Editorial 550 - Σβέλτααα!!!

Από το

motomag

10/9/2015

Μερικές φορές είναι καλύτερα να μην ξέρεις. Ας πούμε, όταν οδήγησα τις μοτοσυκλέτες του MEGA TEST δεν ήξερα, ή δεν θυμόμουν, πόσα άλογα βγάζουν. Μερικά δεν τα είχαμε ακόμη μετρήσει – δυναμομετρήσει. Καλύτερα. Γιατί έτσι, έβγαλα συμπεράσματα από τις εντυπώσεις μου στις διαδρομές που έκανα με το καθένα, από την πραγματική ζωή. Έτσι, δεν είχα ιδέα πως το Super Adventure με τους 160 ανακοινωμένους από την ΚΤΜ ίππους βγάζει 140 στον τροχό. Μετά, όταν το δυναμομετρήσαμε, διαπίστωσα πως στα ορεινά στοφιλίκια που το δούλευα συνήθως ως τις 6.000, δηλαδή στην πράξη αξιοποιούσα τους 90 από τους 140, και πάλι μια χαρά σβέλτο ρυθμό κρατούσα (και 50 ίππους καβάτζα για ώρα ανάγκης). Σε σύγκριση, με το GS αρκούσε να ανεβάζω ως τις 4.500 για να πηγαίνω με τον ίδιο ρυθμό. Μια ματιά στις δυναμομετρήσεις δείχνει πως στις 4.500 το ΚΤΜ έχει δύο κιλά παραπάνω ροπή από το GS, οπότε το λογικό θα ήταν να πηγαίνει σβέλτα χωρίς να χρειάζεται να ανεβάζεις περισσότερες στροφές. Κι όμως, στην πράξη ήταν το αντίθετο. Το πιο κοντό γρανάζωμα του BMW και η χαρτογράφηση του κινητήρα το έκανε να το νιώθεις πιο ζωντανό, πιο πρόθυμο, πιο "ροπάτο", χωρίς οι απόλυτοι αριθμοί του δυναμόμετρου να υποστηρίζουν κάτι τέτοιο. Στις μετρήσεις μας όμως, στο εικονικό προσπέρασμα από τα 80 στα 140 το BMW είναι ταχύτερο, με 2,8” αντί για 3,0" του ΚΤΜ, μια διαφορά περίπου 7%. Ψάχνοντας κι άλλο τους αριθμούς, βρήκα πως το GS σταματάει και καλύτερα, αφού χρειάζεται έξι μέτρα λιγότερα για να επιβραδύνει από τα 120 στα 40. Το ακλόνητο Caponord είναι ακόμα καλύτερο από το GS στα φρένα, κυρίως λόγω της άμεσης ανταπόκρισης της ανάρτησης, που σκληραίνει άμεσα το πιρούνι, σε συνδυασμό με το χαμηλό ύψος του.  Η δυναμομέτρηση εξηγεί και την μεγαλύτερη κατανάλωση του Caponord: Έχει μια κοιλιά στις μεσαίες σε σχέση με τα άλλα μεγάλα, οπότε αναγκάζεσαι να ανεβάζεις περισσότερες στροφές για να πηγαίνεις με τον ίδιο σβέλτο ρυθμό.

 

