Editorial 574 - Είδος προς εξαφάνιση

x
Από το

motomag

1/9/2017

Φανταστείτε, λέμε τώρα, πως δεν υπήρχαν μοτοσυκλέτες και θα έπρεπε να τις εφεύρουμε τώρα, το 2017. Κι είστε στέλεχος μεγάλης εταιρίας, που βγάζει ήδη αυτοκίνητα, και σας έχουν αναθέσει να μελετήσετε το ζήτημα. Διαβάσατε επίσης τις ειδήσεις του Αυγούστου: “Η Μ. Βρετανία υιοθέτησε το παράδειγμα της Γαλλίας και θα εφαρμόσει ολοκληρωτικό αποκλεισμό όλων των νέων βενζινοκίνητων και πετρελαιοκίνητων οχημάτων το 2040, σε μια προσπάθεια περιορισμού των ρύπων. Ήδη, ο δήμος του Λονδίνου έχει ανακοινώσει μια Ζώνη Εξαιρετικά Χαμηλών Ρύπων για το 2020, στην οποία κάθε όχημα ηλικίας πάνω από 13 ετών θα πληρώνει 15 ευρώ για να μπει στο κεντρικό Λονδίνο. Κάμερες θα σκανάρουν τις πινακίδες, και ο λογαριασμός θα χρεώνεται αυτόματα, αν οδηγείτε μοτοσυκλέτα ή αυτοκίνητο φτιαγμένο πριν το 2007…”

Η Volvo έχει ανακοινώσει πως ως το 2019 όλα τα αυτοκίνητά της θα είναι είτε ηλεκτρικά είτε υβριδικά. Πολλές ακόμα αυτοκινητοβιομηχανίες έχουν ανακοινώσει πως θα σταματήσουν την εξέλιξη των diesel, κι όλες θα ασχοληθούν με υβριδικά. Πρώτα τα diesel, μετά τα βενζινοκίνητα, ασαφείς ακόμα οι χρονολογίες, αλλά η πορεία προδιαγράφεται: Σε καμιά εικοσαριά χρόνια, και τα βενζινοκίνητα θα κινδυνεύουν με αποκλεισμό. Συνδυάστε το αυτό τώρα με το πολυσυζητημένο ζήτημα της αυτόνομης οδήγησης των αυτοκινήτων, κι ελάτε μετά να προτείνετε στο διοικητικό συμβούλιο της εταιρίας την κατασκευή ενός οχήματος με μόνο 2 τροχούς και ασταθή ισορροπία, που θα έχει κινητήρα 200 ίππων, θα πηγαίνει 300 χιλιόμετρα κι ο απροστάτευτος αναβάτης του θα ζήσει δεν θα ζήσει αν πέσει. Πως θα σας κοιτάξουν; Τι δουλειά θα κάνετε μετά, αφού η απόλυση θα είναι σίγουρη;

 

Ευτυχώς που οι μοτοσυκλέτες υπάρχουν εδώ και πάνω από 120 χρόνια, και κανείς δεν θα βρεθεί στην δύσκολη θέση να προτείνει την κατασκευή μοτοσυκλετών σε μια κοινωνία που απεχθάνεται τον κίνδυνο, που έχει κάνει παγκόσμιο εμπόριο τους ρύπους, που αποδέχεται πως κάποιες χώρες καλό είναι να παθαίνουν black out από την μόλυνση για να μπορούν κάποιες άλλες να είναι πιο καθαρές. Κάθε αναφορά στην γενικευμένη χρήση ηλεκτρικών οχημάτων θα έπρεπε να συνοδεύεται από την πληροφόρηση για την προέλευση της επίσης “καθαρής” ηλεκτρικής ενέργειας, γιατί είναι απίστευτα υποκριτικό να μιλάμε για την βελτίωση της ποιότητας του αέρα στην Αθήνα, ενώ το ρεύμα βγαίνει από λιγνίτη στην Πτολεμαΐδα. Το να μεταθέτουμε αλλού την ρύπανση, και ειδικά σε πιο φτωχές χώρες, όπως γίνεται σήμερα, είναι σαν να φροντίζουμε την ψύξη του σπιτιού μας με ενέργεια από το σπίτι του γείτονα που καίγεται. Κι όσο μικρό ποσοστό της ρύπανσης κι αν αφορά τις μοτοσυκλέτες, θα τις πάρει η μπάλα μαζί με τα αυτοκίνητα.

