Editorial 602 - Τα ηλεκτρικά που καίνε βενζίνη…

x
Από το

motomag

1/1/2020

Το Ινστιτούτο «ifo» στην Γερμανία, με ιστορία εβδομήντα ετών (ιδρύθηκε το 1949) και ένα μακρύ διερευνητικό έργο, κατέληξε πρόσφατα σε ένα πολύ ενδιαφέρον συμπέρασμα: Τα ηλεκτρικά οχήματα στην Γερμανία ρυπαίνουν περισσότερο από τα Diesel αυτή την στιγμή!

Κι όχι απλά μία – δύο ποσοστιαίες μονάδες, αλλά έως και 28% περισσότερο! Ακόμη κι έτσι, το ζήτημα θα μπορούσε να είναι έως και αδιάφορο για τον οποιονδήποτε, όμως υπάρχει μία σημαντική λεπτομέρεια. Μιλάμε για την Γερμανία.

Πρόκειται για μία χώρα με βαριά βιομηχανία, εξελιγμένη τεχνολογία στα ηλεκτρικά που όχι απλά την παράγει, αλλά την εξάγει κιόλας, πράγμα που σημαίνει πως έχεις τους πόρους να την εξελίσσει. Αν κάπου έχουν μαζεμένους τους καλύτερους που εργάζονται προς μία κατεύθυνση, τότε η Γερμανία είναι αυτό το κάπου. Δεν σταματάμε εκεί όμως, στην πράξη είμαστε ακόμη στο λιγότερο κι έχουμε κι άλλο. Πρόκειται για μία χώρα που έχει ξεκάθαρο θεσμοθετημένο πλαίσιο για τα ηλεκτρικά οχήματα και κατάλληλη υποδομή. Παρόλο που το μποτιλιάρισμα στο Μόναχο -εκεί που εδρεύει και το Ινστιτούτο “ifo”- είναι εξαιρετικά ασφυκτικό για πολλές ώρες της ημέρας, όπως αντίστοιχα συμβαίνει και σε άλλες γερμανικές πόλεις, οι δρόμοι εξακολουθούν να προσφέρουν ελευθερία κινήσεων και τα οχήματα δεν παγιδεύονται για ώρες συνολικά, κάθε εβδομάδα. Κι όμως σε αυτό ακριβώς το περιβάλλον, τα ηλεκτρικά οχήματα συνεχίζουν να είναι πιο ρυπογόνα από τα Diesel.

Και υπάρχει και το άλλο. Η Γερμανία έχει ξοδέψει πολλές χιλιάδες Ευρώ ανά όχημα, ώστε να χρηματοδοτήσει την αγορά του και να συμπληρώσει τον στόχο της, που ήταν ένα εκατομμύριο ηλεκτρικά στους δρόμους. Δηλαδή έχει δώσει πολλά εκατομμύρια Ευρώ στους πολίτες, για να αφήσουν το αυτοκίνητό τους και να αποκτήσουν ένα ηλεκτρικό, ευελπιστώντας πως ένας από τους τρόπους που θα τα πάρουν την επένδυση πίσω, θα είναι από την μείωση του ενεργειακού αποτυπώματος της χώρας. Την ίδια στιγμή που η διπλανή τους Ολλανδία, αναγκάζεται να θεσπίσει το χαμηλότερο όριο ταχύτητας στην Ευρωζώνη ώστε να μειώσει τους ρύπους που εκπέμπουν τα οχήματα. Οι Ολλανδοί, με το μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας, που υποδέχεται τα μεγαλύτερα εμπορικά καράβια του κόσμου, έχουν φτάσει στο σημείο να πρέπει να πληρώσουν πρόστιμο για να ολοκληρώσουν τα τεράστια έργα που κάνουν, κρατώντας την θάλασσα μακριά από την χώρα τους. Κι αυτό γιατί τα έργα αυτά έχουν μεγάλο ενεργειακό αποτύπωμα. Και πάλι όμως δεν την έχουν πατήσει τόσο πολύ, όσο οι Γερμανοί. Το γερμανικό φιάσκο είναι τεράστιο, από την στιγμή που έχουν επενδύσει ένα εξωφρενικό ποσό ζεστού χρήματος, έχοντας επιδεινώσει την κατάσταση αντί να την βελτιώσουν!