Ποιός είναι όμως αυτός ο "ρυθμός"; Προφανώς είναι διαφορετικός για κάθε αναβάτη, γιατί η ταχύτητα είναι στο μάτι. Καλή η ομοιοκαταληξία, αλλά σας μπέρδεψα; Για κάθε αναβάτη υπάρχει ένας συγκεκριμένος ρυθμός κίνησης που νιώθει άνετα, για την κάθε μοτοσυκλέτα. Προσωπικά, μιλάω για έναν ρυθμό που τον περιγράφω ως "σβέλτο", αντί για "γρήγορο", γιατί το δεύτερο περιέχει μέσα του την έννοια της προσπάθειας για την επίτευξη του ταχύτερου δυνατού χρόνου στην συγκεκριμένη διαδρομή, που είναι άλλο πράγμα. Ο σβέλτος ρυθμός είναι αυτός που μπορώ να κρατήσω όλη μέρα, χωρίς να κουράζομαι υπερβολικά και χωρίς να απαιτεί το 100% της προσοχής μου, χωρίς άγχος, χωρίς λάθη, ένας ρυθμός που βγάζει άνετα εξαιρετικές μέσες ωριαίες και που μαζεύει πολλά χιλιόμετρα αν οδηγείς πολλές ώρες. Το μυστικό της καλής μέσης ωριαίας είναι να μην υπάρχουν μεγάλες διακυμάνσεις ταχύτητας, δηλαδή ο κύκλος τέρμα γκάζι στο ευθειάκι, φουλ φρένα μετά, άντε ξανά επιτάχυνση, μπορεί να είναι πιο αργός σε σχέση με τον υπολογισμό της ταχύτητας στην ευθεία έτσι ώστε να στρίψεις "όπως έρχεσαι", κουβαλώντας περισσότερα χιλιόμετρα στην έξοδο της στροφής κι έχοντας μεγάλο πλεονέκτημα στην επόμενη ευθεία. Κι όταν οι στροφές διαδέχονται η μία την άλλη χωρίς ευθεία μεταξύ τους, είναι ο μόνος τρόπος για να πας γρήγορα. Άλλωστε, έτσι κερδίζονται και οι αγώνες, και το ρητό "ο καλός αναβάτης στην ευθεία φαίνεται" αυτό ακριβώς το πράγμα εννοεί: Αυτός που θα στρίψει πιο γρήγορα βγαίνει με πιο πολλά στην ευθεία και κουβαλάει τα περισσότερα χιλιόμετρα μέχρι τα φρένα για την επόμενη στροφή.

Όπως και στα αυτοκίνητα, στρίβεις πιο γρήγορα με τον κινητήρα από ελαφρώς κρεμασμένο ως λίγο πιο κάτω από την μέγιστη ροπή του, παρά με τον κινητήρα να ουρλιάζει ψηλά, με τον κόφτη να παραμονεύει. Είναι πιο γρήγορο, αλλά και πιο δύσκολο.

 

Σε έναν τέτοιου τύπου ρυθμό φαίνονται ξεκάθαρα οι δυνατότητες κάθε μοτοσυκλέτας. Όποια σου εμπνέει εμπιστοσύνη να την πετάξεις από τέρμα πλαγιασμένη αριστερά, τέρμα δεξιά μέσα σε ελάχιστα μέτρα, αποκτά τρομερό πλεονέκτημα. Αν κάποιος θέλει να πλαγιάζει αργά, προοδευτικά, έχει χάσει. Αν με την μοτοσυκλέτα που οδηγεί δεν νιώθει άνετα να της ρίξει το "χαστούκι" και να την πετάξει κάτω στο τέλος της ευθείας ή από στροφή σε στροφή, σβέλτα δεν πρόκειται να πάει. Και μιλάμε πάντα για άσφαλτο, όχι για χώμα. Σημαντικό χαρακτηριστικό μιας τέτοιας σβέλτης μοτοσυκλέτας είναι να νιώθει άνετα σε όποια κλίση κι αν την βάλεις, κι όχι να προσπαθεί να κάνει κάτι άλλο από αυτό που της λες. Είναι αυτό που οι Άγγλοι αποκαλούν "self steering", με την μοτοσυκλέτα να αντιστέκεται στις εντολές σου και να θέλει να κάνει κάτι άλλο δικό της, διαφορετικό από το αποτέλεσμα που θα ήθελες να έχουν οι εντολές σου μέσω του τιμονιού, της μέσης σου και των μαρσπιέ. Αυτό παθαίνουν τα μεγάλα ΚΤΜ όταν τους βάλεις βαλίτσες, φαινόμενο γίνεται πιο έντονο όσο μειώνεται η πρόσφυση: Στο χώμα, εκδηλώνεται ως ελαφρύ και ασαφές τιμόνι που δεν ακολουθεί την πορεία που του ορίζεις. Ευτυχώς, στο χώμα η κατάσταση σώζεται από δύο πράγματα: Από την όρθια θέση οδήγησης, που σου επιτρέπει να φορτίσεις περισσότερο τον μπροστινό τροχό αυξάνοντάς του την πρόσφυση, και από το γκάζι, που σου επιτρέπει rear wheel steering, να κατευθύνεις την μοτοσυκλέτα με τον πίσω τροχό αντί τον μπροστινό. Ένα σημείο κλειδί είναι η μέση του αναβάτη. Όχι η περίμετρός της, αλλά η ευκαμψία της. Αναβάτες που είναι αγχωμένοι, με άκαμπτη την μέση τους και την σπονδυλική τους στήλη ευθεία, δεν μπορούν να οδηγήσουν σβέλτα, ειδικά όταν η κάθε στροφή ξεκινά από την έξοδο της προηγούμενης. Σπρώξε λοιπόν προς τα μπρος το άκρο του τιμονιού που θα βρίσκεται στο εσωτερικό της στροφής, έχε ελεύθερη τη μεσούλα σου, κοίτα όσο πιο μακριά μπορείς στην έξοδο της στροφής και στρίψε σβέλτα. Επανέλαβε άμεσα στην επόμενη, πλαγιάζοντας την μοτοσυκλέτα σου πολύ πριν φτάσεις στο μέσο της στροφής, κι είσαι σε καλό δρόμο για οδηγική νιρβάνα στα άπειρα ορεινά στροφιλίκια της Ελλάδας. Και για να το κάνεις αυτό, καλύτερες μοτοσυκλέτες από τις on-off δεν υπάρχουν. Απολαύστε υπεύθυνα, που λένε και τα αλκοόλια. Γιατί η σβέλτη οδήγηση είναι απολύτως εθιστική.