 

Θα γίνει η μοτοσυκλέτα άλλο ένα είδος προς εξαφάνιση; Η ιστορία του πλανήτη είναι γεμάτη από εξαφανισμένα είδη, είναι κάτι που συμβαίνει συνεχώς. Όσα δεν κατάφεραν να προσαρμοστούν στις αλλαγές, αντίο. Πολλά, αλλά και πάλι ένα μικρό ποσοστό συνολικά, τα εξαφάνισε ο άνθρωπος είτε άμεσα, είτε έμμεσα. Το ίδιο θα κάνει και με τις βενζινοκίνητες μοτοσυκλέτες. Κι αν οι βιομηχανίες δεν κάνουν κάτι γρήγορα, άλλο ένα είδος θα προστεθεί στην λίστα, έστω και ως θύμα της δίψας του πλανήτη για αυτοκίνητα. Στην Κίνα, όπως θα διαβάσετε στα Νέα αυτού του τεύχους, οι πωλήσεις δικύκλων πέφτουν συνεχώς γιατί πάνω από 200 πόλεις, πολλές με πληθυσμό μεγαλύτερο από της Ελλάδας, τα έχουν απαγορεύσει. Βοηθά σ’ αυτό πως και οι ίδιοι οι Κινέζοι όσο βλέπουν περισσότερα χρήματα στο πορτοφόλι τους, τόσο περισσότερα αυτοκίνητα αγοράζουν. Άσε που τα αυτοκίνητα αφήνουν και πολύ μεγαλύτερο περιθώριο κέρδους, ειδικά όταν οι πελάτες πρόκειται να πληρώσουν και το κόστος της εξέλιξης ηλεκτρικών ή υβριδικών. Να είστε σίγουροι πως οι αυτοκινητοβιομηχανίες τρίβουν τα χέρια τους, αφού έχουν νέα προϊόντα εν όψει, πιο ακριβά από τα παλιά. Γι’ αυτό και μην νομίζετε πως κλαίνε κιόλας όταν ανακοινώνουν το τέλος της εξέλιξης των diesel (που τόσο για τόσο ωραία και καθαρά μας είχαν πρόσφατα πουλήσει…).  

  

Μέχρι στιγμής, οι μεγάλοι παίχτες της μοτοσυκλέτας έχουν αφήσει κάτι μικρούς να χώσουν το χέρι για να βγάλουν το φίδι από την τρύπα. Μικρές βιοτεχνίες ηλεκτροκίνητων έχουν κάνει προόδους τα τελευταία χρόνια, αλλά οι προτάσεις τους υστερούν ακόμα σε τιμή, αυτονομία, ανεφοδιασμό και βάρος. Πώς να δικαιολογήσει κανείς (αν δεν είναι πλούσιος που θέλει να εξαγοράσει την οικολογική του συνείδηση) την αγορά μιας ηλεκτρικής μοτοσυκλέτας σήμερα όταν για 40 ίππους χρειάζεται να δώσει σχεδόν 10.000 ευρώ, συν άλλες 3.000 για μια εφεδρική μπαταρία, συν άλλα 1.500 για έναν γρήγορο φορτιστή; Ειδικά όταν η τεχνολογία που θα αγοράσει θα είναι μακρινό παρελθόν τα επόμενα τρία χρόνια; Το συμπέρασμα είναι πως οι μαζικές πωλήσεις ηλεκτρικών ή υβριδικών μοτοσυκλετών θα ξεκινήσουν όταν οι αγοραστές θα είναι αναγκασμένοι να το κάνουν, όταν δεν θα έχουν άλλη πιο συμφέρουσα επιλογή. Και οι επιλογές των αγοραστών ρυθμίζονται εύκολα με την κατάλληλη νομοθεσία.

