Editorial 575 - …και τώρα τα καλά νέα!

x
Από το

motomag

1/10/2017

Δεν ξέρω αν με το “είδος προς εξαφάνιση” editorial του προηγούμενου τεύχους σας έκανα την καρδιά μαύρη, κι αρχίσατε να υπολογίζετε πόσα χρόνια μένουν στις βενζινοκίνητες μοτοσυκλέτες, αλλά υπάρχουν και καλά νέα! Κι όσοι παραξενεύτηκαν με τις αναφορές στην αυτοκινητοβιομηχανία, ας την δουν και με άλλο μάτι, καθώς κάποιοι κατασκευαστές επιμένουν να εξελίσσουν τον κινητήρα εσωτερικής καύσης, δίνοντάς του τις προοπτικές για παράταση της διάρκειας ζωής του. Βλέπετε, πρέπει να υπάρχει μια κρίσιμη μάζα, ένας αριθμός κατασκευαστών ικανός να κάνει βιώσιμους τους βενζινοκινητήρες στο μέλλον, καθώς ένας μόνο δεν αρκεί – αλλά είναι μια καλή αρχή. Και ναι, μπορεί ως μοτοσυκλετιστές να μας πονάει το γεγονός πως η μοτοσυκλέτα έπεται του αυτοκινήτου στις τεχνολογικές εξελίξεις, καθώς στις περισσότερες περιπτώσεις τεχνολογίες που εξελίχθηκαν για αυτοκίνητα βρήκαν αργότερα τον δρόμο τους για τις μοτοσυκλέτες. Μία εξήγηση είναι η κατά πολύ μεγαλύτερη παγκοσμίως αγορά των αυτοκινήτων σε σχέση με των μοτοσυκλετών, κάτι που σε συνδυασμό με τις αυστηρότερες προδιαγραφές που ισχύουν για τα αυτοκίνητα αναγκάζει τους κατασκευαστές να καινοτομούν (ή να παρανομούν, βλέπε dieselgate…). Το μεγαλύτερο μέγεθος των αυτοκινήτων και το γεγονός πως τα μηχανικά τους μέρη είναι κρυμμένα κάνει πιο εύκολη την εφαρμογή καινοτομιών όπως το ABS – μέχρι πρόσφατα υπήρχαν συστήματα ABS για μοτοσυκλέτες όπως το C-ABS της Honda που ζύγιζαν 10 κιλά, ενώ άλλα συστήματα ήταν στα 2 κιλά!

Κι επειδή θέλουμε μοτοσυκλέτες, και τις θέλουμε για πάντα, και ναι, μας αρέσει ο βενζινοκινητήρας σε σχέση με τους ηλεκτροκινητήρες, κάθε βοήθεια δεκτή που λένε, απ’ όπου κι αν προέρχεται! Πρόσφατα, η Mazda έδειξε τον SCCI SkyΑctiv-X κινητήρα της, που ελέγχοντας την καύση και με μπουζί αλλά και με αυτανάφλεξη μέσω της πίεσης μέσα στον θάλαμο καύσης, υπόσχεται 20-30% καλύτερη θερμική απόδοση, και άρα πολύ λιγότερους ρύπους, χωρίς θυσίες στην απόδοση, και ελάχιστη κατανάλωση.

Κι άλλοι κατασκευαστές, όπως η Mercedes και η General Motors, για χρόνια εξελίσσουν τέτοια συστήματα ελέγχου της καύσης, αλλά χωρίς ποτέ να βγάλουν κάτι σε παραγωγή, σε αντίθεση με την Mazda που θα έχει κινητήρα SCCI διαθέσιμο στο κοινό το 2019. Αλλά, για μια στιγμή! Μήπως στην μοτοσυκλέτα είχαμε κάτι αντίστοιχο; Μόνο η Honda είχε βγάλει σε παραγωγή μοτοσυκλέτα με σύστημα ελέγχου της αυτανάφλεξης, το CRM250AR ως κύκνειο άσμα των κατά Honda δίχρονων. Κι αυτός ο κινητήρας είχε πιο ομαλή λειτουργία και μικρότερη κατανάλωση, είχε δοκιμαστεί μάλιστα νικηφόρα σε έκδοση 400cc στο Granada-Dakar, με ψεκασμό όπως και τα τελευταία NSR500 της, και πάνω που όλοι ελπίζαμε πως ο δίχρονος θα πάρει παράταση ζωής από την εταιρία που ήθελε να τον θάψει – τον έθαψε, βάζοντάς τον στο πιο σκοτεινό ντουλάπι του R&D.