Αν αυτό το ποσό πήγαινε αυτούσιο στην έρευνα και την εξέλιξη των ηλεκτρικών οχημάτων και των συσσωρευτών ενέργειας, όπως οι κοινές μας μπαταρίες, τότε θα είχαμε ένα ολότελα διαφορετικό αποτέλεσμα. Ποιος όμως θα δεχόταν να επενδύει χρήμα για ένα αποτέλεσμα που δεν μπορεί να φανεί μέσα σε μία εκλογική περίοδο;

Το ινστιτούτο “ifo” προφανώς και έχει συμπεριλάβει την διαδικασία εξόρυξης λιθίου και κοβαλτίου για το παραπάνω συμπέρασμα. Αν ήταν μονάχα οικονομικό το ζήτημα, επίσης δεν θα αξίωνε μεγάλης ανάλυσης, προσέξτε όμως πόσο σοβαρό γίνεται:

Στις αρχές Δεκεμβρίου 2019, η εταιρεία International Rights Advocates, που λειτουργεί με καθεστώς οργάνωσης για την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, κατέθεσε μήνυση στην Ουάσιγκτον κατά των Tesla, Google, Dell, Microsoft και Apple, για το έγκλημα με ανήλικα παιδιά που συντελείται στο Κονγκό. Χιλιάδες παιδιά εργάζονται παράνομα σε συνθήκες που δεν διαφέρουν καθόλου από τον κοινό ορισμό της σκλαβιάς, σε ορυχεία κοβαλτίου, την οποία εξόρυξη την επιβλέπει η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό. Πρόκειται για μία από τις φτωχότερες χώρες του κόσμου, που παράγει περισσότερο από το 50% των παγκόσμιων αναγκών κοβαλτίου και αναμένεται να τριπλασιάσει την παραγωγή του. Οι γονείς που θρηνούν παιδιά που έχασαν ή τα βλέπουν να ακρωτηριάζονται στα ορυχεία και οι εξεγέρσεις τους καταπνίγονται βίαια, αποφάσισαν να κάνουν κάτι άλλο, από την στιγμή που αδυνατούν να πολεμήσουν εκείνον που το εξορύσσει. Στρέφονται λοιπόν απέναντι σε εκείνους που το αγοράζουν, με το σκεπτικό πως η αέναη πίεση για περισσότερο και φθηνότερο κοβάλτιο οδηγεί στην εκμετάλλευση των παιδιών τους σε καθεστώς δουλείας. Δουλεία από την οποία επωφελούνται οι τεχνολογικοί κολοσσοί. Οι ενάγοντες γονείς υποστηρίζουν μάλιστα πως μπορούν να αποδείξουν πως οι κολοσσοί της τεχνολογίας γνωρίζουν τι συμβαίνει στα ορυχεία, αλλά συνέχιζαν και συνεχίζουν ακόμη και τώρα, μετά την αγωγή, να προμηθεύονται το κοβάλτιο από παιδικά χέρια…

Δεν είναι λοιπόν μονάχα το γεγονός πως τα ηλεκτρικά οχήματα ρυπαίνουν, αλλά το κάνουν πατώντας, κυριολεκτικά, σε ψυχές μικρών παιδιών.

Σύμφωνα με τους ίδιους ερευνητές, ο στόχος που έθεσε η Ευρωπαϊκή Ένωση για όριο 59 γραμμαρίων διοξειδίου του άνθρακα ανά χιλιόμετρα έως το 2030, είναι τεχνικά και τεχνολογικά, μη εφικτός!