 

Στην Dorna, την εταιρία στην οποία ανήκει το πρωτάθλημα MotoGP, από καιρό ψάχνουν να βρουν τρόπο να συμπεριλάβουν στο πρόγραμμα και μια κατηγορία ηλεκτρικών. Στο Isle of Man, όπου γίνεται το ΤΤ Zero με ηλεκτρικά, η μέση ωριαία του νικητή ήταν φέτος σχεδόν 189 χιλιόμετρα, ταχύτητα πολύ σεβαστή για το Mugen που οδηγούσε ο Bruce Anstey. O νικητής όμως των βενζινοκίνητων, Michael Dunlop με Suzuki GSX-R, είχε μέση ωριαία 213 – καμία σχέση. Έχουν κάνει όμως μεγάλες προόδους τα τελευταία χρόνια, ας μην ξεχνάμε πως πίσω από την Mugen είναι η Honda. Οι μην βενζινοκίνητες μοτοσυκλέτες, ηλεκτρικές ή υβριδικές, δεν θα είναι απαραίτητα και βαρετές. Επισήμως, η πιο γρήγορη μοτοσυκλέτα του κόσμου είναι ηλεκτρική – άσχετα αν κανείς δεν θέλει να την αγοράσει, για τους λόγους που αναφέραμε πιο πάνω. Και για μια ακόμα φορά, η τεχνολογία των αυτοκινήτων θα είναι αυτή που θα αλλάξει την μοτοσυκλέτα, όσο θα εξελίσσεται για να καλύψει την ζήτηση. Πρόσφατα, μια μελέτη στο Βέλγιο (μια σοβαρή χώρα, που χωρίς κυβέρνηση για πάνω από δύο χρόνια… λειτουργούσε μια χαρά), έδειξε το αυτονόητο, πως αν μόνο το 10% των αυτοκινήτων που κυκλοφορούν στις πόλεις γινόταν μοτοσυκλέτες, η κυκλοφορία θα βελτιωνόταν τουλάχιστον 40%. Λογικό, αφού μια μοτοσυκλέτα πιάνει το ένα τέταρτο του χώρου σε σχέση με ένα αυτοκίνητο, και είναι πολύ πιο ευέλικτη. Αλλά κάτι τέτοια προφανή δεν πρόκειται να πείσουν καμία κυβέρνηση πια. Ο τρελός κύκλος εργασιών και τζίρος που θα προκύψει με την σταδιακή αλλαγή των diesel και βενζινοκίνητων αυτοκινήτων θα το εξασφαλίσει αυτό. Κι ούτε μπορούμε να ελπίζουμε πως οι νομοθέτες θα ξεχάσουν τις μοτοσυκλέτες. Στο όχι και τόσο μακρινό μέλλον, οι βενζινοκίνητες θα περιοριστούν στην πιο αγνή χρήση τους, αυτή της αναψυχής, όσο δακτυλοδεικτούμενη κι αν είναι. Απλά σημειώστε το κάπου να μην το ξεχάσετε, να φυλάξετε μία κροταλιστή, καπνιστή δίχρονη, ή μια εξωφρενικά γρήγορη τετράχρονη με 200 ίππους... Έτσι, για μια παράνομη βόλτα κάθε τόσο, για να θυμόσαστε τα παλιά.

 

ΛΕΖ.

 

Lightning LS218, 350km/h τελική, τιμή από 39.000 $, με την μεγάλη μπαταρία 47.000$

 

editorial 521 - το τέλος της τέχνης;