 

on-off = ελευθερία επιλογής διαδρομών

 

επιμελημένα ανοργάνωτο το motohappening, όπως πάντα

editorial 541 - Η πιο γρήγορη είναι...

Από τον

Βασίλη Καραχάλιο

1/12/2014

Η ταχύτερη μοτοσυκλέτα παραγωγής του κόσμου δεν ήταν ούτε στην Ιntermot, ούτε στην EICMA. H ταχύτερη νόμιμη για κυκλοφορία στο δρόμο μοτοσυκλέτα έχει τελική πάνω από 350 χιλιόμετρα, κι έχει νικήσει στα ίσα όλες τις άλλες στην ανάβαση του Pikes Peak πέρυσι, οπότε και στρίβει και φρενάρει. Κι όμως, ελάχιστοι την γνωρίζουν, γιατί είναι εκτός πεπατημένης και των συνηθειών μας: Δεν έχει τάπα βενζίνης, αλλά μπρίζα για να φορτίζει. Ακούει στο μάλλον κακόγουστο όνομα "Αστραπή LS-218", και κατασκευάζεται στην Αμερική. Η Lightning λοιπόν, μπορεί να γίνει δική σας με 38.888 δολάρια, καθώς οι παραδόσεις ήδη έχουν αρχίσει.

 

