοιχο με το "όλοι τα παίρνουν", "όλοι είναι ένοχοι", και η κοινωνία αρχίζει, συνηθίζει και συνεχίζει να λειτουργεί μόνο σ' αυτή τη βάση. Έτσι κι αλλιώς, οι μέτριοι πάντα θέλουν όλοι να κατέβουν στο επίπεδό τους, και κάνουν ό,τι μπορούν γι' αυτό. Ένας από τους τρόπους που χρησιμοποιούν είναι να ισχυρίζονται πως όλοι είναι όμοιοί τους ή, ακόμα κι αν πράττουν διαφορετικά, θα ήθελαν να είναι. Έχει γίνει επίσης η στάνταρ δικαιολογία για όσους δεν κάνουν, ή δεν κάνουν καλά την δουλειά τους: Ενώ κάποιος δέχεται να κάνει μια δουλειά με συγκεκριμένο αντίτιμο, στην πορεία δικαιολογεί την ανεπάρκειά του ή την άρνησή του να την κάνει με το πρόσχημα πως δεν πληρώνεται αρκετά. Προφανώς, όταν προσλήφθηκαν, ήξεραν, αλλά φυσικά δεν είπαν ποτέ, πως δεν πρόκειται να κάνουν καλά την δουλειά τους, γιατί θεωρούσαν εξ αρχής μικρή την αμοιβή. Αλλά δέχτηκαν την συμφωνία, λέγοντας μετά το απίθανο "εμείς κάνουμε πως δουλεύουμε κι αυτοί κάνουν πως μας πληρώνουν". Κι όλα καλά, και πάμε για καλύτερα...