Από το

Μαύρο Σκύλο

26/3/2013

Ή η αρχή μιας άλλης; Μιλάω για την τέχνη της οδήγησης της μοτοσυκλέτας, με την έννοια της συνολικής σχέσης του αναβάτη μαζί της, της ενασχόλησής του με την λειτουργία της και την συντήρησή της. Κάθε πρόοδος της τεχνολογίας φέρνει και αλλαγές σ' αυτή τη σχέση. Από το 1969 που η λέξη "ηλεκτρονική" εμφανίστηκε για πρώτη φορά σε μοτοσυκλέτα, στο τρικύλινδρο δίχρονο Kawasaki Mach III 500, μπήκαν τα ηλεκτρονικά στην μοτοσυκλετιστική μας ζωή, ενώ σήμερα οι κορυφαίες μοτοσυκλέτες έχουν περισσότερα ηλεκτρονικά συστήματα από ποτέ, κι είμαστε μόνο στην αρχή της εξέλιξης των περισσότερων από αυτά. Και πιο πριν όμως, πριν το 1969, κάθε μικρή πρόοδος άλλαζε κάτι σημαντικό. Σκεφτείτε τους ταπεινούς διακόπτες των ρεζερβουάρ με τις τρεις υπό εξαφάνιση "λέξεις", ΟΝ-ΟFF-RES. Μέχρι να εμφανιστούν, έπρεπε να έχεις συνεχώς το νου σου πότε θα τελειώσει η βενζίνη, να σταματάς, να ανοίγεις την τάπα και να κουνάς τη μηχανή δεξιά αριστερά ώστε να κρίνεις με το μάτι (αν δεις το πλατσούρισμα) και το αφτί (το πως ακουγόταν το πλατσούρισμα) πόσο μακριά μπορείς να πας ακόμα. Με την εμφάνιση του ON-OFF-RES απλά άφηνες το αριστερό σου χέρι από το τιμόνι για να γυρίσεις ρεζέρβα, που από την εμπειρία σου ήξερες για πόσο σου φτάνει. Αργότερα, εμφανίστηκαν οι δείκτες στάθμης καυσίμου, με ένα πρόβλημα: Ήταν πολύ αναξιόπιστοι, καθώς κανένα ρεζερβουάρ μοτοσυκλέτας δεν έχει κανονικό σχήμα, κι έδειχναν γεμάτο-γεμάτο-γεμάτο για πολλά χιλιόμετρα, για να περάσουν όμως στο άδειο-άδειο- έμεινες βλάκα πολύ γρήγορα. Σήμερα έχουμε ψηφιακές μπαρίτσες που αναβοσβήνουν, μετρήσεις μέσης και στιγμιαίας κατανάλωσης, και το πιο χρήσιμο απ' όλα, χιλιόμετρα που σου απομένουν μέχρι να μείνεις.

Για να μην πούμε τι γνώσεις και ενασχόληση απαιτούσαν οι προπολεμικής τεχνολογίας μοτοσυκλέτες, με λεβιεδάκια για την προπορεία της ανάφλεξης, για τον αέρα, παλιότερα και χειροκίνητη λίπανση κινητήρα, ακόμα και φώτα που άναβαν με σπίρτο, ας πιάσουμε το θέμα από την έλευση της ηλεκτρονικής ανάφλεξης. Ξαφνικά, ο αναβάτης δεν χρειαζόταν να ασχοληθεί με το ιδανικό αβάνς για κάθε ταχύτητα κιβωτίου, άνοιγμα γκαζιού και κλίση του οδοστρώματος. Δεν χρειαζόταν καν να υπάρχει μηχανικό αβάνς. Δεν χρειαζόταν πια να ξέρει τι κάνουν οι πλατίνες, να τις καθαρίζει, να τις ρυθμίζει και να τις αλλάζει, να βάζει λάδι στο σφουγγαράκι τους, να βρίσκει πεταμένο στην άκρη του δρόμου χαρτονάκι από Άσσο σκέτο κασετίνα για να ρυθμίζει το διάκενό τους στα 0,4 mm περίπου, να βρίσκει ντουκόχαρτο για να τις πάρει λίγο όταν μπιμπικιάσουν, να ταιριάζει άλλο πυκνωτάκι γιατί σιγά μην παραγγείλει το δικό τους. Ό,τι βρεθεί. Το κεφάλαιο πλατίνες όμως είχε ξεκινήσει την πορεία του προς το τέλος. Η βασική διαφορά των ηλεκτρονικών από τις πλατίνες είναι πως ενώ για τις πλατίνες ο αναβάτης μπορούσε να κάνει κάτι (να τις ρυθμίσει ή να τις αλλάξει στο πλάι του δρόμου και να συνεχίσει, όταν χαλάσει όμως η ηλεκτρονική πρέπει να την πετάξεις και αγοράσεις μια άλλη (και οι πρώτες χαλούσαν, ειδικά οι aftermarket), που δεν έβρισκες πρόχειρη και σε κάθε χωριό της Ελλάδας. Πλατίνες όμως, είχες πολλές πιθανότητες να βρεις, αν δεν κουβαλούσες μαζί σου.