Σε μία λίγο πιο παλιά έρευνα του Πανεπιστημίου του Μίτσιγκαν, που ΔΕΝ λάμβανε υπόψη της το κόστος σε ρύπους για την δημιουργία της μπαταρίας, απέδειξε πως στις Ην. Πολιτείες που βασίζονται κατά 64% σε ορυκτά καύσιμα για την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος, τα ηλεκτρικά οχήματα πρακτικά έκαιγαν 4,5 λίτρα βενζίνης ανά 100 χιλιόμετρα! Με λίγα λόγια ο κόσμος μας αυτή την στιγμή μασάει το χέρι του. Κατουρά εκεί που πίνει νερό, βάζει το κεφάλι του σε νάιλον σακούλα και παραπονιέται πως δεν μπορεί να αναπνεύσει. Κάνουμε μία τρύπα στο νερό. Όλοι αυτοί οι πόροι, όλο αυτό το χρήμα και οι φαιά ουσία που καταναλώνεται σε μάρκετινγκ για τα ηλεκτρικά οχήματα και σε συγγραφή νομοθεσιών, θα έπρεπε να πηγαίνει αλλού. Αυτή την στιγμή θα έπρεπε να μελετάμε καλύτερους τρόπους παραγωγής, ή πιο σωστά συγκομιδής της ηλεκτρικής ενέργειας και αποδοτικότερους τρόπους αποθήκευσής της.

Τρόπους που δεν θα βασίζονται στην δουλεία μικρών παιδιών, το μόνο βέβαιο!

Και όλα αυτά μόνο και μόνο για να μεταβούμε στο επόμενο στάδιο, καθώς όπως έγραφα χρόνια πριν, θεωρώ την ηλεκτρική ενέργεια, ιδιαίτερα ως τρόπο μετακίνησης ένα μεταβατικό στάδιο. Το ιδανικό θα ήταν να φτάσουμε πολύ γρήγορα στην οικονομία του υδρογόνου και να έχουμε κινητήρες εσωτερικής καύσης που καταναλώνουν υδρογόνο και παράγουν νερό. Το υδρογόνο διασπάται σπαταλώντας ενέργεια, χρησιμοποιείται ακριβώς όπως και το πετρέλαιο στους υπάρχοντες κινητήρες εσωτερικής καύσης, η BMW έχει εδώ και δεκαετία αντίστοιχο αυτοκίνητο, και μένει ένα και μόνο, ανυπέρβλητο αυτή την στιγμή πρόβλημα. Δεν μπορούμε να το αποθηκεύσουμε! Δεν έχουμε την τεχνολογία! Αντί να κοροϊδευόμαστε όμως, και να προσπαθούμε με το ζόρι να επιβάλουμε τα ηλεκτρικά οχήματα, θα μπορούσαμε κάλλιστα ως ανθρωπότητα να επικεντρωθούμε στο μοναδικό πρόβλημα που δεν μας επιτρέπει αυτή την στιγμή να τελειώσουμε με τα ορυκτά καύσιμα, χωρίς να αλλάξουμε την ζωή μας και κυρίως, τα οχήματα που ξέρουμε και μας αρέσουν…

 

 

 

 

 

 

 

editorial 521 - το τέλος της τέχνης;

Από το

Μαύρο Σκύλο

26/3/2013

Ή η αρχή μιας άλλης; Μιλάω για την τέχνη της οδήγησης της μοτοσυκλέτας, με την έννοια της συνολικής σχέσης του αναβάτη μαζί της, της ενασχόλησής του με την λειτουργία της και την συντήρησή της. Κάθε πρόοδος της τεχνολογίας φέρνει και αλλαγές σ' αυτή τη σχέση. Από το 1969 που η λέξη "ηλεκτρονική" εμφανίστηκε για πρώτη φορά σε μοτοσυκλέτα, στο τρικύλινδρο δίχρονο Kawasaki Mach III 500, μπήκαν τα ηλεκτρονικά στην μοτοσυκλετιστική μας ζωή, ενώ σήμερα οι κορυφαίες μοτοσυκλέτες έχουν περισσότερα ηλεκτρονικά συστήματα από ποτέ, κι είμαστε μόνο στην αρχή της εξέλιξης των περισσότερων από αυτά. Και πιο πριν όμως, πριν το 1969, κάθε μικρή πρόοδος άλλαζε κάτι σημαντικό. Σκεφτείτε τους ταπεινούς διακόπτες των ρεζερβουάρ με τις τρεις υπό εξαφάνιση "λέξεις", ΟΝ-ΟFF-RES. Μέχρι να εμφανιστούν, έπρεπε να έχεις συνεχώς το νου σου πότε θα τελειώσει η βενζίνη, να σταματάς, να ανοίγεις την τάπα και να κουνάς τη μηχανή δεξιά αριστερά ώστε να κρίνεις με το μάτι (αν δεις το πλατσούρισμα) και το αφτί (το πως ακουγόταν το πλατσούρισμα) πόσο μακριά μπορείς να πας ακόμα. Με την εμφάνιση του ON-OFF-RES απλά άφηνες το αριστερό σου χέρι από το τιμόνι για να γυρίσεις ρεζέρβα, που από την εμπειρία σου ήξερες για πόσο σου φτάνει. Αργότερα, εμφανίστηκαν οι δείκτες στάθμης καυσίμου, με ένα πρόβλημα: Ήταν πολύ αναξιόπιστοι, καθώς κανένα ρεζερβουάρ μοτοσυκλέτας δεν έχει κανονικό σχήμα, κι έδειχναν γεμάτο-γεμάτο-γεμάτο για πολλά χιλιόμετρα, για να περάσουν όμως στο άδειο-άδειο- έμεινες βλάκα πολύ γρήγορα. Σήμερα έχουμε ψηφιακές μπαρίτσες που αναβοσβήνουν, μετρήσεις μέσης και στιγμιαίας κατανάλωσης, και το πιο χρήσιμο απ' όλα, χιλιόμετρα που σου απομένουν μέχρι να μείνεις.