Kι όμως, ένας ψεκαστός δίχρονος AR κινητήρας θα μπορούσε να είναι μια άριστη εναλλακτική λύση απέναντι στα τετράχρονα, με το επιπλέον πλεονέκτημα του πολύ μικρότερου κόστους συντήρησης και επισκευής, όπως και βάρους. Τώρα, η Mazda τον επαναφέρει στο προσκήνιο, σε τετράχρονη έκδοση, και με κομπρέσορα. Μμμμ, συνδυασμός Kawasaki H2 με Honda AR, τέλεια! Για ένα διάστημα, είχα ένα CRM250AR, το οποίο μάλιστα είχα καστομάρει σε ΜacGrath Replica, και είχα διαπιστώσει από πρώτο χέρι πως έκανε όσα υποσχόταν. “Τετράχρονη” ποιότητα λειτουργίας συνδυασμένη με δίχρονα γκάζια, μικρή κατανάλωση και πολλά περιθώρια βελτίωσης: Με μια εξάτμιση aftermarket είχε πάρει 8 ολόκληρους ίππους! Κάπως έτσι, χάρη σε μια εταιρία αυτοκινήτων που δεν ψήνεται από το παραμύθι των ηλεκτρικών, μπορεί να δημιουργηθεί η κρίσιμη μάζα, να πάρουν θάρρος κι άλλοι κατασκευαστές και να παρουσιάσουν τις δικές τους λύσεις για το μέλλον των κινητήρων εσωτερικής καύσης (και η τεχνολογία της ελεγχόμενης μέσω της πίεσης αυτανάφλεξης, χρησιμοποιείται και στην Formula 1, οπότε τα εξαιρετικά φτωχά μίγματα δεν σημαίνουν απαραίτητα και απουσία σοβαρής ιπποδύναμης…).

 

Ένα ακόμη καλό νέο είναι πως οι μοτοσυκλέτες μικρού κυβισμού κάνουν δυναμικά την επανεμφάνισή τους – διαβάστε σ’ αυτό το τεύχος και το συγκριτικό των μικρών naked και την πρώτη οδηγική μας εμπειρία από το νέο BMW G310GS – κάτι που σημαίνει πως μπορούμε επιτέλους να ελπίζουμε σε είσοδο νέων αναβατών στον κόσμο της μοτοσυκλέτας. Όσο κι αν φαίνεται περίεργο, η άνοδος των πωλήσεων των scooter την τελευταία δεκαετία έβλαψε την μοτοσυκλέτα, με την έννοια πως δεν υπήρχαν πια αρκετές και αρκετά ελκυστικές μικρές μοτοσυκλέτες “εισόδου”, που λογικά θα οδηγούσαν τους αναβάτες τους στο επόμενο βήμα, αυτό των μεγαλύτερων μοτοσυκλετών. Τα εργοστάσια στερήθηκαν έτσι μια μεγάλη πηγή εσόδων από βασικά μοντέλα, έσοδα που θα μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν την εξέλιξη και την ύπαρξη των μεγαλύτερων. Επιπλέον, αποδείχθηκε πως οι αναβάτες των scooter που δεν ήταν από πριν μοτοσυκλετιστές πολύ σπάνια περνούν στην μοτοσυκλέτα, αφού δεν αποκτούν μοτοσυκλετιστική κουλτούρα, αλλά απλά χρησιμοποιούν ένα μεταφορικό μέσο χωρίς να πολυσκοτίζονται για ο,τιδήποτε παραπέρα. Φυσικά και τα scooter εξυπηρετούν, φυσικά και έχουν βοηθήσει όλο το κύκλωμα της αγοράς να επιβιώσει αυτές τις δύσκολες εποχές, αλλά μοτοσυκλέτες δεν είναι, ούτε συμβάλλουν στο μέλλον της μοτοσυκλέτας. Έχουν τα πλεονεκτήματά τους, αλλά έχουν και μειονεκτήματα, και ήδη στην Αγγλία και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες οι πωλήσεις τους σημειώνουν πτώση. Θα έχει ενδιαφέρον να δούμε πως θα εξελιχθούν οι πωλήσεις τους καθώς όλο και περισσότερα μικρού κυβισμού μοντέλα από Ιαπωνικές, Ευρωπαϊκές και Ασιατικές εταιρίες θα κάνουν με αξιώσεις την εμφάνισή τους στην αγορά. 