Ήρθαν και εποχές που ο αναβάτης δεν είχε να ρυθμίσει τίποτα. Ούτε αναρτήσεις, ούτε απόδοση κινητήρα, ούτε κάτι άλλο που να είχε σχέση με την συμπεριφορά και τις επιδόσεις της μοτοσυκλέτας. Έτσι είναι, κι ο καθένας ας την οδηγήσει όπως μπορεί. Φυσικά, πάντα κάποιοι μπορούσαν καλύτερα από τους άλλους. Σήμερα, με όλα τα ηλεκτρονικά συστήματα, υπάρχει άραγε εξίσωση των αναβατών, ή παραμένουν οι διαφορές μεταξύ τους; Μια απλουστευμένη λογική λέει πως από την στιγμή που τα ηλεκτρονικά αποφασίζουν τι θα συμβεί, η απόδοση των φρένων για παράδειγμα, θα είναι ίδια για όλους. Πατάς με όλη σου τη δύναμη, το ABS κάνει τη δουλειά του, οι ημιενεργητικές αναρτήσεις την δική τους, σταματάνε όλοι οι αναβάτες στις ίδιες αποστάσεις, αντίστοιχα γλιτώνουν όλοι το ίδιο ένα γλίστρημα χάρη στο traction control, κατεβάζουν όλοι όπως νά 'ναι ταχύτητες αφού έχουν μονόδρομο συμπλέκτη και auto blipper, και κάπως έτσι είναι εύκολο να πιστέψει κανείς πως πάει πια, δεν χρειάζεται να ξέρει κανείς να οδηγεί, τα συστήματα τα κάνουν όλα γι' αυτόν, άντε κι έγιναν όλοι ίδιοι. Μόνο που στην πραγματική ζωή δεν είναι καθόλου έτσι. Είναι αλήθεια πως τα ηλεκτρονικά συστήματα μπορούν να βοηθήσουν κάποιον αναβάτη, άπειρο ή έμπειρο αδιάφορο, να την γλιτώσει κάποια στιγμή. Ο λιγότερο ικανός όμως θα παραμείνει σ' αυτό το επίπεδο, ενώ ο καλύτερος αναβάτης θα αφιερώσει χρόνο και φαιά ουσία για να κατανοήσει πλήρως και εμπειρικά την λειτουργία του κάθε συστήματος. Μετά, έρχεται το επόμενο στάδιο, η πλήρης εκμετάλλευση των νέων δυνατοτήτων που προσφέρει το κάθε καλοσχεδιασμένο σύστημα. Βοηθούν τα ηλεκτρονικά στην εξέλιξη των αναβατών; Σίγουρα ναι. Κανείς αναβάτης δεν μπορούσε ποτέ να οδηγεί με μπλοκαρισμένους τους τροχούς. Το σύνηθες ήταν ένα ξαφνικό μπλοκάρισμα και εξίσου αστραπιαία, επώδυνη πτώση. Αυτό που αλλάζει είναι πως τώρα ο αναβάτης προειδοποιείται για το όριο της πρόσφυσης και του μπλοκαρίσματος, και ρυθμίζει το φρενάρισμά του ανάλογα, πετυχαίνοντας πολύ πιο εύκολα τη μέγιστη επιβράδυνση. Αυτό και μόνο απελευθερώνει ένα κομμάτι από την υπολογιστική ισχύ του εγκεφάλου του, που δεν χρειάζεται πια να ασχολείται με το συγκεκριμένο θέμα, τουλάχιστον όχι τόσο πολύ. Αν προσθέσει κανείς τις αντίστοιχες μειώσεις απαιτήσεων σε υπολογιστική ισχύ και στα θέματα της πρόσφυσης, της απόκρισης – απόδοσης του κινητήρα και της λειτουργίας των αναρτήσεων που άρχισαν πια να προσαρμόζονται στις συνθήκες της κάθε στιγμής, ο αναβάτης έχει πια το περιθώριο να ασχοληθεί την αξιοποίηση όλων αυτών, με τις γραμμές του, με τις εντολές του προς την μοτοσυκλέτα, έτσι όπως ποτέ πριν δεν μπορούσε να κάνει. Γι' αυτό κι ακόμα δεν μπορούμε να ξέρουμε σε ποιο οδηγικό επίπεδο μπορούν να μας φτάσουν. Ακόμα και οι αναβάτες – θεοί των MotoGP μπορεί να αναπολούν τις μέρες χωρίς ηλεκτρονικά "βοηθήματα", τουλάχιστον όσοι έμαθαν αρχικά να τρέχουν χωρίς αυτά, αλλά δεν θα μπορούσαν να πάνε το ίδιο γρήγορα χωρίς αυτά. Και πάλι, μιλάμε για τους καλύτερους του κόσμου, με τις καλύτερες μοτοσυκλέτες, που τρέχουν σε συγκεκριμένες συνθήκες μιας κλειστής πίστας. Στους δρόμους, είναι μια άλλη ιστορία. Για ρωτήστε τους, πόσοι από αυτούς τους υπερ-αναβάτες κυκλοφορούν με μοτοσυκλέτα στο δρόμο; Αν υπάρχει κάποιος, θα είναι η εξαίρεση.