Για να μην πούμε τι γνώσεις και ενασχόληση απαιτούσαν οι προπολεμικής τεχνολογίας μοτοσυκλέτες, με λεβιεδάκια για την προπορεία της ανάφλεξης, για τον αέρα, παλιότερα και χειροκίνητη λίπανση κινητήρα, ακόμα και φώτα που άναβαν με σπίρτο, ας πιάσουμε το θέμα από την έλευση της ηλεκτρονικής ανάφλεξης. Ξαφνικά, ο αναβάτης δεν χρειαζόταν να ασχοληθεί με το ιδανικό αβάνς για κάθε ταχύτητα κιβωτίου, άνοιγμα γκαζιού και κλίση του οδοστρώματος. Δεν χρειαζόταν καν να υπάρχει μηχανικό αβάνς. Δεν χρειαζόταν πια να ξέρει τι κάνουν οι πλατίνες, να τις καθαρίζει, να τις ρυθμίζει και να τις αλλάζει, να βάζει λάδι στο σφουγγαράκι τους, να βρίσκει πεταμένο στην άκρη του δρόμου χαρτονάκι από Άσσο σκέτο κασετίνα για να ρυθμίζει το διάκενό τους στα 0,4 mm περίπου, να βρίσκει ντουκόχαρτο για να τις πάρει λίγο όταν μπιμπικιάσουν, να ταιριάζει άλλο πυκνωτάκι γιατί σιγά μην παραγγείλει το δικό τους. Ό,τι βρεθεί. Το κεφάλαιο πλατίνες όμως είχε ξεκινήσει την πορεία του προς το τέλος. Η βασική διαφορά των ηλεκτρονικών από τις πλατίνες είναι πως ενώ για τις πλατίνες ο αναβάτης μπορούσε να κάνει κάτι (να τις ρυθμίσει ή να τις αλλάξει στο πλάι του δρόμου και να συνεχίσει, όταν χαλάσει όμως η ηλεκτρονική πρέπει να την πετάξεις και αγοράσεις μια άλλη (και οι πρώτες χαλούσαν, ειδικά οι aftermarket), που δεν έβρισκες πρόχειρη και σε κάθε χωριό της Ελλάδας. Πλατίνες όμως, είχες πολλές πιθανότητες να βρεις, αν δεν κουβαλούσες μαζί σου.