 

Αλλά όχι πολύ μικρού κυβισμού, καθώς τα πενηντάρια που τόσο αγαπήσαμε φαίνεται πως δεν έχουν μέλλον, τουλάχιστον σε όσες χώρες υιοθετούν τις Ευρωπαϊκές προδιαγραφές ρύπων, όπως η Ιαπωνία. Η… μοτοσυκλετομάνα Ιαπωνία εναρμόνισε πρόσφατα τις προδιαγραφές της με της ΕΕ, θέλοντας να αποφύγει πια την παραγωγή μοντέλων ειδικά και μόνο για την Ιαπωνική αγορά, με την παραγωγή των περισσότερων πενηνταριών να σταματά και τα μοντέλα ως 110cc να έχουν αμφίβολο μέλλον. Σταματά έτσι η παραγωγή του θρυλικού παπιού C50 της Honda, που θα “αντικατασταθεί” από ηλεκτρικό. Φυλάξτε τα παπιά σας, δεν θα ξαναβγούν!   

Τα “επαγγελματικά” παπιά δεν θα είναι πια με κινητήρα εσωτερικής καύσης, καθώς δεν είναι εύκολη (διάβαζε: Είναι ακριβή) η προσαρμογή τους στις νέες προδιαγραφές. Ήδη, και στην Ευρωπαϊκή αγορά όπου τα παπιά έχουν πολύ μικρό ποσοστό, σημειώθηκαν απώλειες με την ισχύ των προδιαγραφών Euro4.

 

Υπάρχει όμως κι από αλλού ελπίδα για την ανανέωση τους ενδιαφέροντος για την μοτοσυκλέτα, με τους υπερτροφοδοτούμενους κινητήρες, που όπως δείχνει η τεχνολογία SCCI της Mazda, μπορούν να συνδυάσουν και γκάζια και οικονομία με ελάχιστους ρύπους. Περιμένουμε την παρουσίαση του Kawasaki H2GT, αλλά και του νέου Suzuki 650 V2 που έχουμε δει ως το πρωτότυπο Recursion και συνδυάζει κλασικά ενδιαφέρουσα εμφάνιση με τεχνολογία αιχμής στα μεσαία κυβικά. Στα Σαλόνια του φθινοπώρου, όπου θα δούμε όλα τα νέα μοντέλα για το ’18, θα επιβεβαιωθεί μια άνοιξη της μοτοσυκλέτας, με ανανεώσεις σε σημαντικές κατηγορίες όπως τα μεσαία on-off, αλλά και στις μοτοσυκλέτες γοήτρου που φτιάχνουν το μύθο. Υπάρχει λοιπόν ελπίδα για την μοτοσυκλέτα, κι εμείς στην Ελλάδα θα είμαστε με την ελπίδα πως θα την απολαύσουμε αυτή την άνοιξη, αν και όταν βγούμε από το βαθύ μας χειμώνα…  

editorial 521 - το τέλος της τέχνης;