Χρειάζεται να έχει κανείς πρότερη εμπειρία σε "αναλογικές" μοτοσυκλέτες, για να εκτιμήσει τις "ψηφιακές"; Όχι απαραίτητα. Μπορεί να είναι και καλύτερα να μην έχει. Είναι δύσκολο για τους περισσότερους να αποβάλλουν συνήθειες και προκαταλήψεις ετών. Το πραγματικό αποτέλεσμα θα το δούμε στους αναβάτες των επόμενων γενεών, που θα έχουν μάθει να βρίσκουν νέα όρια μόνο πάνω σε νέες μοτοσυκλέτες.

Ο τίτλος αυτού του editorial είναι παραπλανητικός. Η τέχνη δεν τελειώνει, εξελίσσεται. Το ίδιο και οι αναβάτες. Αυτό που αλλάζει μαζί με την τεχνολογία των μοτοσυκλετών είναι το είδος της εμπλοκής του αναβάτη, ποια πράγματα χρειάζεται να σκέφτεται, πότε και πόσο. Η ουσία όμως, παραμένει ίδια. Κατανόηση, εφαρμογή, εξέλιξη. Έτσι κι αλλιώς, η κίνηση μιας μοτοσυκλέτας και στους τρεις άξονες του χώρου (ταυτόχρονα!) και το πλήθος των ερεθισμάτων που δέχεται ο αναβάτης της, απαιτεί πολύ πιο ουσιαστική εμπλοκή απ' ότι ένα αυτοκίνητο. Επιβάλλεται άλλωστε, καθώς οι συνέπειες του κάθε λάθους μπορεί να είναι πολύ χειρότερες. Από τη μια, φοβάμαι πως οι οδηγοί των σύγχρονων αυτοκινήτων μπορεί να γίνονται καλοί χειριστές αλλά σπάνια πραγματικά καλοί οδηγοί, καθώς δεν αποκτούν εμπειρία για την δυναμική συμπεριφορά του αυτοκινήτου όταν πια οι νόμοι της φυσικής ορίζουν την πορεία του. Μερίδιο ευθύνης εδώ, ειδικά στα αυτοκίνητα, έχουν και οι πωλητές, όπως και πολλοί "δημοσιογράφοι", που επιμένουν "αυτό δεν κολλάει πουθενά, τα κάνει όλα μόνο του, πάντα θα σε σώζει". Μια ματιά στις μπαριέρες και τα χαντάκια του δρόμου πάει στο χιονοδρομικό του Παρνασσού, τις μέρες που ο δρόμος είναι χιονισμένος ή και παγωμένος, δίνει μια καλή άποψη: Ειδικά αυτά που υποτίθεται πως είναι άτρωτα, όπως οι μεγάλες ψηλές τζιπούρες, πάνε στου χαντάκ' χωρίς δεύτερη συζήτηση, αν ο οδηγός τους πιστέψει τους ισχυρισμούς πωλητών και εταιριών. Το ίδιο ισχύει και στις μοτοσυκλέτες. Τα συστήματα δεν είναι πανάκεια, απλά σου βγάζουν μερικές σκοτούρες απ' το κεφάλι σου, αφήνοντάς σε να ασχοληθείς με άλλα ζητήματα. Το γεγονός πως η οδήγηση μοτοσυκλέτας απαιτεί το 100% της προσοχής σου, δεν αλλάζει. Αποδεδειγμένα όμως, τα συστήματα αυτά μειώνουν τις συνέπειες μιας λάθος εκτίμησης και μας βοηθούν να πάμε πιο γρήγορα, με περισσότερη ασφάλεια.