Καταλαβαίνω πως περίπου το 101% των μοτοσυκλετών ξενερώνει όταν δίπλα στην λέξη μοτοσυκλέτα μπαίνει και το ηλεκτρική. Το ίδιο κι εγώ. Η αιτιολόγηση, μέχρι τώρα, ήταν απλή: Δείξτε μου μια ηλεκτρική μοτοσυκλέτα που για το ίδιο κόστος με μια βενζινοκίνητη, να θέλω πιο πολύ να την αγοράσω. Που να είναι δυνατότερη, ταχύτερη, να στρίβει καλύτερα, να πηγαίνει εξίσου μακριά με μια φόρτιση, που να γουστάρω τέλος πάντων να οδηγώ αυτή με την μπρίζα αντί για την άλλη με την μάνικα. Που να μην μοιάζει με παιδικό παιχνίδι, που να μην φωνάζει με την πρώτη ματιά πως πρόκειται για κάτι που σχεδίασαν και έφτιαξαν άνθρωποι που μπορεί να ξέρουν από ρεύματα, αλλά όχι από μοτοσυκλέτες. Προσπάθειες έχουν γίνει πολλές, τόσο σε επίπεδο παραγωγής (όπως οι Zero Motorcycles στις ΗΠΑ) όσο και αγωνιστικό (από Moto Czysz ως Mugen), ακόμα και για χωμάτινη χρήση (ΚΤΜ Freeride-E). Mέχρι τώρα όμως, δεν υπήρχε ηλεκτρική μοτοσυκλέτα που να τα είχε βάλει με βενζινοκίνητες αγωνιστικές και να τις είχε νικήσει στα ίσα. Κι όμως, αυτό συνέβη πέρυσι στο Pikes Peak, όπου συμμετέχουν κορυφαίες αγωνιστικές ομάδες απ’ όλο τον κόσμο, και τουλάχιστον στις ΗΠΑ, τον παίρνουν πολύ σοβαρά αυτόν τον αγώνα. Το 2012, η Lightning είχε κερδίσει όλους τους αγώνες ηλεκτρικών στους οποίους είχε συμμετάσχει, και για το 2013 έπεισαν τον Carlin Dunne να οδηγήσει την μοτοσυκλέτα τους. O Dunne είχε πρωτοεμφανιστεί στο Pikes Peak το 2011, και το κέρδισε με την πρώτη, νίκη που επανέλαβε με Ducati και το 2012. Δεν ήταν λίγο ρίσκο γι’ αυτόν να πάει σε μια ομάδα με ηλεκτρική μοτοσυκλέτα; Κι όμως, μετά από δύο track days, το πρώτο για να συνηθίσει λίγο την μοτοσυκλέτα και το δεύτερο για να ρυθμίσει αναρτήσεις, πήγε να τρέξει στο Pikes Peak κι έκανε τον ταχύτερο χρόνο από όλες τις μοτοσυκλέτες, ανεξαρτήτως κινητήρα. Ο δεύτερος ήταν 21 δευτερόλεπτα πίσω του.

 

Φαίνεται πως η σχεδιασμένη από τον "δικό μας" Glynn Kerr Lightning σηματοδοτεί την ωρίμανση των ηλεκτρικών μοτοσυκλετών, το στάδιο εκείνο όπου ανταγωνίζονται πια στα ίσα το κατεστημένο των βενζινοκίνητων. Συμφωνώ πως για να προτιμάς το σφύριγμα μιας ηλεκτρικής σε σχέση με τον ήχο ενός κινητήρα εσωτερικής καύσης πρέπει ο σφυγμός σου να έχει πέσει στο μηδέν, από ώρα. Μόνο το soundtrack όμως είναι που κάνει μια μοτοσυκλέτα συναρπαστική; Ένα από τα μεγαλύτερα μειονεκτήματα των ηλεκτρικών, πάντα σύμφωνα με την τρέχουσα τεχνολογία μπαταριών, είναι η περιορισμένη τους αυτονομία. Η Lightning υπόσχεται αυτονομία 160-200 χιλιόμετρα με τη μικρή μπαταρία των 12 kwh, και 250-290 με την μεγάλη των 20 kwh. Όσοι νομίσουν πως είναι λίγα, ας πάρουν οποιαδήποτε superbike με 200 ίππους, κι ας την πάνε τέρμα γκάζι. Στις μετρήσεις που κάνουμε για το περιοδικό, έχουμε αδειάσει 17λιτρα ρεζερβουάρ πολύ πριν κάνουμε 100 χιλιόμετρα, όπως θα έχουν διαπιστώσει και όσοι έχουν καταφέρει να πάνε ένα superbike τελικιασμένο για καμιά ώρα... Η Lightning, από την άλλη, έχει και το παγκόσμιο ρεκόρ ταχύτητας για μοτοσυκλέτες παραγωγής, με 347,55 km/h μέσο όρο διελεύσεων (η μία ήταν πάνω από 350 km/h). Οι τεχνικοί της υπολόγισαν πως στα 320 km/h το αντίστοιχο της κατανάλωσής της σε λίτρα βενζίνης θα ήταν 4,7 l/100km, επίδοση που θεωρείται οικονομική για απλές μοτοσυκλέτες με 50 ίππους. Υπολόγισαν επίσης, πως κάθε πέρασμα για τα ρεκόρ ταχύτητας στην Bonneville τους στοίχιζε το ισόποσο των 8 cent του δολαρίου, από ενέργεια που αποθήκευαν μέσω των ηλιακών πάνελ που είχε στην οροφή του το φορτηγάκι της ομάδας. Φυσικά – φυσικά, όταν σου αδειάσει το ρεζερβουάρ χώνεσαι σ’ ένα βενζινάδικο και σε πέντε λεπτά έχεις ξεμπερδέψει, έχεις δώσει τα 30 ευρώ σου και ξαναορμάς προς την δόξα. Με το ηλεκτρικό όμως, θα έπρεπε να ξέρεις πως κάθε, ή έστω πολλά βενζινάδικα έχουν γρήγορους φορτιστές, και να πιεις έναν καφέ, αφού μέσα σε μισή ώρα οι μπαταρίες γεμίζουν. Με απλό φορτιστή στο σπίτι, χωρίς τριφασικό ρεύμα, θέλουν δύο ώρες. Κοίταξα το κόστος για τον γρήγορο φορτιστή ενός υβριδικού αυτοκινήτου, του BMW i8, και είναι στα 2.300 ευρώ, κομπλέ με μετρητή κατανάλωσης. Αν υπήρχε αρκετή ζήτηση, το κόστος δεν είναι υπερβολικό για ένα βενζινάδικο.   