Από το

Μαύρο Σκύλο

26/3/2013

Ή η αρχή μιας άλλης; Μιλάω για την τέχνη της οδήγησης της μοτοσυκλέτας, με την έννοια της συνολικής σχέσης του αναβάτη μαζί της, της ενασχόλησής του με την λειτουργία της και την συντήρησή της. Κάθε πρόοδος της τεχνολογίας φέρνει και αλλαγές σ' αυτή τη σχέση. Από το 1969 που η λέξη "ηλεκτρονική" εμφανίστηκε για πρώτη φορά σε μοτοσυκλέτα, στο τρικύλινδρο δίχρονο Kawasaki Mach III 500, μπήκαν τα ηλεκτρονικά στην μοτοσυκλετιστική μας ζωή, ενώ σήμερα οι κορυφαίες μοτοσυκλέτες έχουν περισσότερα ηλεκτρονικά συστήματα από ποτέ, κι είμαστε μόνο στην αρχή της εξέλιξης των περισσότερων από αυτά. Και πιο πριν όμως, πριν το 1969, κάθε μικρή πρόοδος άλλαζε κάτι σημαντικό. Σκεφτείτε τους ταπεινούς διακόπτες των ρεζερβουάρ με τις τρεις υπό εξαφάνιση "λέξεις", ΟΝ-ΟFF-RES. Μέχρι να εμφανιστούν, έπρεπε να έχεις συνεχώς το νου σου πότε θα τελειώσει η βενζίνη, να σταματάς, να ανοίγεις την τάπα και να κουνάς τη μηχανή δεξιά αριστερά ώστε να κρίνεις με το μάτι (αν δεις το πλατσούρισμα) και το αφτί (το πως ακουγόταν το πλατσούρισμα) πόσο μακριά μπορείς να πας ακόμα. Με την εμφάνιση του ON-OFF-RES απλά άφηνες το αριστερό σου χέρι από το τιμόνι για να γυρίσεις ρεζέρβα, που από την εμπειρία σου ήξερες για πόσο σου φτάνει. Αργότερα, εμφανίστηκαν οι δείκτες στάθμης καυσίμου, με ένα πρόβλημα: Ήταν πολύ αναξιόπιστοι, καθώς κανένα ρεζερβουάρ μοτοσυκλέτας δεν έχει κανονικό σχήμα, κι έδειχναν γεμάτο-γεμάτο-γεμάτο για πολλά χιλιόμετρα, για να περάσουν όμως στο άδειο-άδειο- έμεινες βλάκα πολύ γρήγορα. Σήμερα έχουμε ψηφιακές μπαρίτσες που αναβοσβήνουν, μετρήσεις μέσης και στιγμιαίας κατανάλωσης, και το πιο χρήσιμο απ' όλα, χιλιόμετρα που σου απομένουν μέχρι να μείνεις.

Για να μην πούμε τι γνώσεις και ενασχόληση απαιτούσαν οι προπολεμικής τεχνολογίας μοτοσυκλέτες, με λεβιεδάκια για την προπορεία της ανάφλεξης, για τον αέρα, παλιότερα και χειροκίνητη λίπανση κινητήρα, ακόμα και φώτα που άναβαν με σπίρτο, ας πιάσουμε το θέμα από την έλευση της ηλεκτρονικής ανάφλεξης. Ξαφνικά, ο αναβάτης δεν χρειαζόταν να ασχοληθεί με το ιδανικό αβάνς για κάθε ταχύτητα κιβωτίου, άνοιγμα γκαζιού και κλίση του οδοστρώματος. Δεν χρειαζόταν καν να υπάρχει μηχανικό αβάνς. Δεν χρειαζόταν πια να ξέρει τι κάνουν οι πλατίνες, να τις καθαρίζει, να τις ρυθμίζει και να τις αλλάζει, να βάζει λάδι στο σφουγγαράκι τους, να βρίσκει πεταμένο στην άκρη του δρόμου χαρτονάκι από Άσσο σκέτο κασετίνα για να ρυθμίζει το διάκενό τους στα 0,4 mm περίπου, να βρίσκει ντουκόχαρτο για να τις πάρει λίγο όταν μπιμπικιάσουν, να ταιριάζει άλλο πυκνωτάκι γιατί σιγά μην παραγγείλει το δικό τους. Ό,τι βρεθεί. Το κεφάλαιο πλατίνες όμως είχε ξεκινήσει την πορεία του προς το τέλος. Η βασική διαφορά των ηλεκτρονικών από τις πλατίνες είναι πως ενώ για τις πλατίνες ο αναβάτης μπορούσε να κάνει κάτι (να τις ρυθμίσει ή να τις αλλάξει στο πλάι του δρόμου και να συνεχίσει, όταν χαλάσει όμως η ηλεκτρονική πρέπει να την πετάξεις και αγοράσεις μια άλλη (και οι πρώτες χαλούσαν, ειδικά οι aftermarket), που δεν έβρισκες πρόχειρη και σε κάθε χωριό της Ελλάδας. Πλατίνες όμως, είχες πολλές πιθανότητες να βρεις, αν δεν κουβαλούσες μαζί σου.