Κάθε εξέλιξη φέρνει νέες απαιτήσεις. Όταν το φαίρινγκ της BMW R100RS και τα άλλα full fairing που ακολούθησαν έκαναν εφικτό το πολύωρο ταξίδι μεγάλων ταχυτήτων, έθεσε και μια σειρά νέων, αυξημένων απαιτήσεων σε λάστιχα, αναρτήσεις, φρένα, πλαίσια... Όσο ανέβαιναν οι ιπποδυνάμεις και οι ταχύτητες, ανέβαιναν κι ένα σκαλί οι απαιτήσεις, όχι μόνο για την υπόλοιπη μοτοσυκλέτα, αλλά και για τον αναβάτη της. Όταν δεν υπήρχαν ρυθμίσεις αναρτήσεων, δεν ασχολούνταν κανείς μαζί τους κι όλα καλά, πορευόσουν μ' αυτά που είχες. Βάλε όμως στην εξίσωση τις πλήρως ρυθμιζόμενες αναρτήσεις με hi-low speed συμπίεση, προφορτίσεις, επαναφορές, ύψος πίσω ανάρτησης, σκληρότητες ελατηρίων, ύψος στάθμης λαδιού και διαφορετικό ιξώδες, κι έχεις ένα λαμπρό νέο πεδίο γνώσης και πειραματισμών που οδηγεί και σε καλύτερη κατανόηση της συμπεριφοράς της μοτοσυκλέτας, και σε βελτίωση της συμπεριφοράς της, και σε πιο σκεπτόμενους αναβάτες, και σε πρόοδο των ίδιων των αναρτήσεων.

Φυσικά, το κάθε ηλεκτρονικό σύστημα που είναι προγραμματισμένο να λειτουργεί και να επεμβαίνει με ένα συγκεκριμένο τρόπο, έχει και ένα εγγενές και ουσιώδες μειονέκτημα: Είναι τόσο καλό (ή κακό) όσο του επιτρέπουν οι παράμετροι της λειτουργίας του. Μπορεί οι κατασκευαστές να λένε πως προγραμματίζουν τα συστήματά τους να αντιδρούν όπως θα ήθελε ένας έμπειρος αναβάτης, πιπιλίζοντας παράλληλα την καραμέλα της ασφάλειας, η πραγματικότητα όμως είναι πως στόχος των πωλήσεών τους δεν είναι το μικρό ποσοστό των πραγματικά καλών αναβατών, αλλά η μετριότητα της μάζας, που ελπίζουν να ψήσουν πως η υπερμοτοσυκλέτα τους δεν αποτελεί απειλή, αλλά ευεργέτημα. Πως θα τους ανεβάσει σε οδηγικές απολαύσεις παραδεισένιες, σε μέρη μακρινά κι ονειρεμένα, πως θα τους κάνει καλύτερους απ' ότι είναι. Μόνο που αυτό δεν γίνεται. Κανείς προγραμματιστής δεν μπορεί να προβλέψει τις καταστάσεις που θα προκύψουν στην πραγματική ζωή, το ίδιο όπως κανείς κατασκευαστής κράνους δεν μπορεί να προβλέψει όλους τους πιθανούς τρόπους και τόπους πρόσκρουσης του ξερού μας κεφαλιού που θα φοράει το κράνος. Η ασφάλεια όμως είναι το μεγάλο εμπόρευμα των ημερών μας, κι αυτό μας πουλάνε όλοι. Η αλήθεια είναι πως με ηλεκτρονικά ή χωρίς, η μοτοσυκλέτα παραμένει υπέροχα επικίνδυνη, και γι' αυτό την αγαπάμε. Φαίνεται πως μας χρειάζεται να νιώθουμε πως για μια ακόμη μέρα, για μια ακόμη βόλτα, τα καταφέραμε με την αξία μας απέναντι στους κινδύνους. Με βοηθήματα ή χωρίς. Κι αν μια μέρα βγει το απόλυτα ασφαλές μοντέλο που με τίποτα δεν θα σε αφήσει να κινδυνεύσεις, 1) Δεν θα είναι μοτοσυκλέτα, και 2) Δεν θα έχει ενδιαφέρον.