 

Για να φτιάξει την πιο γρήγορή της μοτοσυκλέτα η Kawasaki, την H2R που συμπτωματικά έχει κι αυτή τελική 350+ χιλιόμετρα (αλλά δεν είναι νόμιμη για κυκλοφορία στο δρόμο), το κριτήριό της ήταν "η ανεπανάληπτη αίσθηση επιτάχυνσης". Σ’ αυτόν τον τομέα, τα ηλεκτρικά δεν υστερούν. Το Lightning έχει πάνω από 200 ίππους και 23,2 kgm ροπής, επιδόσεις που καμία βενζινοκίνητη μοτοσυκλέτα δεν διαθέτει. Κανένα superbike μέχρι σήμερα δεν έχει μετρηθεί στους 200 ίππους στον τροχό, και οι απώλειες ενός συστήματος μετάδοσης ενός ηλεκτρικού είναι πολύ-πολύ μικρότερες, αφού δεν παρεμβάλλονται γρανάζια, συμπλέκτης και κιβώτιο ταχυτήτων. Το Lightning δεν έχει κιβώτιο. Ανοίγεις το διακόπτη κι είσαι έτοιμος να φύγεις, απολαμβάνοντας μια αίσθηση καταιγιστικής, αδιάλειπτης επιτάχυνσης από τα μηδέν ως τα 350 χιλιόμετρα. Τα 23,2 χιλιογραμμόμετρα ροπής που έχει είναι τα διπλά από ενός Hayabusa (13,7), οπότε σε σύγκριση το κτηνώδες Suzuki θα φαίνεται σαν να δουλεύει με τους δύο κυλίνδρους. Η Kawasaki ανακοινώνει 16,8 kgm για το H2R των 300 ίππων, 7 kgm λιγότερα, που είναι αντίστοιχη της διαφοράς ροπής ενός μονοκύλινδρου 300 κυβικών όπως το CBR300 κι ενός CBR1000RR. Χαοτική.       

Ο υγρόψυκτος ηλεκτροκινητήρας του βγάζει λοιπόν πάνω από 200 ίππους, και η ροπή του είναι διπλάσια αυτής ενός Panigale. Aπό γκάζια δηλαδή, δεν του λείπει τίποτα, ούτε από πλαίσιο και φρένα και αναρτήσεις. Έχει πάνω του τα καλύτερα Brembo και Öhlins. Ούτε και υπερβολικά βαρύ είναι στα 224,5 κιλά, 10 περίπου κιλά περισσότερα από το πιο βαρύ superbike, αλλά 14 κιλά λιγότερα από του Kawasaki H2. Στα έξτρα,  όταν θα παραγγείλετε το δικό σας, μπορείτε να διαλέξετε μεταξύ carbon πλαισίου και ψαλιδιού, οθόνης touch screen με λειτουργικό Android και σέλας της προτίμησής σας. Σε μια μοτοσυκλέτα που έχει ήδη ζάντες Marchesini μαγνησίου και πιρούνι Öhlins FGRT, αμορτισέρ Öhlins ΤΤΧ και τις καλές ακτινικές Brembo, τι άλλο να ζητήσεις;