Ήρθαν και εποχές που ο αναβάτης δεν είχε να ρυθμίσει τίποτα. Ούτε αναρτήσεις, ούτε απόδοση κινητήρα, ούτε κάτι άλλο που να είχε σχέση με την συμπεριφορά και τις επιδόσεις της μοτοσυκλέτας. Έτσι είναι, κι ο καθένας ας την οδηγήσει όπως μπορεί. Φυσικά, πάντα κάποιοι μπορούσαν καλύτερα από τους άλλους. Σήμερα, με όλα τα ηλεκτρονικά συστήματα, υπάρχει άραγε εξίσωση των αναβατών, ή παραμένουν οι διαφορές μεταξύ τους; Μια απλουστευμένη λογική λέει πως από την στιγμή που τα ηλεκτρονικά αποφασίζουν τι θα συμβεί, η απόδοση των φρένων για παράδειγμα, θα είναι ίδια για όλους. Πατάς με όλη σου τη δύναμη, το ABS κάνει τη δουλειά του, οι ημιενεργητικές αναρτήσεις την δική τους, σταματάνε όλοι οι αναβάτες στις ίδιες αποστάσεις, αντίστοιχα γλιτώνουν όλοι το ίδιο ένα γλίστρημα χάρη στο traction control, κατεβάζουν όλοι όπως νά 'ναι ταχύτητες αφού έχουν μονόδρομο συμπλέκτη και auto blipper, και κάπως έτσι είναι εύκολο να πιστέψει κανείς πως πάει πια, δεν χρειάζεται να ξέρει κανείς να οδηγεί, τα συστήματα τα κάνουν όλα γι' αυτόν, άντε κι έγιναν όλοι ίδιοι. Μόνο που στην πραγματική ζωή δεν είναι καθόλου έτσι. Είναι αλήθεια πως τα ηλεκτρονικά συστήματα μπορούν να βοηθήσουν κάποιον αναβάτη, άπειρο ή έμπειρο αδιάφορο, να την γλιτώσει κάποια στιγμή. Ο λιγότερο ικανός όμως θα παραμείνει σ' αυτό το επίπεδο, ενώ ο καλύτερος αναβάτης θα αφιερώσει χρόνο και φαιά ουσία για να κατανοήσει πλήρως και εμπειρικά την λειτουργία του κάθε συστήματος. Μετά, έρχεται το επόμενο στάδιο, η πλήρης εκμετάλλευση των νέων δυνατοτήτων που προσφέρει το κάθε καλοσχεδιασμένο σύστημα. Βοηθούν τα ηλεκτρονικά στην εξέλιξη των αναβατών; Σίγουρα ναι. Κανείς αναβάτης δεν μπορούσε ποτέ να οδηγεί με μπλοκαρισμένους τους τροχούς. Το σύνηθες ήταν ένα ξαφνικό μπλοκάρισμα και εξίσου αστραπιαία, επώδυνη πτώση. Αυτό που αλλάζει είναι πως τώρα ο αναβάτης προειδοποιείται για το όριο της πρόσφυσης και του μπλοκαρίσματος, και ρυθμίζει το φρενάρισμά του ανάλογα, πετυχαίνοντας πολύ πιο εύκολα τη μέγιστη επιβράδυνση. Αυτό και μόνο απελευθερώνει ένα κομμάτι από την υπολογιστική ισχύ του εγκεφάλου του, που δεν χρειάζεται πια να ασχολείται με το συγκεκριμένο θέμα, τουλάχιστον όχι τόσο πολύ. Αν προσθέσει κανείς τις αντίστοιχες μειώσεις απαιτήσεων σε υπολογιστική ισχύ και στα θέματα της πρόσφυσης, της απόκρισης – απόδοσης του κινητήρα και της λειτουργίας των αναρτήσεων που άρχισαν πια να προσαρμόζονται στις συνθήκες της κάθε στιγμής, ο αναβάτης έχει πια το περιθώριο να ασχοληθεί την αξιοποίηση όλων αυτών, με τις γραμμές του, με τις εντολές του προς την μοτοσυκλέτα, έτσι όπως ποτέ πριν δεν μπορούσε να κάνει. Γι' αυτό κι ακόμα δεν μπορούμε να ξέρουμε σε ποιο οδηγικό επίπεδο μπορούν να μας φτάσουν. Ακόμα και οι αναβάτες – θεοί των MotoGP μπορεί να αναπολούν τις μέρες χωρίς ηλεκτρονικά "βοηθήματα", τουλάχιστον όσοι έμαθαν αρχικά να τρέχουν χωρίς αυτά, αλλά δεν θα μπορούσαν να πάνε το ίδιο γρήγορα χωρίς αυτά. Και πάλι, μιλάμε για τους καλύτερους του κόσμου, με τις καλύτερες μοτοσυκλέτες, που τρέχουν σε συγκεκριμένες συνθήκες μιας κλειστής πίστας. Στους δρόμους, είναι μια άλλη ιστορία. Για ρωτήστε τους, πόσοι από αυτούς τους υπερ-αναβάτες κυκλοφορούν με μοτοσυκλέτα στο δρόμο; Αν υπάρχει κάποιος, θα είναι η εξαίρεση.