Ήρθαν και εποχές που ο αναβάτης δεν είχε να ρυθμίσει τίποτα. Ούτε αναρτήσεις, ούτε απόδοση κινητήρα, ούτε κάτι άλλο που να είχε σχέση με την συμπεριφορά και τις επιδόσεις της μοτοσυκλέτας. Έτσι είναι, κι ο καθένας ας την οδηγήσει όπως μπορεί. Φυσικά, πάντα κάποιοι μπορούσαν καλύτερα από τους άλλους. Σήμερα, με όλα τα ηλεκτρονικά συστήματα, υπάρχει άραγε εξίσωση των αναβατών, ή παραμένουν οι διαφορές μεταξύ τους; Μια απλουστευμένη λογική λέει πως από την στιγμή που τα ηλεκτρονικά αποφασίζουν τι θα συμβεί, η απόδοση των φρένων για παράδειγμα, θα είναι ίδια για όλους. Πατάς με όλη σου τη δύναμη, το ABS κάνει τη δουλειά του, οι ημιενεργητικές αναρτήσεις την δική τους, σταματάνε όλοι οι αναβάτες στις ίδιες αποστάσεις, αντίστοιχα γλιτώνουν όλοι το ίδιο ένα γλίστρημα χάρη στο traction control, κατεβάζουν όλοι όπως νά 'ναι ταχύτητες αφού έχουν μονόδρομο συμπλέκτη και auto blipper, και κάπως έτσι είναι εύκολο να πιστέψει κανείς πως πάει πια, δεν χρειάζεται να ξέρει κανείς να οδηγεί, τα συστήματα τα κάνουν όλα γι' αυτόν, άντε κι έγιναν όλοι ίδιοι. Μόνο που στην πραγματική ζωή δεν είναι καθόλου έτσι. Είναι αλήθεια πως τα ηλεκτρονικά συστήματα μπορούν να βοηθήσουν κάποιον αναβάτη, άπειρο ή έμπειρο αδιάφορο, να την γλιτώσει κάποια στιγμή. Ο λιγότερο ικανός όμως θα παραμείνει σ' αυτό το επίπεδο, ενώ ο καλύτερος αναβάτης θα αφιερώσει χρόνο και φαιά ουσία για να κατανοήσει πλήρως και εμπειρικά την λειτουργία του κάθε συστήματος. Μετά, έρχεται το επόμενο στάδιο, η πλήρης εκμετάλλευση των νέων δυνατοτήτων που προσφέρει το κάθε καλοσχεδιασμένο σύστημα. Βοηθούν τα ηλεκτρονικά στην εξέλιξη των αναβατών; Σίγουρα ναι. Κανείς αναβάτης δεν μπορούσε ποτέ να οδηγεί με μπλοκαρισμένους τους τροχούς. Το σύνηθες ήταν ένα ξαφνικό μπλοκάρισμα και εξίσου αστραπιαία, επώδυνη πτώση. Αυτό που αλλάζει είναι πως τώρα ο αναβάτης προειδοποιείται για το όριο της πρόσφυσης και του μπλοκαρίσματος, και ρυθμίζει το φρενάρισμά του ανάλογα, πετυχαίνοντας πολύ πιο εύκολα τη μέγιστη επιβράδυνση. Αυτό και μόνο απελευθερώνει ένα κομμάτι από την υπολογιστική ισχύ του εγκεφάλου του, που δεν χρειάζεται πια να ασχολείται με το συγκεκριμένο θέμα, τουλάχιστον όχι τόσο πολύ. Αν προσθέσει κανείς τις αντίστοιχες μειώσεις απαιτήσεων σε υπολογιστική ισχύ και στα θέματα της πρόσφυσης, της απόκρισης – απόδοσης του κινητήρα και της λειτουργίας των αναρτήσεων που άρχισαν πια να προσαρμόζονται στις συνθήκες της κάθε στιγμής, ο αναβάτης έχει πια το περιθώριο να ασχοληθεί την αξιοποίηση όλων αυτών, με τις γραμμές του, με τις εντολές του προς την μοτοσυκλέτα, έτσι όπως ποτέ πριν δεν μπορούσε να κάνει. Γι' αυτό κι ακόμα δεν μπορούμε να ξέρουμε σε ποιο οδηγικό επίπεδο μπορούν να μας φτάσουν. Ακόμα και οι αναβάτες – θεοί των MotoGP μπορεί να αναπολούν τις μέρες χωρίς ηλεκτρονικά "βοηθήματα", τουλάχιστον όσοι έμαθαν αρχικά να τρέχουν χωρίς αυτά, αλλά δεν θα μπορούσαν να πάνε το ίδιο γρήγορα χωρίς αυτά. Και πάλι, μιλάμε για τους καλύτερους του κόσμου, με τις καλύτερες μοτοσυκλέτες, που τρέχουν σε συγκεκριμένες συνθήκες μιας κλειστής πίστας. Στους δρόμους, είναι μια άλλη ιστορία. Για ρωτήστε τους, πόσοι από αυτούς τους υπερ-αναβάτες κυκλοφορούν με μοτοσυκλέτα στο δρόμο; Αν υπάρχει κάποιος, θα είναι η εξαίρεση.