Έχουμε έτσι μια μοτοσυκλέτα ικανή να γεμίσει δέος και τον πιο hardcore αναβάτη superbike, που μπορεί με τις επιδόσεις της να κάνει τα πόδια των κοινών θνητών και τρέμουν σαν ζελέ, που μπορεί να τρομάξει εντελώς και για πάντα κάποιον ψιλο-άσχετο που θα βρεθεί στην σέλα της και μετά δεν θα ξαναβγεί ποτέ από το δωμάτιό του, ενώ θα ουρλιάζει υστερικά κάθε φορά που η μάνα του θα βάζει μπρος το σεσουάρ για τα μαλλιά. Κι εδώ ερχόμαστε στο μεγαλύτερο μειονέκτημά του μέχρι τα βενζινάδικα να βάλουν φορτιστές: Τον ήχο. Όντως τα ηλεκτρικά όταν επιταχύνουν κάνουν σαν σεσουάρ στη δεύτερη σκάλα, με λίγο θόρυβο από αλυσίδα να θυμίζει μοτοσυκλέτα. Άντε, αν τα γουστάρεις κιόλας, να πεις πως κάνουν σαν jet σε απογείωση. Ακούω πως μερικά αυτοκίνητα, όπως για παράδειγμα σε Renault Clio, έχουν επιλογές μέσω του συστήματος πολυμέσων, που τα κάνουν να ακούγονται σαν V8 ή σαν Nissan GTR (μέσα στην καμπίνα, γιατί απ’ έξω ακούγεται γι’ αυτό που είναι). Μου φαίνεται γελοίο. Με τα ηλεκτρικά όμως, το πρόβλημα είναι ότι δεν ακούγονται. Έχει πάει να με πατήσει Prius γιατί ξαφνικά έκανε όπισθεν, χωρίς καμία ηχητική προειδοποίηση, αφού δεν καταλαβαίνεις πως είναι "on". Στο Pikes Peak, στην διαδρομή του αγώνα, τα ηλεκτρικά είναι υποχρεωμένα από τον κανονισμό να κάνουν θόρυβο 120 ντεσιμπέλ, για να μην πατάνε τους θεατές ή τους βλάκες που αποφασίζουν να περάσουν απέναντι με το αυτοκίνητό τους. Και πως το κάνουν αυτό; Βάζουν πάνω στη μοτοσυκλέτα μια σειρήνα...