Χρειάζεται να έχει κανείς πρότερη εμπειρία σε "αναλογικές" μοτοσυκλέτες, για να εκτιμήσει τις "ψηφιακές"; Όχι απαραίτητα. Μπορεί να είναι και καλύτερα να μην έχει. Είναι δύσκολο για τους περισσότερους να αποβάλλουν συνήθειες και προκαταλήψεις ετών. Το πραγματικό αποτέλεσμα θα το δούμε στους αναβάτες των επόμενων γενεών, που θα έχουν μάθει να βρίσκουν νέα όρια μόνο πάνω σε νέες μοτοσυκλέτες.

Ο τίτλος αυτού του editorial είναι παραπλανητικός. Η τέχνη δεν τελειώνει, εξελίσσεται. Το ίδιο και οι αναβάτες. Αυτό που αλλάζει μαζί με την τεχνολογία των μοτοσυκλετών είναι το είδος της εμπλοκής του αναβάτη, ποια πράγματα χρειάζεται να σκέφτεται, πότε και πόσο. Η ουσία όμως, παραμένει ίδια. Κατανόηση, εφαρμογή, εξέλιξη. Έτσι κι αλλιώς, η κίνηση μιας μοτοσυκλέτας και στους τρεις άξονες του χώρου (ταυτόχρονα!) και το πλήθος των ερεθισμάτων που δέχεται ο αναβάτης της, απαιτεί πολύ πιο ουσιαστική εμπλοκή απ' ότι ένα αυτοκίνητο. Επιβάλλεται άλλωστε, καθώς οι συνέπειες του κάθε λάθους μπορεί να είναι πολύ χειρότερες. Από τη μια, φοβάμαι πως οι οδηγοί των σύγχρονων αυτοκινήτων μπορεί να γίνονται καλοί χειριστές αλλά σπάνια πραγματικά καλοί οδηγοί, καθώς δεν αποκτούν εμπειρία για την δυναμική συμπεριφορά του αυτοκινήτου όταν πια οι νόμοι της φυσικής ορίζουν την πορεία του. Μερίδιο ευθύνης εδώ, ειδικά στα αυτοκίνητα, έχουν και οι πωλητές, όπως και πολλοί "δημοσιογράφοι", που επιμένουν "αυτό δεν κολλάει πουθενά, τα κάνει όλα μόνο του, πάντα θα σε σώζει". Μια ματιά στις μπαριέρες και τα χαντάκια του δρόμου πάει στο χιονοδρομικό του Παρνασσού, τις μέρες που ο δρόμος είναι χιονισμένος ή και παγωμένος, δίνει μια καλή άποψη: Ειδικά αυτά που υποτίθεται πως είναι άτρωτα, όπως οι μεγάλες ψηλές τζιπούρες, πάνε στου χαντάκ' χωρίς δεύτερη συζήτηση, αν ο οδηγός τους πιστέψει τους ισχυρισμούς πωλητών και εταιριών. Το ίδιο ισχύει και στις μοτοσυκλέτες. Τα συστήματα δεν είναι πανάκεια, απλά σου βγάζουν μερικές σκοτούρες απ' το κεφάλι σου, αφήνοντάς σε να ασχοληθείς με άλλα ζητήματα. Το γεγονός πως η οδήγηση μοτοσυκλέτας απαιτεί το 100% της προσοχής σου, δεν αλλάζει. Αποδεδειγμένα όμως, τα συστήματα αυτά μειώνουν τις συνέπειες μιας λάθος εκτίμησης και μας βοηθούν να πάμε πιο γρήγορα, με περισσότερη ασφάλεια.