Χρειάζεται να έχει κανείς πρότερη εμπειρία σε "αναλογικές" μοτοσυκλέτες, για να εκτιμήσει τις "ψηφιακές"; Όχι απαραίτητα. Μπορεί να είναι και καλύτερα να μην έχει. Είναι δύσκολο για τους περισσότερους να αποβάλλουν συνήθειες και προκαταλήψεις ετών. Το πραγματικό αποτέλεσμα θα το δούμε στους αναβάτες των επόμενων γενεών, που θα έχουν μάθει να βρίσκουν νέα όρια μόνο πάνω σε νέες μοτοσυκλέτες.

Ο τίτλος αυτού του editorial είναι παραπλανητικός. Η τέχνη δεν τελειώνει, εξελίσσεται. Το ίδιο και οι αναβάτες. Αυτό που αλλάζει μαζί με την τεχνολογία των μοτοσυκλετών είναι το είδος της εμπλοκής του αναβάτη, ποια πράγματα χρειάζεται να σκέφτεται, πότε και πόσο. Η ουσία όμως, παραμένει ίδια. Κατανόηση, εφαρμογή, εξέλιξη. Έτσι κι αλλιώς, η κίνηση μιας μοτοσυκλέτας και στους τρεις άξονες του χώρου (ταυτόχρονα!) και το πλήθος των ερεθισμάτων που δέχεται ο αναβάτης της, απαιτεί πολύ πιο ουσιαστική εμπλοκή απ' ότι ένα αυτοκίνητο. Επιβάλλεται άλλωστε, καθώς οι συνέπειες του κάθε λάθους μπορεί να είναι πολύ χειρότερες. Από τη μια, φοβάμαι πως οι οδηγοί των σύγχρονων αυτοκινήτων μπορεί να γίνονται καλοί χειριστές αλλά σπάνια πραγματικά καλοί οδηγοί, καθώς δεν αποκτούν εμπειρία για την δυναμική συμπεριφορά του αυτοκινήτου όταν πια οι νόμοι της φυσικής ορίζουν την πορεία του. Μερίδιο ευθύνης εδώ, ειδικά στα αυτοκίνητα, έχουν και οι πωλητές, όπως και πολλοί "δημοσιογράφοι", που επιμένουν "αυτό δεν κολλάει πουθενά, τα κάνει όλα μόνο του, πάντα θα σε σώζει". Μια ματιά στις μπαριέρες και τα χαντάκια του δρόμου πάει στο χιονοδρομικό του Παρνασσού, τις μέρες που ο δρόμος είναι χιονισμένος ή και παγωμένος, δίνει μια καλή άποψη: Ειδικά αυτά που υποτίθεται πως είναι άτρωτα, όπως οι μεγάλες ψηλές τζιπούρες, πάνε στου χαντάκ' χωρίς δεύτερη συζήτηση, αν ο οδηγός τους πιστέψει τους ισχυρισμούς πωλητών και εταιριών. Το ίδιο ισχύει και στις μοτοσυκλέτες. Τα συστήματα δεν είναι πανάκεια, απλά σου βγάζουν μερικές σκοτούρες απ' το κεφάλι σου, αφήνοντάς σε να ασχοληθείς με άλλα ζητήματα. Το γεγονός πως η οδήγηση μοτοσυκλέτας απαιτεί το 100% της προσοχής σου, δεν αλλάζει. Αποδεδειγμένα όμως, τα συστήματα αυτά μειώνουν τις συνέπειες μιας λάθος εκτίμησης και μας βοηθούν να πάμε πιο γρήγορα, με περισσότερη ασφάλεια.