Η ανάβαση του Pikes Peak έχει μήκος 20 χιλιόμετρα, με 156 στροφές που ανεβάζουν τους αγωνιζόμενους από τα 1.440 στα 4.300 μέτρα. Για να λέμε του βενζινοκίνητου το δίκιο, η απόδοση των κινητήρων εσωτερικής καύσης πέφτει σημαντικά σε τέτοια υψόμετρα, όμως μόλις δύο χρόνια πριν την νίκη του Dunne με το Lightning, όταν πάλι ήταν νικητής ο ίδιος με Ducati Multistrada, το πιο γρήγορο ηλεκτρικό ήταν ένα λεπτό και σαράντα δευτερόλεπτα πίσω του. Δυό χρόνια μετά, έριξε 21" στον δεύτερο, με ηλεκτρικό. Όποιος έχει ασχοληθεί έστω και λίγο με αγώνες, καταλαβαίνει πως πρόοδος δύο ολόκληρων λεπτών (στα 10 – δέκα και κάτι που κάνουν οι πιο γρήγοροι εκεί) μέσα σε δύο χρόνια, είναι τεράστια έως απίστευτη. Φανταστείτε μια μοτοσυκλέτα MotoGP που να έχει καταφέρει μέσα σε δυό χρόνια να βελτιώσει τους χρόνους της κατά 20%. Δεν γίνεται, κι αν γινόταν, θα σκότωναν για να μάθουν το μυστικό. Εδώ όμως δεν πρόκειται για μυστικό, αλλά για κάτι ολοφάνερο, που αποτελεί ταυτόχρονα το μεγαλύτερο πλεονέκτημα αλλά και το χειρότερο μειονέκτημά της: Είναι ηλεκτρικό. Με βάση στην California, όπως και οι έτερες ηλεκτρικές Mission και Ζero και Τesla (στα αυτοκίνητα αυτή η τελευταία), η Lightning ασχολείται με τα ηλεκτρόνια από το 2006, και πολύ νωρίς μπλέχτηκε με τους αγώνες. Της πήρε οκτώ χρόνια για να φτάσει στο σημείο να κερδίζει τους πάντες σ’ έναν διάσημο, διεθνή αγώνα που οι κατασκευαστές παίρνουν πολύ στα σοβαρά, καθώς έχει σημαντικό αντίκτυπο στην Αμερικάνικη αγορά. Αν το 2006 είχαν πει "σε οκτώ χρόνια θα σας σκίσουμε τις βενζινοκίνητες μπαχατέλες σας", όλοι θα γέλαγαν. Κι όμως, η ιστορία είναι γεμάτη από τέτοια παραδείγματα. Όταν πρωτοφτιάχτηκαν μοτοσυκλέτες, κανείς δεν πίστευε πως αυτά τα πράματα του διαβόλου θα γίνουν ποτέ κάτι περισσότερο από παιχνιδάκια για εκκεντρικούς πλούσιους. Τα ίδια έλεγαν και για τα αυτοκίνητα, το ίδιο γέλαγαν όταν ο άγνωστος τότε Soichiro Honda δεσμευόταν πως θα τρέξουν τα Honda στο Isle of Man και θα κερδίσουν. Μ’ αρέσει και το πόρισμα επιστημόνων της εποχής των πρώτων τρένων: Οι επιστήμονες είχαν αποφανθεί πως αν τα τρένα τρέξουν ποτέ πιο γρήγορα από άλογο, θα φύγει ο αέρας από τα παράθυρα και οι επιβάτες θα πεθάνουν από ασφυξία. Κι εντάξει, αυτά τα έχουμε ξεπεράσει, το θέμα δεν είναι αν στα 350 θα πάμε από ασφυξία. Μια ανάσα θα την πάρουμε. Το θέμα είναι πως οι αισθήσεις μας, επί τέσσερις σχεδόν γενιές τώρα, έχουν εκπαιδευτεί να γουστάρουν μοτοσυκλέτα σύμφωνα με συγκεκριμένα κριτήρια. Κι είναι ύποπτο έως ανησυχητικό (Θα γυρίσει ο κόσμος μας ανάποδα; Θα μας πέσει ο ουρανός στο κεφάλι;) πως ψάχνοντας το γιατί δεν θα γουστάραμε αυτή τη στιγμή μια ηλεκτρική μοτοσυκλέτα, οι μόνες βάσιμες δικαιολογίες που μπορούμε να βρούμε είναι πως δεν υπάρχουν κατάλληλοι φορτιστές στα βενζινάδικα και πως αυτά τα ηλεχτρικά ακούγονται σαν δράπανα, ενώ απ’ την άλλη είναι αρκούντως τρομακτικές και πιο γρήγορες απ’ όλες τις άλλες, στις ευθείες ή στις στροφές.   

Στα χρονομετρημένα δοκιμαστικά πριν τον αγώνα του Pikes Peak, o Richard Hatfield, o "κύριος Lightning", στεκόταν δίπλα στην οθόνη με τους χρόνους, και όπως και τις προηγούμενες μέρες, το Lightning ήταν το ταχύτερο. Δίπλα του στέκονταν μερικοί Ιάπωνες μηχανολόγοι από την εργοστασιακή ομάδα της Honda, και τα CBR τους ήταν στην 14η θέση. Λέει ένας τους στον Richard: "Ω! Είστε από την Lightning! Toυ χρόνου θα επιστρέψουμε με περισσότερους ίππους!". Ο Richard (που τον βλέπεις ήσυχο ανθρωπάκι, αλλά τα καρφιά του τα ρίχνει), τους απάντησε: "Μπαταρίες θα πρέπει να φέρετε του χρόνου." Οι Ιάπωνες κοιτάχτηκαν μεταξύ τους, κι είπε ο ένας στον άλλο: "Δίκιο έχει, μπαταρίες πρέπει να φέρουμε."