Κάθε εξέλιξη φέρνει νέες απαιτήσεις. Όταν το φαίρινγκ της BMW R100RS και τα άλλα full fairing που ακολούθησαν έκαναν εφικτό το πολύωρο ταξίδι μεγάλων ταχυτήτων, έθεσε και μια σειρά νέων, αυξημένων απαιτήσεων σε λάστιχα, αναρτήσεις, φρένα, πλαίσια... Όσο ανέβαιναν οι ιπποδυνάμεις και οι ταχύτητες, ανέβαιναν κι ένα σκαλί οι απαιτήσεις, όχι μόνο για την υπόλοιπη μοτοσυκλέτα, αλλά και για τον αναβάτη της. Όταν δεν υπήρχαν ρυθμίσεις αναρτήσεων, δεν ασχολούνταν κανείς μαζί τους κι όλα καλά, πορευόσουν μ' αυτά που είχες. Βάλε όμως στην εξίσωση τις πλήρως ρυθμιζόμενες αναρτήσεις με hi-low speed συμπίεση, προφορτίσεις, επαναφορές, ύψος πίσω ανάρτησης, σκληρότητες ελατηρίων, ύψος στάθμης λαδιού και διαφορετικό ιξώδες, κι έχεις ένα λαμπρό νέο πεδίο γνώσης και πειραματισμών που οδηγεί και σε καλύτερη κατανόηση της συμπεριφοράς της μοτοσυκλέτας, και σε βελτίωση της συμπεριφοράς της, και σε πιο σκεπτόμενους αναβάτες, και σε πρόοδο των ίδιων των αναρτήσεων.

Φυσικά, το κάθε ηλεκτρονικό σύστημα που είναι προγραμματισμένο να λειτουργεί και να επεμβαίνει με ένα συγκεκριμένο τρόπο, έχει και ένα εγγενές και ουσιώδες μειονέκτημα: Είναι τόσο καλό (ή κακό) όσο του επιτρέπουν οι παράμετροι της λειτουργίας του. Μπορεί οι κατασκευαστές να λένε πως προγραμματίζουν τα συστήματά τους να αντιδρούν όπως θα ήθελε ένας έμπειρος αναβάτης, πιπιλίζοντας παράλληλα την καραμέλα της ασφάλειας, η πραγματικότητα όμως είναι πως στόχος των πωλήσεών τους δεν είναι το μικρό ποσοστό των πραγματικά καλών αναβατών, αλλά η μετριότητα της μάζας, που ελπίζουν να ψήσουν πως η υπερμοτοσυκλέτα τους δεν αποτελεί απειλή, αλλά ευεργέτημα. Πως θα τους ανεβάσει σε οδηγικές απολαύσεις παραδεισένιες, σε μέρη μακρινά κι ονειρεμένα, πως θα τους κάνει καλύτερους απ' ότι είναι. Μόνο που αυτό δεν γίνεται. Κανείς προγραμματιστής δεν μπορεί να προβλέψει τις καταστάσεις που θα προκύψουν στην πραγματική ζωή, το ίδιο όπως κανείς κατασκευαστής κράνους δεν μπορεί να προβλέψει όλους τους πιθανούς τρόπους και τόπους πρόσκρουσης του ξερού μας κεφαλιού που θα φοράει το κράνος. Η ασφάλεια όμως είναι το μεγάλο εμπόρευμα των ημερών μας, κι αυτό μας πουλάνε όλοι. Η αλήθεια είναι πως με ηλεκτρονικά ή χωρίς, η μοτοσυκλέτα παραμένει υπέροχα επικίνδυνη, και γι' αυτό την αγαπάμε. Φαίνεται πως μας χρειάζεται να νιώθουμε πως για μια ακόμη μέρα, για μια ακόμη βόλτα, τα καταφέραμε με την αξία μας απέναντι στους κινδύνους. Με βοηθήματα ή χωρίς. Κι αν μια μέρα βγει το απόλυτα ασφαλές μοντέλο που με τίποτα δεν θα σε αφήσει να κινδυνεύσεις, 1) Δεν θα είναι μοτοσυκλέτα, και 2) Δεν θα έχει ενδιαφέρον.