Κάθε εξέλιξη φέρνει νέες απαιτήσεις. Όταν το φαίρινγκ της BMW R100RS και τα άλλα full fairing που ακολούθησαν έκαναν εφικτό το πολύωρο ταξίδι μεγάλων ταχυτήτων, έθεσε και μια σειρά νέων, αυξημένων απαιτήσεων σε λάστιχα, αναρτήσεις, φρένα, πλαίσια... Όσο ανέβαιναν οι ιπποδυνάμεις και οι ταχύτητες, ανέβαιναν κι ένα σκαλί οι απαιτήσεις, όχι μόνο για την υπόλοιπη μοτοσυκλέτα, αλλά και για τον αναβάτη της. Όταν δεν υπήρχαν ρυθμίσεις αναρτήσεων, δεν ασχολούνταν κανείς μαζί τους κι όλα καλά, πορευόσουν μ' αυτά που είχες. Βάλε όμως στην εξίσωση τις πλήρως ρυθμιζόμενες αναρτήσεις με hi-low speed συμπίεση, προφορτίσεις, επαναφορές, ύψος πίσω ανάρτησης, σκληρότητες ελατηρίων, ύψος στάθμης λαδιού και διαφορετικό ιξώδες, κι έχεις ένα λαμπρό νέο πεδίο γνώσης και πειραματισμών που οδηγεί και σε καλύτερη κατανόηση της συμπεριφοράς της μοτοσυκλέτας, και σε βελτίωση της συμπεριφοράς της, και σε πιο σκεπτόμενους αναβάτες, και σε πρόοδο των ίδιων των αναρτήσεων.

Φυσικά, το κάθε ηλεκτρονικό σύστημα που είναι προγραμματισμένο να λειτουργεί και να επεμβαίνει με ένα συγκεκριμένο τρόπο, έχει και ένα εγγενές και ουσιώδες μειονέκτημα: Είναι τόσο καλό (ή κακό) όσο του επιτρέπουν οι παράμετροι της λειτουργίας του. Μπορεί οι κατασκευαστές να λένε πως προγραμματίζουν τα συστήματά τους να αντιδρούν όπως θα ήθελε ένας έμπειρος αναβάτης, πιπιλίζοντας παράλληλα την καραμέλα της ασφάλειας, η πραγματικότητα όμως είναι πως στόχος των πωλήσεών τους δεν είναι το μικρό ποσοστό των πραγματικά καλών αναβατών, αλλά η μετριότητα της μάζας, που ελπίζουν να ψήσουν πως η υπερμοτοσυκλέτα τους δεν αποτελεί απειλή, αλλά ευεργέτημα. Πως θα τους ανεβάσει σε οδηγικές απολαύσεις παραδεισένιες, σε μέρη μακρινά κι ονειρεμένα, πως θα τους κάνει καλύτερους απ' ότι είναι. Μόνο που αυτό δεν γίνεται. Κανείς προγραμματιστής δεν μπορεί να προβλέψει τις καταστάσεις που θα προκύψουν στην πραγματική ζωή, το ίδιο όπως κανείς κατασκευαστής κράνους δεν μπορεί να προβλέψει όλους τους πιθανούς τρόπους και τόπους πρόσκρουσης του ξερού μας κεφαλιού που θα φοράει το κράνος. Η ασφάλεια όμως είναι το μεγάλο εμπόρευμα των ημερών μας, κι αυτό μας πουλάνε όλοι. Η αλήθεια είναι πως με ηλεκτρονικά ή χωρίς, η μοτοσυκλέτα παραμένει υπέροχα επικίνδυνη, και γι' αυτό την αγαπάμε. Φαίνεται πως μας χρειάζεται να νιώθουμε πως για μια ακόμη μέρα, για μια ακόμη βόλτα, τα καταφέραμε με την αξία μας απέναντι στους κινδύνους. Με βοηθήματα ή χωρίς. Κι αν μια μέρα βγει το απόλυτα ασφαλές μοντέλο που με τίποτα δεν θα σε αφήσει να κινδυνεύσεις, 1) Δεν θα είναι μοτοσυκλέτα, και 2) Δεν θα έχει ενδιαφέρον.